Τρίτη 30 Μάη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Εργαστήρι με Κουβανούς δασκάλους

Τα Τμήματα Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης του Πανεπιστημίου Αθηνών και του Παντείου Πανεπιστημίου διοργανώνουν, με τη συνεργασία της Κουβανικής Πρεσβείας στην Αθήνα και της Ελληνικής Πρεσβείας στην Αβάνα, από τις 7 μέχρι τις 16 Ιουνίου, ένα θεατρικό εργαστήρι με θέμα τις «Βάκχες». Το εργαστήρι πραγματοποιείται στο πλαίσιο του Δεκαπενθήμερου Κουβανικού Πολιτισμού που πραγματοποιείται στην Αθήνα 6 - 20 Ιουνίου με τη συμμετοχή κορυφαίων μουσικών συγκροτημάτων και εκδηλώσεις υλικού πολιτισμού, στο Στούντιο «Λήδρα» (Κέκροπος 12, Πλάκα), όπου στις 16 Ιουνίου θα γίνει και δημόσια παρουσίαση των αποτελεσμάτων του. Οι ώρες διδασκαλίας είναι 11 το πρωί μέχρι 5 το απόγευμα. Μπορούν να συμμετέχουν, μετά από συνέντευξη και φάκελο, 20 ηθοποιοί ή σπουδαστές σχολών και πανεπιστημιακών τμημάτων με γνώση Αγγλικών και ικανοποιητική επίδοση στο χορό και στο τραγούδι. Το κόστος συμμετοχής είναι 30.000 δρχ.

Θα διδάξουν η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου της Αβάνας και σκηνοθέτης Flora Lauden, η καθηγήτρια δραματικής τέχνης Raquel Carrio και ο συνεργάτης τους μουσικός και χορευτής Jose del Pilar Suarez, επικεφαλής του παγκόσμια γνωστού Theatro Buendia, με τη συμβολή του καθηγητή Γιάγκου Ανδρεάδη. Στο εργαστήρι θα αξιοποιηθούν μουσικά και χορευτικά στοιχεία της αφροκουβανικής τελετουργίας Yoroumba, που θα παρουσιαστούν για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Υποβολή αιτήσεων μέχρι την Τετάρτη 31 Μαΐου (Σταδίου 5, 7ος όροφος, γραφείο 709, τηλ. 0972274835, 0977725598).

ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ
Δημοτικών Θεάτρων αθηναϊκό «παρών»

«Γυάλινος κόσμος»
«Γυάλινος κόσμος»
Δεν μπορεί παρά να επικροτηθεί η απόφαση του Εθνικού Θεάτρου να φιλοξενήσει - και, μάλιστα, στην απλόχωρη σκηνή του «Κοτοπούλη - Ρεξ» - Δημοτικά Περιφερειακά Θέατρα για ολιγοήμερες παραστάσεις, δίνοντάς τους την ευκαιρία να κάνουν αισθητή την παρουσία τους στα θεατρικά μας πράγματα. Ετσι, και η σημερινή στήλη θα αναφερθεί συνοπτικά στις παραστάσεις των ΔΗΠΕΘΕ Λάρισας και Καλαμάτας.

Γκολντόνι και Ουίλιαμς

Το ΔΗΠΕΘΕ Λάρισας «Θεσσαλικό Θέατρο» ήρθε στην Αθήνα και με τις δύο χειμερινές παραγωγές του, ανεβασμένες από δυο σημαντικούς σκηνοθέτες:

Ο Βασίλης Παπαβασιλείου ανέλαβε - μεταφραστικά και σκηνοθετικά - να μας γνωρίσει το άπαιχτο μέχρι τώρα στην Ελλάδα έργο του «Φίλος, όχι αστεία» του Κάρλο Γκολντόνι, του τελευταίου και κορυφαίου απογόνου της κομέντια ντελ άρτε και, ταυτοχρόνως, μεγάλου ανανεωτή της κωμωδίας. Ως «κωμωδία», χαρακτηρίζεται στο εξώφυλλο του προγράμματος της παράστασης το έργο και ασφαλώς η πλοκή του, οι καταστάσεις του και οι χαρακτήρες του διαρθρώνονται με τα γκολντονικά γνωρίσματα της κωμωδίας. Της ερωτικής, μάλιστα, κωμωδίας. Το θέμα του, όμως, είναι κατά βάθος ένας ύμνος στην ηθική. Ενα δίδαγμα ήθους και σεβασμού απέναντι στις έννοιες φιλοξενία και φιλία, με όποιο τίμημα κι αν «κοστίσουν», έστω κι αν χρειαστεί ο φιλοξενούμενος να χάσει για πάντα την αγαπημένη του για χάρη του «φίλου» που τον φιλοξενεί, ακόμα κι αν αυτός ελέγχεται για τις καλές προθέσεις, το χαρακτήρα, το ήθος, την αφιλοκέρδεια του έρωτά του. Ο Γκολντόνι, στο έργο αυτό, ηθικολογεί ηθελημένα τόσο, που ανατρέπει τον τελικό κανόνα της κωμωδίας, τον κανόνα του αίσιου τέλους του μύθου, αφήνοντας, έτσι, στον θεατή μια αίσθηση πίκρας.

