Εδωσε... γροθιά στον εμπορευματοποιημένο αθλητισμό
Associated Press
Μπορεί να μην συναντήθηκαν στα ρινγκ, ωστόσο Στίβενσον και Μοχάμεντ Αλι βρήκαν την ευκαιρία να τα πουν στην επίσκεψη του δεύτερου στην Αβάνα
Ο εμπορευματοποιημένος αθλητισμός υποκλίθηκε στα πόδια του προσφέροντάς του αρκετά δέλεαρ για να τον κερδίσει. Εκείνος απλά έκανε αυτό που ήξερε καλύτερα. Του έδωσε μια γροθιά και τον έβγαλε νοκ άουτ... Αιτία γι' αυτό; Οπως ο ίδιος δήλωσε, δεν ήθελε να προδώσει την αγάπη του κουβανικού λαού. Οπως έλεγε σε κάθε ευκαιρία ο ίδιος, δεν το μετάνοιωσε ποτέ... Του απονεμήθηκε ο άτυπος τίτλος του κορυφαίου ερασιτέχνη αθλητή, καθώς και ο αντίστοιχος μιας από τις σπουδαιότερες μορφές στο χώρο της πυγμαχίας. Στα μέσα της περασμένης εβδομάδας ο Κουβανός Τεόφιλο Στίβενσον πέρασε στο πάνθεον της Ιστορίας αφού «έφυγε» στα 60 του χρόνια από καρδιακό επεισόδιο. Ωστόσο ο θρύλος που δημιούργησε με την αγωνιστική αλλά και την εξωαγωνιστική του συμπεριφορά θα μείνει αιώνια. Και θα αποτελεί ένα απο τα κορυφαία παραδείγματα της νίκης των ιδανικών απέναντι στα εφήμερα πλούτη και την απατηλή δόξα που προσφέρει ο καπιταλισμός και τα παράγωγά του, στη συγκεκριμένη περίπτωση ο εμπορευματοποιημένος αθλητισμός.
Αντί για δολάρια... αγάπη
Το πιο λαμπερό παράδειγμα άρνησης του επαγγελματικού αθλητισμού είναι η στάση του Τεόφιλο Στίβενσον, τρεις φορές Ολυμπιονίκη στην πυγμαχία. Σε ηλικία 20 ετών, λίγους μόνο μήνες μετά την εντυπωσιακή νίκη του στους εικοστούς Ολυμπιακούς Αγώνες, του προσφέρθηκαν 1 εκατομμύριο δολάρια για να εγκαταλείψει την Κούβα και να διεκδικήσει τον παγκόσμιο τίτλο από τον περίφημο Μοχάμεντ Αλι. Ο Στίβενσον αρνήθηκε, δηλώνοντας ότι προτιμάει την αγάπη των Κουβανών. Στα επόμενα χρόνια και έως το τέλος της καριέρας του, το 1986, το προσφερόμενο ποσό αυξανόταν με ρυθμούς ανάλογους προς τα ολυμπιακά του μετάλλια. Και αυτός συνέχιζε να λέει «όχι». Στο κλείσιμο της καριέρας του, θα αναφερθεί ξανά στην αγάπη που του έδειξε ο λαός της Κούβας, δηλώνοντας πως «αυτή αποτέλεσε το παν κατά τη διάρκεια της καριέρας του». Για τη στάση του τιμήθηκε το 1989 με το βραβείο της UNESCO «Pierre de Coubertin Fair Play», ενώ είναι ένας από τους 25 αθλητές που τιμήθηκαν στην Ατλάντα το 1996, με την ευκαιρία των εκατό χρόνων από την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων.
Πνευματώδης και ενεργητικός
Από την πρώτη στιγμή ο Τεόφιλο Στίβενσον κατάφερε να ξεχωρίσει
Γεννημένος στο Καμαγκουέι στις 29 Μάρτη 1952 πρωτομπήκε στην πυγμαχία σε ηλικία εννέα ετών, ακολουθώντας τον πατέρα του σε ένα τοπικό γυμναστήριο. Ο σοβαρότερος λόγος ήταν να διοχετεύσει την ενέργειά του εκεί, αφού στο σχολείο αν και τον χαρακτήριζαν φωτεινό πνεύμα, θεωρούνταν ότι είχε τρομερή ενέργεια. Μετά από προτροπή των δασκάλων του αποφάσισε να ακολουθήσει τον πατέρα του στο τοπικό γυμναστήριο και λίγο μετά ασχολήθηκε με την πυγμαχία. Μάλιστα όπως ο ίδιος είχε πει αργότερα, αυτό γινόταν για αρκετό καιρό κρυφά από τη μητέρα του που είχε αντιρρήσεις.
