Κυριακή 20 Αυγούστου 2006
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ

Η Μικρασιατική Καταστροφή (Αύγουστος 1922) αποτελεί μια από τις πιο τραγικές στιγμές της Ιστορίας της Ελλάδας. Είναι το αποτέλεσμα της συμμετοχής της άρχουσας τάξης της Ελλάδας στα ιμπεριαλιστικά σχέδια στην ευρύτερη περιοχή της Εγγύς Ανατολής, προκειμένου να προωθήσει μέσω αυτής της συμμετοχής στην πράξη τη θεωρία της «Μεγάλης Ιδέας», δηλαδή της προσάρτησης εδαφών στην Ελλάδα και έτσι να ικανοποιηθούν τα συμφέροντα των Ελλήνων κεφαλαιοκρατών, τα οποία διαπλέκονταν μ' αυτά των τότε ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, ιδιαίτερα της Αγγλίας. Την πραγματοποίηση των σχεδίων αυτών επιδίωκαν μέσω των αγγλικών ιμπεριαλιστικών συμφερόντων στην περιοχή.

Ο απολογισμός της Μικρασιατικής Καταστροφής είναι: 50.000 νεκροί, 75.000 τραυματίες. Κοντά 1.500.000 Ελληνες αναγκάστηκαν να έρθουν σαν πρόσφυγες στην Ελλάδα, αφήνοντας πίσω τους πάνω από 600.000 νεκρούς, θύματα της πολιτικής του κεφαλαίου, που έχει τον πόλεμο στο αίμα του, αλλά που ρουφά το αίμα των λαών για τα συμφέροντά του. Σε δισεκατομμύρια δραχμές ανέρχονται οι υλικές καταστροφές και ζημιές από τον πόλεμο και τις ακίνητες περιουσίες που εγκαταλείφθηκαν ή καταστράφηκαν. Με αφορμή αυτή τη μαύρη στην Ιστορία του ελληνικού λαού επέτειο παρουσιάζουμε ένα σύντομο αφιέρωμα, με τίτλο: «Η θέση και η πραχτική του ΣΕΚΕ, (μετέπειτα ΚΚΕ)». Είναι εκτενή αποσπάσματα από τη μελέτη του Πέτρου Πετράτου «Μικρασιατικός πόλεμος και ελληνικό εργατικό κίνημα», που κατατέθηκε και συζητήθηκε στο Ιστορικό Τμήμα του ΚΜΕ και δημοσιεύτηκε στο βιβλίο «Θέματα Ελληνικής Ιστορίας - Μαρξιστική προσέγγιση», έκδοση «Σύγχρονη Εποχή». Οι υπότιτλοι είναι του «Ρ».

ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ
Η θέση και η πραχτική του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδας (ΚΚΕ)

1919: Ελληνικά στρατεύματα στη Σμύρνη
1919: Ελληνικά στρατεύματα στη Σμύρνη
Δε νοείται, πιστεύουμε, σύνθεση της ιστορικής εικόνας του μικρασιατικού πολέμου και ιδιαίτερα αναδιήγηση - έστω και σύντομη - των πολιτικών αντιθέσεων στη χώρα μας κατά την περίοδο εκείνη, χωρίς αναφορά στο ρόλο της εργατικής τάξης και του κόμματός της, χωρίς καταγραφή των βασικών, τουλάχιστον, θέσεων του εργατικού κινήματος γι' αυτήν την περιπέτεια του λαού και του τόπου. Και μάλιστα όταν η εργατική τάξη μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα είναι το υποκείμενο της ιστορικής πορείας προς την ποιοτική αλλαγή στις σχέσεις παραγωγής και στις κοινωνικοπολιτικές δομές. Οταν «το κίνημα της εργατικής τάξης στην Ελλάδα αποτελεί βασικό οργανικό συστατικό της συνολικότερης πορείας του ελληνικού λαού, του κοινωνικού του γίγνεσθαι»,όταν, τέλος, με τη γένεση του κόμματος της εργατικής τάξης, «που είναι μια θεμελιακή στιγμή της ελληνικής ιστορίας», «μπαίνουν τα θεμέλια για την αυτοπραγμάτωση του λαού μας», ενώ το ίδιο το Κόμμα είναι ήδη «ένας αυτόνομος καταλύτης μέσα στην ελληνική ιστορία».(....)

Το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδας (ΣΕΚΕ)από το πρώτο ιδρυτικό συνέδριό του (1918) υποστήριξε την έναρξη διαπραγματεύσεων για την επίτευξη ειρήνης χωρίς προσαρτήσεις και αποζημιώσεις και την εφαρμογή της αρχής της αυτοδιάθεσης.Τούτο το πρόγραμμα ερχόταν σε αντίθεση με την πολιτική πραγμάτωση της «Μεγάλης Ιδέας» από τον Βενιζέλο. Συγκεκριμένα, για την περιοχή της Σμύρνης δεν έκανε λόγο, γιατί δε διέθεταν εκεί οι Ελληνες την απόλυτη πλειοψηφία, ώστε οι ίδιοι να αποφασίσουν για την τύχη τους, ενώ παράλληλα απέκλειε το διαμελισμό της Τουρκίας.

Καραβάνι προσφύγων
Καραβάνι προσφύγων
Η κυβέρνηση του Βενιζέλου όμως δεν είναι διατεθειμένη να δεχτεί με «σταυρωμένα τα χέρια» την ενιαία πια έκφραση των σοσιαλιστικών ιδεών, και μάλιστα εξειδικευμένη στον ελληνικό χώρο σε κατεύθυνση αντίθετη προς την υλοποίηση της «Μεγάλης Ιδέας». Το ΣΕΚΕ γρήγορα θα γίνει στόχος των καταπιεστικών και ανελεύθερων μέτρων της. Και πρώτα - πρώτα επιδιώκει η κυβερνητική πολιτική να βάλει στεγανά ανάμεσα στα εργατικά σωματεία και το ΣΕΚΕ. Εφευρίσκει το φόβητρο του εσωτερικού «μπολσεβίκικου κινδύνου». Παρεμβάλλει εμπόδια στη συνδικαλιστική δράση.

Ετσι, λοιπόν, παρεμποδίζεται η δραστηριότητα των σοσιαλιστών - μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΓΣΕΕ. Πρωτοπόροι εργάτες κατηγορούνται «επί προκλήσει εις εσχάτην προδοσίαν»!...Ο σοσιαλιστής βουλευτής Κουριέλπαρακολουθείται και τελικά εμποδίζεται (Δεκέμβρης 1918) από τις δυνάμεις ασφάλειας να έρθει σε επαφή με απεργούς φορτοεκφορτωτές. Στο τέλος της άνοιξης του 1919 εκτοπίζονται αρκετοί σοσιαλιστές, μέλη του ΣΕΚΕ, με αφορμή την κήρυξη απεργιών. Φτάνει μάλιστα η κυβέρνηση στο σημείο να εμποδίσει «αυθαιρέτως» το ΣΕΚΕ «να εορτάση εις την έδραν του (Αθήνα) την 1ην Μαΐου, να οργανώση παρέλασιν διά της πόλεως... ακόμη να συνέλθη και εις αυτά τα γραφεία του, τα οποία απεκλείσθησαν διά μυδραλιοβόλων»(!), όπως το ίδιο το Κόμμα αναφέρει σε ανακοίνωσή του.Φαίνεται, επομένως, ότι η κυβέρνηση του Βενιζέλου δεν έβλεπε με ανοχή την ανάπτυξη των σοσιαλιστικών οργανώσεων και τη διάδοση των σοσιαλιστικών ιδεών. Αντίθετα, με κατασταλτικά μέτρα προσπαθούσε να περιορίσει την εξάπλωσή τους ή, όπου μπορούσε, να τις ρυμουλκήσει για την εξυπηρέτηση των δικών της πολιτικών στόχων.

