Τετάρτη 3 Δεκέμβρη 2014
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Η ΑΠΟΨΗ ΜΑΣ
Συναγερμός

Σε «ανύποπτη» στιγμή χαρακτηρίσαμε «αιτία πολέμου» κάθε απόπειρα της κυβέρνησης να καταργήσει ασφαλιστικά δικαιώματα, όπως τώρα που προετοιμάζει συμφωνία νέων αντεργατικών μέτρων με την τρόικα. Ασφαλιστικά δικαιώματα που δεν έχουν σχέση μόνο με το τσεκούρωμα των συντάξεων, αλλά επηρεάζουν αρνητικά τη ζωή των ασφαλισμένων στους κρίσιμους τομείς της Υγείας και της Πρόνοιας. Οι απανωτές αξιώσεις της αστικής τάξης και η συνακόλουθη άμεση ανταπόκριση της κυβέρνησης δείχνουν πως το Ασφαλιστικό είναι και πάλι το σημείο αιχμής, στο οποίο συγκεντρώνονται τα πυρά του αντίπαλου. Στόχος, ένας και διαχρονικός: Να μειωθεί όσο το δυνατόν περισσότερο η τιμή πώλησης της εργατικής δύναμης, και να ενισχυθεί το κεφάλαιο.

Αυτήν την κατεύθυνση υπηρετεί και η επιστολή της κυβέρνησης στην τρόικα, που περιλαμβάνει συνολικά αντιασφαλιστικά μέτρα ύψους 980 εκατομμυρίων ευρώ. Τα μέτρα αυτά χτυπούν ιδιαίτερα το δικαίωμα στη σύνταξη των νέων, όταν έρθει η ώρα τους να συνταξιοδοτηθούν, ενώ καταργούν μια σειρά από δυνατότητες για συνταξιοδότηση των γυναικών σε μικρότερη ηλικία, όπως, π.χ., αυτές με ανήλικα παιδιά. Βεβαίως, η εργατική τάξη δεν πρέπει να αντιμετωπίζει τα συγκεκριμένα μέτρα μόνο ως τέτοια, που επιδρούν αρνητικά σε ορισμένα τμήματα εργαζομένων, αλλά ως καθολικό πρόβλημα ολόκληρης της τάξης, αφού είναι κρίκος, όπως και άλλοι που προηγήθηκαν, στο ξήλωμα του ασφαλιστικού συστήματος.

Η αστική προπαγάνδα τοποθετεί τη νέα αντιασφαλιστική σφαγή στο πλαίσιο των λεγόμενων «εθνικών στόχων» για τη συμφωνία - δήθεν - απεμπλοκής από την τρόικα και το μνημόνιο, όταν η πολιτική της ΕΕ, στην οποία συμφωνούν κυβέρνηση και ΣΥΡΙΖΑ, πολιτική ενίσχυσης του κεφαλαίου, εγκλωβίζει τους εργαζόμενους μόνιμα και χωρίς επιστροφή στις συμπληγάδες των μνημονίων διαρκείας και ας μην ονομάζονται μνημόνια. Σ' αυτήν τη στρατηγική πορεύεται και ο ΣΥΡΙΖΑ και ας βγάζει κορόνες κατά της «συμφωνίας κυβέρνησης - τρόικας».

Προκύπτει, λοιπόν, το ερώτημα: Θα το αφήσουν οι εργαζόμενοι αναπάντητο; Εχουν οι ίδιοι τον πρώτο λόγο. Λόγο και αιτία για ανάπτυξη δράσης. Μπροστά τους υπάρχουν δύο δρόμοι: Ο ένας τούς καλεί να υποταχτούν στους «εθνικούς στόχους» της ανταγωνιστικότητας και της ανάκαμψης των κερδών, των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, του κεφαλαίου. Δηλαδή, να απεμπολήσουν δικαιώματα, απ' αυτά που τους έχουν απομείνει. Σ' αυτό το δρόμο ο ΣΥΡΙΖΑ τούς καλεί να περιμένουν τις εκλογές για να αλλάξουν τον διαχειριστή της αντιλαϊκής πολιτικής, δηλαδή το κόμμα που βρίσκεται στην κυβέρνηση, και να βάλουν στο κεφάλι τους τον ΣΥΡΙΖΑ, που δεν αμφισβητεί καθόλου τους εθνικούς στόχους του κεφαλαίου, αλλά τον τρόπο με τον οποίο αυτοί θα υλοποιηθούν.

