Ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου της ΚΕ για την εκδίωξη των Ρώσων βουλευτών από την Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης
Σε ανακοίνωσή του το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ τονίζει για την εκδίωξη των βουλευτών της Ρωσίας απ' την ΚΣΣΕ:
«Η απόφαση της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης, να αποπέμψει τη Ρωσία από τη σύνθεσή της, ως αντίποινα για τη στάση της στην Κριμαία, αποτελεί μνημείο υποκρισίας.
Το Συμβούλιο της Ευρώπης και οι χώρες που "κρατούν τα κλειδιά" του, όχι μόνον στήριξαν, αλλά και πρωτοστάτησαν στην ιμπεριαλιστική επέμβαση στη Γιουγκοσλαβία, καθώς και τις ανάλογες επεμβάσεις στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ, στη Λιβύη. Τώρα κάνει πως "δεν γνωρίζει τίποτα για τον φόνο" εκείνο του Διεθνούς Δικαίου, όπως αυτό είχε διαμορφωθεί από το συσχετισμό δύναμης ανάμεσα στις καπιταλιστικές χώρες και στις σοσιαλιστικές, όταν ακόμη υπήρχε η ΕΣΣΔ κι οι άλλες σοσιαλιστικές χώρες της Ευρώπης.
Η υποκριτική αυτή απόφαση κατά της Ρωσίας, όχι μόνον δεν θα βοηθήσει στην επίλυση των οξυμένων προβλημάτων που έχουν προκύψει στην περιοχή, μετά την επέμβαση ΕΕ-ΗΠΑ στην Ουκρανία, αλλά "ρίχνει λάδι στη φωτιά"».
Στη χθεσινή συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης, μετά από πρόταση του Αυστριακού βουλευτή των Σοσιαλιστών Στέφαν Σέναχ αποφασίστηκε να ανασταλεί το δικαίωμα της ψήφου, η συμμετοχή σε όργανα και σε αποστολές παρατηρητών σε εκλογές της ρωσικής αντιπροσωπείας με την αιτιολογία ότι η «προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία, είναι καθαρή αντίθεση με το Καταστατικό του Συμβουλίου της Ευρώπης». Η αναστολή θα ισχύσει αρχικά μέχρι το τέλος του 2014.
Το συγκεκριμένο ψήφισμα εγκρίθηκε με 145 ψήφους υπέρ, 21 κατά και 22 αποχές μετά από τρίωρη συζήτηση. Στην απόφαση σημειώνεται ότι δήθεν η Συνέλευση θα επιμείνει στον «πολιτικό διάλογο» ενώ δηλώνεται ότι «διατηρεί το δικαίωμα να ακυρώσει και πλήρως τις διαπιστεύσεις των Ρώσων βουλευτών αν η Ρωσία δεν αποκλιμακώσει την κατάσταση και δεν υπαναχωρήσει με την προσάρτηση της Κριμαίας».
Στο Ντόνετσκ συνεχίζονται τα οδοφράγματα των ρωσόφωνων |
Καθώς σήμερα αναμένεται να λήξει το τελεσίγραφο της κυβέρνησης των φιλοϊμπεριαλιστών, εθνικιστών και φασιστών του Κιέβου, προς τους φιλορώσους που έχουν καταλάβει το κυβερνείο στο Ντόνετσκ και τους υπόσχεται αν παραδώσουν τα όπλα να μη συλληφθούν, η Ανατολική Ουκρανία εξακολουθεί να «βράζει». Οι κινήσεις στρατιωτικών δυνάμεων που στέλνει η νέα εξουσία στις ανατολικές περιοχές συναντούν την αντίσταση των ντόπιων πληθυσμών, ενώ τα οδοφράγματα σε πολλές πόλεις ενισχύονται. Παράλληλα, τα ξημερώματα της Πέμπτης υπήρξε διπλή επικοινωνία των υπουργών Εξωτερικών των ΗΠΑ, Τζον Κέρι, και Ρωσίας, Σεργκέι Λαβρόφ, με τον δεύτερο να θέτει το ζήτημα της εκπροσώπησης των ρωσόφωνων και τον πρώτο να δίνει υποσχέσεις περί πιέσεων που ασκούν στην κυβέρνηση του Κιέβου. Ολα αυτά στο φόντο της προετοιμαζόμενης, για την επόμενη βδομάδα, συνάντησης των δύο διπλωματών και επίσης της επικεφαλής της διπλωματίας της ΕΕ, Κάθριν Αστον, και του εκτελούντος χρέη υπουργού Εξωτερικών της Ουκρανίας, Αντριι Ντεστσίτσια.
Οι διπλωματικές κινήσεις βέβαια συμβαδίζουν με τις αντεγκλήσεις για την ανάπτυξη των στρατιωτικών δυνάμεων τόσο του ΝΑΤΟ όσο και της Ρωσίας. Ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών, Σ. Λαβρόφ, δήλωσε χτες ότι η παράταξη δυνάμεων του ΝΑΤΟ σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης κοντά στα σύνορα με τη Ρωσία θα παραβίαζε τις συμφωνίες που έχουν συναφθεί μεταξύ της Μόσχας και της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας.