Ελληνες στρατιώτες και πρόσφυγες
Ελληνες στρατιώτες και πρόσφυγες
III. Και ενώ οξύνεται η κατάσταση στο ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο - από τη μια όχθη το νέο κόμμα της εργατικής τάξης αμφισβητεί τη δομή και την οργάνωση του ελληνικού αστικού κράτους, καθώς και την ίδια την κυριαρχία της αστικής τάξης, και από την άλλη οι αστικές δυνάμεις, με εκφραστή την κυβέρνηση των Φιλελευθέρων αγωνίζονται να βρουν λύσεις στην οικονομική αθλιότητα των πλατύτερων κοινωνικών στρωμάτων, για να καταλαγιάσουν τη λαϊκή δυσφορία και να αναχαιτίσουν την επίδραση του ΣΕΚΕ - στις 2/15.5.1919 αποβιβάζονται στη Σμύρνη οι πρώτες ελληνικές στρατιωτικές μονάδες.Ο Βενιζέλος την ίδια μέρα διακηρύσσει προς τον ελληνικό πληθυσμό της Σμύρνης ότι «η Ελλάς εκλήθη υπό του Συνεδρίου της Ειρήνης να καταλάβη την Σμύρνην» και ότι «εν τη συνειδήσει των διευθυνόντων το Συνέδριον είναι αποφασισμένη η ένωσις της Σμύρνης μετά της Ελλάδος».

Ωστόσο, η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Η συμμαχική εντολή αξιοποιεί τα οράματα του λαού και την κατακτητική πολιτική της βενιζελικής κυβέρνησης για όφελος των ιμπεριαλιστικών επιδιώξεων: Ελεγχος της Μέσης και Εγγύς Ανατολής, διαμελισμός της οθωμανικής αυτοκρατορίας, κατάπνιξη του τουρκικού εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος, δημιουργία στρατιωτικού προγεφυρώματος ενάντια στο νεαρό κράτος της σοβιετικής Ρωσίας.

Η Σμύρνη φλεγόμενη
Η Σμύρνη φλεγόμενη
Ετσι, η ελληνική αστική τάξη δέχεται να εμποδίσει το δρόμο της πραγματικής ανεξαρτησίας τόσο του ελληνικού όσο και του τουρκικού λαού.

Η κυβέρνηση με τη μεγαλοϊδεατική πολιτική της και τον τυχοδιωκτικό τρόπο εφαρμογής της θα οδηγήσει το λαό και τη χώρα στη μεγαλύτερη μέχρι τότε εθνική τραγωδία.

Το ΣΕΚΕ εναντιώνεται από την αρχή στην ενέργεια αυτή, καταγγέλλοντας την εκστρατεία σαν τυχοδιωκτική. Και όταν αργότερα (3.8.1924), με την ευκαιρία της συμπλήρωσης δέκα χρόνων από την κήρυξη του Α' Παγκόσμιου Πολέμου, θα απευθύνει μανιφέστο προς τον εργαζόμενο ελληνικό λαό, θα υπογραμμίσει με υπευθυνότητα και σοβαρότητα ότι το ΣΕΚΕ ήταν «το μόνο κόμμα που καταδίκασε τον πόλεμο της Μικρασίας και αγωνίστηκε για να τελειώσει μια ώρα αρχήτερα», αψηφώντας φυλακίσεις, καταδίκες, εξορίες, θα τονίσει για άλλη μια φορά πως «στη Μικρασία πολεμήσαμε όχι για το ξεσκλάβωμα δούλων αδερφών, αλλά σαν μισθοφόροι χωροφύλακες για τα συμφέροντα του αγγλικού ιμπεριαλισμού, που ενδιαφερόταν για τα Στενά και τα πετρέλαια της Μοσούλης».Ποιος αμφισβητεί σήμερα αυτή την αλήθεια για το χαρακτήρα και το σκοπό του μικρασιατικού πολέμου; Και ποιος δεν παραδέχεται σήμερα ότι αυτήν την αλήθεια την είπε τότε - σε χρόνια δίσεκτα - μόνο το κόμμα της εργατικής τάξης, γιατί μόνο αυτό το κόμμα, με βάση τη διαλεκτική σκέψη, μπορούσε να φτάσει σε ένα τέτοιο συμπέρασμα; Με αυτή του την τοποθέτηση το ΣΕΚΕ (μετέπειτα ΚΚΕ) πρόσφερε «ιστορική υπηρεσία στο ελληνικό προοδευτικό κίνημα», γιατί κατάφερε να απαγκιστρώσει σημαντικό πληθυσμό από την κυρίαρχη ιδεολογία.Μέσα από την αρθρογραφία του «Ριζοσπάστη» (επίσημου δημοσιογραφικού οργάνου του ΣΕΚΕ από τις 30.5.1919), τις αντιπολεμικές προκηρύξεις και τη γενικότερη δράση του, θα καταδείξει τις ευθύνες της ελληνικής ολιγαρχίας και των κομμάτων της, τα οποία, παρά τις όποιες διαφορές τους, αποδέχτηκαν την εθνική υποτέλεια και τις πρωτοφανείς επεμβάσεις των ιμπεριαλιστικών κρατών στα εσωτερικά της χώρας μας, και θα επισημάνει τον αποπροσανατολισμό του λαού που επιχειρείται με τη «Μεγάλη Ιδέα».

Στο μεταξύ, η λαϊκή δυσφορία και αγανάκτηση ογκώνεται. Δύο μήνες μετά την απόβαση (Ιούλης 1919) οργανώνεται η πρώτη πανελλαδική απεργία με αιτήματα πολιτικά (επιστροφή εξόριστων συνδικαλιστών, κατάπαυση της τρομοκρατίας). Η κυβέρνηση θα επιμείνει στην αυταρχική της τακτική: μέσα από την προληπτική λογοκρισία καταδικάζει την εργατική τάξη «εις ακουσίαν σιωπήν και εις αδυναμίαν να αμυνθεί διά του λόγου». Ακόμη, επειδή πιστεύει ότι «δι' ενός φιρμανίου καταργούνται οι σταθεροί κοινωνικοί νόμοι», παρεμβαίνει στο συνδικαλιστικό κίνημα.Με την απαγόρευση της διοργάνωσης των συνεδρίων της ΓΣΕΕ και του ΣΕΚΕ, με τις φυλακίσεις και τις εξορίες των πρωτοπόρων εργαζομένων, ευελπιστεί ο Βενιζέλος να περιορίσει στο ελάχιστο την ακτινοβολία των ιδεών του εργατικού κόμματος, ώστε με λιγότερες πιέσεις να προχωρήσει στην υλοποίηση των «εθνικών» του στόχων.

