Τον Ιούλη του 1992, η Συνθήκη εγκρίθηκε από το ελληνικό Κοινοβούλιο με τις ψήφους της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΝ. Φιλελεύθεροι, σοσιαλδημοκράτες κάθε μορφής στην υπηρεσία της στρατηγικής του κεφαλαίου κατά του λαού.
Το ΚΚΕ ήταν το μόνο κόμμα που καταψήφισε στη Βουλή την αντιλαϊκή Συνθήκη, απαιτώντας να γίνει δημοψήφισμα, που πεισματικά αρνήθηκαν όλα τα αστικά κόμματα. Η ομοφωνία των αστικών κομμάτων απηχούσε την ομόθυμη στάση της ελληνικής αστικής τάξης, που έβλεπε στη Συνθήκη την ισχυροποίηση του πιο ισχυρού τμήματός της, μέσω της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς, καθώς βέβαια και τη θωράκιση της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας της.
Η χρονική στιγμή της υπογραφής της δεν ήταν τυχαία. Οι αστικές τάξεις της Ευρώπης επιδίωκαν να επωφεληθούν από τις νωπές αντεπαναστατικές ανατροπές στη Σοβιετική Ενωση και στις άλλες χώρες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, προκειμένου να καταφέρουν ισχυρό και ενιαίο χτύπημα στην εργατική τάξη και το κίνημά της και να ισχυροποιήσουν τις θέσεις τους, μπροστά στον νέο κύκλο σφοδρών ανταγωνισμών και αντιπαράθεσης ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά κέντρα και τις ισχυρές καπιταλιστικές χώρες, για το μοίρασμα των νέων αγορών στην Ευρώπη και παγκόσμια.
Η Συνθήκη του Μάαστριχτ σηματοδότησε τη στενότερη διακρατική ένωση του κεφαλαίου σε οικονομικό, πολιτικό, αλλά και στρατιωτικό επίπεδο. Στην ίδια τη Συνθήκη καθοριζόταν ως θεμελιώδης στόχος ύπαρξης και δράσης της ΕΕ η ανάπτυξη μιας «ανταγωνιστικής κοινωνικής οικονομίας της ελεύθερης αγοράς, με ελεύθερο και ανόθευτο ανταγωνισμό».
Για την προώθηση της ενιαίας καπιταλιστικής εσωτερικής αγοράς της ΕΕ θεσμοθετήθηκαν οι περιβόητες «τέσσερις ελευθερίες»: Κίνησης κεφαλαίων, εμπορευμάτων, υπηρεσιών και εργαζομένων. Τέθηκε ως βασικός πυλώνας η Οικονομική και Νομισματική Ενωση (ΟΝΕ), ο συντονισμός των δημοσιονομικών και νομισματικών πολιτικών των κρατών - μελών, προκειμένου να θωρακιστεί το ενιαίο νόμισμα στην παγκόσμια αγορά. Οι άλλοι δύο αντιλαϊκοί πυλώνες της Συνθήκης του Μάαστριχτ ήταν: «Η Αστυνομική και Δικαστική συνεργασία» (στην πορεία «Χώρος Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης») για τη δημιουργία νέων και την ενίσχυση των υπαρχόντων κατασταλτικών μηχανισμών, την αστυνομική και δικαστική συνεργασία, την ένταση του αντικομμουνισμού, την κοινή κατασταλτική πολιτική ενάντια σε μετανάστες και πρόσφυγες, η «Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτικής Ασφάλειας» (ΚΕΠΠΑ), που στην πορεία απέκτησε και τον στρατιωτικό, επιχειρησιακό της μηχανισμό για τη συμμετοχή σε ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις. Αντιδραστική μετεξέλιξη της Συνθήκης του Μάαστριχτ αποτέλεσε η Συνθήκη της Λισαβόνας, το 2009.
