ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 10 Φλεβάρη 2013
Σελ. /32
Θέσεις: Μερικές σκέψεις
  • Σελ. 23, τελευταία παρ. τελευταία σειρά «...ανέδειξαν και τις μακροχρόνιες αδυναμίες και καθυστερήσεις στη δουλειά του Κόμματος και πριν απ' όλα της ΚΕ...» και γράφει στη συνέχεια κάποιους λόγους, αλλά δεν είναι μακροχρόνιοι ή κάποιοι μπορεί να είναι, σε αυτό το επίπεδο της ΚΕ ή τους λύνει ή παίρνει μέτρα. Εχει και σε άλλα σημεία έντονη αυτοκριτική που κατά τη γνώμη μου είναι αντικειμενικές οι δυσκολίες και κατά δεύτερο είναι συλλογικές αδυναμίες. Η έντονη αυτοκριτική πάντα έδινε τροφή στον αντίπαλο και χρειάζεται να είναι περισσότερο μελετημένη - σφικτή. Την άνοιξη περίπου και άλλα κόμματα έχουν ανακοινώσει συνέδρια (ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝ.ΕΛ.) κ.λπ., ωστόσο, τα πυρά της αστικής τάξης και των μηχανισμών της στο Κόμμα επικεντρώνονται. Στο διαδίκτυο και τι δε γράφεται, ό,τι θέλει ο καθένας βρίσκει, που κάνει ζημιά στο Κόμμα. Στην προκειμένη περίπτωση το «μακροχρόνιες αδυναμίες και καθυστερήσεις» εκφράζει υπερβολή. Προτείνεται: «αδυναμίες και καθυστερήσεις», δίχως το μακροχρόνιες.
  • Σελ. 24, στην 4η σειρά πάνω από την κόκκινη γραμματοσειρά «...που δικαίως προκάλεσε...». Γιατί δικαίως - πού είναι το δίκιο - και όσοι δεν απογοητεύτηκαν θα έπρεπε και αυτοί να απογοητευτούν για να δικαιωθούν. Αλλο πράγμα η στέρηση ιδεολογικού και πολιτικού επιπέδου που θα πρέπει να φροντίζουμε όσο γίνεται να τους το παρέχουμε, όπου σε άλλη παράγραφο και γι' αυτό γίνεται λόγος αλλά και κριτική, άλλο πράγμα το συναίσθημα, άλλο πράγμα η επιθυμία, άλλο πράγμα η απαίτηση, άλλο πράγμα γενικά ο υποκειμενισμός και άλλο πράγμα να δικαιωθούν αυτές οι αδυναμίες (γιατί για τέτοιες πρόκειται) από τις Θέσεις, αφορά φίλους - οπαδούς αλλά και μέλη του Κόμματος. Προτείνω απλώς να φύγει η λέξη «δικαίως», παραμένοντας τα υπόλοιπα όπως είναι.
  • Σελ. 53, στην 6η σειρά «...οικοδόμηση του σοσιαλισμού - κομμουνισμού». Αναφέρεται αρκετές φορές στο σύνολο του κειμένου. Αυτή η ονομασία κατοχυρώθηκε από το 18ο Συνέδριο, από τότε είχα τις επιφυλάξεις μου και το επαναφέρω, ότι το σωστό είναι ανάλογα το περιεχόμενο της συζήτησης να χρησιμοποιείται μία λέξη, ή σοσιαλισμός ή κομμουνισμός, π.χ., ο στρατηγικός στόχος του ΚΚΕ είναι η ανατροπή του καπιταλισμού και η αντικατάστασή του από τον κομμουνισμό και όχι από το σοσιαλισμό - κομμουνισμό. Οταν μιλάμε για το σοσιαλισμό, προσδιορίζουμε το πρώιμο στάδιο του κομμουνισμού ή τον ανώριμο κομμουνισμό ή την πρώτη, κατώτερη βαθμίδα του κομμουνισμού (κυρίως, το τελευταίο έχει κατοχυρωθεί) αλλά ό,τι επίθετο ή ουσιαστικό και αν χρησιμοποιήσουμε μιλάμε για κομμουνισμό. Αυτός είναι μετά τον καπιταλισμό ο νέος κοινωνικός μετασχηματισμός, ο κομμουνισμός. Ο σοσιαλισμός είναι το αρχικό μέρος - στάδιο - φάση του κομμουνισμού, δεν είναι αυτόνομος σχηματισμός, γίνεται ξεκάθαρο στην παράγραφο 81, 91, κ.