Επίσης, κατηγόρησε τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης που είναι μέλη του ΝΑΤΟ ότι θέτουν σε κίνδυνο την ευρωπαϊκή ασφάλεια πιέζοντας τη Συμμαχία να υιοθετήσει μια πιο σκληρή στάση απέναντι στη Μόσχα. «Η ρωσοφοβία που επιβάλλεται από μια μειονότητα είναι πιο σημαντική για το ΝΑΤΟ από την επίλυση των ευρωπαϊκών και των παγκόσμιων προκλήσεων για την ασφάλεια», είπε.
Είχαν προηγηθεί δηλώσεις του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ, Αντερς Φογκ Ράσμουσεν, από την Τσεχία την οποία επισκέφτηκε χτες, ότι «η Ρωσία θα πρέπει να αποσύρει τους στρατιώτες τους οποίους έχει συγκεντρώσει στα σύνορά της με την Ουκρανία εάν επιθυμεί διάλογο για την ουκρανική κρίση». Ταυτόχρονα, τα ΝΑΤΟικά επιτελεία μιλάνε για 40.000 Ρώσους στρατιώτες στα ρωσο-ουκρανικά σύνορα.
Ταυτόχρονα, στην αντιπαράθεση ΗΠΑ, ΕΕ, ΝΑΤΟ και καπιταλιστικής Ρωσίας αξιοποιείται όλο και περισσότερο το «όπλο» της Ενέργειας.
Ετσι, για «κρίσιμη κατάσταση» που αφορά στο χρέος της Ουκρανίας σχετικά με το φυσικό αέριο και τις πιθανές επιπτώσεις της στη μεταφορά του αερίου προς την Ευρώπη ενημέρωσε πολλούς Ευρωπαίους ηγέτες ο Πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, με επιστολή του.
Ο Πούτιν εκφράζοντας τα ρωσικά μονοπώλια θέτει ζήτημα ότι αν δεν διευθετηθεί το χρέος, που φτάνει τα 17 δισ. δολάρια, θα υπάρξει επιπλοκή. Ο γίγαντας της Ενέργειας, η «Gazprom», δηλώνει ότι η Ουκρανία της χρωστά 2,2 δισεκατομμύρια δολάρια για παραδόσεις οι οποίες έχουν ήδη γίνει, ενώ δεν ξεπλήρωσε ούτε τις παραλαβές του Μάρτη.
Τα ρωσικά μονοπώλια φαίνεται ότι ήδη έχουν βρει και άλλες διεξόδους για μπίζνες και εξασφάλιση των κερδών τους αν υπάρξουν επιπλοκές στις συναλλαγές με την ΕΕ. Χαρακτηριστικές είναι δύο εξελίξεις των τελευταίων ημερών.
Η «Γκαζπρόμ» κατέληξε χτες σε συμφωνία εξαγοράς του 100% της κιργιζιανής εταιρείας αερίου «Κιργιγκάζ», με τη συμβολική τιμή του 1 δολαρίου! Με ποια όμως έννοια; Ο ρωσικός κολοσσός αναλαμβάνει να καλύψει τα χρέη της εταιρείας προς τρίτους ύψους 40 δισ. δολαρίων και ταυτόχρονα δεσμεύεται να επενδύσει άλλα 60 δισ. δολάρια στις υποδομές Ενέργειας της χώρας και τη δυνατότητα εκμετάλλευσης νέων κοιτασμάτων. Ταυτόχρονα θα είναι αποκλειστικός προμηθευτής Ενέργειας στην Κιργιζία εξασφαλίζοντας μειωμένες τιμές.
Στους όρους όμως της συμφωνίας, που θα είναι διάρκειας 25 χρόνων, εξασφαλίζεται η προστασία της «Γκαζπρόμ από εθνικοποίηση, όπως και η δυνατότητά της να εξάγει κιργιζιανό φυσικό αέριο και προς τρίτες χώρες με τιμή που θα καθορίζει εκείνη και επίσης να χρησιμοποιεί υπόγειες αποθήκες αερίου στη χώρα.
Επίσης, ενδιαφέρον έχουν οι κινήσεις που κάνει η «Γκαζπρόμ» προς την Κίνα. Κοντά στην επίτευξη συμφωνίας για την πώληση φυσικού αερίου προς την κινεζική και γενικά την αγορά της Ανατολικής Ασίας βρίσκεται με την Κίνα. Ο αντιπρόεδρος της ρωσικής κυβέρνησης, Αρκάντι Ντβόρκοβιτς, βρέθηκε στην Κίνα για σχετικές διαπραγματεύσεις, ενώ ο Ρώσος υπουργός Ενέργειας, Αλεξάντρ Νόβακ, δήλωσε πως η Ρωσία σκοπεύει να επεκτείνει τη δυναμικότητα του πετρελαιαγωγού ESPO (από την Ανατολική Σιβηρία έως τον Ειρηνικό Ωκεανό) στους 80 εκατ. τόνους ή 1,6 εκατ. βαρέλια ημερησίως. Η Ρωσία διοχετεύει πετρέλαιο στην Ασία μέσω του ESPO, ο οποίος καταλήγει στο λιμάνι Κοζμίνο στον Ειρηνικό, ενώ ένας κλάδος του συνεχίζει προς την Κίνα.
