Κυριακή 10 Οχτώβρη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
Η ΑΛΛΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ
Μισώ την τηλεόραση

(I LOVE TV)!

ΜΕΡΕΣ ΤΩΡΑ παρακολουθώ από το «Μεγάλο κανάλι» ένα ανόητο, και άκρως υποτακτικό, διαφημιστικό. Ξέρετε αυτό με τα eγγλέζικα γράμματα και την κόκκινη καρδούλα στη μέση. «I love TV!». Ετσι απλά. «I love TV!», γραμμένο με τα εθνικά χεράκια των τριών μεγαλυτέρων εκδοτικών συγκροτημάτων της χώρας μας, των ιδιοκτητών του σταθμού. (Δε θέλω να μιλήσω για τους υπαλλήλους. Αυτοί υπάλληλοι είναι, με τη χυδαιότερη έννοια της λέξης, βέβαια)! Πού εδρεύει το «Mega» (με λατινικά γράμματα, παρακαλώ), κύριοι; Στην Οκλαχόμα ή στις όχθες του Τάμεση; Τέτοια αρχοντογυφτιά;

«I LOVE TV!» Γιατί κύριοι; Κέρατα έχουνε τα Ελληνικά; Χωνεύεται καλύτερα το αχώνευτο πρόγραμμά σας όταν σερβίρεται εγγλέζικα; Στη μάνα σου, προς τα Αγραφα μεριά, για να σταθώ μόνον στον έναν απ' τους ιδιοκτήτες, έτσι εκφράζεις την αγάπη σου; «I love you mother», της λες; Στη φίλη σας, στο φίλο σας, στα παιδιά σας ό,τι, τέλος πάντων, διαθέτει ο καθένας, «I love you» του λέτε; Γιατί, λοιπόν, θεωρείτε ότι εμείς τη «βρίσκουμε» με τα Εγγλέζικα; 'Η σκεφτήκατε πως έτσι μας εντυπωσιάζετε; «Για να ξέρει Εγγλέζικα ο βλάχος θα είναι μορφωμένος», λέτε ότι λέμε; Οχι! Παπαγαλάκια σας φωνάζουμε και παπαγαλάκια είστε. Παπαγαλάκια που δεν έχετε συναίσθηση της ευθύνης σας! Ευθύνη μεγάλων σταθμών, που διαμορφώνουν συνειδήσεις. Ευθύνη απέναντι στη νεολαία, στον τόπο. Μέρα με τη μέρα χάνουμε την ταυτότητά μας. Μεγάλο μερίδιο γι' αυτή την απώλεια φέρνετε εσείς! Σε λίγο θα περπατάμε στους δρόμους και θα νιώθουμε πως βρισκόμαστε σε άλλο χώρο και χρόνο. Δε θα αναγνωρίζουμε τα πρόσωπά μας, τις χειρονομίες μας. Αντί για καλημέρα θα χαιρετιόμαστε φωνάζοντας ουάου! Θα τραβάμε πιστόλι και λάσο, όπως στο Τέξας.

ΟΧΙ ΚΥΡΙΟΙ, δεν είναι αθώο αυτό το ξενόγλωσσο «συνθηματάκι». Δεν είναι καθόλου αθώο. Δεν είναι ένα απλό slogan, όπως θα λέγατε, επιστάτες της ξενομανίας, για να δικαιολογήσετε την πράξη σας. Δείχνει τη βαθιά σας υποταγή στο κέδρος και στον εντυπωσιασμό. Στο όνομα του ανταγωνισμού είστε διατεθειμένοι να ξεπουλήσετε ακόμα και τη μάνα σας. Γιατί, έτσι για την ιστορία, η μάνα σας υπάρχει και μέσα στη γλώσσα σας. Ξεπουλώντας τη γλώσσα σας ξεπουλάτε και την ίδια. Ο ήχος της γλώσσας εναρμονίζεται με τις κινήσεις των χεριών της. Ο ήχος της γλώσσας εναρμονίζεται με την ανάσα της. Εάν της πείτε «I love you» θα σας στείλει στο διάολο και καλά θα κάνει! Θα θεωρήσει ότι της μιλάει ένα αποικιοκρατούμενο monster, για να σας «εντυπωσιάσω» και εγώ με τη σειρά μου. Ενα από αυτά τα τέρατα που προβάλλονται ακατάσχετα στις οθόνες σας!

