ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 31 Γενάρη 2010
Σελ. /24
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΒΛΑΝΤΙΜΙΡ ΙΛΙΤΣ ΟΥΛΙΑΝΟΦ ΛΕΝΙΝ
Το έργο του πηγή δύναμης για την αντεπίθεση

Την προηγούμενη Κυριακή 24/1/2010, στο «Ριζοσπάστη», στην ίδια στήλη της Ιστορίας με αφορμή την 86η επέτειο από το θάνατο του Β.Ι. Λένιν, γράφαμε ότι τέτοιες επέτειοι για κάθε κομμουνιστή και κομμουνίστρια αποτελούν μέρα μνήμης που γεννά τη μεγαλύτερη αισιοδοξία ως προς την προοπτική της αταξικής κοινωνίας, αφού ο Λένιν ως επικεφαλής του κόμματος των μπολσεβίκων έδεσε το όνομά του με το μεγαλύτερο παγκόσμιο κοσμοϊστορικό γεγονός της εποχής του τελευταίου σταδίου του καπιταλισμού, τη Μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση. Και αυτή η αισιοδοξία ως προς το νομοτελειακό πέρασμα από τις ταξικές κοινωνίες στην αταξική, πηγάζει ακριβώς από το γεγονός ότι το έργο του Λένιν, όπως βεβαίως πρωταρχικά των Μαρξ και Ενγκελς (σ' αυτό «πάτησε» ο Λένιν και το συνέχισε, το ανέπτυξε), απέδειξε αυτή τη νομοτελειακή εξέλιξη και στην πράξη. Γεγονός που στις μέρες μας συνδέεται με την ανάγκη να ανατρέχουμε ξανά και ξανά στη μελέτη του έργου του, ως συστατικό στοιχείο της δικής μας δράσης. Στη διαλεχτική ενότητα θεωρίας και πράξης.

Η συνειδητοποίηση της επικαιρότητας αυτού του έργου γίνεται πηγή δύναμης για την επίθεση της εργατικής τάξης και των λαϊκών μαζών ενάντια στους εκμεταλλευτές, στη μεγάλη πορεία ευόδωσης των αξιών και των ιδανικών τους.

To όνομα του Λένιν είναι ταυτισμένο με το μεγαλύτερο κοσμοϊστορικό γεγονός του 20ού αιώνα, τη Μεγάλη Οχτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση. Αλλά η επανάσταση δεν είναι έργο μιας πράξης. Πίσω από το συγκεκριμένο γεγονός, τομή στην Ιστορία της ανθρωπότητας, γιατί άνοιγε ο δρόμος του περάσματος από τις ταξικές κοινωνίες στον κομμουνισμό, την αταξική κοινωνία, υπάρχει ένα τεράστιο επαναστατικό έργο, συνέχεια του έργου των Μαρξ - Ενγκελς. Αλλά και μετά την πραγματοποίηση της επανάστασης, υπάρχει η πορεία της οικοδόμησης του σοσιαλισμού, τις βάσεις της οποίας, θεωρητικά και πρακτικά, ανέπτυξε ο Λένιν.


Ο Λένιν ανέπτυξε και τις θεωρητικές βάσεις της οικοδόμησης της νέας κοινωνίας. Τα χρόνια που πέρασαν μετά την αντεπανάσταση αναδεικνύουν ακόμη πιο ανάγλυφα την επικαιρότητα του έργου του Λένιν, όπως και των Μαρξ - Ενγκελς.

Ετσι τιμώντας την 86η επέτειο από το θάνατο του Β. Ι. Λένιν, παρουσιάσαμε το έργο του «Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΤΟΥ».

Συνεχίζοντας σήμερα στο ίδιο ζήτημα, την πορεία οικοδόμησης του σοσιαλισμού, παρουσιάζουμε αποσπάσματα από το έργο του «ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ» που αναφέρονται στις δυό βαθμίδες (ανώριμη και ώριμη) της κομμουνιστικής κοινωνίας στα οποία θέτει ζητήματα που αποτέλεσαν οδηγό στη μελέτη του ΚΚΕ για τις αιτίες της αντεπανάστασης. Σ' αυτό του το έργο ο Β.Ι. Λένιν, όπως και οι Μαρξ-Ενγκελς, εξηγεί ότι από την κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη ως την αταξική κοινωνία, υπάρχει το κράτος της «Δικτατορίας του Προλεταριάτου». Αναφέρεται επίσης στην κατανομή ενός μέρους των προϊόντων «ανάλογα με την εργασία». Και ότι μόνο «στην ανώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας, όταν θα έχει εξαφανιστεί η υποδουλωτική υποταγή των ατόμων στον καταμερισμό της εργασίας και μαζί της και η αντίθεση ανάμεσα στην πνευματική και στη σωματική εργασία, όταν η εργασία θα έχει γίνει όχι μόνο μέσο για να ζεις, αλλά και η πρώτιστη ανάγκη της ζωής, όταν με την ολόπλευρη ανάπτυξη των ατόμων θα έχουν αναπτυχθεί και οι παραγωγικές δυνάμεις και θα αναβλύζουν πιο άφθονα όλες οι πηγές του κοινωνικού πλούτου, τότε μόνο (...) η κοινωνία θα μπορέσει να γράψει στη σημαία της: "Ο καθένας ανάλογα με τις ικανότητές του, στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του"».

Η απόφαση του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ για τις δυό βαθμίδες


«O σοσιαλισμός, αναφέρει η "Απόφαση του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ: Εκτιμήσεις και συμπεράσματα από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στον 20ό αιώνα με επίκεντρο την ΕΣΣΔ. Η αντίληψη του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό", είναι η πρώτη βαθμίδα του κομμουνιστικού κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού, δεν είναι αυτόνομος κοινωνικοοικονομικός σχηματισμός. Eίναι ο ανώριμος, πρώιμος κομμουνισμός.

H πλήρης επικράτηση των νομοτελειών του κομμουνισμού προϋποθέτει το ξεπέρασμα των στοιχείων ανωριμότητας που χαρακτηρίζουν την κατώτερη βαθμίδα του, το σοσιαλισμό.

Aνώριμος κομμουνισμός σημαίνει ότι δεν έχουν επικρατήσει πλήρως οι κομμουνιστικές σχέσεις στην παραγωγή και στην κατανομή. Iσχύει ο βασικός νόμος του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής: "Αναλογική παραγωγή για τη διευρυμένη ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών".

Kοινωνικοποιούνται τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής, αλλά αρχικά παραμένουν μορφές ατομικής και ομαδικής ιδιοκτησίας, που αποτελούν βάση για την ύπαρξη εμπορευματοχρηματικών σχέσεων. Διαμορφώνονται μορφές παραγωγικών συνεταιρισμών, όπου το επίπεδο των παραγωγικών δυνάμεων ακόμη δεν επιτρέπει την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής. Oι μορφές ομαδικής ιδιοκτησίας αποτελούν μεταβατική μορφή ιδιοκτησίας, ανάμεσα στην ατομική και την κοινωνική, και όχι ανώριμη μορφή κομμουνιστικών σχέσεων.

