Τρίτη 14 Μάρτη 2017
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Μερικές σκέψεις πάνω στις Θέσεις της ΚΕ για το 20ό Συνέδριο του Κόμματος

Αναμφισβήτητα, το 20ό Συνέδριο του Κόμματος πραγματοποιείται κάτω από ιδιαίτερα αντίξοες συνθήκες για το εργατικό και λαϊκό κίνημα σε εθνικό και σε διεθνές επίπεδο. Η συνεχιζόμενη οικονομική ύφεση και η εντεινόμενη εξαθλίωση ευρύτερων τμημάτων της εργατικής τάξης και των μεσαίων στρωμάτων βυθίζουν μεγάλο μέρος τους στην απελπισία και την απογοήτευση, υπονομεύοντας τις όποιες αγωνιστικές διαθέσεις είχαν εκφραστεί κατά την περίοδο των κινητοποιήσεων του 2009-2011. Παράλληλα, εντείνεται η συντηρητικοποίηση και αντιδραστικοποίηση σημαντικού τμήματος της κοινωνίας και ιδιαίτερα μικροαστικών στρωμάτων, η οποία σε ακραία μορφή εκφράζεται με την άνοδο του νεοφασισμού και του πρωτόγονου εθνικισμού. Η συγκεκριμένη κατάσταση δυσχεραίνει σημαντικά την παρέμβαση του Κόμματος, κάτι που αποτυπώνεται και στις συσπειρώσεις που οικοδομούμε μέσα στο κίνημα, φιλοδοξώντας να αποτελέσουν τα φύτρα της Λαϊκής Συμμαχίας: παρά τη διατήρηση της εκλογικής μας δύναμης σε αρκετές αρχαιρεσίες πρωτοβάθμιων σωματείων, η ενεργός συμμετοχή συναδέλφων εκτός της στενής κομματικής επιρροής στις επιτροπές του ΠΑΜΕ και τις Λαϊκές Επιτροπές φαίνεται μειωμένη συγκριτικά με ό,τι ίσχυε πριν από μερικά χρόνια.

Εκτίμησή μου είναι πως οι στόχοι που θέτουν οι «Θέσεις» δεν συμβάλλουν στο ξεπέρασμα των προαναφερόμενων δυσκολιών και τη συσπείρωση στη Λαϊκή Συμμαχία ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων. Ειδικότερα, όσον αφορά την ΠΑΣΕΒΕ, σωστά επισημαίνεται η αναγκαιότητα συσπείρωσης σε αυτήν στη βάση αντιμονοπωλιακών αιτημάτων. Ωστόσο, αντί να επιδιώκεται η διεύρυνση της κοινωνικής της βάσης, οι «Θέσεις» θεωρούν επαρκή τον περιορισμό της στα φτωχότερα (σε διαδικασία προλεταριοποίησης) μεσαία στρώματα. Κάτι τέτοιο, εκ των πραγμάτων, υποβαθμίζει την παρέμβασή μας σε εκείνα τα τμήματά τους που βρίσκονται σε μια σχετικά καλύτερη (αλλά πάντα επαπειλούμενη σε συνθήκες κρίσης) θέση, κάτι που δυσχεραίνει το κέρδισμα ή, τουλάχιστον, την ουδετεροποίησή τους σε ενδεχόμενη επαναστατική κατάσταση.

Στη συγκρότηση της Λαϊκής Συμμαχίας μπορεί να συμβάλει σημαντικά η προβολή διεκδικήσεων που θα λειτουργούν ως αιτήματα - «κρίκοι», συνδέοντας διαλεκτικά το ειδικό (ιδιαίτερο πρόβλημα) με το γενικό (ζήτημα εξουσίας). Τέτοιου είδους διεκδίκηση κατά την έναρξη της πολιτικής των μνημονίων, αποτελούσε η κατάργηση του ΕΕΤΗΔΕ (χαράτσι), που συνδυαζόταν με άμεσες, δυναμικές και με σημαντική απήχηση μορφές δράσης, όπως οι επανασυνδέσεις των παροχών ηλεκτρικού ρεύματος, πρωτοβουλίες που καταξίωναν το Κόμμα, το ΠΑΜΕ και τις Λαϊκές Επιτροπές, φέρνοντάς τα σε επαφή με μάζες έξω από τον κύκλο της στενής επιρροής τους. Σήμερα, σε ανάλογης σημασίας μέτωπα πάλης θα μπορούσαν να αναδειχθούν η αποτροπή των ιδιωτικοποιήσεων της εναπομείνασας δημόσιας περιουσίας, η αναχαίτιση της φοροεπιδρομής, η υπεράσπιση του δημόσιου χαρακτήρα της Παιδείας και της Υγείας, το αντιπολεμικό - αντιιμπεριαλιστικό κίνημα. Μια τέτοια, ακολουθούμενη με συνέπεια, τακτική μπορεί να εγγυηθεί την προσέγγιση ευρύτατων μαζών, πολιτικά άπειρων και ιδεολογικά ανώριμων, ώστε, σε συνδυασμό πάντα με τη συνειδητή παρέμβασή μας, να πειστούν από την ίδια την εμπειρία τους για την αναγκαιότητα της αντικαπιταλιστικής ανατροπής. Θεωρώ πως ένα τέτοιο σκεπτικό απουσιάζει από τον προβληματισμό των «Θέσεων».

Με ανάλογα προβληματικό τρόπο τίθεται και το ζήτημα της αποδέσμευσης από την ΕΕ, για την οποία ως αναγκαία προϋπόθεση θεωρείται η επικράτηση της σοσιαλιστικής επανάστασης. Εδώ παραβλέπονται δυο παράγοντες:

Πρώτον, οι αυξανόμενες αντι-ΕΕ διαθέσεις σε ευρύτερα εργατικά και άλλα λαϊκά στρώματα, το κυριολεκτικό κουρέλιασμα του «ευρωπαϊκού οράματος» στη συνείδησή τους. Μεγάλο μέρος αυτού του κόσμου σήμερα είναι, πιθανότατα, έτοιμο να αποδεχθεί ως άμεσο στόχο πάλης την αποδέσμευση, όχι όμως, ακόμη, και την αναγκαιότητα της εργατικής - λαϊκής εξουσίας. Η επιμονή μας στην παραπάνω θέση ουσιαστικά σημαίνει πως απαιτούμε από ανώριμες πολιτικά μάζες, που μόλις έχουν κάνει στη συνείδησή τους ένα πρώτο δειλό και διστακτικό βήμα, να πραγματοποιήσουν ταυτόχρονα και ένα σοβαρότατο άλμα, αποδεχόμενες έναν προωθημένο πολιτικό στόχο, του οποίου η υιοθέτηση απαιτεί επίμονη, πολύχρονη και πολύμορφη παρέμβαση. Αντίθετα, η σταθερή προβολή του στόχου της αποδέσμευσης ως αιτήματος ανταποκρινόμενου στο σημερινό επίπεδο πολιτικής ωριμότητας των μαζών, μπορεί να συμβάλει αποφασιστικά στην ανάδειξη του Κόμματος σε αδιαμφισβήτητο ηγέτη του αντιμονοπωλιακού - αντιιμπεριαλιστικού κινήματος, σε μια προοπτική μπολιάσματός του με επαναστατικά αντικαπιταλιστικά χαρακτηριστικά.

