Την ανάγκη να προωθηθούν οι οικονομικές σχέσεις και τα ενεργειακά σχέδια υπογράμμισαν οι δυο ηγέτες ενώ οι γεωπολιτικές αντιθέσεις περιπλέκονται
Copyright 2018 The Associated |
Από την τελευταία συνάντηση Μέρκελ - Πούτιν στο Σότσι |
Παρά την ένταση στις σχέσεις Ρωσίας - Δύσης, η Γερμανία έχει δηλώσει πως θέλει ανοιχτούς διαύλους με τη Ρωσία, ενώ σημαντικό τμήμα του γερμανικού κεφαλαίου - που είτε δραστηριοποιείται ήδη στη Ρωσία, είτε επιδιώκει να διεισδύσει στη ρωσική αγορά - θίγεται έντονα από τις κυρώσεις των ΗΠΑ και της ΕΕ και ζητάει να ξεκινήσει άμεσα η διαδικασία άρσης τους. Η γερμανική κυβέρνηση διεκδικεί ρόλο «διαμεσολαβητή» μεταξύ της ΕΕ και της Ρωσίας και επιδιώκει να βρεθεί πολιτική λύση στις συγκρούσεις σε Συρία και Ουκρανία, φυσικά αποδεκτή για τα οικονομικά και γεωπολιτικά της συμφέροντα.
Καθόλου τυχαία, λοιπόν, η καγκελάριος και ο Ρώσος Πρόεδρος επανέλαβαν πολλές φορές τη διάθεση να συνεχίσουν τις μεταξύ τους συνομιλίες, τόνιζαν πως τους χωρίζουν πολλά, ωστόσο τους ενώνουν άλλα τόσα.
Χαρακτηριστική ήταν η εκτενής αναφορά του Βλ. Πούτιν στη σημασία των οικονομικών σχέσεων των δυο κρατών, οι οποίες θα πρέπει να ενισχυθούν από τις κυβερνήσεις τους: «Η Γερμανία είναι ένας από τους σημαντικότερους εμπορικούς εταίρους της Ρωσίας, βρίσκεται στη δεύτερη θέση μετά την Κίνα. Το περασμένο έτος, το διμερές εμπόριο αυξήθηκε κατά 23%. Τον Γενάρη και τον Φλεβάρη του 2018, αυξήθηκε κατά 13%. Επίσης, ενισχύεται η επενδυτική συνεργασία. Οι ρωσικές επενδύσεις στη γερμανική οικονομία ανέρχονται σήμερα σε περισσότερα από 8 δισ. δολάρια και οι γερμανικές επενδύσεις στη Ρωσία ανέρχονται σε πάνω από 18 δισ. δολάρια. Αυτό αντιστοιχεί σχεδόν στο 5% των άμεσων ξένων επενδύσεων της ρωσικής οικονομίας. Στη Ρωσία υπάρχουν περίπου 5.000 γερμανικές εταιρείες με συνολικό κύκλο εργασιών άνω των 50 δισ. δολαρίων και απασχολούν περίπου 27.000 εργαζόμενους. Στη Γερμανία δραστηριοποιούνται περίπου 1.500 επιχειρήσεις με ρωσικά κεφάλαια».
Οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις για τα ενεργειακά σχέδια είναι ιδιαίτερα οξυμένες. Στον υπό κατασκευή ρωσικό αγωγό φυσικού αερίου «Nord Stream 2», που θα καταλήγει στη Βόρεια Γερμανία, αντιδρούν τόσο οι ΗΠΑ όσο και η ΕΕ, επικαλούμενες την εξάρτηση της Ευρώπης και της Γερμανίας από τη Ρωσία. Μέρκελ και Πούτιν έσπευσαν και στην πρόσφατη συνάντησή τους να τονίσουν πως «πάντα θεωρούσαμε αυτό το έργο ένα καθαρά οικονομικό σχέδιο» και «πέρα από κάθε πολιτική διαδικασία»...
