Βεβαίως, εύλογο και το ερώτημα, πώς σε μια περίοδο, που η προπαγάνδα της άρχουσας τάξης, όλων των επιτελείων της, επιδιώκει να διαμορφώσει συνειδήσεις ανοχής ή και στήριξης, υπεράσπισης της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης - παρουσιάζοντάς την ως ουδέτερη και αταξική διαδικασία, έξω και πάνω από τις υπάρχουσες σχέσεις παραγωγής, δηλαδή την καπιταλιστική ιδιοκτησία - που προβάλλει τον κοσμοπολιτισμό ως ιδεολογία της (είμαστε όλοι πολίτες αυτού του κόσμου, ή του λεγόμενου πλανητικού χωριού), μπορεί να υποδαυλίζει και να οξύνει τον εθνικισμό. Εδώ έφτασαν, να προπαγανδίζουν ότι πέφτουν τα σύνορα ανάμεσα στα κράτη, ιδιαίτερα στα κράτη - μέλη περιφερειακών καπιταλιστικών ενώσεων, όπως η Ευρωπαϊκή Ενωση, που οι ελευθερίες κίνησης (κεφαλαίου, εμπορευμάτων, υπηρεσιών και προσώπων) αποτελούν θεμέλιο της πολιτικής τους. Πώς υποδαυλίζουν τον εθνικισμό;
Και όμως, αρκεί να δούμε προσεκτικά την προπαγάνδα περί εθνικών στόχων, εθνικών ιδεών, που γίνονται πράξη από τις κυβερνήσεις (η ΟΝΕ, π.χ., ήταν ένας τέτοιος στόχος, η συμμετοχή στο λεγόμενο σκληρό πυρήνα είναι άλλος ένας, η πραγματοποίηση των Ολυμπιακών Αγώνων, επίσης, ήταν εθνικός στόχος), για να αντιληφθούμε πως ο εθνικισμός με τον κοσμοπολιτισμό είναι οι δύο όψεις του ιδίου νομίσματος. Αλλά για να συνειδητοποιηθεί χρειάζεται η ταξική προσέγγιση των φαινομένων, των στόχων που θέτει η κυρίαρχη πολιτική, για να γίνει κατανοητό πώς ένας εθνικός στόχος (π.χ., η ισχυροποίηση της Ελλάδας, η συμμετοχή της στο σκληρό πυρήνα της ΕΕ), συνδυάζει τον εθνικισμό του κεφαλαίου, (ισχυροποίησή του) με τον κοσμοπολιτισμό του, (συμμετοχή στην καπιταλιστική διεθνοποίηση). Που στον καπιταλισμό σημαίνει και εξαγωγή του σε νέες αγορές (π.χ., για την Ελλάδα στα Βαλκάνια), άρα εκμετάλλευση και άλλων λαών. Σημαίνει, επίσης, φτηνούς εργάτες, άρα μετανάστες, γεγονός που οδηγεί και στην κοσμοπολίτικη και στην εθνικιστική προπαγάνδα, ή την καλλιέργειά της στο εσωτερικό πλέον μιας χώρας, γιατί, ως τακτική του «διαίρει και βασίλευε» της εργατικής τάξης ανάλογα με την εθνική της καταγωγή, την κάνει πιο ευάλωτη διασπώντας την, μειώνει τις αντιστάσεις της στην ένταση της εκμετάλλευσης.
