Σάββατο 19 Απρίλη 2014 - Κυριακή 20 Απρίλη 2014
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Ανασύνταξη του εργατικού κινήματος και λαϊκή συμμαχία για να αναστηθεί ο λαός

Κυβέρνηση και ΣΥΡΙΖΑ τσακώνονταν για το αν έρχεται η ανάσταση. Η κυβέρνηση δήλωσε ότι με την έξοδο στις αγορές η ανάσταση είναι σίγουρη, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ ότι η ανάσταση θα γίνει μετά τις εκλογές, εφόσον γίνει κυβέρνηση. Ο καβγάς τους δεν αφορά την ανάσταση του λαού αλλά την ανάσταση των κερδών του κεφαλαίου.

Το λόγο τώρα έχουν όλοι αυτοί που καλούνται να γυρίσουν μάγουλο, αντί να επιβάλουν τη δική τους ανάσταση. Δική τους μέρα είναι η 1η του Μάη.

Εκτός κι αν βρεθεί έως τότε δικαστής να θεωρήσει και την πρωτομαγιάτικη απεργία παράνομη, όπως αυτοί που δίκασαν χωρίς καν να ακούσουν - έτσι δικάζουν πάντα - τους χαλυβουργούς, αυτούς τους θαυμάσιους εργάτες της ψυχής μας που κρατάνε ψηλά το «εργάτη μπορείς χωρίς αφεντικά». Κόντρα στα αφεντικά που κατεβαίνουν και στον εκλογικό στίβο με εκπροσώπους ή αυτοπροσώπως διακηρύσσοντας «τέλος οι πολιτικοί, τέλος οι συνδικαλιστές, τέλος οι απεργίες. Τώρα είναι η ώρα για μπίζνες στο λιμάνι, παντού»...

Την ίδια ώρα στην Ουκρανία η βδομάδα ξεκινούσε με την παρουσία του αρχηγού της CIA στο Κίεβο. Η «αντιτρομοκρατική εκστρατεία» της κυβέρνησης του Κιέβου, που εκτυλίσσεται στο φόντο του σκληρού ανταγωνισμού ΗΠΑ - ΕΕ με τη Ρωσία για τον έλεγχο των ενεργειακών πηγών και δρόμων, δείχνει πως ο καπιταλισμός γεννά μόνο δεινά για τους λαούς. ΗΠΑ, ΕΕ και ΝΑΤΟ, που στηρίζουν ακόμη και τις φασιστικές δυνάμεις, επενδύουν στην παραπέρα όξυνση και αντιπαράθεση με τη Ρωσία. «Παίζουν με τη φωτιά» ενός πιο γενικευμένου πολέμου με κινδύνους για όλους τους λαούς της περιοχής.

Το πραγματικό δίλημμα

Ας πιάσουμε το νήμα από κει που το είχαμε αφήσει: Το πρωτοσέλιδο στον «Ριζοσπάστη» της περασμένης Κυριακής σημείωνε: «Το πραγματικό δίλημμα στις εκλογές είναι να βρεθούν όσο πιο κάτω γίνεται τα κόμματα της ΕΕ, των μονοπωλίων και να βρεθεί όσο πιο ψηλά γίνεται, να ισχυροποιηθεί το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας. Είναι δίκαιη η αγανάκτηση του λαού μας, που λέει να φύγει η σημερινή αντιλαϊκή κυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ. Να φύγουν και να μην ξαναγυρίσουν. Ομως, η λογική να φύγουν αυτοί, για να έρθουν οι επόμενοι, δοκιμάστηκε πολλές φορές στο παρελθόν χωρίς ο λαός να έχει όφελος. Ο ΣΥΡΙΖΑ λέει "ψηφίζουμε και φεύγουν", όμως δε λέει ότι η ανεργία και η φτώχεια θα είναι εδώ, γιατί θα είναι εδώ οι μηχανισμοί της μόνιμης εποπτείας της ΕΕ, τα μνημόνια διαρκείας, τα κέρδη των "υγιών" επιχειρηματιών, τα συμφέροντα των βιομηχάνων.

Ο λαός πρέπει να θέσει μπροστά του συνολικά το πολιτικό ζήτημα που δε θα αφορά στην αλλαγή μιας κυβέρνησης αλλά της τάξης που είναι στην εξουσία, της τάξης που κάνει κουμάντο γιατί έχει στα χέρια της τα κλειδιά της οικονομίας».

Για το χρέος ξανά

Στον απόηχο της εξόδου στις αγορές δυνάμωσε ξανά η συζήτηση για το χρέος. Από την πλευρά της κυβέρνησης υποστηρίζεται ότι τώρα είναι δυνατόν να ανοίξει η διαπραγμάτευση για το χρέος με καλύτερους όρους. Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζεται ότι με την έξοδο στις αγορές, το χρέος διογκώνεται και γίνεται πιο δύσκολη η διαπραγμάτευσή του. Και οι δύο προσπερνάνε το γεγονός ότι το «δημόσιο χρέος» προκλήθηκε εξαιτίας των φοροαπαλλαγών στο κεφάλαιο, των ενισχύσεων με κρατικό χρήμα και των αντίστοιχων αναγκαίων δανεισμών, των ΝΑΤΟικών δαπανών, των επιπτώσεων από τη συμμετοχή της χώρας στην ΕΕ. Οτι είναι χρέος που πληρώνουν ο λαός, η εργατική τάξη, αλλά δεν έχουν καμία ευθύνη γι' αυτό. Είναι χρέος που δεν πρόκειται να πάψει να υπάρχει, είτε μειώνεται, είτε αυξάνεται, στο πλαίσιο του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης, της συμμετοχής σε ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς και διεθνείς χρηματαγορές (...) Ρυθμισμένο ή όχι, οι εργαζόμενοι θα το πληρώσουν.