Μα υπάρχει και ο δικός τους δρόμος. Ο δρόμος της οργάνωσης, της λαϊκής συμμαχίας (το Ασφαλιστικό είναι υπόθεση και των συμμάχων της εργατικής τάξης), της πάλης σε αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση. Είναι ο δρόμος για τον οποίο παλεύει το ΚΚΕ και γι' αυτό είναι αναγκαία η ολόπλευρη ισχυροποίησή του.

Η αντίθεση σε αυτά τα μέτρα να γίνει ένας ακόμη κρίκος πάλης για την ενίσχυση του εργατικού κινήματος, για την αλλαγή συσχετισμού δυνάμεων, υπέρ των εργαζομένων, των άλλων φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Και απ' αυτήν την άποψη ο συναγερμός που έχει σημάνει στα ταξικά συνδικάτα για την αντιμετώπιση της νέας επίθεσης, είναι συναγερμός που αφορά στο σύνολό τους την εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα.

«Μανιφέστο» εχθρικό στους εργάτες

Για την ισχυροποίηση της Ευρωπαϊκής Ενωσης μάχεται η Συνομοσπονδία Ευρωπαϊκών Συνδικάτων (ΣΕΣ - ETUC), το «μακρύ χέρι» των μονοπωλίων στο εργατικό κίνημα της Ευρώπης. Αυτός ο στόχος περιγράφεται στο υπό διαμόρφωση «σχέδιο Μανιφέστου» της ETUC, για το συνέδριό της που θα γίνει το 2015 στο Παρίσι. Στο συγκεκριμένο σχέδιο, ο καπιταλισμός δεν υπάρχει πουθενά! Τα πάντα εξελίσσονται σε μια κοινωνία, όπου οι κεφαλαιοκράτες και οι εργάτες δεν είναι κοινωνικές τάξεις, αλλά «ομάδες» με διαφορετικά και πάντως όχι συγκρουόμενα συμφέροντα. Σ' αυτό το πλαίσιο, προβάλλεται η ανάγκη για «διάλογο» και «συνεργασία».

Κατά τον ίδιο τρόπο, η ΕΕ παρουσιάζεται όχι ως μια διακρατική ένωση των μονοπωλίων, αντεργατική και αντιλαϊκή από χέρι, αλλά σαν ένας συνεταιρισμός κρατών που είχε τις καλύτερες προθέσεις, αλλά παραστράτησε και το συνδικαλιστικό κίνημα που εκπροσωπεί η ΣΕΣ αναλαμβάνει να τη φέρει στον ίσιο δρόμο. Γράφει το «σχέδιο Μανιφέστου»: «Η ΕΕ πρέπει να αλλάξει (...) Το συνδικαλιστικό κίνημα μπορεί να αποτελέσει την ενοποιητική δύναμη, βοηθώντας την ΕΕ να επανέλθει στο σωστό δρόμο. Μια κοινωνική Ευρώπη, όπου τα βασικά δικαιώματα προηγούνται των οικονομικών ελευθεριών, αποτελεί την προϋπόθεση για την ενότητα και την αλληλεγγύη μεταξύ των λαών και για την παλινόρθωση της εμπιστοσύνης σε ένα κοινό ευρωπαϊκό μέλλον».

