Ποιος ήταν όμως ο Πωλ Ελυάρ;
Ο Πωλ Ελυάρ - το πραγματικό του όνομα ήταν Ευγένιος Γκρεντέλ - γεννήθηκε το 1895 στην πόλη Σεν Ντενί, κοντά στο Παρίσι, όπου έζησε τα παιδικά του χρόνια. Αναγκάστηκε να διακόψει τις σπουδές του, καθώς προσβλήθηκε από φυματίωση και για 2 χρόνια διέμεινε σε σανατόριο στην Ελβετία. Αποθεραπεύτηκε το 1914 και κατατάχθηκε στο στρατό.
Το 1917 παντρεύτηκε την Γκαλά, με την οποία απέκτησε μία κόρη. Την ίδια περίοδο, δημοσίευσε τα πρώτα του ποιήματα. Παράλληλα, γνωρίζεται με τους Αντρέ Μπρετόν, Λουί Αραγκόν και Τριστάν Τζαρά, με τους οποίους συμμετείχε αρχικά στο κίνημα του ντανταϊσμού και αργότερα του υπερρεαλισμού. Γίνεται φίλος με τον Μαξ Ερνστ. Ηταν ένας από τους ιδρυτές της επιθεώρησης των υπερρεαλιστών Litterature καθώς και της μεταγενέστερης έκδοσης La Revolution Surrealiste. Αποχώρησε από τις τάξεις της υπερρεαλιστικής ομάδας του Παρισιού το 1938, καθώς διαπίστωσε πως ο σουρεαλισμός δεν μπορούσε να βοηθήσει και να δώσει λύσεις στην ποίηση, διατηρώντας όμως στοιχεία, που εξυπηρετούσαν την ποίησή του. Ο Ελυάρ «τραγουδά» τη ζωή, τον έρωτα, την ειρήνη, την αξιοπρέπεια. Σε ολόκληρο το έργο του αποδοκιμάζει οτιδήποτε ταπεινώνει την ανθρώπινη ύπαρξη.
Η σχέση του με την Ελλάδα «κρατά» από το 1944, που συνεπαρμένος από τον αγώνα του λαού της Αθήνας, του αφιερώνει το ποίημα «Η Μάχη της Αθήνας», «...Λαέ βασιλιά, λαέ απελπισμένε,/ δεν έχεις πια να χάσεις/ παρά τη λευτεριά σου...». Το ποίημα γίνεται γνωστό το 1946, όταν ο Ελυάρ, προσκαλεσμένος του ΕΑΜ, συμμετέχει σε εκδηλώσεις στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη.
Η γαλλική αντιπροσωπεία έφτασε στην Ελλάδα, μέσω Αλβανίας. Επισκέφθηκε το Βίτσι, τα χωριά της Ελεύθερης Ελλάδας, τα νοσοκομεία, συνάντησε από κοντά τις μαυροφορομένες γυναίκες, που όπως σημείωνε ο Ελυάρ, «πάντα θ' ακούσεις την ίδια τραγική απάντηση. "Χωροφύλακες σκότωσαν τους δικούς μου, έδειραν, βίασαν γυναίκες, έκαψαν το χωριό, ο γιος μου σκοτώθηκε..."».
Στη συνέχεια, η γαλλική αντιπροσωπεία, συνοδευόμενη από τον Πέτρο Κόκκαλη, έφτασε στο Γράμμο, όπου παρέμεινε περίπου μια βδομάδα. Ο Ελυάρ δε στεκόταν λεπτό. Βρέθηκε στην πρώτη γραμμή του μετώπου, όπου με τηλεβόα απευθύνθηκε στους στρατιώτες του κυβερνητικού στρατού. Περιηγήθηκε και παρευρέθηκε σε μικρές και μεγάλες μονάδες του ΔΣΕ, στην έδρα του Γενικού Αρχηγείου, σε καλλιτεχνικές εκδηλώσεις για τους μαχητές και τους κατοίκους των χωριών. Από τις πιο συγκλονιστικές στιγμές η παρασημοφόρησή του από την ΙΧη Μεραρχία. Να πώς το περιγράφει η εφημερίδα «Προς τη Νίκη» (13/6/1949), με τίτλο, «Η γαλλική αντιπροσωπεία με τους αητούς του Γράμμου»: «(...) Τίποτα δε σαλεύει. Ο στρατηγός προχωράει στον Ελυάρ. Χαιρετά και καρφιτσώνει το παράσημο "Λιτόχωρο" και αργά, καθαρά χτυπητά σα να θέλει να φτάσουν τα λόγια ως τα κατάβαθα της ψυχής, να πετάξουν ως τις άκρες της Γης, λέει: "Η λεύτερη Ελλάδα μέσω της ΙΧης Μεραρχίας σας προσφέρει το παράσημο "Λιτόχωρο" παρμένο απ' το νωπό τάφο του ήρωα νεκρού μας ταγματάρχη Ανδρεάδη (ήταν από τους πρωτεργάτες της μάχης του Λιτοχώρου) (...)
