Eurokinissi |
Το «κρίσιμο ζήτημα» στα παζάρια με τους δανειστές είναι η «επιστροφή στις αγορές» και η ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου, ξεκαθαρίζει ο Αλ. Τσίπρας |
«Η δημοσιονομική προσαρμογή που έγινε στην Ελλάδα δεν είναι συγκρίσιμη με τις παρεμβάσεις που έκαναν άλλες χώρες του Νότου. Η Ελλάδα μείωσε τις συντάξεις σε μια πενταετία μέχρι και 44%, επέβαλε μείωση των μισθών στον ιδιωτικό τομέα μέχρι και 32%, διέλυσε την αγορά εργασίας της, κατεδάφισε το κοινωνικό της κράτος, αφαίμαξε φορολογικά τους μισθωτούς και τη μεσαία τάξη, έφτασε το 1,5 εκατ. ανέργους σε 6 εκατ. ενεργού πληθυσμού» αναφέρει σε συνέντευξή του στην ιταλική εφημερίδα «Corriere Della Sera», σε μια προσπάθεια να επιχειρηματολογήσει υπέρ της ανάγκης να στηριχτεί η αναθέρμανση της καπιταλιστικής οικονομίας στην Ελλάδα.
Στην ίδια συνέντευξη, εξωραΐζει το αντιλαϊκό περιεχόμενο της κυβερνητικής πρότασης, ξορκίζοντας αυτό της πρότασης των δανειστών. Οπως υποστηρίζει, «η ελληνική πλευρά έχει καταθέσει ένα ολοκληρωμένο κείμενο - πρόταση προς τους θεσμούς, το οποίο (...) δεν αποτυπώνει τις θέσεις της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά τον κοινό τόπο, όπως αυτός διαμορφώθηκε κατά τη διάρκεια των τεχνικών διαπραγματεύσεων στο Brussels Group».
Παραπέρα, διαμηνύει ότι θα επιχειρηθεί να κλείσει η διαφορά στα δημοσιονομικά μέτρα, αλλά «όλα αυτά θα έχουν νόημα στο βαθμό που και από την πλευρά των θεσμών υπάρχει διάθεση για την εξεύρεση σοβαρών λύσεων, αμοιβαία αποδεκτών, στο θέμα της βιωσιμότητας του χρέους». Εκφράζει την αισιοδοξία του ότι η συμφωνία, σε ό,τι αφορά στο ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων, είναι πολύ κοντά.
«Συνεπώς, το πιο κρίσιμο, κατά την άποψή μου, είναι να συμφωνήσουμε όχι μόνο για το πώς τελειώνει το πρόγραμμα, αλλά και για το πώς ξημερώνει η επόμενη μέρα, δηλαδή πώς η Ελλάδα θα επιστρέψει το συντομότερο στις αγορές με μια οικονομία ανταγωνιστική» τονίζει, δίνοντας το στίγμα των διαπραγματευτικών προσπαθειών της κυβέρνησης.
Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, υπερασπίζεται σαν «υποχρέωση της Ελλάδας» το να «συνομιλεί με όλους, στην προσπάθειά της να προωθήσει την οικονομική και γεωπολιτική σταθερότητα», προειδοποιεί ότι «μια αποτυχία της διαπραγμάτευσης θα σημάνει την αρχή του τέλους για την Ευρωζώνη», ενώ, στο φόντο των συνολικότερων διεργασιών για την «επόμενη μέρα» της Ευρωζώνης, απευθύνεται στις κυβερνήσεις κι άλλων κρατών-μελών, λέγοντας: «Η ελληνική κυβέρνηση δε διαπραγματεύεται εγωιστικά, μόνο και μόνο για να γλυτώσουν οι Ελληνες βάρη και αυτά να περάσουν σε άλλους λαούς. Το αντίθετο. Αν η Ελλάδα πετύχει κάτι καλό σε αυτή τη διαπραγμάτευση, π.χ. λιγότερη λιτότητα και περισσότερη ανάπτυξη για την ελληνική οικονομία και τον ελληνικό λαό, αύριο ανοίγει ο δρόμος για όλους τους λαούς της Ευρώπης. Συνεπώς, είναι απολύτως έξω τόσο από το κοινό ευρωπαϊκό όσο και από το εθνικό συμφέρον, ιδίως των χωρών του Νότου, οι κυβερνήσεις τους να βλέπουν ανταγωνιστικά ως προς αυτές την επιτυχία της ελληνικής διαπραγμάτευσης».