Σε άλλο σημείο, η ΣΕΣ διαμαρτύρεται επειδή «βλέπουμε τη δημοκρατία και τον κοινωνικό διάλογο να παραβλέπονται και να υπονομεύονται στους χώρους εργασίας»! Εν πολλοίς, η ΣΕΣ ταυτίζει τη «δημοκρατία» στους τόπους δουλειάς με τον «κοινωνικό διάλογο». Ωστόσο, οι συνδικαλιστικές ελευθερίες, στην Ελλάδα και αλλού, κάθε άλλο παρά χαρίστηκαν στους εργάτες, αφού κατακτήθηκαν με αιματηρούς πολλές φορές αγώνες και ταξική πάλη. Τα δικαιώματα αυτά, που σε καμιά περίπτωση δεν αναιρούν το καθεστώς της εκμετάλλευσης, υπονομεύονται από τον «κοινωνικό διάλογο», από τη γραμμή της ταξικής συνεργασίας που υπηρετούν ο εργοδοτικός - κυβερνητικός συνδικαλισμός στα κράτη - μέλη και η ΣΕΣ.

Αταξικές για τη ΣΕΣ είναι και οι αιτίες της φτώχειας, της εξαθλίωσης, της ανεργίας. Γι' αυτά φταίει «η οικονομική κερδοσκοπία και οι ανεξέλεγκτες δυνάμεις της αγοράς που επιβλήθηκαν στις δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις, δημιουργώντας μια οικονομία - καζίνο στην Ευρώπη». Ούτε κουβέντα για τα μονοπώλια, τα κόμματα και τις κυβερνήσεις που υπηρετούν τα συμφέροντά τους. Ούτε κουβέντα και για το γεγονός ότι η φτώχεια και η ανέχεια ήταν καθημερινότητα για εκατομμύρια λαού στα κράτη - μέλη της ΕΕ πολύ πριν την κρίση, σε εποχές που κάλπαζαν η καπιταλιστική ανάπτυξη και τα κέρδη του κεφαλαίου.

Το κύριο για τη ΣΕΣ στο «σχέδιο Μανιφέστου» είναι ο ρόλος που διεκδικεί για τον εαυτό της: Να συνεχίσει να αποτελεί βασικό συνομιλητή των κεφαλαιοκρατών και των κυβερνήσεών τους, ως ο παράγοντας εκείνος που μπορεί να συμβάλλει αποφασιστικά στην ενσωμάτωση και τη χειραγώγηση του κινήματος, μαζί με τις εργοδοτικές - κυβερνητικές συνδικαλιστικές πλειοψηφίες σε κάθε κράτος - μέλος χωριστά. Οπως γράφει, «απαιτούμε ένα πιο σημαντικό ρόλο για την ETUC και τους κοινωνικούς εταίρους στην οικονομική διακυβέρνηση της ΕΕ, στη διαμόρφωση και υλοποίηση εθνικών προγραμμάτων μεταρρύθμισης και σε όλα τα επίπεδα επεξεργασίας πολιτικών (...) Εάν θέλουμε να πραγματοποιηθεί η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, η ΣΕΣ πρέπει να διαδραματίσει ένα σπουδαίο ρόλο στο συντονισμό των συνδικαλιστικών πολιτικών και δραστηριοτήτων».

Αυτήν είναι η Συνομοσπονδία όπου μετέχει η ΓΣΕΕ. Μ' αυτή τη γραφειοκρατία χαριεντίζονται οι συνδικαλιστικές δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ. Μάλιστα, τον περασμένο Φλεβάρη αισθάνθηκαν την ανάγκη να συνεισφέρουν στον ...προβληματισμό που αναπτύχθηκε στην Ευρωπαϊκή Συνδικαλιστική Συνάντηση Κορυφής, που έγινε στην Αθήνα, με τη συμμετοχή της ηγεσίας της ΣΕΣ και της πλειοψηφίας της ΓΣΕΕ. Από εκείνη τη συνάντηση προέκυψε μια Διακήρυξη, με τον τίτλο «Αλλάζοντας πορεία για την Ευρώπη», στο πνεύμα του Μανιφέστου που παρουσιάζεται πιο πάνω. Για εκείνη τη συνάντηση, η τότε «Αυτόνομη Παρέμβαση» του ΣΥΡΙΖΑ έλεγε: «Η διοργάνωση στην Αθήνα της Συνδιάσκεψης των κορυφαίων συνδικαλιστικών οργανώσεων της Ευρώπης πρέπει και μπορεί να αποτελέσει ξεχωριστό γεγονός για τους εργαζόμενους». Οπως λέει και η παροιμία, «δείξε μου τον φίλο σου, να σου πω ποιος είσαι»...


