Επαφές για την κατάσταση στην Κορεατική Χερσόνησο σε Πεκίνο αλλά και Ουάσιγκτον
Μαχητικά αεροσκάφη Σουχόι 30 αναχαίτισαν αμερικανικό αναγνωριστικό στην Ανατολική Κινεζική Θάλασσα |
Στοιχεία νέας κλιμάκωσης της έντασης στην περιοχή Ασίας - Ειρηνικού προμηνύουν οι κινήσεις των ΗΠΑ. Ετσι, χτες, έγινε γνωστό ότι δεύτερο αεροπλανοφόρο του Πολεμικού Ναυτικού (ΠΝ) στέλνεται στα ανοιχτά της Κορεατικής Χερσονήσου, σύμφωνα με αμερικανικά μέσα. Συγκεκριμένα, γίνεται λόγος για το αεροπλανοφόρο «USS Ronald Reagan», που θα διεξαγάγει ασκήσεις με το αεροπλανοφόρο «USS Carl Vinson», το οποίο βρίσκεται στην περιοχή συνοδευόμενο από μοίρα πλοίων του αμερικανικού ΠΝ. Το καθένα από τα αεροπλανοφόρα μεταφέρει 60 αεροσκάφη και 4.500 στρατιώτες. Το αεροπλανοφόρο αναχώρησε από τη βάση του στη Γιοκοσίκα της Ιαπωνίας με πορεία προς την Κορεατική Χερσόνησο, ενώ έχει ολοκληρώσει την τεχνική συντήρησή του, αλλά και μια περίοδο επιχειρησιακών δοκιμών, σύμφωνα με πηγές του αμερικανικού ΠΝ.
Ενδεικτικό της έντασης είναι και το περιστατικό που σημειώθηκε την Τετάρτη και έγινε γνωστό χθες, της αναχαίτισης στην Ανατολική Κινεζική θάλασσα, αμερικανικού αεροσκάφους από κινεζικά μαχητικά Su30. Οι ΗΠΑ κάνουν λόγο για «μη επαγγελματική αναχαίτιση» αεροσκάφος ανίχνευσης ραδιενέργειας αλλά η Κίνα χωρίς να σχολιάσει το περιστατικό δεν κάνει αποδεκτές στην περιοχή κατασκοπευτικές πτήσεις.
Ο Πρόεδρος της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, είχε χτες συνάντηση στο Πεκίνο με τον ειδικό απεσταλμένο του Νοτιοκορεάτη ομολόγου του, Λι Χέι-τσαν, στο φόντο των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών που οξύνονται στην περιοχή της Κορεατικής Χερσονήσου. Θυμίζουμε ότι πρόσφατα ολοκληρώθηκε η εγκατάσταση της «αντιπυραυλικής ασπίδας» (THAAD) των Αμερικανών, για την οποία η Κίνα έχει εκφράσει έντονες αντιρρήσεις.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Σι τόνισε ότι χρειάζεται να δυναμώσει η αμοιβαία πολιτική εμπιστοσύνη μεταξύ Σεούλ - Πεκίνου και να αντιμετωπιστούν «κατάλληλα» αποκλίσεις που υπάρχουν, προσθέτοντας ότι οι διμερείς σχέσεις έχουν συμβάλει κατά πολύ στην ειρήνη και τη σταθερότητα της περιφέρειας.
Σύμφωνα με το κινεζικό πρακτορείο «Σινχουά», ο Λι συνάντησε και τον σύμβουλο Ασφαλείας της Κίνας, Γιανγκ Ζιετσί, ο οποίος κάλεσε τη Σεούλ να σεβαστεί τις μεγάλες ανησυχίες του Πεκίνου για το σύστημα THAAD αλλά και να συνεργαστεί μαζί του πιο στενά για το ζήτημα της Χερσονήσου. Από τη μεριά του, ο Λι δήλωσε ότι οι προβληματισμοί της Κίνας είναι κατανοητοί και ότι η Νότια Κορέα είναι έτοιμη να δυναμώσει τη συνεργασία για την απομάκρυνση όποιων εμποδίων υπάρχουν στην ανάπτυξη των διμερών σχέσεων.
