...και ακολουθεί μπαράζ νέων αντιλαϊκών παρεμβάσεων για τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων
Andrea Bonetti |
Από συνάντηση του Αλ. Τσίπρα με την Ελληνική Ενωση Τραπεζών |
Σε κάθε περίπτωση, τα ποσά αυτά θα συμπληρωθούν από το κρατικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), μέσω των διακρατικών δανείων και της δανειακής σύμβασης που συνοδεύει το τρίτο μνημόνιο. Και, βέβαια, θα φορτωθούν στο κρατικό χρέος, δηλαδή ξανά στις πλάτες του λαού, ταυτόχρονα με τη σφοδρή κλιμάκωση της αντιλαϊκής πολιτικής, η οποία με τη σειρά της αποτελεί τον καλύτερο κράχτη για την προσέλκυση επενδύσεων που υπόσχονται κέρδη για τις μερίδες του κεφαλαίου και τους «επενδυτές».
Την ίδια ώρα, σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται το σχέδιο της ιδιωτικοποίησης των τραπεζικών ομίλων, το οποίο μάλιστα είναι συνυφασμένο με την πορεία της ανακεφαλαιοποίησης.
Σε προηγούμενες ανακεφαλαιοποιήσεις, το αστικό κράτος και οι κυβερνήσεις προχώρησαν σε αστρονομικές ενισχύσεις προς τις τράπεζες, προκειμένου να στηρίξουν την καπιταλιστική οικονομία, να αποτρέψουν την εξάπλωση των κλυδωνισμών και τα τυχόν «κανόνια», όχι μόνο στις τράπεζες, αλλά και γενικότερα σε επιχειρηματικούς ομίλους.
Σήμερα, η κρατική συμμετοχή (μέσω ΤΧΣ) στους τραπεζικούς ομίλους διαμορφώνεται ως εξής: Εθνική 57,24%, Πειραιώς 66,93%, Alpha 66,24%, Eurobank 35,41%. Τα ποσοστά αυτά, ανάλογα και με το ύψος της ιδιωτικής συμμετοχής στο ύψος των επικείμενων αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου, υπολογίζεται να συρρικνωθούν κατά 50% ή και περισσότερο.
Στην πραγματικότητα, αφού πρώτα ξελάσπωσαν τις τράπεζες και τους ιδιώτες μεγαλομετόχους τους με κρατικό χρήμα, έρχονται να τις αποδώσουν «καθαρές» στους ιδιώτες. Οι παλαιοί μέτοχοι, ανάλογα και με τις εξελίξεις στο χρηματιστήριο, στο βαθμό που θα συμμετάσχουν, ελπίζουν να αναπληρώσουν άμεσα έως και το σύνολο της χασούρας. Την ίδια ώρα, το ΤΧΣ, το κρατικό ταμείο διάσωσης που είναι ο σημερινός μεγαλομέτοχος, θα μετρά χασούρα δεκάδων δισ. ευρώ. Ταυτόχρονα, οι νέοι μέτοχοι ελπίζουν να αποσπάσουν μεγάλα κέρδη από τις ιδιαίτερα προνομιακές τιμές των νέων μετοχών.
Αποκαλυπτική είναι η Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου, που εγκρίθηκε από το Κυβερνητικό Συμβούλιο Οικονομικής Πολιτικής (ΚΥΣΟΙΠ) και αναμένεται να εκδοθεί άμεσα.
Σύμφωνα με αυτή, εφόσον οι βασικές κεφαλαιακές ανάγκες (4,4 δισ. ευρώ) καλύπτονται από ιδιωτική συμμετοχή και το ΤΧΣ συμμετέχει στην κάλυψη των αναγκών μόνο του «δυσμενούς σεναρίου», τότε:
α) Το 25% της κρατικής κεφαλαιακής ενίσχυσης θα αφορά σε κοινές μετοχές.