Δεύτερον, στις «Θέσεις» αποσιωπάται ακόμη και η ελλιπής διαπίστωση του 19ου Συνεδρίου για «ισχυρές ανισότιμες εξαρτήσεις της Ελλάδας από ΗΠΑ και ΕΕ», ενώ παραλείπεται κάθε αναφορά στη θέση της Ελλάδας στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα. Ωστόσο, η πρόσδεση στην ΕΕ αποτελεί βασική στρατηγική επιλογή της ελληνικής αστικής τάξης, αποδεκτή από όλα ανεξαιρέτως τα κόμματα του αστικού πολιτικού φάσματος· στοιχείο ενδεικτικό, μεταξύ άλλων, του εξαρτημένου χαρακτήρα του ελληνικού καπιταλισμού. Και αυτό, γιατί το ελληνικό μονοπωλιακό κεφάλαιο γνωρίζει πως η προώθηση των αναγκαίων για την αναπαραγωγή της ταξικής του κυριαρχίας αναδιαρθρώσεων είναι δύσκολη χωρίς την προστατευτική «ασπίδα» των μηχανισμών της ΕΕ, φυσικά, με το ανάλογο κόστος στην οικονομική του βάση και τα εθνικά κυριαρχικά του δικαιώματα. Αυτός είναι και ο λόγος που ακόμη και ισχυρά τμήματα της ελληνικής χρηματιστικής ολιγαρχίας, όπως το τραπεζικό κεφάλαιο, αλλά και το ελληνικό αστικό κράτος, αποδέχονται τους βαρύτατους όρους που κατά καιρούς επιβάλλονται από το ευρωενωσιακό διευθυντήριο, ουσιαστικά από τον κυρίαρχο σε αυτό γερμανικό ιμπεριαλισμό. Τέτοια παραδείγματα αποτελούν η επιβαλλόμενη συρρίκνωση των ελληνικών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων στο εξωτερικό (βλ. τραπεζικές επενδύσεις στα Βαλκάνια και την Τουρκία) και η περαιτέρω υπαγωγή της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας, μέσω των μνημονίων, στον έλεγχο της ΕΕ και του ΔΝΤ, στα οποία καθοριστικό ρόλο επιτελούν ο γερμανικός και ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός αντίστοιχα. Και όλα αυτά, εννοείται, με τις «ευλογίες» της αστικής μας τάξης, που ιστορικά ποτέ δεν είχε πρόβλημα να κάνει «εκπτώσεις» στον «πατριωτισμό» της χάριν της διασφάλισης της ταξικής της κυριαρχίας.

Επομένως, η αποδέσμευση από την ΕΕ με όρους κινήματος θα μπορούσε να λειτουργήσει αποσταθεροποιητικά για το ελληνικό αστικό καθεστώς, φέρνοντας πιο κοντά το στόχο της επαναστατικής ανατροπής του, αφού θα έχει στερηθεί ενός εκ των βασικών διεθνών του στηριγμάτων. Αντίθετα, η μετάθεση της αποδέσμευσης εν αναμονή της ωρίμανσης των συνθηκών για την πραγματοποίηση της σοσιαλιστικής επανάστασης κρύβει έναν πολύ σοβαρό κίνδυνο: την υποτίμηση των όποιων αντιιμπεριαλιστικών διαθέσεων στο όνομα μιας κακώς εννοούμενης «επαναστατικής καθαρότητας», με κόστος την πολιτική μας απομόνωση από τις μάζες. Η συλλήβδην υπαγωγή των κάθε είδους αντι-ΕΕ διαθέσεων στο ρεύμα του λεγόμενου «ευρωσκεπτικισμού» κρύβει μια υποτίμηση ασυγχώρητη για ένα λενινιστικό κόμμα «νέου τύπου», που θα έπρεπε να αξιοποιεί σε επαναστατική κατεύθυνση τα όποια ρήγματα στη συνείδηση των μαζών. Ας μην ξεχνάμε, σύντροφοι, πως η ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος διδάσκει πως το διαλεκτικό πάντρεμα της επαναστατικής στρατηγικής με την ορθή τακτική που κάθε φορά υπαγόρευαν οι περιστάσεις, αποτελούσε πάντα μία από τις βασικότερες προϋποθέσεις των νικηφόρων εξορμήσεών του.


Γιώργος Δουλόπουλος
ΚΟΒ Καθηγητών, ΤΟ Ηρακλείου

Αλληλεγγύη, αγωνιστικοί δεσμοί και αυτοκριτική

Το να γράφουμε διθυράμβους και να ευλογούμε τα γένια μας είναι σπατάλη χαρτιού και μελάνης. Το ηθικό μας δεν είναι στα καλύτερά του με τόση δυστυχία που υπομένουμε οι ίδιοι, που βλέπουμε δίπλα μας και που βιώνουν οι άνθρωποι στους απανταχού πολέμους. Γιατί στον άλλο πόλεμο, τον ταξικό, χάνουμε, τόσο στη χώρα μας, όσο και παγκοσμίως. Για τα 100 του χρόνια, το Κόμμα έθεσε βασικό καθήκον «να πετύχουμε άλμα στην κομματική οικοδόμηση και στην ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗ και πολιτική του ισχυροποίηση»-69. Γι' αυτή την ιδεολογική ισχυροποίηση μελέτησα για πρώτη φορά τις Θέσεις του Κόμματος και αφιέρωσα πολλές ώρες σκέψης, ένα απλό - όλα τα χρόνια συνεπέστατος στην κάλπη ωστόσο - κύτταρο του ιστορικού μας ΚΚΕ.

Για την κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία (36):

«....το αστικό πολιτικό σύστημα διαθέτει ακόμα δυνατότητες να κλείνει ρωγμές, στο βαθμό που το κίνημα δεν το απειλεί με την οργάνωσή του, τη μαζικότητά του και την κατεύθυνση της πάλης του». Και το σύστημα εμφανίζει σε περιόδους κρίσης ουκ ολίγες ρωγμές: Στρατιές ανέργων, πτωχών υποαμειβόμενων εργαζομένων, καραβάνια εξαναγκασμένων μεταναστευτικών ροών... Οι Θέσεις καταγγέλλουν τη συμπαιγνία της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας που καλείται να πασαλείψει αυτές τις ρωγμές. Παρόλο όμως που αναγνωρίζουν την ύπαρξη «λαϊκής αλληλεγγύης και γνήσιας εθελοντικής προσφοράς», δεν προτείνουν τις οργανωτικές εκείνες δομές μέσω των οποίων θα εκδηλωθεί αυτή η αλληλεγγύη και προσφορά. Οι επιτροπές αλληλεγγύης, την ίδρυση των οποίων εξήγγειλε το Κόμμα (ή το ΠΑΜΕ;), έμειναν ουσιαστικά σε επίπεδο εξαγγελίας. Ενώ οι συγκεντρώσεις τροφίμων με τη συλλογική παράδοσή τους σε χώρους φιλοξενίας προσφύγων δεν είχαν κανένα πολιτικό αντίκτυπο στο Κόμμα, αφού δεν διαφοροποιούνταν σε τίποτα από αντίστοιχες πρωτοβουλίες και της τελευταίας σχολικής επιτροπής.

Εχουμε εκχωρήσει άκριτα, στο όνομα των περιορισμένων δυνάμεών μας, όλες αυτές τις δράσεις στην εκκλησία, στους αναρχικούς, στους ακροδεξιούς και στους απλούς πολίτες που γίνονται βορά των τριών προηγούμενων. Ξεχνάμε ότι για να μας ακούσει ο πεινασμένος πρέπει πρώτα να γεμίσει το στομάχι του. Οτι, για να πάρουμε τον άνεργο από την απόγνωση και τη Χρυσή Αυγή, θα πρέπει τουλάχιστον πρώτα να νιώσει ότι κατανοούμε το πρόβλημα του, ότι ανθρώπινα τον νοιαζόμαστε, δίνοντάς του και εκείνες τις πολιτικές εξηγήσεις που θα απενοχοποιήσουν τον ίδιο από την ευθύνη της κακιάς του μοίρας. Εχουμε ξεχάσει, μήπως, ότι πριν από τη σκλαβιά «το ΕΑΜ μας έσωσε από την πείνα»;

Στην πάλη για την ανασύνταξη του εργατικού κινήματος (49) διαβάζουμε: «Βασικό κριτήριο της καθοδηγητικής μας δουλειάς πρέπει να είναι η διατήρηση αγωνιστικών δεσμών με όσους και όσες θέλουν να αντισταθούν, ανεξάρτητα από το σημερινό επίπεδο κατανόησης και αποδοχής του συνόλου των θέσεών μας. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει υποχώρηση από το καθήκον της ανάδειξης των πραγματικών αιτιών των προβλημάτων...». Στη θέση των αγωνιστικών δεσμών θα έβαζα κοινωνικών δεσμών. Πρώτον γιατί δεν καταλαβαίνω το περιεχόμενο αυτής της έκφρασης στις αντεπαναστατικές συνθήκες και κλίμα που ζούμε, και δεύτερον γιατί θεωρώ αυτούς τους δεσμούς ως παρεπόμενους των κοινωνικών/ανθρώπινων δεσμών.