Χ.

Ψευδεπίγραφα διλήμματα

Πάνε χρόνια που οι άρρωστοι βρίσκονται αντιμέτωποι με το ψευδεπίγραφο δίλημμα: «Πρωτότυπο ή γενόσημο (αντίγραφο) φάρμακο;». Είναι ένα δίλημμα που προτάσσεται απ' τα τμήματα της φαρμακοβιομηχανίας και προβάλλεται απ' τις κυβερνήσεις ως μέσο «νοικοκυρέματος» της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης. Οτι, δηλαδή, με τη χρήση των γενόσημων - βιοϊσοδύναμων, μ' άλλα λόγια, των πρωτότυπων φαρμάκων - θα μειωθούν, όπως συστήνει και η τρόικα, τα δημόσια έξοδα για τα φάρμακα. Ηρθε όμως το τελευταίο δελτίο τιμών (ΔΤ) των φαρμάκων για να επιβεβαιώσει ότι διλήμματα όπως «γενόσημα ή πρωτότυπα», ελάχιστα έχουν σχέση με τις εκρηκτικές ανάγκες των λαϊκών στρωμάτων για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Με το νέο ΔΤ, πήρε τιμή 8,5 ευρώ ένα γενόσημο για τη φαρμακευτική ουσία θυροξίνη που ρυθμίζει τον υποθυρεοειδισμό. Το γενόσημο αυτό είναι αντίγραφο πρωτότυπου φαρμάκου που παράγεται από ντόπια εταιρεία στην Ελλάδα, αλλά το ίδιο παράγεται στο εξωτερικό.

Το εισαγόμενο γενόσημο είναι στην αρνητική λίστα, που σημαίνει ότι συνταγογραφείται από γιατρό, αλλά πληρώνεται εξολοκλήρου απ' τον ασθενή. Είναι προφανές ότι με βάση τα ισχύοντα, το εισαγόμενο αντίγραφο θα έπρεπε να είχε λάβει τιμή ίση με το 65% της τιμής του πρωτοτύπου, που πουλιέται στην τιμή των 1,5 ευρώ. Δηλαδή, η τιμή του γενοσήμου δεν θα έπρεπε να ξεπερνάει το 1 ευρώ. Ωστόσο, η τιμή με την οποία βγαίνει στην αγορά είναι οχτώ φορές πάνω και επιβαρύνει την τσέπη του ασθενούς! Η διαμάχη των εταιρειών για τις τιμές, που εκφράζεται και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, αποκαλύπτει την αντιμετώπιση του φαρμάκου ως εμπορεύματος, για να τους εξασφαλίσει τα προσδοκώμενα κέρδη. Ταυτόχρονα, επιβεβαιώνει τις θέσεις του ΚΚΕ: Να αναπτυχθεί η πάλη για αποκλειστικά δημόσιο δωρεάν σύστημα Υγείας - Πρόνοιας, στο οποίο θα περιλαμβάνεται και ένας ενιαίος κρατικός φορέας έρευνας, παραγωγής, εισαγωγής και διάθεσης δωρεάν των φαρμάκων σε όσους τα έχουν ανάγκη.


Γ. Μ.

Δεν θέλουμε το σχολείο να γίνει ένα ατέλειωτο φροντιστήριο!