Η εναντίωση του ΣΕΚΕ στη Συνθήκη των Σεβρών

Στις 28.7/10.8.1920 υπογράφεται η συνθήκη των Σεβρών. Η αστική τάξη πανηγυρίζει για την Ελλάδα «των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών». Ο Βενιζέλος τηλεγραφεί από το Παρίσι προς τον ελληνικό λαό ότι είναι «ευτυχής και υπερήφανος».Αλλά και ο ίδιος ο Αλ. Παπαναστασίου, ακόμα και μετά από δύο χρόνια (και έχοντας αποχωρήσει από το κόμμα των Φιλελευθέρων) δεν έχει καταφέρει να συλλάβει τους βαθύτερους στόχους των συμμάχων της Αντάντ και τι χρήση της συνθήκης αυτής σκόπευαν να κάνουν.

Αυτό το κλίμα της ευφορίας, που έτεινε να συνεπάρει ολόκληρο τον ελληνισμό, θα αναχαιτίσει μόνο το ΣΕΚΕ (Κ) - η προσθήκη (Κ) «Κομμουνιστικό» μπήκε από τον Απρίλη του 1920.

Με προκήρυξή του προς τους εργάτες και τους χωρικούς της Ελλάδας θα προβλέψει, από το Σεπτέμβρη του 1920, τις μελλοντικές αρνητικές για το λαό μας συνέπειες της συνθήκης: «Εχει συμφέρον (η κυβερνώσα αστική τάξις) να εξαπατήση και πάλιν τας εργαζομένας τάξεις της χώρας, με το πρόσχημα μιας δήθεν οριστικής ειρήνης, με το επιχείρημα του "διπλασιασμού της πατρίδος" και της απελευθερώσεως των "υποδούλων αδερφών"... Εχει τέλος συμφέρον (να εξαπατήση) διά να αποτρέψη την προσοχήν του λαού από την αθλιότητα που τον μαστίζεικαι να απομακρύνη την σκέψιν του από τους νέους πολέμους που παρασκευάζει... Το Κόμμα μας έχει την υποχρέωσιν να αποκαλύψη... ότι ο πόλεμος δεν ετελείωσεν. Απλώς διά της ειρήνης ταύτης ετέθησαν οι βάσεις των πολέμων της αύριον». Συνεχίζοντας, το ΣΕΚΕ (Κ) διαβλέπει ότι το «μεγάλωμά της (της Ελλάδας), διά το οποίον πανηγυρίζουν (οι αστοί), είναι η επέκτασις των ορίων της εκμεταλλεύσεώς των... Η ελευθερία την οποίαν καυχώνται ότι πραγματοποιεί η ειρήνη, είναι πραγματικώς η πολιτική και οικονομική υποδούλωσις της χώρας μας εις τας μεγάλας κεφαλαιοκρατικάς δυνάμεις της Δύσεως... αι οποίαι (δυνάμεις) την εμεγάλωσαν (την Ελλάδα) διά να την χρησιμοποιήσουν στρατιωτικώς όπου τα συμφέροντά των κινδυνεύουν». Και καταλήγει στην προκήρυξή του το κόμμα των εργαζομένων. «Κάτω η επιστράτευσις και κάθε άλλος εκβιασμός του λαού διά νέους πολέμους. Ζήτω η ειρήνη μεταξύ όλων των λαών της Ανατολής και όλου του κόσμου».

Είναι περιττό να ειπωθεί ότι δικαιώθηκε το ΣΕΚΕ (Κ) στις εκτιμήσεις του. Πάντως, επιβάλλεται να τονιστεί τούτο: Μόνο το κόμμα αυτό με σαφήνεια και καθαρότητα διέγραψε την πολιτική σημασία της συνθήκης των Σεβρών, αντικρούοντας τα εγκώμια και τα αυτάρεσκα φιλολογήματα του Βενιζέλου και της κυβέρνησής του. Μόνο το κόμμα αυτό έδωσε στο λαό σωστό προσανατολισμό, όταν τα αστικά κόμματα με τη σημαία του μεγαλοϊδεατισμού απεμπολούσαν την εθνική κυριαρχία και αυτοτέλεια του ελληνικού κράτους. Αυτή τουλάχιστον η πατριωτική προσφορά του μετέπειτα Κομμουνιστικού Κόμματος, για λόγους καθαρά αντικειμενικής πληροφόρησης, δεν πρέπει να γίνει γνωστή στους μαθητές του ελληνικού σχολείου;

Στο μικρασιατικό μέτωπο, ωστόσο, έχει συγκροτηθεί Κεντρική Εκτελεστική Επιτροπή των κομμουνιστών στρατιωτών με την καθοδήγηση του ΣΕΚΕ (Κ). Στόχος της να διαφωτίζει τους στρατιώτες του μετώπου, να απαντά στις όποιες πράξεις, ανοχές ή και σκόπιμες παραλείψεις της στρατιωτικής και πολιτικής ηγεσίας. Σε κείμενό της (δημοσιευμένο στην εφημερίδα «Εργατικός Αγών», 20.9.1920) αναδείχνει τους στόχους και τις σκοπιμότητες της τυχοδιωκτικής μικρασιατικής εκστρατείας.

Εξάλλου, το ΣΕΚΕ (Κ) σε προκήρυξή του προς τους στρατιώτες, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου καλεί τους επιστρατευμένους να υπερψηφίσουν τους σοσιαλιστές υποψηφίους και να καταψηφίσουν τόσο το Κόμμα των Φιλελευθέρων, όσο και την «Ενωμένη Αντιπολίτευση», γιατί οι εκπρόσωποί τους είναι εκείνοι «που τους έστειλαν στο μέτωπο να σκοτωθούν», που θέλουν την ψήφο τους για να μπορέσουν, κρατώντας στα χέρια τους την εξουσία, να εξακολουθήσουν τους πολέμους, που τους κρατούν οκτώ τώρα χρόνια διαρκώς επιστρατευμένους και τους σέρνουν από μέτωπο σε μέτωπο.

Στο μεταξύ, μέσα στο Σεπτέμβρη του 1920, στο έκτακτο Συνέδριό του το κόμμα των εργαζομένων θα ψηφίσει το προεκλογικό του πρόγραμμα, στο οποίο, ανάμεσα στα άλλα, καθοριζόταν, «καταπολέμησις με κάθε μέσον κάθε νέου πολέμου εις το μέλλον και κάθε νέας επιστρατεύσεως, καθώς και κάθε άλλης προσπάθειας προς συμμετοχήν της Ελλάδος στας συμμαχίας και επιχειρήσεις των ιμπεριαλιστών της Ευρώπης. Αμεσος γενική αποστράτευσις».

Επίσης, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, ζητά την υπερψήφιση των υποψηφίων του, για να ακουστεί και μέσα στη Βουλή η πραγματική αντιπολεμική φωνή των Ελλήνων σοσιαλιστών.Η προεκλογική του, μάλιστα, συγκέντρωση τον Οκτώβρη στην Αθήνα θα μεταβληθεί σε μεγάλη διαδήλωση πενήντα χιλιάδων περίπου ατόμων με κυρίαρχο σύνθημα «Κάτω ο πόλεμος».