Εθνικισμός είναι ιδεολογία της αστικής τάξης, που αποσκοπεί να διεγείρει το μίσος των λαών ενάντια σε άλλους λαούς και να στεριώσει στη συνείδησή τους την αντίληψη της κυριαρχίας ενός κράτους πάνω σ' ένα άλλο. Ο εθνικισμός καλλιεργείται από τα καπιταλιστικά κράτη, γιατί στη φύση της ατομικής ιδιοκτησίας και του κεφαλαίου βρίσκεται η ανάγκη της διαίρεσης των ανθρώπων, που δίνει την ευκαιρία πιο εύκολης επιβολής της καταπίεσης και εκμετάλλευσης. (Ενα μέσον και μάλιστα ισχυρό είναι η εθνική καταγωγή). Η αστική τάξη διαδίδει τον εθνικισμό, για να σπείρει τη διχόνοια ανάμεσα στους εργαζόμενους των διαφόρων εθνών. Για να τους εμποδίσει να χειραφετηθούν και να ενωθούν σε κοινό μέτωπο ενάντιά της. Για να αποσπάσει την προσοχή τους από την ταξική πάλη για την ανατροπή του κεφαλαίου. Στην εποχή του ιμπεριαλισμού, η αστική τάξη χρησιμοποιεί τον εθνικισμό για την προετοιμασία των ιμπεριαλιστικών πολέμων και για να δικαιολογήσει την υποδούλωση άλλων λαών. Επίσης, χρησιμοποιεί τον εθνικισμό και στο εσωτερικό ενός κράτους, όταν το αστικό κράτος είναι πολυεθνικό, ή όταν υπάρχει μεγάλο τμήμα μεταναστών, με δεδομένο το αντικειμενικό γεγονός, σύμφυτο του καπιταλισμού, της ανεργίας, της φτώχειας, της εξαθλίωσης.
Ο εθνικισμός μπορεί και διαδίδεται ή επιδρά σε συνειδήσεις ανώριμες πολιτικά, ταξικά, επειδή ακριβώς υπάρχει το έδαφος ανάπτυξής του από την εποχή των αστικών επαναστάσεων και τη δημιουργία καπιταλιστικών κρατών. Είναι η εποχή περάσματος από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό. Η ανερχόμενη αστική τάξη, προοδευτική τότε, είχε την ανάγκη, προκειμένου να δημιουργήσει το δικό της κράτος, να προσδώσει εθνικό χαρακτήρα, προβάλλοντας το εθνοτικό στοιχείο ως κυρίαρχο, προκειμένου να προωθήσει τις δικές της καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, ενάντια στις αντιδραστικές τότε φεουδαρχικές. Μπορούσε έτσι να τραβήξει μαζί της όλα τα τότε καταπιεζόμενα από τη φεουδαρχία κοινωνικά λαϊκά στρώματα με αιχμή το εθνικό στοιχείο. Ετσι συγκροτήθηκε το έθνος - κράτος. Για παράδειγμα, η επανάσταση του 1821, ενώ ήταν αστική ως προς το κοινωνικό της περιεχόμενο, έμεινε στην ιστορία ως εθνικοαπελευθερωτική.
Η συγκρότηση του έθνους - κράτους δε σήμαινε ούτε τότε καθαρότητα εθνική, με την έννοια της εθνικής ρίζας, της φυλής κλπ. Βεβαίως, το σημερινό θέμα μας δεν είναι η ιστορική έρευνα για τη διαμόρφωση του έθνους - κράτους. Αν κάνουμε αυτές τις αναφορές, είναι ακριβώς επειδή η «καθαρότητα» του έθνους χρησιμοποιήθηκε από την ιμπεριαλιστική προπαγάνδα, για να υποδαυλίζει τον εθνικισμό και να κάνει πολέμους, φτάνοντας κάποτε να αναγάγει την έννοια του έθνους στην «καθαρότητά» του, όπως επίσης και να δικαιολογεί τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους (π.χ., Βαλκάνια) με τη δημιουργία «καθαρών» εθνικών κρατών. Χρησιμοποιεί, δε, ανάλογη προπαγάνδα για τους ίδιους σκοπούς της διαιώνισης του καπιταλισμού, δημιουργώντας και οξύνοντας αντιθέσεις και ανταγωνισμούς ανάμεσα στην εργατική τάξη με βάση την εθνική καταγωγή. Μια ματιά στο «περιούσιο», κατά τη ρήση της Μ. Ολμπράιτ, αμερικάνικο έθνος φτάνει για να γίνει αντιληπτό ότι οι Αμερικάνοι σαν έθνος υπάρχουν στις ΗΠΑ, αλλά αυτό το έθνος απαρτίζεται από Αγγλους, Ιρλανδούς, Αφρικανούς, Λατινοαμερικάνους, Κινέζους κ.ά. Βεβαίως, η άρχουσα τάξη των ΗΠΑ δε διστάζει να καλλιεργεί τον εθνικισμό («περιούσιο» έθνος οι Αμερικάνοι), για να υποτάσσει τον αμερικάνικο λαό στους ιμπεριαλιστικούς πολεμικούς της σκοπούς.
