Ξεκίνησαν χτες στο Καζακστάν με απαίτηση των «αντικαθεστωτικών» ...να συμπεριληφθεί ο συριακός στρατός και η «Χεζμπολάχ» στη λίστα των τρομοκρατικών οργανώσεων
Copyright 2017 The Associated |
Από την έναρξη των έμμεσων ενδοσυριακών συνομιλιών στην Αστάνα |
Η συνέχιση της όξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων με επίκεντρο τη Συρία εξακολουθεί να τροφοδοτεί με επιπρόσθετη ένταση τις ενδοσυριακές έμμεσες διαπραγματεύσεις που ξεκίνησαν χτες, με χαμηλές προσδοκίες, για πρώτη φορά μετά από περίπου εννιά μήνες, στην πρωτεύουσα του Καζακστάν, Αστάνα. Συμμετέχουν ο απεσταλμένος του ΟΗΕ για τη Συρία, Στάφαν ντε Μιστούρα, Ρώσοι, Ιρανοί και Τούρκοι διπλωμάτες και ο Καζάκος υπουργός Εξωτερικών, Καΐράτ Αμπντρακμανόφ, και ο Αμερικανός πρέσβης στο Καζακστάν, Τζορτζ Κρολ, σε ρόλο παρατηρητή.
Αντίθετα με το αρχικό πρόγραμμα που προέβλεπε τριήμερες συνομιλίες, οι ενδοσυριακές έμμεσες διαπραγματεύσεις συμπτύχθηκαν σε δύο και αναμένεται να ολοκληρωθούν σήμερα το μεσημέρι στο πολυτελές ξενοδοχείο «Ρίξος», όπου και ξεκίνησαν. Η συνέχεια είναι πιθανόν, εφόσον υπάρξει κάποιο απτό αποτέλεσμα, να δοθεί στις 8 Φλεβάρη στη Γενεύη, με επανάληψη των συνομιλιών υπό τον ΟΗΕ. Αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι ο ανταγωνισμός για την Ενέργεια, τους αγωγούς μεταφοράς της, τις σφαίρες γεωστρατηγικής επιρροής, που είναι και οι πραγματικές αιτίες της ιμπεριαλιστικής επέμβασης ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, ΕΕ στην ευρύτερη Μέση Ανατολή και της επέμβασης της καπιταλιστικής Ρωσίας στη συνέχεια, δεν πρόκειται να σταματήσει, όπως και η αιματοχυσία των λαών και η προσφυγιά, όσο δεν ανατρέπονται από τους ίδιους τους λαούς τα ιμπεριαλιστικά σχέδια.
Οι αμυδρές ελπίδες για το όποιο αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης οφείλονται στην προκλητική τοποθέτηση του επικεφαλής της αντιπροσωπείας συριακών ένοπλων οργανώσεων, Μοχάμεντ Αλούς, που απαίτησε να συμπεριληφθεί ο συριακός στρατός και οι μαχητές της σιτικής οργάνωσης «Χεζμπολάχ» που πολεμούν στο πλευρό του στη... λίστα των «τρομοκρατικών οργανώσεων που δρουν στη Συρία».
Ο Αλούς κατήγγειλε την κυβέρνηση του Σύρου Προέδρου, Μπασάρ Ασαντ, για «κρατική τρομοκρατία» και παραβίαση της συμφωνίας εκεχειρίας που εφαρμόζεται σε περιοχές της Συρίας από τις 30 Δεκέμβρη. Ως «παραβίαση» ο Αλούς θεωρεί, μεταξύ άλλων, τις επιχειρήσεις του συριακού στρατού κατά οργανώσεων τζιχαντιστών που μόλυναν το νερό των ταμιευτήρων νερού στην κοιλάδα Μπαράντα, από τους οποίους υδροδοτείται η συριακή πρωτεύουσα, Δαμασκός. Οι επιχειρήσεις των ενόπλων σταμάτησαν την υδροδότηση της Δαμασκού από τις 22 Δεκέμβρη έως σήμερα και ο συριακός στρατός πασχίζει να την αποκαταστήσει.