Η διαχείριση της εξαθλίωσης

Η κυβέρνηση ανακοίνωσε μια σειρά από μέτρα για τη διαχείριση της πιο ακραίας φτώχειας, που εστιάζουν στη σίτιση και την προσωρινή στέγαση των αστέγων. Μεταξύ τους βρίσκονται χιλιάδες πρώην εργαζόμενοι και μικροεπαγγελματίες, που έχασαν κάθε πηγή εισοδήματος και κατ' επέκταση το σπίτι στο οποίο έμεναν, είτε ήταν δικό τους είτε το νοίκιαζαν. Τα μέτρα αυτά δεν πρόκειται, βεβαίως, να αντιμετωπίσουν ουσιαστικά τη φτώχεια, ούτε τώρα, ούτε στο μέλλον. Ούτε βεβαίως το λεγόμενο «κοινωνικό μέρισμα» θα μπορέσει να αποκαταστήσει τις μεγάλες απώλειες των εισοδημάτων που έχουν υποστεί τα εργατικά - λαϊκά στρώματα τα τελευταία χρόνια. Αυτά τα μέτρα συνιστούν συνταγή διαχείρισης - ανακύκλωσης της ακραίας φτώχειας, συνταγές που έχουν αξιοποιηθεί σε πολλά καπιταλιστικά κράτη, είτε βρίσκονται σε κρίση είτε σε ανάπτυξη.

Τα κόμματα της αστικής διαχείρισης επενδύουν πάνω στις μειωμένες απαιτήσεις που έχουν κυριαρχήσει στους εργαζόμενους όλα αυτά τα χρόνια της οικονομικής κρίσης. Γνωρίζουν ότι δεν μπορούν ούτε καν να υποσχεθούν την αντιμετώπιση της φτώχειας και της ανεργίας. Προσπαθούν απλά να διαφυλάσσεται η λεγόμενη «κοινωνική συνοχή».

Το εργατικό - λαϊκό κίνημα βεβαίως και πρέπει να παλεύει για άμεσα μέτρα ανακούφισης γι' αυτούς που υποφέρουν, να αναπτύσσει πρωτοβουλίες αλληλεγγύης στους ανέργους, στους άστεγους, διεκδικώντας ταυτόχρονα και ουσιαστικά μέτρα για την προστασία των ανέργων, παλεύοντας ενάντια στην ανεργία, για την ουσιαστική αποκατάσταση εισοδημάτων κ.λπ. Αλλά πρέπει να 'ναι καθαρό ότι το μεγάλωμα της φτώχειας και η διαχείρισή της, με μέτρα που τη συντηρούν και την αναπαράγουν, είναι φαύλος κύκλος στον καπιταλισμό, που θα σπάσει μόνο αν ο λαός αποφασίσει με την πάλη του να τσακίσει το σύστημα που τον τσακίζει.

Η αναπαλαίωση

Το σύστημα, προς το παρόν, παίρνει τα μέτρα του. Αξιοποιεί τον ΣΥΡΙΖΑ ως αντιλαϊκό ανάχωμα στο εργατικό κίνημα, δημιουργεί «Ελιές» στην κεντροαριστερά και αντιδραστικά «Ποτάμια», χτίζει μια «Γέφυρα» στο χώρο της κεντροδεξιάς, αξιοποιεί την εγκληματική Χρυσή Αυγή για να φοβίζει τους εργάτες. Το πολιτικό σύστημα θυμίζει κινούμενη άμμο μπροστά στις εκλογές του Μάη. Αυτή η κινητικότητα περιλαμβάνει και τους «επιτυχημένους» επιχειρηματίες που διεκδικούν άμεσα ρόλο στην κρατική διοίκηση, δείχνοντας την επόμενη μέρα στην κεντρική πολιτική σκηνή. Πετώντας στα άχρηστα ορισμένους απ' όσους ο κόσμος δείχνει με το δάχτυλο, βγάζει στον αφρό τους «γεια σου αφεντικό». Η σχετική διαφήμιση μόνο ως προώθηση προϊόντος δεν πρέπει να εκληφθεί. Η αστική τάξη επιτιθέμενη κάνει και αντεπίθεση σε όσα την αμφισβητούν. Δεν θέλει απλά ψηφοφόρους τους εργάτες, τους θέλει πλήρως ενσωματωμένους στο χώρο δουλειάς. Οτι όλα μπορούν να λυθούν αν πείσεις το αφεντικό σου. Εμφανίζει τον καπιταλισμό σαν κάτι διαφορετικό από την πολιτική που τον υπηρετεί και τους καπιταλιστές ως πολιτικά διαχωρισμένους από την οικονομική τους βάση.

Η συνεχιζόμενη αναπαλαίωση του πολιτικού σκηνικού έχει στόχο τον εγκλωβισμό του λαού στο «λάκκο των λεόντων» της ΕΕ και το γνωστό δοκιμασμένο καπιταλιστικό «μονόδρομο». Απέναντι σε αυτήν την κινούμενη άμμο του πολιτικού συστήματος, η μόνη επιλογή που δε μεταμορφώνεται και δε μεταλλάσσεται, που δίνει δύναμη στο λαό και την προοπτική της πραγματικής ανατροπής, είναι η ισχυροποίηση του ΚΚΕ.

