Τρίτη 3 Νοέμβρη 2015
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών: Με κράχτη την αντιλαϊκή πολιτική

Μπόλικο κουρνιαχτό επιχειρεί να ξεσηκώσει η συγκυβέρνηση γύρω από την υπόθεση της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζικών ομίλων, την οποία συνδέει με την «αντιμετώπιση» των «κόκκινων» δανείων. Το ζήτημα αφορά τις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου, συνολικού ύψους 14,4 δισ. ευρώ, που σύμφωνα με τους διαγνωστικούς ελέγχους διενήργησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Και βέβαια, δεν πρόκειται για μια συνηθισμένη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, όπως αυτές που αξιοποιούσαν τόσο οι τράπεζες όσο και συνολικά οι ισχυροί επιχειρηματικοί όμιλοι στην προηγούμενη φάση των εκρηκτικών ρυθμών της καπιταλιστικής ανάπτυξης, όταν τα φρέσκα κεφάλαια διοχετεύονταν σε νέες κερδοφόρες επενδύσεις και για την ανάπτυξη των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους, είτε εντός της χώρας είτε στον ευρύτερο ζωτικό χώρο (Νοτιοανατολική Ευρώπη και αλλού).

Σήμερα, στη φάση της καπιταλιστικής κρίσης, οι αυξήσεις μετοχικών κεφαλαίων κρίνονται απόλυτα απαραίτητες προκειμένου οι τράπεζες να καταφέρουν να διατηρηθούν «στη ζωή», να μπορέσουν να ανταποκριθούν έστω και στους ιδιαίτερα χαμηλούς ρυθμούς χορήγησης τραπεζικών δανείων και των άλλων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων τους, να αναπληρώσουν τη ραγδαία απαξίωση και καταστροφή κεφαλαίων που επέφερε η φάση της καπιταλιστικής κρίσης.

Σε αυτό το πλαίσιο, η «κεφαλαιακή ανεπάρκεια» που εντοπίζει η ΕΚΤ, σημαίνει ότι οι τράπεζες πρέπει να ενισχύσουν τα κεφάλαιά τους, προκειμένου να αποτραπούν τυχόν «κανόνια» στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, ενώ επί της ουσίας, με τις αυξήσεις των μετοχικών κεφαλαίων, έρχονται να φυλάξουν τα νώτα τους από την εκδήλωση νέων κραδασμών. Για παράδειγμα, το λεγόμενο «δυσμενές σενάριο» που ανακοινώνει η ΕΚΤ (έναντι του «βασικού σεναρίου» που επίσης ανακοινώθηκε), προβλέπει το ενδεχόμενο σημαντικών ρυθμών βύθισης του ΑΕΠ για τα επόμενα χρόνια, δηλαδή νέας οικονομικής κρίσης, μια εξέλιξη που θα απογείωνε παραπέρα τα «κόκκινα» δάνεια, λόγω αδυναμίας αποπληρωμής τους από τους επιχειρηματικούς ομίλους που έχουν δανειστεί. Η κρίση έχει τέτοιες συνέπειες. Μάλιστα, ειδικοί κίνδυνοι και ειδική αρνητική «βαθμολογία» προβλέπονται για δάνεια που ήδη έχουν χορηγηθεί, όπως για μικρού και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις, γεγονός που αυγατίζει τις κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών που δραστηριοποιούνται περισσότερο από άλλες σε συγκεκριμένους, περισσότερο «επίφοβους» τομείς.

Παράλληλα, η αύξηση των μετοχικών κεφαλαίων και μάλιστα σε τέτοιο ύψος, σε αυτή τη φάση, δε θα μπορούσε να ικανοποιηθεί από το όποιο ενδιαφέρον των ιδιωτών - «επενδυτών». Γιατί δεν υπάρχει βεβαιότητα αποκόμισης κέρδους στην παρούσα φάση εξέλιξης της καπιταλιστικής οικονομίας.