Οι εκλογές του 1920 και οι μετέπειτα εξελίξεις

Οι εκλογές του Νοέμβρη 1920 θα δώσουν στο ΣΕΚΕ (Κ) το 13% του συνόλου - 100.000 ψήφους - ενώ στους Φιλελεύθερους 375.803 ψήφους και στην «Ενωμένη Αντιπολίτευση» 368.678 ψήφους. Ετσι θα καταγραφεί θετικά η πορεία ριζοσπαστικοποίησης μιας πλατιάς μάζας. Σε ορισμένες εργατικές περιοχές θα φτάσει στο 30% των ψήφων.Ταυτόχρονα η γενικότερη διαφοροποίηση του εκλογικού σώματος εκδηλώνεται - έμμεσα - με την εκλογική αποτυχία του Βενιζέλου και τη νίκη της «Ενωμένης Αντιπολίτευσης». Πολύ σωστά ο τότε Γενικός Γραμματέας του ΣΕΚΕ (Κ), Ν. Δημητράτος, εκτιμά το εκλογικό αποτέλεσμα, όταν δηλώνει ότι η υπερψήφιση των αντιβενιζελικών «ουδόλως αποτελεί εκδήλωσιν φιλομοναρχισμού, αλλά έκφρασιν αγανακτήσεως και διαμαρτυρίας προς την πολιτική των Φιλελευθέρων».

Η νέα κυβέρνηση, αθετώντας τις προεκλογικές υποσχέσεις της για τερματισμό του μικρασιατικού πολέμου, συνεχίζει την ίδια με τους προκατόχους της πολιτική. Συνεχίζει την τυχοδιωκτική εκστρατεία και διενεργεί δημοψήφισμα για την επάνοδο του βασιλιά. «Η Ελλάς μετά ή άνευ του Κωνσταντίνου θα εξακολουθήσει να είναι υποχείριος εις τας Μ. Δυνάμεις» θα βροντοφωνάξει το ΣΕΚΕ (Κ), θα δώσει το ταξικό περιεχόμενο του δημοψηφίσματος: «Η πολεμική και ιμπεριαλιστική πολιτική (της νέας κυβέρνησης) δεν ανταποκρίνεται προς τους πόθους και τα συμφέροντα της μεγάλης τάξεως των παραγωγών του έθνους... Ανταποκρίνεται προς τα συμφέροντα ωρισμένων κύκλων πολιτικών και άλλων επιχειρηματιών της πολιτικής και κεφαλαιοκρατικών κύκλων».

Και οι κομμουνιστές στρατιώτες του μετώπου με ανακοίνωσή τους διαφωτίζουν τους συμπολεμιστές τους, καταγγέλλουν τη συνέχιση της εκστρατείας, διαλύουν την αυταπάτη ότι τάχα θα σταματούσε ο πόλεμος, δίνουν κουράγιο στους συντρόφους τους.

Ιδιαίτερα διαφωτιστικό, συγκινητικό, ζωντανό και ταυτόχρονα επαναστατικό είναι το μήνυμα του Κεντρικού Συμβουλίου των κομμουνιστών στρατιωτών του μετώπου («Εργατικός Αγών», 3.1.1921) για το νέο έτος 1921, στο οποίο, ανάμεσα στα άλλα, αναφέρεται: «Ερχεται να ξημερώση και σε σας εδώ πάνω η πρώτη του καινούργιου χρόνου... Μα η φρίκη της τωρινής πραγματικότητας δε σταματάει εδώ. Πίσω μας, κει κάτω στο πατρικό μας σπίτι, η μαυρίλα της δυστυχίας σκεπάζει την οικογένειά μας, τόσα χρόνια τώρα. Είμαστε φτωχοί εμείς δω πάνω, γιατί οι πλούσιοι και οι δυνατοί έχουν τον τρόπο να μην είναι στρατιώτες ή να μην είναι μακριά από το σπίτι τους... Πού είναι οι γλυκείες θύμησες του περασμένου χρόνου που θα ξαλαφρώσουν τους τωρινούς μας πόνους; Πουθενά... Μέσα στην κόλαση των τελευταίων τούτων αιματόβρεχτων χρόνων ξυπνήσαμε, χρειάστηκε να αφήσουμε τη ζωή του πολίτη... για να αντικρύσουμε τη φοβερή πραγματικότητα της κοινωνικής εκμετάλλευσης...

Και το αντίκρυσμά της σκόρπισε τα πλάνα ιδανικά σας, τις "πατρίδες" σας και τα "εθνικά όνειρά" σας και μας έδειξε ολοφάνερα τι κρύβει από πίσω τους... το εγώ της κεφαλαιοκρατικής σας τάξης... Μη μας μιλάτε πια για λευτεριά, γιατί τόσο πιο αβάσταχτη αισθανόμαστε τη σκλαβιά μας... Μη μας μιλάτε λοιπόν για πατρίδες και για εθνικές αποκαταστάσεις... Κι όταν πια τα είδωλά σας γκρεμίστηκαν μέσα μας και εμείς οι τυφλοί αναβλέψαμε, εκυριεύτηκε η καρδιά μας από μίσος εναντίον σας. Μα όχι από το καταστρεπτικό και στείρο εκδικητικό μίσος που σεις και οι όμοιοί σας καλλιεργείτε καταχθόνια ανάμεσα στους λαούς και που γεννάει τις ανθρωποσφαγές των γαλλογερμανικών και ελληνοβουλγαρικών πολέμων, αλλά το μεγάλο και ιερό και δημιουργικό αίσθημα της αγανάκτησης, που κατά τις ώριμες επαναστατικές ιστορικές περιόδους εμψυχώνει τους λαούς που συντρίβουν τα δεσμά της σκλαβιάς τους, γκρεμίζουν την παλιά κοινωνία και οικοδομάνε μια καινούργια, ελεύθερη και δίκαιη. Το σπέρμα της καινούργιας ανθρωπότητας έπεσε από πολύ καιρό τώρα και βλάστησε μέσα στους καπνούς του πολέμου, εκεί πάνω στο βοριά! (εννοούσαν τη σοβιετική Ρωσία)... Γι' αυτό, μεγάλοι κυβερνήτες, είμαστε πραγματικά ηρωικοί στρατιώτες της ανθρωπότητας και όχι της πατρίδας σας. Και γι' αυτό η πρώτη του 1921 δεν ακούει εδώ πάνω στο μέτωπο ούτε τα μοιρολόγια των αδικοσκοτωμένων, ούτε τους στεναγμούς των βασανισμένων, αλλά μια κραυγή μεγάλη, στεντόρεια, που βγαίνει κι από των πολεμιστάδων τα παλληκαρίσια στήθια κι από των κοιτώμενων τα χτικιασμένα πνευμόνια κι από των αποθαμένων τα χωσμένα κόκαλα: Ζήτω η επανάστασις!».

Τούτο εδώ, αλήθεια, το πρωτοχρονιάτικο μήνυμα των κομμουνιστών στρατιωτών του μικρασιατικού μετώπου συνιστά ένα ποίημα πατριωτισμού και διεθνισμού, ξέχειλο από αγανάκτηση μα και από αισιοδοξία. Υπέροχο στο περιεχόμενο και όμορφα δουλεμένο στην έκφραση μπορεί άριστα να πάρει θέση ανάμεσα στις παραπομπές και τα παραθέματα του σχολικού εγχειριδίου. Και στοιχεία ιστορικά, γενικότερα κοινωνικά, ανιχνεύονται μέσα από αυτό, αλλά και τη λογοτεχνική του αξία την έχει. Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε τον κύριο συντάκτη του - ίσως όμως να έχει κάποια σχέση με τον Μιχάλη Οικονόμου, το γνωστό έξοχο φιλόλογο, ο οποίος υπήρξε ο βασικός καθοδηγητής όλης της αντιπολεμικής δραστηριότητας και ο σύνδεσμος του ΣΕΚΕ (Κ) με τους κομμουνιστές στρατιώτες της Μικρασίας.

