ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 23 Δεκέμβρη 2017 - Κυριακή 24 Δεκέμβρη 2017
Σελ. /40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ
Προχωρά με γοργά βήματα η παραπέρα στρατιωτικοποίηση

Με γοργά βήματα προχωρά η παραπέρα στρατιωτικοποίηση της ΕΕ για την προάσπιση και περαιτέρω προώθηση θέσεων μονοπωλίων της σε μια σειρά από ζώνες, όπου συγκρούονται για τα μερίδια της καπιταλιστικής λείας με άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα και ισχυρά καπιταλιστικά κράτη.

Χαρακτηριστικές ως προς τα παραπάνω είναι δύο εκθέσεις του Ευρωκοινοβουλίου που υπερψηφίστηκαν πρόσφατα στην Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων.

Η μία (A8-0351/2017), «σχετικά με την ετήσια έκθεση για την εφαρμογή της Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Αμυνας», και εισηγητή τον ευρωβουλευτή M. Gahler, αναφέρει ότι «η βασισμένη σε κανόνες διεθνής έννομη τάξη και οι αξίες τις οποίες υπερασπίζονται οι δυτικές δημοκρατίες, καθώς και η ειρήνη, η ευημερία και οι ελευθερίες που εγγυάται η μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο τάξη και που αντιστοιχούν στα θεμέλια επί των οποίων στηρίζεται η ΕΕ, αντιμετωπίζουν πρωτοφανή αριθμό συμβατικών και υβριδικών προκλήσεων».

Εκτιμά ότι «κανένα κράτος - μέλος δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μεμονωμένα οποιαδήποτε από τις σύνθετες προκλήσεις στον τομέα της ασφάλειας που εγείρονται σήμερα και ότι για να μπορέσει η ΕΕ να ανταποκριθεί σε αυτές τις εσωτερικές και εξωτερικές προκλήσεις χρειάζεται να εντείνει τις προσπάθειές της προς μια συγκεκριμένη ισχυρή συνεργασία στο πλαίσιο της ΚΕΠΠΑ/ΚΠΑΑ, να καταστεί αποτελεσματικός παράγοντας σε παγκόσμιο επίπεδο, το οποίο σημαίνει να εκφράζεται με μία φωνή και να δρα συλλογικά, καθώς και να εστιάσει τους πόρους της στις στρατηγικές προτεραιότητες».

Αναφέρει ότι «η αστάθεια εξαπλώνεται στις νότιες περιφέρειες και στη Μέση Ανατολή». Εκφράζει τη «συνεχιζόμενη ανησυχία» του Ευρωκοινοβουλίου «για τη διακρατική διάσταση της τρομοκρατικής απειλής στην περιοχή του Σαχέλ». Επίσης, ότι «στα ανατολικά, ο πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη» και ότι μια σειρά από παράγοντες «αποσταθεροποιούν τις χώρες της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης και των Δυτικών Βαλκανίων». Στο ίδιο μήκος κύματος, «επαναλαμβάνει τη στρατηγική σημασία της περιοχής των Δυτικών Βαλκανίων για την ασφάλεια και τη σταθερότητα της ΕΕ και την ανάγκη να επικεντρωθεί και να ενισχυθεί η πολιτική δέσμευση της ΕΕ προς την περιοχή, μεταξύ άλλων με την ενίσχυση της εντολής των αποστολών Κοινής Πολιτικής Ασφάλειας και Αμυνας (ΚΠΑΑ)».

«Νέα δυναμική» προσφέρει το Brexit

Εκφράζει τη «λύπη του για την τρομοκρατική απειλή που επεκτείνεται με ταχύτητα τόσο στην Ευρώπη όσο και πέραν των συνόρων της. Θεωρεί ότι μια ελλιπής αντίδραση στο στρατιωτικό επίπεδο θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε διαρκώς αυξανόμενες απειλές για την εσωτερική ασφάλεια».