Το έθνος, λοιπόν, δεν είναι μια κοινότητα από μια ράτσα και από μια φυλή, μα μια ιστορικά διαμορφωμένη κοινότητα ανθρώπων».
Ετσι, ο εθνικισμός καλλιεργείται, με την έννοια της «καθαρότητας» που πρέπει να «σωθεί» και που κινδυνεύει από προσμείξεις (π.χ., Αλβανοί μετανάστες), για να χρησιμοποιηθεί, όταν αυτό εξυπηρετεί σε μια δοσμένη στιγμή την κυρίαρχη τάξη. Οταν χρειάζεται φτηνούς εργάτες και μπορεί να τους βρίσκει, π.χ., στους Αλβανούς (μέχρι και νεκροί στο Ολυμπιακό χωριό υπήρξαν), να καλλιεργεί την έχθρα ανάμεσα στους Ελληνες εργάτες και τους μετανάστες που τους παίρνουν τις δουλιές, δικαιολογώντας έτσι την ανεργία και τη φτώχεια. Ετσι, αποπροσανατολίζει από το γεγονός ότι αυτά είναι αποτέλεσμα των αντιφάσεων του καπιταλισμού που πρέπει να καταργηθεί, της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, και της πολιτικής που υπηρετεί το κεφάλαιο. Ετσι, διασπούν το κοινό μέτωπο Ελλήνων και ξένων εργατών κατά της εκμετάλλευσης.
Υπάρχει, βεβαίως, ένα ερώτημα, πώς συνδυάζονται κοσμοπολιτισμός και εθνικισμός. Αλλά ένα παράδειγμα μπορεί να το κάνει κατανοητό. Οι Αμερικανοί, λένε οι κυβερνήσεις τους, είναι το έθνος που μπορεί και πρέπει να επιβάλει τις δικές του αξίες παγκόσμια. Γι' αυτό και χρειάζεται να δρα ο αμερικανικός λαός ενάντια σε άλλους λαούς. Εδώ καλλιεργείται και ο εθνικισμός και ο κοσμοπολιτισμός. Τα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδας, λένε τα κόμματα της άρχουσας τάξης, απαιτούν συμμετοχή στους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς. Ακόμη και αν αυτό απαιτεί εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ,(κοσμοπολίτικη λογική), ή και αντιπαράθεση με άλλους λαούς (π.χ., τα εθνικιστικά συλλαλητήρια το 1992 για την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, προκειμένου να ενταχτεί στην υπηρεσία της Δύσης, με μοχλό την Ελλάδα). Εδώ, η άρχουσα τάξη όξυνε τον εθνικισμό, προκειμένου να πετύχει εξαγωγή κεφαλαίων στη γειτονική χώρα και σε άλλες Βαλκανικές χώρες. Οπως και έγινε σ' ένα βαθμό, αφού σήμερα όχι μόνον ελληνικές καπιταλιστικές επιχειρήσεις, αλλά και ελληνικός στρατός υπάρχει στα Βαλκάνια, ως στρατός κατοχής.
Οι εργάτες δεν έχουν τίποτα να χωρίσουν, ενώ τους ενώνουν τα πάντα. Και αυτή είναι η βάση της εξάλειψης του εθνικισμού και του κοσμοπολιτισμού. Σαν απάντηση αντιτάσσουν τον προλεταριακό διεθνισμό, την κοινή ταξική τους πάλη, ανεξαρτήτως εθνικότητας, για την οριστική απαλλαγή τους από τα δεσμά της εκμετάλλευσης.