Στον ελλαδικό χώρο από τις αρχές του 1921 οργανώνονται με την καθοδήγηση του ΣΕΚΕ (Κ) διαδηλώσεις και άλλες κινητοποιήσεις με οικονομικά, πολιτικά αιτήματα και αντιπολεμικά συνθήματα. Το Φλεβάρη στη Δράμα, πορεία με κύριο σύνθημα «Κάτω ο πόλεμος», διαλύεται βίαια. Στο Βόλο τον ίδιο μήνα οι εργάτες διαδηλώνουν ενάντια στον κίνδυνο του θανάτου από την πείνα και για δυο μέρες ελέγχουν την πόλη.Κατά την πανελλαδική απεργία των σιδηροδρομικών, τον ίδιο πάλι μήνα, πιάνονται χίλια πεντακόσια άτομα. Τριακόσιοι ογδόντα περίπου στέλνονται στο μέτωπο (!) Δηλαδή η προάσπιση των «εθνικών» συμφερόντων έχει γίνει από την κυβέρνηση Γούναρη τιμωρία..., εφόσον προσπαθεί να σταματήσει τις λαϊκές διαμαρτυρίες με τον «μπαμπούλα του μετώπου».Στη Θεσσαλονίκη οι εκδηλώσεις της Πρωτομαγιάς δίνουν τούτο το καινούργιο στοιχείο: ένα σύνταγμα στρατού με προορισμό το μικρασιατικό μέτωπο στασιάζει και οι στρατιώτες συναδελφώνονται με τους εργαζόμενους.

Εξάλλου για τη «μικρασιατική φάμπρικα της Αγγλίας», την «υποδουλωμένη στο στρατιωτικό νόμο» ελευθερία του λαού, τη λογοκρισία και για τα «στραπατσαρισμένα» εργατικά κέντρα και σωματεία διαμαρτύρεται έντονα το ΣΕΚΕ (Κ) με την πρωτομαγιάτικη προκήρυξή του. Με την ίδια ένταση θα διαμαρτυρηθεί για την επιστράτευση των απεργών και τις μαζικές συλλήψεις και καταδίκες, που η κυβέρνηση θα πραγματοποιήσει εξαιτίας της απεργίας της Ομοσπονδίας Ηλεκτροκίνησης (το Νοέμβρη 1921).

Εκείνες τις ίδιες μέρες θα εμποδιστεί από τα κυβερνητικά όργανα η έκδοση του «Ριζοσπάστη» για τρεις μέρες, ενώ αργότερα θα κατασχεθεί και θα γίνουν συλλήψεις μελών του ΣΕΚΕ (Κ). Ο ίδιος ο Γραμματέας του Κόμματος Γιάννης Κορδάτος με ανακοίνωσή του θα χαρακτηρίσει την κυβερνητική ενέργεια «πολιτική ανανδρία».

Στην ευθεία για την τραγωδία

Η νέα χρονιά - 1922 - δεν είναι καλύτερη. Ο ελληνικός στρατός έχει προωθηθεί ως το Σαγγάριο (από το καλοκαίρι του 1921) και έχει συμπτυχθεί στη γραμμή Εσκί - Σεχίρ - Κιουτάχεια - Αφιόν Καραχισάρ. Ο ηγέτης της τουρκικής επανάστασης Κεμάλ έχει υπογράψει σύμφωνο φιλίας και συνεργασίας με τη σοβιετική Ρωσία και τις τρεις σοβιετικές δημοκρατίες του Καυκάσου, αλλά και με τις ανταντικές χώρες Γαλλία και Ιταλία. Η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας είναι πια απελπιστική.

Το ΣΕΚΕ (Κ) όμως έχει συγκεκριμένη, ρεαλιστική πρόταση. Με ανακοίνωση της Κεντρικής Επιτροπής του («Ριζοσπάστης», 22.2.1922), αφού υποστηρίζει ότι «μόνον το κόμμα μας είχε το θάρρος να διακηρύξει ότι ο μικρασιατικός πόλεμος είναι καταδικασμένος από τον ελληνικόν λαόν και ότι η συνέχισίς του πρόκειται να αποβή εις καταστροφήν ολοκλήρου της χώρας», προτείνει: «δεν υπάρχει άλλη διέξοδος από την κρίσιν παρά μόνον η κατάπαυσις του πολέμου και η άμεσος ειρήνη, καθώς και η διάλυσις της εθνοσυνελεύσεως, η οποία διά της στάσεώς της απεδείχθη αντίθετος προς την εντολήν την οποίαν έλαβεν».

Μέσα σε αυτή την πρόταση του κόμματος της εργατικής τάξης συμπυκνώνεται η δυνατότητα υπέρβασης των αδιεξόδων, τα οποία δημιούργησαν με την πολιτική τους τόσο το κόμμα του Βενιζέλου όσο και τα βασιλικά κόμματα. Και είναι η μόνη ρεαλιστική λύση που εκείνα τα χρόνια ακούγεται, λύση που ωφελούσε την πλειοψηφία του ελληνικού λαού αλλά και την κρατική υπόσταση της χώρας μας. Επομένως (αντίθετα από ό,τι υποστηρίζεται στο σχολικό εγχειρίδιο, σελ. 340) υπήρξε μια πολιτική δύναμη, το ΣΕΚΕ (Κ), που τόλμησε να υποδείξει αποχώρηση από τη Μικρασία και να μιλήσει για αναπροσανατολισμό της εξωτερικής πολιτικής. Γιατί η κατάπαυση του πολέμου και η άμεση ειρήνη υλοποιούνται με την αποχώρηση του ελληνικού στρατού από το μικρασιατικό έδαφος και με την αλλαγή πολιτικής απέναντι στην Αντάντ. Εξάλλου, ακόμα και στα τέλη του 1921 ο Φεβζή πασάς, πρόεδρος του Συμβουλίου Επιτροπών της Τουρκίας, δήλωνε ότι η χώρα του είναι πρόθυμη να ειρηνεύσει με οποιονδήποτε εχθρό της, αρκεί να γίνει σεβαστή η απαίτηση του τουρκικού λαού για εθνική ανεξαρτησία και να αποχωρήσουν οι ξένοι στρατοί, ενώ από την άλλη πλευρά δεσμευόταν να σεβαστεί τα δικαιώματα των εθνικών μειονοτήτων. Υπήρχαν δηλαδή δυνατότητες ειρηνικού τέλους της μικρασιατικής εκστρατείας και αποσόβησης της καταστροφής του μικρασιατικού ελληνισμού. Η ελληνική όμως κυβέρνηση, εγκλωβισμένη στα φιλοανταντικά της συμπλέγματα και τα αντιλαϊκά και αντεθνικά της σύνδρομα, δεν πήρε καμιά πρωτοβουλία.(...)