Το ΚΚΕ από την πρώτη στιγμή αντέκρουσε τον μύθο της «σύγκλισης» των οικονομιών, που προπαγάνδιζαν τότε τα αστικά κόμματα, αποκαλύπτοντας ότι κάτι τέτοιο είναι αδύνατο στις συνθήκες του καπιταλισμού και της δράσης του νόμου της ανισόμετρης ανάπτυξης. Εδωσε και δίνει καθημερινά μάχη στο εργατικό - λαϊκό κίνημα, στη Βουλή και την Ευρωβουλή, για την αποκάλυψη του αντιλαϊκού χαρακτήρα της λυκοσυμμαχίας της ΕΕ. Οι προειδοποιήσεις και η δράση του ΚΚΕ όλα αυτά τα χρόνια, κόντρα στις αυταπάτες που καλλιεργούσαν τα αστικά κόμματα ότι «θα τρώμε με χρυσά κουτάλια», για μια «μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια» και «προστασία» από την επιθετικότητα της αστικής τάξης της Τουρκίας, βοήθησαν το εργατικό - λαϊκό κίνημα να βάλει εμπόδια στις αντιλαϊκές πολιτικές που εκπορεύονται από την ΕΕ.
Από την υπογραφή της Συνθήκης του Μάαστριχτ |
Οι υποσχέσεις για «Ευρώπη της σύγκλισης» διαψεύστηκαν. Αποδείχτηκε ότι διευρύνεται το χάσμα ακόμα και μέσα στον ηγετικό πυρήνα της Ευρωζώνης προς όφελος της Γερμανίας. Αυξάνεται η ανισόμετρη ανάπτυξη των κρατών - μελών. Οξύνονται οι ανταγωνισμοί που δυναμώνουν και τις αποσχιστικές τάσεις. Δυναμώνουν οι φυγόκεντρες δυνάμεις, με κορυφαίο παράδειγμα το Brexit. Οι αντιθέσεις συμφερόντων ανάμεσα στις αστικές τάξεις των κρατών εκφράζονται με τη διαπάλη σε όλα τα βασικά ζητήματα, από τη δημοσιονομική πολιτική μέχρι το Προσφυγικό. Ομως, όλες οι διαφορετικές αστικές προτάσεις είναι εχθρικές για τους λαούς. Ολες απαιτούν θυσίες στο βωμό της κερδοφορίας του κεφαλαίου.
Η εργατική τάξη είδε τα εργασιακά και κοινωνικά της δικαιώματα να σαρώνονται, το εισόδημά της να βρίσκεται σε επίπεδα χαμηλότερα απ' το 2008, να κυριαρχούν οι κάθε είδους «ελαστικές» εργασιακές σχέσεις, να αυξάνονται ακόμα και στα 70 χρόνια τα ηλικιακά όρια συνταξιοδότησης με συντάξεις πείνας.
Τα όνειρα της νεολαίας συντρίβονται στην εργασιακή περιπλάνηση και την αβεβαιότητα, στις ελαστικές μορφές δουλειάς χωρίς δικαιώματα. Η μόρφωση αντικαταστάθηκε από καταρτίσεις και δεξιότητες μιας χρήσης, ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες των επιχειρήσεων. Η ΕΕ των δεκάδων εκατομμυρίων ανέργων, των 113 εκατομμυρίων που ζουν στο όριο ή κάτω από το όριο της φτώχειας, αποτελεί πραγματικό εφιάλτη για τους νέους των λαϊκών στρωμάτων.
Οι γυναίκες των εργατικών - λαϊκών στρωμάτων βιώνουν στο απόγειο τη διπλή καταπίεση, θύματα των πιο επισφαλών και κακοπληρωμένων μορφών εργασίας, χωρίς τις αναγκαίες υποδομές Πρόνοιας, με τη μητρότητα να στιγματίζεται ως «μειονέκτημα» στην αγορά εργασίας. Ο στρατηγικός στόχος της ΕΕ είναι η αύξηση της γυναικείας συμμετοχής στην κοινωνική εργασία, κυρίως ως μισθωτές, καθώς οι ανισοτιμίες και διακρίσεις σε βάρος των γυναικών γίνονται πηγή πρόσθετου κέρδους, μέσο γενικότερης μείωσης μισθών αλλά και πολιτικής χειραγώγησης. Αυτός ο στόχος προωθείται μέσα από τις αντιδραστικές κατευθύνσεις της «συμφιλίωσης επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής» και των «ίσων ευκαιριών», με επέκταση των ευέλικτων εργασιακών σχέσεων. Για αυτό σήμερα η λεγόμενη Ισότητα των Φύλων, ως οδοστρωτήρας των εργασιακών, ασφαλιστικών, κοινωνικών δικαιωμάτων των γυναικών, προβάλλεται ως βασικό συστατικό της ευρωενωσιακής πολιτικής.
