Παρασκευή 14 Γενάρη 2022
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΗΣ ΚΟΜΙΣΙΟΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΨΗΦΙΑΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ
Διεκδικεί κομμάτι για τους ομίλους της ΕΕ στο ψηφιακό «Ελντοράντο»

«Καθρέφτη» του οξύτατου ανταγωνισμού των ομίλων της ΕΕ που δραστηριοποιούνται στον ψηφιακό τομέα με αυτούς των ΗΠΑ και της Κίνας αποτελεί η πρόταση της Κομισιόν για τις ψηφιακές αγορές, η οποία εγκρίθηκε πρόσφατα από το Ευρωκοινοβούλιο και με την οποία, με πρόσχημα την αντιμετώπιση «αθέμιτων πρακτικών», επιχειρείται η ενίσχυση των ευρωπαϊκών μονοπωλίων του κλάδου απέναντι στους ανταγωνιστές τους, που κατέχουν παγιωμένη και σταθερή θέση στην αγορά.

Οι όμιλοι αυτοί - «Google», «Cisco» κ.ά. - ονομάζονται από την Κομισιόν «ρυθμιστές πρόσβασης» και σε αυτούς περιλαμβάνονται εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε τομείς όπως οι διαδικτυακές υπηρεσίες διαμεσολάβησης, τα κοινωνικά δίκτυα, οι μηχανές αναζήτησης, τα λειτουργικά συστήματα, οι διαδικτυακές υπηρεσίες διαφήμισης, οι υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών ανεξαρτήτως αριθμού, υπολογιστικού νέφους και διαμοιρασμού βίντεο, οι φυλλομετρητές ιστού (browsers), οι εικονικοί βοηθοί και η «έξυπνη» τηλεόραση, αλλά και υπηρεσίες που αφορούν το χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Το εύρος αυτών των υπηρεσιών, που συγκεντρώνονται σε ελάχιστους επιχειρηματικούς ομίλους, συνεχώς μεγαλώνει, και η πρόταση της Κομισιόν είναι φανερό ότι έχει το βλέμμα στο «Ελντοράντο» της ψηφιοποίησης που ανοίγεται μπροστά.

Χαρακτηριστική άλλωστε για το τι διακυβεύεται για τα ευρωπαϊκά μονοπώλια είναι η αναφορά πως «είναι ιδιαίτερα σημαντικό να αντιμετωπιστούν αυτά τα προβλήματα (σ.σ. των "αθέμιτων επιχειρηματικών πρακτικών") λόγω του μεγέθους της ψηφιακής οικονομίας (που εκτιμάται ότι ανήλθε στο 4,5% με 15,5% του παγκόσμιου ΑΕΠ το 2019) και του σημαντικού ρόλου που διαδραματίζουν οι πλατφόρμες στις ψηφιακές αγορές, με τις κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις που επιφέρουν».

Σε άλλο σημείο η Κομισιόν εκτιμά πως οι στόχοι της πρότασης δεν μπορούν να επιτευχθούν αν τα κράτη - μέλη ενεργήσουν μεμονωμένα, δεδομένου ότι «ο ψηφιακός τομέας αυτός καθαυτός και ιδίως οι βασικές υπηρεσίες πλατφόρμας (...) έχουν διασυνοριακό χαρακτήρα, κάτι που αποδεικνύουν ο όγκος του διασυνοριακού εμπορίου και οι ανεκμετάλλευτες δυνατότητες ανάπτυξής του στο μέλλον, όπως φαίνεται από τις ροές και τον όγκο του διασυνοριακού εμπορίου που πραγματοποιείται μέσω ψηφιακών πλατφορμών. Περίπου το 24% του συνολικού διαδικτυακού εμπορίου στην Ευρώπη έχει διασυνοριακό χαρακτήρα».