H ανάπτυξη του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής στην πρώτη βαθμίδα του, τη σοσιαλιστική, είναι διαδικασία για την εξάλειψη της κατανομής του κοινωνικού προϊόντος με χρηματική μορφή. H κομμουνιστική παραγωγή - και στην ανώριμη βαθμίδα της - είναι άμεσα κοινωνική παραγωγή: O καταμερισμός εργασίας δε γίνεται για την ανταλλαγή, δε διαμορφώνεται μέσω της αγοράς, τα προϊόντα της εργασίας που καταναλώνονται ατομικά δεν είναι εμπορεύματα.


O καταμερισμός εργασίας στα κοινωνικοποιημένα μέσα παραγωγής γίνεται με βάση το σχέδιο που οργανώνει την παραγωγή και προσδιορίζει τις αναλογίες της, με στόχο την ικανοποίηση των διευρυμένων κοινωνικών αναγκών, την κατανομή των προϊόντων (αξιών χρήσης). Δηλαδή, είναι κεντρικά σχεδιασμένος καταμερισμός της κοινωνικής εργασίας και εντάσσει άμεσα - όχι μέσω της αγοράς - την ατομική εργασία, ως μέρος, στη συνολική κοινωνική εργασία. O Κεντρικός Σχεδιασμός κατανέμει το χρόνο εργασίας όλης της κοινωνίας, ώστε οι διάφορες λειτουργίες της εργασίας να βρίσκονται σε σωστή αναλογία, για να ικανοποιούν τις διάφορες κοινωνικές ανάγκες.

O Kεντρικός Σχεδιασμός εκφράζει τη συνειδητή αποτύπωση αντικειμενικών αναλογιών της παραγωγής και κατανομής, καθώς και την προσπάθεια για την ολόπλευρη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Γι' αυτό το λόγο, δεν πρέπει να κατανοείται ως τεχνοοικονομικό εργαλείο, αλλά ως κομμουνιστική σχέση παραγωγής και κατανομής, που συνδέει τους εργαζόμενους με τα μέσα παραγωγής, τους σοσιαλιστικούς οργανισμούς. Συμπεριλαμβάνει συνειδητή σχεδιασμένη επιλογή κινήτρων και στόχων στην παραγωγή και αποβλέπει στη διευρυνόμενη ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών (βασικός οικονομικός νόμος του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής). Oι νομοτέλειες του Kεντρικού Σχεδιασμού δεν ταυτίζονται με το κάθε φορά σχέδιο, στο οποίο θα πρέπει να αποτυπώνονται επιστημονικά αυτές οι αντικειμενικές αναλογίες.

Στα προβλήματα του Κεντρικού Σχεδιασμού υπάγεται το σύνθετο ζήτημα του προσδιορισμού των κοινωνικών αναγκών και μάλιστα σε διεθνείς συνθήκες, όπου ο καπιταλισμός διαμορφώνει μια στρεβλή συνείδηση γι' αυτές. Oι κοινωνικές ανάγκες προσδιορίζονται με βάση το επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων που έχει επιτευχθεί τη δεδομένη ιστορική περίοδο. Oι ανάγκες, δηλαδή, πρέπει να κατανοούνται με την ιστορική τους έννοια, ότι μεταβάλλονται ανάλογα με την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Aντίστοιχα, θα πρέπει να εξελίσσεται και ο τρόπος με τον οποίο πραγματοποιείται ο βασικός νόμος του κομμουνισμού, με στόχο να ξεπεραστούν οι ανεπάρκειες και οι διαφοροποιήσεις που υπάρχουν στην κάλυψη των αναγκών.

Xαρακτηριστικό της πρώτης βαθμίδας των κομμουνιστικών σχέσεων είναι η κατανομή ενός μέρους των προϊόντων "ανάλογα με την εργασία". Γύρω από το "μέτρο" της εργασίας αναπτύχθηκε θεωρητική και πολιτική διαπάλη. H κατανομή τμήματος της σοσιαλιστικής παραγωγής "σύμφωνα με την εργασία" (που ως προς τη μορφή μοιάζει με την εμπορευματική ανταλλαγή) 5 είναι αποτέλεσμα της καπιταλιστικής κληρονομιάς. O νέος τρόπος παραγωγής δεν την έχει αποβάλει, γιατί δεν έχει ακόμα ανάλογα αναπτύξει την ανθρώπινη παραγωγική δύναμη και τα μέσα παραγωγής στις αναγκαίες διαστάσεις με ευρύτατη χρησιμοποίηση της νέας τεχνολογίας. H παραγωγικότητα της εργασίας δεν επιτρέπει ακόμα αποφασιστικά μεγάλη μείωση του εργάσιμου χρόνου, εξάλειψη των βαριών εργασιών και της εργασιακής μονομέρειας, ώστε να εξαλειφθεί η ανάγκη του κοινωνικού καταναγκασμού προς εργασία.

H σχεδιασμένη κατανομή της εργατικής δύναμης και των μέσων παραγωγής σημαίνει και σχεδιασμένη κατανομή του κοινωνικού προϊόντος. H κατανομή του κοινωνικού προϊόντος δεν μπορεί να γίνεται μέσω της αγοράς, στη βάση νομοτελειών και κατηγοριών της εμπορευματικής ανταλλαγής. Σύμφωνα με τον Mαρξ, ο τρόπος της κατανομής θα αλλάζει όταν αλλάζει ο ιδιαίτερος τρόπος του ίδιου του κοινωνικού παραγωγικού οργανισμού και το αντίστοιχο ιστορικό επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγών6(δηλαδή, άλλο το επίπεδό τους στην EΣΣΔ τη δεκαετία του 1930 και άλλο στην EΣΣΔ της δεκαετίας του 1950, του 1960).

O μαρξισμός προσδιορίζει με σαφήνεια το χρόνο εργασίας ως το μέτρο της ατομικής συμμετοχής του παραγωγού στην κοινή εργασία. Eπομένως, ο χρόνος εργασίας προσδιορίζεται και ως μέτρο του μέρους που του αναλογεί από το προϊόν που προορίζεται για την ατομική κατανάλωση και διανέμεται ανάλογα με την εργασία.7 Eνα άλλο μέρος (Παιδεία, Υγεία, φάρμακα, θέρμανση κ.λπ.) ήδη διανέμεται ανάλογα με τις ανάγκες. O "χρόνος εργασίας"8 στο σοσιαλισμό δεν είναι ο "κοινωνικά αναγκαίος χρόνος εργασίας" που αποτελεί μέτρο της αξίας για την ανταλλαγή των εμπορευμάτων στην εμπορευματική παραγωγή. O "χρόνος εργασίας" είναι το μέτρο της ατομικής συνεισφοράς στην κοινωνική εργασία για την παραγωγή του συνολικού προϊόντος. Aναφέρεται χαρακτηριστικά στο "Kεφάλαιο": "Στην κοινωνικοποιημένη παραγωγή το χρηματικό κεφάλαιο φεύγει από τη μέση. H κοινωνία κατανέμει την εργατική δύναμη και τα μέσα παραγωγής στους διάφορους κλάδους παραγωγής. Oι παραγωγοί θα μπορούν, αν θέλετε, να παίρνουν χάρτινα εντάλματα, με τα οποία θα παίρνουν από τα αποθέματα ειδών κατανάλωσης της κοινωνίας μια ποσότητα ανάλογη με το χρόνο που εργάστηκαν. Tα εντάλματα αυτά δεν είναι χρήμα. Δεν κυκλοφορούν".9

