Η Σεμίνα Διγενή, η Κωνσταντίνα Κούνεβα, η Μάγδα Φύσσα, η Ελένη Ράντου και η Δανάη Πλα - Καρύδη μίλησαν για τη βία κατά των γυναικών, τη ρατσιστική και φασιστική βία
Αυτό το μήνυμα έστειλαν οι ΚΟ Νότιου Τομέα Αθήνας του ΚΚΕ, με την εκδήλωση που διοργάνωσαν το απόγευμα της Πέμπτης, στον Αλιμο, με εκλεκτές συμμετέχουσες, που στην κυριολεξία ενσαρκώνουν αυτόν τον αγώνα. Το ανοιχτό θέατρο «Μαίρη Αρώνη» γέμισε μέσα και γύρω του με κόσμο όλων των ηλικιών, σε μια εκδήλωση που προκάλεσε συγκίνηση και έκανε αίσθηση στην περιοχή.
Με τον δικό της μοναδικό τρόπο, με χιούμορ και έξυπνα πολιτικά σχόλια, παρουσίασε τις συμμετέχουσες η Σεμίνα Διγενή, υποψήφια βουλευτής του ΚΚΕ στον Νότιο Τομέα και κεντρική ομιλήτρια της εκδήλωσης.
Πρώτη απηύθυνε χαιρετισμό η Κωνσταντίνα Κούνεβα, υποψήφια βουλευτής του ΚΚΕ στην Α' Αθήνας, η οποία σημείωσε ότι οι πρωτοβουλίες για την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών και κοριτσιών εστιάζονται στις μορφές που είναι πιο διαδεδομένες κι έδωσε στοιχεία για αυτές ανά τις ηπείρους. «Εγώ ήμουν πολύ εύκολο θύμα, γιατί ήμουν γυναίκα, μετανάστρια και με αναπηρία», σημείωσε για τη δολοφονική επίθεση που η ίδια δέχτηκε και κάλεσε ο αγώνας για όλες αυτές τις γυναίκες, τις μητέρες, τους αναπήρους κ.λπ. να συνεχίζεται μέσα και από την ενδυνάμωση του ΚΚΕ.
«Σήμερα είμαι εδώ για όλα όσα λέει ο τίτλος της εκδήλωσης», εξήγησε παίρνοντας τον λόγο η Μάγδα Φύσσα. «Το δικό μου παιδί είναι μια πολιτική δολοφονία, τα παιδιά στα Τέμπη είναι κρατική δολοφονία, γυναικοκτονίες, αστυνομικοί που έχουνε σκοτώσει, γενικότερα για όλα τα κακοποιημένα άτομα που έχουν επιζήσει από διάφορες φασιστικές επιθέσεις... Είμαι εδώ για όλους αυτούς τους γονείς», είπε και επικεντρώνοντας στο έγκλημα των Τεμπών κάλεσε να σταθούμε όλοι δίπλα τους στον αγώνα που έχουν, ζώντας οι ίδιοι την «κόλαση».
Αναφέρθηκε επίσης στη δίκη της Χρυσής Αυγής σε δεύτερο βαθμό, στις προκλήσεις και τη χυδαιότητα των φασιστών και κατέληξε λέγοντας μεταξύ άλλων: «Ναι, σταματάει ο χρόνος, σταματάει η ζωή, έχω όμως να παλέψω αυτό το θηρίο μαζί με όλους εσάς! Δεν είμαι μόνη μου, είσαστε κι εσείς μαζί μου!».
Στο «ξέπλυμα» που κάνουν στους φασίστες τα αστικά κόμματα αναφέρθηκε η Δανάη Πλα - Καρύδη, υποψήφια βουλευτής του ΚΚΕ στον Νότιο Τομέα Αθήνας, θυμίζοντας ότι «οι ναζί είναι το πιο πιστό σκυλί του συστήματος» και τονίζοντας: «Ο πραγματικός και ιστορικός αντίπαλος του φασισμού είναι το εργατικό κίνημα και το Κομμουνιστικό Κόμμα. Για εμάς δεν υπάρχουν παραπλανημένοι, υπάρχουν τάγματα εφόδου εκτός φυλακής. Τους αντιμετωπίζουμε με αγώνα σε κάθε γειτονιά, σχολή, χώρο δουλειάς. Αντιμετωπίζουμε τη δηλητηριώδη ιδεολογία σε κάθε σχολείο και σχολή. Τσακίζουμε τη δολοφονική δράση τους στον δρόμο. Ο πόλεμος ενάντια στον φασισμό είναι πόλεμος όλου του λαού (...) Ενα πολύ πιο δυνατό ΚΚΕ μπορεί να δώσει δύναμη σε κάθε αντιφασίστα».