Η Γερμανίδα καγκελάριος χαρακτήρισε «στρατηγικής σημασίας» τη διέλευση ρωσικού φυσικού αερίου μέσω Ουκρανίας και μετά την ολοκλήρωση του «Nord Stream 2», κάτι που ζητάνε τόσο η αμερικανική κυβέρνηση όσο και άλλα ευρωπαϊκά κράτη ως «εγγύηση» κατά της «ρωσικής επιθετικότητας στην περιοχή».
«Δεν θέλουμε να σταματήσουμε τη διέλευση του ρωσικού φυσικού αερίου μέσω της Ουκρανίας», είπε ο Βλ. Πούτιν, με την προϋπόθεση ότι «είναι οικονομικά σημαντική και αποτελεσματική». Στη συνέχεια, πέταξε αρκετές «μπηχτές» για τις απειλές των ΗΠΑ κατά του αγωγού, ενώ επισήμανε με νόημα πως πρόκειται για μια από τις λίγες περιπτώσεις συνέχειας μεταξύ της σημερινής κυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ με του προκατόχου του, Μπαράκ Ομπάμα.
Ιδιαίτερα καυστικά αναφέρθηκε ο Ρώσος Πρόεδρος στα επιχειρήματα των ΗΠΑ και της ΕΕ: «Πρώτον. Θέλουν να στηριχτεί η Ουκρανία, η οποία δεν είναι πολύ πρόθυμη να συνεργαστεί με τη Ρωσία, αλλά αγαπά πολύ τα κεφάλαια διαμετακόμισης, περίπου 2 - 3 δισ. δολάρια ετησίως. Δηλαδή, θέλουν να τροφοδοτήσουμε την Ουκρανία με τα χρήματά μας».
Και συμπλήρωσε: «Ο Ντ. Τραμπ θέλει να προωθήσει τα συμφέροντα της οικονομίας του και να πουλάει LNG (σ.σ. υγροποιημένο φυσικό αέριο) από τις ΗΠΑ στην ευρωπαϊκή αγορά. Είναι δυνατόν; Ναι, είναι δυνατό, αλλά είναι κατά 25% έως 30% ακριβότερο από το ρωσικό αέριο μέσω αγωγών στην Ευρώπη. Γι' αυτόν το λόγο, οι τερματικοί σταθμοί LNG που έχουν δημιουργηθεί στην Ευρώπη χρησιμοποιούνται λίγο. Καταλαβαίνω τον Πρόεδρο των ΗΠΑ: Προστατεύει τα συμφέροντα της οικονομίας του, θέλει να εμπορεύεται το προϊόν του στην Ευρώπη». Αλλά: «Θεωρούμε αυτό το έργο επικερδές για εμάς και θα αγωνιστούμε για αυτό».
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση για το αν οι γερμανορωσικές σχέσεις «αναζωογονούνται» από τις αντιθέσεις μεταξύ ΗΠΑ - ΕΕ, η Αγκ. Μέρκελ δεν παρέλειψε να υπογραμμίσει τους «ισχυρούς διατλαντικούς δεσμούς» παρά τη «διάσταση απόψεων». Ταυτόχρονα, πρόσθεσε: «Εχουμε στρατηγικό συμφέρον να έχουμε καλές σχέσεις με τη Ρωσία. Ακόμη και στις πιο δύσκολες στιγμές, εργάστηκα για να διασφαλίσω, για παράδειγμα, ότι ο διάλογος ΝΑΤΟ - Ρωσίας συνεχίζεται και ότι υπάρχουν πάντα επαφές από πλευράς ΕΕ». Ο Πούτιν κάλεσε από την πλευρά του τη Γερμανία και την ΕΕ να «χειραφετηθούν» από την πολιτική και τα συμφέροντα των ΗΠΑ, υπογραμμίζοντας ότι οι γερμανορωσικές σχέσεις «δεν χρειάζεται να συσχετίζονται με τρίτα κράτη». «Εχουν τη δική τους δυναμική και σημασία», πρόσθεσε.