Η Κοινή Αγροτική Πολιτική της ΕΕ στοχεύει στη συγκέντρωση της γης και της παραγωγής σε λίγα χέρια. Μειώνει το εισόδημα των μικρών αγροτών και κτηνοτρόφων. Αυξάνει το κόστος παραγωγής. Οδηγεί σε ξεκλήρισμα χιλιάδες αγροτικά νοικοκυριά. Η συντριπτική πλειοψηφία των κοινοτικών ενισχύσεων κατευθύνεται στους μεγαλοαγρότες και τους αγροτοβιομήχανους.
Οι αυτοαπασχολούμενοι και οι μικροί επαγγελματίες της πόλης βιώνουν τα χρέη, την υψηλή φορολογία, την έλλειψη ελεύθερου χρόνου, την αδυναμία συνταξιοδότησης και ασφαλιστικής κάλυψης κ.ά. Ενα τμήμα τους αντικειμενικά οδηγείται στο λουκέτο, την ώρα που τα προγράμματα χρηματοδότησης της ΕΕ στηρίζουν κυρίως τους μεγάλους ομίλους.
Τα δημόσια συστήματα Υγείας καταρρέουν από τις τεράστιες ελλείψεις, όπως αποδεικνύει η πανδημία, ακόμη και στις ισχυρότερες καπιταλιστικές χώρες της ΕΕ, για να θησαυρίζουν οι ιδιωτικοί όμιλοι του κλάδου και οι φαρμακοβιομηχανίες που ελέγχουν τα εμβόλια και τα τεστ. Το ίδιο συμβαίνει με τις δομές Πρόνοιας και τα δημόσια εκπαιδευτικά συστήματα σε όλα τα κράτη - μέλη.
Ζωτικά αγαθά για τον λαό, όπως το ηλεκτρικό ρεύμα, τα καύσιμα, το νερό, οι τηλεπικοινωνίες, έχουν μετατραπεί εδώ και δεκαετίες σε πανάκριβα, απλησίαστα εμπορεύματα για τα λαϊκά στρώματα. Η επαρκής, υγιεινή στέγαση αποτελεί «πολυτέλεια» για εκατομμύρια ανθρώπους στην Ευρώπη.
Η «Στρατηγική πυξίδα» και η λεγόμενη «Παγκόσμια Πύλη» της ΕΕ, που αναμένεται να επικυρωθούν στη διάρκεια της γαλλικής προεδρίας, θα σημάνουν ένταση της στρατιωτικοποίησης της ΕΕ, νέο κύκλο δολοφονικών ιμπεριαλιστικών επεμβάσεών της, μαζί με τη διείσδυση κεφαλαίων σε τρίτες χώρες σε όλο τον πλανήτη.
Η ΕΕ αντιμετωπίζει τους ξεριζωμένους και κατατρεγμένους από την ιμπεριαλιστική πολιτική και τους πολέμους της με την ωμή καταστολή και τη λογική της «στρόφιγγας» για το πάμφθηνο εργατικό δυναμικό που έχει ανάγκη το κεφάλαιο. Οσοι δυστυχισμένοι πρόσφυγες καταφέρνουν να επιβιώσουν απ' τον υγρό τάφο, στον οποίο ΕΕ και κυβερνήσεις της, με πρωταγωνιστή τις διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις, έχουν μετατρέψει τη Μεσόγειο, φυλακίζονται σε υπερδομές κράτησης, απελαύνονται ή επαναπροωθούνται από τις κυβερνήσεις, τόσο του ΣΥΡΙΖΑ πριν, όσο και της ΝΔ σήμερα.
Σήμερα οι λαοί βρίσκονται μπροστά σ' έναν νέο γύρο αντεργατικής - αντιλαϊκής επίθεσης, ενορχηστρωμένο από τους καπιταλιστές, τις κυβερνήσεις τους και την ένωσή τους, την ΕΕ. Το μεγάλο βάθος εκδήλωσης της κρίσης, η ανισόμετρη εκδήλωση των συνεπειών της στα κράτη - μέλη, η συρρίκνωση της παραγωγής και η μείωση των ιδιωτικών επενδύσεων, οι προβλέψεις για αδυναμία γρήγορης επιστροφής στα προ κρίσης επίπεδα και η ένταση του ανταγωνισμού με τις ΗΠΑ και την Κίνα επιτάχυναν τη λήψη αποφάσεων για μια μεγάλη κρατική παρέμβαση σε όλα τα κράτη - μέλη.