Η αντιπροσωπεία των Σύρων αντικαθεστωτικών δεν ήταν οκταμελής, όπως προβλεπόταν αρχικά, αλλά 35μελής, καθώς συμπεριελάμβανε τους αρχηγούς 14 ένοπλων οργανώσεων και 21 «συμβούλους» (ανάμεσά τους και άνθρωποι των Μοναρχιών του Κόλπου, που μαζί με άλλες δυνάμεις στήριξαν τους τζιχαντιστές της «Αλ Κάιντα» και του «Ισλαμικού Κράτους»).
Ο Μπασάρ αλ Τζααφάρι, μιλώντας ως επικεφαλής της 10μελούς συριακής αντιπροσωπείας που συγκροτούσαν πολιτικοί και στρατιωτικοί αξιωματούχοι, είπε πρώτα πως ο βασικός στόχος των συνομιλιών στην Αστάνα είναι η εξεύρεση τρόπων για ενίσχυση της εκεχειρίας και έναρξη της διανομής ανθρωπιστικής βοήθειας σε πολιορκημένες περιοχές. Σημείωσε πως διεθνείς αξιωματούχοι, αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και στελέχη της συριακής αντιπολίτευσης έχουν εκφράσει κατά καιρούς την υποστήριξή τους στην εδαφική ακεραιότητα, την ανεξαρτησία και την κυριαρχία της Συρίας. Επέρριψε σε ξένες δυνάμεις τη συνέχιση του πολέμου και της αιματοχυσίας στην πατρίδα του, τονίζοντας πως επιχείρησαν να χρησιμοποιήσουν τρομοκρατικές οργανώσεις όπως το «Ισλαμικό Κράτος» και η «Αλ Κάιντα» για να ανατρέψουν μία νόμιμα εκλεγμένη κυβέρνηση, να καταστρέψουν μία ανεξάρτητη χώρα, για να την ελέγξουν και να επιβάλουν τη δική τους ατζέντα. Εξήρε την άρτια διοργάνωση των συνομιλιών από την κυβέρνηση του Καζακστάν, χαρακτηρίζοντας ωστόσο «μόνη έκπληξη και αιτία για ανησυχία» την ανακοίνωση του επικεφαλής της αντιπολιτευόμενης πλευράς. Ακολούθως απευθύνθηκε στην αντιπροσωπεία του Μ. Αλούς, αποκαλώντας την «αντιπροσωπεία τρομοκρατικών ένοπλων οργανώσεων» και την κατηγόρησε για «ακατάλληλη, επιθετική, εμπρηστική και θρασύτατη ρητορική».
Χαρακτήρισε, επίσης, την Τουρκία «εγγυητή των ένοπλων τρομοκρατικών οργανώσεων» και τη Ρωσία και το Ιράν «δύο από τους εγγυητές».
Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, δεν ήταν παρών στην Αστάνα, καθώς η ρωσική πλευρά εκπροσωπήθηκε από τον απεσταλμένο σύμβουλο του Ρώσου Προέδρου, Βλαντιμίρ Πούτιν, για τη Συρία, Αλεξάντερ Λαβρέντιεφ. Σημείωσε, ωστόσο, σε συνέντευξη Τύπου στη Μόσχα πως παρά τα προβλήματα και τις προβλέψεις ορισμένων, οι συνομιλίες στην Αστάνα ξεκίνησαν εκφράζοντας «χαρά και ικανοποίηση». Είπε ότι ο απεσταλμένος του ΟΗΕ στη Συρία, Στάφαν ντε Μιστούρα, είχε την υποστήριξη και Ιρανών αξιωματούχων για τις επαφές με τους εκπροσώπους της συριακής κυβέρνησης.
Ο εκπρόσωπος του ιρανικού υπουργείου Εξωτερικών, Μπαχράμ Γασεμί, εξέφρασε επίσης την ικανοποίηση της χώρας του για την έναρξη των συνομιλιών .
«Αν πέσουμε, δεν θα πέσουμε από το μνημόνιο (...) Εξάλλου, αν δεν τολμήσουμε να κάνουμε εμείς τις δομικές μεταρρυθμίσεις, που οι λαϊκές τάξεις και ο κόσμος προσβλέπει σε εμάς, δεν θα τις κάνει κανένας».
