ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 29 Αυγούστου 2013
Σελ. /24
Tα πράγματα με τ' όνομά τους

«Η ανεργία δεν αντιμετωπίζεται με "μερεμέτια" και πολιτικές φιλανθρωπίας». Σωστό, αλλά συνεχίζει: «Η ανεργία αντιμετωπίζεται όταν φύγει η σημερινή μνημονιακή κυβέρνηση (...) όταν έρθει (...) μια κυβέρνηση της Αριστεράς» (από χτεσινή δήλωση του Στρατούλη του ΣΥΡΙΖΑ).

Εδώ δεν πρόκειται για απλό λάθος, αλλά για κάτι χειρότερο κι από το «φύκια για μεταξωτές κορδέλες».

Επαναλαμβάνοντας τη φράση «να φύγει η κυβέρνηση» τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ πιστεύουν ίσως ότι με την επανάληψη διαμορφώνουν το αναγκαίο για το κόμμα τους κλίμα. Παράλληλα, όμως, καλούν την εργατική τάξη να ξεχάσει ό,τι η ίδια η εμπειρία της διδάσκει: Οτι την ανεργία τη γεννά ο καπιταλισμός είτε είναι σε κρίση είτε όχι. Η ανεργία υπάρχει με και χωρίς μνημόνια. Η ανεργία υπάρχει με φιλελεύθερες και σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις. Η ανεργία φουντώνει στον καιρό της κρίσης, μιας κρίσης που έχει όνομα: Καπιταλιστική.

Από την αρχή της κρίσης αποφεύγουν να μιλήσουν γι' αυτήν. Της δίνουν διάφορα ονόματα, αλλά ποτέ με το όνομά της. Τώρα, όμως, το χοντραίνουν κι από πάνω: Ζητάνε από τους εργάτες να δεχτούν ότι αλλάζοντας γκιουλέκα στο σβέρκο τους θα δούνε άσπρη μέρα. Επί της ουσίας, καλούν την εργατική τάξη να αποδεχτεί ένα σύστημα που έχει από καιρό σαπίσει, να αφοπλιστεί την ώρα που πρέπει να παλέψει για την κατάργηση των μονοπωλίων, για την δική της εξουσία.

Αυτά, λένε, είναι μακρινά πράγματα, για τη δευτέρα παρουσία. Κι επειδή αυτοί επιμένουν να απολαύσουν τον υπαρκτό καπιταλισμό, ζητάνε να τους δοθεί η δυνατότητα να γευτούν ολίγη από την γλύκα της κυβέρνησης με αδιατάραχτη την εξουσία των μονοπωλίων.

Για κακή τύχη των επίδοξων κυβερνητών σημαντικά τμήματα της εργατικής τάξης έχουν μάθει να ξεχωρίζουν την ήρα από το στάρι. Κι ακόμα καλύτερα, σε χώρους δουλειάς όλο και πιο συχνά η κουβέντα καταλήγει στο «μπορούμε χωρίς αφεντικά». Αρα και χωρίς τους πολιτικούς διαχειριστές της εξουσίας των αφεντικών.

Κερδοφόρα μπίζνα οι εξοπλισμοί

Εννιακόσια και πλέον μαχητικά αεροσκάφη εξελιγμένου τύπου, συνολικού κόστους 52,4 δισ. δολαρίων, πουλήθηκαν από τις ΗΠΑ, τη Ρωσία και την Κίνα την τριετία 2009 - 2012, ενώ έχουν υπογραφεί συμβόλαια να παραδοθούν επιπλέον 529 εντός του 2016, σύμφωνα με στοιχεία του αμερικανικού επιμελητηρίου. Στον αντίποδα, οι πωλήσεις γαλλικών, βρετανικών και καναδικών τύπων ήταν μικρές και δεν αναφέρονται. Να σημειωθεί ότι είναι η πρώτη φορά που η Ρωσία βρίσκεται στην κορυφή των πωλήσεων μαχητικών για την περίοδο 2009 - 2012, με 384 αεροσκάφη, αξίας 17,1 δισ. δολαρίων. Η Αμερική πούλησε την ίδια τριετία 339 μαχητικά, αλλά σε αξία ξεπέρασε τη Ρωσία, εισπράττοντας 31,4 δισ. δολάρια. Η Κίνα, η οποία έκανε την εμφάνισή της στο διεθνή εμπορικό χώρο των μαχητικών αεροσκαφών στις αρχές της περασμένης δεκαετίας, πούλησε 187 τζετ αξίας 3,7 δισ. δολαρίων. Οι πωλήσεις υπερσύγχρονων μαχητικών αεροσκαφών υπολογίζεται ότι θα «περιοριστούν» την περίοδο 2013 - 2016 σε 549 τζετ αξίας 41,4 δισ. δολαρίων. Η αιτία, σύμφωνα με τους ειδικούς, είναι ότι η σειρά των νέων μαχητικών που σχεδιάζεται στις τρεις χώρες δεν πρόκειται να βγει στο διεθνές εμπόριο πριν από το 2020 και επιπλέον μειώνονται εξαιτίας της κρίσης τα κονδύλια για τους εξοπλισμούς που κάνουν όλες οι χώρες. Σε κάθε περίπτωση, τα στοιχεία δείχνουν τον ανταγωνισμό για τους εξοπλισμούς ανάμεσα στα μονοπώλια του πολέμου. Σ' αυτόν τον εξοπλισμό, και στο συγκεκριμένο είδος (πολεμικά αεροσκάφη) οι ευρωενωσιακοί επιχειρηματικοί όμιλοι φαίνεται πως υπολείπονται των ανταγωνιστών και ίσως αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους σε επίπεδο ΕΕ προωθείται τώρα η αναδιάρθρωση της «αμυντικής» βιομηχανίας, σε όφελος των ισχυρότερων οικονομικά χωρών. Οπως και να 'χει, οι εξοπλισμοί παραμένουν μια ιδιαίτερα κερδοφόρα μπίζνα στον καπιταλισμό, καθώς αξιοποιούνται για να επιβάλλουν τα μονοπώλια τα ανταγωνιστικά τους συμφέροντα, είτε με πόλεμο, είτε με «ειρήνη» με το πιστόλι στον κρόταφο των λαών.