Πέρα από τον ενεργειακό αγωγό «Nord Stream 2», η αμερικανική κυβέρνηση στον ανταγωνισμό με τα γερμανικά μονοπώλια «σαμποτάρει» στοχευμένα και συστηματικά τη δραστηριότητά τους στη ρωσική αγορά, με στόχο να αποδυναμώσει και τους δυο ανταγωνιστές των ΗΠΑ. Οι κυρώσεις πλήττουν ίσως πιο έντονα τις γερμανικές επιχειρήσεις, οι οποίες, σύμφωνα με δικά τους στοιχεία, έχουν επενδύσει στη Ρωσία περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η ρωσική κυβέρνηση προσπαθεί να προστατεύσει κατά περίπτωση ορισμένες επιχειρήσεις από τις αντικυρώσεις που επιβάλλει στις ΗΠΑ και άλλα κράτη και να αφήνει «ανοιχτά παράθυρα». Σχετικά με νομοσχέδιο που συζητά η ρωσική Βουλή, σύμφωνα με το οποίο ξένες εταιρείες θα πρέπει να μη συμμορφώνονται με τις αμερικανικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας, αλλιώς θα τιμωρούνται (αντικυρώσεις), δήλωσε πως «θα πρέπει να είναι ισορροπημένες», ώστε «να μη βλάψουν την οικονομία μας και τους εταίρους μας που είναι επιμελείς στη Ρωσία». Πάντως, πρόσθεσε πως υπάρχει αντίστοιχος νόμος στην Ευρώπη και κυβερνήσεις της ΕΕ «θέλουν να τον ενεργοποιήσουν για να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους από τις λεγόμενες διασυνοριακές κυρώσεις - από τις ΗΠΑ στην προκειμένη περίπτωση».
Για την Ουκρανία, για ακόμη μια φορά δεσμεύτηκαν φραστικά για την τήρηση των συμφωνιών του Μινσκ, ως μοναδική βάση για την επίλυση της σύγκρουσης, και συμφώνησαν για την ανάγκη αποστολής κυανόκρανων του ΟΗΕ. Οι εμπλεκόμενοι υπουργοί Εξωτερικών θα συνεχίσουν τις επαφές προς αυτήν την κατεύθυνση και αν σταθεροποιηθεί η κατάσταση, θα μπορούσαν στη συνέχεια να «εφαρμοστούν τα πολιτικά μέτρα που συμφωνήθηκαν στο Μινσκ», σημειώνει η γερμανική κυβέρνηση. Οι δυο ηγέτες εμφανίστηκαν να συμφωνούν στη διατήρηση της πυρηνικής συμφωνίας για το Ιράν για την υπεράσπιση των μονοπωλιακών τους ομίλων. «Η αποχώρηση των ΗΠΑ περιπλέκει την κατάσταση στη Μέση Ανατολή», τόνισε η Αγκ. Μέρκελ.
Για τη Συρία ο Βλ. Πούτιν άσκησε έμμεση κριτική στις προσπάθειες της γερμανικής κυβέρνησης να συμμετέχει στην οικονομική ανασυγκρότηση της χώρας, χαρακτηρίζοντας σημαντικό «να παρέχεται κάθε βοήθεια σε συνεννόηση με τη νόμιμη κυβέρνηση (Ασαντ)». «Τι πρέπει να γίνει σε αυτό το σημείο; Αποπολιτικοποίηση της διαδικασίας ανθρωπιστικής βοήθειας και της διαδικασίας οικονομικής ανοικοδόμησης στη Συρία. Εάν οι Ευρωπαίοι επιθυμούν οι πρόσφυγες από την Ευρώπη να επιστρέψουν στα σπίτια τους, τότε πρέπει να αρθούν οι ακατανόητοι περιορισμοί για την υποστήριξη της Συρίας στις περιοχές που ελέγχει η κυβέρνηση της Αραβικής Δημοκρατίας της Συρίας», είπε με έμφαση ο Ρώσος Πρόεδρος.