Ετσι, το έλλειμμα αυτό έρχεται να καλύψει το αστικό κράτος μέσω της δανειακής σύμβασης που συνοδεύει το τρίτο μνημόνιο. Και βέβαια και τα ποσά αυτά φορτώνονται στο κρατικό χρέος και σε κάθε περίπτωση στις πλάτες του λαού.

Την ίδια ώρα, η συγκυβέρνηση επιχειρεί να καλλιεργήσει ψευδείς εντυπώσεις, όπως σχετικά με τη διοχέτευση χρηματοδότησης στην «πραγματική οικονομία», ως αποτέλεσμα της ανακεφαλαιοποίησης.

Και βέβαια, πρόκειται για έναν ακόμη εμπαιγμό. Η επιχείρηση ανάκαμψης του κεφαλαίου, έστω και αναιμική όσο και αβέβαιη, προϋποθέτει την εφαρμογή διαδοχικών μέτρων της αντιλαϊκής πολιτικής, που με τη σειρά της αποτελεί τον καλύτερο κράχτη για την προσέλκυση των «επενδυτών».


Α. Σ.

Επικίνδυνα παιχνίδια

Σα να μην ξέρουν τίποτα για το φόνο, γεμάτοι έκπληξη για τον αυξανόμενο αριθμό των νεκρών, κυβερνητικά στελέχη και αρθρογράφοι στον αστικό Τύπο μιλούν και γράφουν αυτές τις μέρες με ιδιαίτερη ένταση για το Προσφυγικό προσπαθώντας να το χωρέσουν σε μια υπόθεση διαχείρισης που αυτή ή η άλλη επιλογή θα δώσει λύση στο πρόβλημα. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μάλιστα, γίνεται και προσπάθεια να υπάρχει εκμετάλλευση του Προσφυγικού για λύση άλλων προβλημάτων. Γράφει χαρακτηριστικά το «Βήμα της Κυριακής»: «Στο Μέγαρο Μαξίμου εκτιμούν ότι το Προσφυγικό δεν είναι μόνο πρόβλημα αλλά και μια ευκαιρία για την επανατοποθέτηση της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή σκηνή και για την αναβάθμιση της γεωπολιτικής της αξίας». Στην ίδια εφημερίδα σε άλλο άρθρο γίνεται λόγος για την Ευρώπη που κινδυνεύει: «Με την προσφυγική κρίση και τα τείχη που ορθώνουν αρκετές ευρωπαϊκές χώρες χάνεται και η ισχύς της συνθήκης Σένγκεν και δι' αυτής η ελευθερία στην κίνηση προσώπων. Με άλλα λόγια η Ευρώπη χάνει βαθμιαία την ταυτότητά της (...) Χάνει και χάνεται μέσα σ' αυτόν τον διπλό κυκεώνα της οικονομικής υποχώρησης και της προσφυγικής ανόδου».