Παράλληλα, η προσπάθεια περιορισμού των αμερικανικών και κινεζικών κολοσσών που δραστηριοποιούνται στην ΕΕ στους παραπάνω τομείς έχει να κάνει και με τη συζήτηση για τη λεγόμενη «στρατηγική αυτονομία» της ιμπεριαλιστικής ένωσης, που περιλαμβάνει και την επιχείρηση «θωράκισης» μιας σειράς στρατηγικής σημασίας υποδομών και δικτύων, απέναντι στην παρέμβαση άλλων ιμπεριαλιστικών κέντρων.

Εξάλλου, όπως θυμίζει η πρόταση, «η ανάγκη αντιμετώπισης αυτών των ανησυχιών στην ψηφιακή οικονομία τονίστηκε στο πλαίσιο της ανακοίνωσης της Επιτροπής με τίτλο "Διαμόρφωση του ψηφιακού μέλλοντος της Ευρώπης", σύμφωνα με την οποία "με βάση τη λογική της ενιαίας αγοράς, ενδέχεται να χρειαστούν πρόσθετοι κανόνες για να διασφαλιστούν η δυνατότητα διεκδίκησης αγορών (...) αλλά και η δυνατότητα εισόδου στην αγορά, καθώς και δημόσια συμφέροντα που δεν περιορίζονται στον ανταγωνισμό ή στις οικονομικές παραμέτρους».

Το «χρυσωρυχείο»...

Με «μπούσουλα» λοιπόν τα παραπάνω και με έκδηλη την ανησυχία της ΕΕ για την κυριαρχία μονοπωλιακών ομίλων άλλων ιμπεριαλιστικών κέντρων και το μικρό μερίδιο των αντίστοιχων ευρωπαϊκών ομίλων στην ψηφιακή αγορά, η Κομισιόν προτείνει μια δέσμη μέτρων για τον έλεγχο και περιορισμό της δράσης τους, με πρόσχημα την προστασία των καταναλωτών από πρακτικές των πλατφορμών αυτών σε ένα ευρύ φάσμα όπως οι διαφημίσεις, οι τιμές, η κατάρτιση προφίλ των χρηστών κ.λπ.

Στο πλαίσιο αυτό, θεσπίζει καταρχάς κριτήρια που πρέπει να πληροί μία πλατφόρμα για να θεωρηθεί «ρυθμιστής πρόσβασης», π.χ. «η επιχείρηση στην οποία ανήκει να έχει ετήσιο κύκλο εργασιών στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο 6,5 δισ. ευρώ τα 3 τελευταία οικονομικά έτη», καθώς και κατώτατη χρηματιστηριακή αξία ύψους 80 δισ., που όπως είναι φανερό πληρούν μόνο πολύ μεγάλοι μονοπωλιακοί όμιλοι. Επιπλέον, η Επιτροπή αναγνωρίζει το δικαίωμα στον εαυτό της να μπορεί με βάση και άλλα κριτήρια (μέγεθος κύκλου εργασιών, αριθμό εξαρτώμενων επιχειρηματικών χρηστών, φραγμούς στην αγορά κ.ά.) να χαρακτηρίζει μία πλατφόρμα «ρυθμιστή πρόσβασης» ακόμα κι αν δεν πληροί τα παραπάνω.

Η Κομισιόν περιγράφει το πώς τα μονοπώλια ελέγχουν και την ψηφιακή αγορά, σημειώνοντας πως «παρότι στην ψηφιακή οικονομία της Ευρώπης λειτουργούν περισσότερες από 10.000 επιγραμμικές (σ.σ. online) πλατφόρμες (...) το μεγαλύτερο μερίδιο της συνολικής αξίας που δημιουργείται το κατέχει ένας μικρός αριθμός μεγάλων πλατφορμών» και προσθέτει: «Πολλές από αυτές τις επιχειρήσεις παρακολουθούν τους τελικούς χρήστες και καταρτίζουν προφίλ κατά τρόπο ολοκληρωμένο. Ορισμένες μεγάλες πλατφόρμες ενεργούν ολοένα και περισσότερο ως πύλες ή ρυθμιστές της πρόσβασης μεταξύ επιχειρηματικών χρηστών και τελικών χρηστών (...) γεγονός που ενισχύει τους υφιστάμενους φραγμούς εισόδου στην αγορά (...) Συνεπώς, αυτοί οι ρυθμιστές της πρόσβασης έχουν σημαντικό αντίκτυπο, ασκούν ουσιαστικό έλεγχο επί της πρόσβασης και κατέχουν παγιωμένη θέση στις ψηφιακές αγορές, με αποτέλεσμα πολλοί επιχειρηματικοί χρήστες να εξαρτώνται σε σημαντικό βαθμό από αυτούς».