Το ΚΚ Ουκρανίας καταγγέλλει το κάψιμο των κεντρικών γραφείων του χτες στο Κίεβο (ήταν σε κατάληψη από τις 22 Φλεβάρη) από ένοπλες φιλοφασιστικές δυνάμεις.
Οπως σημειώνει: «Οι εισβολείς προσπαθούν να δυσφημίσουν τους κομμουνιστές και να τους ενοχοποιήσουν, και για αυτό ψάχνουν τα αρχεία στα γραφεία της ΚΕ, που χρησιμοποιούν δήθεν ως έδρα της "επιτροπής κάθαρσης" που έχουν στήσει, εμφανιζόμενοι ως "επαναστάτες"». Ταυτόχρονα, καταγγέλλει τις ουκρανικές αρχές γιατί δεν κάνουν τίποτε γι' αυτήν την κατάσταση, αφού «η αντιλαϊκή κυβέρνηση στηρίζει τις φιλοφασιστικές δυνάμεις».
Επίσης σημειώνεται: «Στα λεγόμενα κοινωνικά δίκτυα συνεχίζεται η αντικομμουνιστική υστερία με κραυγές "να τελειώνουμε με τους κομμουνιστές και την ιδεολογία τους στην Ουκρανία", "να τελειώνουμε με τις αριστερές δυνάμεις". Ετσι προχώρησαν στην ολοκληρωτική καταστροφή και το κάψιμο των γραφείων. Οι "επαναστάτες" δεν σταμάτησαν τον εμπρησμό τους, παρόλο που δίπλα από τα γραφεία υπήρχαν κατοικίες, γραφεία, ένα ξενοδοχείο και μια τράπεζα στα οποία θα μπορούσε να επεκταθεί η φωτιά».
Και το ΚΚ Ουκρανίας, καταλήγοντας εκτιμά: «Τα συγκεκριμένα γεγονότα αποδεικνύουν για άλλη μια φορά ότι οι "επαναστάτες" δεν έχουν καμία σχέση με τις ευρωπαϊκές αξίες και την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση στο όνομα της οποίας άλλαξαν την κυβέρνηση. Στην πραγματικότητα, εκπροσωπούν τη μη ανοχή στην αντίθετη γνώμη και τον εξτρεμισμό που οδηγεί στη διάλυση της Ουκρανίας».
Σε μια κίνηση περισσότερο εντυπώσεων παρά ουσίας προχώρησε μια ομάδα βουλευτών της Ρωσικής Δούμας, ζητώντας από τον Γενικό Εισαγγελέα να ξεκινήσει έρευνα για τις ευθύνες του πρώην ηγέτη της Σοβιετικής Ενωσης, Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, για τη διάλυση της χώρας το 1991.
Την πρόταση υπογράφουν 2 βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος της Ενωμένης Ρωσίας, 2 βουλευτές του ΚΚ Ρώσικης Ομοσπονδίας και ένας του εθνικιστικού κόμματος και σημειώνουν ότι «παρά τη θέληση των Σοβιετικών πολιτών στο δημοψήφισμα του 1991 να μην διαλυθεί η ΕΣΣΔ οι δράσεις ορισμένων ανώτατων αξιωματούχων οδήγησε στη διάλυση».
Σημειώνουν επίσης ότι το 1991 είχε επίσης ανοίξει διαδικασία δίωξης του Γκορμπατσόφ η οποία όμως δεν προχώρησε.
Απαντώντας ο Γκορμπατσόφ, πρωτεργάτης στην πραγματικότητα της αντεπανάστασης και όχι μόνο της διάλυσης μιας χώρας, όπως εμφανίζεται σήμερα και με την πρόταση - και μάλιστα στο φόντο των εξελίξεων στην Ουκρανία - σημείωσε ότι «η απόφαση πάρθηκε παρά την αντίθεσή του από το τότε κοινοβούλιο». Φυσικά οι ευθύνες του Γκορμπατσόφ και της ηγεσίας του ΚΚΣΕ που οδήγησαν στην καπιταλιστική παλινόρθωση, είναι τεράστιες αλλά διαμορφώθηκαν μέσα σε μια γενικότερη παραβίαση των αρχών της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Η ανατροπή του σοσιαλισμού και η επικράτηση της καπιταλιστικής βαρβαρότητας υποδαυλίζει τη διχόνοια, τον εθνικισμό και τις συγκρούσεις ανάμεσα στους λαούς της πρώην ΕΣΣΔ, τα συμφέροντα των αστών και των μονοπωλίων και όχι απλά τη διάλυση μιας ενιαίας χώρας. Οταν αυτό ξεκόβεται, εξυπηρετεί τα συμφέροντα της σημερινής ρώσικης αστικής τάξης και όχι του λαού.