Πρόσθετους φόρους, συνολικού ύψους 879,1 δισ. δραχμών, επιφυλάσσει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το 2001 (κυρίως στους εργαζόμενους, που αποκαλούνται «υποζύγια του προϋπολογισμού»), ενώ θα συνεχιστεί με την ίδια προσήλωση η πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων
Ο αντιλαϊκός χαρακτήρας του προϋπολογισμού της επόμενης χρονιάς δεν πτοεί τους οικονομικούς υπουργούς της κυβέρνησης, που καμαρώνουν μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες |
Σύμφωνα με τον κρατικό προϋπολογισμό για το 2001, που κατατέθηκε χτες στη Βουλή, η κυβέρνηση προϋπολογίζει μια αύξηση 8,1% στα συνολικά φορολογικά έσοδα (από άμεσους και έμμεσους φόρους), ώστε να διαμορφωθούν στο ποσό των 11.769,3 δισ. δρχ. από 10.890,2 δισ. δραχμές που ήταν φέτος. Αν στο ποσό αυτό προστεθούν και τα «μη φορολογικά έσοδα» (το μεγαλύτερο μέρος των οποίων προέρχεται από τις ιδιωτικοποιήσεις δημόσιων επιχειρήσεων και την εκποίηση ακίνητης περιουσίας του δημοσίου), τότε το σύνολο των εσόδων του τακτικού προϋπολογισμού προβλέπεται να ανέλθει το 2001 στο ποσό των 12.600 δισ. δραχμών, από 11.650 δισ. δραχμές φέτος.
Ο Γ. Παπαντωνίου δεν κρύβει πως στην κατάρτιση του κρατικού προϋπολογισμού του 2001 ελήφθησαν υπόψη, μεταξύ άλλων, και οι «δεσμεύσεις και υποχρεώσεις που προβλέπει το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, που θα πρέπει να ακολουθήσει η χώρα». Αν και στους επίσημους στόχους του προϋπολογισμού αναφέρεται και «η δικαιότερη κατανομή των φορολογικών βαρών» και «η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων» - στα πλαίσια αυτά προβάλλεται η ισχνή τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας και κάποιες δευτερεύουσας σημασίας ελαφρύνσεις - στην ουσία επιδιώκεται «διατηρησιμότητα» των παχυλών κερδών και υπερκερδών των μεγάλων επιχειρήσεων με τη συμπίεση των λαϊκών εισοδημάτων.
Ενδεικτικά των προθέσεων της κυβέρνησης, να συνεχίσει και το 2001 την αντιλαϊκή φορομπηχτική πολιτική για τα πλατιά λαϊκά στρώματα, είναι και τα εξής στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία:
Παράλληλα με τη συνέχιση της φορομπηχτικής πολιτικής, η κυβέρνηση υπόσχεται να συνεχίσει με την ίδια εμμονή και το 2001 την πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων, στο όνομα του εκσυγχρονισμού και της ενίσχυσης των δημόσιων επιχειρήσεων! Οπως αναφέρει στην εισηγητική του έκθεση ο Γ. Παπαντωνίου, «το πρόγραμμα μετοχοποιήσεων και ιδιωτικοποιήσεων, που έχει εξαγγείλει η κυβέρνηση, συνεχίζει να υλοποιείται με γρήγορους ρυθμούς». Αν και στην εισηγητική έκθεση δεν αναφέρονται τα έσοδα που είχε φέτος το κράτος από τις ιδιωτικοποιήσεις, είναι πολύ πιθανό οι εισπράξεις του δημοσίου (από την εκποίηση μετοχών δημόσιων επιχειρήσεων καθώς και ακίνητων περιουσιακών στοιχείων του δημοσίου), να ανήλθαν στο ποσό των 712,2 δισ. δραχμών, που εμφανίζονται στη στήλη «λοιπά μη φορολογικά έσοδα». Αν λοιπόν η στήλη των «μη φορολογικών εσόδων» αναφέρεται στα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις, τότε ανήλθαν φέτος στο ποσό των 712,2 δισ. δραχμών και το 2001η κυβέρνηση σχεδιάζει να εισπράξει από τις πωλήσεις πακέτων μετοχών ΔΕΚΟ και άλλων περιουσιακών στοιχείων του δημοσίου το ποσό των 772,5 δισ. δραχμών.
Ο Γ. Παπαντωνίου αφού απαριθμεί και κατονομάζει τις ιδιωτικοποιήσεις που έγιναν φέτος και μέχρι σήμερα (Εμπορική Τράπεζα, Ελληνική Βιομηχανία Οχημάτων, Cosmote κλπ.), δηλώνει αισιόδοξος ότι μέχρι το τέλος του 2000θα εκπληρωθεί και το υπόλοιπο σκέλος του κυβερνητικού προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων, που περιλαμβάνει την πώληση πακέτων μετοχών της ΕΑΒ, του ΟΠΑΠ, της Αγροτικής Τράπεζας και του Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης.
Φιλόδοξα είναι τα σχέδια της κυβέρνησης στον τομέα της εκποίησης της δημόσιας περιουσίας και για το 2001, αφού, μεταξύ άλλων, στον προϋπολογισμό προβλέπεται η πώληση πακέτων μετοχών (ή η ανάθεση της διοίκησης ή η παραχώρηση της εκμετάλλευσης) της ΕΤΒΑ, του ΟΤΕ, της ΔΕΗ, της «Ολυμπιακής Αεροπορίας», των Ελληνικών Ταχυδρομείων, της Επιχείρησης Υδρευσης-Αποχέτευσης Θεσσαλονίκης κλπ.
Στον αντίποδα βρίσκεται η εισοδηματική πολιτική. Οι δημόσιοι υπάλληλοι θα πρέπει να τα βολέψουν το 2001 με ονομαστικές αυξήσεις 2,2%, τις οποίες, με διάφορα τεχνάσματα ο Γ.Παπαντωνίου τις παρουσίασε σαν αυξήσεις 5%!
Το συνολικό κονδύλι για «αποδοχές προσωπικού», όπου συνυπολογίζεται η μισθολογική ωρίμανση, αλλά και μισθοί για νέες προσλήψεις, εφημερίες ιατρών κοκ, προβλέπεται να αυξηθεί κατά 5,8% και να διαμορφωθεί στα 4.485,7 δισ. δρχ. Το αντίστοιχο κονδύλι των «συντάξεων» είναι αυξημένο κατά 4,5%.
Εντονη, αν και καμουφλαρισμένη με στολή παραλλαγής, για μια ακόμη χρονιά είναι η παρουσίαση των δαπανών στρατιωτικού χαρακτήρα, ενώ οι δαπάνες των λεγόμενων «κοινωνικών υπουργείων» κινούνται στα συνήθη επίπεδα... συντήρησης, παρά την προσπάθεια του υπουργείου Οικονομικών, με «αθώες» προσθαφαιρέσεις να τις παρουσιάσει αυξημένες. Οσο για το περιβόητο επίδομα θέρμανσης, έχει όλα τα στοιχεία της ιλαροτραγωδίας. Πρώτα το υπουργείο Οικονομικών αφαίρεσε φέτος από τις τσέπες των εργαζομένων, επιπλέον από τα προϋπολογιζόμενα, 100 δισ. δραχμές με τη μορφή ΦΠΑ στα πετρελαιοειδή και στη συνέχεια μοιράζει σε... δύο δόσεις τα 75 δισ. ( επίδομα θέρμανσης), για να ζεσταθούν οι αποδεδειγμένα φτωχοί...
Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του νέου προϋπολογισμού: Οι δαπάνες του Γενικού Προϋπολογισμού (Τακτικός Προϋπολογισμός και Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων μαζί) και οι δαπάνες Χρεολυσίων του δημοσίου χρέους ανέρχονται σε 19,2 τρισ. δραχμές. Ειδικότερα οι δαπάνες του Τακτικού Προϋπολογισμού ανέρχονται σε 12.580 δισ. δραχμές, από τα οποία τα 3.310 δισ. δραχμές είναι οι τόκοι του δημοσίου χρέους. Οι δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων ανέρχονται σε 2.780 δισ. δραχμές και των Χρεολυσίων σε 3.806 δισ. δραχμές. Σύνολο 19,2 τρισ. δραχμές. Από το ποσό αυτό με τη μια ή την άλλη μορφή τα τοκοχρεολύσια ύψους 7,1 τρισ. δραχμές και ένα πολύ μεγάλο μέρος των δαπανών του ΠΔΕ θα καταλήξει στις τσέπες, τραπεζιτών, «θεσμικών» ραντιέρηδων, κατασκευαστικών και βιομηχανικών εταιριών, όπως δείχνει και η εμπειρία των προηγούμενων χρόνων.Από την ανάλυση του αθροίσματος των δαπανών του Τακτικού Προϋπολογισμού και των Χρεολυσίων, ύψους 16,4 δισ. δραχμές, προκύπτουν τα παρακάτω στοιχεία:
Χαρακτηριστικό για το πώς αναμένεται να εξελιχθούν οι κατά υπουργείο δαπάνες την επόμενη χρονιά είναι και τα στοιχεία του σχετικού πίνακα. Αξίζει να σημειωθεί πως σε ό,τι αφορά τις δαπάνες του υπουργείου Εθνικής Αμυνας, η εικόνα είναι εντελώς διαφορετική, αρκεί να αναφέρει κανείς δύο και μόνο στοιχεία. Πρώτον ότι στα σχετικά ποσά δε συνυπολογίζονται τα ποσά που δίνονται από τον προϋπολογισμό για την εξυπηρέτηση των χρεών από τα διάφορα εξοπλιστικά προγράμματα, όπως επίσης και το γεγονός ότι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο δαπάνες στρατιωτικού χαρακτήρα υπάρχουν και στα περισσότερα υπουργεία.
Μόνο ως κοροϊδία και ελεημοσύνη προς όσους έτσι κι αλλιώς ζουν σε συνθήκες οικονομικής εξαθλίωσης, μπορεί να εκληφθεί η περιβόητη ρύθμιση για το «επίδομα θέρμανσης». Σε μέρες που τα νοικοκυριά της χώρας πληρώνουν το πετρέλαιο θέρμανσης σε τιμές διπλάσιες από τις περσινές και ο κρατικός κορβανάς εισπράττει συμπληρωματικά έσοδα εξαιτίας αυτών των ανατιμήσεων, η κυβέρνηση, όπως ανακοίνωσε χτες ο Γ. Παπαντωνίου, προσδιόρισε τους δικαιούχους επιδόματος σε 1.830.000 άτομα.
Η σχετική ρύθμιση θα οριστικοποιηθεί με σχετική τροπολογία που επρόκειτο να κατατεθεί χτες το βράδυ στη Βουλή, ωστόσο, σύμφωνα με τα όσα δήλωσε χτες ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας:
Σύμφωνα με τις υπουργικές δηλώσεις το συνολικό κόστος του επιδόματος εκτιμάται σε 75 δισ. δραχμές. Αξίζει να σημειωθεί ότι το δημόσιο φέτος πέραν των 745,5 δισεκατομμυρίων δραχμών που εισέπρεξε από τους ειδικούς φόρους στα καύσιμα, εισέπραξε και επιπλέον 100 δισεκατομμύρια ΦΠΑ για καύσιμα, ο οποίος είχε προϋπολογιστεί στα 240 δισ., αλλά λόγω των ανατιμήσεων εισπράχθηκαν 340 δισεκατομμύρια...
Τελικά η προπαγάνδα της κυβέρνησης για προτεραιότητα στους τομείς της υγείας - πρόνοιας εκφράστηκε με μια συνολική -συμπεριλαμβανομένων και των δημοσίων δαπανών - αύξηση κατά 7,6%. Ομως η αύξηση αυτή, όπως και η ανάλυση των στοιχείων αποτυπώνουν τα σχέδια της κυβέρνησης για την εφαρμογή της αντι-ΕΣΥ μεταρρύθμισης που θα πλήξει τόσο τους χρήστες υπηρεσιών υγείας όσο και τους εργαζόμενους σε αυτούς τους ευαίσθητους τομείς.
Οι συνολικές δαπάνες για την υγεία - πρόνοια ανέρχονται σε 1,316 τρισ. δραχμές (εκ των οποίων 125 δισ. είναι οι δημόσιες επενδύσεις). Οι δαπάνες πρόνοιας είναι και πάλι καθηλωμένες καθώς αποτελούν μόλις το 22% των συνολικών δαπανών - χωρίς τις επενδύσεις.
Η κυβέρνηση ομολογεί καθαρά ότι προωθεί την «επιχειρηματική δραστηριότητα» των νοσοκομείων τόσο στο κεφάλαιο για την αξιολόγηση των δαπανών όσο και στο κεφάλαιο για την πολιτική των δαπανών όπου περιγράφονται τα κεντρικά σημεία της λεγόμενης «μεταρρύθμισης του ΕΣΥ». Μάλιστα, παρά τις μεγαλόστομες διακηρύξεις περί ανόρθωσης του ΕΣΥ, δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να προσδιορίζει αυτή την επιλογή.
Αντίθετα, αποτυπώνεται η ανορθολογική προσπάθεια να καλυφθούν από τα ασφαλιστικά ταμεία οι υποχρεώσεις των νοσοκομείων προς τους τρίτους την ίδια στιγμή που κλείνει τη στρόφιγγα των επιχορηγήσεων. Σύμφωνα με τον προϋπολογισμό, οι υποχρεώσεις των νοσοκομείων προς τους τρίτους ήταν 208 δισ. στο τέλος του δεύτερου τριμήνου του 2000 - αλλά αυτή τη στιγμή έχουν προσεγγίσει τα 240 δισ. δραχμές.
Ο προϋπολογισμός - εκτός από την πολιτική λιτότητας στους μισθούς - αποκαλύπτει ότι θα είναι η ίδια μέχρι τώρα πολιτική και στον τομέα των προσλήψεων. Προβλέπονται λοιπόν 20,1 δισ. δραχμές για προσλήψεις συνολικά στο υπουργείο Υγείας Πρόνοιας. Αυτό σε αριθμούς προσωπικού μεταφράζεται μόλις σε 5.000 προσλήψεις νοσηλευτών και γιατρών και αποτελεί σταγόνα στον ωκεανό των τρομακτικών ελλείψεων στα νοσοκομεία - είναι κενές τουλάχιστον 15.000 οργανικές θέσεις - και στα ιδρύματα πρόνοιας όπου οι ελλείψεις δεν έχουν τελειωμό.
Από τα στοιχεία του προϋπολογισμού προκύπτει ότι το προσωπικό των νοσηλευτικών ιδρυμάτων παραμένει στάσιμο στις 78.000 (εκ των οποίων οι 10.000 είναι γιατροί). Τα τελευταία χρόνια οι προσλήψεις προσωπικού στα νοσοκομεία ήταν κατά μέσο όρο περίπου 2.500 και απλώς ισοφάριζαν τις ισάριθμες αποχωρήσεις λόγω συνταξιοδότησης.
Στις ελληνικές καλένδες παραπέμπει η κυβέρνηση το περιβόητο έργο της αποκατάστασης των σεισμοπαθών, αν αναλογιστεί κανείς τις τεράστιες περικοπές δαπανών που προβλέπει για το έργο αυτό ο Κρατικός Προϋπολογισμός του 2001. Κι όλα αυτά όταν τα επίσημα στοιχεία αποδεικνύουν ότι η αποκατάσταση των σεισμοπλήκτων προχωράει με βήματα πιο αργά από αυτά της χελώνας...
Συγκεκριμένα, οι δαπάνες που προβλέπονται από τον Τακτικό Προϋπολογισμό για την αντιμετώπιση αναγκών των σεισμοπαθών ανέρχονται στο ποσό των 20 δισ. δρχ., δηλαδή είναι μειωμένες δραστικά κατά 50% από αυτές που προβλέπονταν για το 2000 (40 δισ. δρχ.)!
Μετά από αυτήν την εξέλιξη κανείς δεν μπορεί πλέον να αμφιβάλει ότι με τους ρυθμούς αυτούς η αποκατάσταση των σεισμοπαθών - τόσο της Αθήνας, όσο και των άλλων περιοχών της χώρας - θα διαρκέσει τουλάχιστον για μια δεκαετία ή - όπως προφανώς επιδιώκει η κυβέρνηση - αυτοί θα στραφούν για να ξαναφτιάξουν τα σπίτια τους στις ιδιωτικές και κρατικές τράπεζες, πληρώνοντας τα υπέρογκα επιτόκια...
Δραστική περικοπή κατά 36% επέρχεται και στον τομέα οικισμού και περιβάλλοντος, γεγονός που σημαίνει ότι θα δεχτούν νέο πλήγμα καθυστερήσεων τόσο το πρόγραμμα κατάρτισης του Εθνικού Κτηματολογίου - που με τόση αυταρέσκεια ο υπουργός ΠΕΧΩΔΕ Κ. Λαλιώτης το έχει χαρακτηρίσει ως «το μεγαλύτερο από τα μεγάλα έργα» - αλλά και τα υπόλοιπα περιβαλλοντικά και οικιστικά έργα, όπως της διαχείρισης των οικοτόπων και των αναπλάσεων υποβαθμισμένων περιοχών. Πιο συγκεκριμένα για έργα οικισμού - περιβάλλοντος το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων προβλέπει για το 2001 κονδύλια ύψους 50 δισ. δρχ., έναντι 77,8 δισ. δρχ. που προβλέπονταν για το 2000.
Αρκετά μειωμένο σε σχέση με το 2000 θα είναι το μερίδιο από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων του ΥΠΕΧΩΔΕ για έργα ύδρευσης - αποχέτευσης. Συγκεκριμένα, προβλέπεται το 2001 να διατεθούν στον τομέα αυτό πιστώσεις ύψους 21 δισ. δρχ., έναντι 25,6 δισ. δρχ. που διατέθηκαν φέτος.
Και κάποια τραγελαφικά:
Οπως ανακοίνωσε ο πρόεδρος της Βουλής, η συζήτηση του προϋπολογισμού στην Ολομέλεια της Βουλής θα αρχίσει τη Δευτέρα 18 του Δεκέμβρη και θα ολοκληρωθεί τα μεσάνυχτα της Παρασκευής 22 του Δεκέμβρη.
Στην αρμόδια Κοινοβουλευτική Επιτροπή για επεξεργασία θα εισαχθεί στις 21 του Νοέμβρη.