Με δεδομένα αυτά - τα οποία είναι εγγεγραμμένα στο «DNA» του καπιταλισμού και της λειτουργίας του - τα μέτρα της Κομισιόν έχουν ως στόχο απλά να «ανοίξει» η αγορά και για μια σειρά ευρωενωσιακές επιχειρήσεις, προβλέποντας π.χ. ότι οι «ρυθμιστές πρόσβασης» θα πρέπει να μη συνδυάζουν όλα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που συγκεντρώνουν για τις διαφημίσεις τους, να επιτρέπουν και σε άλλες επιχειρήσεις να προωθούν - προσφέρουν τα ίδια προϊόντα ή υπηρεσίες στους τελικούς χρήστες και, υποτίθεται, να μην εφαρμόζουν πιο ευνοϊκή μεταχείριση στην κατάταξη των δικών τους υπηρεσιών και των προϊόντων σε σύγκριση με παρόμοιες υπηρεσίες ή προϊόντα τρίτων, να δίνουν στους διαφημιζόμενους πληροφορίες κ.ο.κ.

Σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης ή παραβίασης των παραπάνω μέτρων από τους «ρυθμιστές πρόσβασης», η Επιτροπή θα μπορεί να επιβάλλει πρόστιμα έως 10% του κύκλου εργασιών τους το προηγούμενο οικονομικό έτος ή περιοδικές χρηματικές ποινές έως 5% του μέσου ημερήσιου κύκλου εργασιών τους του προηγούμενου έτους, μέχρι να συμμορφωθούν.

...των δεδομένων

Πέρα από τα υπόλοιπα, τα παραπάνω αποκαλύπτουν και το λεγόμενο «άυλο κεφάλαιο» όπως το αποκαλούν, που αποτελεί πραγματικό «χρυσωρυχείο» για τους επιχειρηματικούς ομίλους: Την εκτεταμένη παρακολούθηση και κάθε είδους αξιοποίηση όλων των προσωπικών δεδομένων που συγκεντρώνουν για εμπορικές και άλλες χρήσεις.

Οπως άλλωστε τονίζει η Κομισιόν, οι πάροχοι αυτοί «έχουν την ικανότητα να συνδέουν πολλούς επιχειρηματικούς χρήστες με πολλούς τελικούς χρήστες μέσω των υπηρεσιών τους, γεγονός που τους επιτρέπει εν συνεχεία να αξιοποιούν τα πλεονεκτήματά τους, όπως η πρόσβασή τους σε μεγάλους όγκους δεδομένων, από έναν τομέα δραστηριότητας σε νέους τομείς». Η δε «μειωμένη πρόσβαση σε δεδομένα» θεωρείται περίπου ισάξιο εμπόδιο με το «υψηλό επενδυτικό κόστος» που απαιτείται για την είσοδο σε αυτήν την αγορά.

Σε αυτό το πλαίσιο «χτυπάει ταβάνι» και η υποκρισία στα όσα αναφέρονται περί προστασίας δήθεν των προσωπικών δεδομένων, με την Κομισιόν να λέει ότι «η πρόταση συμπληρώνει τη νομοθεσία για την προστασία» τους και ότι «οι υποχρεώσεις διαφάνειας όσον αφορά την κατάρτιση εκτενών προφίλ των καταναλωτών θα συμβάλουν στην επικαιροποίηση της επιβολής του Γενικού Κανονισμού για την Προστασία Δεδομένων (ΓΚΠΔ)», επικαλούμενη δηλαδή τον κανονισμό που ανοίγει «πόρτες και παράθυρα» στην παράδοση των προσωπικών δεδομένων των χρηστών σε εταιρείες, κράτη και υπηρεσίες.