Πριν από μέλη ή φίλοι του Κόμματος είμαστε μέλη αυτής της κοινωνίας, μοναδικοί, ωστόσο, με βάση την ιστορία και κατασκευή του εγκεφάλου του ο καθένας μας. Ολοι όμως είμαστε και μέλη κάποιας κοινωνικής ομάδας, που έχει τις δικές της νόρμες και κώδικες λειτουργίας και αξιολόγησης. Ως μέλη αυτών των κοινωνικών ομάδων (χώρος εργασίας, κοινωνικός κύκλος, γειτονιά κτλ.) θα πρέπει να είμαστε πρότυπα κοινωνικής συμπεριφοράς. Να επιδιώκουμε την κοινωνική συναναστροφή, πρωτευόντως για να απολαμβάνουμε απλά την ανθρώπινη παρέα. Θα μπορούσε να θεωρηθεί και ως ...επαναστατική πράξη η συναναστροφή με κάποιον-αν και η ακύρωση του αποκλεισμού και της μοναξιάς, που είναι ενσυνείδητος πολυμηχανεμένος στόχος της αστικής τάξης. Η αποδοχή από το κοντινό μας περιβάλλον και η διατήρηση όσο το δυνατόν πιο στενών ανθρώπινων σχέσεων με τους ανθρώπους του περιβάλλοντος αυτού, αποτελεί την «εκ των ων ουκ άνευ» προϋπόθεση για να έχουμε ανοιχτά αυτιά, που θα μας ακούνε, απέναντί μας, όταν αναδεικνύουμε τα πραγματικά αίτια των κοινών μας προβλημάτων.

Δεν υπάρχει κεφάλαιο στις Θέσεις που να μην εμπεριέχει ένα αρνητικό σχόλιο για τη δουλειά που έχει γίνει ή γίνεται. Π.χ.:

«(το καθήκον αυτό) δεν έχει την ανάλογη προτεραιότητα στην δουλειά μας»-69, «συναντούμε δυσκολίες στην εφαρμογή του καθήκοντος...»-70, «έχουν γίνει ορισμένα βήματα, αλλά παραμένουν σοβαρές καθυστερήσεις»-71, «απαιτείται ένα πιο ολοκληρωμένο, ιδεολογικό, πολιτικό, οργανωτικό σχέδιο παρέμβασης»-72, «δεν έχει ακόμα κατακτηθεί ενιαία αντίληψη για τη σημασία της (τέχνης), ως αναπόσπαστης οργανικής πλευράς της λειτουργίας και δράσης όλου του κόμματος»-73.

Αποκορύφωμα των παραπάνω βρίσκουμε στην «συνολική συνοπτική εκτίμηση της απόδοσης της ΚΕ», όπου ενώ εκτίθεται ο θετικός απολογισμός της (80), στην συνέχεια (81) βρίσκουμε διατυπώσεις όπως «αναντιστοιχία των μεγάλων στόχων της στρατηγικής που έχουμε χαράξει με το επίπεδο της καθοδηγητικής μας δουλειάς», σελ.102, «ο εμπειρισμός, η στενότητα αντιλήψεων, η μονομέρεια, εξακολουθούν να είναι αρνητικά χαρακτηριστικά στην καθημερινή μας δράση», σελ.103. Επίσης, ειδικά για τον «Ριζοσπάστη», «...απέχουμε πολύ ακόμα από την ανάγκη να καθιερωθεί ως καθημερινός οδηγός για δράση. Χρειάζεται να γίνουν ακόμα περισσότερα βήματα, για τη βελτίωση του περιεχομένου του, τη δυνατότητα να δίνει καθημερινά με εύστοχο τρόπο την ιδεολογική-πολιτική διαπάλη, να προβάλλει και να εκλαϊκεύει την πολιτική του Κόμματος...».

Οι περισσότεροι εκλαμβάνουν αυτή τη στάση ως τίμια αυτοκριτική ή/και ως επισημάνσεις με στόχο την περαιτέρω βελτίωση μας. Οταν όμως αυτό το πνεύμα της αυτοκριτικής, ηττοπάθειας, γκρίνιας διαπερνά όλο το κείμενο των Θέσεων, θα πρέπει να αναρωτηθούμε αν βοηθά στη διαμόρφωση αγωνιστικού πνεύματος στις τάξεις μας. Εχουμε πόλεμο και για κάποιο λόγο απλώνουμε στον ταξικό εχθρό μας όλες τις αδυναμίες μας. Εχουμε πόλεμο μ' έναν εχθρό που έχει όπλα μαζικής καταστροφής/κοινωνικού ελέγχου, όλες τις επιστήμες του ανθρώπου (οργάνωση εργασίας, νευρο-ψυχολογία, μαζική επικοινωνία, κοινωνική μηχανική, φιλοσοφία, κ.λπ.), ενώ εμείς αγωνιζόμαστε με τα ...καριοφίλια της «πρόσωπο με πρόσωπο» συζήτησης. Θλίβομαι όταν βλέπω αγωνιστές-ίστριες να «αυτοκαταγγέλλονται» ως υπεύθυνοι (γιατί δεν μελέτησαν αρκετά ή δεν δούλεψαν περισσότερο), τη στιγμή που αφιερώνουν μέχρι και δώδεκα ώρες το 24ωρο σε κομματικά καθήκοντα. Φοβάμαι μήπως η τόση αυτοκριτική, μεσοπρόθεσμα, «ακυρώσει» το κεφάλαιο γενναιοδωρίας και προσφοράς που διαθέτουμε ως ελληνική κοινωνία.


Γιάννης Κοσμαράς
ΚΟΒ Υπηρεσιών-Τραπεζών, Θεσσαλονίκη

Για την ιδεολογικοπολιτική ενίσχυση των Οργανώσεων της ΚΝΕ στην πόλη και την ύπαιθρο

Οι Θέσεις της ΚΕ για το 20ο Συνέδριο του Κόμματος αποτελούν ουσιαστικό εργαλείο στη δουλειά μας. To άμεσο καθήκον που έχουμε είναι να γίνουν κτήμα όλων των μελών, των φίλων της ΚΝΕ και του Κόμματος. Γνωρίζουμε ότι όσο ακουμπάει περισσότερους νέους η αντιμονοπωλιακή - αντικαπιταλιστική γραμμή πάλης, θα υπάρχουν αποκρυσταλλώματα, θα συμβάλλουμε με την παρέμβασή μας στη δουλειά του Κόμματος σε ηλικίες που αντικειμενικά δεν φτάνει εύκολα. Με βάση τις δυσκολίες αλλά και τις δυνατότητες που συναντάμε στην παρέμβαση των Οργανώσεων της ΚΝΕ στη Θεσσαλία, να σκεφτούμε καλύτερα τα εξής:

Την συζήτηση για την τεχνικοεπαγγελματική εκπαίδευση στις ΟΒ των ΕΠΑΛ - ΙΕΚ - ΕΠΑΣ - ΤΕΙ. Την προετοιμασία της με υλικό, στοιχεία, άρθρα. Να πληθύνουν οι συσκέψεις, οι πρωτοβουλίες διαφώτισης (π.χ. είχαμε δημιουργήσει ταμπλό για την ιστορία του Κόμματος έξω από χώρους Κατάρτισης στο Βόλο). Να δούμε τη διαμόρφωση πλαισίου πάλης εμπλουτισμένου με ζητήματα που προκύπτουν σε κάθε χώρο. Ο «Οδηγητής» εξειδικεύει και βοηθάει σε αυτή την κατεύθυνση.

Στους κλάδους του εμπορίου και του επισιτισμού που δουλεύουν αρκετά μέλη και φίλοι της Οργάνωσης, μεγάλος όγκος νεολαίας, να αξιοποιήσουμε αιχμές που ανοίγουν τα σωματεία (π.χ. δώρο Χριστουγέννων, μέτρα προστασίας από τη σφοδρή κακοκαιρία για τους εργαζόμενους που δουλεύουν delivery κ.ά.), ώστε να βαθαίνουμε την κουβέντα. Θέλουμε να αναδεικνύουμε την αιτία του προβλήματος, αξιοποιώντας αντίστοιχη αρθρογραφία από ΚΟΜΕΠ και «Ριζοσπάστη».