Για άλλη μια φορά οι μαθητές σήμερα θα βρίσκονται στους δρόμους διεκδικώντας αγωνιστικά τα δίκια τους. Αιχμή των κινητοποιήσεών τους, τους τελευταίους δυο μήνες, είναι το «νέο λύκειο» και η «τράπεζα θεμάτων». Ομως, η κυβέρνηση επιμένει σε αυτά τα μέτρα, παρότι έδειξαν από πέρσι τα αρνητικά τους αποτελέσματα. Σύμφωνα με χτεσινή συνέντευξη του υφυπουργού Παιδείας, Αλ. Δερμεντζόπουλου, η «τράπεζα θεμάτων είναι ένας θεσμός ο οποίος εφαρμόστηκε πέρυσι για πρώτη φορά, με όχι πολύ σωστή μέθοδο». Ο υφυπουργός αναφέρεται στο γεγονός ότι τα θέματα της «τράπεζας» πέρσι, δόθηκαν στη δημοσιότητα μόλις τρεις μέρες πριν αρχίσουν οι εξετάσεις, ενώ φέτος η «τράπεζα» ήδη έχει ανοίξει και οι μαθητές μπορούν να προετοιμάζονται για τα θέματα από τώρα. Δεν είναι όμως αυτό το πρόβλημα με την «τράπεζα», δεν είναι θέμα κακής εφαρμογής ενός μέτρου, αλλά θέμα κακού μέτρου που ταιριάζει «γάντι» με το χαρακτήρα του «νέου λυκείου», που μετατρέπεται στο σύνολό του σε προγυμναστήριο για τις εξετάσεις και την πρόσβαση στην Ανώτατη Εκπαίδευση.

«

Είναι όμως ο μόνος θεσμός ο οποίος μπορεί να βοηθήσει και στην ολοκλήρωση της ύλης», λέει επίσης ο υφυπουργός Παιδείας για την «τράπεζα». Αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια. Για να ολοκληρώνεται η διδακτέα ύλη πρέπει οι καθηγητές να είναι όλοι στις θέσεις τους από την αρχή της σχολικής χρονιάς, πρέπει να μην υπάρχουν κενά. Αυτή η κοροϊδία που έγινε στα τέλη της περσινής χρονιάς, να περνούν μέσα σε δυο μαθήματα 40 και 50 σελίδες ύλης για να πουν ότι την ολοκλήρωσαν, επειδή οι εκπαιδευτικοί είχαν τοποθετηθεί σε σχολεία το Γενάρη και το Φλεβάρη... είναι πολύ πιθανό να επαναληφθεί και φέτος. Αλλά αυτό δε συνιστά ολοκλήρωση της ύλης, αφού αυτή η ύλη δεν μπορεί να αφομοιωθεί, πόσο μάλλον να δώσουν εξετάσεις πάνω σε αυτή οι μαθητές. Η «τράπεζα», λοιπόν, δε βοηθάει στην ολοκλήρωση της ύλης, αλλά την επιβάλλει όπως όπως, με τα ολέθρια αποτελέσματα των χιλιάδων μετεξεταστέων. Ούτε όμως οι μετεξεταστέοι την ενοχλούν την κυβέρνηση, αφού το υπουργείο Παιδείας δηλώνει ότι ένα ποσοστό μετεξεταστέων της τάξης του 15% είναι ανεκτό και εντός των συνηθισμένων ορίων που υπάρχουν στην ΕΕ! Οταν όμως φτιάχνουν ένα σχολείο στο οποίο το 15% των μαθητών του αποτυγχάνει σε κάποια μαθήματα, ενώ ένα πολύ μεγαλύτερο ποσοστό περνάει τις τάξεις οριακά... τότε το σχολείο αυτό προφανώς έχει πρόβλημα, δεν μπορεί να ανταποκριθεί επαρκώς στη μορφωτική αποστολή του. Οταν υπάρχουν τέτοια ποσοστά αποτυχίας δε φταίνε κάποιοι μεμονωμένοι κακοί μαθητές, αλλά κάτι δεν πάει καλά συνολικά με το ίδιο το σχολείο.