Μάλιστα η πρόταση διευκρινίζει ότι «εναπόκειται στους ρυθμιστές της πρόσβασης να εξασφαλίζουν ότι η συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στον κανονισμό θα πρέπει να διασφαλίζει την πλήρη συμμόρφωση με τις υπόλοιπες νομοθετικές πράξεις της ΕΕ, μεταξύ άλλων στους τομείς της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της προσωπικής ζωής και της προστασίας του καταναλωτή». Τα μονοπώλια δηλαδή ...θα ελέγχουν τους εαυτούς τους για το αν προστατεύουν τα προσωπικά δεδομένα.


Β.

ΗΠΑ - ΕΦΟΔΙΑΣΤΙΚΗ ΑΛΥΣΙΔΑ
12ωρα, εντατικοποίηση και μισθοί - ψίχουλα η «λύση» για το «έμφραγμα» στα λιμάνια

Τα εμπορευματοκιβώτια έχουν «πλημμυρίσει» τα μεγαλύτερα λιμάνια των ΗΠΑ, προκαλώντας «έμφραγμα» στην εφοδιαστική αλυσίδα
Τα εμπορευματοκιβώτια έχουν «πλημμυρίσει» τα μεγαλύτερα λιμάνια των ΗΠΑ, προκαλώντας «έμφραγμα» στην εφοδιαστική αλυσίδα
Στις πλάτες των εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων στην εφοδιαστική αλυσίδα (λιμάνια, αεροδρόμια, κέντρα αποθήκευσης και διανομής κ.ά.) και στους κλάδους που συνδέονται με αυτήν (χερσαίες μεταφορές, εμπόριο), με παραπέρα ξεχείλωμα των ωραρίων, εξαντλητικές υπερωρίες και εντατικοποίηση της εργασίας, επιχειρείται να φορτωθεί η «επίλυση» του «εμφράγματος» που παρατηρείται εδώ και μήνες στα μεγαλύτερα λιμάνια των ΗΠΑ.

Το εν λόγω «έμφραγμα» δεν αποτελεί βέβαια «προνόμιο» των ΗΠΑ, καταγράφεται και στα μεγάλα λιμάνια της Ευρώπης και της Ασίας, καθώς η πανδημία και το «ακορντεόν» των περιοριστικών μέτρων για τη διαχείρισή τους, έκανε ακόμα πιο εμφανείς τις συνέπειες της αναρχίας της καπιταλιστικής παραγωγής.

Με τις «αρρυθμίες» στην παραγωγή και στο διεθνές εμπόριο, καθώς και την αύξηση της ζήτησης σε μια σειρά από προϊόντα, ο φόρτος στα λιμάνια των ΗΠΑ αυξήθηκε σε μεγάλο βαθμό μέσα στα χρόνια της πανδημίας.

Δεκάδες χιλιάδες Αμερικανοί και μετανάστες λιμενεργάτες, ανειδίκευτοι εργάτες, φορτηγατζήδες, αποθηκάριοι, εργοδηγοί, φύλακες και επόπτες υποχρεώνονται να εργάζονται νυχθημερόν για να ξεμπλοκάρουν την τεράστια συσσώρευση εμπορευμάτων στα μεγαλύτερα λιμάνια της χώρας, ιδιαίτερα στα λιμάνια του Λος Αντζελες και του Λονγκ Μπιτς, που εξυπηρετούν το 40% των εμπορευμάτων στις ΗΠΑ.