Υστερα μας μιλάει ο Ελυάρ: Σύντροφοι, σας ευχαριστώ για το μετάλλιο. Νιώθω πως δεν αξίζω. Μα το δέχομαι γιατί θα το φορώ στ' όνομα όλων των Γάλλων που παλεύουν και πάλεψαν όπως εσείς. Σας δίνω όρκο πως το μήνυμα του νεκρού συντρόφου σας Ανδρεάδη θα γίνει γνωστό σ' όλο τον κόσμο (...). Η νίκη που κερδίζεται μ' αίμα και δάκρυα θα δώσει πιο όμορφη ζωή σε όλους τους λαούς. Γιατί αυτή τη στιγμή υπάρχουν δύο στρατόπεδα, όπως και στη χώρα σας. Κείνο που πολεμάει για τη ζωή και κείνο που πολεμάει για θησαυρούς».
Εικόνες συνταρακτικές, που αποτύπωνε με την ψυχή του και την πένα του, σε μια σειρά ποιημάτων, με γενικό τίτλο «Ελλάδα, ρόδο του λόγου μου».
Εξι από αυτά τα ποιήματα, αμέσως μετά την επιστροφή του Ελυάρ από το Γράμμο, κυκλοφόρησαν το 1949 στο Παρίσι, σε ένα λεύκωμα, με τίτλο «Grece, ma rose de raison», εικονογραφημένο με έξι χαρακτικά της Ζιζής Μακρή, το οποίο τύπωσε στο χέρι, σε 50 αντίτυπα, ο σύντροφός της και γλύπτης Μέμος Μακρής και τα οποία διακινήθηκαν χέρι - χέρι, για την ενημέρωση των προοδευτικών Γάλλων διανοουμένων για τον αγώνα του ΔΣΕ.
2. Ο πρωθυπουργός είναι δείγμα ημιμαθούς μικροαστού χωρίς ίχνος αυτοανάλυσης, του οποίου η μόνη υποχρέωση είναι να απαντά στους λογαριασμούς των Ευρωπαίων. Και η απειροελάχιστη σπίθα που άναβε μέσα του έσβησε μπροστά στην επιθυμία για εξουσία. Δεν πρόκειται για σφάλμα, αλλά για σήμα κατατεθέν όλων των μικρομεσαίων που ταλανίζουν την Ελλάδα από την εποχή της μεταπολίτευσης. Πρόκειται για μια άπληστη αδελφότητα που θεωρεί ότι της ανήκουν όλα.
3. Υπάκουες μετριότητες που νιώθουν επιτυχημένοι λόγω του υπερβολικού τους ζήλου υπάρχουν παντού. Δεν πιστεύουν σε τίποτα και ακολουθούν τους ηγέτες τους - οι οποίοι με τη σειρά τους δεν τους εμπιστεύονται γιατί γνωρίζουν πως κάθε ψηφοφόρος είναι κατ' εικόνα και ομοίωσή τους -, δεν έχουν καμία υπόληψη, ούτε σθένος, απλώς πρόκειται για μορφές στα όρια των καρτούν που αλλάζουν θέση πολύ γρήγορα. Μονίμως κάθιδροι, αυτοί οι υπάκουοι βλάκες, που θέλουν να περνιούνται για έξυπνοι, προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν κάθε μέσο στην εκάστοτε κυβέρνηση για να τη χωθούν και, όταν δεν λάβουν αυτά που επιθυμούν, περνάνε με τρομακτική ευκολία στις γραμμές των χρυσαυγιτών, αφήνοντας όλους αμήχανους και έκπληκτους για το πώς αυξήθηκε πάλι το χοιροστάσιο.