«

Η "τράπεζα θεμάτων" δεν είναι τίποτα παραπάνω, παρά ένα μεγάλο πακέτο με θέματα τα οποία έχουν διδαχθεί και οφείλουν να γνωρίζουν τα παιδιά», είπε, τέλος, ο Αλ. Δερμεντζόπουλος, κι αυτό είναι αλήθεια. Ισως άθελά του ο υφυπουργός ομολογεί την αντιπαιδαγωγική πραγματικότητα του «νέου λυκείου»: Οι μαθητές αρχίζουν πλέον στο λύκειο να διδάσκονται θέματα εξετάσεων, αντί για κανονικά μαθήματα! Ακόμα και η διδασκαλία στο λύκειο τείνει να «φροντιστηριοποιηθεί». Τα θέματα της «τράπεζας» είναι εκατοντάδες για κάθε μάθημα και κάθε θέμα απλώνεται σε πολλά κεφάλαια ύλης. Προκειμένου να ανταποκριθούν οι μαθητές στις απαιτήσεις αυτών των θεμάτων, εκπαιδευτικοί μπαίνουν στη διαδικασία να τα διδάσκουν, ενώ εμφανίζεται και πίεση από γονείς (που δεν μπορούν να στείλουν τα παιδιά τους φροντιστήριο) προς εκπαιδευτικούς να κάνουν στην τάξη αυτή τη δουλειά, αντί να κάνουν κανονικό μάθημα. Αλλος ένας λόγος που δε βοηθάει στην αφομοίωση της ύλης, αλλά οδηγεί στην τυποποίηση, στην αποστέωση του λυκείου και την παπαγαλία. Αυτό είναι το «νέο λύκειο»: Μια διαρκής προετοιμασία για εξετάσεις, ένα ατέλειωτο αγχωτικό φροντιστήριο από την αρχή μέχρι το τέλος του. Δεν είναι αυτό όμως το σχολείο που θέλουμε κι έχουμε ανάγκη. Γι' αυτό κι έχουν κάθε λόγο να μην το θέλουν οι μαθητές και να αγωνίζονται ενάντια σε αυτό.


Γ. Σ.

ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΑ...
Επικίνδυνες λογικές για το φοιτητικό κίνημα

Η συζήτηση για την κατάσταση στα πανεπιστήμια, που ξεκίνησε με την ένταση του αυταρχισμού στις σχολές, συνεχίζεται και ανοίγει και νέες επικίνδυνες πλευρές, βάζοντας τώρα στο στόχαστρό της το ίδιο το φοιτητικό κίνημα και τη λειτουργία του. Πριν από λίγες μέρες, ο πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ, Σάκης Ιωαννίδης, έγραφε σε άρθρο του στον «Ελεύθερο Τύπο» ότι χρειάζεται: «Αναβάθμιση των φοιτητικών συλλόγων μέσα από τη δημιουργία νέας Ενωσης που θα δίνει στο φοιτητικό και σπουδαστικό κίνημα ενιαία δομή και οργάνωση. Ετσι, ο εκάστοτε Υπουργός Παιδείας, Πρύτανης, Κοσμήτορας ή Καθηγητής, θα γνωρίζει ποιοι εκπροσωπούν το φοιτητικό κίνημα, πέρα και έξω από κομματικά συμφέροντα». Μάλιστα, ζητούσε ειδικό νόμο για τη λειτουργία του φοιτητικού κινήματος, προκειμένου να επιτευχθεί αυτό. Θέλουν φοιτητική εκπροσώπηση «των σαλονιών» δηλαδή, και όχι συλλόγους που να οργανώνουν αγωνιστικές διεκδικήσεις για τη λύση προβλημάτων που δημιουργεί η εκάστοτε κυβερνητική πολιτική, διεκδικήσεις για τις ανάγκες των φοιτητών. Την ίδια λογική στήριξε έμμεσα και ο υπουργός Παιδείας, Αν. Λοβέρδος που είπε σε συνέντευξή του ότι πρέπει να ξαναδούμε τη φοιτητική συμμετοχή σε συνδυασμό με τη συγκρότηση και πάλι της ΕΦΕΕ και της ΕΣΕΕ, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο για κυβερνητικές παρεμβάσεις στο φοιτητικό κίνημα, ενώ παράλληλα υποστήριξε ότι τα ιδρύματα είναι αυτοδιοίκητα, το κράτος δεν πρέπει να παρεμβαίνει σε αυτά και... «όταν λοιπόν έχουμε αυτή την απαίτηση και προσδοκία από το ίδιο το κράτος (...) το ίδιο οφείλουμε να απαιτούμε και από τα κόμματα». Στο ίδιο πνεύμα, αρθρογράφοι σε κυριακάτικες αστικές εφημερίδες ξεσάλωσαν στη λογική «έξω τα κόμματα από τις σχολές» κι έκαναν λόγο για «φασισμό της κομματικοκρατίας».