Στοιχεία για τη ραγδαία αύξηση των περιστατικών βίας και γυναικείας κακοποίησης, στη χώρα μας και διεθνώς, έδωσε στην ομιλία της η Σεμίνα Διγενή, σημειώνοντας μεταξύ άλλων: «Για να βρει μια γυναίκα το θάρρος και τη δύναμη να αποκρούσει, να αντισταθεί και να καταγγείλει, ακόμα και να φύγει από μια κακοποιητική και παθογόνα σχέση, χρειάζεται ολόπλευρη κρατική στήριξη για να μπορεί να σταθεί στα πόδια της, δηλαδή να είναι οικονομικά και κοινωνικά ανεξάρτητη.
Η σιωπή για την πολύμορφη βία που δέχονται οι γυναίκες, λέει το ΚΚΕ, μπορεί να σπάσει μόνο μέσα από τον συλλογικό αγώνα και τη διεκδίκηση όλων αυτών των οικονομικών και κοινωνικών προϋποθέσεων, που είναι αναγκαίες για να σηκώσουν οι γυναίκες κεφάλι», είπε, παραθέτοντας σχετικά μέτρα που διεκδικεί το Κόμμα.
Στη συνέχεια κάλεσε «να τελειώνουμε με τα κυβερνητικά ψέματα περί πρόληψης και προστασίας των κακοποιημένων γυναικών», αφού σήμερα στη χώρα μας οι σχετικοί Ξενώνες Φιλοξενίας είναι μόλις 19, με 400 περίπου κλίνες (αντί για το ελάχιστο όριο των 1.000 που θέτει η Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης) και από αυτές λειτουργούν οι 220 για... 7.375 θύματα!
Η βραδιά έκλεισε με τραγούδια που ερμήνευσαν η Γιώτα Νέγκα, που ευχήθηκε από καρδιάς καλή επιτυχία στις εκλογές, ο Φίλιππος Πλιάτσικας και ο ράπερ IEZEKIL.
RIZOSPASTIS |
Πάμε με πίστη, σιγουριά, αυτοπεποίθηση και χαμόγελο στις κάλπες. Κόντρα στους υπεύθυνους της νέας δυστυχίας, τους σχεδιαστές της νέας σκλαβιάς. Δεν συμμετέχουμε στη δική τους πραγματικότητα, εκεί που συμβαίνουν όσα εφιαλτικά βλέπουμε σε σενάρια επιστημονικής φαντασίας. Εκεί που εμφυτεύονται στα άτομα συγκεκριμένες σκέψεις και «πιστεύω» ανάλογα με την τάξη τους και αφαιρούνται οι μηχανισμοί της αντίδρασης. Εκεί που οι ανατρεπτικές διαθέσεις απαγορεύονται και σε όποιον «λοξοδρομεί», του χορηγούνται όλα όσα τον κρατούν σε συνειδησιακή καταστολή. Ζήσαμε τόσες κρίσεις, τα είδαμε όλα. Ξέρουμε τι φταίει. Οπως ξέρουμε πως σε όλες τις κινητοποιήσεις και τις διεκδικήσεις μας, το μόνο που είδαμε δίπλα μας, ήταν πάντα το ΚΚΕ. Σε λίγες ώρες επιλέγουμε το πώς θα ζήσουμε από εδώ και πέρα. Το πώς θα είναι η ζωή των παιδιών μας, των γονιών μας, των φίλων μας, η δική μας. Δεν θα την εγκλωβίσουμε στη λάθος επιλογή. Υπάρχει τρόπος να βγούμε από αυτό το βαθύ σκοτάδι. Θέλει δουλειά βέβαια, θέλει πίστη και πείσμα ο στόχος. Ποτέ, στη μεγαλειώδη και τρικυμισμένη Ιστορία του ΚΚΕ, δεν χαρίστηκε το παραμικρό. Ολα όσα κατακτήθηκαν, και το πιο απλό δικαίωμα και η πιο μικρή νίκη και το πιο μικρό βήμα για δικαιοσύνη και κοινωνική απελευθέρωση, κερδήθηκαν με αίμα. Ο,τι σπουδαίο και μεγάλο πέτυχε αυτή η χώρα, ό,τι πιο προοδευτικό και