Ακόμη, «πιστεύει ότι σε ένα περιβάλλον ασφάλειας γεμάτο προκλήσεις, και σε μια χρονική στιγμή που η ΕΕ και το ΝΑΤΟ επιδιώκουν να διευρύνουν και να εμβαθύνουν τη συνεργασία τους, μέσω του Brexit η ΕΕ θα απολέσει μέρος της στρατιωτικής της ικανότητας και ενδέχεται να μην είναι πλέον σε θέση να επωφελείται από την εμπειρία του Ηνωμένου Βασιλείου, και αντιστρόφως». Σημειώνει, ωστόσο, ότι «το Brexit προσφέρει μια νέα δυναμική σε πρωτοβουλίες που παρεμποδίζονται εδώ και καιρό και θα μπορούσε να ανοίξει τον δρόμο για νέες προτάσεις».

Επίσης, «επικροτεί την ανανέωση της δέσμευσης των ΗΠΑ στην υπεράσπιση της ευρωπαϊκής ασφάλειας» και τονίζει ότι «η ΕΕ παραμένει σταθερά προσηλωμένη στη διατλαντική κοινότητα αξιών και συμφερόντων».

Σε ένα άλλο θέμα, τονίζει ότι «ο μόνος τρόπος αύξησης της ικανότητας της ΕΕ να εκπληρώνει τα στρατιωτικά της καθήκοντα είναι να αυξηθεί σημαντικά η αποτελεσματικότητα σε όλες τις πτυχές της διαδικασίας παραγωγής στρατιωτικών ικανοτήτων. Υπενθυμίζει ότι η ΕΕ των 28 δαπανά το αντίστοιχο του 40% του συνολικού αμυντικού προϋπολογισμού των ΗΠΑ, αλλά κατορθώνει να παράγει μόλις το 15% των ικανοτήτων που παράγουν οι ΗΠΑ από τις ίδιες διαδικασίες, γεγονός που υποδεικνύει ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα αποδοτικότητας».

Μόνιμη στρατιωτική δύναμη με μεραρχίες στη σύνθεσή της

Χαιρετίζοντας την έναρξη της περιβόητης «Μόνιμης διαρθρωμένης συνεργασίας» (κοινά σχέδια ανάπτυξης εξοπλισμών κ.ά.), εκφράζει την «ικανοποίηση» του Ευρωκοινοβουλίου «για την επιθυμία των κρατών - μελών να αναλάβουν δεσμευτικές υποχρεώσεις στο πλαίσιο της ΚΠΑΑ, καθιερώνοντας με τον τρόπο αυτό τη φιλόδοξη και χωρίς αποκλεισμούς μόνιμη διαρθρωμένη συνεργασία (PESCO) και ζητεί την ταχεία θέσπισή της από το Συμβούλιο».

Ζητά επιπλέον τη «δημιουργία ενός ολοκληρωμένου στρατηγικού πολιτικο-στρατιωτικού αρχηγείου της ΕΕ στο πλαίσιο της PESCO, το οποίο θα αποτελείται από την υπάρχουσα Στρατιωτική Δυνατότητα Σχεδιασμού και Διεξαγωγής Επιχειρήσεων (MPCC), τη Μη Στρατιωτική Δυνατότητα Σχεδιασμού και Διεξαγωγής Επιχειρήσεων (CPCC) και τη Διεύθυνση Διαχείρισης Κρίσεων και Σχεδιασμού (CMPD), που θα παρέχει μια πλατφόρμα ολοκληρωμένης επιχειρησιακής υποστήριξης καθ' όλη τη διάρκεια του κύκλου σχεδιασμού, από την αρχική πολιτική σύλληψη έως τα λεπτομερή σχέδια».

Μάλιστα, «ενθαρρύνει τα κράτη - μέλη που συμμετέχουν στην PESCO να συστήσουν μια μόνιμη "Ευρωπαϊκή Ολοκληρωμένη Δύναμη", αποτελούμενη από μεραρχίες των εθνικών τους στρατών, και να τη διαθέσουν στην Ενωση για την υλοποίηση της ΚΠΑΑ».

