Σάββατο 13 Αυγούστου 2016 - Κυριακή 14 Αυγούστου 2016
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΓΥΝΑΙΚΑ
«ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ» ΜΕΤΑΞΥ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΖΩΗΣ
Διαβουλεύσεις για μέτρα και ρυθμίσεις που θα εξασφαλίζουν την ανταγωνιστικότητα

MotionTeam

Ενας χρόνος πέρασε από την εκπόνηση του Οδικού Χάρτη, με τον οποίο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξήγγειλε, τον περασμένο Αύγουστο, «μια νέα αρχή για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που συναντούν οι εργαζόμενες οικογένειες όσον αφορά την ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής» και η συζήτηση για τα σχετικά μέτρα και παρεμβάσεις καλά κρατεί. Αδειες μητρότητας, γονικές άδειες και άδειες πατρότητας, αλλά και προώθηση της «ευελιξίας» στην εργασία για γυναίκες και άντρες, είναι τα μέτρα πάνω στα οποία εδώ και μήνες διαβουλεύονται οι εργοδοτικοί φορείς (Businesseurope, EuroCommerce και άλλοι) και οι εκπρόσωποι συνδικαλιστικών οργανώσεων (ETUC, CES), που πίνουν νερό στο όνομα της ΕΕ και της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας.

Με βάση τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη μέχρι σήμερα πορεία των διαβουλεύσεων, όπως αποτυπώθηκαν στα τέλη του Ιούλη, δεν αναμένεται καμία νομοθετική πρωτοβουλία από τη μεριά της ΕΕ, αλλά ένας νέος γύρος συζητήσεων ανάμεσα στους «κοινωνικούς εταίρους». Και ενώ όλη η παραπάνω διαδικασία δεν φέρνει τίποτε καινούργιο όσον αφορά τα ισχύοντα μέτρα, το κείμενο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δείχνει την κατεύθυνση στην οποία θα κινηθούν στο μέλλον νομοθετικές και άλλες πρωτοβουλίες, ακολουθώντας τον «Οδικό Χάρτη».

Στον πυρήνα των διαβουλεύσεων η «ανταγωνιστικότητα»


«Οι θέσεις εργασίας, η ανάπτυξη και οι επενδύσεις είναι η πρώτη προτεραιότητα», διαβεβαιώνει το κείμενο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και εξηγεί πως το ενδιαφέρον για την καλύτερη «ισορροπία» ανάμεσα στη δουλειά και την οικογένεια υπηρετεί την προτεραιότητα αυτή. Το σκεπτικό είναι γνωστό: Η πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έχει στόχο να αντιμετωπίσει τη χαμηλή συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας, η οποία συνδέεται με την «άνιση κατανομή» των ευθυνών της φροντίδας των μελών της οικογένειας μεταξύ γυναικών και ανδρών, καθώς και με την έλλειψη «αποτελεσματικών δυνατοτήτων να ισορροπήσουν τις ευθύνες αυτές με τις απαιτήσεις της εργασιακής τους ζωής». Στην εξέλιξη του ποσοστού απασχόλησης των γυναικών διαπιστώνεται σχετική στασιμότητα κατά τα τελευταία χρόνια. Ετσι, το 2014 το ποσοστό απασχόλησης των γυναικών, ηλικίας 20 έως 64 ετών, έφτασε το 63,4%, σημειώνοντας ελάχιστη αύξηση από τα επίπεδα του 62,2% όπου βρισκόταν το 2006. Την ίδια περίοδο, δηλαδή το 2014, το αντίστοιχο ποσοστό για τους άντρες ανερχόταν σε 75%.