Μέσα σε αυτήν την κατάσταση αναδεικνύονται πιο έντονα οι μεγάλες ελλείψεις ειδικευμένου προσωπικού, καθώς οι μεγάλες εταιρείες διαχείρισης των λιμανιών όλα τα προηγούμενα χρόνια φόρτωναν λιγότερο προσωπικό με περισσότερη δουλειά, ενώ «προτιμούσαν» πιο «φθηνούς», ανειδίκευτους εργάτες.

Δουλειά όλο το 24ωρο η «λύση» του Μπάιντεν

Αναζητώντας «λύσεις» αντιμετώπισης της αυξημένης κίνησης σε εμπορικά λιμάνια και αεροδρόμια με παράλληλη διασφάλιση της τεράστιας καπιταλιστικής κερδοφορίας, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν προχώρησε τον Φλεβάρη του 2021 στη συγκρότηση μίας «Ομάδας Εργασίας Ταχείας Αντίδρασης» στον Λευκό Οίκο.

Η εν λόγω «Ομάδα Εργασίας» πρότεινε τον Ιούνη μία δέσμη μέτρων, μέρος των οποίων ανακοίνωσε τον Οκτώβρη ο Μπάιντεν, με πιο χαρακτηριστική τη θέσπιση προγράμματος 24ωρης λειτουργίας 7 μέρες τη βδομάδα, αρχικά στα λιμάνια του Λος Αντζελες και του Λονγκ Μπιτς.

Η επιβολή της 24ωρης λειτουργίας έγινε σε στενή συνεργασία με τον εργατοπατερισμό, μεταξύ άλλων με το εργοδοτικό συνδικάτο λιμενεργατών ILWU, την ηγεσία του συνδικάτου οδηγών «Teamsters», εργοδοτικά συνδικάτα στους σιδηροδρόμους κ.λπ.

Παράλληλα, καθώς το μέτρο δεν αφορά μόνο τα λιμάνια και τα αεροδρόμια αλλά και όλους τους κλάδους που σχετίζονται με τις χερσαίες μεταφορές προϊόντων και το εμπόριο, η κυβέρνηση Μπάιντεν συμφώνησε με μονοπώλια του λιανεμπορίου, όπως «Walmart», «Target», «Home Depot», «FedEx» και UPS, να λειτουργούν επίσης όλο το 24ωρο 7 μέρες τη βδομάδα.

Δεν πρόκειται βέβαια για ένα πρόσκαιρο μέτρο, αλλά για μια επίθεση που ήρθε για να μείνει, καθώς οι ΗΠΑ αισθάνονται την «καυτή ανάσα» του σφοδρού ανταγωνισμού με την Κίνα σε όλα τα επίπεδα.

Καθόλου τυχαία, η κυβέρνηση Μπάιντεν σκοπεύει να δώσει - μέσω του προωθούμενου μεγάλου πακέτου «Build Back Better» - πάνω από 50 δισ. δολάρια «ζεστό» κρατικό χρήμα για τον εκσυγχρονισμό λιμανιών, αεροδρομίων και τμημάτων της εφοδιαστικής αλυσίδας.

Εντατικοποίηση και επικίνδυνες συνθήκες για τους εργαζόμενους

Την ίδια ώρα ωστόσο που μεγαλώνει ο χορός των δισ. για τα μονοπώλια, οι εντατικοί ρυθμοί δουλειάς στα μεγαλύτερα λιμάνια των ΗΠΑ, οι οποίοι επιβλήθηκαν λίγους μήνες μετά την έναρξη της πανδημίας, αυξάνονται περαιτέρω, δίχως να υπάρχει αντίστοιχη αύξηση στα πενιχρά μεροκάματα.

Οι υπερωρίες και τα 12ωρα διαδέχονται το ένα το άλλο, εξουθενώνοντας τους εργάτες, με ελάχιστη επιπλέον αμοιβή. Αντίθετα πολλαπλασιάζονται οι κίνδυνοι για την ασφάλεια και τη ζωή των εργαζομένων, καθώς η κόπωση και η εντατικοποίηση μειώνουν τα αντανακλαστικά, εκθέτοντας το εργατικό προσωπικό σε περισσότερους κινδύνους ενώ χειρίζονται τεράστιους γερανούς και διεκπεραιώνουν επίπονες εργασίες, που χρειάζονται καθαρό μυαλό και ξεκούραστο σώμα.