Προτείνει και τη σύσταση μιας Γενικής Διεύθυνσης (ΓΔ) Αμυνας στην Κομισιόν, «που θα καθοδηγεί τη δράση της Ενωσης για την υποστήριξη, τον συντονισμό ή τη συμπλήρωση των δράσεων των κρατών - μελών, με σκοπό την προοδευτική διαμόρφωση μιας κοινής πολιτικής άμυνας». Θεωρεί ότι η προτεινόμενη ΓΔ Αμυνας «θα πρέπει να έχει την αρμοδιότητα να εξασφαλίσει ανοικτά σύνορα για την ελεύθερη μετακίνηση στρατευμάτων και εξοπλισμού».

Χαιρετίζει, τέλος, τη «Συνεργασία ΕΕ - ΝΑΤΟ», σημειώνοντας ότι «στο σημερινό πλαίσιο, η στρατηγική εταιρική σχέση ΕΕ και ΝΑΤΟ έχει θεμελιώδη σημασία για την αντιμετώπιση των προκλήσεων ασφάλειας στην Ενωση και τις γειτονικές χώρες. Θεωρεί ότι η κοινή δήλωση ΕΕ - ΝΑΤΟ και η επακόλουθη εφαρμογή δράσεων έχει τη δυναμική να ωθήσει τη συνεργασία και τη συμπληρωματικότητα σε υψηλότερο επίπεδο και να σηματοδοτήσει την έναρξη ενός νέου και σημαντικού σταδίου της στρατηγικής εταιρικής σχέσης».

Σημειώνει και ότι «μια ισχυρότερη ΕΕ και ένα ισχυρότερο ΝΑΤΟ αλληλοενισχύονται. Θεωρεί ότι τα κράτη - μέλη πρέπει να εντείνουν τις προσπάθειές τους να ενεργούν τόσο εντός της Ευρωπαϊκής Αμυντικής Ενωσης και ως αυτόνομοι περιφερειακοί πάροχοι υπηρεσιών ασφάλειας, και με συμπληρωματικό ρόλο στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, κατά περίπτωση».


Θ. Μπ.


«Στρατηγική επανεστίαση στα Δυτικά Βαλκάνια»

Η άλλη έκθεση (A8-0350/2017), «σχετικά με την Ετήσια Εκθεση όσον αφορά την εφαρμογή της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας», με εισηγητή τον ευρωβουλευτή Ντ. Μακ Αλιστερ, ιεραρχεί ψηλά στις προτεραιότητες της ΕΕ τη «σταθεροποίηση των γειτονικών χωρών, ιδίως στα Δυτικά Βαλκάνια, με έμφαση στη μεγαλύτερη προβολή της ΕΕ στη συγκεκριμένη περιοχή».

Παρακάτω, «επαναλαμβάνει την ανάγκη για μια στρατηγική επανεστίαση στα Δυτικά Βαλκάνια, αναγνωρίζοντας ότι η Ενωση θα πρέπει να προωθήσει τις φιλοδοξίες της στην περιοχή και, με αυτόν τον τρόπο, να δώσει νέα ώθηση σε μια αξιόπιστη πολιτική διεύρυνσης της ΕΕ με βάση τα κριτήρια της Κοπεγχάγης και να ενισχύσει το κράτος δικαίου και την ανθεκτικότητα των κρατικών θεσμών. Πιστεύει ότι η σταθερότητα των Δυτικών Βαλκανίων πρέπει να συνεχίσει να αποτελεί βασική προτεραιότητα».