Οι λαοί πληρώνουν την ΕΕ και τη στρατηγική της πολύ ακριβά. Η δήθεν «πράσινη» οικονομία εκτίναξε τις τιμές της Ενέργειας στα ύψη. Η ακρίβεια εξανεμίζει το εργατικό - λαϊκό εισόδημα, η «ενεργειακή φτώχεια» θερίζει τους εργαζόμενους και οι «πράσινες» κατευθύνσεις καταστρέφουν και υποβαθμίζουν το περιβάλλον, φορτώνοντας την «ατομική ευθύνη» στον λαό, βγάζοντας «λάδι» τα μονοπώλια και τον πραγματικό ένοχο, το καπιταλιστικό σύστημα.
Σε όλα τα κράτη - μέλη της ΕΕ, η δικτατορία του κεφαλαίου ακυρώνει τις τεράστιες δυνατότητες ικανοποίησης των σύγχρονων λαϊκών αναγκών που προσφέρουν η «ψηφιακή μετάβαση» και η χρήση της «τεχνητής νοημοσύνης». Στα χέρια των μονοπωλιακών ομίλων αυτές οι δυνατότητες αξιοποιούνται για την αύξηση της εκμετάλλευσης όσων εργάζονται και το ψηφιακό φακέλωμα, ενώ αυξάνονται οι ουρές των ανέργων. Αυτό δείχνει ότι είναι υπερώριμη ανάγκη ο σχεδιασμός και η αξιοποίηση των νέων επιστημονικών και τεχνολογικών επιτευγμάτων να περάσει στα χέρια της εργατικής εξουσίας. Κάτω από την ευρωενωσιακή πολιτική για άκρατη εμπορευματοποίηση του πολιτισμού και ασφυκτική πρόσδεσή του στα συμφέροντα του κεφαλαίου στον τουρισμό, στην «ψηφιακή οικονομία» και άλλους οικονομικούς τομείς, συντρίβονται τα δικαιώματα των λαών της Ευρώπης για πολιτιστική ανάπτυξη, πνευματική καλλιέργεια και επαφή με τα πρωτοπόρα καλλιτεχνικά επιτεύγματα της ανθρωπότητας.
Η ΕΕ εκτός των άλλων αξιοποιεί και την πολιτική της στον τομέα του Πολιτισμού για τη διασφάλιση της «κοινωνικής συνοχής» και της καπιταλιστικής ανθεκτικότητας, μέσα από την προώθηση των κίβδηλων αστικών αξιών περί «Ευρωπαϊκής ιδέας και ταυτότητας», «δημοκρατίας», «κράτους δικαίου», «πλουραλισμού», «ισότητας των φύλων», «σεβασμού στη διαφορετικότητα και στα ανθρώπινα δικαιώματα», καταπολέμησης του «ολοκληρωτισμού», εξίσωσης του φασισμού με τον κομμουνισμό.
Οι λαοί διαθέτουν σήμερα την εμπειρία και μπορούν να βγάλουν σοβαρά πολιτικά συμπεράσματα. Είτε σε περιόδους καπιταλιστικής ανάπτυξης, είτε σε περιόδους καπιταλιστικής κρίσης η ζωή των εργαζομένων χειροτέρεψε. Κονδύλια και παχυλές επιδοτήσεις δεν περισσεύουν για τη δημόσια Υγεία, την Πρόνοια, τις κοινωνικές δαπάνες, τη δημόσια Εκπαίδευση, τις αποζημιώσεις πληγέντων από φυσικές καταστροφές, γιατί πάνε στις τσέπες των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων. Αυτό είναι το επιζήμιο για τον λαό κριτήριο του «κόστους - οφέλους» για το κεφάλαιο της λυκοσυμμαχίας της ΕΕ. Ο,τι δεν αποφέρει κέρδος αποτελεί «μη επιλέξιμη δαπάνη» για τα χρηματοδοτικά εργαλεία της.
