Παρασκευή 10 Γενάρη 2020
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ - ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Ανάκαμψη για το κεφάλαιο με «προαπαιτούμενο» τις αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις

Eurokinissi

«Η επίδραση των μεταρρυθμίσεων μεσοπρόθεσμα εξαρτάται κυρίως από την ταχύτητα υλοποίησής τους και το χρονικό ορίζοντα κατά τον οποίο αναμένεται να επιδράσουν στην οικονομία», ενώ τυχόν «καθυστερήσεις» θα έχουν «σημαντικό κόστος σε όρους ανάπτυξης», διαπιστώνει μεταξύ άλλων η Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ) αναφορικά με την αξιολόγηση των διατάξεων του νέου «αναπτυξιακού» νόμου (ν. 4635/2019) της κυβέρνησης ΝΔ.

Θυμίζουμε ότι οι σχετικές διατάξεις προβλέπουν μπαράζ νέων διευκολύνσεων και προνομίων στο κεφάλαιο και τους επιχειρηματικούς ομίλους με στόχο την προσέλκυση επενδύσεων, σε συνδυασμό βέβαια με την παραπέρα κλιμάκωση των αντεργατικών αναδιαρθρώσεων, όπως με τα νέα πλήγματα στις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας και ειδικά στις κλαδικές, τις διατάξεις για τον ασφυκτικό έλεγχο των συνδικάτων από την εργοδοσία και το κράτος, με ηλεκτρονικό φακέλωμα και χτύπημα των συλλογικών διαδικασιών.

Τα παραπάνω, σύμφωνα με την ΤτΕ, «οδηγούν μακροχρόνια σε αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ, της απασχόλησης και των ιδιωτικών επενδύσεων κατά 4,8%, 3,7% και 6,9% αντίστοιχα». Σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο η «επίδραση των μεταρρυθμίσεων εξαρτάται κυρίως από την ταχύτητα υλοποίησής τους» και, όπως χαρακτηριστικά υπογραμμίζεται, «αν η πλήρης υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων επέλθει σταδιακά σε διάστημα πέντε ετών αντί για το πρώτο έτος, η αύξηση του ΑΕΠ τα τρία πρώτα έτη είναι περίπου 60% μικρότερη», δηλαδή σε σχέση με την ταχύτερη εφαρμογή των αντεργατικών αναδιαρθρώσεων.

«Αμεση η επίδραση» στην καπιταλιστική ανάπτυξη από την ένταση της εκμετάλλευσης

Σύμφωνα με την έκθεση της ΤτΕ:

  • Μεταρρυθμίσεις της αγοράς εργασίας. Οπως χαρακτηριστικά διαπιστώνεται, «η άμεση επίδραση είναι η μείωση του μέσου μισθού στον ιδιωτικό τομέα, η οποία δημιουργεί κίνητρα για τις επιχειρήσεις να αυξήσουν τη ζήτηση εργατικού δυναμικού και να μεταφέρουν εργατικό δυναμικό από την παραοικονομία στις δραστηριότητες του επίσημου τομέα, καθώς και να μειώσουν τις εγχώριες τιμές».

Βέβαια, όπως επισημαίνει η ΤτΕ, η μείωση του μέσου μισθού έρχεται ως αποτέλεσμα της «ενίσχυσης του ανταγωνισμού στην αγορά εργασίας μέσω της αύξησης της ευελιξίας στο θεσμικό πλαίσιο καθορισμού των μισθών και της αλλαγής στον τρόπο συμμετοχής στη λήψη αποφάσεων από τα όργανα διοίκησης των συνδικαλιστικών οργανώσεων εργαζομένων και οργανώσεων εργοδοτών».

Την ίδια ώρα, η αναμενόμενη αύξηση της απασχόλησης επίσης είναι αποτέλεσμα της περαιτέρω αύξησης της «ευελιξίας» στην αγορά εργασίας. Σύμφωνα με την ΤτΕ, «η αύξηση της απασχόλησης στον επίσημο τομέα υπεραντισταθμίζει τη μείωση του μέσου πραγματικού μισθού στον ιδιωτικό τομέα, με αποτέλεσμα την αύξηση του συνόλου των αμοιβών εξαρτημένης εργασίας».

Η ένταση δηλαδή της εκμετάλλευσης των εργαζομένων, με τη μείωση και καθήλωση του μέσου μισθού, με την εκτόξευση της «ευελιξίας», με την «απαλλαγή» των εργοδοτών από τα «βαρίδια» των εργατικών δικαιωμάτων είναι αυτή που «επιδρά» στην καπιταλιστική ανάπτυξη και κερδοφορία.

  • Ανταγωνιστικότητα - παραγωγικότητα. Πρόκειται για τις παρεμβάσεις του «αναπτυξιακού» νόμου αναφορικά με τη «fast track» διαδικασία για την έναρξη της επιχειρηματικής δραστηριότητας και με επιπλέον άρση διοικητικών και άλλων «χρονοβόρων» εμποδίων για κάθε είδους επενδύσεις, ώστε να ανοίξουν νέα πεδία κερδοφορίας κ.ά.

Οπως επισημαίνεται από την ΤτΕ, «ένα σημαντικό εύρημα από την ανάλυση είναι ότι οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά προϊόντων αναμένεται να έχουν σημαντικώς μεγαλύτερα οφέλη από ό,τι οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας», με δεδομένο βέβαια ότι οι αντεργατικές ανατροπές έχουν προηγηθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό, ενώ οι επόμενες όπως π.χ. οι νέες αντιδραστικές αλλαγές στο Ασφαλιστικό έχουν ήδη δρομολογηθεί. Εξάλλου, όπως λένε, «δεδομένου ότι οι μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες της τελευταίας δεκαετίας έδωσαν έμφαση στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της αγοράς εργασίας, έπεται ότι στην παρούσα συγκυρία καθίσταται πιο επιτακτικά αναγκαία η προώθηση και πλήρης εφαρμογή μέτρων που ενισχύουν τον ανταγωνισμό στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών».

Μεταξύ άλλων, ιεραρχούνται οι συναφείς μεταρρυθμίσεις σε «μια μόνιμη αύξηση της οριακής αποδοτικότητας των επενδύσεων», δημιουργώντας «κίνητρα για τη συσσώρευση νέου κεφαλαίου με υψηλή παραγωγικότητα».

  • Φοροαπαλλαγές και «κίνητρα» στο κεφάλαιο.«Ο φόρος εταιρειών επηρεάζει το ρυθμό συσσώρευσης κεφαλαίου και συνεπώς και το ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ», συνεχίζει η έκθεση της ΤτΕ με φόντο τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης των επιχειρηματικών ομίλων, που βέβαια θα συνεχιστεί και στα επόμενα χρόνια, σύμφωνα με τον κυβερνητικό προγραμματισμό.

Σε αυτή την κατεύθυνση επισημαίνεται ότι «η εκλογίκευση του φορολογικού βάρους των επιχειρήσεων, η οποία αποτελεί βασική προτεραιότητα της νέας φορολογικής πολιτικής, προκαλεί εξαιρετικά ευνοϊκές επιδράσεις τόσο στο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ όσο και στο πρωτογενές δημοσιονομικό αποτέλεσμα». Παραπέρα, όπως τονίζεται, «δεδομένου ότι οι αποφάσεις για ανάληψη επενδυτικών σχεδίων εξαρτώνται από το κόστος και την προσδοκώμενη απόδοση της επένδυσης, μια αύξηση του εταιρικού φορολογικού συντελεστή επιδρά αρνητικά στην κερδοφορία της επένδυσης».

«Λίπασμα» της καπιταλιστικής ανάπτυξης οι αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις

Οι άξονες που χαράσσει η ΤτΕ αναφορικά με τις «προϋποθέσεις για την επιτάχυνση της ανάκαμψης και την αντιμετώπιση των εξωτερικών κινδύνων» εστιάζουν στα παρακάτω:

-- Ριζική αντιμετώπιση των προκλήσεων στον τραπεζικό τομέα. Πέραν της εφαρμογής του σχεδίου «Ηρακλής» θα πρέπει να εξεταστούν και άλλα σχήματα, όπως αυτό που επεξεργάζονται οι υπηρεσίες της ΤτΕ αναφορικά με την «αντιμετώπιση» της αναβαλλόμενης φορολογίας των τραπεζών. Πρόκειται βέβαια για το ζήτημα νέας δέσμης κρατικών παρεμβάσεων για την αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων, την ίδια ώρα που θα κλιμακώνονται οι εκβιασμοί και οι πλειστηριασμοί για τα λαϊκά στρώματα.

«Ιδιαίτερα σημαντική πρόκληση είναι επίσης ο εκσυγχρονισμός και η εναρμόνιση των καθεστώτων αφερεγγυότητας και πτώχευσης επιχειρήσεων και νοικοκυριών», σημειώνει η ΤτΕ. Πρόκειται για το νέο μέτρο που σχεδιάζει η κυβέρνηση αναφορικά με την «ενιαία διαχείριση» των κάθε είδους οφειλών για τα νοικοκυριά και για τις επιχειρήσεις. Σε αυτό θα υπάγονται τα «κόκκινα» δάνεια στις τράπεζες, οι οφειλές προς τον φοροεισπρακτικό μηχανισμό, προς ασφαλιστικά ταμεία, ΟΤΑ, ενδεχομένως και προς επιχειρήσεις υπό κρατικό έλεγχο (π.χ. ΔΕΗ).

Ταυτόχρονα, η ΤτΕ επισημαίνει ότι «ανησυχητικά υψηλό παραμένει το ποσοστό των δανείων που είχαν τεθεί σε καθεστώς ρύθμισης, αλλά εμφάνισαν και πάλι καθυστέρηση μετά τη συνομολόγηση της ρύθμισης».

-- Μείωση των στόχων για το πρωτογενές πλεόνασμα μέχρι το 2022. Αυτό με τη σειρά του, όπως χαρακτηριστικά τονίζεται, θα έρθει «σε συνδυασμό με την υλοποίηση των απαραίτητων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για την τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας, καθώς και του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων».

-- «Αντιμετώπιση» της υψηλής ανεργίας. Τα ποσοστά ανεργίας των νέων, των γυναικών και των μακροχρόνια ανέργων παραμένουν υψηλά και «αναδεικνύουν την ανάγκη διατήρησης της ευελιξίας της αγοράς εργασίας», σε συνδυασμό με «πρόσθετες στοχευμένες πολιτικές στήριξης της απασχόλησης για αυτές τις ομάδες», όπως βαφτίζονται οι επιπλέον «διευκολύνσεις» στην εργοδοσία.

-- «Αντιστροφή του brain drain», σχετικά με τη «μαζική φυγή στο εξωτερικό ενός σημαντικού τμήματος του ανθρώπινου δυναμικού με υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης, δεξιότητες και επαγγελματικά προσόντα». Πρόκειται βέβαια για εργατικό δυναμικό υψηλής εξειδίκευσης, το οποίο κρίνεται αναγκαίο για την ενίσχυση της παραγωγικότητας του εγχώριου κεφαλαίου. Σύμφωνα με την ΤτΕ, «η χάραξη και η αξιόπιστη εφαρμογή μιας ολιστικής εθνικής αναπτυξιακής στρατηγικής, που θα βασίζεται στην ενδελεχή ανάλυση των κλάδων παραγωγής με σκοπό την ταυτοποίηση των απαιτούμενων δεξιοτήτων υψηλής εξειδίκευσης, είναι προτεραιότητα για την αναστροφή του φαινομένου».

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρατίθενται, στην περίοδο 2008 - 2017 μετανάστευσαν περισσότερα από 467.000 άτομα στην ηλικιακή ομάδα των 25-44 ετών (περιλαμβάνονται και πολλοί ξένης υπηκοότητας, μόνιμοι κάτοικοι Ελλάδας, που έφυγαν στην αρχή της καπιταλιστικής κρίσης). Ειδικότερα, περισσότεροι από 1 στους 3 αποδήμους είναι γυναίκες, ενώ στην πλειονότητά τους είναι άτομα υψηλής εξειδίκευσης.

-- Συνέχιση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων «ώστε να καλύπτουν το σύνολο των τομέων όπου υστερεί η Ελλάδα σε σχέση με τους Ευρωπαίους εταίρους στους διεθνείς δείκτες ανταγωνιστικότητας», όπως η επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης, η βελτίωση της πρόσβασης στη χρηματοδότηση κ.ά.

Στη σημερινή ενότητα «Διεθνή και Οικονομία» μπορείτε να διαβάσετε:
  • ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ - ΕΚΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΗ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ: Ανάκαμψη για το κεφάλαιο με «προαπαιτούμενο» τις αντιλαϊκές αναδιαρθρώσεις
  • ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΠΟΡΡΙΜΜΑΤΩΝ: Ταχεία υλοποίηση των αντιλαϊκών - αντιπεριβαλλοντικών σχεδιασμών
  • ΕΚΘΕΣΗ ΥΠΕΞ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΟ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ: Ενδιαφέρουσες πτυχές των ανταγωνισμών για την Ενέργεια
  • ΙΣΠΑΝΙΑ: Μια ακόμη αντιλαϊκή σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση
ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΠΟΡΡΙΜΜΑΤΩΝ
Ταχεία υλοποίηση των αντιλαϊκών - αντιπεριβαλλοντικών σχεδιασμών