λπ. Γνωρίζουμε και προσδιορίζουμε την πρώτη βαθμίδα του καπιταλισμού ως ο προμονοπωλιακός καπιταλισμός, με την εμφάνιση των μονοπωλίων μιλούμε για μονοπωλιακό καπιταλισμό, σήμερα μιλούμε για το μονοπωλιακό - ιμπεριαλιστικό στάδιο του καπιταλισμού, αλλά σε κάθε περίπτωση μιλούμε για καπιταλισμό. Αλλο πράγμα αν θέλουμε να προσδιορίσουμε ένα συγκεκριμένο στάδιο του καπιταλισμού. Ετσι αντιλαμβάνομαι και τον κομμουνισμό, διότι άλλο προσδιορίζεις μία βαθμίδα π.χ., κατώτερη βαθμίδα ή πρώτη βαθμίδα κ.λπ., και άλλο προσδιορίζεις και ονοματολογείς τον επόμενο κοινωνικοοικονομικό σχηματισμό που πρέπει κατά την άποψή μου να λέγεται με μία λέξη, κομμουνισμός. Ετσι αποφεύγονται συγχύσεις κυρίως στην καθημερινή μας δράση, μέσα δηλαδή στους εργαζόμενους. Γιατί για πολλά ζητήματα (που έχουν να κάνουν και με τη φρασεολογία), άλλα έχουν αυτοί στο νου τους και άλλα εμείς.
  • Σελ. 69, στη 13η σειρά από κάτω προς τα πάνω «...Αυτό αποδεικνύει και η ίδια η ιστορία επικράτησης του καπιταλισμού», (να προστεθεί) «όπως η περίπτωση των πόλεων-κρατών της Βόρειας Ιταλίας» (πιστεύω ότι βοηθά). Οπου το 14ο αιώνα, νωρίτερα από κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα, είχαν προβάλει τα στοιχεία της καπιταλιστικής παραγωγής και η συγκέντρωση χρήματος σε λίγα χέρια οδηγεί στην ανάπτυξη μιας νέας δύναμης, της αστικής τάξης. Υπήρξαν καπιταλιστικά χαρακτηριστικά σε πόλεις της Βόρειας Ιταλίας (Μιλάνο, Τεργέστη, Γένοβα, Βενετία) κ.λπ. κατά το 12ο αι. και μετά. Παρακμάζουν το 15ο αι., καταστρέφονται, πισωγυρίζοντας σε προκαπιταλιστικές μορφές κοινωνικής οργάνωσης. Η Γαλλική αστική Επανάσταση είναι άλλο ένα παράδειγμα. Η ιστορία διδάσκει ότι κινείται μεν προς τα εμπρός, αλλά όχι ευθύγραμμα. Δείχνει ότι ο καπιταλισμός όπως και κάθε κοινωνικοοικονομικό σύστημα, δεν επικράτησε μια και έξω. Παρά το ότι άλλο πράγμα είναι το πέρασμα από ένα εκμεταλλευτικό σύστημα σε ένα άλλο εκμεταλλευτικό (και στα δύο συστήματα τα μέσα παραγωγής παραμένουν ως ατομική ιδιοκτησία) και άλλο το πέρασμα από ένα εκμεταλλευτικό σύστημα σε ένα μη εκμεταλλευτικό (τα μέσα παραγωγής παύουν να είναι ατομική ιδιοκτησία, θα είναι κοινωνική ιδιοκτησία).
  • Σελ. 70, παράγραφος 95, 1η σειρά (έχω την εντύπωση ότι χρειάζεται κάποια προσθήκη) «...είναι η επαναστατική εξουσία της εργατικής τάξης, η δικτατορία του προλεταριάτου». Η προσθήκη μπορεί να είναι, συνέχεια «...του προλεταριάτου α) έναντι του βαθμού αντίδρασης της αστικής τάξης ντόπιας και ξένης. ή β) που σε αυτή τη φάση θα παίξει τον καθοριστικότερο ρόλο ως δημοκρατία για την εργατική τάξη έναντι στη δικτατορία της αστικής τάξης».
  • Σελ. 71, παράγραφος 96, προτελευταία σειρά (και εδώ έχω την άποψη ότι χρειάζεται κάποια προσθήκη) «...στις δύο αντιμαχόμενες δυνάμεις, α) την νεαρή κομμουνιστική - εργατική και την καπιταλιστική - αστική που πεθαίνει. ή β) τη νεαρή κομμουνιστική και την καπιταλιστική που πεθαίνει».