Οι παραπάνω κουβέντες, από συνέντευξη του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Μ. Μπαλαούρα στην «Αυγή», όσο κι αν διανθίστηκαν από τις γνωστές ατάκες περί «ταξικής μάχης» που δίνει η κυβέρνηση, είναι αρκετά αποκαλυπτικές για τις στοχεύσεις τους. Η απαρέγκλιτη υλοποίηση του μνημονίου είναι «ένα το κρατούμενο» και σίγουρα σε πολλούς θυμίζουν παλιότερες τοποθετήσεις στελεχών της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, ότι μέτρα που προβλέπονταν στα μνημόνια έπρεπε έτσι κι αλλιώς να παρθούν «με θάρρος και αποφασιστικότητα» από τις κυβερνήσεις, πριν ακόμα ξεσπάσει η κρίση.
Για τους πιο δύσπιστους, βέβαια, και εκτός από τα δείγματα γραφής της συγκυβέρνησης μέχρι σήμερα, τα μέτρα που έχει αποφασίσει και μένει να υλοποιήσει το επόμενο διάστημα, αλλά και τον «εμπλουτισμό» τους από τις διαπραγματεύσεις σε κάθε «αξιολόγηση», υπάρχουν κι άλλες τοποθετήσεις, που καθιστούν ακόμα πιο σαφές ότι η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να «τολμήσει»:
«Αφετηρία όλων των κινήσεών μας πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να είναι η συνειδητοποίηση μιας μεγάλης αλήθειας. Αυτό που μας οδήγησε στην κρίση είναι η χρεοκοπία ενός ολόκληρου μοντέλου ανάπτυξης, ενός ολόκληρου μοντέλου διαχείρισης των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών προβλημάτων της χώρας», είπε ο Στ. Πιτσιόρλας, υφ. Οικονομίας & Ανάπτυξης, σε προχτεσινή συνέντευξή του στο ΑΜΠΕ. Και συμπλήρωσε: «Ο ΣΥΡΙΖΑ θα δικαιωθεί μονάχα εάν καταφέρει να δημιουργήσει τις βάσεις ενός νέου μοντέλου βιώσιμης και δίκαιης ανάπτυξης. Και αυτό χρειάζεται πολιτική τόλμη και συγκρότηση ενός μπλοκ κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που πιστεύουν στην ανάγκη και την προοπτική αυτού του νέου μοντέλου».
Τώρα, γιατί μπορεί να χρειάζεται «πολιτική τόλμη» και μάλιστα συγκρότηση «μπλοκ δυνάμεων» για να φέρουν σε πέρας μια πολιτική με «ταξικό πρόσημο υπέρ των αδυνάμων», όπως είπε ο Μ. Μπαλαούρας, είναι απορίας άξιο.
Οι παραπάνω τοποθετήσεις δεν είναι αντιφατικές, αλλά συμπληρώνουν η μία την άλλη. Δείχνουν την απόλυτη ευθυγράμμιση της κυβέρνησης με την πολιτική που κάθε αστική κυβέρνηση είναι από τη φύση της προορισμένη να υπηρετήσει: Αυτή της διαμόρφωσης ευνοϊκού εδάφους για την αύξηση των κερδών των μονοπωλίων, κάτι που αντικειμενικά σημαίνει ένταση του βαθμού εκμετάλλευσης με μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης. Αυτές τις προϋποθέσεις, όσες φιοριτούρες κι αν βάλει στην πολιτική της η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, παλεύει να ικανοποιήσει και μάλιστα με το παραπάνω.