Κέρδη για το κεφάλαιο και ο λογαριασμός στο λαό

Από τις κινητοποιήσεις Σωματείων και Φορέων στην Αττική ενάντια στους αντιλαϊκούς σχεδιασμούς διαχείρισης των απορριμμάτων
Από τις κινητοποιήσεις Σωματείων και Φορέων στην Αττική ενάντια στους αντιλαϊκούς σχεδιασμούς διαχείρισης των απορριμμάτων
Με γοργούς ρυθμούς προχωράει από την κυβέρνηση η υλοποίηση του φιλομονοπωλιακού σχεδιασμού για τη διαχείριση των απορριμμάτων, ενός κλάδου που αποτελεί πόλο προσέλκυσης επενδύσεων για το μεγάλο κεφάλαιο σε εφαρμογή των σχετικών Οδηγιών και κατευθύνσεων της ΕΕ. Ως αποτέλεσμα της εφαρμογής αυτών των κατευθύνσεων ιδιωτικοποίησης της διαχείρισης, επιταχύνεται η υποβάθμιση του περιβάλλοντος, μεγαλώνουν οι κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία. Από τον περασμένο Νοέμβρη, με τοποθετήσεις και παρεμβάσεις κυβερνητικών στελεχών σηματοδοτείται η ολοκληρωτική παράδοση της διαχείρισης των αποβλήτων στους επιχειρηματικούς ομίλους, το φόρτωμα περισσότερων βαρών στα εργατικά - λαϊκά νοικοκυριά και η ένταση της επίθεσης στα δικαιώματα των εργαζομένων του κλάδου. Μια πολιτική που υλοποιήθηκε πιστά και από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, όταν διαμόρφωσε το Εθνικό Σχέδιο Διαχείρισης Αποβλήτων τον Δεκέμβρη του 2015.

Πιο συγκεκριμένα, μέσω της μεθόδου των ΣΔΙΤ, το υπουργείο Περιβάλλοντος ανακοίνωσε πρόσφατα ότι θα προχωρήσει στη δημοπράτηση 17 νέων Μονάδων Επεξεργασίας Απορριμμάτων (ΜΕΑ) σε ολόκληρη τη χώρα, μέσα στο 2020. Ενδεικτικό της «συνέχειας» αυτής της αντιδραστικής πολιτικής είναι το γεγονός ότι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ προώθησε πιο αποφασιστικά τις ΣΔΙΤ (Συμπράξεις Δημόσιου Ιδιωτικού Τομέα) για την κατασκευή ΜΕΑ, που κύριο παράγωγό τους είναι το «καύσιμο σκουπίδι», χρηματοδότησε αδρά τέτοια έργα προς όφελος επιχειρηματιών που δραστηριοποιούνται στον κλάδο και μάλιστα με παχυλά συμβόλαια για τα επόμενα πολλά χρόνια, ενώ την ίδια στιγμή διέθετε ψίχουλα για τη χρηματοδότηση εξοπλισμού και υποδομών στους δήμους όλης της χώρας.

Στο πλαίσιο αυτό, η ΝΔ κλιμακώνει τους σχεδιασμούς της, με άξονες, εκτός από την πιο αποφασιστική προώθηση των ΜΕΑ, την παράδοση ακόμα και της αποκομιδής από τους φορείς Τοπικής Διοίκησης στο κεφάλαιο σύμφωνα με τις σχετικές προβλέψεις στο πρόσφατο «αναπτυξιακό» πολυνομοσχέδιο, την προώθηση της επικίνδυνης καύσης κ.ο.κ. Πιο συγκεκριμένα, προβλέπονται 17 νέες εγκαταστάσεις, σε Δυτική Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Βόλο, Λαμία, Βόρειο Εβρο, Λέσβο, Χαλκίδα, Λάρισα, Ηράκλειο, Αγρίνιο, Σητεία, Χερσόνησο, Μύκονο, Φωκίδα, Ανδρο, Τήνο και Κεφαλονιά.

Ο υπουργός Περιβάλλοντος, Κ. Χατζηδάκης, σε συνάντηση που πραγματοποίησε πρόσφατα με τους εκπροσώπους του δικτύου Φορέων Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (ΦοΔΣΑ) όλης της χώρας ανακοίνωσε, ανάμεσα σε άλλα, ότι στόχος του υπουργείου είναι μέσα στην επόμενη πενταετία να έχουν δημιουργηθεί συνολικά 45 νέες μονάδες διαχείρισης απορριμμάτων σε ολόκληρη τη χώρα, ενώ για φέτος σχεδιάζεται να εγκριθεί το θεσμικό πλαίσιο που αφορά στην ενσωμάτωση σχετικών κοινοτικών Οδηγιών για τα απορρίμματα. Σε πρόσφατη σχετική εκδήλωση, ο υπουργός έκανε γνωστή την κυβερνητική προτεραιότητα για «συμβασιοποίηση νέων έργων αξίας 940 εκατ. ευρώ μέχρι το τέλος του 2021», που αποτελούν ποσά από ΕΣΠΑ, τονίζοντας ότι ολόκληρο το ποσό θα διατεθεί αποκλειστικά για ΜΕΑ, με τους δήμους να μη λαμβάνουν ούτε ένα ευρώ, κάτι που θα προσθέσει βάρη στα λαϊκά νοικοκυριά.

Και την ίδια στιγμή, που οι όμιλοι οι οποίοι εμπλέκονται με την κατασκευή και λειτουργία των παραπάνω εγκαταστάσεων θα μπουκώνονται με ζεστό χρήμα, ως «περιτύλιγμα» αυτής της πολιτικής η κυβέρνηση θα αξιοποιήσει την τοποθέτηση ειδικών μηχανημάτων που «επιστρέφουν» ασήμαντα ποσά στον χρήστη που ατομικά τοποθετεί σε αυτά συσκευασίες, μπαταρίες ή άλλα υλικά, τα οποία διατίθενται για ανακύκλωση. Είναι η γνωστή λογική που προωθείται από την ΕΕ, με το σύνθημα «ο ρυπαίνων πληρώνει» ή «πληρώνω όσο πετάω», με βάση την οποία επιβαρύνεται η τσέπη των λαϊκών νοικοκυριών με χαράτσια από τους δήμους που δεν θα πιάνουν τους στόχους της ανακύκλωσης λόγω ελλείψεων σε μέσα, υποδομές και χρηματοδότηση.

«Τρέχει» ο αντιδραστικός σχεδιασμός στην Αττική

Χαρακτηριστικές είναι οι διαδικασίες που «τρέχουν» στο Λεκανοπέδιο της Αττικής. Η προηγούμενη διοίκηση ΣΥΡΙΖΑ (Δούρου) προκήρυξε στα μουλωχτά μέσα στο καλοκαίρι του 2019, λίγο πριν από την εκπνοή της θητείας της, διαγωνισμό για τη δημιουργία νέας χωματερής δίπλα στην ήδη υπάρχουσα υγειονομική βόμβα της Φυλής, ενώ ενεργοποίησε τον σχεδιασμό για μετατροπή ανενεργών λατομείων (σε Πετρούπολη, Μάνδρα, Κορωπί, Μέγαρα κ.α.) σε ΧΥΤΑ.

Εκτός από την παράδοση έτοιμου του παραπάνω σχεδιασμού στη σημερινή διοίκηση της ΝΔ (Πατούλη) που ολοκλήρωσε τον διαγωνισμό, ψήφισαν από κοινού την έναρξη της λειτουργίας του ΧΥΤΑ Γραμματικού, μιας νέας περιβαλλοντικής βόμβας στην Ανατολική Αττική, μιας χωματερής που είναι κατασκευασμένη πάνω σε ρέμα.

Στον ίδιο σχεδιασμό, διαιώνισης της χωματερής στη Φυλή που σκορπάει τον καρκίνο στη Δυτική Αττική, περιλαμβάνεται πλέον και η «ενεργειακή» αξιοποίηση αποβλήτων. Ο περιφερειάρχης προανήγγειλε την καύση των αποβλήτων όχι μόνο ως σύμμεικτα σκουπίδια (RDF) για τις τσιμεντοβιομηχανίες αλλά και σε «κλασικά» εργοστάσια καύσης απορριμμάτων για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από μονοπωλιακούς ομίλους που κυρίως δραστηριοποιούνται και στους δύο τομείς: Στη διαχείριση αποβλήτων και στην Ενέργεια. Σε σχετική σύσκεψη με τους δημάρχους της Αττικής έκανε λόγο για «μονάδες επεξεργασίας υπολειμματικών σύμμεικτων και υπολειμμάτων μπλε και καφέ κάδου για προετοιμασία για ενεργειακή αξιοποίηση». Στα παραπάνω πρέπει να προστεθεί η πλήρης απαλλαγή του μεγάλου κεφαλαίου από τα δημοτικά ανταποδοτικά τέλη καθαριότητας (εμπορικά κέντρα, μεγαλοξενοδόχοι, συγκροτήματα εφοδιαστικής αλυσίδας κ.λπ.), αλλά και η χαλάρωση των όποιων χωροταξικών δεσμεύσεων.

Ο περιφερειάρχης στην ίδια σύσκεψη έπλεξε το εγκώμιο και της εναλλακτικής διαχείρισης αποβλήτων, με ευθύνη ΜΚΟ, δηλαδή ένα ακόμα πλοκάμι ιδιωτικοποίησης, πετώντας το μπαλάκι στα τοπικά σχέδια διαχείρισης των δήμων.

Επέκταση της επικίνδυνης για τον άνθρωπο και το περιβάλλον καύσης

Η καύση των απορριμμάτων, μέχρι σήμερα, χρησιμοποιείται ήδη από την τσιμεντοβιομηχανία ΑΓΕΤ για την παραγωγή Ενέργειας, σύμφωνα με το θεσμικό πλαίσιο που διαμόρφωσαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις από το 2012 και «εμπλούτισε» στη συνέχεια ο ΣΥΡΙΖΑ. Σήμερα, η κυβέρνηση κλιμακώνει επικίνδυνα και προωθεί την αλλαγή του υφιστάμενου νομικού καθεστώτος που διέπει την καύση απορριμμάτων και την επέκταση της επικίνδυνης αυτής μεθόδου για τη δημόσια υγεία, πανελλαδικά. Μια σειρά «πρόθυμων» δήμων και περιφερειακών διοικήσεων, αυτήν την περίοδο συντάσσονται «διακριτικά» υπέρ της καύσης απορριμμάτων, ενώ πλήρως θετική είναι η ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος.

Ακρως αποκαλυπτικά είναι τα όσα είπε σε πρόσφατη ημερίδα του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας ο γενικός γραμματέας Συντονισμού Διαχείρισης Αποβλήτων του υπουργείου, Μ. Γραφάκος, κατά τον οποίο η απαγόρευση της καύσης απορριμμάτων είναι προϊόν... «εμμονής». Οπως είχε υποστηρίξει χαρακτηριστικά «δεν μπορούμε εμμονικά να απαγορεύουμε την παραγωγή Ενέργειας από τα απορρίμματα. Το λέμε ευθέως, ο επόμενος εθνικός σχεδιασμός - που θα τροποποιηθεί μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2020 - θα είναι ανοιχτός ως προς τις τεχνολογίες και θα βοηθήσει με αυτόν τον τρόπο να μειωθούν τα απορρίμματα που θάβονται». Η εμπειρία των κατοίκων του Βόλου από τη χρόνια χρήση παραγώγων απορριμμάτων (RDF και SRF) που κάνει η ΑΓΕΤ στην περιοχή τους είναι ενδεικτική για τις επιπτώσεις που προκαλεί η συγκεκριμένη μέθοδος παραγωγής Ενέργειας. Στον Βόλο προστίθεται και η Δυτική Θεσσαλονίκη, αφού πρόσφατη είναι η εξέλιξη με την εκεί τσιμεντοβιομηχανία «ΤΙΤΑΝ», που φέρνει πιο κοντά το ενδεχόμενο της καρκινογόνου καύσης, με τις πλάτες της περιφερειακής αρχής Κεντρικής Μακεδονίας.

Στη συγκεκριμένη ανθυγιεινή αλλά άκρως προσοδοφόρα «μπίζνα» έχει σπεύσει να πάρει θέση και η ΔΕΗ, αφού στους σχεδιασμούς της νέας διοίκησης είναι η παραγωγή Ενέργειας από καύση απορριμμάτων, χρησιμοποιώντας τους χώρους των λιγνιτικών μονάδων, στους οποίους να θυμίσουμε ότι η κυβέρνηση βάζει «λουκέτο», επειδή παράγουν... υψηλούς ρύπους. Μάλιστα, σχετικές πληροφορίες, που είδαν το φως της δημοσιότητας το προηγούμενο διάστημα αναφέρουν ότι η ΔΕΗ βρίσκεται ήδη σε επαφές με κινεζικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον συγκεκριμένο τομέα, στο πλαίσιο του συνολικότερου σχεδιασμού της για τη «μεταλιγνιτική εποχή».

Σε αυτό το πλαίσιο, σχεδιασμοί που υπάρχουν ήδη από το 2016 φαίνονται «ώριμοι» να υλοποιηθούν, όπως η κατασκευή στην Κοζάνη ενός εργοστασίου καύσης «υπολείμματος», που θα παράγεται σε μονάδες από τη Θεσσαλία έως την Θράκη, ενώ είναι γνωστές οι προθέσεις της τσιμεντοβιομηχανίας ΑΓΕΤ να επεκτείνει την επικίνδυνη καύση σκουπιδιών στο σύνολο των βιομηχανικών της εγκαταστάσεων. Δεδομένο θα πρέπει να θεωρείται ότι εάν η κυβέρνηση υλοποιήσει το απαιτούμενο νομοθετικό πλαίσιο κι επίσης εξασφαλίσει τα απαιτούμενα κονδύλια, θα εμφανιστούν πολλοί «μνηστήρες» που θα θελήσουν να μπουν κι αυτοί στο «παιχνίδι».


Φ.

ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΥΠΕΞ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ
Ενδιαφέρουσες πτυχές των ανταγωνισμών για την Ενέργεια

Μια συνοπτική εικόνα των υποδομών και των σχεδιασμών, που συμπληρώνουν κομμάτια στο παζλ των εξελίξεων στη ΝΑ Μεσόγειο

Από την κατασκευή του «Turkish Stream» που εγκαινιάστηκε πριν από λίγες μέρες
Από την κατασκευή του «Turkish Stream» που εγκαινιάστηκε πριν από λίγες μέρες
«Ενεργειακός Τομέας της Τουρκίας» τιτλοφορείται η πολυσέλιδη Εκθεση του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων του Γενικού Προξενείου της Ελλάδας στην Κωνσταντινούπολη, που επιχειρεί να προσεγγίσει τις δυνατότητες που έχει η Τουρκία να αναδειχτεί σε «περιφερειακό ενεργειακό κόμβο».

Το ελληνικό ενδιαφέρον για το συγκεκριμένο θέμα δικαιολογείται απόλυτα από τη σκοπιά των συμφερόντων και των επιδιώξεων της αστικής τάξης, στον ανταγωνισμό της με την τουρκική για το «μερτικό» της κάθε χώρας στη μεταφορά φυσικού αερίου, LNG και πετρελαίου προς την Ευρώπη, ιδιαίτερα μετά την ανακάλυψη μεγάλων κοιτασμάτων στην Ανατολική Μεσόγειο και την αντιπαράθεση που προκύπτει για τις διόδους διοχέτευσης στην ευρωπαϊκή αγορά.

Αν και από την έκθεση λείπει η «μεγάλη εικόνα» των ανταγωνισμών ΗΠΑ - ΕΕ - Ρωσίας - Κίνας, που επιδρά καθοριστικά στη διαμόρφωση του ενεργειακού χάρτη της περιοχής, τα ενδιαφέροντα στοιχεία που καταγράφονται δίνουν μια εικόνα των μεγεθών και των «διακυβευμάτων», στο φόντο της συμφωνίας για τον αγωγό «East Med», των εγκαινίων του «Turkish Stream» και των απαράδεκτων διεκδικήσεων της τουρκικής αστικής τάξης στη ΝΑ Μεσόγειο.

Για την Τουρκία, μάλιστα, η αναβάθμιση του ρόλου της σ' αυτούς τους σχεδιασμούς σχετίζεται και με την ενεργειακή της ασφάλεια, καθώς, όπως σημειώνει η έκθεση, «παρουσίασε την πιο γρήγορη ανάπτυξη σε ηλεκτρική ενέργεια μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ, με ετήσιο ποσοστό αύξησης 5,5% από το 2002» και προβλέπεται ότι η χρήση Ενέργειας θα αυξηθεί κατά επιπλέον 50% την επόμενη δεκαετία, παραμένοντας όμως σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένη από τις εισαγωγές.

Αγωγοί με το βλέμμα στην «ευρωπαϊκή αγορά»

Ειδικά σε ό,τι αφορά το φυσικό αέριο (φ/α), η έκθεση καταγράφει την πολύ μεγάλη εξάρτηση από τις εισαγωγές, σημειώνοντας πως «η παραγωγή φ/α στην Τουρκία ανήλθε στα 0,435 bcm (Δεκ. 2018), οι καθαρές εισαγωγές 50 bcm (Δεκ. 2018)...», δίνοντας έτσι και μια επιπλέον διάσταση για το υπόβαθρο των απαράδεκτων διεκδικήσεων της τουρκικής αστικής τάξης στην Ανατολική Μεσόγειο και στα κοιτάσματα του φυσικού αερίου της περιοχής.

Σε ό,τι αφορά την προέλευση του εισαγόμενου φυσικού αερίου τονίζεται ότι «ήταν 55,25 bcm (2017), εκ των οποίων τα 28,7 bcm προέρχονταν από τη Ρωσία, τα 9,2 bcm από το Ιράν, τα 6,5 bcm από την Αλγερία (συμβόλαιο, το οποίο ανανεώθηκε έως το 2024), Νιγηρία και spot αγορά (υγροποιημένο, που καταλήγει στους δύο τερματικούς σταθμούς της Σμύρνης και του Μαρμαρά), τα 6,5 bcm από το Αζερμπαϊτζάν και τα υπόλοιπα από άλλες πηγές».

Προοπτικά, αξιοποιώντας το δίκτυο των αγωγών που διέρχονται από το έδαφός της, η Τουρκία «αναμένεται να εισάγει 41 bcm (χωρίς να υπολογίζουμε την προμήθεια φ/α από τερματικούς σταθμούς LNG - υγροποιημένο φ/α) από Ρωσία και άλλες πηγές, καλύπτοντας το ενδεχόμενο κενό που θα προκαλούσε η παύση ροής φ/α μέσω Ουκρανίας».

Το τελευταίο, φυσικά, «διαβάζεται» και αλλιώς, αφού η Τουρκία, παράλληλα με την κάλυψη των δικών της ενεργειακών αναγκών, επιχειρεί να πρωταγωνιστήσει ως «εναλλακτική» όδευση για το ρωσικό φυσικό αέριο προς την ΕΕ, εκμεταλλευόμενη τη σχέση της με τη Ρωσία, διεκδικώντας όμως ρόλο και στη διοχέτευση αερίου από άλλες πηγές προς την ευρωπαϊκή αγορά.

Στο πλαίσιο αυτό, η έκθεση καταγράφει τα σχέδια για τους αγωγούς, επισημαίνοντας τα εγκαίνια έναρξης λειτουργίας του «Trans Anatolian Pipeline» (TANAP), που αποτελεί το τουρκικό μέρος του «Νοτίου Διαδρόμου» και συνδέει τα κοιτάσματα του Shah Deniz στο Αζερμπαϊτζάν με την Ευρώπη (συνέχεια του TANAP επί ελληνικού και αλβανικού εδάφους αποτελεί ο TAP).

Σχετικά με τον «Turkish Stream», που εγκαινιάστηκε την Τετάρτη στην Κωνσταντινούπολη, με τη συμμετοχή των Προέδρων Ρωσίας, Βουλγαρίας και Σερβίας, η έκθεση καταγράφει πως «ο νέος αγωγός θα έχει δυναμικότητα 63 bcm/έτος προς Τουρκία, από τα οποία 15,75 bcm προορίζονται για εσωτερική κατανάλωση και τα υπόλοιπα 47 bcm για την ευρωπαϊκή αγορά», με ξεχωριστή αναφορά στο γεγονός ότι «ενώ ο συνοριακός κόμβος μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας σχεδιάστηκε να κατασκευαστεί στο σημείο Ιψαλα, το 2019 ανακοινώθηκε ότι η ευρωπαϊκή όδευση του αγωγού δεν θα είναι μέσω Ελλάδας».