β) Το 75% της κρατικής κεφαλαιακής ενίσχυσης θα αφορά σε μετατρέψιμες ομολογίες (CoCos). Το συγκεκριμένο κομμάτι της κρατικής ενίσχυσης θα μετατραπεί σε βάθος χρόνου (σύμφωνα με πληροφορίες, το έτος 2022) σε μετοχές, εάν και εφόσον στο μεταξύ οι τράπεζες δεν το εξαγοράσουν από το ΤΧΣ.
Οπως προκύπτει, οι νέες κρατικές ενισχύσεις θα δοθούν κατά το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος τους με τη μορφή των μετατρέψιμων σε μετοχές ομολογιών (CoCos) και όχι των κοινών μετοχών, γεγονός που σηματοδοτεί τη μείωση της κρατικής συμμετοχής στις τράπεζες, ακόμη και στην περίπτωση που τα κρατικά κεφάλαια είναι περισσότερα από αυτά που θα εισφέρουν οι ιδιώτες.
Στο μεταξύ, από την 1η Νοέμβρη παύει η όποια παρεχόμενη νομική προστασία για τις κατασχέσεις από την εφορία, αλλά και τους πλειστηριασμούς από τις τράπεζες, καθώς η συγκυβέρνηση δεν έδωσε παράταση στο μέτρο αναστολής των πράξεων αναγκαστικής εκτέλεσης, που ίσχυε το προηγούμενο διάστημα, λόγω της επιβολής των κεφαλαιακών ελέγχων.
Αμέσως μετά την ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης, θα ακολουθήσει μπαράζ νέων αντιλαϊκών παρεμβάσεων στον άξονα της διαχείρισης των «κόκκινων» δανείων, τα οποία, σύμφωνα με τους διαγνωστικούς ελέγχους της ΕΚΤ, φτάνουν πλέον στα 107 δισ. ευρώ.
Το σχέδιο για τη θωράκιση του τραπεζικού κεφαλαίου προβλέπει:
-- Διαχείριση και αντιμετώπιση των επισφαλών δανείων. Πρόκειται για νέες αντιλαϊκές παρεμβάσεις, σε συνέχεια αυτών που ψηφίστηκαν με τον προηγούμενο εφαρμοστικό νόμο της συγκυβέρνησης, ο οποίος άνοιξε το δρόμο, διευκολύνοντας τους πλειστηριασμούς, ακόμη και για την πρώτη κατοικία των λαϊκών νοικοκυριών.
-- Παρακολούθηση και αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας των δανειοληπτών.
-- Διαχωρισμός βιώσιμων επιχειρήσεων που θα πρέπει να διασωθούν (π.χ. μέσω ρύθμισης, αναδιάρθρωσης χρέους) από τις μη βιώσιμες, οι οποίες θα οδηγούνται σε εκκαθάριση. Η Τράπεζα της Ελλάδας και το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας θα αποφασίσουν για το πλαίσιο που θα επιταχύνει τη συγκεκριμένη διαδικασία.
-- Τροποποίηση των νόμων αφερεγγυότητας για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, προκειμένου να καλυφθούν όλες οι περιπτώσεις οφειλετών και να εναρμονιστεί η εθνική νομοθεσία με τις οδηγίες της ΕΕ.
-- Δημιουργία νέων εταιρειών (εκτός τραπεζών) που θα παρέχουν υπηρεσίες διαχείρισης επισφαλειών. Πρόκειται για το γενικό πλαίσιο που αφορά τη μεταβίβαση - πώληση των «κόκκινων» δανείων σε ενδιαφερόμενους «επενδυτές», ζήτημα που απ' ό,τι φαίνεται θα διευθετηθεί σε επόμενη φάση.
Στις τραπεζικές «λύσεις διευθέτησης» για τα λαϊκά νοικοκυριά, ενεργοποιούνται και αυτές που ήδη προβλέπονται, όπως:
Και βέβαια, δεν πρόκειται για μια συνηθισμένη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, όπως αυτές που αξιοποιούσαν τόσο οι τράπεζες όσο και συνολικά οι ισχυροί επιχειρηματικοί όμιλοι στην προηγούμενη φάση των εκρηκτικών ρυθμών της καπιταλιστικής ανάπτυξης, όταν τα φρέσκα κεφάλαια διοχετεύονταν σε νέες κερδοφόρες επενδύσεις και για την ανάπτυξη των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους, είτε εντός της χώρας είτε στον ευρύτερο ζωτικό χώρο (Νοτιοανατολική Ευρώπη και αλλού).