Τι άλλο είναι, άραγε, οι διευκολύνσεις της δράσης των δουλεμπορικών γραφείων, οι μειώσεις στις συντάξεις με την κατάργηση του ΕΚΑΣ, η αύξηση των φόρων για τα εργατικά - λαϊκά στρώματα, το «ποινολόγιο» του ΟΑΕΔ για τους ανέργους, το «κούρεμα» της πρόνοιας για τα ΑμΕΑ, αλλά και ο «αναπτυξιακός νόμος» με τις διάφορες γαλαντόμες επιδοτήσεις και φοροαπαλλαγές για το μεγάλο κεφάλαιο ώστε να «προσελκυστούν επενδύσεις»;
Οπως είπε άλλωστε ο Στ. Πιτσιόρλας, «τους επόμενους μήνες θα ξεδιπλωθούν, και με πρωτοβουλία του υπουργείου Οικονομίας, σημαντικές παρεμβάσεις προς την κατεύθυνση διαμόρφωσης νέας αναπτυξιακής στρατηγικής και διαφορετικού τύπου αντιμετώπισης των προβλημάτων που σχετίζονται με τις επενδύσεις και την ανάπτυξη». Ενώ σε άλλο σημείο αναφέρεται στα «χρηματοδοτικά εργαλεία» για την ενίσχυση των επιχειρήσεων, τονίζοντας την υλοποίηση (μέσα στο 2017) επενδυτικών προγραμμάτων που υπερβαίνουν τα 3 δισεκατομμύρια ευρώ!
Ειδικά τα τελευταία κάνουν σαφές ότι μόνο ως ανέκδοτο ακούγεται η τοποθέτηση του Μ. Μπαλαούρα ότι «παλιές δυνάμεις» θέλουν να επανέλθει η «ελίτ που διαφέντευε την Ελλάδα τόσα χρόνια». Η αστική τάξη που έχει στην κατοχή της τα μέσα παραγωγής, που για λογαριασμό της εξουσίας της λειτουργεί το κράτος με όλους τους θεσμούς του, που απολαμβάνει όλα τα νομοθετικά εργαλεία των τελευταίων χρόνων, μήπως έπαψε να διαφεντεύει την Ελλάδα; Μήπως δεν στηρίζεται στον ΣΥΡΙΖΑ, βλέποντας ότι της κάνει τη βρώμικη δουλειά; Η ανησυχία των βιομηχάνων, των εφοπλιστών, των τραπεζιτών κι άλλων μερίδων της αστικής τάξης, που αποτελούν την πραγματική «ελίτ», πόσο απέχει από τις ανησυχίες του ΣΥΡΙΖΑ και των άλλων αστικών κομμάτων; Για το ίδιο πράγμα, δηλαδή για την καπιταλιστική ανάπτυξη, δεν λιβανίζουν μονότονα με κάθε ευκαιρία; Οπως είπε ο πρόεδρος των βιομηχάνων την περασμένη βδομάδα, «χωρίς σαφείς στόχους, μέσα και αποτελέσματα, δεν μπορούμε ούτε να σχεδιάσουμε, ούτε να αξιολογήσουμε την όποια πρόοδο της οικονομίας.(...) Χωρίς επενδύσεις, όμως, όλοι ξέρουμε πως δεν μπορεί να υπάρξει σταθερή ανάπτυξη». Πόσο απέχει αυτή η τοποθέτηση από την εκτίμηση του Στ. Πιτσιόρλα ότι τα επενδυτικά προγράμματα θα δημιουργήσουν διαφορετικό κλίμα στην οικονομία και αυτό το κλίμα με τη σειρά του θα τροφοδοτήσει την τάση για νέες επενδύσεις; `Η από την αισιοδοξία του Μ. Μπαλαούρα ότι θα υπάρξει θετική εξέλιξη για να προχωρήσουμε στην ποσοτική επέκταση και τελικά στον δρόμο να γίνουμε ξανά μια «κανονική» χώρα;
«Κανονική» χώρα για την εργατική τάξη και το λαό της δεν είναι αυτή που «αναπτύσσεται» με κριτήριο τα κέρδη του κεφαλαίου. Γιατί αυτή η ανάπτυξη μόνο φτώχεια, ανεργία και ανασφάλεια επιφυλάσσει, μέχρι να φέρει την επόμενη κρίση. «Κανονική» θα γίνει η χώρα με τους εργαζόμενους, τους παραγωγούς του πλούτου στο τιμόνι της, έξω από κάθε ιμπεριαλιστική συμμαχία, που θα καθορίζουν τι και πώς θα παράγεται με κριτήριο τη λαϊκή ευημερία, την ολόπλευρη ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών.