Επανεκδίδεται σε καλόγουστη τυπογραφική εμφάνιση από τη «Σύγχρονη Εποχή»
Ο Φώντας Λάδης, φωτογραφημένος σε ένα από τα αγαπημένα του τοπόσημα του παλιού ιστού της πόλης (φωτ.: N. Djavanshir) |
Και καθώς το πάθος του, που έρχεται κατευθείαν από την καρδιά, είναι το γράψιμο, μπαίνει ως δημοσιογράφος στον ημερήσιο αριστερό Τύπο. Ως ποιητής εκφράζει - συμμετέχοντας στις συναυλίες του Μίκη Θεοδωράκη - τη δύσκολη πολιτικά και κοινωνικά δεκαετία του '60.
Πίσω από τον φανατικό για γράμματα νέο ακούγεται η αναπνοή του υποστηρικτικού πατέρα, του προοδευτικού δημοτικιστή φιλόλογου - γυμνασιάρχη Θόδωρου Λάδη.
Η οφειλή του γιου προς τον γεννήτορα και προστάτη του μετουσιώνεται στην αφιέρωση της - σε 15 μέρη - ποιητικής σύνθεσης «Μικρές σημαίες»:«Στον πατέρα μου». Επανεκδίδεται μετά από 52 χρόνια, με εξώφυλλο και σχέδια της Μαριάννας Τσαγκάρη, από τη «Σύγχρονη Εποχή».
Μια έκδοση - κομψοτέχνημα, κάτι που οφείλεται στη συνολική τυπογραφική εμφάνισή της: Μεγάλο σχήμα, με εξώφυλλο σαν να αιωρείται, φιλική στο μάτι γραμματοσειρά και με πρωτότυπη εικαστική παρέμβαση σε κάθε σελίδα, που σχολιάζει αφαιρετικά το περιεχόμενο των στίχων.
Το εξώφυλλο και ένα δισέλιδο από το εσωτερικό της ποιητικής σύνθεσης «Μικρές σημαίες», με τον εικαστικό σχεδιασμό της Μαριάννας Τσαγκάρη |
Με την υπογραφή της Ντίνας Καραχάλιου, ο φωταυγής κύκλος διακοσμεί τα ποιήματα με τους αριθμούς 1 και 11, ενώ «μετασχηματίζεται» στο εξώφυλλο σε υφασμάτινη σημαία, στηριγμένη πάνω σε ένα κλαδάκι ανθοφορίας. Γραμμένα με το χέρι τα στοιχεία του - σε σχήμα τσέπης - βιβλίου: «Φώντας Λάδης. Μικρές σημαίες. Ποίηση. Αθήνα '74».
Αποσπάσματα του πολυμερούς ποιήματος δημοσιεύει γενναιόδωρα ο Γιώργος Βαλέτας (1907 - 1989), φιλόλογος και ερευνητής της νεοελληνικής λογοτεχνίας, και προδημοσιεύονται στο περιοδικό του, «Αιολικά Γράμματα. Δίμηνη Επιθεώρηση της Λεσβιακής Τέχνης» (τεύχος 16, Ιούλιος - Αύγουστος 1973).
Ωστόσο, πρέπει να επιστρέψουμε στην προηγούμενη δεκαετία της κυκλοφορίας του βιβλιακού σώματος, γιατί τότε κυοφορείται και ολοκληρώνεται το σύνθεμα. Η ροή του είναι στην πλειονότητά του αφηγηματική, εκτός από ελάχιστα μέρη που με στοχασμό μάς ζητούν να αντιμετωπίσουμε το κατά βάση επικό υλικό, κουρδισμένο με συγχορδίες λυρισμού.
Τα ποιήματα αρχίζουν να γράφονται μέσα στο καλοκαίρι του 1966 και ολοκληρώνονται τον Φλεβάρη του 1967. Εχει προηγηθεί η σύλληψη της στιχουργικής ενότητας «Γράμματα από τη Γερμανία», τον Μάρτη της ίδιας χρονιάς, και μέσα σε έναν μήνα, τον Απρίλη, τους δίνει μουσική ο Μίκης Θεοδωράκης.
Το εξώφυλλο και ένα δισέλιδο από το εσωτερικό της ποιητικής σύνθεσης «Μικρές σημαίες», με τον εικαστικό σχεδιασμό της Μαριάννας Τσαγκάρη |
Ζητάμε από τον ίδιο τον δημιουργό να σχολιάσει τι τον παρακίνησε να υψώσει τις δικές του «μικρές σημαίες» αντίστασης: «Ενώ όλα τα τεκμήρια δείχνουν ότι πηγαίνουμε για δικτατορία, η Αριστερά επαναπαύεται, χωρίς να παίρνει τα κατάλληλα μέτρα προφύλαξης. Μέσα σ' αυτό το γενικό δημιουργικό κλίμα, αισθάνομαι την ανάγκη να εκφράσω τα πιστεύω μου, τους συνεχείς αγώνες του λαού μας και ειδικά της νέας γενιάς, όχι μόνο της δικής μου, αλλά της κάθε εποχής».