H πρόσβαση στο μέρος του κοινωνικού προϊόντος που κατανέμεται "ανάλογα με την εργασία" καθορίζεται από την ατομική προσφορά εργασίας του καθενός στη συνολική κοινωνική εργασία, χωρίς να διαχωρίζεται σε σύνθετη ή απλή, χειρωνακτική ή όχι. Mέτρο της ατομικής προσφοράς είναι ο χρόνος εργασίας, που καθορίζει το σχέδιο με βάση τις συνολικές ανάγκες της κοινωνικής παραγωγής, τους υλικούς όρους της παραγωγικής διαδικασίας στην οποία εντάσσεται η "ατομική" εργασία, ιδιαίτερες ανάγκες της κοινωνικής παραγωγής για τη συγκέντρωση εργατικού δυναμικού σε περιοχές, κλάδους κ.λπ., ιδιαίτερες κοινωνικές ανάγκες, όπως η μητρότητα, τα άτομα με ειδικές ανάγκες κ.λπ., η ατομική στάση απέναντι στην οργάνωση και υλοποίηση της παραγωγικής διαδικασίας. Δηλαδή, πρέπει να συσχετίζεται ο χρόνος εργασίας με στόχους, όπως εξοικονόμηση υλών, εφαρμογή παραγωγικότερων τεχνολογιών, ορθολογικότερη οργάνωση της εργασίας, άσκηση εργατικού ελέγχου στη διοίκηση - διεύθυνση.

H σχεδιασμένη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων στον κομμουνιστικό τρόπο παραγωγής θα πρέπει να απελευθερώνει όλο και περισσότερο χρόνο από την εργασία, ο οποίος θα αξιοποιείται για το ανέβασμα του μορφωτικού - πολιτιστικού επιπέδου του εργάτη, για τη συμμετοχή του στην άσκηση των καθηκόντων εξουσίας και διεύθυνσης της παραγωγής κλπ. H ολόπλευρη ανάπτυξη του ανθρώπου, ως παραγωγικής δύναμης, στην οικοδομούμενη νέου τύπου κοινωνία, και των κομμουνιστικών σχέσεων (μεταξύ αυτών και η κομμουνιστική στάση στην άμεσα κοινωνική εργασία) είναι σχέση αμφίδρομη. Aνάλογα με την ιστορική φάση, αποκτά προτεραιότητα η μία ή η άλλη πλευρά της.

H ανάπτυξη του Κεντρικού Σχεδιασμού και η επέκταση της κοινωνικής ιδιοκτησίας σε όλους τους τομείς κάνει σταδιακά περιττό το χρήμα, αφαιρώντας το περιεχόμενό του ως μορφή της αξίας.

Mέσω των εμπορευματοχρηματικών σχέσεων ανταλλάσσεται το προϊόν της ατομικής και συνεταιριστικής παραγωγής, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας προέρχεται από την αγροτική, με το προϊόν της σοσιαλιστικής. H συνεταιριστική παραγωγή υπάγεται σ' ένα βαθμό στον Κεντρικό Σχεδιασμό, ο οποίος καθορίζει το μέρος της παραγωγής που διατίθεται στο κράτος και την κρατική τιμή, ανώτατες τιμές για το μέρος της παραγωγής που διατίθεται στη συνεταιριστική αγορά.

H κατεύθυνση της επίλυσης της διαφοράς μεταξύ πόλης και υπαίθρου, μεταξύ βιομηχανικής και αγροτικής παραγωγής, είναι: H συνένωση των αγροτών - παραγωγών στην κοινή χρήση μεγάλης έκτασης γης, για την παραγωγή κοινωνικού προϊόντος, με σύγχρονη μηχανοποίηση και άλλα μέσα της επιστημονικοτεχνικής προόδου, που παρέχονται από το σοσιαλιστικό κράτος και ανήκουν σε αυτό, για την ανάπτυξη της παραγωγικότητας της εργασίας. H δημιουργία ισχυρών υποδομών για τη διαφύλαξη του προϊόντος από τις απρόβλεπτες καιρικές μεταβολές. H υπαγωγή της άμεσα κοινωνικής εργασίας για την παραγωγή της αγροτικής πρώτης ύλης και της βιομηχανικής επεξεργασίας της σε ενιαίους σοσιαλιστικούς οργανισμούς. Aυτή η κατεύθυνση υπηρετεί τη μετατροπή όλης της αγροτικής παραγωγής σε μέρος της άμεσα κοινωνικής παραγωγής».

5. K. Mαρξ, "Kριτική του Προγράμματος της Γκότα", εκδ. "Σύγχρονη Eποχή" σελ. 22.

6. K. Mαρξ, "Tο Kεφάλαιο", εκδ. "Σύγχρονη Eποχή", τόμος 1, σελ. 91 - 92.

7. K. Mαρξ, "Kριτική του Προγράμματος της Γκότα", εκδ. "Σύγχρονη Eποχή", σελ. 21, 22, 23 και Φρ. Eνγκελς, "Aντι-Nτύρινγκ", εκδ. "Σύγχρονη Eποχή", 2006, σελ. 328 - 329 - 330.

8. K. Mαρξ, "Το Κεφάλαιο", εκδ. "Σύγχρονη Εποχή", τ. 1, σελ. 91 - 92. Ο "χρόνος", ως μέτρο της εργασίας στη σοσιαλιστική παραγωγή, πρέπει να αντιμετωπίζεται "μόνο σαν παραλληλισμός με την εμπορευματική παραγωγή".

9. K. Mαρξ, "Tο Kεφάλαιο", εκδ. "Σύγχρονη Eποχή", τ. 2, σελ. 357.


ΑΠΟ ΤΟ «ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ»
Η ΠΡΩΤΗ ΦΑΣΗ ΤΗΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

25 του Μάη 1919: Ο Β. Ι. Λένιν σε ομιλία του στους στρατιώτες του νέου σοβιετικού στρατού, στην Κόκκινη Πλατεία της Μόσχας

Associated Press

25 του Μάη 1919: Ο Β. Ι. Λένιν σε ομιλία του στους στρατιώτες του νέου σοβιετικού στρατού, στην Κόκκινη Πλατεία της Μόσχας
Στην «Κριτική του προγράμματος της Γκότα» ο Μαρξ αντικρούει διεξοδικά τη λασαλική ιδέα πως ο εργάτης θα παίρνει στο σοσιαλισμό «ακέραιο» ή «ολόκληρο το προϊόν της εργασίας». Δείχνει πως απ' όλη την κοινωνική εργασία όλης της κοινωνίας είναι ανάγκη ν' αφαιρείται ένα απόθεμα, καθώς και ένα μέρος για τη διεύρυνση της παραγωγής και την αντικατάσταση των μηχανών που «έχουν φθαρεί» κτλ., και έπειτα να αφαιρείται από τα είδη κατανάλωσης ένα μέρος για τα έξοδα της διοίκησης, για τα σχολειά, τα νοσοκομεία, τα γηροκομεία κτλ.