Την ΕΕ την απασχολεί ιδιαίτερα η υστέρησή της όσον αφορά τη μέση γυναικεία απασχόληση σε σχέση με ανταγωνιστικές οικονομίες, όπως αυτές της Ιαπωνίας (με μέση γυναικεία απασχόληση 67,6%) και των ΗΠΑ (με αντίστοιχο ποσοστό 70,6%). Επίσης την απασχολεί η μεγάλη ανομοιομορφία στα ποσοστά της γυναικείας απασχόλησης ανάμεσα στα κράτη - μέλη της. Η «ψαλίδα» είναι σημαντική, καθώς η απασχόληση των γυναικών κινείται από 40% έως 75%, από χώρα σε χώρα. Οι διαφορές αυτές απειλούν την «απαραίτητη οικονομική και κοινωνική σύγκλιση στα πλαίσια της ενιαίας αγοράς» και τη «μακροπρόθεσμη σταθερότητα των δημόσιων οικονομικών», σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Και όλο αυτό, βεβαίως, επειδή η γυναικεία απασχόληση μπορεί να είναι ευέλικτη, να γίνεται «λάστιχο», να είναι με μικρότερους μισθούς, ενώ συνήθως βολεύει στους τομείς που αναπτύσσονται πιο γοργά (εμπόριο και υπηρεσίες), άρα συμβάλλει στην αύξηση κερδών.Υπάρχουν, βεβαίως, και ανασταλτικοί για τους εργοδότες παράγοντες, άρα και αντιρρήσεις, όπως θα δούμε παρακάτω.

Το παραπάνω σκεπτικό βρίσκει σύμφωνες τις οργανώσεις που παίρνουν μέρος στις διαβουλεύσεις. Στην ουσία, κανείς δεν έχει στην οπτική του την ανάγκη για διεύρυνση των εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων των εργαζομένων, γυναικών και ανδρών. Ολοι τους αναζητούν ανέξοδα για την εργοδοσία μέτρα, όπως αυτά που ήδη ισχύουν. Υπάρχουν όμως και οι μεταξύ τους διαφορές. Από τη μια, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις είναι πρόθυμες να προτείνουν μικρές αλλαγές και βελτιώσεις όσον αφορά τις κοινοτικές οδηγίες. Από την άλλη, οι εργοδοτικές οργανώσεις είναι απρόθυμες, αν όχι εντελώς αρνητικές, σε οποιαδήποτε μεταβολή στο ισχύον πλαίσιο, κυρίως όσον αφορά τις άδειες. Προειδοποιούν, μάλιστα, ότι τυχόν αλλαγές μπορεί να δημιουργήσουν «μεγάλο κόστος για τους εργοδότες το οποίο θα επηρεάσει αρνητικά την ανταγωνιστικότητα και θα χειροτερεύσει την ανεργία». Οι εκπρόσωποι των επιχειρηματικών ομίλων προκρίνουν τα λεγόμενα «μη νομοθετικά μέτρα» όσον αφορά τη «συμφιλίωση» εργασίας και οικογένειας. Ενδιαφέρονται, δηλαδή, περισσότερο για την ύπαρξη υποδομών και υπηρεσιών για τη φροντίδα μικρών παιδιών και ηλικιωμένων. Μέσα από το δρόμο αυτό, παραμερίζονται εμπόδια στην απασχόληση των γυναικών χωρίς να χρειάζεται να βάζουν οι ίδιοι το χέρι στην τσέπη, αφού τα «χρηματοδοτικά εργαλεία» και «πακέτα» που αξιοποιούνται δεν είναι παρά χρήματα από τη φορολογία των εργαζομένων. Επιπλέον, διεκδικούν φορολογικές ελαφρύνσεις και διευκολύνσεις για τις επιχειρήσεις που εφαρμόζουν ρυθμίσεις που διευκολύνουν τη «συμφιλίωση» επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής.

Αναζητούν μέτρα χωρίς «κόστος»

Χαρακτηριστικό παράδειγμα των παραπάνω διαφωνιών αποτελεί η προσπάθεια για επέκταση της διάρκειας της άδειας μητρότητας από τις 14 στις 17 βδομάδες, προσπάθεια που τελικά ναυάγησε οριστικά κάτω από τις αντιρρήσεις κυβερνήσεων και φυσικά των επιχειρηματικών ομίλων. Σήμερα, η αναθεώρηση της Οδηγίας για την άδεια μητρότητας (92/85/ΕΕC) δεν βρίσκεται πια στο τραπέζι της συζήτησης. Ετσι, η ελάχιστη διάρκεια της άδειας παραμένει στις 14 βδομάδες, ενώ η πληρωμή των γυναικών δεν είναι απαραίτητο να ανέρχεται στο ύψος του μισθού τους, αλλά αρκεί να μην πέφτει κάτω από το επίπεδο της αποζημίωσης που δίνεται κατά τη διάρκεια της άδειας ασθενείας.