Αντίθετα, η όδευση προβλέπεται μέσω Βουλγαρίας και διασύνδεσης με τον ITB, ο οποίος «αποτελεί στρατηγικό σχέδιο για την Βουλγαρία (και) ενδέχεται να χρησιμοποιηθεί για μεταφορά φ/α από μελλοντικούς σταθμούς υγροποίησης της Τουρκίας στη Μαύρη Θάλασσα και ενδεχομένως για ρωσικό φ/α (...) Ο αγωγός ΙΤΒ συμπεριλαμβάνεται στα έργα κοινού ενδιαφέροντος της ΕΕ», καθώς στον αρχικό σχεδιασμό του (2012) προβλεπόταν να μεταφέρει προς την Ευρώπη αζέρικο αέριο.

Μεγάλες οι δυνατότητες σε LNG

Παράλληλα, με φόντο τη διαμάχη για τον προσφορότερο τρόπο μεταφοράς του φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου προς την ΕΕ, όσο και τις πιέσεις των ΗΠΑ για να μπει στο παιχνίδι της «ενεργειακής απεξάρτησης» της ΕΕ το δικό τους LNG, ενδιαφέροντα είναι και όσα καταγράφονται για τους «σταθμούς αποθήκευσης» υγροποιημένου αερίου που διαθέτει ή σχεδιάζει η Τουρκία.

Η γείτων διαθέτει ήδη δύο τέτοιους σταθμούς, έναν στην Κωνσταντινούπολη και έναν στη Σμύρνη. Ωστόσο, η Τουρκία σχεδιάζει (από τις αρχές του 2013) πλωτό τερματικό σταθμό LNG στον κόλπο του Σάρου (Ανατολική Θράκη), ο οποίος, όπως σημειώνει η έκθεση, «ανταγωνίζεται το ελληνικό σχέδιο για κατασκευή πλωτού τερματικού σταθμού LNG στον κόλπο της Αλεξανδρούπολης», από την οποία απέχει «μια ανάσα».

Επισημαίνεται επίσης ότι στην περιοχή του Dortyol, στα βορειοανατολικά της Κύπρου, άρχισε τη λειτουργία του το Φλεβάρη του 2018 το FSRU Challenger, ο μεγαλύτερος πλωτός τερματικός σταθμός παγκοσμίως, με χωρητικότητα 263.000 cm, που διαθέτει τριετή χρονοναύλωση με την «Botas», τον τουρκικό ενεργειακό κολοσσό. Η εξέλιξη αυτή αποκτά ξεχωριστή σημασία στο φόντο των εξελίξεων στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο και των προειδοποιήσεων της Τουρκίας ότι δεν πρόκειται να επιτρέψει ενεργειακά σχέδια που δεν θα την περιλαμβάνουν, των προκλήσεων στην κυπριακή ΑΟΖ κ.ο.κ.

Η Τουρκία διαθέτει επίσης δύο αποθηκευτικούς χώρους φυσικού αερίου, έναν σε παλαιό πεδίο στην περιοχή Degitormloy και έναν στη λίμνη Tuz Gοlu, που ολοκληρώθηκε το 2017, σκοπεύοντας έως το 2023 να αυξήσει τη χωρητικότητα των αποθηκευτικών της χώρων σε 10 bcm/ετησίως, φτάνοντας το 20% της ετήσιας κατανάλωσής της σε φυσικό αέριο, για λόγους ενεργειακής ασφάλειας.

«Θέση - κλειδί» και για τη μεταφορά πετρελαίου

Σε ό,τι αφορά το πετρέλαιο η έκθεση επισημαίνει πως «οι μεγαλύτερες εισαγωγές πετρελαίου γίνονται από τη Ρωσία και ακολουθούν το Ιράκ και το Ιράν. Η συνολική εισαγωγή πετρελαίου αυξήθηκε σε σχέση με το 2018 κατά 60,94%, φτάνοντας τα 2,37 εκατ. τόνους τον Απρίλιο του 2019».

Αναφέρει επίσης ότι «ο ρόλος της Τουρκίας είναι σημαντικός ως κόμβος διαμετακόμισης Ενέργειας από τη Ρωσία, τη λεκάνη της Κασπίας και τη Μ. Ανατολή, στην Ευρώπη. Κατέχει θέση - κλειδί και στη διαμετακόμιση μέσω θαλάσσης (στενά του Βοσπόρου), αλλά ο ρόλος της ενισχύεται στις οδεύσεις αγωγών πετρελαίου. Σημαντικές ποσότητες ρωσικού και κασπιακού πετρελαίου περνούν από τα Στενά του Βοσπόρου με τάνκερ (περίπου 2,9 εκατ. βαρέλια/ημερησίως αργό πετρέλαιο). Παρόλο που η ροή μέσω Βοσπόρου μειώθηκε όταν η Ρωσία άρχισε να εξάγει μέσω Βαλτικής, αυξήθηκε εκ νέου με ποσότητες προέλευσης Αζερμπαϊτζάν και Καζακστάν.

Ο τερματικός σταθμός του Ceyhan εξυπηρετεί τις εξαγωγές του Β. Ιράκ από το Κιρκούκ και του Αζερμπαϊτζάν μέσω του τεράστιου - 1.770 km - πετρελαιαγωγού Baku-Tbilisi-Ceyhan (BTC). Λειτουργεί από το 2006, αλλά σήμερα είναι στο 55% της δυναμικότητάς του (η οποία ανέρχεται σε 1,2 εκατ. βαρέλια/ημερησίως). Τροφοδότης του BTC είναι το αζέρικο κοίτασμα Azeri - Chirag - Gunashli και, δευτερευόντως, το καζαχικό Tengiz. Το Μάιο του 2014, και η ρωσική "Lukoil" ξεκίνησε να διοχετεύει πετρέλαιο στον αγωγό, κίνηση που αναβάθμισε την ενεργειακή σχέση της Τουρκίας με την Ρωσία».

Στο «ζύγι» των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών

Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο «επίλογος» της έκθεσης, όπου διαπιστώνεται μεταξύ άλλων πως «η Τουρκία διαθέτει τη μεγαλύτερη ενεργειακή αγορά στην περιοχή όσον αφορά στις ποσότητες φυσικού αερίου και LNG που εισάγει, καθώς προμηθεύεται φυσικό αέριο από διάφορες πηγές. Σήμερα, σύμφωνα με αναλυτές, θεωρείται ιδιαίτερα σημαντικός παίκτης στη διαμετακόμιση πετρελαίου και φυσικού αερίου».

Ολα τα παραπάνω συγκλίνουν στο συμπέρασμα πως «η Τουρκία φαίνεται ότι βρίσκεται πολύ κοντά στο στόχο που έχει θέσει, για το 2023, να καταστεί δηλαδή περιφερειακός ενεργειακός κόμβος», αποκτώντας σοβαρό προβάδισμα και στα σχέδια μεταφοράς προς την ΕΕ των ενεργειακών πόρων της Ανατ. Μεσογείου, για τους οποίους ενδιαφέρεται έντονα και η Ελλάδα.