Αντί τη θολή, ασαφή, γενική φράση του Λασάλ («να δίνεται στον εργάτη ολόκληρο το προϊόν της εργασίας») ο Μαρξ κάνει ένα νηφάλιο υπολογισμό για το πώς ακριβώς η σοσιαλιστική κοινωνία θα είναι υποχρεωμένη να ασκεί την οικονομία της. Ο Μαρξ καταπιάνεται με τη συγκεκριμένη ανάλυση των όρων της ζωής αυτής της κοινωνίας, όπου δε θα υπάρχει καπιταλισμός, και λέει πάνω σ' αυτό:

«Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε» (μελετώντας το πρόγραμμα του Εργατικού Κόμματος) «με μια κομμουνιστική κοινωνία, που αναπτύχθηκε πάνω στη δική της βάση, αλλά με μια τέτοια κοινωνία που μόλις τώρα ακριβώς βγαίνει από την καπιταλιστική κοινωνία και που γι' αυτό από κάθε άποψη, οικονομική, ηθική, πνευματική, φέρνει πάνω της ακόμη τη σφραγίδα της παλιάς κοινωνίας, από τα σπλάχνα της οποίας και βγήκε».

«Η ομιλία του Β. Ι. Λένιν στο 2ο Πανρωσικό Συνέδριο των σοβιέτ» (λεπτομέρεια του πίνακα του Β. Σερόφ)
«Η ομιλία του Β. Ι. Λένιν στο 2ο Πανρωσικό Συνέδριο των σοβιέτ» (λεπτομέρεια του πίνακα του Β. Σερόφ)
Αυτή λοιπόν την κομμουνιστική κοινωνία, η οποία τώρα μόλις έχει βγει στο φως της μέρας από τα σπλάχνα του καπιταλισμού, που από κάθε άποψη φέρνει τη σφραγίδα της παλιάς κοινωνίας, ο Μαρξ την ονομάζει «πρώτη» ή κατώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας.

Τα μέσα παραγωγής έπαψαν πια να αποτελούν ατομική ιδιοκτησία ορισμένων προσώπων. Τα μέσα παραγωγής ανήκουν σε ολόκληρη την κοινωνία. Κάθε μέλος της κοινωνίας, εκτελώντας ένα ορισμένο μέρος της κοινωνικά αναγκαίας εργασίας, παίρνει από την κοινωνία απόδειξη ότι πρόσφερε τόση ποσότητα εργασίας. Με την απόδειξη αυτή παίρνει από τις κοινωνικές αποθήκες ειδών κατανάλωσης την ανάλογη ποσότητα προϊόντων. Αν αφαιρέσουμε την ποσότητα εργασίας, που πηγαίνει για τα κοινωνικά κεφάλαια, κάθε εργάτης παίρνει, συνεπώς, από την κοινωνία τόσα, όσα της έδωσε.

Είναι σαν να βασιλεύει η «ισότητα».

Οταν όμως ο Λασάλ, έχοντας υπόψη αυτή την κοινωνική τάξη πραγμάτων (που συνήθως ονομάζεται σοσιαλισμός, ενώ ο Μαρξ της δίνει την ονομασία πρώτη φάση του κομμουνισμού), λέει ότι αυτό θα πει «δίκαιη κατανομή», ότι αυτό θα πει «ίσο δίκαιο του καθενός πάνω στο ίδιο προϊόν της εργασίας του», ο Λασάλ κάνει λάθος και ο Μαρξ ξεκαθαρίζει το λάθος του.

Πραγματικά έχουμε εδώ - λέει ο Μαρξ - «ίσο δίκαιο», αλλά αυτό είναι ακόμη «αστικό δίκαιο» που, όπως και κάθε δίκαιο, προϋποθέτει την ανισότητα. Κάθε δικαίωμα αποτελεί εφαρμογή του ίδιου μέτρου για διαφορετικούς ανθρώπους, που στην πραγματικότητα δεν είναι οι ίδιοι, δεν είναι ίσοι μεταξύ τους, και γι' αυτό το «ίσο δίκαιο» αποτελεί παράβαση της ισότητας και αδικία. Και πραγματικά, ο καθένας που δούλεψε ίσο ποσό κοινωνικής εργασίας με έναν άλλο παίρνει ίσο μερίδιο από την κοινωνική παραγωγή (έξω από τις κρατήσεις που αναφέραμε).

Πίνακας που απεικονίζει τον Λένιν στην Κόκκινη Πλατεία ανάμεσα στους επαναστατημένους
Πίνακας που απεικονίζει τον Λένιν στην Κόκκινη Πλατεία ανάμεσα στους επαναστατημένους
Στο μεταξύ ο κάθε άνθρωπος δεν είναι ίσος με τον άλλο: Ο ένας είναι δυνατότερος, ο άλλος πιο αδύνατος, ο ένας είναι παντρεμένος, ο άλλος όχι, ο ένας έχει περισσότερα παιδιά, ο άλλος λιγότερα κτλ.

«...Με ίση απόδοση εργασίας - συμπεραίνει ο Μαρξ - και επομένως με ίση συμμετοχή στο κοινωνικό καταναλωτικό απόθεμα ο ένας παίρνει στην πραγματικότητα περισσότερο από τον άλλο, ο ένας είναι πλουσιότερος από τον άλλο κτλ. Για ν' αποφευχθούν όλα αυτά, θα έπρεπε το δίκαιο, αντί να είναι ίσο, να είναι μάλλον άνισο...».

Επομένως, η πρώτη φάση του κομμουνισμού δεν μπορεί ακόμη να εξασφαλίσει τη δικαιοσύνη και την ισότητα: Θα μείνουν οι διαφορές στον πλούτο και μάλιστα διαφορές άδικες, αλλά δε θα μπορεί να γίνεται εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, γιατί θα είναι αδύνατο να γίνουν ατομική ιδιοκτησία τα μέσα παραγωγής, τα εργοστάσια, οι μηχανές, η γη κτλ. Ανατρέποντας τη μικροαστική ασαφή φράση του Λασάλ για «ισότητα» και «δικαιοσύνη» γενικά, ο Μαρξ δείχνει την πορεία εξέλιξης της κομμουνιστικής κοινωνίας, που είναι αναγκασμένη στην αρχή να εκμηδενίσει μόνο τούτη την «αδικία», ότι τα μέσα παραγωγής τα έχουν αρπάξει ξεχωριστά άτομα, ενώ δεν είναι σε θέση να εκμηδενίσει μονομιάς και την παραπέρα αδικία, που συνίσταται στην κατανομή των καταναλωτικών αγαθών «ανάλογα με την εργασία» (και όχι με τις ανάγκες).

Οι χυδαίοι οικονομολόγοι, μαζί και οι αστοί καθηγητές, μαζί και ο «δικός» μας Τουγκάν, κατηγορούν διαρκώς τους σοσιαλιστές ότι τάχα ξεχνούν την ανισότητα των ανθρώπων και «ονειροπολούν» να εκμηδενίσουν αυτή την ανισότητα. Η κατηγορία αυτή, όπως βλέπουμε, αποδείχνει μονάχα την τέλεια αγραμματοσύνη των κ. κ. αστών θεωρητικών.

Ο Μαρξ δεν παίρνει μόνο υπόψη του με τον πιο ακριβολογημένο τρόπο την αναπόφευκτη ανισότητα των ανθρώπων, παίρνει επίσης υπόψη του ότι με μόνο το πέρασμα των μέσων της παραγωγής στην κοινή ιδιοκτησία όλης της κοινωνίας («σοσιαλισμός», στη συνηθισμένη χρήση της λέξης) δεν εξαλείφονται οι ελλείψεις της κατανομής και της ανισότητας του «αστικού δικαίου», που εξακολουθεί να κυριαρχεί εφόσον τα προϊόντα κατανέμονται «ανάλογα με την εργασία».