Επαφές για τις εξελίξεις στη Χερσόνησο έγιναν όμως και στην Ουάσιγκτον, όπου έφτασε ο άλλος ειδικός απεσταλμένος του Νοτιοκορεάτη Προέδρου Μουν, Χονγκ Σεοκ-χουν. Ο Χονγκ είχε σύντομη συνάντηση και με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ. Σε δηλώσεις του ανέφερε ότι «ο Πρόεδρος Τραμπ είπε πως αν και είμαστε στο στάδιο της άσκησης πίεσης και της επιβολής κυρώσεων, προτίθεται να επιδιώξει την ειρήνη, με δέσμευση αν πληρούνται συγκεκριμένες προϋποθέσεις». Σύμφωνα με τον Νοτιοκορεάτη διπλωμάτη, ο Τραμπ τάσσεται υπέρ των διαπραγματεύσεων αλλά μόνο αν θα οδηγήσουν σε θετικό αποτέλεσμα και «είπε ότι μπορούμε να επιτύχουμε ένα αποτέλεσμα μέσα από σθεναρή ενότητα της συμμαχίας και τη διεθνή συνεργασία». Πάντως, δεν έγιναν δηλώσεις όσον αφορά τις «τριβές» που έχουν προκαλέσει στις διμερείς σχέσεις οι αναφορές της Ουάσιγκτον ότι η Σεούλ πρέπει να αναλάβει μεγαλύτερο μέρος των εξόδων λειτουργίας της νέας «αντιπυραυλικής ασπίδας» (σύστημα THAAD).
Το «νέο πεδίο», αυτό της ανάκαμψης της καπιταλιστικής κερδοφορίας, που κατά τον πρωθυπουργό «απαιτεί σχέδιο, τόλμη και συγκρούσεις», περιγράφουν τις μέρες αυτές τα κυβερνητικά στελέχη. Ενα από τα βασικά στοιχεία του σχεδίου αυτού για λογαριασμό του εγχώριου κεφαλαίου είναι αυτό της προσέλκυσης άμεσων ξένων επενδύσεων με τη δημιουργία «φιλικού» προς τους επενδυτές κλίματος, όπως άλλωστε επανειλημμένα έχει ζητήσει και ο ΣΕΒ, ως προϋπόθεση για την ανάκαμψη συνολικά της εγχώριας καπιταλιστικής οικονομίας.
Ζήτημα που με τη σειρά του είναι στενά δεμένο και με τον άλλο στρατηγικό στόχο της αστικής τάξης που υπηρετεί ποικιλοτρόπως η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, αυτόν της ανάδειξης της Ελλάδας σε «ενεργειακό και διαμετακομιστικό κόμβο» - «πύλη εισόδου» για το πέρασμα των δικτύων Ενέργειας και μεταφορών από Ασία, Μ. Ανατολή, Ν/Α Μεσόγειο και Β. Αφρική στα «ενδότερα» της ΕΕ, αξιοποιώντας τη γεωγραφική θέση αλλά και τη συμμετοχή της χώρας στις ιμπεριαλιστικές διακρατικές ενώσεις και συμμαχίες του κεφαλαίου, ως «χαρτί» για την αναβάθμιση του ρόλου της στην περιοχή.
Πρόκειται για σχέδιο κάθε άλλο παρά «αναίμακτο», για την εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, πόσο μάλλον ικανό να εγγυηθεί «άσπρες μέρες» στο λαό, όπως προκλητικά λέει η κυβέρνηση στην προσπάθειά της να αποσπάσει την ανοχή ή ακόμα και να στρατεύσει τα λαϊκά στρώματα στα σχέδια αυτά.
Η ψήφιση του 4ου μνημονίου την Πέμπτη στη Βουλή, εξάλλου, επιβεβαιώνει ότι το επενδυτικό «τσουνάμι» για το οποίο δουλεύει η κυβέρνηση ισοπεδώνει στο διάβα του εργασιακά δικαιώματα και κατακτήσεις δεκαετιών, γενικεύει και παγιώνει τον εργασιακό μεσαίωνα της ευελιξίας, των υποκατώτατων μισθών, των «απελευθερωμένων» απολύσεων, των δουλεμπορικών και των εργασιακών γκέτο, εντείνοντας την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης, ακριβώς ως προϋπόθεση για την προσέλκυση κερδοφόρων επενδύσεων.