***

Οψεις του ίδιου νομίσματος είναι όλα τα παραπάνω και αποτελούν επικίνδυνες λογικές. Πρώτ' απ' όλα είναι υποκρισία ότι το κράτος δεν παρεμβαίνει. Οχι μόνο το κάνει, αλλά είναι αυτό που νομοθετεί για τα Πανεπιστήμια και ελέγχει τη λειτουργία τους, ενώ ουσιαστικά παρεμβαίνει ποικιλοτρόπως για την εκλογή των «αυτοδιοίκητων οργάνων», που εφαρμόζουν την πολιτική του. Πολιτική σε όφελος των επιχειρηματικών ομίλων, αυτήν θέλουν να υπηρετούν και τα Πανεπιστήμια.

Την ίδια ώρα, για τα κρισιακά φαινόμενα στο φοιτητικό κίνημα και γενικότερα στα ιδρύματα δε φταίει γενικά κι αόριστα η «κομματικοκρατία», αλλά είναι συγκεκριμένες οι πολιτικές δυνάμεις που έχουν σοβαρές ευθύνες και αυτές είναι γνωστές. Είναι γνωστές οι ευθύνες της ΔΑΠ και της ΠΑΣΠ για τα ρουσφέτια και τις συναλλαγές με μερίδα καθηγητών, για τα φαινόμενα νοθείας στις εκλογές, για τραμπούκικες επιθέσεις (π.χ. κάθε χρόνο στις εκλογές στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο) κ.ά. Είναι γνωστές οι ευθύνες της ΕΑΑΚ και της ΑΡΕΝ (ΣΥΡΙΖΑ) για τα πατήματα που δίνουν για την ένταση του αυταρχισμού με τις τυχοδιωκτικές ενέργειές τους, για την άρνησή τους να συγκροτούνται τα όργανα των συλλόγων, γιατί συνειδητά θέλουν το κίνημα ανοργάνωτο για να μπορούν να ψαρεύουν σε θολά νερά.

ΝΔ και ΠΑΣΟΚ κυριαρχούσαν για χρόνια στους φοιτητικούς και σπουδαστικούς συλλόγους, η ΔΑΠ συνεχίζει να είναι και σήμερα πρώτη δύναμη, και ο εκφυλισμός καλά κρατεί... Γιατί δε θέλουν ισχυρό φοιτητικό κίνημα, δε θέλουν συλλόγους που θα βάζουν στο επίκεντρο τις ανάγκες των φοιτητών και θα διεκδικούν γι' αυτές, δε θέλουν φοιτητικά όργανα που θα αποκαλύπτουν την κυβερνητική πολιτική και θα βάζουν εμπόδια στην επέλασή της μέσα στις σχολές. Γι' αυτό και τόσα χρόνια πανηγύριζαν το βράδυ των φοιτητικών εκλογών για τη νίκη τους και όλη την υπόλοιπη χρονιά άφηναν τους συλλόγους ανενεργούς, σαμποτάριζαν όσο μπορούσαν τη λειτουργία τους, η δράση των ΔΑΠ και ΠΑΣΠ αναλώνονταν σε πάρτι, εκδρομές και εμπόριο σημειώσεων και θεμάτων για τις εξεταστικές.