Στέλιος Αλεξάκης
ΚΟ Ρεθύμνου


Για τις Θέσεις της ΚΕ

Συμφωνώ με τις Θέσεις της ΚΕ για το 19ο Συνέδριο. Επιδιώκοντας να συμβάλλω στον προσυνεδριακό διάλογο, καταθέτω κάποιες σκέψεις.

Α) Στο έδαφος του μονοπωλιακού καπιταλισμού, οι συμμαχικές σχέσεις του κεφαλαίου διαμορφώνονται ως σχέσεις ανισότιμης αλληλεξάρτησης, διέπονται από τον ανταγωνισμό, την ανισομετρία. Μέσω των διεθνών μονοπωλιακών ενώσεων και μηχανισμών διαμορφώνεται ένα πλέγμα πολιτικών - οικονομικών - στρατιωτικών εξαρτήσεων, η επίδραση των οποίων σε κάθε χώρα διαφοροποιείται ανάλογα με τη σχετική της θέση στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα. Η όποια θέση, υποδεέστερη ή αναβαθμισμένη, μιας χώρας στα πλαίσια μιας ιμπεριαλιστικής συμμαχίας δεν αναιρεί ούτε τα κοινά στρατηγικά συμφέροντα στη βάση των οποίων συμπτύσσεται η συμμαχία, ούτε το έδαφος για την εκδήλωση των επιπτώσεων της εγγενούς στον καπιταλισμό ανισομετρίας. Το γεγονός ότι η ενσωμάτωση της Ελλάδας σε ΕΕ - Ευρωζώνη επέτεινε τις επιπτώσεις της κρίσης, δεν αναιρεί το ότι αποτέλεσε διαχρονικά επωφελή στρατηγική επιλογή για την αστική τάξη της χώρας. Ταυτόχρονα, διάφορα τμήματα της αστικής τάξης διατηρούν ευελιξία στον προσανατολισμό τους, έτσι που η διατήρηση αυτής της επιλογής μπορεί να μην αποτελεί για κάποια εξ αυτών δεσμευτική επιλογή (βλ. π.χ. εφοπλιστικό κεφάλαιο). Η ενδοαστική αντιπαράθεση σε αυτό το επίπεδο δεν επηρεάζει το συσχετισμό μεταξύ εργατικής - αστικής τάξης.

Ο ακριβής προσδιορισμός της σχετικής θέσης μιας χώρας στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα δεν αναιρεί το ότι η σύγχρονη εποχή του καπιταλισμού έχει ιστορική και παγκόσμια διάσταση, ότι ο ιμπεριαλισμός (μονοπωλιακός καπιταλισμός) αποτελεί το τελευταίο στάδιο του καπιταλισμού και καθήκον της εργατικής τάξης και της πρωτοπορίας της είναι να αξιοποιήσει τις όποιες ρωγμές εμφανίζονται για να προωθήσει τους επαναστατικούς της σκοπούς.

Αυτή η πλευρά των επεξεργασιών στις Θέσεις αποτελεί πολύτιμη συμβολή στην προετοιμασία του Κόμματος και του εργατικού - λαϊκού κινήματος μπροστά στα καθήκοντα που θα καλούνται να αναλάβουν σε μια εποχή που τα κοιλοπονήματα της Ιστορίας είναι διακριτά, γι' αυτό και βρίσκεται στο στόχαστρο της πολεμικής από αστικές, οπορτουνιστικές δυνάμεις και αναχωρητές.