Παράλληλα, στους εργαζόμενους στην εφοδιαστική αλυσίδα φορτώνεται το επιπρόσθετο βάρος δουλειάς που καλούνται να διεκπεραιώσουν λόγω νόσησης συναδέλφων τους με COVID-19. Με τα κρούσματα να υπολογίζονται σε χιλιάδες και τους θανάτους σε εκατοντάδες, το προσωπικό λιγοστεύει, η δουλειά πολλαπλασιάζεται δυσανάλογα και οι μισθοί μένουν οι ίδιοι, ή δίνονται αυξήσεις - ψίχουλα, αφού η μεγαλοεργοδοσία «τσιγκουνεύεται» τις προσλήψεις ή «γκρινιάζει» ότι δεν βρίσκει κατάλληλο προσωπικό (εννοώντας ότι δεν βρίσκει ειδικευμένους εργαζόμενους που να υποχρεώνονται να δουλεύουν με αμοιβές - ψίχουλα και τέτοιες άσχημες συνθήκες εργασίας).

Οι πρόσφατες απεργίες σε λιμάνια των ΗΠΑ, με κεντρικά αιτήματα τις μισθολογικές αυξήσεις, καλύτερα επιδόματα, συνταξιοδοτικά προγράμματα και βελτίωση των συνθηκών εργασίας, αντανακλούν τα οξυμένα προβλήματα και μία κατάσταση που έχει φτάσει στο απροχώρητο. Γι' αυτό οι κινητοποιήσεις εκτείνονται σε ένα μεγάλο μέρος της εφοδιαστικής αλυσίδας και της παραγωγής.

«Τρελά» κέρδη για τα μονοπώλια, εκτεθειμένοι στην πανδημία οι εργάτες

Το ίδιο διάστημα που οι εργάτες παίζουν τη ζωή τους κορόνα - γράμματα στους χώρους δουλειάς, αυξάνονται γεωμετρικά τα κέρδη για τεράστια μονοπώλια στους χώρους της ναυτιλίας, της κατασκευής ή αποθήκευσης εμπορευματοκιβωτίων, των ιδιωτικών ασφαλίσεων, της εφοδιαστικής αλυσίδας και του εμπορίου, όπου κυριαρχούν μια χούφτα μονοπώλια, με πιο σημαντικά τις «Nestle», «Coca Cola», «Samsung», «Cisco», «Inditex» και H&M.

Στις 27 Οκτώβρη το πρακτορείο «Reuters» τόνιζε πως οι μεγαλύτερες βιομηχανίες στις ΗΠΑ, όπως οι «General Motors», «General Electric», 3M και «Boeing», αντιμετώπιζαν «πονοκεφάλους» με την εφοδιαστική αλυσίδα και υψηλότερα κόστη λόγω του διεθνούς «εμφράγματος» σε λιμάνια, αεροδρόμια, προβλήτες, αποθήκες και κέντρα διανομής, που «επιμένουν» και στις αρχές του 2022.

Παρά το αντεργατικό μπαράζ που προβλέπει το σχέδιο Μπάιντεν για 24ωρη λειτουργία των δύο μεγάλων λιμανιών σε Λος Αντζελες και Λονγκ Μπιτς, δεν φαίνεται να καταγράφονται άμεσα σημαντικά αποτελέσματα σε ό,τι αφορά την αποσυμφόρησή τους.