Αυτό που λέμε πανεπιστήμιο στην υπηρεσία του λαού και της εξουσίας του, επιστήμη - τεχνολογία στην υπηρεσία των λαϊκών αναγκών, να είναι το επίκεντρο της συζήτησης σε ΑΕΙ - ΤΕΙ. Σε αυτή τη βάση, σχεδιάζουμε εκδηλώσεις, συσκέψεις, ξεχωρίζουμε αιτήματα που θα αποκαλύπτουν το αστικό πανεπιστήμιο και την οικονομία που υπηρετεί.

Να σκεφτούμε πώς θα αξιοποιήσουμε τον Πανελλαδικό Διαγωνισμό Συλλογικής Εργασίας, το Μαθητικό Φεστιβάλ με το περιεχόμενό του, το πρόγραμμα μαθημάτων για τους μαθητές, έτσι ώστε να ενισχύουμε την αντιπαράθεση στην τάξη.

Στοχευμένα να δούμε σε χώρους όπως π.χ. η ΣΕΥΠ, η ΕΠΑΣ Νοσηλευτικής, τα Παιδαγωγικά, τη διαμόρφωση υλικών για νέες κοπέλες, πρωτοβουλίες για να συναντηθούν με την ΟΓΕ.

Στην περιοχή της Θεσσαλίας χτυπά η καρδιά των κινητοποιήσεων της φτωχομεσαίας αγροτιάς κάθε χρόνο.

Είναι αγώνας επιβίωσης που στοχεύει την ΚΑΠ, την ΕΕ και τις κυβερνήσεις που υλοποιούν την αντιλαϊκή πολιτική. Χρειάζεται να δούμε και ως ΚΝΕ την παρέμβασή μας σε νέους που ασχολούνται με την καλλιέργεια και την κτηνοτροφία. Υπάρχουν θετικά στοιχεία που πρέπει να ενισχυθούν. Για παράδειγμα, οι κινητοποιήσεις των σπουδαστών των ΤΕΙ ενάντια στο «σχέδιο Αθηνά» προσπαθήσαμε να συναντηθούν με τους αγώνες της αγροτιάς, των εργαζομένων. Επίσης, προσπαθήσαμε με ψηφίσματα, κινητοποιήσεις στήριξης, περιοδείες, κοινές αγωνιστικές πρωτοβουλίες, με τις αντιπροσωπείες σπουδαστών στα πανελλαδικά συντονιστικά των αγροτών, να ενισχύσουμε την κοινή πάλη, να βγάλουν οι σπουδαστές συμπεράσματα, να αποκτήσουν πείρα από τη δουλειά μας στο αγροτικό κίνημα για τη διαμόρφωση της κοινωνικής συμμαχίας.

Προφανώς σωστά επικεντρώνουμε κύρια την παρέμβασή μας στα αστικά κέντρα της Θεσσαλίας, χρειάζεται όμως να παίρνουμε υπόψη μας ότι πολλοί νέοι που μένουν ή πηγαινοέρχονται από την ύπαιθρο στις πόλεις συμπληρώνουν το εισόδημά τους με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Δουλεύουν ως μισθωτοί και είναι η δεύτερή τους δουλειά, άλλοι πάλι προσανατολίζονται να γίνει η βασική τους δουλειά τα επόμενα χρόνια, επιδιώκουν την ένταξή τους σε χρηματοδοτούμενα προγράμματα για νέους αγρότες. Κάποιοι, αξιοποιώντας το εισόδημα αυτό ή π.χ. πουλώντας κάποια στρέμματα, προσπαθούν να ανοίξουν δουλειές ως μικροί ΕΒΕ στις πόλεις. Ολο αυτό δεν είναι η κύρια τάση, αλλά πρέπει να το πάρουμε υπόψη μας, είναι μεγάλο κομμάτι νέων. Δεν είναι τυχαίο ότι στη Λάρισα άνοιξε το πρώτο αγροτικό ΙΕΚ στη χώρα. Αυτές οι διαδικασίες παίζουν ρόλο στη συνείδηση που διαμορφώνουν αυτά τα παιδιά εργατικών - λαϊκών στρωμάτων, ο περίγυρός τους, εργατόπαιδα κ.λπ. (υπάρχει συγκεκριμένη αναφορά στις Θέσεις για τους μισοπρολετάριους).

Επίσης, τα τελευταία χρόνια το νεανικό στοιχείο είναι έντονο και στα μπλόκα, δεν φτάνει να παρεμβαίνουμε καμπανιακά. Είναι θετικό ότι μετά από κάλεσμα που είχαμε κάνει, με συζήτηση κ.λπ., αρκετοί νέοι αγρότες είχαν έρθει σε πολιτική εκδήλωση της ΚΝΕ στη Λάρισα που είχε συμπέσει με τις αγροτικές κινητοποιήσεις. Χρειάζεται, όμως, μετά από τέτοιες πρωτοβουλίες να δίνουμε συνέχεια, να εξασφαλίζουμε τη διακίνηση του κομματικού Τύπου σε αυτό τον κόσμο (π.χ. υπάρχει εκτεταμένη αρθρογραφία για τα αγροτικά που προσανατολίζει, να την βάλουμε αντιπαραθετικά με τα αστικά ΜΜΕ). Να αξιοποιήσουμε στη συζήτηση που ανοίγουμε για την κοινωνική συμμαχία με νέους αγρότες την πείρα προηγούμενων χρόνων από τις μαχητικές κινητοποιήσεις εργατών - αγροτών - μικρών ΕΒΕ, των γυναικών, της νεολαίας στα μπλόκα στην Εθνική (ξεχωρίζοντας ως σημείο αναφοράς το Μπλόκο της Νίκαιας), κόντρα στην καταστολή και την προπαγάνδα των αστικών κυβερνήσεων. Να αναδείξουμε ότι η ανάγκη του κινήματος γέννησε την Πανελλαδική Επιτροπή των Μπλόκων από τα κάτω, που ενιαιοποίησε τα δίκαια αιτήματα της μικρομεσαίας αγροτιάς.

Πρέπει να υπάρχει ενιαίος προσανατολισμός, παίρνοντας υπόψη μας τα παραπάνω. Να προσαρμόσουμε τα υλικά μας, να επεξεργαστούμε αιτήματα και στόχους πάλης για νέους αγρότες. Να καθοδηγήσουμε σε αυτή την κατεύθυνση, με πρώτη ευθύνη του ΓΠ και των ΤΣ, τις δυνάμεις που έχουμε στην ΚΝΕ και ασχολούνται με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Ετσι ώστε να παίρνουν ενεργά μέρος σε μαζικές - συλλογικές διαδικασίες στα χωριά, στους μορφωτικούς και πολιτιστικούς συλλόγους, στους αγροτικούς συλλόγους, στα μπλόκα, ενισχύουμε έτσι τη δουλειά του Κόμματος στους αγρότες, ανοίγουμε δρόμους με παιδιά που μας ενδιαφέρουν κοινωνικοταξικά. Με καλύτερους όρους μπορούνε να συμβάλουν επίσης σύλλογοι, μαθητικά συμβούλια, επιτροπές αγώνα στις αγροτικές κινητοποιήσεις, να δώσουνε και να πάρουνε δύναμη.

Είναι σημαντική, λοιπόν, αυτή η προσπάθεια, χρειάζεται να επιμείνουμε παρά τις δυσκολίες και πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι οι δυνάμεις μας στον κάμπο σε άλλες συνθήκες θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στην τροφοδοσία ολόκληρης της χώρας.

Οι αποφάσεις του 20ούΣυνεδρίου του Κόμματος θα αποτελέσουν φάρο στη δουλειά μας το επόμενο διάστημα. Συνεχίζουμε με επαναστατική αισιοδοξία, πείσμα και αποφασιστικότητα, θα τα καταφέρουμε!


Αχιλλέας Σίμος
Μέλος του ΚΣ της ΚΝΕ

Μερικές σκέψεις…

Οι Θέσεις της ΚΕ για το 20ό Συνέδριο βρίσκονται σε πλήρη αντιστοιχία με την ωρίμανση του Κόμματος σε θεωρητικό επίπεδο, ωρίμανση που κατακτήθηκε μέσα από μια επίπονη διαδικασία δεκαετιών, κατά την οποία χρειάστηκε να αποβάλουμε μια σειρά ιδεολογικών βαριδιών που μας κληροδότησε ένα άλλο 20ό Συνέδριο...

Δεδομένου ότι οι Θέσεις με καλύπτουν απόλυτα, θα παραθέσω απλά κάποιες σκέψεις μου.