«Φίλος, όχι αστεία»
«Φίλος, όχι αστεία»
Ο Β. Παπαβασιλείου, με τη ρέουσα μετάφρασή του, με ευρηματικότητα, αλλά και μέτρο, με αίσθηση του κωμικού, αλλά και μιας λεπτής και πικρόγευστης ειρωνείας, με επίγνωση του ηθικοδιδακτικού στόχου του Γκολντόνι, δίδαξε μια ενδιαφέρουσα «ανάγνωση», που ισορροπούσε συνεχώς ανάμεσα στο αστείο και στο σοβαρό, στις κωμικές καταστάσεις και στο ηθικό, συνειδησιακό δίλημμα, που αντιμετωπίζει το κεντρικό πρόσωπο, ο Φλορίντο, να δεχτεί τον έρωτα της αγαπημένης του Ροζάουρα ή να τον αρνηθεί - όπως, τελικά, κάνει - για χάρη του «φίλου» που τον φιλοξένησε, του προικοθήρα Λέλιο. Μια «ανάγνωση» που υπηρετήθηκε με το έξοχο σκηνικό και τα αρμόζοντα κοστούμια εποχής του Γιώργου Ζιάκα, σκηνικό και κοστούμια, που σαν πίνακες ζωγραφικής «αναβιώνουν» την εποχή του Γκολντόνι. Θετική ήταν η συμβολή της μουσικής του Γιάννη Μεταλλινού και, βέβαια, οι ερμηνευτικές προσπάθειες των ηθοποιών Λένας Κιτσοπούλου, Γιώργου Ζωγράφου, Μαρίας Κανελλοπούλου, Αντρέα Μαυραγάνη, Αθηνάς Μαξίμου, Χρόνη Παυλίδη, Πάνου Ξενάκη (υπερβολικά σχηματικός), με σημαντικότερη όλων την ερμηνεία του Νίκου Καραθάνου (Φλορίντο), μια εκφραστικότατη σύνθεση κωμικού παιγνίου και πικρόγευστου σχολίου.

Το σκηνικό αποτέλεσμα δεν ήταν ανάλογα επιτυχές με το «Γυάλινο κόσμο», σε σκηνοθεσία Ανδρέα Βουτσινά. Ο Α. Βουτσινάς έχει γνωρίσει από τα μέσα το αμερικάνικο θέατρο, και έχει κάνει ενδιαφέρουσες «αναγνώσεις» του «σκοτεινού», «κολασμένου» ψυχολογικά, «κόσμου» έργων του Ουίλιαμς. Εργων πολύ δυσκολότερων από το πολυπαιγμένο, υπέροχο αυτοβιογραφικό, ποιητικά ρεαλιστικό, «πρωτόλειό» του. Ετσι θα περίμενε κανείς από τον Α. Βουτσινά μια παράσταση που να μην κυλά αργά, βαρετά, μην προσθέτοντας ερμηνευτικά κάτι καινούριο. Η παράσταση του Βουτσινά, σε στρωτή μετάφραση του Δημήτρη Κομνηνού, ρεαλιστικό σκηνικό της Κέλλυς Βρεττού, αρμόζοντα κοστούμια του Χρήστου Μπρούφα, σεβάστηκε απολύτως το ήθος του έργου, αλλά δε διέθετε τη δραματική και ποιητική πνοή, με την οποία ο συγγραφέας παρήγαγε την κάθε λέξη του. Οι ρόλοι διεκπεραιώθηκαν περισσότερο περιγραφικά ή και με σχηματική πόζα, παρά αναδείχτηκαν ως αυθεντικά και πάσχοντα πρόσωπα. Στο παράπτωμα αυτό δεν υπέπεσαν μόνο οι νέοι Χρόνης Παυλίδης και Ιάκωβος Μυλωνάς, αλλά και η άξια και έμπειρη Εύα Κοταμανίδου. Αντίθετα, ερμηνευτικά ενδιαφέρουσα ήταν η άπειρη Εφη Μεταγγιτσινού, με την υποκριτική συστολή της, με το σχεδόν «μη παίξιμό» της.