Αντίστοιχα, όσον αφορά την Οδηγία για τη γονική άδεια (2010/18/ΕU) το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στις ρυθμίσεις που θα μοιράζουν την άδεια αυτή και στους δύο γονείς, καθώς σήμερα η χρήση της γίνεται κυρίως από τις μητέρες. Αξίζει να σημειωθεί ότι για τη γονική άδεια προβλέπεται συνολική διάρκεια τουλάχιστον τεσσάρων μηνών, από τους οποίους ο ένας δεν μπορεί να μεταφερθεί από τον έναν γονιό στον άλλο. Αυτό που δεν προβλέπεται από την ΕΕ, αλλά εξαρτάται από κάθε κράτος, είναι η πληρωμή των γονιών που κάνουν χρήση της. Ετσι, υπάρχουν πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, όπου η γονική άδεια είναι άνευ αποδοχών.

Η λογική της ίσης κατανομής των οικογενειακών ευθυνών λειτουργεί παράλληλα ως πρόσχημα για την προώθηση της «ευέλικτης» εργασίας, τόσο στις γυναίκες όσο και στους άντρες. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναφερόμενη στις «καλές πρακτικές» που έχουν υιοθετήσει ορισμένες κυβερνήσεις, φροντίζει να παραπέμψει στο μέτρο που εφαρμόζει η Γερμανία: Οι γονείς μπορούν να έχουν ένα χρηματικό «μπόνους», συνεχίζοντας να λαμβάνουν το επίδομα γονέων για τέσσερις επιπλέον μήνες, με την προϋπόθεση ότι θα εργαστούν και οι δύο με μερική απασχόληση, από 25 έως 30 ωρών την εβδομάδα, για τους μήνες αυτούς.

Ισότιμοι όροι στον ανταγωνισμό

Τέλος, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξηγεί με έναν ενδιαφέροντα τρόπο τους λόγους για τους οποίους είναι απαραίτητη μια κάποια νομοθεσία για αυτά τα θέματα σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Σύμφωνα με την Επιτροπή, η βελτίωση της υπάρχουσας νομοθεσίας δεν μπορεί να γίνει μόνο από τα κράτη - μέλη. Ο λόγος είναι ότι χωρίς «ένα κοινό πλαίσιο που θα εγγυάται ένα ανταγωνιστικό πεδίο ισότιμων όρων», το κάθε κράτος - μέλος μπορεί να «διστάζει» να προχωρήσει σε νομοθετικές ρυθμίσεις «εξαιτίας του φόβου ότι η εγχώρια αγορά εργασίας μπορεί να χάσει βραχυπρόθεσμα τη σχετική ανταγωνιστικότητά της σε σύγκριση με τα άλλα κράτη - μέλη».

Τα παραπάνω μπορούν και πρέπει να διαβαστούν αντίστροφα από τις εργαζόμενες και τους εργαζόμενους: Οι κοινοτικές οδηγίες και οι «οδικοί χάρτες» είναι εργαλείο τσακίσματος των συλλογικών κοινωνικών δικαιωμάτων. Θέτουν ένα ελάχιστο επίπεδο δικαιωμάτων και ό,τι περισσεύει πέρα από αυτό, μια μεγαλύτερη ή καλύτερα πληρωμένη άδεια μητρότητας, κάποια πρόσθετη παροχή, επίδομα και δικαίωμα για τους νέους γονείς, θεωρείται μειονέκτημα και βαρίδι στην ανταγωνιστικότητα. Τίθεται επομένως υπό αμφισβήτηση από την ΕΕ, τις κυβερνήσεις και τους επιχειρηματικούς ομίλους.

Στον αντίποδα των ελάχιστων παροχών, το δικαίωμα των γυναικών στη δουλειά, στη μητρότητα, στον ελεύθερο χρόνο και στην ξεκούραση μπορεί να γίνει σήμερα πραγματικότητα με τη γενική μείωση του εργάσιμου χρόνου, την κατοχύρωση σύγχρονων εργατικών δικαιωμάτων, τη δημιουργία και λειτουργία δημόσιων και δωρεάν κοινωνικών υπηρεσιών για τις ανάγκες της οικογένειας, των παιδιών και των ηλικιωμένων μελών της.


Ευτυχία ΧΑΪΝΤΟΥΤΗ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