καλό, το πέτυχε ο ίδιος ο λαός, καμιά εξουσία, κανένας σωτήρας, κανένας «σύμμαχος». Εμείς. Εμείς με το ΚΚΕ. Το κέρδισαν όσοι πήγαν κόντρα στον συμβιβασμό, στην υποταγή, στη μοιρολατρία και όλα εκείνα τα «εφικτά» και τα «ρεαλιστικά» των κυβερνώντων και των προϊσταμένων τους. Αυτών που χρησιμοποιούν την τρομολαγνεία για το συμφέρον τους. Ενας δρόμος υπάρχει μπροστά μας και είναι μόνο αυτός που οδηγεί σε μια δίκαιη κοινωνία. Ο κόσμος που ζούμε μπορεί να αλλάξει και θα αλλάξει. Κι αυτό θα γίνει μόνο αν πιστεύοντας στο αναπόφευκτο της αλλαγής, ενισχύσουμε το κόμμα που - χρόνια τώρα - είναι το μόνο που αγωνίζεται σθεναρά και με συνέπεια ενάντια στην εκμετάλλευση, στην υποτέλεια στα ξένα κέντρα αποφάσεων, σ' αυτούς που ελέγχουν τις αγορές, τους ενεργειακούς δρόμους, τους εξοπλισμούς, αλλάζουν σύνορα, κάνουν πολέμους και βυθίζουν τον κόσμο στη φτώχεια, την εξαθλίωση, την πείνα και τον εξευτελισμό.
Ο αρχιμουσικός Βύρων Φιδετζής μιλά για την Τρίτη Συμφωνία του Σοστακόβιτς, μεταφέρει την εμπειρία του από την ΕΣΣΔ στον χώρο της μουσικής, ενώ σχολιάζει και τη μουσική παιδεία στον τόπο μας
-- Ας μου επιτραπεί αρχικά μια μικρή προσωπική νότα. Είχα την τύχη να παρουσιάσω για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 1ο κοντσέρτο για βιολοντσέλο του Σοστακόβιτς πριν από 50 χρόνια, όπως και κάποιες από τις Συμφωνίες του και, πιο συγκεκριμένα, την 4η Συμφωνία με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, τη 2η Συμφωνία με τη «Φιλαρμόνια» και τώρα την 3ηπάλι με τη «Φιλαρμόνια». Το θεωρώ πολύ μεγάλο προνόμιο για μένα.
Οχι μόνο η ΚΝΕ αλλά και όλη η νεολαία αξίζει να έχει μια επαφή με τη μεγάλη και σπουδαία μουσική του 20ού αιώνα και ο Σοστακόβιτς είναι ένας από τους πολύ σημαντικούς συνθέτες του αιώνα που πέρασε. Ιδιαίτερα δε στον συμφωνικό χώρο είναι βασικά ο μεγάλος συνεχιστής αυτής της τρομερής συμφωνικής παράδοσης από τον Χάιντν, τον Μότσαρτ, τον Μπετόβεν, τον Μπραμς, τον Τσαϊκόφσκι, τον Μάλερ, τον Μπρούκνερ.
Η 3ηΣυμφωνία είναι ένα πολύ ιδιαίτερο έργο. Δεν χωρίζεται σε μέρη ως συνήθως, είναι, δηλαδή, ενιαίο έργο, το οποίο κρατάει περίπου μισή ώρα και στο τέλος συμμετέχει χορωδία, για ένα μικρό διάστημα. Το κείμενο αναφέρεται τόσο στο θέμα της Εργατικής Πρωτομαγιάς, όσο και της 1ης Μαΐου γενικότερα.
Να πούμε ότι στη συναυλία θα ακουσθούν μεταξύ άλλων και τα ελληνικά τραγούδια του Ραβέλ και του Ντβόρζακ (αυτά σε ενορχήστρωση δική μου), αλλά και τρία τραγούδια σε πρώτη εκτέλεση του Κωνσταντίνου Σφακιανάκη, ενός σημαντικού Ελληνα συνθέτη, που δυστυχώς το μέγα μέρος του έργου του έχει χαθεί, με σολίστ την μεσόφωνο Αρτεμη Μπόγρη. Τη δε Χορωδία του δήμου Αθηναίων διευθύνει ο Σταύρος Μπερής.
