Τι εννοεί το κείμενο όταν αναφέρεται σε «αντικατάσταση κεφαλαίου που αφορά στην αλλαγή των εργασιακών σχέσεων, ειδικά όσον αφορά την ψηφιακή κάρτα εργασίας και την υποτιθέμενη καταπολέμηση της υποδηλωμένης ή αδήλωτης εργασίας»;
Οι Θέσεις αναφέρονται σε «αντικατάσταση κεφαλαίου» καθώς η ψηφιοποίηση και οι σχετικές επενδύσεις γίνονται τόσο με αντικατάσταση σταθερού κεφαλαίου και με νέες επενδύσεις σε μηχανήματα, όσο και με αντικατάσταση μεταβλητού κεφαλαίου - μισθούς - με σταθερό κεφάλαιο.
Οι επενδύσεις τέτοιου τύπου - ψηφιοποίησης - μπορούν να έχουν γενικά σημαντική επίδραση σε πολλές πλευρές της παραγωγικής διαδικασίας, αυξάνοντας - ορισμένες φορές δραστικά - την παραγωγικότητα της εργασίας (π.χ. συστήματα σχεδιασμού με υπολογιστές, συστήματα ψηφιακής παρακολούθησης της παραγωγικής διαδικασίας, αυτοματοποίηση εργοστασίων κ.ά.).
Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, αστικές αναλύσεις κάνουν λόγο για «4η βιομηχανική επανάσταση» όταν αναφέρονται στη σύνδεση και στις επιπτώσεις των επενδύσεων αυτών στην παραγωγή. Επισημαίνεται φυσικά εδώ πως στον καπιταλισμό, την όποια αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας δεν την καρπώνεται η εργατική τάξη, αλλά, τελικά, μέσα από διάφορους τρόπους, το κεφάλαιο.
Η ψηφιοποίηση επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την άμεση αύξηση της εντατικότητας της εργασίας, μέσα από την παρακολούθηση της εργασίας, τον περιορισμό του «χαμένου χρόνου για το κεφάλαιο» και τη ρύθμιση του ρυθμού της - που στον καπιταλισμό γίνεται γενικά προς όφελος του κεφαλαίου.
Το κείμενο των Θέσεων υπογραμμίζει την εκτίμηση πως σημαντικό τμήμα ψηφιακών επενδύσεων στην Ελλάδα αφορά μηχανήματα, εξοπλισμό και λογισμικό που χρειάζονται οι επιχειρήσεις για να προωθήσουν την εντατικοποίηση της εργασίας, την άμεση πίεση για να αυξήσει τον ρυθμό εργασίας ο εργαζόμενος, μέσα από την ελαστικοποίηση της εργασίας και τις νέες εργασιακές σχέσεις.
Ειδικότερα, στην Ελλάδα, πολλές επενδύσεις πραγματοποιήθηκαν σε ψηφιακό εξοπλισμό παρακολούθησης των εργαζομένων στον χώρο δουλειάς (π.χ. με την ψηφιακή κάρτα), σε συστήματα καταγραφής του χρόνου για να υλοποιηθεί ένα καθήκον (π.χ. καφετέριες που μετρά ο χρόνος για την υλοποίηση μιας παραγγελίας), σε επενδύσεις προώθησης της τηλεργασίας, σε εξοπλισμούς γεωεντοπισμού, GPS, που μετράνε τον χρόνο που χρειάζεται ο οδηγός για να μεταφέρει το εμπόρευμα κ.ά.
Αναφέρεται ειδικά η ψηφιακή κάρτα εργασίας, για να υπογραμμίσει τον αντιδραστικό της ρόλο και περιεχόμενο, αφού αξιοποιείται από το κεφάλαιο ως εργαλείο καταγραφής της εργασίας και προώθησης αντιδραστικών αλλαγών με πολλούς διαφορετικούς τρόπους, ενώ την ίδια στιγμή «πλασάρεται» από το αστικό κράτος ως εργαλείο καταπολέμησης της ανεργίας και της αδήλωτης εργασίας.
Για παράδειγμα, για να εφαρμοστεί γενικευμένα - σε ένα επόμενο στάδιο της διευθέτησης - το «σπάσιμο» του χρόνου εργασίας σε «ενεργό» και «ανενεργό», είναι αναγκαίο να υπάρχουν σε κάθε επιχείρηση ψηφιακά μέσα ακριβούς καταγραφής του χρόνου εργασίας. Τέτοια ζητήματα έρχεται να λύσει η επένδυση στην ψηφιακή κάρτα εργασίας (γι' αυτό λέμε ότι «αφορά την αλλαγή των εργασιακών σχέσεων») και όχι να προστατέψει τον εργαζόμενο από απλήρωτες υπερωρίες, «αυθαίρετη» επέκταση του εργάσιμου χρόνου κ.τ.λ.
Τα παραπάνω δεν αναιρούν ούτε τις επενδύσεις στην αύξηση της παραγωγικότητας (π.χ. εξοπλισμός ψηφιακού ελέγχου μεταποιητικών μονάδων κ.λπ.), ούτε το γεγονός πως στον καπιταλισμό η διάκριση αυτή είναι περισσότερο διάκριση μορφής και τρόπου αύξησης του βαθμού εκμετάλλευσης - αφού και την αύξηση της παραγωγικότητας την καρπώνεται το κεφάλαιο - σε σημείο που για τον καπιταλισμό η παραγωγικότητα γενικά μετριέται με όρους αξίας/κέρδους, συσκοτίζοντας τη διάκριση στην οποία αναφερόμαστε.