Τα 15 μέρη γράφονται στην Αθήνα και στη λουτρόπολη των Μεθάνων, όπου διαμένει, για ένα δεκαπενθήμερο, μετά από παρότρυνση του πατέρα Λάδη, ο οποίος παρέχει στον γιο του φτηνή διαμονή μα προπαντός αυτοσυγκέντρωση και ψυχική ηρεμία, για να λειτουργήσει η ποιητική των πραγμάτων μεταμόρφωση.
Το δημοτικό τραγούδι, με τα δίστιχα και το μέτρο του δεκαπεντασύλλαβου, η φωνή του ανώνυμου λαού, όπως και κατά τη διάρκεια της Εθνικής Αντίστασης επανέρχεται στο εργαστήρι του τότε νεαρού ποιητή, ο οποίος αποπειράται να γράψει ένα φιλόδοξο ποίημα, στα χνάρια που προσδοκά το «Αξιον Εστί» του Οδυσσέα Ελύτη.
Επιθυμία του είναι να μπολιάσει το ήθος του αυθόρμητου, απαίδευτου αοιδού - κάτι που τελικά το καταφέρνει - με τον ανασασμό των κοινωνικών αγώνων, αλλά και να ενσωματώσει στο δικό του δημιούργημα στοιχεία από τις αναζητήσεις της νεότητάς του, που είχαν σχέση με τη λειτουργία του σύμπαντος. Η ερμηνεία που δίνει ο δημιουργός: «Αντανακλά τα διαβάσματα εκείνων των καιρών και αποτυπώνει ποιητικά τις φιλοσοφικές απόψεις για τον ιστορικό και διαλεκτικό υλισμό».
Το εξώφυλλο και ένα δισέλιδο από το εσωτερικό της ποιητικής σύνθεσης «Μικρές σημαίες», με τον εικαστικό σχεδιασμό της Μαριάννας Τσαγκάρη |
«Κύμα, πότε κόπηκες από το γρανίτη του νερού; / Δες αμμουδιές άγριες, εχθρικές, / μελαχρινά αγόρια με τα πόδια στο νερό, / ακτές φιλικές, στο χρώμα του γυμνού πορτοκαλιού. / Ασε τα λιμάνια. / Κάψου στις απελπισμένες προελάσεις των ωκεανών / δες τον ουρανό / κι αφήσου στη δίνη / να σε πάει ως το νερό βυθό / και πάλι να σε φέρει».
Οι «Μικρές σημαίες» μεταφορικά μιλώντας είναι ποιήματα ορθοστασίας μπροστά στα επινοημένα προσκόμματα που σκηνοθετεί το σύστημα. Είναι μαθήματα της αλύγιστης συνείδησης, παιδευτικά μαθήματα για τις κομμουνίστριες και τους κομμουνιστές. Γι' αυτές και γι' αυτούς που το νόημα των στίχων δεν εγκιβωτίζεται σε εσωστρεφείς ασκήσεις λεκτικού ύφους. Ας τον ακούσουμε: «Η διαδήλωση. Ο φόβος, το πρώτο δίλημμα. / Το μαστίγωμα. Ο πόνος, η πρόφαση. / Το απόσπασμα. Η απόφαση. / Ορθιοι!».
Στο τελευταίο δίστιχο, με το οποίο κλείνει το έργο, ο ποιητής ζητάει το απόλυτο του ηθικού βίου μπροστά στο λαϊκό δικαστήριο: «Θα δικάσω τους ποιητές, γιατί νόθεψαν τα ποτάμια τους / Θα δικάσω τους επαναστάτες, / γιατί πολύ τσακίστηκαν και μείναμε στα τρίστρατα».
Το εξώφυλλο του περιοδικού «Αιολικά Γράμματα» και η πρώτη σελίδα της προδημοσίευσης των ποιημάτων από τον Γιώργο Βαλέτα |
Το εξώφυλλο του περιοδικού «Αιολικά Γράμματα» και η πρώτη σελίδα της προδημοσίευσης των ποιημάτων από τον Γιώργο Βαλέτα |
Η πρώτη έκδοση, τον Δεκέμβρη του 1973, με σχέδια της Ντίνας Καραχάλιου |