Στο μεταξύ, η κυβέρνηση Γούναρη έχει να αντιμετωπίσει σοβαρά οικονομικά προβλήματα, εξαιτίας και των δαπανών που απαιτεί η εκστρατεία. Επειδή έχουν ακυρωθεί οι συμμαχικές δανειοδοτήσεις από την επάνοδο του Κωνσταντίνου, προσπαθεί απεγνωσμένα να αυξήσει τα κρατικά έσοδα με διάφορα τεχνάσματα και ποικίλες ρυθμίσεις. Τελικά, καταφεύγει σε ένα πρωτότυπο («ευφυές», κατά τη γνώμη του Αγγλου πρωθυπουργού) για τα χρονικά της δημοσιονομικής πολιτικής μέτρο, τη διχοτόμηση του χαρτονομίσματος, που ουσιαστικά συνιστά μορφή αναγκαστικού δανείου.Αυτά τα κυβερνητικά μέτρα έρχονται να διευρύνουν την οικονομική εξαθλίωση του λαού και «δεν είναι τίποτε άλλο, παρά ο επίλογος της μικρασιατικής εκστρατείας», όπως χαρακτηριστικά εκτιμά το ΣΕΚΕ (Κ) το Μάρτη του 1922.Και σε άλλα κείμενά του το κόμμα αυτό θα εξηγήσει προς τον εργαζόμενο λαό τον αντιλαϊκό χαρακτήρα των νέων φορολογικών μέτρων, σύμφωνα με τα οποία μένει πάντα στο απυρόβλητο το μεγάλο κεφάλαιο.

Είναι εξάλλου χαρακτηριστική η ταξική φορολογική πολιτική των βενιζελικών και αντιβενιζελικών κυβερνήσεων σε όλο το διάστημα του πολέμου, που φτάνει σε σημείο εξοργιστικό: μένουν τελείως αφορολόγητα τα πολεμικά κέρδη εφοπλιστών, μεγαλεμπόρων και βιομηχάνων.«Τα διαδιδόμενα και καταλλήλως γραφόμενα εις όλας τας αστικάς εφημερίδας περί δήθεν φορολογίας του κεφαλαίου, δηλαδή των ανωνύμων εταιριών, τραπεζών, εφοπλιστών κτλ. είναι ψευδή, ασύστολα» (...)

Η νέα κυβέρνηση Πρωτοπαπαδάκη (...) θα επιδείξει ξέχωρη ευαισθησία απέναντι στον «κομμουνιστικό κίνδυνο», εξαπολύοντας τρομοκρατία με συλλήψεις, καταδίκες και φυλακίσεις. Τα μέτρα θα ξεπεράσουν κάθε προηγούμενο σε μαζικότητα και βιαιότητα. Φαίνεται πως η κυβέρνηση είχε βάλει στόχο - αυτό και μόνο την ενδιέφερε - να αφανίσει «από προσώπου Ελλάδος» το κόμμα της εργατικής τάξης, το οποίο στο μεταξύ είχε αυξήσει την επιρροή του μέσα στο λαό, κινητοποιώντας ευρύτερα κοινωνικά στρώματα.

Στις αρχές Ιουλίου 1922 κλείνεται στις φυλακές Συγγρού ο Διευθυντής του «Ριζοσπάστη» Γ. Πετσόπουλος. Τέσσερις μέρες αργότερα συλλαμβάνονται τα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΕΚΕ (Κ)και της Διοίκησης της ΓΣΕΕ για αντιπολεμική δράση. Κλείνονται στις φυλακές Συγγρού, από όπου θα απελευθερωθούν στα τέλη του Σεπτέμβρη του 1922, αφού, στο διάστημα της φυλάκισής τους, «άνθρωποι της κυβέρνησης» προσπάθησαν - χωρίς επιτυχία - να τους δολοφονήσουν. Με τέτοιες μεθόδους προσπαθούν κυβέρνηση και βασιλιάς να αποπροσανατολίσουν την κοινή γνώμη και να διώξουν από πάνω τους τις ευθύνες για την επερχόμενη καταστροφή.

Μα και στο μέτωπο η τρομοκρατία δεν πάει πίσω. Συλλαμβάνονται στρατιώτες για την αντιπολεμική τους δράση. Είναι μέλη και οπαδοί της Κεντρικής Επιτροπής των κομμουνιστών στρατιωτών του μετώπου. Είκοσι δύο στρατιώτες κλείνονται στις φυλακές της Σμύρνης, με την κατηγορία της «εσχάτης προδοσίας». Επρεπε να προετοιμαστεί ένα «άλλοθι» για την κατάρρευση του μετώπου...

Η αντεπίθεση του Κεμάλ

Στις 13 Αυγούστου 1922 αρχίζει η αντεπίθεση του Κεμάλ. Η διάσπαση της γραμμής του μετώπου είναι ήδη πραγματικότητα. Τη μέρα που οι Τούρκοι μπαίνουν στη Σμύρνη (27.8.1922), η «Διοίκηση» του ΣΕΚΕ (Κ) κυκλοφορεί κοινή προκήρυξη με τη Διοίκηση της ΓΣΕΕ.Με αυτή διαπιστώνουν οι δυο Διοικήσεις: «Ευρισκόμεθα ενώπιον σοβαρότατης κρίσεως, η οποία είναι το μοιραίον και αναπόφευκτον αποτέλεσμα της παράφρονης και αντιθέτου προς τα συμφέροντα της χώρας πολιτικής, την οποίαν εγκαινίασεν η κυβέρνησις Βενιζέλου, οι δε διάδοχοί της τυφλώς ηκολούθησαν περιφρονούντες την πανηγυρικώς διά των εκλογών της 1ης Νοεμβρίου διαδηλωθείσαν θέλησιν του λαού. Η χώρα αντιμετωπίζει σήμερον δεινήν κατάστασιν, στρατιωτικήν, πολιτικήν, οικονομικήν, κοινωνικήν, διεθνή, της οποίας θύμα είναι η μεγάλη πλειοψηφία του εργαζόμενου λαού».

Στη συνέχεια εντοπίζουν τα αίτια της αντιλαϊκής πολιτικής και του αδικαιολόγητου πολέμου και καταγγέλλουν προς το λαό «πάσας τας διοικησάσας από το 1915 μέχρι σήμερον τη χώραν πολιτικάς μερίδας ως εξ ίσου υπευθύνους της σημερινής συμφοράς». Τέλος προτείνουν ως διέξοδο από την κρίση «αμέσως και άνευ αναβολής» την πραγματοποίηση μιας σειράς από μέτρα, όπως γενική αποστράτευση, αμνηστεία γενική όλων των πολιτικών και στρατιωτικών αδικημάτων, αποζημιώσεις των αποστρατευόμενων εφέδρων, των χηρών, των ορφανών, τραυματιών και αναπήρων «διά ειδικής βαρύτατης φορολογίας των εκ του πολέμου πλουτισάντων», άμεση παραχώρηση των τσιφλικιών στους καλλιεργητές τους, άμεση διενέργεια εκλογών «επί τη βάσει του συστήματος της αναλογικής αντιπροσωπείας, του μόνου δυναμένου να δώση διέξοδον εις τα πολιτικά πάθη, να ισορροπήση τις αντιμαχομένους πολιτικάς δυνάμεις και να εξασφαλίση εις τας εργαζομένους τάξεις την εν τω κοινοβουλίω εκπροσώπησίν των».

Η προσφορά ωστόσο του ΣΕΚΕ (Κ) σε αυτές τις δύσκολες ώρες και μέρες θα εκδηλωθεί και μέσα από άλλο δρόμο. Στις 28.8.1922, στο «Ριζοσπάστη» δημοσιεύονται με τίτλο «Προς προστασίαν των ελληνικών πληθυσμών και των αιχμαλώτων» διαβήματα του κόμματος της εργατικής τάξης προς τα Κομμουνιστικά Κόμματα Αγγλίας, Γαλλίας, Ιταλίας, προς την III Διεθνή και προς το κράτος της σοβιετικής Ρωσίας. Με αυτά ζητιόταν η παρέμβασή τους για την προστασία των Ελλήνων της Μικρασίας, «θυμάτων της εγκληματικής πολιτικής των αστικών ελληνικών κυβερνήσεων και των Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών», οι οποίοι τώρα ήταν εκτεθειμένοι «εις τον κίνδυνον της εκδικήσεως του νικητού».