Ο Β. Ι. Λένιν στην Κόκκινη Πλατεία επιθεωρεί μονάδες του Κόκκινου Στρατού
Ο Β. Ι. Λένιν στην Κόκκινη Πλατεία επιθεωρεί μονάδες του Κόκκινου Στρατού
«...Μα αυτές οι ελλείψεις - συνεχίζει ο Μαρξ - δεν μπορούν να αποφευχθούν στην πρώτη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας, όπως αυτή έχει ακριβώς βγει, ύστερα από μακρόχρονα κοιλοπονήματα από την καπιταλιστική κοινωνία. Το δίκαιο δεν μπορεί ποτέ να είναι ανώτερο από το οικονομικό σύστημα και την καθορισμένη απ' αυτό πολιτιστική ανάπτυξη της κοινωνίας...».

Ετσι, στην πρώτη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας (που συνήθως τη λένε σοσιαλισμό) το «αστικό δίκαιο» δεν καταργείται ολοκληρωτικά, παρά μόνο εν μέρει, μόνο στο βαθμό που έχει επιτευχθεί πια η οικονομική ανατροπή, δηλαδή μόνο απέναντι στα μέσα παραγωγής. Το «αστικό δίκαιο» αναγνωρίζει τα μέσα παραγωγής σαν ατομική ιδιοκτησία ορισμένων προσώπων. Ο σοσιαλισμός τα κάνει κοινή ιδιοκτησία. Στο βαθμό αυτό - και μόνο αυτό - το «αστικό δίκαιο» παύει να ισχύει.

Παρ' όλα αυτά όμως το δίκαιο ισχύει στο άλλο του μέρος, σαν ρυθμιστής (καθοριστής) της κατανομής των προϊόντων και της κατανομής της εργασίας ανάμεσα στα μέλη της κοινωνίας. «Οποιος δεν εργάζεται δεν πρέπει να τρώει» - αυτή η σοσιαλιστική αρχή έχει πια πραγματοποιηθεί. «Για ίση ποσότητα εργασίας, ίση ποσότητα προϊόντων» - και αυτή η σοσιαλιστική αρχή έχει πια πραγματοποιηθεί. Ωστόσο, αυτό δεν είναι ακόμη κομμουνισμός και δεν καταργεί ακόμη το «αστικό δίκαιο», που δίνει ίση ποσότητα προϊόντων σε άνισα άτομα για άνιση (ουσιαστικά άνιση) ποσότητα εργασίας.

Αυτό είναι «ελάττωμα», λέει ο Μαρξ, αλλά είναι αναπόφευκτο στην πρώτη φάση του κομμουνισμού, γιατί, χωρίς να πέφτουμε στην ουτοπία, δεν πρέπει να νομίζουμε πως, όταν οι άνθρωποι θα έχουν ανατρέψει τον καπιταλισμό, θα μάθουν μονομιάς να εργάζονται για την κοινωνία δίχως κανένα κανόνα δικαίου, άλλωστε η κατάργηση του καπιταλισμού δεν προσφέρει μεμιάς τις οικονομικές προϋποθέσεις για μια τέτοια μεταβολή.

Αλλοι όμως κανόνες, εκτός από το «αστικό δίκαιο», δεν υπάρχουν. Στο βαθμό λοιπόν αυτό εξακολουθεί να είναι αναγκαίο και το κράτος, που, περιφρουρώντας την κοινή ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, θα πρέπει να περιφρουρεί και την ισότητα της εργασίας και την ισότητα της κατανομής των προϊόντων.

Το κράτος απονεκρώνεται, εφόσον δε θα υπάρχουν πια καπιταλιστές, δε θα υπάρχουν πια τάξεις, και γι' αυτό δε θα μπορεί πια να καταπιέζει καμιά τάξη.

Το κράτος όμως δεν έχει ακόμη απονεκρωθεί εντελώς, γιατί παραμένει η περιφρούρηση του «αστικού δικαίου» που καθαγιάζει την πραγματική ανισότητα. Για την ολοκληρωτική απονέκρωση του κράτους χρειάζεται ο ολοκληρωμένος κομμουνισμός.

Η ΑΝΩΤΕΡΗ ΦΑΣΗ ΤΗΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Ο Μαρξ συνεχίζει:

«...Στην ανώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας, όταν θα έχει εξαφανιστεί η υποδουλωτική υποταγή των ατόμων στον καταμερισμό της εργασίας και μαζί της και η αντίθεση ανάμεσα στην πνευματική και στη σωματική εργασία, όταν η εργασία θα έχει γίνει όχι μόνο μέσο για να ζεις, αλλά και η πρώτιστη ανάγκη της ζωής, όταν με την ολόπλευρη ανάπτυξη των ατόμων θα έχουν αναπτυχθεί και οι παραγωγικές δυνάμεις και θα αναβλύζουν πιο άφθονα όλες οι πηγές του κοινωνικού πλούτου, τότε μόνο θα είναι δυνατό να ξεπεραστεί ολότελα ο στενός ορίζοντας του αστικού δικαίου και η κοινωνία θα μπορέσει να γράψει στη σημαία της: "Ο καθένας ανάλογα με τις ικανότητές του, στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του"».

Μόνο τώρα μπορούμε να εκτιμήσουμε όλη την ορθότητα των παρατηρήσεων του Ενγκελς, όταν κορόιδευε αλύπητα την ανοησία που περιέχει ο συνδυασμός των λέξεων «ελευθερία» και «κράτος». Οσο υπάρχει κράτος, δεν υπάρχει ελευθερία. Οταν θα υπάρχει ελευθερία, δε θα υπάρχει κράτος.

Η οικονομική βάση για την ολοκληρωτική απονέκρωση του κράτους είναι μια τόσο υψηλή ανάπτυξη του κομμουνισμού, που εξαφανίζει την αντίθεση ανάμεσα στην πνευματική και στη σωματική εργασία και συνεπώς εξαφανίζει μια από τις σπουδαιότερες πηγές της σύγχρονης κοινωνικής ανισότητας, και μάλιστα μια τέτοια πηγή, που σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να εξαλειφθεί μεμιάς, με μόνο το πέρασμα των μέσων παραγωγής σε κοινωνική ιδιοκτησία, με μόνη την απαλλοτρίωση των καπιταλιστών.

Η απαλλοτρίωση αυτή θα δώσει τη δυνατότητα να αναπτυχθούν οι παραγωγικές δυνάμεις σε τεράστιες διαστάσεις. Κι αν δούμε σε τι απίστευτο βαθμό εμποδίζει ακόμη και σήμερα ο καπιταλισμός αυτή την ανάπτυξη, τι πολλά πράγματα θα μπορούσαμε να κινήσουμε προς τα μπρος με βάση τη σημερινή πια τεχνική που έχουμε κατακτήσει, έχουμε κάθε λόγο να πούμε με απόλυτη πεποίθηση ότι η απαλλοτρίωση των καπιταλιστών θα φέρει αναπόφευκτα μια τεράστια ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της ανθρώπινης κοινωνίας. Πόσο γρήγορα όμως θα προχωρήσει η ανάπτυξη αυτή, πόσο γρήγορα αυτή θα οδηγήσει στην κατάργηση του καταμερισμού της εργασίας, στην εκμηδένιση της αντίθεσης ανάμεσα στην πνευματική και στη σωματική εργασία, στη μετατροπή της εργασίας σε «πρώτιστη ανάγκη της ζωής», αυτό δεν το ξέρουμε κι ούτε μπορούμε να το ξέρουμε.