-- Στη Σοβιετική Ενωση παρουσιάζονταν όλα τα ρωσικά και σοβιετικά έργα από τους κρατικούς οργανισμούς, ηχογραφούνταν και εκδίδονταν. Γινόταν ξεχωριστή πολιτισμική και εκπαιδευτική πολιτική. Ποια είναι η άποψή σας;
-- Εγώ απλώς θα πω από την εμπειρία μου, γιατί είχα δουλέψει στη Σοβιετική Ενωση, στο τέλος της, την εποχή της περεστρόικα, και διαπίστωσα ιδίοις όμμασι ποια ήταν η σχέση του κόσμου, όχι σε μεγάλες πόλεις απλώς, όπως τη Μόσχα ή το Λένινγκραντ, αλλά ακόμα και σε μια πόλη όχι τόσο γνωστή, όπως ήταν το Σβερντλόβσκ, ή Αικατερίνμπουργκ τώρα που πήρε το παλιό όνομα.
Είδα ότι οι συμφωνικές συναυλίες ή οι παραστάσεις της όπερας ήταν, θα έλεγα, λαϊκά θεάματα και λαϊκά ακροάματα. Και με τον όρο λαϊκό δεν εννοώ το εύκολο, αλλά ότι το ευρύτερο παγκόσμιο ρεπερτόριο ήταν προσβάσιμο για όλους. Στην πράξη αυτό σήμαινε ότι η ορχήστρα, για παράδειγμα, της οποίας είχα την τιμή να ηγούμαι για κάποιο διάστημα, ήταν υψηλών καλλιτεχνικών προδιαγραφών και μπορούσε να παίξει τα πάντα, από Στραβίνσκι και Σοστακόβιτς, μέχρι Ρίχαρντ Στράους, Βάγκνερ και Μάλερ. Και αυτό είχε σημασία, διότι δεν υπήρχε τεχνικό εμπόδιο στην πρόσβαση σε δύσκολα έργα, οπότε ο κόσμος είχε την ευχέρεια να τα ακούσει. Μπορούσε να ακούσει μουσική κάθε είδους και να έχει άμεση πρόσβαση σε αυτήν.
Βεβαίως, υπήρχε η παράδοση της Ρωσίας, η οποία είχε δημιουργήσει έναν σημαντικότατο μουσικό πολιτισμό, ήδη, από τα τέλη του 18ου αιώνα, με κορύφωση την Εθνική Σχολή και με συνθέτες όπως ο Τσαϊκόφσκι, ο Ραχμάνινοφ κ.ά. Το έδαφος προϋπήρχε, αλλά έπρεπε να καλλιεργηθεί και αυτό που διαπίστωσα εγώ, ήταν ότι η καλλιτεχνική παιδεία που μετεδίδετο τόσο στους επαγγελματίες όσο και στον άλλο κόσμο, την εποχή της Σοβιετικής Ενωσης, ήταν πολύ υψηλού επιπέδου.
-- Τι χρειάζεται από πλευράς πολιτείας και Παιδείας για να γίνει η Τέχνη μας, η «κλασική» μουσική, όπως την αποκαλούμε, κτήμα του λαού μας και απαραίτητο στοιχείο της ζωής μας;
-- Κοίταξε, αυτό είναι ένα ευρύτατο θέμα που άπτεται της μουσικής παιδείας γενικότερα. Η μουσική παιδεία στον τόπο μας, σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, υπολείπεται. Σ' αυτό, το κράτος οφείλει να κάνει κάποια βήματα. Τα ωδεία μας είναι ακόμη αδιαβάθμητα, ενώ επείγει το θέμα της ανωτατοποίησης των καλλιτεχνικών σπουδών. Δεν ξέρω πόσα χρόνια συζητιέται αυτή η Μουσική Ακαδημία... Θυμάμαι το βιβλίο του Μίκη Θεοδωράκη για την Ελληνική Μουσική που γράφει μέσα ότι από τη δεκαετία του '50 συζητιόταν το ζήτημα αυτό και πάμε και πιο πίσω ακόμη, στην εποχή Καλομοίρη, δεκαετία '20 - '30. Εκατό χρόνια, λοιπόν, συζητιέται το θέμα αυτό, ακόμη να το λύσουμε; Εξω έχουν κάνει άλματα, εμείς τι κάνουμε;