Ακόμα, «επικροτεί τις πρόσφατες προσπάθειες που έχουν αναληφθεί στο πλαίσιο της διαδικασίας του Βερολίνου και της διάσκεψης κορυφής της Τεργέστης (σ.σ. από ισχυρά καπιταλιστικά κράτη εντός ΕΕ, όπως οι Γερμανία και Γαλλία, να παρέμβουν στις εξελίξεις στην εν λόγω περιοχή), ώστε να δοθεί πρόσθετη ώθηση στη σύγκλιση των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων με στόχο την προσχώρηση στην ΕΕ».

Επίσης, «τονίζει τη σημασία της Νότιας Γειτονίας και την ανάγκη να επιτευχθεί ένας ευρωμεσογειακός χώρος ειρήνης, ευημερίας, σταθερότητας και ολοκλήρωσης». Επιπλέον, «τονίζει την ανάγκη να αντιμετωπιστούν οι μείζονες απειλές για την ασφάλεια στην Αφρική, με σκοπό την εξάλειψη της τρομοκρατικής απειλής που συνιστά κάθε τρομοκρατική ομάδα, να διασφαλιστεί η πρόληψη της στρατολόγησης ατόμων, να καταπολεμηθούν οι ριζοσπαστικές ιδεολογίες και να προωθηθεί η ενεργειακή ασφάλεια μέσω φιλικών προς το περιβάλλον και βιώσιμων πηγών Ενέργειας, με παράλληλη προώθηση των λύσεων εκτός δικτύου».

Εξάλλου, «ενθαρρύνει την ανάπτυξη μιας συνεκτικής και εύρωστης στρατηγικής για την περιοχή του Σαχέλ, η οποία να αποσκοπεί στη βελτίωση της διακυβέρνησης και της λογοδοσίας και της νομιμότητας των κρατικών και περιφερειακών θεσμικών οργάνων, στην τόνωση της ασφάλειας, στην αντιμετώπιση της ριζοσπαστικοποίησης και της παράνομης εμπορίας ανθρώπων, όπλων και ναρκωτικών και στην ενίσχυση των οικονομικών και αναπτυξιακών πολιτικών».

Στρατηγική αυτονομία και διασύνδεση εσωτερικής - εξωτερικής ασφάλειας

Σε ένα επόμενο κεφάλαιο, «πιστεύει ότι η Ευρώπη θα πρέπει να ενισχύσει περαιτέρω τη συνεργασία για την κοινή άμυνα, προκειμένου να υπερασπιστεί τις κοινές της αξίες και αρχές και τη στρατηγική της αυτονομία. Τονίζει τη σημασία της σχέσης μεταξύ εξωτερικής και εσωτερικής ασφάλειας, της καλύτερης χρήσης των πόρων και του ελέγχου του κινδύνου στην περιφέρεια της Ευρώπης. Υπενθυμίζει ότι η σύνδεση μεταξύ ανάπτυξης και ασφάλειας αποτελεί βασική αρχή στην οποία στηρίζεται η προσέγγιση της Ενωσης όσον αφορά τις εξωτερικές κρίσεις και συγκρούσεις».

Σχετικά με αυτό, υπογραμμίζει ότι «οι δυνατότητες του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Αμυνας (ΕΟΑ), της μόνιμης διαρθρωμένης συνεργασίας (PESCO) και των μάχιμων μονάδων της ΕΕ θα πρέπει να χρησιμοποιούνται στο έπακρο. Προτρέπει τα κράτη - μέλη να παράσχουν πρόσθετη χρηματοδότηση για το σκοπό αυτό».

Ειδικότερα, «καλεί τα κράτη - μέλη να επιδιώξουν την επίτευξη του στόχου της δαπάνης του 2% του ΑΕΠ τους για αμυντικές δαπάνες και να δαπανούν το 20% των αμυντικών προϋπολογισμών τους για εξοπλισμό που θεωρείται απαραίτητος από τον ΕΟΑ», προκειμένου να καλύψουν την απόσταση που τους χωρίζει, από την άποψη διαθέσιμων, σύγχρονων όπλων, από ανταγωνιστικά τους κέντρα.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