Επομένως, έχουμε το δικαίωμα να μιλάμε μόνο για την αναπόφευκτη απονέκρωση του κράτους, υπογραμμίζοντας τη διάρκεια αυτού του προτσές, την εξάρτησή του από την ταχύτητα ανάπτυξης της ανώτερης φάσης του κομμουνισμού και αφήνοντας εντελώς ανοιχτό το ζήτημα των χρονικών περιόδων και των συγκεκριμένων μορφών που θα πάρει η απονέκρωση, γιατί δεν υπάρχουν στοιχεία για να λύσουμε τα ζητήματα αυτά.

Το κράτος θα μπορέσει ν' απονεκρωθεί ολοκληρωτικά, όταν η κοινωνία θα εφαρμόσει τον κανόνα «Ο καθένας ανάλογα με τις ικανότητές του, στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του», δηλαδή, όταν οι άνθρωποι θα έχουν σε τέτοιο βαθμό συνηθίσει να τηρούν τους βασικούς κανόνες της συμβίωσης και η εργασία τους θα έχει γίνει τόσο παραγωγική, που προαιρετικά θα εργάζονται ανάλογα με τις ικανότητές τους. «Ο στενός ορίζοντας του αστικού δικαίου», που αναγκάζει τον άνθρωπο να λογαριάζει, με τη σκληρότητα ενός Σάιλοκ, μη τυχόν και δουλέψει μισή ώρα παραπάνω από το διπλανό του, μη τυχόν και πληρωθεί λιγότερο από τον άλλο - αυτός ο στενός ορίζοντας θα έχει τότε ξεπεραστεί. Η κατανομή των προϊόντων δε θα απαιτεί τότε από την κοινωνία ρύθμιση του ποσού των προϊόντων που θα παίρνει ο καθένας. Το κάθε άτομο θα παίρνει ελεύθερα «ανάλογα με τις ανάγκες» του.

Από την αστική άποψη είναι εύκολο να χαρακτηρίσεις σαν «καθαρή ουτοπία» μια παρόμοια κοινωνική διάρθρωση και να κοροϊδεύεις τους σοσιαλιστές, γιατί υπόσχονται στον καθένα το δικαίωμα να παίρνει από την κοινωνία, δίχως κανένα έλεγχο πάνω στην εργασία του κάθε πολίτη, οποιαδήποτε ποσότητα τρούφες, αυτοκίνητα, πιάνα κτλ. Με τέτοια κοροϊδία και σήμερα ακόμη παρακάμπτουν το ζήτημα οι περισσότεροι αστοί «επιστήμονες», που φανερώνουν έτσι και την αμάθειά τους και τη συμφεροντολογική υπεράσπιση του καπιταλισμού από μέρους τους.

Αμάθεια, γιατί στο νου κανενός σοσιαλιστή δεν πέρασε η ιδέα «να υποσχεθεί» πως θα έλθει η ανώτερη μορφή εξέλιξης του κομμουνισμού. Και η πρόβλεψη των μεγάλων σοσιαλιστών ότι η φάση αυτή θα έλθει, δεν προϋποθέτει ούτε τη σημερινή παραγωγικότητα της εργασίας, ούτε και το σημερινό μικροαστό, που είναι ικανός, σαν τους ιεροσπουδαστές του Πομιαλόβσκι, να χαλάει «άσκοπα» τις παρακαταθήκες του κοινωνικού πλούτου και να ζητάει τα αδύνατα.

Ως την ώρα που θα έλθει η «ανώτερη» φάση του κομμουνισμού, οι σοσιαλιστές απαιτούν αυστηρότατο έλεγχο από την κοινωνία και από το κράτος πάνω στο μέτρο της εργασίας και της κατανάλωσης, μόνο που ο έλεγχος αυτός πρέπει να αρχίσει με την απαλλοτρίωση των καπιταλιστών, με τον έλεγχο των εργατών πάνω στους καπιταλιστές και να ασκείται όχι από το κράτος των γραφειοκρατών, αλλά από το κράτος των ένοπλων εργατών.

Η ιδιοτελής υπεράσπιση του καπιταλισμού από τους αστούς θεωρητικούς (και από τα τσιράκια τους σαν τους διάφορους κ. κ. Τσερετέλι, Τσερνόφ και Σία) συνίσταται ακριβώς στο ότι υποκαθιστούν με συζητήσεις και φλυαρίες για ένα μακρινό μέλλον το φλέγον και επίκαιρο ζήτημα της σημερινής πολιτικής: Την απαλλοτρίωση των καπιταλιστών, τη μετατροπή όλων των πολιτών σε εργάτες και υπαλλήλους ενός μεγάλου «συνδικάτου», και συγκεκριμένα όλου του κράτους, και την ολοκληρωτική υπαγωγή ολόκληρου του έργου όλου αυτού του συνδικάτου στο κράτος, το πραγματικά δημοκρατικό, στο κράτος των Σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών.

Στην ουσία, όταν ο σοφός καθηγητής, και μαζί του ο μικροαστός, και μαζί τους οι διάφοροι κύριοι Τσερετέλι και Τσερνόφ μιλάνε για παράλογες ουτοπίες, για δημαγωγικές υποσχέσεις των μπολσεβίκων, για το ανέφικτο της «καθιέρωσης» του σοσιαλισμού, έχουν υπόψη τους ακριβώς το ανώτερο στάδιο ή φάση του κομμουνισμού, που κανένας όχι μόνο δεν υποσχέθηκε να την «καθιερώσει», μα ούτε και το σκέφτηκε, γιατί γενικά δεν μπορεί κανένας να την «καθιερώσει».

Ετσι λοιπόν φτάσαμε στο ζήτημα της επιστημονικής διαφοράς ανάμεσα στο σοσιαλισμό και στον κομμουνισμό, ζήτημα που το έχει θίξει ο Ενγκελς στο συλλογισμό του που αναφέραμε πιο πάνω, ότι είναι λαθεμένη η ονομασία «σοσιαλδημοκράτες». Από πολιτική άποψη η διαφορά ανάμεσα στην πρώτη ή κατώτερη και στην ανώτερη φάση του κομμουνισμού θα γίνει ίσως με τον καιρό τεράστια, τώρα όμως, στον καπιταλισμό, θα ήταν γελοίο να την τονίζουμε, και μόνο ίσως ορισμένοι αναρχικοί θα μπορούσαν να την προβάλλουν στην πρώτη γραμμή (αν έμειναν ακόμη ανάμεσα στους αναρχικούς άνθρωποι που δε διδάχτηκαν τίποτε ύστερα από την «πλεχανοφική» μεταμόρφωση των Κροπότκιν, Γκραβ, Κορνέλισεν και άλλων «αστέρων» του αναρχισμού σε σοσιαλσοβινιστές ή σε αναρχικούς των χαρακωμάτων, όπως εκφράστηκε ο Γκε, ένας από τους λίγους αναρχικούς που διατήρησαν την τιμή και τη συνείδησή τους).