Θεωρίες περί «καταναλωτικού μοντέλου», «προληπτικού δανεισμού», «καθυστέρησης των μεταρρυθμίσεων» και άλλα παρόμοια, που σκιάζουν ότι τα μνημόνια και τα αντιλαϊκά μέτρα που τα συνόδευσαν «απαντούσαν» στις πάγιες απαιτήσεις του κεφαλαίου, ήταν αυτά που κυριάρχησαν και στη χτεσινή συνεδρίαση της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής για τα μνημόνια.
Στην κατάθεσή του, ο επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, Π. Λιαργκόβας, απέδωσε την ένταξη στα μνημόνια στη «συνεχή διόγκωση της κατανάλωσης ενίσχυσης και του δανεισμού». Εξαιτίας της ένταξης στο ευρώ, «ο δανεισμός έγινε τρόπος ζωής, αντί να ενισχύονται οι επενδύσεις», είπε χαρακτηριστικά. Αναφέρθηκε στις ...ελλείψεις του πρώτου μνημονίου, τονίζοντας ότι ενώ προβλέπονταν μεταρρυθμίσεις, αυτές «καθυστέρησαν να αναληφθούν στο απαιτούμενο μέγεθος». Ενώ πρόσθεσε ότι η τότε κυβέρνηση θα μπορούσε να αποτρέψει το μνημόνιο, αν προέβαινε σε «προληπτικό δανεισμό», πριν την εκδήλωση της κρίσης στην Ελλάδα.
Τους δημοσιονομικούς στόχους, κατά τον Π. Λιαργκόβα, «πέτυχε το δεύτερο μνημόνιο. Ομως βάζω ένα αστεράκι, γιατί το θέμα δεν είναι να επιτευχθούν οι στόχοι, αλλά να διατηρηθούν»...
Ο ίδιος εκτίμησε ότι «μέχρι το 2018, πιθανότατα να είμαστε στα μνημόνια. Εκτός και αν υπάρξει τώρα μια έντιμη συμφωνία με τους εταίρους μας, που θα δημιουργήσει άλλα δεδομένα, ώστε να μπορέσουμε να δανειστούμε από τις διεθνείς αγορές με χαμηλά επιτόκια, για να καλύψουμε τις ανάγκες μας, που θα φτάσουν μέχρι το 2017 στα 30 με 40 δισ. ευρώ».
Ο Σπ. Λαπατσιώρας, μέλος του Γραφείου Προϋπολογισμού, ανέφερε ότι πρέπει να διερευνηθεί γιατί η τότε κυβέρνηση υπέγραψε την πρώτη δανειακή σύμβαση, ενώ θα έπρεπε πρώτα να προχωρήσει σε «αναδιάρθρωση του χρέους». Πρόσθεσε, ακόμα, ότι «με δεδομένο ότι το χρέος θα αυξανόταν και θα δυσχέραινε τόσο την εξυπηρέτησή του όσο και τη δημοσιονομική εξυγίανση της χώρας με την υπογραφή της δανειακής σύμβασης, θα έπρεπε να επιλέξουμε την έξοδό μας στις αγορές και να δανειστούμε ακόμα και με υψηλά επιτόκια».