Το ΚΚΕ καλεί την εργατική τάξη, τους βιοπαλαιστές αγρότες, τους αυτοαπασχολούμενους της πόλης, τη νεολαία και τις γυναίκες αυτών των κοινωνικών δυνάμεων σε αγωνιστική συμπόρευση, για να δυναμώσει η πάλη για τις δικές τους ανάγκες, να χτιστεί μια ισχυρή κοινωνική συμμαχία ενάντια στον πραγματικό αντίπαλο, τα μονοπώλια και τον καπιταλισμό, την αντιλαϊκή πολιτική των αστικών κυβερνήσεων και κομμάτων.
Ο λαός μας, οι λαοί της Ευρώπης, των κρατών - μελών της ΕΕ δεν αξίζουν τέτοια χαμοζωή. Η ίδια η πραγματικότητα αποδεικνύει ότι η ΕΕ δεν μπορεί να αλλάξει υπέρ των λαών, να μετατραπεί σε «Ευρώπη των εργαζομένων».
Υπάρχει άλλος δρόμος. Δεν είναι μοιραίο να αυξάνει καθημερινά η απόσταση, η ψαλίδα ανάμεσα στις σύγχρονες τεχνολογικές και επιστημονικές δυνατότητες για τη διασφάλιση της κοινωνικής ευημερίας και στη σημερινή κατάσταση της σχετικής και απόλυτης εξαθλίωσης, της ανασφάλειας που βιώνουν οι μισθωτοί, οι αυτοαπασχολούμενοι, οι άνεργοι, οι συνταξιούχοι. Ο λαός μπορεί να κάνει παρελθόν τη φτώχεια, την ανεργία, το βάσανο της αβεβαιότητας για το αύριο. Με την εξουσία και την οικονομία στα δικά του χέρια, με κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και κεντρικό σχεδιασμό, με αποδέσμευση της χώρας από τις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, από κάθε ιμπεριαλιστική ένωση. Μόνο έτσι μπορεί να χτιστεί μια Ευρώπη της φιλίας, της αλληλεγγύης, της αμοιβαία επωφελούς συνεργασίας ανάμεσα στους λαούς. Ο σοσιαλισμός είναι η απάντηση για τα οξυμένα λαϊκά προβλήματα τον 21ο αιώνα.
ΑΘΗΝΑ 12/2/2022
ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΗΣ ΚΕ ΤΟΥ ΚΚΕ
Μια αποκαλυπτική αναδρομή στα πρώτα χρόνια μετά την ψήφιση της Συνθήκης από ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και Συνασπισμό
Διαμαρτυρία των ΕΒΕ της Αθήνας το 1995 για τα λεγόμενα «αντικειμενικά κριτήρια» στη φορολόγησή τους |
«Το κόστος της "σύγκλισης" πέφτει στις πλάτες του λαού, συνθλίβονται τα δικαιώματά του, υπονομεύονται τα συμφέροντά του και τα συμφέροντα της χώρας. Οι αντιθέσεις θα οξυνθούν. Θα την πληρώσει όχι μόνο η εργατική τάξη αλλά και τα μεσαία στρώματα και η μικρομεσαία αγροτιά. Θα προκύψουν νέες ζώνες και στρώματα φτώχειας, δυσμενείς ανατροπές στις εργασιακές σχέσεις με αποτέλεσμα τη συνολική επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου, της ποιότητας ζωής...».
«Η "Ενωμένη Ευρώπη" του Μάαστριχτ με ενιαία οικονομική και νομισματική πολιτική, με κοινή εξωτερική πολιτική και άμυνα, ανταποκρίνεται μόνο στην επιδίωξη των ισχυρών ευρωπαϊκών μονοπωλιακών κύκλων να επιβληθούν ως ένας ισχυρός ιμπεριαλιστικός πόλος στις παγκόσμιες οικονομικές εξελίξεις, σε βάρος των εργαζομένων...».
Τα παραπάνω είναι ορισμένα μόνο αποσπάσματα από τα υλικά της Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης του ΚΚΕ «Για την ΕΟΚ και την Καπιταλιστική Ευρωπαϊκή Ενοποίηση», που πραγματοποιήθηκε τον Απρίλη του 1993, οπότε συμπληρώνονταν 11 χρόνια από την ένταξη της χώρας μας στην τότε ΕΟΚ και ένας περίπου χρόνος απ' την κύρωση στην ελληνική Βουλή της Συνθήκης του Μάαστριχτ, με τις ψήφους της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΝ (ΣΥΡΙΖΑ).