Ζητούμενο παραμένει η θεωρητική κατάρτιση και το ιδεολογικό ανέβασμα του συνόλου του κομματικού δυναμικού. Σ' αυτήν την κατεύθυνση, πέρα από τη συστηματοποίηση των ιδεολογικών μαθημάτων και τη μετατροπή τους σε διαδικασία ουσιαστικής συμμετοχής στη συζήτηση όλου του κομματικού δυναμικού, σε αντίθεση με το πώς διεξάγονται σήμερα, δίκην κυρίως αστικού σχολείου, πρέπει να εμπνεύσουμε σε όλους τους συντρόφους το πάθος της μόρφωσης, μέσα από συγκεκριμένα και καλά μελετημένα πλάνα αυτομόρφωσης. Δεδομένου ότι η μεγάλη πλειοψηφία των κομματικών μελών δυσκολεύεται οικονομικά, στοχευμένες εκδόσεις της «Σύγχρονης Εποχής» (Σ.Ε.) και ειδικά αυτές που θα περιλαμβάνονται στα πλάνα αυτομόρφωσης, να φτάνουν στα μέλη του Κόμματος με εσωκομματική διαδικασία και με σημαντική έκπτωση. Παράλληλα, σε επίπεδο τουλάχιστον Τομεακών Οργανώσεων, πρέπει να δημιουργηθούν δανειστικές βιβλιοθήκες, σε πρώτη φάση με ξεστοκάρισμα του στοκ της Σ.Ε. και με δωρεές συντρόφων.

Σε στενή σύνδεση με τα παραπάνω βρίσκεται και το ζήτημα των κομματικών εντύπων. Τόσο η αγορά και μελέτη του «Ριζοσπάστη» από τα μέλη του Κόμματος, όσο και η παραπέρα διακίνησή του, δεν αποτελούν ζητήματα ξεκομμένα από τη συνολική δράση του Κόμματος και φυσικά είναι αντίστοιχα του επιπέδου αυτής της δράσης. Αρα το πρόβλημα της κυκλοφορίας του κομματικού Τύπου δεν μπορεί να επιλυθεί ξεκομμένα, αλλά σε συνδυασμό και σε συνάρτηση με την επίλυση όλων εκείνων των ζητημάτων που συνιστούν το επίπεδο της οργανωτικής μας κατάστασης, μέσα από μια διαδικασία μετατροπής των Κομματικών Οργανώσεων σε επαναστατικά κύτταρα συσπείρωσης και επαναστατικοποίησης της εργατικής τάξης. Θεωρώ ότι η διαδικασία ανάπτυξης της κυκλοφορίας του «Ριζοσπάστη» πρέπει να ξεκινήσει άμεσα, με πρώτο βήμα τον έλεγχο της αγοράς και μελέτης του πρώτα απ' όλα από τα μέλη του Κόμματος και θέτοντας βέβαια ρεαλιστικά πλάνα για την ανάπτυξη της κυκλοφορίας του. Δεδομένου ότι το ζήτημα της κυκλοφορίας του «Ριζοσπάστη» έχει πολλάκις αναλυθεί επαρκώς σε εσωκομματικές διαδικασίες, θα σταθώ σε μια άλλη πλευρά του, την οικονομική, την οποία θεωρώ ότι υποτιμάμε. Η μηνιαία δαπάνη ενός καθημερινού αναγνώστη του «Ριζοσπάστη» είναι 40 ευρώ, κυμαίνεται δηλαδή μεταξύ του 5% και του 10% του εισοδήματος της πλειοψηφίας των εργαζόμενων μαζών, στις οποίες και απευθυνόμαστε και στις οποίες ανήκουμε και εμείς. Νομίζω ότι το ποσοστό είναι από μόνο του συντριπτικό και αποτελεί αντίβαρο στην προσπάθειά μας για σημαντική αύξηση της κυκλοφορίας του. Πέραν τούτου, από τις 15 πανελλαδικής κυκλοφορίας εφημερίδες: όσον αφορά τις καθημερινές εκδόσεις τους, τρεις κοστίζουν 1,50 ευρώ («Ριζοσπάστης», «Αυγή» και «Εστία»), τρεις 1,30, επτά 1,00, μία 0,80 και μία 0,50 ευρώ. Οσον αφορά τις απλές (χωρίς προσφορές) κυριακάτικες εκδόσεις τους, μία («Αυγή») κοστίζει 3 ευρώ, μία («Ριζοσπάστης») 2,50 ευρώ, οκτώ κοστίζουν 2 ευρώ, δύο 1,50, τέσσερις 1 και μία 0,50 ευρώ. Εν ολίγοις, ο απευθυνόμενος σε προλετάριους «Ριζοσπάστης» πουλιέται ακριβότερα από το σύνολο σχεδόν του Τύπου. Θα απαντούσε βέβαια κανείς ότι όλες οι άλλες εφημερίδες έχουν και άλλα και μάλιστα σημαντικά έσοδα από διαφημίσεις και κάποιες απ' αυτές και άλλης φύσης χρηματοδοτήσεις. Διέπεται ωστόσο ο καθορισμός της τιμής τους και από κάποιους κανόνες (επιδίωξη του μέγιστου δυνατού κέρδους σε συνδυασμό με την οικονομική δυνατότητα των αγοραστών κ.ά.). Παρά ταύτα, μία μείωση της τιμής του καθημερινού και του «Κυριακάτικου Ριζοσπάστη» κατά μισό ευρώ με το σημερινό τιράζ τους, θα δημιουργούσε τεράστιο οικονομικό πρόβλημα και θα έθετε εν αμφιβόλω την ίδια την έκδοσή τους. Αρα, για να πουλιέται ο «Ριζοσπάστης» σε προσιτές κατά το δυνατό τιμές (σε πρώτη φάση 2 ευρώ ο κυριακάτικος και 1 ευρώ ο καθημερινός, δηλαδή η μηνιαία δαπάνη για τον καθημερινό αναγνώστη του να ανέρχεται σε 28 ευρώ), αποτελεί μονόδρομο η σημαντική αύξηση της κυκλοφορίας του, ώστε να μην έχουμε μείωση τζίρου. Ο στόχος βέβαια της αύξησης της κυκλοφορίας του «Ριζοσπάστη», εκτός από τη μείωση της τιμής του, υπηρετείται παράλληλα και από τη βελτίωση της φόρμας και του περιεχομένου του, τα οποία, ως έχουν, καλύπτουν μεν σε σημαντικό βαθμό τα μέλη του Κόμματος, απέχουν όμως από το να καταστήσουν τον «Ριζοσπάστη» ελκυστικό για πλατύτερα τμήματα της εργατικής τάξης. Πρέπει να εμπλουτιστεί περισσότερο με θεωρητικά θέματα και με θέματα πολιτισμού, βιβλιοπαρουσιάσεων και προβολής της προλεταριακής τέχνης.

Το δεύτερο κεφάλαιο των Θέσεων δεν απαντάει στον τίτλο του, δεν καθορίζει δηλαδή τη θέση της Ελλάδας στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα. Το ζήτημα είναι, βέβαια, απαντημένο από το Πρόγραμμα του Κόμματος, αλλά θα έπρεπε να υπάρχει σχετική αναφορά ή τυχόν επικαιροποίηση αυτής της θέσης (αν και δε νομίζω ότι έχει αλλάξει κάτι).

Μπορεί η έξοδος χωρών από την ΕΕ χωρίς ανατροπή του καπιταλισμού να μην αλλάζει την κατάσταση για την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, τα οποία μάλιστα οδηγεί κάτω από ξένες σημαίες, ωστόσο αποτελεί σαφή αποδυνάμωση της ιμπεριαλιστικής αυτής συμμαχίας και επομένως διευκολύνει την πάλη της εργατικής τάξης για αποδέσμευση με παράλληλη ανατροπή του συστήματος.