Σε αυτό το πλαίσιο, η «κεφαλαιακή ανεπάρκεια» που εντοπίζει η ΕΚΤ, σημαίνει ότι οι τράπεζες πρέπει να ενισχύσουν τα κεφάλαιά τους, προκειμένου να αποτραπούν τυχόν «κανόνια» στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, ενώ επί της ουσίας, με τις αυξήσεις των μετοχικών κεφαλαίων, έρχονται να φυλάξουν τα νώτα τους από την εκδήλωση νέων κραδασμών. Για παράδειγμα, το λεγόμενο «δυσμενές σενάριο» που ανακοινώνει η ΕΚΤ (έναντι του «βασικού σεναρίου» που επίσης ανακοινώθηκε), προβλέπει το ενδεχόμενο σημαντικών ρυθμών βύθισης του ΑΕΠ για τα επόμενα χρόνια, δηλαδή νέας οικονομικής κρίσης, μια εξέλιξη που θα απογείωνε παραπέρα τα «κόκκινα» δάνεια, λόγω αδυναμίας αποπληρωμής τους από τους επιχειρηματικούς ομίλους που έχουν δανειστεί. Η κρίση έχει τέτοιες συνέπειες. Μάλιστα, ειδικοί κίνδυνοι και ειδική αρνητική «βαθμολογία» προβλέπονται για δάνεια που ήδη έχουν χορηγηθεί, όπως για μικρού και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις, γεγονός που αυγατίζει τις κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών που δραστηριοποιούνται περισσότερο από άλλες σε συγκεκριμένους, περισσότερο «επίφοβους» τομείς.
Ετσι, το έλλειμμα αυτό έρχεται να καλύψει το αστικό κράτος μέσω της δανειακής σύμβασης που συνοδεύει το τρίτο μνημόνιο. Και βέβαια και τα ποσά αυτά φορτώνονται στο κρατικό χρέος και σε κάθε περίπτωση στις πλάτες του λαού.
Και βέβαια, πρόκειται για έναν ακόμη εμπαιγμό. Η επιχείρηση ανάκαμψης του κεφαλαίου, έστω και αναιμική όσο και αβέβαιη, προϋποθέτει την εφαρμογή διαδοχικών μέτρων της αντιλαϊκής πολιτικής, που με τη σειρά της αποτελεί τον καλύτερο κράχτη για την προσέλκυση των «επενδυτών».
Σχόλιο του Γραφείου Τύπου της ΚΕ
Σε σχόλιό του για τις διαπραγματεύσεις και τη συζήτηση για τα «κόκκινα» δάνεια των λαϊκών νοικοκυριών, το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ σημειώνει:
«Ολα τα σενάρια που διακινούνται, σχετικά με τη διαχείριση των "κόκκινων" δανείων των λαϊκών νοικοκυριών, ανατρέπουν τις όποιες ελάχιστες εγγυήσεις προστασίας υπάρχουν σήμερα και ανοίγουν το δρόμο σε πλειστηριασμούς λαϊκών κατοικιών. Κι όλα αυτά τη στιγμή που οι τράπεζες ανακεφαλαιοποιούνται με χρήμα που θα κληθεί να πληρώσει - ως κρατικό χρέος - ο λαός.
Το ΚΚΕ καλεί τα λαϊκά στρώματα, μέσα απ' τα συνδικάτα και άλλους λαϊκούς φορείς, να μην επιτρέψουν κανένα λαϊκό σπίτι να βγει στο "σφυρί". Να στηρίξουν την πρόταση νόμου του ΚΚΕ για απαγόρευση πλειστηριασμών πρώτης και δεύτερης λαϊκής κατοικίας, για διαγραφή χρεών από τόκους, δραστική περικοπή δανείων, που αναγκάστηκαν να πάρουν οι λαϊκές οικογένειες για τις ανάγκες τους».