Ανοίγουμε το δρόμο

Καθώς επόμενος μεγάλος σταθμός είναι η Πρωτομαγιά ξεχωρίζουμε από την προκήρυξη του ΠΑΜΕ: «Ο δικός τους πλούτος εξαρτάται από τη δική μας φτώχεια! (...) Κυβέρνηση, ΕΕ, κυβερνητικός και εργοδοτικός συνδικαλισμός, φιλόδοξοι και νέοι κυβερνητικοί διαχειριστές σκορπούν σύγχυση και σκοταδισμό. Θεωρούν τη λαίλαπα που μας έπληξε αποτέλεσμα κακής κυβερνητικής διαχείρισης και προσωρινή, μιλούν για στρεβλώσεις του συστήματος. Διαστρεβλώνουν, θέλουν να μας έχουν στο σκοτάδι! Κανένας δε βάζει στο στόμα του την πραγματική αιτία, τον έναν και μοναδικό ένοχο που μας τσακίζει τη ζωή. Τον καπιταλισμό, τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης, τα μονοπώλια! Ενα σύστημα σάπιο, που έφαγε τα ψωμιά του, γι' αυτό και οι κρίσεις έρχονται, επανέρχονται και βαθαίνουν (...) Για να βγει αλώβητος και νικητής ο λαός απαιτείται άμεση οργάνωση της πάλης στους χώρους δουλειάς και στους κλάδους. Χρειάζεται να δυναμώσει ο συντονισμός του αγώνα, να αναπτυχθεί ένα ορμητικό αγωνιστικό ποτάμι αντίστασης για να αναχαιτίσει την κυβερνητική επίθεση, να γκρεμίσει μνημόνια και αφεντικά (...) Τίποτα δεν έχει κριθεί! Ψηλά το κεφάλι! (...) Εμείς είμαστε η τάξη που παράγει τον πλούτο! Χωρίς τις σωματικές και πνευματικές μας δυνάμεις ο κόσμος θα απονεκρωθεί. Χωρίς εμάς γρανάζι δε γυρνά. Πέρα από τα φυσικά φαινόμενα, ό,τι κινείται στον κόσμο προέρχεται από το δικό μας κόπο και ιδρώτα. Χωρίς τη δική μας ενέργεια, θα σταματήσει να κινείται. Ο,τι έχει παραχθεί σ' αυτόν τον τόπο και ό,τι θα παραχθεί στο μέλλον, είναι αποτέλεσμα εργασίας χιλιάδων εργαζομένων που δίνουν την ψυχή και το σώμα τους σε συνθήκες άγριας ταξικής εκμετάλλευσης και πίεσης απ' το μεγάλο κεφάλαιο (...) Εμείς να γίνουμε οι αφέντες του πλούτου που παράγεται. Χωρίς εμάς δεν μπορεί να υπάρξει πλούτος. Δίχως, όμως, τους καπιταλιστές, μια χούφτα παράσιτων, μπορεί. Μπορούμε να ζήσουμε σε έναν κόσμο αντίστοιχο του κόπου μας, της εργασίας μας, των προσδοκιών μας. Εναν κόσμο που δε θα μαστίζεται από πολέμους, από ανεργία, από ναρκωτικά, από άγχος και ανασφάλεια. Που θα ζούμε ειρηνικά, ανθρώπινα, χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, χωρίς καταπίεση και τη βαρβαρότητα του συστήματος που ζούμε (...) Είμαστε η τάξη του παρόντος και του μέλλοντος (...) Ανοίγουμε το δρόμο για ένα ελπιδοφόρο αύριο».

Αυτήν την ανάσταση δεν θα μπορούν να την διαψεύσουν...

Πατριδογνωμόνιο
Πάσχα εκτός εμπορίου...

Ο Γολγοθάς. Η προδοσία. Ο διωγμός. Το αίμα σε αντιδιαστολή με τα αργύρια. Το ιερατείο. Ο φαρισαϊσμός. Η δίκη θέαμα και άλλοθι. Η αλληλεγγύη του Σίμωνα που ξεπηδάει ως γενναιότητα μέσα απ' το πλήθος. Το σχισμένο καταπέτασμα μιας οργισμένης φύσης. Το βρώμικο φιλί, το ψωμί, το κρασί, οι μαθητές, το μύρο, ο έρωτας που αποφασίζει να μην είναι αγοραίος. Η εσωτερική ανέλιξη αγράμματων ψαράδων σε ανθρώπους με φωτισμένο πνεύμα και δράση, έξω και κόντρα στην εξουσία και τη βία της. Η Ανάσταση και το θαύμα του γιου του Ανθρώπου. Το Πάσχα ως πέρασμα σε μιαν άλλη θεώρηση και βίωμα της εδώ ζωής και όχι μιας υπεσχημένης, αλλά της κατακτημένης με αγώνα άλλης. Αυτό το συνολικό θεώρημα του Εαρος, το πάτημα του θανάτου με το θυσιαστικό θάνατο υπέρ του άλλου, του καθενός που επαναστατεί και σώζεται γι' αυτό, είναι το αντίκρισμα στη λαϊκή ψυχή.

Εχει αντίκρισμα το άρωμα της πασχαλιάς και το κατακόκκινο των ημερών στη λαϊκή ζωή και δράση, στους αγώνες των απόκληρων και των ταξικά σταυρωμένων. Γι' αυτό και το ζουν ή το θεώνται με σεβασμό θρησκευάμενοι και μη οι Ελληνες. Οσο και υποκειμενική, όσο και κριτική να είναι η στάση τους, οι λαϊκές οικογένειες σε τούτο δω τον τόπο έχουν συνειδητή και καθόλου απροσδιόριστη διαλεκτική σχέση με τη συμβολική δραματουργία της «θεανθρώπινης φύσης», που οδηγεί στη νίκη της ζωής ως συλλογική εμπειρία μετά από δυσθεώρητο μόχθο και ανείπωτη θυσία.

Η αγοραία τελετουργία της αυξημένης ευαισθησίας και της εμπορευματοποιημένης φιλανθρωπίας, οι χυδαίες προσομοιώσεις με αναγωγή σε «μυροφόρες» των 5-6 «κυριών», που σκορπάνε στην κρεαταγορά μερικές χιλιάδες ευρώ, ωσάν κουκουλοφόροι πολυτελείας και μετανοημένοι Ιούδες που επιστρέφουν τα κλεμμένα μ΄ένα φιλί στη φτώχεια, δεν συγκινούν μήτε τους άθεους μήτε τους πιστούς. Πιότερο φέτος μοιάζει με εφαρμοσμένη αντιλαϊκή πολιτική της ευρωενωσιακής αθλιότητας. Που ειδικά τούτη την προεκλογική Πασχαλιά κάνει όλους ν΄αναφωνήσουν πως ο καπιταλισμός δεν έχει ούτε ιερό ούτε όσιο... Πένθος με χορηγό και ανάσταση με δανεικά δεν είναι Πάσχα μήτε για άθεους. Και μοιάζει ξεδιάντροπα με τρικ, που θέλει να γλιτώσει τον γκλαμουράτο ληστή των καπιταλιστικών ημερών από τη λαϊκή σταύρωσή του. Για τη νεκρανάσταση και όχι την ανάστασή του έχει ήδη φροντίσει η εξουσία, φορώντας στα ζόμπι των κερδών στολή με δόρυ και ξύδι και χολή και περικεφαλαία φανταχτερή...