4. Η άμεση υπακοή που υπαγορεύει κάθε σχηματισμός, δεξιός ή λεγόμενος αριστερός, μας βοηθά ακόμα περισσότερο να δείξουμε την περιφρόνησή μας απέναντι στην εξουσία. Η άμεση υπακοή καταδεικνύει το φόβο κάθε πρωθυπουργού ως προς τον τρόπο που προσλαμβάνει την πραγματικότητα, την οποία αδυνατεί να αναλύσει και καταφεύγει σε φτηνά κόλπα, τύπου απλή αναλογική ή ό,τι άλλο περνάει από το μυαλό κάθε φωστήρα σύμβουλου. Τελευταία χειρονομία είναι το κάλεσμα της ιδιοφυίας Γιώργου Παπανδρέου μαζί με τον ουδέτερο Κουβέλη, που δεν καταλαβαίνεις αν κοιμάται ή είναι ξύπνιος.
5. Οσο μεγαλώνει η στρατιά των ανέργων, τόσο προσπαθεί το κράτος να τους εξαφανίσει από τα μάτια μας. Αυτός ο διαχωρισμός εργαζομένων - ανέργων φάνηκε στην αρχή να κερδίζει έδαφος, όπως και η προσπάθεια ενσωμάτωσης των ανέργων στον κόσμο της φαντασίας. Η βεβαιότητα του κράτους όμως για τον προσεταιρισμό των εργαζομένων γύρισε μπούμερανγκ εναντίον του, αφού οι εργαζόμενοι δεν άφησαν ευκαιρία που να μην κατέβουν στους δρόμους.
6. Δεν έχει καμία απολύτως σημασία ποιος νομοθετεί μέσα από την κυβέρνηση, ποιος την εκπροσωπεί, ακόμα και ο ρόλος του Τσίπρα γίνεται χλομός παρ' όλη την πρόζα. Εγκαταλείφθηκαν στο ψέμα, επιδόθηκαν σε κάθε παραποίηση των γεγονότων και οι μόνοι ισχυροί δεσμοί που κράτησαν είναι με την ηγεσία των Γερμανών, οι οποίοι μειδιώντας τους καθοδηγούν. Δεν πρόκειται για αλλοίωση της συνείδησης από την εξουσία, όπως κουβεντιάζουν πολλοί, γιατί έτσι ήταν «παιδιόθεν», άσχετα αν ο κόσμος για λόγους ανεξιχνίαστους δεν δέχεται ότι έχει εξαπατηθεί. Ο ρόλος του θύματος είναι μια διαδεδομένη συνήθεια στην ελληνική κοινωνία και κάθε πολίτης που ακολουθεί αυτή τη στάση αναπαράγει τη μιζέρια του σε βάρος της κοινωνίας. Πιστεύει ότι θ' ανοίξουν οι ουρανοί και κάποια στιγμή θα δικαιωθεί. Ο «χρόνος όμως κανίβαλος τρόμος», όπως έγραφε ο Μίλτος Σαχτούρης, διαλύει κάθε παραμύθιασμα και στέλνει το θύμα εκεί που του αξίζει.
Ο Γράμμος είν' λίγο τραχύς
οι άνθρωποι τον γλυκαίνουν
Τους βάρβαρους σκοτώνουμε
μικραίνουμε τη νύχτα
Κι απ' το μπαρούτι πιο κουτοί
μας αγνοούν οι εχθροί μας
Δεν ξέρουν τίποτα απ' τον άνθρωπο
ούτε απ' την έξοχη τη δύναμή του
Η καρδιά μας στιλβώνει την πέτρα.
Απόδοση στα ελληνικά: Ελένη Μπιμπίκου - Αντωνιάδη, Φθινόπωρο του 2000
Είχαμε δώσει τα χέρια μας
και τα μάτια μας γελούσαν δίχως λόγο
Με τα όπλα και με το αίμα
λυτρώστε μας από το φασισμό
Νανουρίζαμε ολάκερο το φως
και τα στήθη μας φούσκωναν γάλα
Αφήστε μας να πάρουμε ντουφέκι
να βάλουμε σημάδι τους φασίστες
Ημασταν η πηγή και ο ποταμός
κι ωκεανός να γίνουμε όνειρό μας
Τον τρόπο μόνο δώστε μας
μην πάρουν χάρην οι φασίστες
Από τους νεκρούς μας είν' λιγότεροι
κανένα δεν είχαν σκοτώσει οι νεκροί μας.
Αγαπιόμαστε δίχως να το σκεφτούμε
Τίποτα δεν καταλαβαίνουμε έξω από τη ζωή
Αφήστε μας να πάρουμε ντουφέκι
κι ενάντια θα πεθάνουμε στο θάνατο.