Αναφερόμενος στις ιδιωτικοποιήσεις, σημείωσε: «Το πρώτο πράγμα που πρέπει να λύσουμε είναι ο στρατηγικός σχεδιασμός. Στο βαθμό που συζητάμε για μεικτή οικονομία, πρέπει να σκεφτείς ποια πράγματα μπορεί να διοικήσει καλύτερα ο ιδιωτικός τομέας. Θα πρέπει να σκεφτούμε ποιους στόχους εξυπηρετεί το μάνατζμεντ».
Το τι «λειτούργησε» και τι «δε λειτούργησε», βέβαια, από τη «συνταγή» των προηγούμενων χρόνων, είναι γνωστό: Οι εργαζόμενοι και ο λαός υπέστησαν τεράστιες απώλειες στο εισόδημα και τα δικαιώματά τους, ως αναγκαία προϋπόθεση για να διαμορφωθούν συνθήκες για την ανάκαμψη της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητάς του κεφαλαίου από τη βαθιά του κρίση. Καθόλου τυχαία, και στη συγκεκριμένη του συνέντευξη, ο Αλ. Τσίπρας όχι μόνο δε μιλά για ανάκτηση των εργατικών - λαϊκών απωλειών, αλλά ίσα-ίσα «υποκλίνεται» στο «μακέλεμα» που υπέστησαν εργασιακά, ασφαλιστικά και άλλα δικαιώματα, σαν ένα το κρατούμενο για τον ίδιο ακριβώς στόχο: Την ανάκαμψη της καπιταλιστικής κερδοφορίας, την οποία η κυβέρνηση επιδιώκει να στηρίξει καλύτερα με μια λιγότερο περιοριστική «συνταγή», με διευθέτηση του χρέους, επενδυτικά προγράμματα κλπ.
Καπιταλιστική ανάπτυξη απ' την οποία να ωφελούνται όλοι, εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενοι, δεν υπήρξε, ούτε θα υπάρξει. Δεν υπάρχει ούτε στις περιπτώσεις των κρατών, όπου υλοποιείται μείγμα διαχείρισης σαν αυτό που θέλει να εφαρμόσει ο ΣΥΡΙΖΑ.
«Φάτε μάτια ψάρια» δηλαδή... Την ίδια ώρα που με Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου η κυβέρνηση χαρίζει εκατομμύρια ευρώ από κραυγαλέες φορολογικές και τελωνειακές παραβάσεις του μεγάλου κεφαλαίου, την ίδια ώρα που προωθεί το «ξέπλυμα» του «μαύρου χρήματος» της πλουτοκρατίας με διατάξεις που νομιμοποιούν αδήλωτα κεφάλαια, είτε αυτά έχουν φυγαδευτεί σε τράπεζες του εξωτερικού, είτε βρίσκονται στην Ελλάδα, την ίδια ώρα που διατηρεί όλο το πλαίσιο των «νόμιμων» φοροαπαλλαγών και «διευκολύνσεων» προς το μεγάλο κεφάλαιο, ο Αλ. Τσίπρας μας λέει ότι η «πραγματική πρόκληση της Ελλάδας» είναι η αντιμετώπιση παραβατικών συμπεριφορών, γέννημα θρέμμα ενός συστήματος που στο κυνήγι του κέρδους δεν ορρωδεί προ ουδενός. Οτιδήποτε άλλο, δηλαδή, εκτός από το να πληρώσει το ίδιο το κεφάλαιο για την κρίση του...
Στην αντίπερα όχθη, η πραγματική μεγάλη πρόκληση για την Ελλάδα του μόχθου είναι ακριβώς η συμπαράταξή της στη λαϊκή συμμαχία, που θα απαιτήσει την κρίση να πληρώσει το κεφάλαιο, που θα απαιτήσει την ανάκτηση απωλειών, που θα χαράξει ρότα με γνώμονα τα λαϊκά συμφέροντα, σε κατεύθυνσης ρήξης με την ΕΕ και το κεφάλαιο.