Και αυτή η πατριωτική στάση του ΣΕΚΕ (Κ) είναι ακόμα περισσότερο άξια για προσοχή και εκτίμηση, όταν αναλογιστεί κανείς ότι εκείνο τον καιρό ολόκληρη η ηγεσία του ήταν στις φυλακές. Οταν αναλογιστεί κανείς ότι εκείνες τις μέρες «οι Σύμμαχοι και ιδιαιτέρως οι Αγγλοι επέδειξαν... ανήκουστον αναισθησίαν»κατά την υποχώρηση και αποχώρηση του ελληνικού στρατού και πληθυσμού. Οταν αναλογιστεί κανείς ότι τα δύο αστικά κόμματα συναγωνίζονταν ποιο θα επιρρίψει μεγαλύτερες ευθύνες στο άλλο για την κατάληξη της μικρασιατικής εκστρατείας. Οταν η ελληνική κυβέρνηση, με τη διαταγή της «περί γενικής αποστρατεύσεως», έδειχνε να ενδιαφέρεται περισσότερο για τη σωτηρία του θρόνου παρά για τη διάσωση των Ελλήνων της Μικρασίας - όταν, τέλος, οι βασιλικοί κύκλοι προετοίμαζαν παρασκηνιακά την εκτόνωση της λαϊκής αγανάκτησης με το σχηματισμό νέας κυβέρνησης «εθνικής σωτηρίας», με επικεφαλής τον Ιωάννη Μεταξά.

Σχετικά με το τελευταίο γεγονός είναι χαρακτηριστικό το περιστατικό που αναφέρει στην Ιστορία του ο Γ. Κορδάτος, γραμματέας τότε του ΣΕΚΕ (Κ), φυλακισμένος στις φυλακές Συγγρού.Ο ίδιος ο Μεταξάς θα επισκεφθεί στις 31 Αυγούστου (μέρα που άρχιζε ο εμπρησμός της Σμύρνης) τον Γ. Κορδάτο στις φυλακές Συγγρού με πρόταση για συμμετοχή του ΣΕΚΕ (Κ) σε κυβέρνηση με τον Μεταξά επικεφαλής. Η χειρονομία αυτή φανερώνει την ακτινοβολία του κόμματος της εργατικής τάξης. Δηλώνει πως ακόμα και οι συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις δεν μπορούν να αγνοήσουν το κύρος και τη δυναμική του ΣΕΚΕ (Κ). Ωστόσο, ο Μεταξάς επιζητούσε τη συμμετοχή των κομμουνιστών στην κυβέρνηση για να δώσει στην τελευταία λαϊκό χαρακτήρα. Ετσι θα πετύχαινε δύο στόχους: θα εξιλεωνόταν κάπως η συντηρητική παράταξη - ένοχη για την καταστροφή - και ταυτόχρονα θα παγιδευόταν η Αριστερά στο χορό των ευθυνών, με άμεση προοπτική τον πολιτικό της θάνατο. Φυσικά ο Γ. Κορδάτος δε δέχτηκε την πρόταση του Μεταξά, γιατί, όπως του δήλωσε, ο ρόλος του Σοσιαλεργατικού Κόμματος δεν είναι να σώσει το θρόνο και το αστικό καθεστώς.(...)

Τελειώνοντας, αναφέρουμε την ανακοίνωση του ΣΕΚΕ (Κ), που εκδόθηκε με αφορμή τη συνθήκη της Λωζάνης (24.7.1923). «Η ειρήνη υπεγράφη. Ο τόπος τυπικώς επανέρχεται στην κατάσταση της ειρήνης. Διότι όλα τα μεγάλα προβλήματα (οικονομικά, κοινωνικά, δημοσιονομικά), τα οποία μας εκληροδότησεν ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος, παραμένουν άλυτα... Σας υπενθυμίζομεν μόνον ότι το Κόμμα μας αρχικώς αντετάχθη κατά της μικρασιατικής εκστρατείας και ουδεμίαν στιγμήν, και εις την χειροτέραν ακόμη περίοδον της κωνσταντινικής παλαιοκομματικής τρομοκρατίας, δεν ανέστειλε την πολεμικήν του κατά της εξωτερικής εκείνης πολιτικής η οποία ωδήγησεν, παρά την θέλησίν της, την ελληνικήν νεολαίαν εις τον Σαγγάριον διά να αφήση, χάριν των συμφερόντων της δυναστείας του Κωνσταντίνου αφ' ενός και προς εξυπηρέτησιν των αγγλογαλλικών πλουτοκρατικών συμφερόντων ως και προς πλουτισμόν της εντόπιας κεφαλαιοκρατίας αφ' ετέρου, τα κόκαλά της και να γίνη έκτοτε η κυριωτέρα αφορμή του εκπατρισμού και της προσφυγοποιήσεως του έξω ελληνισμού. Υπενθυμίζομεν ακόμη ότι εγκαίρως προείπεν το Κόμμα μας το αδιέξοδον της μικρασιατικής περιπέτειας και συνέστησεν επί κυβερνήσεως Γούναρη να ανατεθή η διαιτησία εις τη Σοβιετικήν Ρωσίαν, η οποία ήτο πρόθυμος ως αμερόληπτος διαιτητής να διευκολύνη την δικαίαν λύσιν της μικρασιατικής εμπολέμου ελληνοτουρκικής διαφοράς...».

Πηγές:

1. Κωστή Μοσκώφ, «Δοκίμια», εκδ. «Εξάντας», Αθήνα 1979

2. Κωστή Μοσκώφ, «Εισαγωγικά στην ιστορία του κινήματος της εργατικής τάξης», εκδ. «Καστανιώτη», Αθήνα 1985

3. «Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή»

4. Δ. Κόκκινος, «Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος»

5. Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ

6. Ι. Δελαγραμμάτικας, «Στην επέτειο της μικρασιατικής τραγωδίας», περιοδικό «Επιστημονική Σκέψη», 14/1983

7. Αλ. Παπαναστασίου, «Πολιτικά κείμενα», τόμ. Α΄, εκδ. «Μπάυρον», Αθήνα 1973

8. Δημήτρης Κιτσίκης, «Συγκριτική Ιστορία Ελλάδος και Τουρκίας στον 20ό αιώνα», εκδ. «Εστία», Αθήνα 1978

9. Π. Καρολίδου, «Συμπλήρωμα εις την Ιστορίαν του Ελληνικού Εθνους του Κ. Παπαρρηγοπούλου», εκδ. «Ελευθερουδάκης», Αθήνα

10. Γ. Κορδάτος, «Ιστορία της νεώτερης Ελλάδας»

11. Ν. Ψυρούκη, «Η μικρασιατική καταστροφή»

Αντί επιλόγου

Βεβαίως, παρά τις προσπάθειες του Κόμματος της εργατικής τάξης αλλά και του πρώτου στον κόσμο εργατικού κράτους της Σοβιετικής Ρωσίας, το οποίο έκανε τότε κάθε προσπάθεια για δίκαιη διευθέτηση του προβλήματος, (βλέπε αναλυτικά γι' αυτό, «Ρ» 28/8/2005), ώστε να σταματήσει ο πόλεμος, η ολοκληρωτική καταστροφή για τον ελληνικό λαό δεν αποφεύχτηκε και η ευθύνη γι' αυτό βαρύνει απόλυτα τα ιμπεριαλιστικά κράτη και την πολιτική τους, αλλά και την αστική τάξη της Ελλάδας και τις κυβερνήσεις της.