Μεγάλη απεργιακή κινητοποίηση των οικοδόμων το 1994, όταν οι συνέπειες από την «πορεία ολοκλήρωσης» της ΕΟΚ - ΕΕ γίνονταν ήδη ορατές |
Αυτές άλλωστε φάνηκαν με το «καλημέρα». Ενόψει της προετοιμασίας για την υλοποίηση της Ενιαίας Εσωτερικής Αγοράς από 1η Γενάρη 1995, η τότε κυβέρνηση έβαλε σε εφαρμογή το πρώτο τριετές πρόγραμμα λιτότητας 1990 - 1992, επιβεβαιώνοντας με τον πιο αποκαλυπτικό τρόπο ότι τα «μνημόνια» της ΕΕ ήταν διαρκείας από γεννησιμιού της.
Στο «πρόγραμμα προσαρμογής» της ελληνικής οικονομίας, που είχε επεξεργαστεί το τότε υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, περιλαμβάνονταν σκληρά αντεργατικά μέτρα όπως ήταν η μείωση της απασχόλησης στον δημόσιο τομέα κατά 10% μέχρι τέλος του 1993, δηλαδή απολύσεις 52.000 εργαζομένων.
Στη Γενική Συνέλευση του ΣΕΒ ο τότε υπουργός Εθνικής Οικονομίας Στ. Μάνος δήλωνε για τους στόχους του Μάαστριχτ ότι «το σημαντικότερο που πρέπει να διασφαλισθεί είναι μια πενταετής δέσμευση για τους μισθούς στον δημόσιο τομέα»! Οι ίδιοι οι βιομήχανοι απαιτούν περισσότερη λιτότητα και «ολοκλήρωση της απελευθέρωσης όλων των αγορών» κυρίως στα ζητήματα της αγοράς εργασίας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι εκείνη την περίοδο, που κύμα ανατιμήσεων κατέτρωγε το λαϊκό εισόδημα, οι βιομηχανικές επιχειρήσεις αύξαναν τα κέρδη τους εντυπωσιακά. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με στοιχεία της εποχής, 380 βιομηχανίες είχαν αύξηση κερδών το 1991 έναντι του 1990 κατά 35%, ενώ οι δέκα πρώτες είδαν τα κέρδη τους να αυξάνονται κατά 68,6%!
Πλάτη στην πολιτική που τσάκιζε τον λαό έβαλε αποφασιστικά το ΠΑΣΟΚ. Στην «Προγραμματική Πρόταση - Κατευθυντήριες Γραμμές» τον Σεπτέμβρη του 1991 διακήρυττε: «Η εκπλήρωση εκ μέρους της χώρας μας των υποχρεώσεων που απορρέουν από την ολοκλήρωση της 1ης φάσης της ΟΝΕ και η ισότιμη συμμετοχή μας στη 2η φάση μπορεί και πρέπει να εξασφαλιστούν μετά από σημαντική μείωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών και του πληθωρισμού. Οσο πιο γρήγορα και αποτελεσματικά ξεπεραστούν τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, τόσο πιο αποτελεσματική θα γίνει η προσχώρησή μας στην ΟΝΕ».
Μάλιστα, το ΠΑΣΟΚ αναλάμβανε και ενεργό ρόλο χειραγώγησης του λαού, επισημαίνοντας στην τότε κυβέρνηση της ΝΔ ότι για να προχωρήσουν οι αντεργατικές μεταρρυθμίσεις και η «σταθεροποίηση της οικονομίας», θα έπρεπε να έχουν τη συναίνεση ή τουλάχιστον την ανοχή των λαϊκών στρωμάτων. Σημείωνε συγκεκριμένα ότι πρωταρχικό ρόλο παίζει «η όσο γίνεται μεγαλύτερη αποδοχή από το κοινωνικό σύνολο ενός πακέτου στόχων και μέτρων... ένα τετραετές κοινωνικό συμβόλαιο είναι απαραίτητο να συναφθεί ανάμεσα στις παραγωγικές τάξεις και την πολιτεία ύστερα από διάλογο».