Και αυτό επιπλέον που θέλω να πω είναι το εξής: Καλό είναι να φροντίσουμε τη μουσική παιδεία, αλλά πρέπει να σκεφτούμε ότι και οι απόφοιτοι των σχολών πρέπει να έχουν χώρους εργασίας. Είναι δυνατόν η Ελλάδα να έχει μείνει με ένα Λυρικό Θέατρο, παράδειγμα; Δεν έπρεπε μια πόλη σαν τη Θεσσαλονίκη να έχει δικό της θέατρο; Ενα «εργοστάσιο πολιτισμού» που έχει ορχήστρα, χορωδία, σολίστες, μπαλέτο κ.λπ.; Τόσα χρόνια τα συζητάμε και δεν γίνεται τίποτε. Γίνονται κάποιες προσπάθειες και τελικά ναυαγούν. Για την Οπερα Θεσσαλονίκης στην οποία αναφέρομαι θα σου πω το εξής: Εγώ, ως Θεσσαλονικιός, έχω ζήσει πολλές προσπάθειες για τη δημιουργία της. Μια μεγάλη προσπάθεια είχε κάνει ο μακαρίτης ο Σπύρος Ευαγγελάτος, η οποία δυστυχώς δεν ευοδώθηκε. Δεν είναι μόνο θέμα οικονομικό, διότι πολλοί επικαλούνται το οικονομικό και στέκονται σε αυτό. Υπάρχουν προϋποθέσεις με πολύ λιγότερα λεφτά, απ' ό,τι φαντάζονται κάποιοι, για να λειτουργήσει λυρικό θέατρο σε μόνιμη βάση στη Θεσσαλονίκη.
Και επίσης να δημιουργηθούν κι άλλες ορχήστρες. Εγιναν και γίνονται κάποιες αξιόλογες προσπάθειες σε πόλεις όπως η Λάρισα, ο Βόλος, η Κέρκυρα ή το Ηράκλειο και η Πάτρα. Αλλά, αν δεν υπάρξει μια συγκεντρωμένη, στοχευμένη μακροπρόθεσμη πολιτική, δεν πρόκειται αυτές οι προσπάθειες να έχουν αίσιο τέλος, διότι κάποτε οι άνθρωποι, οι πρωταγωνιστές αυτών των προσπαθειών κουράζονται, αν δεν υπάρχει ενίσχυση.
-- Και ποιος είναι ο ρόλος της Εθνικής Λυρικής Σκηνής;
-- Κοίταξε Χρήστο, η Λυρική αυτήν τη στιγμή έχει κάποια πλεονεκτήματα. Καταρχάς έχει ένα καινούριο θέατρο, μια σύγχρονη σκηνή με όλες τις δυνατότητες που παρέχει σήμερα η τεχνολογία, ενώ και η Ορχήστρα και η Χορωδία της είναι σε πολύ υψηλό επίπεδο. Επίσης, η πολιτική που ακολουθείται στην Εναλλακτική Σκηνή, να δίνει δηλαδή βήμα σε πολλούς νέους συνθέτες να γράψουν έργα, είναι πολύ καλή. Ομως, από την άλλη, δεν μπορώ να σκεφτώ ότι οι νέοι συνθέτες δεν έχουν όνειρα να γράψουν κάτι μεγαλύτερο και να περιορίζονται σε ένα μικρό ορχηστρικό σύνολο ή τέλος πάντων στο πλαίσιο που καθορίζει μια πειραματική σκηνή. Αρα σ' αυτό το σημείο θα έπρεπε να δοθεί βάρος από τη Λυρική στο να δοθούν παραγγελίες για να γράφονται και έργα για μεγάλη ορχήστρα. Αυτό είναι το ένα σκέλος, ως προς τους νεότερους.