Μια βαθιά ανάσα εαρινής μοσκοβολιάς. Μια χαρά της μοιρασιάς στα όσα έχει ένα τραπέζι χωρίς τιμολόγιο. Μια σύναξη που μετατρέπει το αναπόφευκτο του πένθους στο επαναστατικό μήνυμα του θριάμβου της ζωής. Αυτές οι ευχές και φέτος σε συντρόφους και συντρόφισσες, από τούτη τη γωνιά που επιμένει να υπερασπίζεται το κόκκινο της καρδιάς και της θυσίας του πάσχοντος λαού ως λαϊκό αγαθό και θαύμα εκτός εμπορίου.


Της
Λιάνας ΚΑΝΕΛΛΗ

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ
Ενταση της αντεργατικής πολιτικής και μηχανισμοί χειραγώγησης του εργατικού κινήματος

Ενίσχυση της αντιλαϊκής φαρέτρας της λυκοσυμμαχίας με την οδηγία «για την απόσπαση εργαζομένων» και τη θέσπιση της «τριμερούς κοινωνικής συνόδου κορυφής»

Οι λαοί με την πάλη τους έχουν τη δύναμη να ανατρέψουν παλιούς και νέους μηχανισμούς καταστολής και χειραγώγησης της λυκοσυμμαχίας της ΕΕ
Οι λαοί με την πάλη τους έχουν τη δύναμη να ανατρέψουν παλιούς και νέους μηχανισμούς καταστολής και χειραγώγησης της λυκοσυμμαχίας της ΕΕ
Η νομοθεσία της ΕΕ, που καταρτίζουν από κοινού τα κοινοτικά όργανα, οι αστικές κυβερνήσεις των κρατών - μελών της και το πολιτικό προσωπικό των μονοπωλίων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, υπηρετεί το στρατηγικό στόχο αυτής της διακρατικής συμμαχίας του κεφαλαίου. Την ενίσχυση της κερδοφορίας των μονοπωλίων, μέσα από τη μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης στο κατώτερο δυνατό όριο. Οι στρατηγικές κατευθύνσεις της αντεργατικής πολιτικής της ΕΕ, των κυβερνήσεων και των άλλων κομμάτων του κεφαλαίου και του ευρωμονόδρομου έχουν καθοριστεί από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ και τις τέσσερις ελευθερίες του κεφαλαίου, τις οποίες αναγνωρίζει σαν «θεμελιώδεις αρχές». Εξειδικεύτηκαν και αναπτύχθηκαν παραπέρα, στην περίοδο της καπιταλιστικής κρίσης - για να φορτώσουν τα βάρη της στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα - με τη «Στρατηγική Ευρώπη 2020», το «Σύμφωνο για το ευρώ+», το «Δημοσιονομικό Σύμφωνο», την «Ενισχυμένη Οικονομική Διακυβέρνηση» και το «Ευρωπαϊκό Εξάμηνο». Τους σιδερένιους μηχανισμούς δηλαδή των διαρκών μνημονίων και της συνεχούς μείωσης του «κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος», που από την 1-1-2014 γενικεύτηκαν για όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ.

Στην ομοβροντία των αντεργατικών μέτρων της ΕΕ, που ψήφισαν οι πολιτικοί εκπρόσωποι του κεφαλαίου στο Ευρωκοινοβούλιο (14 - 17 Απρίλη 2014), στην τελευταία συνεδρίασή του πριν τις ευρωεκλογές, περιλαμβάνονται 115 αντιλαϊκά νομοθετικά κείμενα, οδηγίες, κανονισμοί, εκθέσεις και ψηφίσματα για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ευρωενωσιακών μονοπωλίων μέσα από την ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων. Ιδιαίτερη θέση στη φαρέτρα των μονοπωλίων κατέχουν η οδηγία για την «απόσπαση εργαζομένων στα πλαίσια παροχής υπηρεσιών - 96/71/EK» [COM (2012) 0131], καθώς και η Απόφαση του Συμβουλίου για την «τριμερή σύνοδο κορυφής» [COM (2013) 0740 -31.10.2013].

Η «νέα» αντεργατική οδηγία έχει την ιστορία της

Η «νέα» αντεργατική οδηγία για «την απόσπαση εργαζομένων στα πλαίσια παροχής υπηρεσιών» έχει την ιστορία της. Συνδέεται άμεσα με την οδηγία για την απελευθέρωση παροχής υπηρεσιών στην εσωτερική αγορά (γνωστή και ως «οδηγία Μπολκεστάιν») και τις αποφάσεις του Ευρωδικαστηρίου στις υποθέσεις «Viking Line» (υπόθεση C-438/05 της 11/12/2007) και «Laval» (υπόθεση C-341/05 της 18/12/2007).

Με την «οδηγία Μπολκεστάιν» καταργείται κάθε «εθνικό εμπόδιο» για την εγκατάσταση των επιχειρήσεων και την παροχή υπηρεσιών σε οποιοδήποτε κράτος - μέλος της ΕΕ. Συμπληρώνοντας την οδηγία αυτή, οι αποφάσεις του Δικαστηρίου της ΕΕ έκριναν παράνομες τις απεργίες των συνδικάτων των Φινλανδών ναυτεργατών και των Σουηδών οικοδόμων, επειδή παραβιάζουν τη «θεμελιώδη ελευθερία» που κατοχυρώνουν οι Συνθήκες της ΕΕ, την ελευθερία κίνησης του κεφαλαίου. Το Ευρωδικαστήριο έκρινε παράνομο το αίτημα των απεργιών να εφαρμόζονται οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας (ΣΣΕ) της Φινλανδίας και της Σουηδίας, αντί των αντίστοιχων εσθονικών και λετονικών ΣΣΕ, όπου είχαν την έδρα τους ή ήθελαν να την μεταφέρουν οι εταιρείες «Laval» και «Viking», για να πληρώνουν με μεροκάματα και μισθούς πείνας.