Τηρουμένων των ιστορικών αναλογιών, η στάση του ΠΑΣΟΚ ως τότε αξιωματική αντιπολίτευση θυμίζει σε πολλά τη σημερινή του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος ασκεί «εποικοδομητική αντιπολίτευση» στη ΝΔ, στο έδαφος της στρατηγικής τους σύμπλευσης και την ίδια ώρα μοιράζει εγγυήσεις στο κεφάλαιο ότι ο ίδιος, ως κυβέρνηση, είναι πιο ικανός στη θωράκιση της κοινωνικής συνοχής, στη στράτευση δηλαδή του λαού με τους στόχους του κεφαλαίου.
Κατά τα άλλα, ο προκάτοχος του ΣΥΡΙΖΑ, ο τότε Συνασπισμός, δεν έπαψε ούτε λεπτό να υπερασπίζεται φανατικά τις αποφάσεις του Μάαστριχτ για την ΟΝΕ: Απ' τις διαβεβαιώσεις Φαράκου στη Βουλή, ότι «επιλέγουμε την πορεία προς την Ενωμένη Ευρώπη και θέλουμε να συμβάλουμε στη συνειδητή αποδοχή της από την κοινή γνώμη», έως την προβολή της ΟΝΕ ως «ιστορικού επιτεύγματος».
Στο «Πρόγραμμα Οικονομικής Σύγκλισης 1992 - 1996» περιλαμβάνονται νέα μέτρα, που καταλήγουν σε μεγαλύτερη επιβολή φόρων και περικοπές των δαπανών για την ασφάλιση των εργαζομένων. Μέτρα όπως ο διπλασιασμός των τελών κυκλοφορίας, η κατάργηση της τιμαριθμοποίησης της φορολογικής κλίμακας, η καθιέρωση φόρου 5% στα εισοδήματα από τόκους κρατικών δανείων, απολύσεις 20.000 ατόμων ετησίως από τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, μείωση του χρόνου επιδότησης των ανέργων, ελεύθερη ίδρυση ιδιωτικών γραφείων ευρέσεως εργασίας, διεύρυνση του ορίου απολύσεων από τις επιχειρήσεις, αύξηση ασφαλιστικών εισφορών, πάγωμα συντάξεων πάνω από 150.000 δραχμές, ιδιωτικοποίηση της Υγείας, κατάργηση της δωρεάν παροχής βιβλίων στην Εκπαίδευση, θέσπιση διδάκτρων στα πανεπιστήμια, ελεύθερη ίδρυση ιδιωτικών σχολείων, μείωση του πραγματικού εισοδήματος των εργαζομένων.
Ολα αυτά ενόσω ήδη την τριετία 1990 - 1992 η απώλεια εισοδήματος για τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα ανερχόταν σε 16,5%, στον δημόσιο τομέα σε 40%, ενώ η αγοραστική δύναμη του μισθού το 1993 ήταν μικρότερη κατά 33,2% σε σχέση με τον μισθό τον Γενάρη του 1990.
Ηδη δηλαδή μέσα στα δύο - τρία πρώτα χρόνια απ' το Μάαστριχτ και την πρακτική εφαρμογή των όρων της ΟΝΕ, οι οδυνηρές συνέπειες στο εισόδημα, στους όρους εργασίας και συνταξιοδότησης, συνολικά στο επίπεδο ζωής του λαού ήταν παραπάνω από ορατές, όχι μόνο στην Ελλάδα.
Το επιβεβαιώνουν ορισμένοι στατιστικοί δείκτες της εποχής, που κι αυτοί δεν αποτυπώνουν ολοκληρωμένα τη σχετική επιδείνωση των συνθηκών ζωής και δουλειάς των εργαζομένων και του λαού. Για παράδειγμα, στην τότε ΕΟΚ κάτω απ' το όριο της φτώχειας ζούσαν 53 εκατομμύρια άνθρωποι, με τον πληθωρισμό να ροκανίζει τα εισοδήματα όλων. Η ανεργία αυξήθηκε, η εκμετάλλευση εντάθηκε.
Το 1993 οι εγγεγραμμένοι άνεργοι ανέρχονταν σε 19 εκατομμύρια με αυξητικές τάσεις. Από 8,8% που ήταν η ανεργία το 1991, αυξήθηκε σε 11,5% το 1994.