Η ανάλυση του Προγράμματος του Κόμματος για την επαναστατική κατάσταση είναι πράγματι λενινιστική, όπως την είχα χαρακτηρίσει και στον τότε προσυνεδριακό διάλογο. Η αναφορά ωστόσο της ίδιας ανάλυσης, ότι «το βάθεμα της οικονομικής κρίσης, η όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, που φτάνουν έως τις πολεμικές αναμετρήσεις, είναι δυνατό να δημιουργήσουν τέτοιες συνθήκες στην Ελλάδα», φέρνει το ζήτημα της δημιουργίας επαναστατικής κατάστασης προ των πυλών, αφού και οι δύο πλευρές αυτής της αναφοράς βρίσκονται σήμερα στο προσκήνιο. Η ίδια ανάλυση, στην παράγραφό της για τα καθήκοντα του ΚΚΕ για τη σοσιαλιστική επανάσταση, αναφέρει ότι «η δράση του ΚΚΕ, σε μη επαναστατική κατάσταση, συμβάλλει αποφασιστικά στην προετοιμασία του υποκειμενικού παράγοντα (Κόμμα, εργατική τάξη, συμμαχίες) για επαναστατικές συνθήκες, για την πραγματοποίηση των στρατηγικών καθηκόντων του». Αυτή η αναφορά μάς έβαζε ήδη από τον Απρίλη του 2013 μπροστά στο καθήκον της προετοιμασίας του υποκειμενικού παράγοντα, καθήκον που δεν υπηρετήσαμε με τον καλύτερο τρόπο. Για να προετοιμάσεις ολοκληρωμένα την εργατική τάξη και για να χτίσεις τις αναγκαίες για τη σοσιαλιστική επανάσταση συμμαχίες, πρέπει προηγουμένως το Κόμμα να γίνει πραγματικά «παντός καιρού». Αυτό είναι το καθήκον τού σήμερα για μας.


Χρυσόστομος Σ. Χρηστίδης
ΚΟΒ Ανάληψης Θεσσαλονίκης

Οχι ο λαός μας κάτω από ξένες σημαίες

Οταν από το θωρηκτό «Αβρόρα» ακούστηκαν οι κανονιοβολισμοί και οι μπολσεβίκοι με αρχηγό τον μεγάλο ΛΕΝΙΝ εφορμούσαν στα χειμερινά ανάκτορα, η ανθρωπότητα η ίδια έκανε το τεράστιο άλμα της στο μέλλον. Ενα άλμα που θα άλλαζε τον ρου της Ιστορίας, θα άλλαζε τις τύχες δισεκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον κόσμο.

Η ΜΕΓΑΛΗ ΟΧΤΩΒΡΙΑΝΗ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ήταν πλέον μια πραγματικότητα.

Το πρώτο εργατοαγροτικό κράτος στον κόσμο γεννιόταν κάτω από έναν μεγάλο τοκετό της εργατικής τάξης, της μόνης ικανής που μπορεί να γεννήσει τέτοιες επαναστάσεις.

Από τότε πολύ νερό κύλησε, μέχρι την αντεπανάσταση του 1991.

Τα λάθη, τις αδυναμίες και τις υποχωρήσεις, στο χτίσιμο του σοσιαλισμού τον 20ό αιώνα, σε ένα βαθμό τα αναδείξαμε με την σχετική Απόφαση στο 18ο Συνέδριο του Κόμματος.

Αυτή όμως η ήττα και η υποχώρηση του σοσιαλισμού ανέδειξαν, για άλλη μια φορά, τα πιο κατώτερα ένστικτα του καπιταλιστικού συστήματος.

Εκατομμύρια άνθρωποι οδηγήθηκαν στην πείνα, στην εξαθλίωση, στη μιζέρια, τα εθνοτικά, ρατσιστικά και θρησκευτικά μίση οξύνθηκαν, λαοί και εθνότητες που πριν λίγο ήταν αδελφωμένοι έγιναν θανάσιμοι εχθροί, εκατοντάδες χιλιάδες γυναίκες οδηγήθηκαν στην πορνεία, χιλιάδες παιδιά πέθαναν από πείνα, ή απήχθησαν και οδηγήθηκαν στον θάνατο για να πουληθούν τα ακριβοπληρωμένα όργανά τους στους πλούσιους της δύσης. Σχεδόν όλα τα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα καταργήθηκαν.

Οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις αυξήθηκαν, νέοι περιφερειακοί πόλεμοι αναπτύχθηκαν, χώρες ολάκερες καταστράφηκαν (Ιράκ, Συρία, Λιβύη).

Εκατομμύρια άνθρωποι οδηγήθηκαν στην προσφυγιά και την εξαθλίωση.

Το αποτρόπαιο πρόσωπο του ιμπεριαλισμού στέκεται πάνω από τους λαούς σαν επιδημία, σαν θεριό, έτοιμο να κατασπαράξει τα πάντα στο πέρασμά του.

Αμύθητος πλούτος, υπερσυσσωρευμένα κεφάλαια σε όλο και λιγότερα χέρια, που αντί να επενδυθούν επειδή πλέον δεν βγάζουν κέρδη, λιμνάζουν, με αποτέλεσμα μια τεράστια νέα καπιταλιστική κρίση, τη χειρότερη στην ιστορία της ανθρωπότητας, χειρότερη του 1929 - 1933.

Σε αυτές τις συνθήκες, όπου υπερισχύουν τα πιο βάρβαρα ένστικτα του ανθρώπινου είδους, ο σοσιαλισμός, παρά τα λάθη και τις αδυναμίες του, έδειξε και δείχνει την ηθική του ανωτερότητα.

Μια ηθική ανωτερότητα, που έβαλε στην άκρη τα εθνοτικά, θρησκευτικά και ρατσιστικά μίση, την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, το παγκόσμιο εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα βρίσκεται αποδεκατισμένο, ανοργάνωτο και ιδεολογικά κατακερματισμένο.

Το Κόμμα μας έγκαιρα μελέτησε τις συνθήκες μετά την υποχώρηση του σοσιαλισμού και κατέδειξε με επιστημονική σαφήνεια τους λόγους της αντεπανάστασης, στάθηκε πρωτοπόρο, όπως πάντα, στην ανάδειξη των αιτιών, ανέλυσε με βάση τη μαρξιστική - λενινιστική θεωρία την κατάσταση στις σημερινές συνθήκες, ανέδειξε το ζήτημα της ταξικής πάλης και της λαϊκής εξουσίας στη χώρα μας με το Πρόγραμμά του στο 19ο Συνέδριό του, άνοιξε έγκαιρα τη συζήτηση της ιδεολογικής διαπάλης στο παγκόσμιο εργατικό - λαϊκό κίνημα, ανέπτυξε πρωτοβουλίες για διεθνείς και περιφερειακές συναντήσεις των Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων.

Το 20ό Συνέδριο έρχεται να επιβεβαιώσει όλη αυτήν τη στάση του Κόμματος από το 14ο Συνέδριο και μετά, μια στάση βαθιά ταξική αλλά και ταυτόχρονα πατριωτική.

Σήμερα, ένα παραπάνω και με βάση την ξεκάθαρη θέση που έχουμε για έναν ενδεχόμενο ιμπεριαλιστικό πόλεμο, πρέπει να καταδείξουμε στον ελληνικό λαό και στην εργατική τάξη ότι το πατριωτικό τους καθήκον πηγάζει από την ταξική πάλη.

Το Κόμμα μας είναι το μοναδικό πατριωτικό κόμμα, γιατί εκφράζει τα συμφέροντα του ελληνικού λαού, την αξιοπρέπεια και τη χαμένη του περηφάνια, «τις αυλές και τα πεζούλια μας» (Αρης Βελουχιώτης).

«Και την αγάπη για την πατρίδα οι κομμουνιστές την σφράγισαν με το αίμα, την καρδιά και με τα όπλα τους» (Νίκος Μπελογιάννης).

Εχουμε τεράστια παρακαταθήκη από τους εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες του λαού μας, κυρίως από την εποποιία του ΕΑΜ - ΕΛΑΣ και του ΔΣΕ, που μέσα από τα σπλάχνα τους αναδείχτηκαν ηρωικές μορφές του λαϊκού κινήματος, ατσαλωμένα στελέχη, απλά παιδιά του λαού μας σε στρατιωτικές ιδιοφυΐες, κοριτσόπουλα και γυναίκες σε ηρωικές μαχήτριες. Εχουμε ένα τεράστιο μαρτυρολόγιο λαϊκών αγωνιστών που η αταλάντευτη στάση τους θα συγκινεί πάντα το λαό μας, φωτεινά παραδείγματα θάρρους και ανυστερόβουλης θυσίας.