Στους παράγοντες που θα καθορίσουν τις εξελίξεις η έκθεση περιλαμβάνει τις «ενεργειακές ανάγκες της χώρας (που) αυξάνονται με ραγδαίο ρυθμό και θα πρέπει να καλυφθούν με εισαγωγές», την πορεία των ευρύτερων ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών στην περιοχή («θα πρέπει να συνεκτιμηθεί η πολιτική αστάθεια, αλλά και εν γένει η ασφάλεια στη χώρα», σημειώνει σε μια έμμεση αναφορά), αλλά και το γεγονός ότι «η τουρκική νομοθεσία για την Ενέργεια δεν έχει εναρμονισθεί με την ευρωπαϊκή νομοθεσία»...


Θ.

ΙΣΠΑΝΙΑ
Μια ακόμη αντιλαϊκή σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση

Σοσιαλιστές και «Ποδέμος» στέλνουν καθησυχαστικά μηνύματα σε ΕΕ και επιχειρηματικούς ομίλους

Ο Π. Σάντσεθ (πάνω) και ο Π. Ιγκλέσιας μετά την ψηφοφορία εμπιστοσύνης την Τρίτη

Copyright 2020 The Associated

Ο Π. Σάντσεθ (πάνω) και ο Π. Ιγκλέσιας μετά την ψηφοφορία εμπιστοσύνης την Τρίτη
Τόσο η πορεία προς τον σχηματισμό της κυβέρνησης συνασπισμού του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (PSOE) και του σοσιαλδημοκρατικού μορφώματος «Ουνίδας Ποδέμος» (όπου συμμετέχει και το «μεταλλαγμένο» ΚΚ Ισπανίας) με πρωθυπουργό τον Πέδρο Σάντσεθ, όσο και το πρόγραμμά της αναδεικνύουν πόσο παραπλανητικός και ψευδεπίγραφος είναι ο χαρακτηρισμός «προοδευτική κυβέρνηση». Χαρακτηρισμός που, όπως αναμενόταν, υιοθετήθηκε και από διάφορες σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις στην Ελλάδα, με προεξάρχοντα τον ΣΥΡΙΖΑ.

Η κυβερνητική συμφωνία PSOE - «Ποδέμος» επήλθε μέσα σε λιγότερο από 48 ώρες από τη μέρα των πρόωρων εκλογών (10 Νοέμβρη), μεταξύ του Π. Σάντσεθ και του ηγέτη των «Ποδέμος», Πάμπλο Ιγκλέσιας, ο οποίος αναλαμβάνει θέση αντιπροέδρου στη νέα κυβέρνηση. Τα δυο κόμματα βρίσκονταν σε πολύμηνα παζάρια για συγκυβέρνηση μειοψηφίας και μετά τις εκλογές του Απρίλη, χωρίς όμως να καταλήξουν σε συμφωνία, με τους «Ποδέμος» να ζητούν υπουργικές θέσεις. Στη συνέχεια ο Σάντσεθ είχε επιχειρήσει να σχηματίσει μονοκομματική κυβέρνηση μειοψηφίας, όμως τα υπόλοιπα κόμματα δεν έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης στη Βουλή.

Δεν έχουν πολλά να χωρίσουν

Την περασμένη Τρίτη τα δυο κόμματα - που συγκεντρώνουν μόλις 155 από τις 350 έδρες του κοινοβουλίου - εξασφάλισαν οριακά ψήφο εμπιστοσύνης στη Βουλή χάρη στη στήριξη κομμάτων διαφόρων καταβολών και αποχρώσεων («Εθνικιστικό Κόμμα Βάσκων» - PNV, «Περισσότερο Πατρίδα», «Compromis», «Nueva Canarias», «Teruel Existe» και «Εθνικιστικό Μπλοκ Γαλικίας» - BNG), ενώ αποφασιστικής σημασίας ήταν η αποχή των 13 βουλευτών του σοσιαλδημοκρατικού αυτονομιστικού καταλανικού κόμματος «Ρεπουμπλικανική Αριστερά Καταλονίας» (ERC) και των 5 βουλευτών του εθνικιστικού - αυτονομιστικού «EH Bildu» από τη Χώρα των Βάσκων.

Μάλιστα, η βοήθεια από το ERC για τον σχηματισμό κυβέρνησης ήρθε μετά από μια περίοδο - κυρίως προεκλογικά - οξυμένης ενδοαστικής αντιπαράθεσης και σκληρής φρασεολογίας από πλευράς του PSOE για το καθεστώς της Καταλονίας και μετά από απανωτές διαδηλώσεις στη Βαρκελώνη και αλλού, οι οποίες σημαδεύτηκαν από την αστυνομική βία και τα επεισόδια από μερίδα διαδηλωτών.

Σε κάθε περίπτωση, η ταχύτητα με την οποία προχώρησαν οι διαπραγματεύσεις για το σχηματισμό κυβέρνησης στην Ισπανία, αναδεικνύει τις επιδιώξεις των ισπανικών επιχειρηματικών ομίλων και της ΕΕ για πολιτική «σταθερότητα», για μια κυβέρνηση που θα προχωρήσει τον προϋπολογισμό του 2020 και άλλα μέτρα για την καπιταλιστική ανάπτυξη της Ισπανίας, σε μια περίοδο που «τρέχουν» και ευρύτερες διεθνείς εξελίξεις, διεργασίες εντός της ΕΕ κ.λπ. Εξάλλου, μέχρι τελευταία στιγμή στελέχη του «συντηρητικού» Λαϊκού Κόμματος (PP) έκαναν λόγο για «πατριωτική αποχή» στην ψηφοφορία εμπιστοσύνης, προκειμένου να κυβερνηθεί η χώρα, αλλά και στελέχη του φιλελεύθερου - «κεντροδεξιού» «Πολίτες» (Ciudados) υποστήριζαν μια τρικομματική συγκυβέρνηση Σοσιαλιστών - Λαϊκού Κόμματος - «Πολιτών».

Τελικά PP, «Πολίτες», το εθνικιστικό - ευρωσκεπτικιστικό Vox, το αυτονομιστικό «Μαζί για την Καταλονία» (που συγκυβερνά με το ERC στην περιφέρεια της Καταλονίας) καταψήφισαν τη συγκυβέρνηση PSOE - «Ποδέμος» εκ του ασφαλούς και έχοντας εξασφαλιστεί η αποχή και στήριξη άλλων κομμάτων. Ολες αυτές οι διεργασίες αναδεικνύουν πως οι όποιες διαπραγματεύσεις έγιναν και γίνονται είναι για τα επιμέρους διαχειριστικά ζητήματα και μεταξύ αστικών κομμάτων που δεν έχουν και πολλά να χωρίσουν.

«Νερό» στο ...κρασί τους

Η συγκυβέρνηση PSOE - «Ποδέμος» είναι η πρώτη κυβέρνηση συνασπισμού στην Ισπανία στη μεταπολιτευτική εποχή και αυτοαποκαλείται «προοδευτική». Οι δέκα βασικοί άξονες της κυβερνητικής συμφωνίας υπόσχονται ώθηση στην καπιταλιστική ανάπτυξη της Ισπανίας βαφτίζοντάς την «δίκαιη» και ορισμένα ψίχουλα στους εργαζόμενους. Είναι χαρακτηριστική η επιστολή του Π. Ιγκλέσιας στα μέλη του κόμματος, λίγες μέρες μετά την ανακοίνωση της κυβερνητικής συμμαχίας με τους Σοσιαλιστές, ενημερώνοντάς τα ότι θα χρειαστεί να βάλουν «νερό στο κρασί τους» στη διαμόρφωση του κυβερνητικού προγράμματος.