Αλλά εκεί που η Λυρική, δυστυχώς, δεν έχει δώσει βάρος, είναι στην ανάδειξη του νεοελληνικού ρεπερτορίου, από τον Μάντζαρο, τον Καρρέρ, τον Λαυράγκα, τον Σαμάρα, τον Καλομοίρη, τον Σακελλαρίδη, τον Σκλάβο, τον Νεζερίτη, πολλά ονόματα... Μέχρι τους σύγχρονους, τον Θεοδωράκη, τον Κουρουπό, τον Αντωνίου, τον Κουνάδη, τον Κούκο... Υπάρχει ένα μεγάλο ρεπερτόριο το οποίο ο κόσμος το αγνοεί. Και το άσχημο είναι ότι το αγνοεί όχι απλώς ο μέσος Ελληνας, αλλά κι ο μορφωμένος, κι ο διανοούμενος. Αυτό το ιστορικό φαινόμενο της ελληνικής όπερας. Δυστυχώς... Αυτό είναι κάτι που η Λυρική, ως καθ' ύλην αρμόδιος οργανισμός, θα έπρεπε να το προσέξει, να το προσεγγίσει και να το διαδώσει. Διότι εξωστρέφεια δεν είναι, κατά την ταπεινή μου γνώμη, μόνον να έχουμε μια συνεργασία με τη Μετροπόλιταν Οπερα της Νέας Υόρκης - φυσικά, δεν είναι κακό - αλλά το να δώσουμε κι εμείς μια δημιουργική διάσταση του νέου ελληνισμού - η οποία υπάρχει - να βγει προς τα έξω, και με έργα τα οποία αξίζουν και που χρονικά εκτείνονται σε διάστημα δύο και πλέον αιώνων. Από τη δική μου προσωπική εμπειρία, οι όπερες που γίνανε γνωστές στο εξωτερικό μέσω της δισκογραφίας, είτε των Σαμάρα και Καρρέρ είτε των Καλομοίρη και Μητρόπουλου, είχαν μια πολύ θετική απήχηση. Ετσι, πιστεύω ότι η Λυρική πρέπει να έχει κάποια βασικά νεοελληνικά έργα στο ρεπερτόριο μόνιμα. Για παράδειγμα, τη Ρέα του Σαμάρα ή το Δαχτυλίδι της Μάνας του Καλομοίρη ή τις όπερες του Καρρέρ Μάρκο Μπότσαρη και Κυρά-Φροσύνη.
Ειδικότερα τώρα θα ήθελα να πω πως υπάρχουν κάποια ζητήματα στα οποία απ' ό,τι ξέρω θα έπρεπε να δοθεί βάση ηθικής τάξεως. Είχε γραφτεί από τον Θόδωρο Αντωνίου μια όπερα με θέμα τον Καποδίστρια. Αυτή η όπερα ήταν παραγγελία της Λυρικής Σκηνής για τα εγκαίνια του νέου θεάτρου, πέρασε και η επέτειος του '21 και η όπερα αυτή δεν παρουσιάστηκε. Αυτό είναι θέμα πιστεύω που πρέπει να το αντιμετωπίσει η Λυρική. Ο Αντωνίου «έφυγε», ήταν ένας σπουδαίος Ελληνας συνθέτης, ένας ακαδημαϊκός και το έργο αυτό έμεινε στην αφάνεια. Επίσης, κάτι ακόμα ηθικής τάξεως. Εδώ και 10 χρόνια ανακαλύφθηκε στην Κέρκυρα το υλικό ορχήστρας της Φλώρα Μιράμπιλις του Σπύρου Σαμάρα. Ενα σημαντικό νεοελληνικό έργο, το οποίο θα μπορούσε να συμπληρωθεί, γιατί δεν βρέθηκε το πλήρες υλικό απ' ό,τι γνωρίζω - κάποιες πάρτες λείπουν. Θα έπρεπε να έχει συμπληρωθεί και να έχει παιχτεί.
Θα περιοριστώ σ' αυτά τα δύο για να πω ότι εκεί περιμένω τη Λυρική Σκηνή, να δείξει, μέσω του καλλιτεχνικού της διευθυντή, που είναι ο ίδιος συνθέτης, μεγαλύτερη ευαισθησία και αυτά τα πράγματα να τα προχωρήσει, αναλογιζόμενος ότι προ 50 περίπου ετών, ο Δημήτρης Χωραφάς ανέθεσε στον Οδυσσέα Δημητριάδη την επανενορχήστρωση της Φλώρας, την οποία η ΕΛΣ παρουσίασε σκηνικά τόσο στην Αθήνα όσο και στη Θεσσαλονίκη. Εμείς, όπως είπα, βρήκαμε το πρωτότυπο εδώ και καιρό, περίπου στο 95% και το κρατάμε κλειδωμένο σε ένα συρτάρι και διερωτώμαι: Πανεπιστήμια, υπουργείο Πολιτισμού κι ο μουσικός κόσμος εν γένει, τι κάνουμε;