Στην Ελλάδα - απέραντο «Ολυμπιακό χωριό», μπορείς να δεις συνταξιούχους να χτυπιούνται μεταξύ τους για ένα κουπόνι, ένα κουπόνι για λίγες μέρες δωρεάν διακοπών από την Εργατική Εστία, ένα κουπόνι που για να το αποκτήσουν, αναγκάζονται να ξενυχτήσουν στην «ουρά» με - δυστυχώς - αμφίβολα αποτελέσματα. Αλλά αυτό που με πόνεσε πιο πολύ ήταν τα γέλια των μπάτσων, όταν έμπαιναν στη μέση για να χωρίσουν τους γέροντες, που δεν είχαν σε ποιον να ξεσπάσουν και χτυπούσαν ο ένας τον άλλον.
Σ' αυτό το χωριό μπορείς να δεις πως η αυτοκρατορία του Λάτση, που κτίστηκε πάνω στα σώματα των ναυτικών, χτύπησε την καρδιά του κράτους. Εδρασε χρησιμοποιώντας απλώς λίγους απρόσωπους υπουργούς και αρκετή σιωπή. Μέσα στον αντεστραμμένο κόσμο - που ανακάλυψε ο «ποιητής» Μαρξ- τον οποίο βιώνουμε και στην Ελλάδα, ουδείς κατάλαβε τίποτα στην ουσία από αυτή τη συμφωνία μεταξύ αυτοκρατορίας και κράτους.
Κάτω από το «Ολυμπιακό χωριό», σε βάθος εκατό μέτρων, οι μεταλλωρύχοι από τη Χαλκιδική συνεχίζουν την κατάληψη του μεταλλείου τους, δίνοντας προτεραιότητα στην αξιοπρέπειά τους. Και πάνω από τα κεφάλια τους θα φυσάει «ακόμα ετούτη η άνοιξη, ραγιάδες, ραγιάδες».
Μέσα στο «Ολυμπιακό χωριό» μπορείς μόνο να πουλάς ό,τι έχεις και δεν έχεις, για ν' αγοράζεις μόνο ό,τι σε κάνει να ξεχνάς. Από πρέζα μέχρι εισιτήρια, για να ακούσεις μέσα σε στάδια το τραγούδι της ματαιοδοξίας της κ. Αγγελοπούλου. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες θα πάρουν τη θέση που τους αξίζει, πλάι στις φιέστες των χουντικών. Φυσικά, η αισθητική τους θα είναι πολύ πιο υψηλή, η θέλησή τους όμως είναι κοινή. Είναι η θέληση για λησμονιά με κάθε μέσο και κάθε τρόπο. Λησμονιά και τίποτε άλλο.
Του
Γιώργου ΚΑΚΟΥΛΙΔΗ