Για να θεσμοθετήσει το χτύπημα του απεργιακού δικαιώματος και την κατάργηση των ΣΣΕ (εθνικών - σε όποια κράτη-μέλη υπάρχουν - και κλαδικών) η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε το 2012 πρόταση Κανονισμού «για την αποσαφήνιση της άσκησης του δικαιώματος της συλλογικής δράσης στο πλαίσιο των οικονομικών ελευθεριών της ενιαίας αγοράς και ιδίως της ελευθερίας εγκατάστασης και της ελευθερίας παροχής υπηρεσιών»1. Το αντιαπεργιακό αυτό τερατούργημα (γνωστό και ως «Κανονισμός Μόντι ΙΙ», από το όνομα του εμπνευστή του, πρώην αστού Ιταλού πρωθυπουργού και επιτρόπου της ΕΕ) είχε αποκαλύψει πριν ακόμη την επίσημη δημοσίευσή του και είχε καταγγείλει η Ευρωκοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ2. Με τον κανονισμό αυτό η κάθε απεργία πρέπει να σέβεται τις οικονομικές ελευθερίες κίνησης του κεφαλαίου, που καθιέρωσε η Συνθήκη του Μάαστριχτ, ενώ υποχρεώνει τα κράτη - μέλη να ενημερώνουν τα άλλα κράτη - μέλη των οποίων οι επιχειρήσεις τους θίγονται από μία απεργιακή κινητοποίηση, καθώς και την Επιτροπή για τα μέτρα που παίρνουν ή που σκοπεύουν να πάρουν για να σταματήσουν την απεργία, όταν θίγει τις οικονομικές ελευθερίες του κεφαλαίου.

Ετσι, οι απεργίες δεν θα κηρύσσονται παράνομες και καταχρηστικές μόνο από την ταξική Δικαιοσύνη των κρατών - μελών (όπως κατά κανόνα συμβαίνει σε όλες τις χώρες της ΕΕ και στην Ελλάδα), αλλά και από το Ευρωδικαστήριο, που αποκτά τη γενική εποπτεία καταστολής των ταξικών αγώνων της εργατικής τάξης, στο όνομα της επιβολής του δικαίου της ΕΕ, που υπερτερεί του εθνικού δικαίου. Η πρόταση της Επιτροπής για τον «Κανονισμό Μόντι ΙΙ» τελικά αποσύρθηκε, γιατί κρίθηκε ότι οι στόχοι και οι επιδιώξεις τους μπορούν ευκολότερα και με λιγότερες αντιδράσεις να εφαρμοστούν από τα κράτη - μέλη, την εθνική νομοθεσία και το αστικό δικαστικό τους σύστημα.

Η οδηγία «για την απόσπαση των εργαζομένων» ολοκληρώνει τον αντεργατικό κύκλο που περιγράψαμε, καταργώντας ουσιαστικά και τους όποιους ελάχιστους περιορισμούς στις επιχειρήσεις να διαλέγουν για έδρα τους κράτη - μέλη με τσακισμένους μισθούς και εργασιακά δικαιώματα και στη συνέχεια να εφαρμόζουν αυτούς τους άθλιους εργασιακούς και μισθολογικούς όρους στους εργάτες που απασχολούν σε όλες τις άλλες χώρες - μέλη της ΕΕ, ως «αποσπασμένους εργαζόμενους». Τι σημαίνει πρακτικά αυτό; Μισθούς Βουλγαρίας, Ρουμανίας, Πολωνίας, Εσθονίας, Λετονίας ή μάλλον Κίνας και Ινδίας, όπως προβλέπει το «Σύμφωνο για το ευρώ», κατάργηση των ΣΣΕ, χτύπημα του απεργιακού δικαιώματος παντού, σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ, για να διασωθούν και να αυξηθούν τα κέρδη των μονοπωλιακών ομίλων.

Η «τριμερής κοινωνική σύνοδος κορυφής»

Για την επιβολή της άγριας αντιλαϊκής πολιτικής τους, τα ευρωενωσιακά όργανα, οι κυβερνήσεις του κεφαλαίου επιστρατεύουν τους ρεφορμιστές και οπορτουνιστές, την εργατική αριστοκρατία των Ευρωπαϊκών Συνδικάτων - ETUC/CES, τον «κοινωνικό εταιρισμό» και την «ταξική συνεργασία». Ηδη, από τις 14-12-1970, με την Απόφαση 70/532/ΕΟΚ, η τότε ΕΟΚ είχε καθιερώσει τη λεγόμενη «μόνιμη επιτροπή απασχόλησης», ως «το κατάλληλο φόρουμ για τις διαβουλεύσεις με τους κοινωνικούς εταίρους».

Με την απόφαση 2003/174/ΕΚ της 6ης Μάρτη 2003 θεσπίστηκε η «τριμερής κοινωνική σύνοδος κορυφής», που επισημοποίησε τις άτυπες συνεδριάσεις μεταξύ των οργανώσεων των εργοδοτών, της εργατικής αριστοκρατίας και των οργάνων της ΕΕ. Με την ψήφιση στο Ευρωκοινοβούλιο στις 15 Απρίλη 2014, από το μεγάλο συνασπισμό των κομμάτων του κεφαλαίου, της Απόφασης του Συμβουλίου για την «τριμερή σύνοδο κορυφής», η «τριμερής» αποτελεί επίσημο όργανο της ΕΕ, στο οποίο συμμετέχουν ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, η Προεδρία του Συμβουλίου και οι δύο επόμενες Προεδρίες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ένωση των καπιταλιστών, η Συνομοσπονδία Ευρωπαϊκών Επιχειρήσεων «BUSINESSEUROPE» και η Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Συνδικάτων ETUC-CES, όπου συμμετέχει και ο ντόπιος εργοδοτικός - κυβερνητικός συνδικαλισμός, παλιός και νέος, οι πλειοψηφίες της ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ.