Πολύ περισσότερο, οι «δίδυμοι» αυτοί στόχοι του εγχώριου κεφαλαίου εξελίσσονται όχι βέβαια σε «κενό αέρος» ή κάποιου υποτιθέμενου γενικού «αμοιβαίου συμφέροντος», όπως προσπαθούν η κυβέρνηση και άλλα αστικά επιτελεία να παρουσιάσουν, αλλά περνώντας μέσα από τις συμπληγάδες των ανταγωνισμών ισχυρών καπιταλιστικών κρατών και ιμπεριαλιστικών κέντρων που συγκρούονται στην περιοχή, με επίδικο πλουτοπαραγωγικές πηγές, διαδρόμους εμπορευμάτων και Ενέργειας, αγορές και πόστα.
Τα «μαχαίρια» που όλο και πιο συχνά βγαίνουν πάνω από το τραπέζι συμφωνιών και σχεδίων, ανάμεσα σε ΗΠΑ, ΕΕ, Ρωσία, Κίνα, επιβεβαιώνουν ότι το πέρασμα των ανταγωνιστικών σχεδίων από την Ελλάδα όχι απλά δεν μπορεί να διασφαλίσει τη «σταθερότητα» και «ασφάλεια» στον ελληνικό λαό, πόσο μάλλον την ικανοποίηση των δικών του αναγκών, αλλά γίνεται στην πραγματικότητα πηγή ακόμα μεγαλύτερων κινδύνων.
Ο Τύπος τις τελευταίες μέρες είναι γεμάτος από τέτοια παραδείγματα: Από τον «πάγο» της ΕΕ στα σχέδια για σύμπραξη της ΔΕΗ με τον κινεζικό όμιλο CMEC, προκειμένου να κατασκευαστεί η νέα λιγνιτική μονάδα στη Μελίτη της Φλώρινας, δεδομένης μάλιστα και της συμμετοχής με 24% στον ΑΔΜΗΕ της κινεζικής «State Grid», έως τη «δυσαρέσκεια» κύκλων για το ενδιαφέρον κινεζικών ομίλων να ελέγξουν σειρά στρατηγικών υποδομών στο πλαίσιο του «Δρόμου του Μεταξιού». Και από τις ευθείες υποδείξεις του Αμερικανού πρέσβη να επιλεγεί η αμερικανική εταιρεία έναντι των κινεζικών ομίλων στο διαγωνισμό για την «Εθνική Ασφαλιστική», γιατί έτσι «θα προσφέρει εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια (...) και θα προσελκύσει πρόσθετες επενδύσεις σε ένα ευρύ φάσμα τομέων», μαζί με τις μόνιμες «υπενθυμίσεις» για το ποια ενεργειακά σχέδια εγκρίνουν οι ΗΠΑ, έως τα «παράπονα» Ρώσων παραγόντων για τις συμφωνίες και τα σχέδια που έχουν συμφωνηθεί αλλά δεν προχωράνε, ή για «δουλειές» σε αεροδρόμια, λιμάνια, μεταφορές που έχουν φύγει μέσα απ' τα χέρια ρωσικών μονοπωλίων, εξαιτίας της παρέμβασης ΗΠΑ και ΕΕ.
Στην πραγματικότητα, όσο πιο κοντά έρχεται η «επόμενη μέρα» της καπιταλιστικής ανάκαμψης, όσο δηλαδή πιο πολύ «ξεκαθαρίζει» το τοπίο για κερδοφόρες επενδύσεις σε μια σειρά κρίσιμους κλάδους, τόσο πυκνώνει και το «ναρκοπέδιο» των ανταγωνισμών. Οι «επενδυτικές ευκαιρίες» για το κεφάλαιο δεν διαμορφώνουν «νησίδες ευημερίας και ασφάλειας», αλλά τόπους «ξεκαθαρίσματος» ανταγωνιστών, με μόνιμα θύματα τους εργαζόμενους, που καλούνται να πληρώσουν τα «σπασμένα» των ανταγωνισμών με τη μία ή την άλλη μορφή.
Αλλος ένας λόγος δηλαδή ώστε ο λαός να απορρίψει το σχέδιο του κεφαλαίου και κάθε εκδοχή του, προτάσσοντας το δικό του σχέδιο για την «επόμενη μέρα»: Εκείνο της ανασύνταξης του εργατικού κινήματος και της οικοδόμησης της Κοινωνικής Συμμαχίας, σε σύγκρουση με το κεφάλαιο, την εξουσία του και τις συμμαχίες του.