Ωστόσο, η επιστημονική διαφορά ανάμεσα στο σοσιαλισμό και στον κομμουνισμό είναι καθαρή. Αυτό που συνήθως λένε σοσιαλισμό, ο Μαρξ το ονόμαζε «πρώτη» ή κατώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας. Εφόσον τα μέσα παραγωγής γίνονται κοινή ιδιοκτησία, μπορεί να χρησιμοποιηθεί κι εδώ η λέξη «κομμουνισμός», φτάνει να μην ξεχνάμε πως δεν πρόκειται για ολοκληρωμένο κομμουνισμό. Η μεγάλη σημασία των διασαφήσεων του Μαρξ συνίσταται στο ότι ο Μαρξ εφαρμόζει κι εδώ με συνέπεια την υλιστική διαλεκτική, τη διδασκαλία της εξέλιξης, θεωρώντας τον κομμουνισμό σαν κάτι που αναπτύσσεται από τον καπιταλισμό. Αντί για σχολαστικά επινοημένους, «σκαρωμένους» ορισμούς και άκαρπες συζητήσεις γύρω από λέξεις (τι είναι σοσιαλισμός και τι κομμουνισμός), ο Μαρξ κάνει ανάλυση σ' εκείνο που θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε βαθμίδες της οικονομικής ωριμότητας του κομμουνισμού.

Ο κομμουνισμός στην πρώτη του φάση, στην πρώτη του βαθμίδα δεν μπορεί ακόμη να είναι οικονομικά εντελώς ώριμος, εντελώς απαλλαγμένος από τις παραδόσεις ή τα ίχνη του καπιταλισμού. Ετσι εξηγείται ένα τόσο ενδιαφέρον φαινόμενο, όπως είναι η διατήρηση του «στενού ορίζοντα του αστικού δικαίου» στην πρώτη φάση του κομμουνισμού. Βέβαια, το αστικό δίκαιο στο ζήτημα της κατανομής των προϊόντων κατανάλωσης προϋποθέτει αναπόφευκτα και την ύπαρξη του αστικού κράτους, γιατί το δίκαιο δεν είναι τίποτε δίχως το μηχανισμό, που να είναι σε θέση να εξαναγκάζει να τηρούνται οι κανόνες δικαίου.

Συνάγεται επομένως το συμπέρασμα ότι στον κομμουνισμό για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα μένει όχι μόνο το αστικό δίκαιο, αλλά ακόμη και το αστικό κράτος - δίχως αστική τάξη!

Αυτό μπορεί να φανεί παραδοξολογία, είτε απλώς διαλεκτικό παιχνίδι της σκέψης, για το οποίο συχνά κατηγορούν το μαρξισμό άνθρωποι που δεν κοπιάσανε καθόλου να μελετήσουν το εξαιρετικά βαθύ περιεχόμενό του.

Στην πραγματικότητα όμως η ζωή μας δείχνει σε κάθε βήμα, τόσο στη φύση, όσο και στην κοινωνία, τα υπολείμματα του παλιού μέσα στο καινούριο. Και δεν έμπασε αυθαίρετα ο Μαρξ ένα κομματάκι «αστικού» δικαίου μέσα στον κομμουνισμό, αλλά πήρε αυτό που οικονομικά και πολιτικά είναι αναπότρεπτο σε μια κοινωνία, που βγαίνει από τα σπλάχνα του καπιταλισμού.

Η δημοκρατία έχει τεράστια σημασία στον αγώνα της εργατικής τάξης ενάντια στους καπιταλιστές για την απελευθέρωσή της. Η δημοκρατία όμως δεν είναι καθόλου το όριο που δεν μπορεί να ξεπεραστεί, αλλά ένας μόνο σταθμός στο δρόμο από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό και από τον καπιταλισμό στον κομμουνισμό.

Δημοκρατία σημαίνει ισότητα. Είναι ευνόητο πόσο μεγάλη σημασία έχει η πάλη του προλεταριάτου για την ισότητα και το σύνθημα της ισότητας, όταν το καταλαβαίνουμε σωστά με την έννοια της εξάλειψης των τάξεων. Δημοκρατία όμως σημαίνει μόνο τυπική ισότητα. Και αμέσως μετά την πραγματοποίηση της ισότητας όλων των μελών της κοινωνίας στο ζήτημα της κατοχής των μέσων παραγωγής, δηλαδή της ισότητας στην εργασία, της ισότητας στο μισθό εργασίας, μπροστά στην ανθρωπότητα θα μπει αναπότρεπτα το ζήτημα να προχωρήσει παραπέρα, από την τυπική ισότητα στην πραγματική, δηλαδή στην εφαρμογή του κανόνα: «Ο καθένας ανάλογα με τις ικανότητές του, στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του». Από ποια στάδια θα περάσει, ποια πρακτικά μέτρα θα πάρει η ανθρωπότητα για να φτάσει σ' αυτό τον ανώτερο σκοπό, είναι ζήτημα που δεν το ξέρουμε και ούτε μπορούμε να το ξέρουμε. Εχει όμως σημασία να ξεκαθαρίσουμε για τον εαυτό μας πόσο απροσμέτρητα κίβδηλη είναι η συνηθισμένη αστική αντίληψη ότι τάχα ο σοσιαλισμός είναι κάτι το νεκρό, το αποστεωμένο και μια για πάντα δοσμένο, ενώ στην πραγματικότητα μόνο από το σοσιαλισμό θα αρχίσει η γοργή, η αληθινή, η πραγματικά μαζική κίνηση προς τα μπρος σε όλους τους τομείς της κοινωνικής και ατομικής ζωής, με τη συμμετοχή της πλειοψηφίας του πληθυσμού και μετά με τη συμμετοχή όλου του πληθυσμού.

Η δημοκρατία είναι μορφή κράτους, μια από τις παραλλαγές του. Επομένως, αποτελεί, όπως και κάθε κράτος, οργανωμένη, συστηματική άσκηση βίας πάνω στα άτομα. Αυτό, από τη μια μεριά. Από την άλλη, όμως, σημαίνει την τυπική αναγνώριση της ισότητας ανάμεσα στους πολίτες, του ίσου δικαιώματος όλων να καθορίζουν τη συγκρότηση του κράτους και να το διοικούν. Αυτό πάλι, με τη σειρά του, συνδέεται με το ζήτημα ότι σε μια ορισμένη βαθμίδα της εξέλιξής της η δημοκρατία, πρώτο, συσπειρώνει το προλεταριάτο, την επαναστατική τάξη, ενάντια στον καπιταλισμό και της δίνει τη δυνατότητα να τσακίσει, να κάνει θρύψαλα, να σαρώσει από το πρόσωπο της Γης την αστική, έστω και δημοκρατική-αστική, κρατική μηχανή, το μόνιμο στρατό, την αστυνομία, την υπαλληλοκρατία, να τα αντικαταστήσει με μια πιο δημοκρατική, που παραμένει όμως ακόμη κρατική μηχανή με τη μορφή των ένοπλων εργατικών μαζών, που εξελίσσεται σε μια καθολική συμμετοχή του λαού στην πολιτοφυλακή.