Το ευρωενωσιακό αυτό όργανο ταξικής συνεργασίας επεξεργάζεται τις κατευθύνσεις και τις δράσεις που πρέπει να αναπτύξει ο εργοδοτικός - κυβερνητικός συνδικαλισμός σε ευρωενωσιακό και εθνικό επίπεδο με τις αντίστοιχες οργανώσεις της Ευρωπαϊκής Συνομοσπονδίας Συνδικάτων, για τη χειραγώγηση της εργατικής τάξης, την καλλιέργεια του «κοινωνικού εταιρισμού», την παράδοση της εργατικής τάξης στους καπιταλιστές, το χτύπημα του ταξικού εργατικού κινήματος. Δεν είναι τυχαίο ότι το αντεργατικό έκτρωμα, η οδηγία που προαναφέραμε για τους αποσπασμένους εργαζόμενους, αποτέλεσε αντικείμενο και αποτέλεσμα του «τριμερούς κοινωνικού διαλόγου», στο πλαίσιο του αιτήματος της ETUC/CES για ένα «Πρωτόκολλο κοινωνικής προόδου» που να τροποποιεί τη Συνθήκη της ΕΕ, για να συμφωνήσει τελικά με την οργάνωση των κεφαλαιοκρατών BUSINESSEUROPE στην πρόταση που παρουσίασε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Ούτε βέβαια είναι τυχαίο ότι τα συμπεράσματα της πρόσφατης «τριμερούς κοινωνικής συνόδου κορυφής», που πραγματοποιήθηκε πριν την «εαρινή» Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στις 20 Μάρτη 2014, μεταφέρθηκαν αυτούσια στην ΕΓΣΣΕ, που υπογράφηκε από τους εργοδοτικούς και κυβερνητικούς συνδικαλιστές της ΓΣΕΕ και τον ΣΕΒ, η οποία όχι απλά επικυρώνει όλο το οπλοστάσιο των αντεργατικών μέτρων (μειώσεις μισθών, κατάργηση εργασιακών δικαιωμάτων, ΣΣΕ, κατεδάφιση Κοινωνικής Ασφάλισης κ.λπ.) αλλά κλιμακώνει την επίθεση του κεφαλαίου με τη «συγκρότηση δικτύου συνεργασίας» μεταξύ ΓΣΕΕ - ΣΕΒ «στη βάση των παρακάτω θεματικών ενοτήτων: 1. Απασχόληση - Εκπαίδευση - Κατάρτιση 2. Κοινωνική Προστασία 3. Ανταγωνιστικότητα 4. Επιχειρηματικότητα Καινοτομία»3.

Παραπομπές:

1. COM(2012) 130 τελικό

2. Βλ. άρθρο στον «Ρ», 26-2-2012

3. ΕΓΣΣΕ της 26ης Μάρτη 2014, Προοίμιο, σελ. 1


Του Γιώργου ΤΟΥΣΣΑ*
*Ο Γιώργος Τούσσας είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και ευρωβουλευτής του Κόμματος

Μύθοι και πραγματικότητες για την Ερευνα στην Ελλάδα

Το τελευταίο διάστημα, ενόψει και της κατάθεσης στη Βουλή του νέου νόμου για την Ερευνα, τα σχετικά ζητήματα ανεβαίνουν σε ψηλή θέση στην ατζέντα των αστικών επιτελείων, που έχουν πολύ σοβαρούς λόγους να κάνουν κάτι τέτοιο. Οπως είπε στις πρώτες του δηλώσεις και ο νέος πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Ερευνας και Τεχνολογίας, «η αναμόρφωση της Ερευνας και της Τεχνολογίας είναι ένα μέρος του οράματος για την αναγέννηση της χώρας και αν δεν μπορέσουμε να το πετύχουμε, δε θα πετύχει το όραμα για την αναγέννηση της χώρας».

Ανάπτυξη και Ερευνα για ποιον;

Βέβαια, το δικό τους όραμα για «αναγέννηση» αντιστρατεύεται τα συμφέροντα της πλατιάς πλειοψηφίας του λαού και της νεολαίας, των νέων επιστημόνων. Γιατί το ερώτημα που ζητά επιτακτικά απάντηση είναι: Ανάπτυξη για τα μονοπώλια ή ανάπτυξη για το λαό και τις ανάγκες του;

Η διαμόρφωση του θεσμικού πλαισίου για την Ερευνα θεμελιώνεται πάνω σε αυτό το βάθρο. Η κόκκινη γραμμή που το διαπερνά είναι η ενίσχυση της εμπορευματοποίησης της Ερευνας, η ακόμα πιο στενή διασύνδεσή της με τις επιχειρήσεις, που αποτελεί και βασική κατεύθυνση της ευρωενωσιακής στρατηγικής. Σε αυτό, ως από κοινού θιασώτες του ευρωμονόδρομου, συγκυβέρνηση και ΣΥΡΙΖΑ συγκλίνουν, όπως προκύπτει και από τις τοποθετήσεις των καθ' ύλην αρμοδίων:


-- Σε δηλώσεις του1 ο υπουργός Παιδείας είπε χαρακτηριστικά: «Το σημαντικότερο είναι ότι θέλουμε να διαμορφώσουμε (...) ένα θεσμικό πλαίσιο ανάπτυξης διαδραστικών συνεργιών ανάμεσα στους ερευνητικούς οργανισμούς από τη μια πλευρά, στα Ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και στις παραγωγικές δυνάμεις της αγοράς από την άλλη. Ενα θεσμικό πλαίσιο απαλλαγμένο από κάθε είδους περιορισμούς και προσαρμοσμένο στους κανόνες του ελεύθερου ανταγωνισμού ώστε να εναρμονίζεται με το αντίστοιχο ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο».