Θα συνεγείρει τα βαθιά πατριωτικά αισθήματα των εργαζομένων, των φτωχών λαϊκών μαζών, μπροστά στις νέες προκλήσεις και στο ενδυνάμωμα της ταξικής πάλης. Μέσα και από αυτά τα ηρωικά παραδείγματα θα ατσαλωνόμαστε κι εμείς, αλλά και γενιές που θα ακολουθήσουν, βλέποντας μέσα από τα πρόσωπα των μαρτύρων και ηρώων μας το μεγαλείο του λαϊκού αγωνιστή, το ηθικό ανάστημα του κομμουνιστή. Την ανιδιοτέλεια, την ανυποχωρητικότητα και την ανυστεροβουλία μπροστά στα προβλήματα και την όξυνση της ταξικής πάλης. Το μεγάλο ερώτημα, κυρίως απέναντι στο λαό μας, αλλά και απάντηση, σε όλους εκείνους που μιλούν για αφελληνισμό, εθνική προδοσία, εθνική μειοδοσία κ.λπ. πρέπει να είναι:

Τι Ελλάδα θέλουμε; Τι μέλλον θέλουμε για τα παιδιά και τα εγγόνια μας;

Ενα μέλλον και μια Ελλάδα υποταγμένη στα σχέδια των ιμπεριαλιστικών οργανισμών, των ντόπιων και ξένων μονοπωλιακών ομίλων, με πείνα, εξαθλίωση και πόλεμο; Μια Ελλάδα με την αστική τάξη να λυμαίνεται μαζί με το ξένο κεφάλαιο, ορυκτό πλούτο, πλουτοπαραγωγικές πηγές, υδρογονάνθρακες, υποδομές, Ενέργεια, μεταφορές και μέσα παραγωγής; `Η μια Ελλάδα λεύτερη, ανεξάρτητη, ειρηνική, με το λαό νοικοκύρη στον τόπο του;

Με λαϊκή εξουσία, κοινωνικοποιημένα όλα τα μέσα παραγωγής, με εθνικοποιημένες όλες τις υποδομές, τον ορυκτό πλούτο, με κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας, εργατικό - λαϊκό έλεγχο, ευημερία και ανάπτυξη για όλο το λαό, με πρωτοπόρα την εργατική τάξη, τους σύμμαχους της και το κόμμα της το ΚΚΕ;

Με αυτόν τον ταξικό πατριωτισμό, πρέπει να εμψυχώσουμε το λαό μας, να τον καθοδηγήσουμε να παλέψει οργανωμένα μέσα από τα σωματεία του, τις οργανώσεις του, για την ανασύνταξη του συνδικαλιστικού κινήματος, χαστούκι στους κάθε λογής πατριδοκάπηλους, αλλά κυρίως απέναντι στα αστικά κόμματα και τους πάτρονές τους, την αστική τάξη, για την ανυπακοή, την αντίσταση και την τελική ανατροπή, αλλά και στον εθνικισμό της ΧΑ, που, ας μην κρυβόμαστε, επηρεάζει μεγάλο μέρος των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.

Ετσι κρίνεται ο πατριωτισμός σήμερα του κάθε εργαζόμενου, του αυτοαπασχολούμενου, του φτωχού αγρότη, της νεολαίας, της γυναίκας των λαϊκών στρωμάτων.

«Η σημαία της εργατικής τάξης, των αγώνων του λαού μας, η βαμμένη με το κόκκινο αίμα των παιδιών του και η γαλανόλευκη, η σημαία των ηρώων αυτής της πατρίδας, θα κυματίζουν περήφανα, όταν ο λαός μας ο ίδιος αποφασίσει να τις πάρει στα χέρια του και να τις σηκώσει ακόμα ψηλότερα...».


Μανόλης Βριθιάς
Ηράκλειο Κρήτης

Γιατί σωπαίνετε σύντροφοι;

Στο ζήτημα του ιμπεριαλιστικού πολέμου (Θ. 44 και αλλού), μου δίνεται η εντύπωση ότι γίνεται προσπάθεια να διορθωθούν τα λάθη της απόφασης του 19ου Συνεδρίου και ταυτόχρονα να συγκεραστούν αντικρουόμενες απόψεις πάνω στο θέμα. Θεωρώ ότι ούτε το πρώτο επιτυγχάνεται, ούτε το δεύτερο είναι εφικτό να γίνει. Χρειάζεται επομένως μια συγκεκριμένη, ξεκάθαρη - και ορθή φυσικά - απόφαση, καθώς η στάση που θα κρατήσουν οι κομμουνιστές σε μια τέτοια ώρα είναι καθοριστική για την ανάπτυξη ή μη του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα και της ισχυροποίησης ή όχι του Κόμματος. Χαρακτηριστικό παράδειγμα πάνω σε αυτό είναι το (πρώτο) γράμμα του Ν. Ζαχαριάδη, που πήρε πάνω του την απόφαση αυτή, βάζοντας έτσι τον θεμέλιο λίθο σε αυτό που ακολούθησε και ονομάζουμε σήμερα εποποιία της Εθνικής Αντίστασης. Ο αγώνας ενός λαού για «τη λευτεριά και την ανεξαρτησία του» είναι αγώνας - πρώτου απ' όλους - του κομμουνιστή, που δεν πρέπει να φοβάται μήπως θα μπει «κάτω από ξένη σημαία» και θα υπηρετήσει την αστική τάξη. Οι κομμουνιστές και σημαία δική τους έχουν και καθήκον να ενώσουν όλους τους λαούς κάτω από αυτή. Το σίγουρο είναι ότι οι κομμουνιστές σε μια τέτοια στιγμή δεν γίνεται να «σφυρίζουν αδιάφορα». Και αν εμείς έχουμε χρόνο - αν έχουμε - από συνέδριο σε συνέδριο να το εξετάζουμε, δεν έχουν την ίδια άνεση σήμερα Σύροι, Ουκρανοί, Παλαιστίνιοι κ.ά. κομμουνιστές.

Στη Θ. 82 μαθαίνουμε ότι έχει «αναμορφωθεί» ο πρώτος τόμος της Ιστορίας του Κόμματος, «από τα χρόνια πριν την ίδρυσή του μέχρι το 1949». Προτείνεται μάλιστα να γίνει Πανελλαδική Συνδιάσκεψη για την έγκρισή του. Σύντροφοι, νομίζω ότι μέχρι σήμερα ο πρώτος Τόμος έχει διαβαστεί από τη συντριπτική πλειοψηφία των μελών του Κόμματος και το σημαντικότερο έχει διαβαστεί από τους συντρόφους που ήταν στη ζωή όταν εκδόθηκε και σήμερα δεν είναι ανάμεσά μας. Εχει διαβαστεί από τους συντρόφους που έγραψαν αυτές τις σελίδες της Ιστορίας του Κόμματος, όχι με μελάνι αλλά με τη δράση τους. Από τον Καπετάν Γιώτη μέχρι και τον τελευταίο σύντροφο που έβαλε το λιθαράκι του στους αγώνες εκείνης της περιόδου. Και αυτό που οι σύντροφοί μας έγραψαν με τους αγώνες τους και - πολλές φορές - με το αίμα τους, δεν έχουμε ΚΑΝΕΝΑ δικαίωμα εμείς σήμερα να το υποβαθμίζουμε ή να του δίνουμε διαφορετικό περιεχόμενο. Καμία «αναμόρφωση» της Ιστορίας του Κόμματος δεν πρέπει να γίνει δεκτή για να δικαιολογήσει τις σημερινές επεξεργασίες. Πολύ περισσότερο όταν γίνεται με τρόπο αφοριστικό για ιδιαίτερα σημαντικές περιόδους του κομμουνιστικού και λαϊκού κινήματος όπως το 1940-'45. Ηταν λάθος η υπογραφή των Συμφωνιών; Φυσικά! Ποιος διαφωνεί με αυτό σήμερα; Αλλο τόσο λάθος είναι, στο όνομα του να μην επαναληφθούν τα λάθη που έγιναν, να υποτιμήσουμε τη συνεισφορά του ΕΑΜ, όχι μόνο στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα ενάντια στη γερμανική κατοχή, αλλά και στον αγώνα τόσο για εθνική όσο και κοινωνική απελευθέρωση, με σαφή στόχο τη «Λαοκρατική αναγέννηση» της χώρας μας. Αλλο τόσο λάθος είναι να υποτιμήσουμε τη σημασία τού ότι κατάφερε - με ψυχή και οδηγητή το ΚΚΕ - να συσπειρώσει τη μεγάλη πλειοψηφία εργατών, αγροτών και νεολαίας, να συμβάλει στη ριζοσπαστικοποίησή τους, να διεξάγει τους αγώνες εκείνης της περιόδου και να προετοιμάσει το έδαφος για τη συνέχεια. Και η συνέχεια περιλαμβάνει τη δημιουργία του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας με την τρίχρονη εποποιία του. Στέκομαι στα παραπάνω όχι απλά γιατί είναι σημαντικό να γνωρίζουμε τι έγινε στο χτες, αλλά γιατί οφείλουμε να βγάλουμε συμπεράσματα και να αντλήσουμε πείρα για το σήμερα, για τη συγκρότηση της λαϊκής συμμαχίας.