Ενα πρώτο βασικό συμπέρασμα που βγαίνει αβίαστα από τη μικρασιατική εκστρατεία και καταστροφή, είναι ότι τα ιμπεριαλιστικά κράτη μπροστά στα συμφέροντά τους γίνονται αδίσταχτα απέναντι στους λαούς, σφάζουν, δολοφονούν, με τους πολέμους που εξαπολύουν, διαμελίζουν χώρες, καλλιεργούν τον εθνικισμό και το σοβινισμό, προκειμένου να επιβάλουν τον κοσμοπολιτισμό του κεφαλαίου, τη διεθνική εκμεταλλευτική δράση των μονοπωλίων. Κάθε αντικειμενικός παρατηρητής μπορεί, μέσα από τα γεγονότα της μικρασιατικής εκστρατείας και καταστροφής, να αντλήσει συμπεράσματα για τη σύγχρονη πραγματικότητα που διαμορφώνει η ιμπεριαλιστική τάξη πραγμάτων στα Βαλκάνια, στην Εγγύς και τη Μέση Ανατολή, γενικότερα στο γεωγραφικό χώρο της «Ευρασίας». Πόλεμος στα Βαλκάνια, διαμελισμοί κρατών, εθνικιστικές αντιθέσεις. Πόλεμος στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ, στο Λίβανο, στην Παλαιστίνη κλπ. Οι λόγοι, οι ίδιοι. Τα πετρέλαια και οι δρόμοι μεταφοράς τους, αλλά και τα γεωστρατηγικά συμφέροντα των ηγετικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Τότε ενδιαφέρονταν για το μοίρασμα στην περιοχή των αποικιών της ηττημένης στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο Γερμανίας, αλλά και τον αποκλεισμό της Σοβιετικής Ρωσίας, το «πνίξιμο» του πρώτου στον κόσμο εργατικού κράτους. Σήμερα, επίσης, επιδιώκουν να ανακόψουν κάθε αντίσταση κρατών και λαών στα σχέδια της ολοκληρωτικής επιβολής των συμφερόντων τους στην περιοχή. Και σήμερα, όπως και τότε, η περιοχή μας είναι πεδίο όξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων με απρόβλεπτες συνέπειες, ή μάλλον με καταστρεπτικές, αν δεν πάρουν οι λαοί τις τύχες τους στα χέρια τους.

Ενα δεύτερο συμπέρασμα είναι ότι τα πολιτικά κόμματα της άρχουσας τάξης, μπορεί να φαίνεται ότι αντιπολιτεύονται μεταξύ τους, εκμεταλλευόμενα τα προβλήματα και τις ανάγκες του λαού, εξαπατώντας τον ακόμη και με την κάλπικη προβολή λύσεων προς όφελός τους, αλλά πάντα ασκούν την ίδια ακριβώς πολιτική για την πραγματοποίηση των συμφερόντων της άρχουσας τάξης. Τότε η αντιβενιζελική παράταξη με το σύνθημα να σταματήσει ο πόλεμος, αντικατέστησε με τη λαϊκή ψήφο την κυβέρνηση Βενιζέλου. Αλλά ο πόλεμος συνεχίστηκε, γιατί αυτό ήθελε η άρχουσα τάξη. Να διεκδικήσει μερίδιο σ' έναν κατακτητικό άδικο ιμπεριαλιστικό πόλεμο από κοινού με τους συμμάχους της. Σήμερα συμμετέχει η άρχουσα τάξη στην ιμπεριαλιστική δράση στα Βαλκάνια, στο Αφγανιστάν, συνέβαλε σ' αυτόν του Ιράκ, ετοιμάζεται για το Λίβανο, συμμετείχε στον Πόλεμο του Κόλπου το 1990, με κυβερνήσεις τόσο του ΠΑΣΟΚ όσο και της ΝΔ. Και, βεβαίως, και τα δύο κόμματα της άρχουσας τάξης ανταγωνίζονται ποιο από τα δύο μπορεί να εφαρμόσει την ευρωατλαντική πολιτική. Επίσης, και σήμερα, υπάρχει και δρα ελληνικός στρατός έξω από τα σύνορα, (Βοσνία, ΠΓΔΜ, Αφγανιστάν). Με βάση και την εμπειρία της μικρασιατικής καταστροφής, η εργατική τάξη της Ελλάδας, ο λαός της μόνο δεινά μπορούν να περιμένουν από τη συμμετοχή στην ιμπεριαλιστική δράση και τη λεγόμενη «αντιτρομοκρατική εκστρατεία» των αστικών κυβερνήσεων, ή την εφαρμογή του δόγματος για τον «εκδημοκρατισμό κρατών» που τώρα εφαρμόζεται στη Μέση Ανατολή με το σχέδιο των ευρωατλαντικών για τη λεγόμενη «Ευρεία Μέση Ανατολή».

Τέλος, και τότε, το ΚΚΕ εκτιμούσε και προέβλεπε ότι, μέσα από την τυχοδιωκτική μικρασιατική εκστρατεία, έρχεται και καταστροφή και επιβεβαιώθηκε. Με την πολιτική και τη δράση του, με όλες του τις δυνάμεις, επιδίωκε τη ματαίωση του μικρασιατικού πολέμου. Αναδείκνυε το γεγονός ότι η πρόσδεση των ελληνικών κυβερνήσεων στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, η συμμετοχή τους στην ιμπεριαλιστική δράση υπηρετεί τα συμφέροντα των μονοπωλίων και του κεφαλαίου. Η συνεπής πολιτική αρχών απέναντι στην εργατική τάξη, όλο το λαό, συνέδεε σωστά την υπόθεση του πολέμου με την αστική εξουσία και τον ιμπεριαλισμό, ενώ πρότεινε διευθέτηση του μικρασιατικού ζητήματος έξω από τα πλαίσια των ιμπεριαλιστικών συμφωνιών, (Βερσαλλίες, Λωζάνη, Σέβρες) και μεταξύ των δύο χωρών. Στις σύγχρονες συνθήκες, το ΚΚΕ είχε έγκαιρα προειδοποιήσει για τους κινδύνους πολέμου στα Βαλκάνια, τους διαμελισμούς, αλλά και για την ευρύτερη περιοχή. Καταδίκασε τη συμμετοχή των ελληνικών κυβερνήσεων και την αποστολή στρατού έξω από τα σύνορα, προβάλλοντας τη θέση ότι κάθε λαός έχει δικαίωμα επιλογής σε ποιο κοινωνικό σύστημα θέλει να ζήσει και να καθορίζει ο ίδιος τις τύχες του, χωρίς ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και πολέμους. Και είναι το Κόμμα μας, το μόνο κόμμα που διεξάγει συνεπή αντιιμπεριαλιστική αντιμονοπωλιακή δράση, καλώντας το λαό να συγκροτήσει το δικό του κοινωνικοπολιτικό μέτωπο πάλης, σε συνδυασμό με την κοινή πάλη με τους άλλους λαούς για την ανατροπή της ιμπεριαλιστικής πολιτικής και της εξουσίας των μονοπωλίων.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