Σε συνθήκες κρίσης επανέρχονται, από διάφορες πλευρές, ζητήματα που έχουν ταλανίσει το Κόμμα παλαιότερα και ακόμα βαραίνουν το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, με αφετηρία την ανάλυση της κρίσης και του χαρακτήρα της (π.χ. προβολή της εξάρτησης ως πηγής των δεινών που επιφέρει η κρίση) και στόχο τη στρατηγική του Κόμματος. Η αντιιμπεριαλιστική πάλη ανάγεται σε «αντιεξαρτησιακή» και η εξυπηρέτηση αυτού του περιεχομένου απαιτεί μεταβατικά αιτήματα και μετασχηματισμούς που ανταποκρίνονται σε αυτή τη διάσταση της πάλης. Σε αυτά τα πλαίσια, δεν πρόκειται για αιτήματα - «κρίκους» που συμβάλλουν στη συγκέντρωση δυνάμεων για τη σοσιαλιστική επανάσταση, αλλά για πολιτικούς στόχους που δεν έρχονται σε ρήξη με την εξουσία της αστικής τάξης, δε συμβάλλουν στη διαμόρφωση επαναστατικής συνείδησης.

Η από μεριάς τους αλλοίωση της λενινιστικής θεώρησης περί ιμπεριαλισμού συντελείται μέσω της διαστρέβλωσης της σχέσης οικονομίας - πολιτικής, με την απόσπαση της δεύτερης από την πρώτη. Ετσι, υποσκάπτεται και υπονομεύεται η προετοιμασία του υποκειμενικού παράγοντα σε μη επαναστατικές συνθήκες, ώστε σε συνθήκες επαναστατικής κατάστασης, που προκύπτει αντικειμενικά, να αναλάβει επαναστατικά καθήκοντα.

Αυτό το ψευδεπίγραφο «αντιιμπεριαλιστικό» πρόταγμα και η υποκριτική και όψιμη - από δυνάμεις που λόγω και έργω έχουν αποκοπεί από την επαναστατική δράση και προσανατολισμό του Κόμματος - υπεράσπιση του ισχύοντος Προγράμματος συνιστά στην πραγματικότητα άρνηση της αναγκαιότητας και ρεαλιστικότητας του σοσιαλισμού, της ωριμότητας των υλικών προϋποθέσεων στην Ελλάδα σήμερα, επιστροφή στη χρεοκοπημένη λογική των σταδίων. Εξ ου και η κριτική τους για την πολιτική συμμαχιών του Κόμματος εστιάζει ακριβώς σε δυο αλληλένδετες πλευρές: αφενός τις πολιτικές συμμαχίες - συνεργασίες «από τα πάνω», με το βλέμμα επί της ουσίας στραμμένο στις κάλπες, αφετέρου τη δυνατότητα συμμετοχής - στήριξης σε κυβέρνηση στο έδαφος της αστικής εξουσίας.

Β) Για τις δυνάμεις του Κόμματος και της ΚΝΕ στα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ, η συμβολή τους στην ενίσχυση της Λαϊκής Συμμαχίας περνά κυρίως μέσα από τη δουλειά για την ισχυροποίηση του ΜΑΣ. Από τα ως τώρα βήματα, βγαίνει χρήσιμη πείρα από την προσπάθεια να παρέμβουμε σε ανώριμες κοινωνικοπολιτικά μάζες νεολαίας, στις οποίες επιδρά καθοριστικά η ιδεολογία του αντιπάλου, ο εκφυλισμός και ο αρνητικός συσχετισμός που επικρατεί στο σπουδαστικό κίνημα. Πείρα σε σχέση με καθοδήγηση στη δράση μαζών που ξεκινάνε από διαφορετικό επίπεδο πολιτικής συνείδησης ή και έχουν χαμηλό επίπεδο πολιτικής συμφωνίας με το ΚΚΕ, πλευρά που πρέπει να βελτιωθούμε αποφασιστικά.