Εδώ η «ποσότητα περνάει στην ποιότητα»: Ο τέτοιος βαθμός δημοκρατισμού συνδέεται με το ξεπέρασμα των πλαισίων της αστικής κοινωνίας, με την έναρξη του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού της. Αν πραγματικά όλοι θα συμμετέχουν στη διακυβέρνηση του κράτους, ο καπιταλισμός δε θα μπορεί πια να κρατηθεί. Και η ανάπτυξη του καπιταλισμού με τη σειρά της δημιουργεί τις προϋποθέσεις για να μπορούν πραγματικά «όλοι» να συμμετέχουν στη διακυβέρνηση του κράτους. Σ' αυτές τις προϋποθέσεις ανήκει η καθολική σχολική εκπαίδευση, που την έχουν ήδη εφαρμόσει πολλές από τις προηγμένες καπιταλιστικές χώρες, μετά «η εκπαίδευση και πειθάρχηση» εκατομμυρίων εργατών από το μεγάλο, πολυσύνθετο, κοινωνικοποιημένο μηχανισμό των ταχυδρομείων, των σιδηροδρόμων, των μεγάλων εργοστασίων, του μεγάλου εμπορίου, των τραπεζών κτλ. κτλ.

Με τέτοιες οικονομικές προϋποθέσεις είναι πέρα για πέρα κατορθωτό να περάσουμε αμέσως, από τη μια μέρα στην άλλη, αφού ανατρέψουμε τους καπιταλιστές και την υπαλληλοκρατία, στην αντικατάστασή τους - στο έργο του ελέγχου της παραγωγής και της κατανομής, στο έργο της καταγραφής της εργασίας και των προϊόντων - από τους ένοπλους εργάτες, από τον ένοπλο λαό στο σύνολό του. (Δεν πρέπει να συγχέουμε τον έλεγχο και την καταγραφή με το επιστημονικά καταρτισμένο προσωπικό από μηχανικούς, γεωπόνους κτλ.: Αυτοί οι κύριοι εργάζονται σήμερα υποταγμένοι στους καπιταλιστές, αύριο θα εργάζονται ακόμη καλύτερα υποταγμένοι στους ένοπλους εργάτες).

Καταγραφή και έλεγχος - να ποιο είναι το κύριο που χρειάζεται για τη «ρύθμιση», για τη σωστή λειτουργία της πρώτης φάσης της κομμουνιστικής κοινωνίας. Ολοι οι πολίτες μετατρέπονται εδώ σε μισθωτούς υπαλλήλους του κράτους, που το αποτελούν οι ένοπλοι εργάτες. Ολοι οι πολίτες γίνονται υπάλληλοι και εργάτες ενός παλλαϊκού κρατικού «συνδικάτου». Ολο το ζήτημα είναι να εργάζονται εξίσου, να τηρούν σωστά το μέτρο στη δουλειά και να έχουν ίσες απολαβές. Ο καπιταλισμός έχει απλοποιήσει σ' εξαιρετικό βαθμό αυτή την καταγραφή και τον έλεγχο, τα έχει αναγάγει σε εντελώς απλές πράξεις εποπτείας και καταχώρησης, προσιτές στον κάθε άνθρωπο που ξέρει ανάγνωση και γραφή, φτάνει να ξέρει τις τέσσερις πράξεις της αριθμητικής και να κόβει τις σχετικές αποδείξεις*.

Οταν η πλειοψηφία του λαού θα αρχίσει να κάνει μόνη της και παντού αυτή την καταγραφή, αυτό τον έλεγχο στους καπιταλιστές (που θα έχουν τώρα μεταβληθεί σε υπαλλήλους) και στους κυρίους διανοουμένους, που εξακολουθούν να διατηρούν τις καπιταλιστικές συνήθειες, ο έλεγχος αυτός θα γίνει τότε πραγματικά καθολικός, γενικός, παλλαϊκός, τότε κανείς δε θα μπορεί να ξεφύγει απ' αυτόν, «δε θα έχει πού να κρυφτεί».

Ολη η κοινωνία θα είναι ένα γραφείο και ένα εργοστάσιο με ίση εργασία και ίση πληρωμή.

Αυτή όμως η «εργοστασιακή» πειθαρχία, που το προλεταριάτο, το οποίο νίκησε τους καπιταλιστές και γκρέμισε τους εκμεταλλευτές, θα την επεκτείνει σε ολόκληρη την κοινωνία, σε καμιά περίπτωση δεν είναι ούτε το ιδανικό μας, ούτε ο τελικός μας σκοπός, παρά μόνο μια βαθμίδα, αναγκαία για το ριζικό ξεκαθάρισμα της κοινωνίας από τις προστυχιές και τις ατιμίες της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και για την παραπέρα κίνηση προς τα μπρος.

Από τη στιγμή που όλα τα μέλη της κοινωνίας, ή έστω και η τεράστια πλειοψηφία τους, έμαθαν μόνα τους να διοικούν το κράτος, πήραν στα ίδια τους τα χέρια αυτή την υπόθεση, «στρώσανε» τον έλεγχο πάνω στην ασήμαντη μειοψηφία καπιταλιστών, στους κυρίους που θέλουν να διατηρήσουν καπιταλιστικές συνήθειες και στους εργάτες που έχουν διαφθαρεί βαθιά από τον καπιταλισμό - από τη στιγμή αυτή αρχίζει να εξαφανίζεται η ανάγκη κάθε διοίκησης γενικά. Οσο πληρέστερη είναι η δημοκρατία, τόσο πιο κοντά είναι η στιγμή που γίνεται περιττή. Οσο πιο δημοκρατικό είναι το «κράτος» που αποτελείται από ένοπλους εργάτες και που είναι «πια όχι κράτος στην καθαυτό έννοιά του», τόσο πιο γρήγορα θ' αρχίσει να απονεκρώνεται κάθε κράτος.

Γιατί, όταν όλοι μάθουν να διοικούν και πραγματικά θα διοικούν μόνοι τους την κοινωνική παραγωγή, μόνοι τους θα καταγράφουν και θα ελέγχουν τους χαραμοφάηδες, τα αρχοντόπουλα, τους απατεώνες και τους παρόμοιους «θεματοφύλακες των παραδόσεων του καπιταλισμού» - τότε αναπόφευκτα θα γίνει τόσο απίστευτα δύσκολο να ξεφύγει κανείς απ' αυτή την παλλαϊκή καταγραφή και τον παλλαϊκό έλεγχο, θα γίνει τόσο πολύ σπάνια εξαίρεση και θα συνοδεύεται ασφαλώς από μια τόσο γρήγορη και αυστηρή τιμωρία (γιατί οι ένοπλοι εργάτες είναι άνθρωποι πρακτικοί και όχι συναισθηματικοί διανοούμενοι, και είναι ζήτημα αν θα αφήσουν κανένα να αστειεύεται μαζί τους) και η ανάγκη να τηρούνται οι απλοί, βασικοί κανόνες κάθε ανθρώπινης συμβίωσης θα γίνει πολύ γρήγορα συνήθεια.

Και τότε θ' ανοίξουν διάπλατα οι πόρτες για το πέρασμα από την πρώτη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας στην ανώτερη φάση της και μαζί της και στην ολοκληρωτική απονέκρωση του κράτους.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ

*Οταν το κράτος στο κυριότερο μέρος των λειτουργιών του περιοριστεί σε μια τέτοια καταγραφή και σ' έναν τέτοιο έλεγχο από τους ίδιους τους εργάτες, τότε παύει να είναι «πολιτικό κράτος» και «οι δημόσιες λειτουργίες μετατρέπονται από πολιτικές σε απλές διαχειριστικές λειτουργίες» (σύγκρινε πιο πάνω, κεφ. IV, παρ. 2, για την πολεμική του Ενγκελς ενάντια στους αναρχικούς).



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