Ομως, ούτε οι πρόσφυγες έπεσαν από τον ουρανό ούτε η καπιταλιστική κρίση ξέσπασε στο κενό. Η συνεχιζόμενη αύξηση του αριθμού των προσφύγων έχει αιτία την ένταση των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων και γίνεται σε συνθήκες όξυνσης των μονοπωλιακών ανταγωνισμών. Η κατάσταση μπλέκεται κι άλλο καθώς και η διαχείριση του Προσφυγικού εντάσσεται όλο και περισσότερο στα επικίνδυνα για τους λαούς ιμπεριαλιστικά παιχνίδια σε μια περιοχή κρίσιμης γεωστρατηγικής σημασίας, που εκτείνεται από την Ουκρανία μέχρι τη Μέση Ανατολή, τα Βαλκάνια και την Αφρική. Η προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης να αξιοποιήσει το Προσφυγικό για να αναβαθμίσει τη γεωπολιτική θέση της αστικής τάξης στην περιοχή, το παζάρι που κάνει μπλέκοντας το Προσφυγικό με την επιδίωξη για χαλάρωση των μέτρων δημοσιονομικής πειθαρχίας, μπλέκει τη χώρα σε ακόμη μεγαλύτερους κινδύνους, όπως, για παράδειγμα, ο κίνδυνος για τα κυριαρχικά δικαιώματα στο Αιγαίο μέσα από τις προωθούμενες κοινές με την Τουρκία περιπολίες κ.ά. Παράλληλα, και η τουρκική κυβέρνηση προσπαθεί να αξιοποιήσει το μεγάλο αριθμό προσφύγων που βρίσκονται στο έδαφός της για να αναβαθμίσει τη θέση της δικής της αστικής τάξης στην περιοχή. Οχι μόνο δεν συγκρατεί τις προσφυγικές ροές προς την Ελλάδα αλλά τις ενισχύει. Η ανταπόκριση της ΕΕ σ' αυτήν την πίεση είναι άμεση, υπόσχεται ξεπάγωμα των διαδικασιών για την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ, με όποιες επιπτώσεις έχει αυτό και στο Κυπριακό.

Γίνεται όλο και πιο καθαρό ότι το Προσφυγικό δεν είναι ένα απλό πρόβλημα «ανθρωπιστικής κρίσης», αλλά ένα σύνθετο πολιτικό ζήτημα με πολλές πλευρές, που καταδεικνύουν τις αντιφάσεις αλλά και τη σαπίλα του καπιταλισμού.

Με μια σειρά από αποφάσεις του τελευταίου διαστήματος η ΕΕ ενισχύει την καταστολή με θύματα και τους πρόσφυγες. Με αφορμή τα κυκλώματα των διακινητών - δουλεμπόρων (που επίσης δεν έπεσαν από τον ουρανό, αλλά είναι προφανές πως διαπλέκονται με συγκεκριμένα συμφέροντα με στόχο το κέρδος, έχουν «άκρες» σε τμήματα του κεφαλαίου και σε αστικά κράτη) είναι ορατή ήδη μια προσπάθεια να κατασταλεί συνολικά η μαζική προσφυγιά.

Μπροστά στις τραγωδίες που εξελίσσονται καθημερινά στα νερά του Αιγαίου ο λαός μας εκφράζει με κάθε τρόπο την αλληλεγγύη του κι αυτό πρέπει να συνεχιστεί. Ομως, πέρα από την αλληλεγγύη χρειάζεται να εκφράσει πριν απ' όλα και κυρίως την αντίθεση στην αιτία, στον πραγματικό εχθρό, τον ιμπεριαλισμό, τους μονοπωλιακούς ομίλους και τις επιδιώξεις τους. Ιστορικά, τα κύματα της προσφυγιάς ποτέ δεν δημιουργήθηκαν στο κενό. Εμφανίζονταν πριν ή μετά από κάθε πόλεμο. Και στη Συρία σήμερα έχουμε πόλεμο, στον οποίο κάθε δύναμη μετέχει αναλόγως, με την ελληνική κυβέρνηση να διεκδικεί μεγαλύτερη μερίδα συμμετοχής για λογαριασμό της αστικής τάξης. Οι τελευταίες αποφάσεις της ΕΕ, που μπορεί να οδηγήσουν σε εγκλωβισμό μεγάλου αριθμού προσφύγων στη χώρα μας, απαιτούν επαγρύπνηση από το λαϊκό κίνημα ώστε να αντιμετωπιστούν έγκαιρα και αποφασιστικά ζητήματα ξενοφοβίας και ρατσισμού, αλλά και να προβληθούν αιτήματα που ικανοποιούν την ανάγκη των ίδιων των προσφύγων για ασφαλή διέλευση και μεταφορά στους προορισμούς που οι ίδιοι επιλέγουν.


Θ. Λ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