ΑΛΛΟ Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ των άλλων γλωσσών πάνω στην εθνική γλώσσα και άλλο το ξεπούλημα της γλώσσας, ραγιάδες! Η κάθε γλώσσα επιδρά και δέχεται επιδράσεις. Αυτό δεν είναι κακό. Ετσι πλουτίζουν οι γλώσσες! Κακό όμως είναι, κάκιστο καλύτερα, όταν μια ξένη λέξη ή μια ξένη φράση φοριέται καπέλο στην εθνική γλώσσα. Οταν, δηλαδή, υπάρχει αντίστοιχη λέξη ή φράση το ίδιο «κέραιη» ή και ακόμα καλύτερη στη γλώσσα σου και εσύ ξεφωνίζεις χωρίς λόγο: «I love you!»...

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ, ως γνωστόν, σκέφτεται με τις λέξεις. I hate TV, λοιπόν, και I hate you, επίσης! Γιατί και οι δυο σας με βομβαρδίζετε άκριτα με ξένες γλώσσες και ξένα προγράμματα. Γιατί γυρίζετε την πλάτη σε κάθε τι ελληνικό και μου πασάρετε άκριτα κάθε ξενόφερτη ανοησία. Γιατί μου επιβάλλετε να σκέφτομαι με ένα εργαλείο που δεν είναι το δικό μου. Γιατί με αναγκάζετε να «μεταφράζω» τα συναισθήματά μου και να χάνω έτσι μεγάλο μέρος από τις γεύσεις τους. Γιατί με οδηγείτε στην παράδοση και μάλιστα χωρίς όρους!

ΜΙΣΩ ΤΗΝ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ, λοιπόν, και μισώ και εσάς που την κατέχετε, γιατί κατάντησε εργαλείο εξανδραποδισμού. Μέσον που προσπαθεί να με αλλοτριώσει. Και όχι μόνον με τα «διαφημιστικά» της, αλλά με κάθε εικόνα της. Αλλοτε της δίνετε οδηγίες να γαβγίζει, άλλοτε να παριστάνει ότι διαφωνεί και άλλοτε να προσποιείται ότι με «διασκεδάζει». Πάντοτε, όμως, και όλες τι φορές, την κατευθύνετε εναντίον μου. Πότε με τη σιωπή της και πότε με τις κραυγές της. Πότε με τις ξένες «γλώσσες», τις ξένες «χειρονομίες». Και πότε με τα «ελληνόφωνα» προγράμματά της που, όμως, είναι πιο ξένα από τα ξένα! I hate TV and I hate you, also!


Του Νίκου ΑΝΤΩΝΑΚΟΥ

ΔΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟΝ «ΕΛΑ»
Σταθμός στην αυταρχικοποίηση του καθεστώτος

Τα τελευταία δύο χρόνια, το 2003 και 2004, πραγματοποιήθηκαν στην Ελλάδα δύο μεγάλες δίκες με την περιβόητη «αντιτρομοκρατική» νομοθεσία: Η δίκη για τη «17Ν» και η δίκη για τον «ΕΛΑ». Στο ξεκίνημα αυτών των δικών, ουδείς μπορούσε να προσδιορίσει με ακρίβεια αυτό που φάνηκε στην πορεία, ότι δεν επρόκειτο δηλαδή για δίκες που αφορούσαν αποκλειστικά όσους κατηγορούνταν, αλλά για δίκες που το αποτέλεσμά τους ως νομολογία στόχο είχε να θίξει επί της ουσίας τις λαϊκές ελευθερίες και δικαιώματα και τη δυνατότητα χρησιμοποίησής τους στο μέλλον, ανατρέποντας ακόμη και αρχές δικαίου, αυτής της αστικής δικαιοσύνης. Η λεγόμενη αντιτρομοκρατική θωράκιση του κράτους είχε, βέβαια, υποψιάσει πολλούς, αλλά η εφαρμογή αυτής της νομοθεσίας από τις διωκτικές αρχές και η νομιμοποίηση και ενίσχυσή της στη δικαστική αίθουσα των γυναικείων φυλακών του Κορυδαλλού ξεπέρασε κάθε φαντασία.

