Οσο πολλαπλασιάζονται τα επίγεια προβλήματα, τόσο γίνεται προσπάθεια από ορισμένους, για μετάθεσή τους στα επουράνια βάθη. Και με τον «εκσυγχρονισμό» των παπα-ροκάδων τίποτα ασφαλώς δε γίνεται, εκτός από τις δημόσιες σχέσεις που αναπτύσσουν. Και μετά διαμαρτύρονται ότι δεν τους καταλαβαίνουν και τους διασύρουν αξιοποιώντας τον άμβωνα, για τον καταγγελτικό τους καθημερινό λόγο.
Πείνα, δυστυχία, ανεργία, οι σκοτεινοί ορίζοντες της «νέας τάξης» η αγριότητα του κεφαλαίου, οι νέες αμερικανικές πυρηνικές απειλές από τα ουράνια προς τα επίγεια, αλλά και οι συγκλονιστικές λαϊκές κινητοποιήσεις αντίστασης και αυτοί, μεταθέτουν τη σύμπραξή τους, σε «θαύματα», μάγια, καφετζούδες και χαρτορίχτρες.
Ακόμη και οι μπογιές εικόνων που «δακρύζουν και αιμορραγούν» αξιοποιούνται όπως και η εκκόλαψη φιδιών και η αφύπνισή τους από τη χειμέρια νάρκη στο πρωτοξύπνημα της άνοιξης. Και αντί το συνοδικό όργανο της εκκλησίας να παρέμβει, περιορίζονται την καπηλεία και την εμπορική εκμετάλλευση της πίστης, ασχολείται σε καθημερινή βάση με τις ταυτότητες, τον πολιτικό γάμο, το άβατο, και τον εξαποδώ, που θα έπρεπε να τον εντοπίσει στο Μαμμωνά!
Ακόμη και φυσικά φαινόμενα παρερμηνεύονται. Για παράδειγμα, στις νότιες ακτές της Κρήτης, προς το Λιβυκό Πέλαγος, αυτή την εποχή, κατά το Μάη προς τον Ιούνιο, συμβαίνει, για μικρό διάστημα, ένα φυσικό φαινόμενο θαυμάσιων οπτικών αντικατοπτρισμών που παίρνει το ποιητικό όνομα «Δροσουλίτες». Οφείλεται στη σύμπτωση μετεωρολογικών παραγόντων στην «αχλή» που σχηματίζεται από την πρωινή δροσιά και την αλισάχνη της θάλασσας, από τη θερμοκρασία και την κλίση των ηλιακών ακτίνων. Τα στοιχεία, αυτά οδηγούν στο ονειρικό φάσμα των «δροσουλιτών», κάτι σαν τους αντικατοπτρισμούς στην έρημο.
Και άλλοι μεν που πατούν γερά στην πραγματικότητα, απολαμβάνουν τα θαύματα της φύσης, όπως το ουράνιο τόξο, ενώ οι ευκολόπιστοι των «θαυμάτων»... βλέπουν στους «δροσουλίτες» μεταφυσικές μεταστοιχειώσεις, όπως π.χ. τις στρατιές του... Μεγαλέξανδρου να επιστρέφουν πάνω από το ακύμαντο πέλαγος, χωρίς το στρατηλάτη τους, για τον οποίο ακόμη ρωτάει η γοργόνα του μύθου...
Του Γιώργου Κ. ΤΣΑΠΟΓΑ