***

Δικό τους έργο, λοιπόν, είναι η κρίση στο φοιτητικό κίνημα και τα όργανά του. Οι δικές τους εκφυλιστικές πρακτικές είναι αυτές που οδηγούσαν μερίδα των φοιτητών να αποστασιοποιείται από τις συλλογικές διαδικασίες, γιατί δεν ήθελαν ένα ισχυρό φοιτητικό κίνημα που θα αντιδρά και θα βάζει φρένο στις αναδιαρθρώσεις στην ανώτατη εκπαίδευση. Τώρα πατούν πάνω στον εκφυλισμό που οι ίδιοι έχουν δημιουργήσει, και προλειαίνουν το έδαφος για νέα κυβερνητική παρέμβαση χειραγώγησης του φοιτητικού κινήματος. Τώρα πια δεν τους αρκεί να εξασφαλίσουν μια μάζα φοιτητών που παθητικά θα στέκεται απέναντι στις αναδιαρθρώσεις. Θέλουν να φτιάξουν φοιτητικά όργανα που όχι μόνο δε θα διεκδικούν, όχι μόνο δε θα αντιστέκονται στην ιδιωτικοοικονομική λειτουργία των ΑΕΙ και στις μπίζνες τους με τις επιχειρήσεις, αλλά θα υποστηρίζουν ενεργά αυτήν την πολιτική στα ιδρύματα, θα γίνουν οι φορείς διάδοσής της στις φοιτητικές συνειδήσεις. Αυτό, εξάλλου, δείχνει και η στάση της πρυτανείας του Πανεπιστημίου Αθήνας που μια μέρα μετά την αντιδραστική πρόταση για τις ηλεκτρονικές ψηφοφορίες είπε ότι «οι φοιτητικοί σύλλογοι μπορούν να αναβαθμιστούν και να παίξουν ουσιαστικό ρόλο στα ιδρύματα». Ουσιαστικός ρόλος γι' αυτούς σημαίνει π.χ. να υποδέχονται οι σύλλογοι με ανοιχτές αγκάλες τους χορηγούς, τους εργολάβους και τους επιχειρηματίες στα ιδρύματα, να κατευνάζουν τις αντιδράσεις για την ομηρία των μετεγγραφέντων φοιτητών που κινδυνεύουν να χάσουν το εξάμηνο κ.ο.κ.

***

Ομως, η λύση για τους φοιτητές των λαϊκών οικογενειών δεν είναι να γίνουν τα φοιτητικά όργανα ομοτράπεζοι συνομιλητές της κυβέρνησης για το πώς καλύτερα θα περνούν οι αναδιαρθρώσεις στην ανώτατη εκπαίδευση. Είναι στο χέρι των ίδιων των φοιτητών να μαζικοποιήσουν, να ενεργοποιήσουν και να ζωντανέψουν όλες τις λειτουργίες και τις δράσεις των συλλόγων τους. Είναι υπόθεση των ίδιων των φοιτητών να γυρίσουν την πλάτη στον εκφυλισμό και να απομονώσουν εκείνες τις δυνάμεις που ευθύνονται γι' αυτόν. Είναι δική τους υπόθεση να έχουν λόγο στις συνελεύσεις τους στα έτη και στους συλλόγους, να ελέγχουν τους εκπροσώπους τους, να δυναμώσουν τα δικά τους όργανα και, κυρίως, να βάλουν στο επίκεντρο των διεκδικήσεών τους τα πραγματικά τους προβλήματα, να δυναμώσουν τον αγώνα για τις σπουδές και τη ζωή που αξίζει να έχουν.


Γ.Σ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