Η ανάδειξη της αναγκαιότητας για οργάνωση της πάλης των σπουδαστών σε όλα τα επίπεδα και ο αντίστοιχος προσανατολισμός στην παρέμβασή μας άνοιξε δρόμους. Θέσαμε στο επίκεντρο τα ζητήματα του κόστους σπουδών, των επιπτώσεων της κρίσης στη ζωή του σπουδαστή, προσανατολιστήκαμε στη δουλειά με επίκεντρο το έτος/εξάμηνο/εργαστήριο.

Αποδεικνύεται ότι η σταθερότητα στη δουλειά με κοινωνικοταξικό προσανατολισμό μπορεί να φέρει στο προσκήνιο δυνάμεις που παρέμεναν στην αφάνεια, να τις αποσπάσει από τον αντίπαλο. Είναι ο δρόμος για να διεισδύσουμε ακόμα περισσότερο στις πλατιές μάζες των σπουδαστών που αντικειμενικά, ανεξάρτητα από την πολιτική τους τοποθέτηση σήμερα, έχουν συμφέρον να συναντηθούν με την πολιτική του Κόμματος. Χρειάζεται να επιμείνουμε αποφασιστικά στην ανάπτυξη της δουλειάς «από τα κάτω», να καθοδηγήσουμε τη δράση των ΟΒ, του κάθε συντρόφου ατομικά, ώστε να διαμορφώνουν γύρω τους έναν πυρήνα, που συνεχώς θα διευρύνεται, θα δουλεύεται ολόπλευρα, θα κερδίζεται με τη γραμμή της επανάστασης και του σοσιαλισμού, θα στρατεύεται αποφασιστικά στο πλευρό του Κόμματος και της ΚΝΕ. Ετσι δημιουργούνται προϋποθέσεις για αύξηση στους ρυθμούς κομματικής και κνίτικης οικοδόμησης.

Συνδέοντας τις στρατηγικές επιλογές του κεφαλαίου για την Παιδεία με τις τρέχουσες εξελίξεις στις σχολές, μπορούμε έγκαιρα να προβλέπουμε, να εξηγούμε και να προετοιμάζουμε δυνάμεις να μπουν σε δράση. Αναδεικνύεται η ανάγκη μακρόπνοου σχεδιασμού, ώστε μέσα από κλιμακούμενες παρεμβάσεις να μπαίνουν σε κίνηση νέες δυνάμεις, να δοκιμάζονται σε καθήκοντα κι ευθύνες ώστε να αποκτούν πρωτογενή πείρα, να αφομοιώνονται συμπεράσματα, να μένουν κατασταλάγματα σε επίπεδο οργάνωσης της πάλης. Μέσα από τέτοια δουλειά, π.χ., προχώρησε η διαδικασία ίδρυσης Συλλόγου Σπουδαστών Νοσηλευτικής ΤΕΙ Αθήνας. Αντίστοιχα, στην ΑΣΠΑΙΤΕ οι σπουδαστές καθαίρεσαν, μέσα από Γενική Συνέλευση, εν μέσω μαζικότατων κινητοποιήσεων, το ΔΣ (αυτοδυναμία ΠΑΣΠ), επειδή υπονόμευε την πάλη τους και ανέδειξαν σε αυτοδύναμες τις δυνάμεις που στηρίζουν το ΜΑΣ.

Η ισχυροποίηση του ΜΑΣ περνά μέσα και από την ενίσχυση της αλληλεπίδρασης του σπουδαστικού με το εργατικό κίνημα, τη δουλειά και τις επεξεργασίες με βάση την κατάσταση στον κλάδο και τις προοπτικές του, τη συμβολή στις Λαϊκές Επιτροπές σε γειτονιές όπου κατοικεί σημαντικός αριθμός σπουδαστών.


Δημήτρης Κοιλάκος
Μέλος Αχτιδικού Γραφείου ΑΕΙ - ΤΕΙ - Ερευνας της ΚΟ Αττικής



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