«Είχε ό,τι χρειαζόταν»
Πρώτος του προπονητής ήταν ο Τζον Ερέρα που του μετέδωσε τις πρώτες γνώσεις του στο άθλημα. Ο ίδιος είχε πει πως θα γινόταν τέλειος μποξέρ, αφού ήξερε πώς να αποφύγει μια γροθιά. «Είχε ό,τι χρειαζόταν» είπε για αυτόν μετέπειτα ο Ερέρα. Λίγο αργότερα, έδωσε τον πρώτο του αγώνα, όταν σε τοπικό πρωτάθλημα μεσαίων βαρών αντιμετώπισε τον Λουίς Ερνάντεζ, ο οποίος μετρούσε τότε 20 νίκες. Εχασε, αλλά ο ίδιος ο Ερέρα είχε πει ότι ήταν μια «αξιοσέβαστη ήττα» και ότι του άρεσε ο τρόπος που αγωνίστηκε ο Στίβενσον, έχοντας πλεονέκτημα μόνο την κατάρτισή του μέχρι τότε.
Κομβικό σημείο ήταν η συνάντησή του στα μέσα της δεκαετίας του '60 και ενώ ο Στίβενσον είχε ξεχωρίσει σε επίπεδο παίδων, με τον Σοβιετικό προπονητή πάλης Αντρέι Τσερνιοβένκο, που είχε αναλάβει αρχιπροπονητής του αναπτυξιακού προγράμματος πυγμαχίας, ο οποίος τον κάλεσε στην Αβάνα. Υπό την καθοδήγησή του, πρωτοεμφανίστηκε σε αγώνες ανδρών το 1969, όντας μόλις 17 ετών. Η σπουδαία καριέρα του μόλις άρχιζε. Οι πρώτες επιτυχίες του αφορούσαν το εθνικό πρωτάθλημα στο Σαντιάγκο Ντε Κούβα το αντίστοιχο της ανατολικής πλευράς, ο εθνικός τίτλος στο πρωτάθλημα της νεολαίας, με πολλές από τις νίκες του να συνοδεύονται και από νοκ άουτ.
ΜΠ.ΤΣ.
Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΤΟΥ
Associated Press
Πανηγυρίζοντας το τρίτο χρυσό ολυμπιακό του μετάλλιο στη διοργάνωση της Μόσχας
Ο Τεόφιλο Στίβενσον Λόρενς, όπως ήταν το πλήρες όνομά του, γεννήθηκε σε μια μικρή πόλη της επαρχίας Λας Τούνας στις βόρειες ακτές της Κούβας, στις 29 Μάρτη 1952. Πρωτομπήκε στο γυμναστήριο σε ηλικία 9 ετών ακολουθώντας τον πατέρα του. Κύριος λόγος το γεγονός ότι στο σχολείο αν και θεωρούνταν φωτεινό πνεύμα ήταν υπερενεργητικός με αποτέλεσμα οι δάσκαλοί του να προτείνουν στον πατέρα του το συγκεκριμένο τρόπο. Σε ηλικία 13 ετών διακρίθηκε σε σχολικούς αγώνες στην πυγμαχία και σύντομα έγινε δεκτός σε ειδικό αθλητικό σχολείο στην Αβάνα. Ακολούθησαν αρκετές επιτυχίες σε εγχώριο επίπεδο που περιλάμβαναν διακρίσεις (κυρίως πρωτιές) σε τοπικά και εθνικά πρωταθλήματα. Επτά χρόνια αργότερα, στους Ολυμπιακούς του Μονάχου το 1972, σε ηλικία 20 ετών, κέρδισε το πρώτο του Ολυμπιακό μετάλλιο. Το 1976, στο Μόντρεαλ επανέλαβε την επιτυχία και το 1980 στη Μόσχα γινόταν ο δεύτερος πυγμάχος στην ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων, που κατακτούσε χρυσό μετάλλιο σε τρεις συνεχόμενες διοργανώσεις. Μάλιστα, θα μπορούσε να είχε προσθέσει ένα ακόμη χρυσό μετάλλιο στη συλλογή του, το 1984, αν η Κούβα δεν απείχε από τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Αντζελες. Υπήρξε παγκόσμιος πρωταθλητής το 1974, το 1978 και το 1986, χρονιά που εγκατέλειψε την αγωνιστική δράση. Είχε συνολικό απολογισμό σε 324 αγώνες μόλις 22 ήττες, τις περισσότερες σε νεαρή ηλικία. Μάλιστα, στους Ολυμπιακούς Αγώνες η επίδοσή του ήταν 12 νίκες (100%), εκ των οποίων 9 με νοκ-άουτ, 2 στα σημεία και 1 άνευ αγώνα.