-- Στην... κριτική που άσκησε στο σχέδιο νόμου η υπεύθυνη του ΣΥΡΙΖΑ για την Ερευνα2, κινούμενη στην ίδια κατεύθυνση με τους παραπάνω, αναφέρει: «Η περιορισμένη έρευνα που διεξάγεται στον ιδιωτικό τομέα και τα χαμηλά επίπεδα καινοτομίας είναι στοιχεία που έχουν να κάνουν με το παραγωγικό μοντέλο της χώρας (...) Τα ερευνητικά κέντρα και ινστιτούτα, τα ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και ο καινοτόμος βιομηχανικός τομέας οφείλουν να έχουν ισόρροπο, διακριτό και συνεργατικό ρόλο». Η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ για την Ερευνα, στο πλαίσιο της «παραγωγικής ανασυγκρότησης», περιλαμβάνει «συνεταιριστικά σχήματα που να δίνουν διέξοδο στην επιχειρηματική δραστηριότητα νέων επιστημόνων» και στηρίζει τη «δημιουργία μικρών και μικρομεσαίων εταιρειών έντασης γνώσης σε τομείς ειδικά όπου η χώρα έχει συγκριτικό πλεονέκτημα».

Γύρω από τα ζητήματα της Ερευνας είναι ευρέως διαδεδομένοι μια σειρά «μύθοι», που συντελούν στο να εγκλωβίζεται η σκέψη στη θεώρηση ως μονόδρομου της χειραγώγησης της Ερευνας από τα στρατηγικά συμφέροντα του κεφαλαίου.

Σε κάποιους τέτοιους «μύθους» θέλουμε να απαντήσουμε, αξιοποιώντας στοιχεία3 του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης για τους «Δείκτες Ερευνας και Ανάπτυξης για δαπάνες και προσωπικό το 2011 στην Ελλάδα». Πρόκειται για τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία και σίγουρα δεν μπορεί να κατηγορηθούν για αλλοίωση από... κομμουνιστικό δάκτυλο!

Μύθοι γύρω από τη χρηματοδότηση

Σύμφωνα με τα στοιχεία, οι δραστηριότητες Ερευνας και Ανάπτυξης (Ε&Α) στην Ελλάδα χρηματοδοτούνται ως εξής:

  • Από το κράτος: 685 εκατ. ευρώ (εκ των οποίων 124,8 εκατ. ευρώ από το ΕΣΠΑ).
  • Από επιχειρήσεις: 455,5 εκατ. ευρώ.
  • Από άλλες εθνικές πηγές (κυρίως ίδιοι πόροι ΑΕΙ και ιδιωτικά μη κερδοσκοπικά ιδρύματα): 45,5 εκατ. ευρώ.
  • Από την ΕΕ: 165,3 εκατ. ευρώ.
  • Από εξωτερικό (πλην ΕΕ): 39,9 εκατ. ευρώ.

Προκύπτουν τα εξής συμπεράσματα:

Α) Είναι μύθος ότι η βασική πηγή χρηματοδότησης της Ερευνας στην Ελλάδα είναι η ΕΕ, αφού ακόμα κι αν συνυπολογίσουμε τα χρήματα από το ΕΣΠΑ, μόλις το 20,85% των συνολικών δαπανών είναι από ευρωπαϊκά κονδύλια. Ακόμα κι αυτά, όμως, προέρχονται κατά κύριο από τη φοροαφαίμαξη του ελληνικού λαού και τη συμμετοχή της Ελλάδας στον προϋπολογισμό της ΕΕ.

Β) Είναι μύθος ότι οι επιχειρήσεις είναι ο φτωχός συγγενής της Ερευνας: Το 33% της χρηματοδότησης προέρχεται από εκεί. Φυσικά, η εκμετάλλευση των αποτελεσμάτων της ερευνητικής δραστηριότητας από τις επιχειρήσεις αφορά πολύ μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας απ' ό,τι η συμμετοχή τους στη χρηματοδότηση της Ερευνας.

Γ) Ο στόχος του ΣΥΡΙΖΑ για «ισόρροπη συμμετοχή» κράτους, επιχειρήσεων και ΕΕ στις δαπάνες για Ε&Α έχει ήδη επιτευχθεί, από τις αστικές κυβερνήσεις από τις οποίες θέλει να παραλάβει τη σκυτάλη, με αποτέλεσμα την κατάσταση που επικρατεί σήμερα.

Μερικοί ακόμα μύθοι για τις επιχειρήσεις

Οι επιχειρήσεις όχι μόνο δεν είναι ο φτωχός συγγενής, αλλά τα στοιχεία αποτυπώνουν βασικές πλευρές της υλοποίησης της αστικής στρατηγικής για την Ερευνα στην Ελλάδα.

Το 34,9% (485,9 εκατ. ευρώ) του συνόλου των δαπανών για Ε&Α πραγματοποιείται στις επιχειρήσεις, το 40,2% στη λεγόμενη «τριτοβάθμια και μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση», το 23,8% στους κρατικούς φορείς (ερευνητικά κέντρα και φορείς εποπτευόμενοι από υπουργεία και κυβερνητικές υπηρεσίες) και το 1% σε μη κερδοσκοπικά ιδρύματα. Είναι, λοιπόν, μύθος ότι η Ερευνα στην Ελλάδα δεν είναι «εξωστρεφής», είναι ξεκομμένη από την «αγορά και την κοινωνία».

Από τα συνολικά 485,9 εκατ. ευρώ που δαπανώνται για Ε&Α στις επιχειρήσεις, τα 382,8 προέρχονται από ίδια κεφάλαια, τα 39,1 από το κράτος και 63 από το εξωτερικό. Ακόμα, οι επιχειρήσεις δαπανούν 21,8 εκατ. ευρώ για δραστηριότητες Ε&Α στον κρατικό τομέα και 50,1 στα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Αυτό είναι το υπόβαθρο του σχεδιασμού για ενίσχυση της συνεργασίας επιχειρήσεων και εκπαιδευτικών ιδρυμάτων στον τομέα Ε&Α.

Τι επιχειρήσεις, όμως, δραστηριοποιούνται για την Ε&Α; Η μερίδα του λέοντος (247,5 εκατ. ευρώ) αφορά επιχειρήσεις με πάνω από 250 εργαζόμενους, 134,1 εκατ. ευρώ είναι σε επιχειρήσεις με έως 49 εργαζόμενους και 104,3 σε επιχειρήσεις με 50 - 249 εργαζόμενους.