Στη Θ. 75 αναφέρεται «η σύγχρονη στρατηγική αντίληψη του Κόμματος που ολοκληρώθηκε στο 19ο Συνέδριο με την ψήφιση του Προγράμματος και του Καταστατικού». Θα σταθώ στη διατύπωση γιατί μου κέντρισε την προσοχή και όχι στο θέμα της θέσης (για τα στελέχη). Ποια είναι τελικά αυτή η «σύγχρονη στρατηγική αντίληψη», πότε άρχισε να διαμορφώνεται ώστε να ολοκληρωθεί στο 19ο Συνέδριο και τι ακριβώς περιλαμβάνει; Ας πάρουμε για παράδειγμα τις επεξεργασίες για την «ιμπεριαλιστική πυραμίδα». Τι κι αν έγραφε και ξανάγραφε ο Λένιν για «μια χούφτα» ιμπεριαλιστικά κράτη, προσπαθώντας να μας εξηγήσει τον ιμπεριαλισμό και τα χαρακτηριστικά του. Εμείς καταλάβαμε ότι σήμερα όλα τα κράτη είναι ιμπεριαλιστικά και μάλιστα σχηματίζουν και πυραμίδα. Στην κορυφή οι ΗΠΑ (Θ. 4), κάπου στην 47η θέση (βλέπε «Ερώτηση/Απάντηση» στον «Ρ» 20/1/2017) η «ιμπεριαλιστική Ελλάδα» και προφανώς παρακάτω ακολουθούν και τα άλλα κράτη, από την Κύπρο και τη Μάλτα, μέχρι την Τζαμάικα και τη Σαμόα. Μάλιστα ο όρος «ιμπεριαλιστική πυραμίδα» έχει αντικαταστήσει στα κείμενα του Κόμματος τον λενινιστικό όρο «ιμπεριαλιστική αλυσίδα». Οπως και ο όρος (ιμπεριαλιστική) εξάρτηση έχει αντικατασταθεί από την «αλληλεξάρτηση». Να θέσω καθαρά το ερώτημα: βασίζονται στο μαρξισμό - λενινισμό αυτές οι επεξεργασίες; Γνώμη μου είναι πως όχι μόνο δεν βασίζονται στον μαρξισμό - λενινισμό, αλλά αντίθετα αποτελούν παρέκκλιση από αυτόν και σύμφωνα με το Καταστατικό του Κόμματος (άρθρο 8) έχουμε υποχρέωση να παλέψουμε «αποφασιστικά και με αδιαλλαξία» ενάντιά τους. Και αυτή η κομματική υποχρέωση - που αφορά κάθε μέλος του Κόμματος - θεωρώ ότι αφορά πολύ περισσότερο τα στελέχη του Κόμματος και ακόμα περισσότερο όσα είναι επιφορτισμένα με την ιδεολογική δουλειά ή έχουν μια μεγαλύτερη μαρξιστική κατάρτιση. Και επειδή δεν διακρίνω να δίνεται, από τα μέλη και τα στελέχη του Κόμματος, η πάλη ενάντια σε αυτές τις στρεβλώσεις και παρεκκλίσεις, εξάγω το συμπέρασμα είτε ότι δεν έχουν αντιληφθεί το πρόβλημα, γεγονός ιδιαίτερα ανησυχητικό, είτε ότι σιωπούν και αδρανούν μπροστά σε αυτό, άγνωστο σε εμένα γιατί. Στην πρώτη περίπτωση επιτρέψτε μου να εκφράσω την απογοήτευσή μου. Στη δεύτερη περίπτωση, επίτρεψέ μου να διατυπώσω τούτο εδώ το ειλικρινές ερώτημα: «Γιατί σωπαίνετε σύντροφοι;».


Γρηγόρης Μαρκάκης
ΚΟΒ Μεταφορών - Νέων Τεχνολογιών,Ηράκλειο Κρήτης

Πειστικότερες απαντήσεις

Η Κεντρική Επιτροπή ζητά τη γνώμη ανθρώπων που κατανοούν την αναγκαιότητα «ενός ΚΚΕ με επιστημονικά επεξεργασμένες θέσεις».

Γι' αυτό από το 2005, στον προσυνεδριακό διάλογο του 17ουΣυνεδρίου, είχα προτείνει την αλλαγή της θέσης για το Ενιαίο 12χρονο Σχολείο γιατί στεκόταν στη διάρκεια των σπουδών και όχι στο περιεχόμενο των μαθημάτων. Σήμερα η πρόταση αυτή δημιουργεί μεγαλύτερη σύγχυση όταν γράφει «όχι στην εγκυκλοπαιδική συσσώρευση γνώσεων», επιχείρημα που χρησιμοποιεί το υπουργείο για να χτυπήσει τη συστηματική διδασκαλία και ό,τι ορίζουμε ως Μέση μόρφωση. Ακόμα κριτικάρει τις πρώην σοσιαλιστικές χώρες γιατί δεν είχαν ενιαίο σχολείο και ας ήταν οι μόνες στην Ευρώπη που έδιναν πραγματικά μέση μόρφωση στους αποφοίτους τους είτε των τεχνικών σχολών είτε του Λυκείου. Τέτοιες επεξεργασίες δεν είναι πειστικές ούτε διαφοροποιούν το ΚΚΕ από τις άλλες δυνάμεις, π.χ. φώναζε η ΔΟΕ γιατί μειώθηκε το ωράριο στο Δημοτικό άρα και το προσωπικό, ακολούθησε και το Κόμμα παραβλέποντας πως το σχόλασμα στις 2 μ.μ. είναι εξουθενωτικό για τα παιδιά.

Μήπως το ζήτημα περιορίζεται στην Εκπαίδευση; Οχι. Το σύνθημα «Την κρίση να πληρώσει η πλουτοκρατία» άλλαξε σε «Ανάκτηση των απωλειών» γιατί δεν μπορεί να υπάρξει αντιμονοπωλιακή - αντιιμπεριαλιστική κυβέρνηση στα πλαίσια του καπιταλισμού. Αλλά καμιά σοσιαλιστική επανάσταση στον 20όαιώνα δεν ξεκίνησε ως τέτοια, ακόμα και η Οχτωβριανή. Σύμφωνα με τον Λένιν: «Εμείς εξασφαλίσαμε πιο εύκολα τη νίκη, γιατί τον Οχτώβρη του 1917 βαδίζαμε μαζί με την αγροτιά, με όλη την αγροτιά. Μ' αυτή την έννοια η επανάστασή μας ήταν τότε αστική. Το πρώτο μέτρο της προλεταριακής μας κυβέρνησης ήταν ότι οι παλιές διεκδικήσεις όλης της αγροτιάς που είχαν διατυπωθεί ακόμη επί Κερένσκι, από τα Σοβιέτ των αγροτών και τις συνελεύσεις των αγροτών, αναγνωρίστηκαν με νόμο που εξέδωσε η κυβέρνησή μας την επομένη της επανάστασης, δηλ. στις 26 του Οχτώβρη (με το παλιό ημερολόγιο) 1917. Σ' αυτό βρισκόταν η δύναμή μας και ακριβώς γι' αυτό μας ήταν τόσο εύκολο να κατακτήσουμε τη συντριπτική πλειοψηφία» («Θέσεις και εισήγηση για την αστική δημοκρατία και τη δικτατορία του προλεταριάτου», Απαντα τ. 37, σελ. 491 - 509.)

Νομίζω πως το Κόμμα χρειάζεται να επανεξετάσει θεμελιώδη ζητήματα της στρατηγικής του.


Φάνης Αγγελόπουλος
Γιάννενα



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