Κυριακή 6 Γενάρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΑΠΟ ΜΕΡΑ ΣΕ ΜΕΡΑ

ΒΙΒΛΙΟ
Ποίησης νόστος

Υπεράξιος κριτικός θεάτρου, μεταφραστής (αρχαίων, γαλλόφωνων, αγγλόφωνων ποιητών), δοκιμιογράφος (Κρατικό Βραβείο Δοκιμίου), προ πάντων ποιητής (Βραβείο «Καβάφη»), από τους σημαντικότερους της γενιάς του '70, ο Γιάννης Βαρβέρης με την όγδοη συλλογή του «Στα ξένα» («Κέδρος») προσπορίζει στην ελληνική ποίηση του 21ου αιώνα την υπεραισθαντική (για τον άνθρωπο και την κοινωνία) «φωνή» του. «Φωνή», που καθώς «μεταγγίστηκε», έκανε δικό της «αίμα» τις καλύτερες παραδόσεις της ελληνικής και παγκόσμιας ποίησης του 20ού αιώνα, μπορεί να μάχεται την «άνοια» και «ανία» της εποχής μας. Την υφέρπουσα «ξενιτιά» της ζωής, των κατακτήσεών μας, των αξιών, παραδόσεων, αισθημάτων, της μνήμης, των δεσμών μας με το χτες, τη νιότη και αθωότητά μας. Με ό,τι ουσιαστικά σημαίνει «πατρίδα». Κι η ποίηση μπορεί - πολλαπλάσια από άλλα - να σημαίνει «πατρίδα». Κι όμως, «ξενιτεύτηκε» κι αυτή. Πονά γι' αυτό ο Γ. Βαρβέρης. Φοβάται για τη ματαιότητά της. «Τι πληκτικό που είναι σήμερα ένα ποίημα./ Πλήττει όταν το διαβάζουν γιατί ξέρει/ πως όλοι πλήττουν πια διαβάζοντας ποιήματα».

Παρ' ότι ελευθερόστιχη, ρεαλιστική, γλωσσικά καθημερινή, «γυμνή» από ποιητικίζοντα τερτίπια, η ποίηση του Γ. Βαρβέρη διαθέτει εκπληκτική ποιητική ρυθμοποιία. Πάλλεται, αδιαλείπτως, μουσικά. Η ποίησή του απεχθάνεται τη μελιστάλαχτη ωραιολογία. Αλλοτε σκληρή, κοφτερή σαν ατσάλινη λεπίδα, άλλοτε οξύτατα καυστική, άλλοτε υποδορίως λυρική, άλλοτε εκλεπτισμένα ειρωνική, αλλά και «παιδικά» παιγνιώδης, επιτρέπει στον αναγνώστη να διακρίνει τη βαθιά τρυφερότητα, υπερευαισθησία και μελαγχολία της ανθρώπινης και ποιητικής του ιδιοσυγκρασίας. Η μελαγχολία είναι, άλλωστε, η τροφοδότρια «πηγή» της αληθινής ποίησης και όλων των σημαντικών έργων τέχνης. Ενδεικτικά, δίνουμε λίγα ψήγματα από αυτή τη συλλογή του, αρχίζοντας από το προτασσόμενο, πολύσημο δίστιχο «Στην υγειά σας/ πεθαμένοι». «Εζησα κάποτε πολυτελώς./ Με δάκρυα που τα πίστεψα/ από το μέσα αλάτι./ Εζησα πένθος σύμμαχο/θρηνώντας πένθη/ αντί για τους θανάτους/ που τα γέννησαν». «Μονάζουμε στα ξένα καπηλειά/κούτσουρα από φωτιά/ τρέμοντας την απογραφή της./ Α, η πατρίδα/ τι ευσταλείς φρουρούς/ είχε προβλέψει (...)». «Οσοι σε ακολουθήσαν/ στο ταξίδι/ είναι πιο ξένοι/απ' όσο στην πατρίδα./». «Βλέπεις της ξενιτιάς εφόδιο είναι το αίμα/ επειδή πάντα γίνεται νερό./Αφού σε ταπεινώσει η δίψα/ ως το άκρο χείλος/ τότε μονάχα το νερό/ ξαναγυρίζει σε αίμα./». Κι η «θέση» μας; Η «θέση» και της ποίησης; «Είναι κατειλημμένη, θεέ/ από τον ξένο».


Αρ. ΕΛΛΗΝΟΥΔΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