ΔΗΠΕΘΕ Καλαμάτας

Ο Σταύρος Τσακίρης είναι ένας σκηνοθέτης με «θηλυκό μυαλό». Γεννά ιδέες, φαντάζεται και πλάθει εικόνες αισθαντικές, ατμοσφαιρικές, με πολύ καλλιεργημένη, καλόγουστη εικαστική αντίληψη. Εικόνες, που αντλούν αισθητικά στοιχεία από πολιτιστικές λαϊκές παραδόσεις, όχι μόνο του ελληνικού χώρου, αλλά και άλλων λαών και πολιτισμών. Εικόνες γοητευτικές πάντα, αν εξεταστούν αυτές καθ' αυτές, που δημιουργούν σκηνική ατμόσφαιρα, διεγείρουν το συναίσθημα, τη φαντασία και τη σκέψη του θεατή, του προκαλούν συνειρμούς για την «κοινότητα» του ελληνικού πολιτισμού με άλλους πολιτισμούς, αλληγορούν γύρω από τον αέναο και παγκόσμιο μύθο του πάσχοντος ανθρώπου. Εικόνες, βέβαια, που ταιριάζουν με το έργο που σκηνοθετεί κι άλλοτε το βαραίνουν, καθώς τείνουν να γίνουν αυτοσκοπός, αν όχι δεν τείνουν και προς σκηνοθετική μανιέρα.

Την αίσθηση της επανάληψης ιδεών, ευρημάτων, σύνθεσης στοιχείων από διάφορες παραδόσεις και δρώμενα του ελλαδικού και μη χώρου, δηλαδή την αίσθηση του κινδύνου της μανιεροποίησης, μας άφησε η σκηνοθεσία του Σταύρου Τσακίρη με την «Ιφιγένεια εν Ταύροις». Μια σκηνοθεσία με στηρίγματά της μια πολύ καλή μετάφραση (Κ. Χ. Μύρης), ένα λιτά καλαίσθητο σκηνικό και πανέμορφα κοστούμια (Γιάννης Μετζικώφ), φωτισμένα υποβλητικά (Γιάννης Βαγιακάκος), τα παράξενα φωνητικά τραγούδια της φυλής των Καλάς και του θρακιώτικου, και τις υπέροχες μελωδίες της Νεκρώσιμης Ακολουθίας, την εκφραστική κίνηση (Δημήτρης Σιακαράς - Γιώργος Κορμάνος). Παρά τη δημιουργική συμβολή όλων των συντελεστών, η αχόρταγη παραγωγή ευρημάτων και εικόνων, η επιμειξία στοιχείων που δεν «κολλάνε» οπωσδήποτε με την ευριπίδεια τραγωδία, βάρυνε πολύ με τη δική της «ποιητική» την ποίηση του Ευριπίδη, δυσκολεύοντας ακόμα και το άκουσμά της (συχνά ο λόγος εκφερόταν, όχι προς το κοινό, αλλά προς τον τοίχο της σκηνής). Το παραστασιακό αποτέλεσμα, μια βαρυφορτωμένη παράσταση, εντυπωσιακή στην όψη. Η ποιητική του έργου, αργόσυρτη, με εγκεφαλικά ψυχραμένο το λόγο, έφθανε στην πλατεία χωρίς την αίγλη και το ρίγος της, παρά τις φιλότιμες υποκριτικές προσπάθειες των ηθοποιών. Των νέων ηθοποιών Δημήτρη Σιακαρά (υποκριτικά στέρεος και σωματικά ασκημένος), του Γιώργου Κορμάνου (ηθοποιός που δείχνει να διαθέτει πολλά και δυνατά εκφραστικά μέσα), της εμπειρότερης και υποκριτικά δυναμικής Αγλαΐας Παππά, του Γιώργου Συμεωνίδη και των ηθοποιών του Χορού.


ΘΥΜΕΛΗ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