Ούτε τις φωνές μας νοιαστήκατε, ούτε τις διαμαρτυρίες μας, ούτε τις διαμαρτυρίες άλλων ανθρώπων, οργανώσεων, εφημερίδων, τηλεοράσεων... Από το σβέρκο και στο "άγνωστο". Πού είμαστε, ρε; Πού μας έχετε μαντρωμένους; Είμαστε όλοι ζωντανοί ή δώσατε τους μισούς για ανταλλακτικά; Θα ξαναβγούμε στο φως ή θα μας ξεβράσει κανένα ρέμα; Χωρίς νεφρά, μάτια, καρδιές, σπλήνες και ό,τι άλλο χρήσιμο για μεταμόσχευση; Και οι φωνές που ακούω είναι πράγματι φωνές τρελών; Μας έχετε όντως σε τρελάδικο κλεισμένους ή οι φωνές που ακούω είναι φωνές αυτών που θέλουν να βγουν και τους βασανίζετε για να το βουλώσουν;
Αλλά, εγώ έχω το δικό μου το πρόβλημα. Θέλω να ξέρω αν θα ξαναγυρίσω ζωντανός στην πλατεία Βάθης. Εκεί που άφησα τα χαρτοκούτια μου, που άπλωνα τις νύχτες και ονειρευόμουνα! Εδώ που με κρατάτε, με τρώει η ανασφάλεια. Φοβάμαι ότι η "καθαριότητα", που εξαγγείλατε, θα είναι οριστική! Κάτι μου λέει, ότι μας ετοιμάζετε για τον Καιάδα. Γιατί, όταν λες "καθαρίζω την πόλη" και μαζί με τα σκουπίδια μαζεύεις και ανθρώπους, και τους μεταχειρίζεσαι και αυτούς όπως τα σκουπίδια, τότε αυτή η "καθαριότητα" μετατρέπεται σε ανθρωποφαγία. Φοβάμαι, λοιπόν, πως έπεσα, πέσαμε, όλοι εμείς της Β΄ εθνικής, σε αληθινούς ανθρωποφάγους! Γιατί ανθρωποφαγία είναι όταν περνάει ο "μπόγιας" και μαζεύει, μαζί με τα αδέσποτα, τους ατυχέστερους των άτυχων και αντί να τους πάει στο στάδιο να χαρούνε τα βαρελότα και τα πυροτεχνήματα, τους χώνει στη Σπιναλόγκα! Στη Σπιναλόγκα, που κανένας δεν ξέρει πού, ακριβώς, βρίσκεται!
Ας κάναμε, όμως, και εμείς τους υπολογισμούς μας. Ας γινόμασταν εθελοντές. Συνεργάτες της αστυνομίας. Ας τρέχαμε πίσω από το "Ντάτσουν" με τα καρπούζια. Εδώ έτρεξε ο Σαββόπουλος, ο Νταλάρας. Εδώ δεν έμεινε σχεδόν κανένας, απ' αυτούς που δεν έπρεπε, που να μην έχει ενδώσει! Ονόματα πρώτα, όχι λιανοπουλητές, παπατζήδες, άστεγοι και διακονιαραίοι. Ωστόσο, αυτή τη φορά απευθύνομαι στον κόσμο, σας παρακαλώ, μη μας ξεχνάτε. Υπάρχει κίνδυνος να σαπίσουμε, οριστικά, εδώ μέσα».