Η δίκη για την «17Ν» και η απόφαση που βγήκε νομιμοποίησε: Την αστυνομική αυθαιρεσία στο στάδιο της προδικασίας, το διαχωρισμό των αδικημάτων οργανώσεων ατομικής τρομοκρατίας από το πολιτικό έγκλημα, την παρουσία ένοπλων αστυνομικών στο γραφείο του ανακριτή, την καταστρατήγηση της βασικής αρχής του αστικού δικαίου ότι «ένοχος, ένοχον ου ποιεί», τα ειδικά κελιά κράτησης κατηγορουμένων για συμμετοχή στην τρομοκρατία, παρά και ενάντια στα όσα προβλέπει το Σύνταγμα της χώρας κ.ο.κ.

Με τη δίκη για τον «ΕΛΑ» και την απόφαση που ανακοινώθηκε πριν μερικές ημέρες, πραγματοποιήθηκε ένα τεράστιο βήμα προς την ίδια κατεύθυνση, αφού καθιερώνεται πλέον - όχι απλά ως βάση για ποινική δίωξη, αλλά ως βάση για καταδικαστικές αποφάσεις - η αρχή της συλλογικής ευθύνης, ενώ ανοίγει διάπλατα ο δρόμος για ποινικοποίηση του φρονήματος, ακόμα και των ίδιων των αισθημάτων. Φαίνεται λες και ήταν προαποφασισμένη εξέλιξη, ενώ δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει και τα λόγια της προέδρου του Δικαστηρίου Ελ. Μπρίλη ότι η δίκη διεξάχθηκε με ελλιπή στοιχεία, χωρίς ουσιώδεις μάρτυρες και στο πλαίσιο ασφυκτικής χρονικής πίεσης που λειτούργησε σε βάρος της αποδεικτικής διαδικασίας.

Οταν δεν υπάρχουν στοιχεία...

Ας δούμε όμως το θέμα αναλυτικότερα.

Οι αρχαίοι Ρωμαίοι έλεγαν ότι ένας μάρτυρας ισούται με κανέναν μάρτυρα. Κι όμως η δίκη για τον «ΕΛΑ» στηρίχτηκε σε μία και μόνη μαρτυρία, αυτής της Σοφίας Κυριακίδου. Η οπισθοδρόμηση είναι εμφανής, αλλά δε βρίσκεται μόνο εδώ. Το κατηγορητήριο στο οποίο στηρίχτηκε η δίκη δεν μπορούσε να γίνει πειστικό. Ούτε καν από τους εισαγγελείς που ήταν εντεταλμένοι για κάτι τέτοιο. Ετσι το τροποποίησαν ριζικά, στηρίζοντας τις καταδικαστικές τους προτάσεις στην, φασιστικής εμπνεύσεως, αρχή της συλλογικής ευθύνης, στην ποινικοποίηση του φρονήματος και... στα χαφιεδόχαρτα που αποδίδονται στη «ΣΤΑΖΙ», που ουδείς γνωρίζει πόσες επεξεργασίες δέχτηκαν μέχρι να έρθουν στο δικαστήριο, που δεν μπορεί να ελεγχθεί από πουθενά η γνησιότητά τους, όπως και αυτή των πληροφοριών που εμπεριέχουν και που εντέλει δεν τα δέχονται ως αποδεικτικό υλικό ούτε καν αυτά τα γερμανικά δικαστήρια.

Στο ίδιο πλαίσιο, στηρίχτηκε και η απόφαση του δικαστηρίου.