Στόχος όμως των κυβερνήσεων και των επιτελείων της ΕΕ δεν ήταν η βελτίωση της ζωής των εργαζομένων, αλλά των δεικτών κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων. Γι' αυτό την περίοδο εκείνη επιταχύνθηκαν οι κατευθύνσεις και οι νόμοι για την πλήρη απελευθέρωση της αγοράς εργασίας, την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων, την παραπέρα υπονόμευση της κυριακάτικης αργίας, του 8ωρου.
Είναι οι περίοδος που θεσπίζεται η μερική απασχόληση για το μοίρασμα μιας θέσης εργασίας σε δύο και τρεις εργαζόμενους. Στο άτυπο Συμβούλιο των αρμόδιων υπουργών (23/9/1993) συνομολογείται ότι «το ύψος των μισθών (...) πρέπει να περικοπεί δραστικά (...) να μειωθούν οι δαπάνες της Κοινωνικής Ασφάλισης (...) να προωθηθεί η μείωση του κόστους της ανειδίκευτης εργασίας».
Σε ό,τι αφορά τους βιοπαλαιστές αγρότες, το 1993 οι ποσοστώσεις σε μια σειρά αγροτικά προϊόντα, η καταστροφή εγχώριας παραγωγής εσπεριδοειδών όταν η χώρα κατακλύζεται από εισαγόμενους χυμούς, η μείωση εισοδήματος, η πρωτοφανής αύξηση των αποθεμάτων λαδιού και κρασιών συμπιέζουν τις τιμές των παραγωγών και αυξάνουν τις τιμές για τον καταναλωτή.
Επίσης, η κατακόρυφη αύξηση του κόστους παραγωγής είχε ως αποτέλεσμα την πτώση του καθαρού τους εισοδήματος κατά 10% ανάμεσα στο 1991 και 1992.
«Η ΟΝΕ δεν είναι για τον λαό εθνικός στόχος. Είναι στόχος της πλουτοκρατίας και των κομμάτων της. Από την ΟΝΕ, την "Ατζέντα 2000" και τις καπιταλιστικές συνολικά αναδιαρθρώσεις, κερδισμένες θα είναι οι πολυεθνικές και η άρχουσα τάξη όλων των κρατών - μελών της ΕΕ, ανεξάρτητα από το πόσο η καθεμία (ελληνική, πορτογαλική, ισπανική κ.λπ.) θα μπορέσει να αρπάξει από το μοίρασμα της πίτας.
Η διατήρηση της ονομαστικής σύγκλισης και το Σύμφωνο Σταθερότητας προμηνύουν νέα, πιο βαριά δεσμά, για τους λαούς. Αποτελούν το άλλοθι της κυβέρνησης για θυσίες διαρκείας πότε με στόχο να μπούμε στην ΟΝΕ ή και για να μη βγούμε από την ΟΝΕ», σημείωνε η ΚΕ του ΚΚΕ σε Απόφασή της τον Δεκέμβρη του 1998.
Στην ίδια Απόφαση το ΚΚΕ προειδοποιούσε και για άλλες πλευρές της αντιλαϊκής πολιτικής της ΕΕ μετά το Μάαστριχτ: «Ενισχύονται οι κατασταλτικοί μηχανισμοί σε εθνικό επίπεδο και σε επίπεδο ΕΕ. Η Ευρώπη "τους" κινδυνεύει από τους λαούς που την κατοικούν, γι' αυτό και όλα τα μέτρα που παίρνει για την ασφάλεια και την άμυνα είναι στρατιωτικές επεμβάσεις και μηχανισμοί καταστολής.
Ακριβώς γι' αυτό προωθείται η εφαρμογή της Συνθήκης Σένγκεν και η ενίσχυση των αρμοδιοτήτων και του ρόλου της ευρωαστυνομίας (europol) με μηχανισμούς παρακολούθησης και καταστολής (...) με αστυνομικούς - στρατιωτικούς θεσμούς για ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων και εμπορευμάτων και τη χειραγώγηση των εργαζομένων...».
Ολα αυτά δεν άργησαν βέβαια να αποκαλυφθούν και να επαληθευτούν...