Η ΑΠΟΨΗ ΜΑΣ
Να διαχωρίσει ο λαός τη θέση του

Πριν ακόμα κλιμακωθούν οι πολεμικές απειλές σε βάρος της Συρίας, τα γεγονότα επιβεβαίωναν ότι «οδηγός» των εξελίξεων ήταν και παραμένουν οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις στην περιοχή της Ανατ. Μεσογείου, της Β. Αφρικής και της Μέσης Ανατολής, με αιχμή τους ανταγωνισμούς για τους δρόμους και τις πηγές Ενέργειας. Με τη συμμετοχή της Ελλάδας στο ιμπεριαλιστικό μακελειό που τώρα σχεδιάζεται, ενάντια στο λαό της Συρίας, να θεωρείται αυτονόητη και επιβεβλημένη από την κυβέρνηση και τους συμμάχους της, στο πλαίσιο των «συμβατικών της υποχρεώσεων» απέναντι στους αμερικανοΝΑΤΟικούς, το ένα σκέλος, δηλαδή, των δυνάμεων που ανταγωνίζονται στην περιοχή, έστω κι αν τα συμφέροντά τους δεν ταυτίζονται πλήρως.

Ποιον εξυπηρετεί και από πού επιβάλλεται αυτή η στάση της κυβέρνησης; Από την εξυπηρέτηση του γενικού συμφέροντος της αστικής τάξης στην Ελλάδα, η οποία συμμετέχει στους ιμπεριαλιστικούς πολιτικοστρατιωτικούς οργανισμούς των ΗΠΑ και της ΕΕ, με στόχο τη συμμετοχή της στη διανομή της λείας από τις επεμβάσεις όπου Γης. Αυτή είναι η μια πλευρά των ανταγωνισμών - συμμαχιών που συνάπτει η ντόπια πλουτοκρατία, σε αντιπαλότητα με το πραγματικό λαϊκό συμφέρον. Η άλλη έχει να κάνει με τον ανταγωνισμό, που επίσης κλιμακώνεται επικίνδυνα, ανάμεσα στις χώρες εκείνες που διεκδικούν αναβαθμισμένο ρόλο στην περιοχή.

Για παράδειγμα, η αστική τάξη στην Ελλάδα έχει ανταγωνιστικά συμφέροντα με την τουρκική, παρά το γεγονός ότι οι δύο χώρες είναι «σύμμαχοι» στο ΝΑΤΟ. Τα πιθανά κοιτάσματα υδρογονανθράκων στο Αιγαίο και το ενδιαφέρον που προκαλούν στα μονοπώλια της Ενέργειας, η συνεργασία με την Κύπρο και το Ισραήλ, ανταγωνιστικά προς τα σχέδια της Τουρκίας να αναδειχτεί αυτή σε ενεργειακό κόμβο από την Κεντρική Ασία και τη Μέση Ανατολή προς την Ευρώπη, είναι παράγοντες που οξύνουν τον ανταγωνισμό ανάμεσα στην αστική τάξη σε Ελλάδα και Τουρκία. Από τη σκοπιά αυτή, και με δεδομένο ότι η κυβέρνηση Ερντογάν εντείνει τις κόντρες με το Ισραήλ, ενώ τελευταία εμφανίζονται διαφορές και με τους Αμερικανούς, όπως εκφράστηκαν, π.χ., στο τελευταίο ταξίδι του Τούρκου πρωθυπουργού στις ΗΠΑ, η ελληνική κυβέρνηση αντιλαμβάνεται ακόμα και τον πόλεμο ενάντια στη Συρία σαν «ευκαιρία» για την ντόπια αστική τάξη να αναβαθμίσει το ρόλο της στην περιοχή, έναντι της Τουρκίας.

Καθόλου τυχαία, η ελληνική κυβέρνηση προβάλλει σαν αβαντάζ τη «σταθερότητα» στην Ελλάδα, σε αντίθεση με μια εμφανιζόμενη «αστάθεια» στην Τουρκία (ας μην ξεχνάμε τις πρόσφατες διαδηλώσεις, αλλά και δημοσιεύματα για δυσκολίες στην οικονομία της), πυροδοτώντας ερωτήματα, αλλά και σενάρια για το μέλλον. Σε κάθε περίπτωση, το συμφέρον του λαού δεν βρίσκεται στη συμμαχία με τον έναν ιμπεριαλιστή σε αντιπαράθεση με τον άλλον. Ούτε σώζεται ο λαός αν η ντόπια πλουτοκρατία αναβαθμιστεί στην περιοχή έναντι της Τουρκίας. Συμφέρον του λαού είναι να αντιπαρατεθεί στη συμμετοχή της χώρας στην επέμβαση, κόντρα στους αστούς και την εξουσία τους.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