Πολλές δεκάδες εμπορικά πλοία παραμένουν στα ανοιχτά του λιμανιού του Λος Αντζελες, μέχρι να τους δοθεί σήμα να ελλιμενιστούν για να ξεφορτώσουν ή να παραλάβουν εμπορευματοκιβώτια. Από τα περίπου 100 που περίμεναν στα ανοιχτά του λιμανιού στις αρχές Οκτώβρη, είχαν μειωθεί μόλις κατά 20 γύρω στα τέλη Νοέμβρη. Αντίθετα, η απειλή της διεύθυνσης στο λιμάνι του Λος Αντζελες ότι από τις 29 Νοέμβρη θα επιβάλλεται ημερήσιο πρόστιμο 100 έως και 200 δολαρίων για κάθε εμπορευματοκιβώτιο που θα καθυστερεί στο λιμάνι μείωσε από τις 25 Οκτώβρη έως τα μέσα Νοέμβρη κατά 25% τον αριθμό εισαγωγής εμπορευματοκιβωτίων (από 95.000 σε 71.000).

Η εμφάνιση της ακόμα πιο μεταδοτικής παραλλαγής «Ομικρον» του κορονοϊού, σε συνδυασμό με την απουσία ουσιαστικών μέτρων προστασίας των εργαζομένων, είχε επιπτώσεις και στους λιμενεργάτες. Σύμφωνα με στοιχεία της «Pacific Maritime Association», που εκπροσωπεί εργοδότες της ναυτιλιακής βιομηχανίας στη δυτική ακτογραμμή των ΗΠΑ, στις αρχές Γενάρη 1 στους 10 λιμενεργάτες δεν ήταν διαθέσιμος για δουλειά λόγω κορονοϊού - είτε λόγω ασθένειας είτε λόγω καραντίνας. Η «Pacific Maritime Association» κατέγραψε σημαντική αύξηση των κρουσμάτων κορονοϊού σε λιμενεργάτες τις τελευταίες βδομάδες, αναφέροντας ότι από μερικές δεκάδες ανά 24ωρο έφτασαν την περασμένη βδομάδα (3 με 9 Γενάρη) να είναι πάνω από 150 κρούσματα τη μέρα.

Στο μεταξύ, η διοίκηση του λιμανιού στο Λος Αντζελες «διαμαρτύρεται» ότι η 24ωρη λειτουργία του λιμανιού δεν συμβαδίζει, για την ώρα, με τα υπόλοιπα τμήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας. Στα τέλη Νοέμβρη ο εκτελεστικός διευθυντής του λιμανιού του Λος Αντζελες, Τζιν Σερόκα, δήλωσε ότι το μέτρο της συνεχούς λειτουργίας δεν έχει μεγάλο νόημα όταν π.χ. οι αποθήκες στο λιμάνι κλείνουν στις 3 τα ξημερώματα, όταν δεν υπάρχουν αρκετοί επαγγελματίες οδηγοί φορτηγών, εργοδηγοί και αποθηκάριοι στις νυχτερινές βάρδιες ή όταν δεν υπάρχει κανένας συντονισμός με τις εκατοντάδες εταιρείες εισαγωγών - εξαγωγών. «Το συνεχές ωράριο δεν είναι λύση δίχως συντονισμό» με το σύνολο των τμημάτων της αλυσίδας εφοδιασμού, έλεγε. Ο ίδιος τον περασμένο Ιούλη είχε παραδεχτεί ότι οι λιμενεργάτες έβγαλαν 50% περισσότερη δουλειά σε σχέση με το ίδιο διάστημα της προηγούμενης χρονιάς, χωρίς ανάλογα οφέλη στους μισθούς τους...

Οι προκλήσεις για την εργατική τάξη, από τις εξόφθαλμες αδικίες που γεννά το σύστημα εκμετάλλευσης σε αυτές τις συνθήκες άγριου ανταγωνισμού μεταξύ ισχυρών μονοπωλίων, δεν μπορούν να μείνουν χωρίς απάντηση. Και αυτή μπορεί να δοθεί μόνο από ταξικά συνδικάτα. Τα άλλα συνδικάτα, τα εργοδοτικά του Δημοκρατικού Προέδρου Τζο Μπάιντεν, το μόνο που εγγυώνται είναι περισσότερη εκμετάλλευση για τους εργάτες και περισσότερα κέρδη για τα μονοπώλια...


Δ. Ορφ.



Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