Προτεραιότητα της νέας κυβέρνησης είναι η ψήφιση του προϋπολογισμού, ο οποίος ήδη βρίσκεται υπό διαμόρφωση και προσχέδιό του έχει αποσταλεί στην Κομισιόν για έγκριση από τον Οκτώβρη (πριν τις εκλογές). Σύμφωνα με την Κομισιόν, από το προσχέδιο προϋπολογισμού λείπουν 6,6 δισ. ευρώ, που θα πρέπει να εξασφαλιστούν με επιπλέον φορολογικά μέτρα και περικοπές δημόσιων δαπανών.

Οπως σημειώνεται και σε ισπανικά ΜΜΕ, ο προϋπολογισμός του 2020 αφήνει μικρό περιθώριο για «κοινωνικές δαπάνες» και το πρώτο πράγμα που έχει να κάνει η νέα κυβέρνηση θα είναι «να στείλει ένα καθησυχαστικό μήνυμα στις Βρυξέλλες», επιβεβαιώνοντας ότι τα όποια «κοινωνικά μέτρα» δεν πρόκειται να διαταράξουν τη συμφωνημένη δημοσιονομική ισορροπία.

Το οικονομικό επιτελείο του Σάντσεθ έχει αρχίσει να επεξεργάζεται έναν προϋπολογισμό με αυξημένες δαπάνες, εν μέρει για να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις των κομμάτων από τις περιφέρειες, με τα οποία συνήψε συμφωνίες προκειμένου να επιτευχθεί η ψήφος εμπιστοσύνης. Επιπλέον, προβλέπονται μέτρα όπως ο ελάχιστος φόρος μόλις 15% για τις επιχειρήσεις, αύξηση κατά δύο μονάδες του φόρου στα εισοδήματα άνω των 130.000 ευρώ και τέσσερις μονάδες για τα εισοδήματα άνω των 300.000 ευρώ. Αυτά τα μέτρα αφορούν το 0,4% των φορολογουμένων...

Μεταξύ άλλων, στους κυβερνητικούς «άξονες» περιλαμβάνονται «ενίσχυση της ανάπτυξης και της δημιουργίας θέσεων εργασίας» με «καταπολέμηση της επισφάλειας της εργασίας» - σε μια χώρα που η μερική και εποχιακή απασχόληση ξεπερνά το 50% των εργαζομένων - χωρίς όμως να δεσμεύεται για κατάργηση των σχετικών αντεργατικών νόμων. Η προώθηση των «πράσινων» επενδύσεων, η «ενίσχυση μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων» καθώς και η «επαναδημιουργία της βιομηχανίας και του πρωτογενούς τομέα» είναι προτεραιότητες, όπως και η «δημοσιονομική ισορροπία».

Συνταξιοδοτικές και εργασιακές μεταρρυθμίσεις

Επίσης η κυβέρνηση Σάντσεθ σκοπεύει να μεταρρυθμίσει το συνταξιοδοτικό σύστημα «για να εξασφαλίσει τη βιωσιμότητά του», κάτι που μεταφράζεται σε μέτρα όπως η αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, η μείωση των κρατικών δαπανών, η αύξηση των εισφορών, η ιδιωτικοποίηση του συστήματος κ.ά. Παράλληλα, σχεδιάζεται είτε η αύξηση της κατώτατης σύνταξης, είτε η θέσπιση της λεγόμενης «ελάχιστης εγγυημένης σύνταξης», η οποία σύμφωνα με τη διεθνή εμπειρία είναι μια σύνταξη φτώχειας που δίνεται μετά από πολλές προϋποθέσεις και γραφειοκρατία.

Μετά από διαπραγματεύσεις με τους «κοινωνικούς εταίρους» (συνδικάτα και εργοδοτικές ενώσεις) η κυβέρνηση προτίθεται να καταργήσει ορισμένες πτυχές της «Εργατικής Μεταρρύθμισης» που έγινε το 2012 με πρωθυπουργό τον Μαριάνο Ραχόι (PP). Π.χ. να απαγορευτούν οι απολύσεις για απουσία λόγω ασθενείας, ένα από τα κεντρικά αιτήματα των (σοσιαλδημοκρατικών) συνδικάτων και η κλαδική ΣΣΕ να υπερισχύει της επιχειρησιακής. Αυτά τα μέτρα, όπως και η αύξηση του κατώτατου μισθού και η φορολόγηση των υψηλών εισοδημάτων, δεν έχουν μπει στο άμεσο χρονοδιάγραμμα της κυβέρνησης και παραπέμπονται στο απώτερο μέλλον, όταν ανακάμψει η οικονομία...

Από το κυβερνητικό πρόγραμμα δεν θα μπορούσαν να λείπουν μέτρα για την ενίσχυση των «πράσινων επενδύσεων», ένα από τα πεδία σφοδρού παγκόσμιου ανταγωνισμού. Υπό τον τίτλο «καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής» προβλέπονται μέτρα για μείωση των εκπομπών ρύπων και για την ενεργειακή μετάβαση. Με στόχο έως το 2050 το 100% της ηλεκτρικής ενέργειας να προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές και το 85% - 95% πριν από το 2040.

Η Καταλονία παραμένει στο επίκεντρο

Το ζήτημα της Καταλονίας ήταν προεκλογικά και παραμένει στο επίκεντρο της ενδοαστικής αντιπαράθεσης.

Προκειμένου το PSOE να εξασφαλίσει την αποχή του ERC, υποσχέθηκε πως μέσα σε 15 μέρες θα ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην κυβέρνηση και την τοπική κυβέρνηση της Καταλονίας. Η κυβέρνηση PSOE - «Ποδέμος» θα επιδιώξει οι όποιες «παραχωρήσεις» να περιοριστούν σε μία μεταρρύθμιση του Καθεστώτος Αυτονομίας της περιφέρειας αυτής, προσφέροντας μεγαλύτερη αυτονομία και ενδεχομένως περισσότερα προνόμια.

Από την πλευρά τους οι Καταλανοί διεκδικούν την έγκριση ενός δημοψηφίσματος για την αυτοδιάθεση της περιφέρειας, κάτι που όμως απαιτεί μεταρρύθμιση του Συντάγματος και η συγκυβέρνηση Σοσιαλιστών - «Ποδέμος» δεν διαθέτει πλειοψηφία. Επίσης ζητούν αμνηστία για τους αυτονομιστές πρώην ηγέτες που καταδικάστηκαν για το δημοψήφισμα ανεξαρτησίας το 2017.


Ε. Μ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