Από τους τέσσερις καταδικασθέντες, μόνον ο Χρ. Τσιγαρίδας δέχεται ότι υπήρξε μέλος του «ΕΛΑ». Αλλά και όλοι αν το δέχονταν, αυτό καμία αξία δεν έχει γιατί το δικαστήριο αποφάσισε ότι το αδίκημα της συμμετοχής στην εν λόγω οργάνωση έχει παραγραφεί. Δεν έχουν παραγραφεί όμως ως αδικήματα οι πράξεις του «ΕΛΑ». Αλλά για το ποιος διέπραξε αυτές τις πράξεις η αποδεικτική διαδικασία ουδέν συνεισέφερε. Κανείς δεν είδε τους συγκεκριμένους κατηγορούμενους σε κάποια από αυτές και κανείς δεν κατέθεσε κάτι σε βάρος τους που να τους ενέπλεκε σ' αυτές. Το γεγονός αυτό το αναγνώρισαν και οι εισαγγελείς και οι δικαστές. Γι' αυτό και αποσύρθηκε από τους κατηγορούμενους κάθε κατηγορία περί ηθικής ή φυσικής αυτουργίας για τις διαπραχθείσες ενέργειες του «ΕΛΑ», ενώ τους προσάφθηκε η κατηγορία της απλής συνέργειας, κατηγορία την οποία οι εισαγγελείς στήριξαν στην αρχή της λεγόμενης ψυχικής συνδρομής, που σημαίνει τα εξής: Αφού οι κατηγορούμενοι ήταν μέλη του «ΕΛΑ» - όπως το δικαστήριο ισχυρίζεται και για τους τέσσερις - παρείχαν ψυχική συνδρομή σ' εκείνους που σχεδίαζαν και διέπραξαν τις αξιόποινες πράξεις της οργάνωσης. Ετσι ξεφεύγουμε εντελώς από την αρχή της ατομικής ευθύνης - που ίσχυε μέχρι τώρα ως αρχή απονομής δικαιοσύνης - όπου καθένας ευθύνεται μόνο για τις πράξεις που αποδεδειγμένα κάνει και πάμε στην αρχή της συλλογικής ευθύνης όπου ο καθένας ευθύνεται και για τις πράξεις των άλλων, αρκεί με κάποιο τρόπο να συνδέεται μαζί τους (ιδεολογικά, πολιτικά ή και συγγενικά, φιλικά, συναισθηματικά) και να μπορεί να κατηγορηθεί για παροχή ψυχικής συνδρομής.

Ενας παλιός εφιάλτης που επανέρχεται

Τι σημαίνουν τα παραπάνω δεν είναι δύσκολο να το αντιληφθούμε. Οι αποδείξεις για συμμετοχή σε αξιόποινες πράξεις πάνε περίπατο. Τώρα πια τίθενται σε διωγμό οι ίδιες οι ιδέες, οι αρχές, η σκέψη αυτή καθ' αυτή, ακόμη και τα συναισθήματα, όπως αυτά της φιλίας, της αγάπης, της συμπάθειας, της κατανόησης.

Δεν πρόκειται για κάτι καινούριο. Πρόκειται για κάτι που νομίζαμε πως το είχαμε αφήσει πίσω μας, αλλά βρίσκεται πάλι μπροστά μας εξίσου - αν όχι περισσότερο - απειλητικό. Για του λόγου το αληθές θυμίζουμε ένα απόσπασμα από ομιλία του Π. Κανελλόπουλου στη Βουλή, στις 21/2/1955: «Η Δημοκρατία - έλεγε ο Κανελλόπουλος - δεν μπορεί να παραμένη απαθής έναντι έστω και των τύποις μη δρώντων κομμουνιστών. Διότι και τύποις μη δρων κομμουνιστής, δηλαδή μη δολοφονών, μη προβαίνων εις ενεργείας εμφανώς βιαίας, και αυτός ακόμη προβαίνει εις βιαίαν σκέψιν, διότι η σκέψις του δεν είναι δημοκρατική και ομαλή, αλλ' είναι βιαία. Και εφ' όσον είναι βιαία η σκέψις είναι κατ' ουσίαν πράξις και όχι απλή σκέψις». Τα σχόλια περιττεύουν.


Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