Για μία ακόμα φορά η Βορειοανατολική Αττική βρέθηκε στο επίκεντρο μιας μεγάλης πύρινης καταστροφής, αυτήν τη φορά στον Ωρωπό, σε μια περιοχή που κάθε χρόνο έχει «ραντεβού» με τον ίδιο εφιάλτη.
Πριν προλάβει μάλιστα να ξαναπρασινίσει το συγκεκριμένο δάσος, ξαναθάφτηκε στη στάχτη, με κατοίκους και παραθεριστές να ζουν πάλι το ίδιο έργο, τις φλόγες να απειλούν εκτάσεις, σπίτια και οικισμούς.
Και μόνο από το γεγονός ότι μιλάμε για μια περιοχή μερικά χιλιόμετρα από το μεγαλύτερο αστικό κέντρο της χώρας, προέκταση της Πάρνηθας, όπου έχουν σημειωθεί πάμπολλες πυρκαγιές, ενώ διασχίζεται και από την Εθνική Οδό, γίνεται φανερό ότι εδώ μιλάμε για ένα έγκλημα διαρκείας. Η διαχρονική αδυναμία για ολοκληρωμένη πρόληψη φανερώνει λοιπόν προβλήματα πολύ βαθύτερα από το πόσους πυροσβέστες και αεροπλάνα κατάφερε η κυβέρνηση να στείλει στο πεδίο της μάχης.
Είναι χαρακτηριστικό ότι την ώρα που ήταν σε πλήρη εξέλιξη η πυρκαγιά, επιχειρούσαν οι δασοκομάντος τη διάνοιξη αντιπυρικών ζωνών, με τους κατοίκους να καταγγέλλουν ότι δεν υπήρχαν τα αναγκαία δίκτυα, δεν είχαν συντηρηθεί οι πυροσβεστικοί κρουνοί, δεν είχε διασφαλιστεί η πρόσβαση των πυροσβεστικών οχημάτων στους δασικούς δρόμους. Δεν είχαν δηλαδή εξασφαλιστεί ούτε τα στοιχειώδη μέτρα πριν ξεκινήσει η αντιπυρική περίοδος, ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι κίνδυνοι και να είναι πιο εύκολη η αντιμετώπιση όταν ξεσπάσει μια φωτιά. Τα ίδια έζησαν πριν μερικές μέρες οι κάτοικοι της Χίου, με το 1/3 σχεδόν του νησιού να πλήττεται από τη μεγάλη πυρκαγιά: Καμιά εργασία προληπτικού καθαρισμού, καμιά φύλαξη, δεν λειτουργούσαν καν δεξαμενές με νερό και αντλιοστάσια.
Τι φανερώνουν τα παραπάνω; Οτι όσο και να ξεπεράσουν τον εαυτό τους οι πυροσβέστες, όσες δυνάμεις, όσοι εθελοντές κι αν «επιστρατευτούν» την τελευταία στιγμή, η μάχη που θα δίνουν θα είναι άνιση. Αντίπαλός τους είναι όχι μόνο οι φλόγες, αλλά η ανυπολόγιστα μεγάλη καύσιμη ύλη που έχει συσσωρευθεί από την πολιτική της κρατικής εγκατάλειψης και της επιχειρηματικής δράσης. Οπότε, μια σπίθα αρκεί για να φέρει τεράστια καταστροφή, για να έρθει μετά και η «καραμέλα» της κλιματικής αλλαγής, του «μικροκλίματος» της πυρκαγιάς, των «κηλιδώσεων», της «χοάνης» κ.ο.κ.
Τι στέκεται λοιπόν εμπόδιο σε μέτρα τα οποία ειδικά σήμερα, με την εξέλιξη της τεχνολογίας, θα καθιστούσαν τις πυρκαγιές πιο εύκολα αντιμετωπίσιμες; Τι είναι αυτό που κάνει ευάλωτα όσο ποτέ τα δάση, αλλά και τα αστικά κέντρα και τις βιομηχανικές περιοχές, τις πόλεις και τα χωριά;
Καταρχήν, η πολιτική της «εξοικονόμησης πόρων» για να ταΐζεται με ζεστό χρήμα το μεγάλο κεφάλαιο. Είναι το κράτος που «σέρνεται» όταν είναι να προστατέψει τον λαό από φυσικές καταστροφές, που αντιμετωπίζει ως «εξωπραγματική» τη διεκδίκηση ολοκληρωμένης προστασίας των δασικών εκτάσεων, με μόνιμο προσωπικό όλο το έτος, όπως και την ανάπτυξη όλων των δικτύων σε «νεκρό χρόνο», ώστε να είναι σε πλήρη ετοιμότητα την κρίσιμη περίοδο. Αυτή η «ανικανότητα» βέβαια πάει περίπατο όταν είναι να δοθούν π.χ. 30 δισ. ευρώ στους ΝΑΤΟικούς εξοπλισμούς, με τους επιχειρηματικούς ομίλους της πολεμικής οικονομίας να ράβουν νέες τσέπες για να χωρέσουν τα κέρδη που αναμένουν. Το «ανέτοιμο» κράτος εμφανίζεται πανέτοιμο μέσα στο κατακαλόκαιρο να περνά νέα νομοθετικά εκτρώματα, είτε για τη 13ωρη δουλειά, είτε για την ένταση της ποινικοποίησης της δράσης εργαζομένων, φοιτητών κ.ο.κ.
Αυτή η «επιλεκτική ανικανότητα» γίνεται ταυτόχρονα «λάδι» που ρίχνει το κράτος στη δική του «φωτιά», που είναι διαρκώς αναμμένη από την εμπορευματοποίηση των δασικών εκτάσεων και από τις χρήσεις γης που καθορίζονται με βάση τις προτεραιότητες του κεφαλαίου. Αυτή η πολιτική έχει κάνει «ανακατεμένο τον ερχόμενο» σε βουνά, δάση και πεδιάδες, μπλέκοντας «προστατευμένες εκτάσεις» με βιομηχανικές περιοχές, κατοικίες με ζώνες επιχειρηματικής δράσης κ.ο.κ., κάτι που το έχει πληρώσει πολύ ακριβά ειδικά η Βορειοανατολική Αττική, όπως με τον όλεθρο της Βαρυμπόμπης πριν από λίγα χρόνια.
Με τη νέα καταστροφή να προειδοποιεί για το επόμενο μεγάλο κακό, γίνεται φανερή η ανάγκη της οργάνωσης και της διεκδίκησης, της αγωνιστικής πρωτοβουλίας από το εργατικό - λαϊκό κίνημα και τους φορείς τους. Ο λαός δικαιολογημένα δεν έχει καμιά εμπιστοσύνη στο κράτος και την κυβέρνηση, τις δημοτικές και περιφερειακές αρχές, αφού βλέπει κάθε «μέτρο» που εξαγγέλλεται να χρεοκοπεί επιτόπου, μέσα στον στενό κορσέ του «κόστους - οφέλους».
Επομένως, δεν χωράει ούτε βήμα πίσω από τη διεκδίκηση εδώ και τώρα ουσιαστικών μέτρων πρόληψης και προστασίας, ενίσχυσης σε προσωπικό, μέσα και υποδομές. Ούτε βήμα πίσω από την οργάνωση της σύγκρουσης με την εμπρηστική αυτή πολιτική κράτους και ΕΕ, την πολιτική του κέρδους που διαλύει το φυσικό περιβάλλον, τη λαϊκή περιουσία, την ίδια τη ζωή των εργαζομένων και της νεολαίας.