Με δεδομένη τη διάρθρωση της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας, τα στοιχεία αυτά βοηθούν να κατανοηθεί καλύτερα ο στόχος για προώθηση της συμμετοχής των μικρομεσαίων επιχειρήσεων4 στην Ερευνα, που αποτελεί κοινό στόχο συγκυβέρνησης, ΣΥΡΙΖΑ και ΕΕ.

Μύθοι για τα επιστημονικά πεδία στα οποία διεξάγεται έρευνα

Τα στοιχεία για τους τομείς που δραστηριοποιούνται αυτές οι επιχειρήσεις απαντάνε και σε άλλους «μύθους» για το αν η Ερευνα είναι προσανατολισμένη στις ανάγκες της (καπιταλιστικής) ανάπτυξης ή σε άγονες και ήσσονος σημασίας θεματικές περιοχές. Στις υπηρεσίες5 είναι το 57,6% του συνόλου των δαπανών Ε&Α των επιχειρήσεων (ενδεικτικά: 102,5 εκατ. ευρώ στο χρηματοπιστωτικό και ασφαλιστικό κλάδο, 66,7 σε τηλεπικοινωνίες και ηλεκτρονικούς υπολογιστές), στη μεταποίηση το 39,2% (ενδεικτικά: 60,3 εκατ. ευρώ στο φάρμακο, 23,1 στην κατασκευή ηλεκτρονικών υπολογιστών και σχετικών εξαρτημάτων, 16,9 στα τρόφιμα - ποτά) και σε άλλους τομείς το 3,2%.

Η στενή αλληλοσύνδεση των ερευνητικών προτεραιοτήτων με την εξέλιξη του σχεδιασμού για την ανάπτυξη της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας είναι πρόδηλη.

Ενας άλλος «μύθος» εμφανίζει ως παθογένεια του ελληνικού ερευνητικού συστήματος την έμφαση στη λεγόμενη βασική έρευνα. Ομως, μόλις το 29,7% των δαπανών συνολικά από το κράτος, τα εκπαιδευτικά ιδρύματα και τις επιχειρήσεις αφορά τη βασική έρευνα, ενώ το υπόλοιπο 70,3% αφορά την εφαρμοσμένη έρευνα (41%) και την πειραματική ανάπτυξη (29,3%). Το βάρος για τη βασική έρευνα, που αποτελεί και υπόβαθρο για μελλοντικές εφαρμογές, σηκώνουν κατά κύριο λόγο (92,5%) ο κρατικός τομέας και τα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Στην εφαρμοσμένη έρευνα, οι ίδιοι τομείς συνεισφέρουν κατά 65,4%, ενώ στην πειραματική ανάπτυξη τα ηνία παίρνουν απευθείας οι επιχειρήσεις (65,7%).

Από τους μύθους στην πραγματικότητα

Τα στοιχεία αποδεικνύουν ότι ο σχεδιασμός για ακόμα βαθύτερη διασύνδεση των επιχειρηματικών ομίλων με την ερευνητική παραγωγή δεν ξεκινά από το μηδέν. Οι στόχοι που υπηρετεί και ο νέος νόμος αποτελούν κρίκο σε μια αλυσίδα πλήρως εναρμονισμένη με τη στρατηγική του κεφαλαίου. Στο χώρο της Ερευνας προωθούνται η παραπέρα συγκέντρωση και ο έλεγχος στο επίπεδο των ερευνητικών φορέων, αλλά και του ερευνητικού δυναμικού, με ταυτόχρονη αναδιάρθρωση του ερευνητικού ιστού για την αποτελεσματικότερη προς τους σκοπούς τους συνεργασία πανεπιστημίων, ερευνητικών κέντρων και επιχειρήσεων.

Για το ΚΚΕ είναι επιβεβλημένη η απόρριψη συνολικά της αστικής στρατηγικής και του προσανατολισμού της ΕΕ για την Ερευνα. Χρειάζεται να μπει άλλη πυξίδα στην ανάπτυξη της Ερευνας, που να δένεται με τον άλλο δρόμο ανάπτυξης που έχει ανάγκη ο λαός μας.

Είναι απαίτηση των καιρών όσοι εγκλωβίζονται στα δεσμά της επιχειρηματικής λειτουργίας και θέλουν να απελευθερώσουν τις δυνατότητες της ερευνητικής δουλειάς, ιδιαίτερα οι νέοι ερευνητές και ερευνήτριες, να συναντηθούν με το ταξικό εργατικό κίνημα, να συνδράμουν την αναγκαιότητα της Λαϊκής Συμμαχίας, να συμπορευτούν με το ΚΚΕ, να το ενισχύσουν παντού, με ενιαίο κριτήριο τοποθέτησης και ψήφου.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

1. Στην παρουσίαση της νέας σύνθεσης του ΕΣΕΤ στις 5/3/2014.

2. «Αυγή», 19/1/2014.

3. Τα στοιχεία παρατίθενται με δεδομένες τις ενστάσεις μας για ζητήματα που αφορούν ορισμούς και κατηγοριοποιήσεις της αστικής στατιστικής (π.χ. βασική και μη έρευνα, κατάταξη κλάδων οικονομικής δραστηριότητας κ.ά.).

4. Η ΕΕ ορίζει ως μεσαία την επιχείρηση που απασχολεί μέχρι 250 εργαζόμενους, με κύκλο εργασιών μέχρι 50 εκατ. ευρώ ή συνολικό ετήσιο ισολογισμό μέχρι 43 εκατ. ευρώ και ως μικρή την επιχείρηση μέχρι 50 εργαζομένους και κύκλο εργασιών ή συνολικό ετήσιο ισολογισμό μέχρι 10 εκατ. ευρώ.

5. Η αστική στατιστική κατατάσσει εσφαλμένα στις υπηρεσίες τους βιομηχανικούς κλάδους της τηλεπικοινωνίας και των μεταφορών.


Του
Δημήτρη ΚΟΙΛΑΚΟΥ*
*Ο Δημήτρης Κοιλάκος είναι μέλος του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του ΚΚΕ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