Προσφορά για τους αναγνώστες της εφημερίδας
Η Μαρία Φαραντούρη και ο Μανώλης Μητσιάς σε τραγούδια που όλοι αγαπήσαμε, σε τραγούδια που μας συντρόφευσαν στις χαρές, στους αγώνες και στους έρωτές μας.
Τους δύο καλλιτέχνες πλαισιώνουν η Χορωδία GraduArti (απόφοιτοι των Αρσακείων Τοσιτσείων Σχολείων), καθώς και μέλη από τον Μουσικό Ομιλο των Αρσακείων Τοσιτσείων (παιδική και μεικτή νεανική χορωδία) υπό τη διεύθυνση της Χριστίνας Βαρσάμη - Κούκνη, φέρνοντας τη δροσιά στο πέτρινο τοπίο. Special Guest θα είναι η Φωτεινή Βελεσιώτου.
Η προπώληση εισιτηρίων συνεχίζεται. Οι αναγνώστες του «Ριζοσπάστη» και του πόρταλ «902.gr» έχουν τη δυνατότητα αγοράς εκπτωτικών εισιτηρίων στην τιμή των 18 ευρώ για δύο άτομα για τη συναυλία, με την εισαγωγή ειδικού εκπτωτικού κωδικού - κουπονιού με τον αριθμό 902 στη σελίδα προπώλησης ticketservices.com.
Το επόμενο Σάββατο στη Ζάτουνα η συναυλία με έργα του Μίκη, με την υποστήριξη της ΚΕ του ΚΚΕ
INTIME NEWS |
Τραγουδούν οι Τάσος Αποστόλου και Ιωάννα Φόρτη, και στο πιάνο θα βρίσκεται ο Αχιλλέας Γουάστωρ.
Στη συναυλία θα ακουστούν έργα που έγραψε ο Μ. Θεοδωράκης στη Ζάτουνα: «Πνευματικό Εμβατήριο» («Αρκαδία V») του Αγγελου Σικελιανού, «Χάρης 1944» («Αρκαδία VIII») του Μανώλη Αναγνωστάκη, «Η μητέρα του εξόριστου» («Αρκαδία IX») του Κώστα Καλαντζή. Αλλά και τραγούδια από τις υπόλοιπες «Αρκαδίες», μερικά σε πρώτη εκτέλεση.
Με την επιβολή της δικτατορίας ο Μίκης Θεοδωράκης περνά στην παρανομία. Η μουσική του απαγορεύεται με ειδικό διάταγμα, το 13/1-6-1067 του Οδυσσέα Αγγελή. Συμμετέχει στο Πατριωτικό Μέτωπο και ορίζεται πρόεδρός του. Συλλαμβάνεται και φυλακίζεται, αρχικά στη Γενική Ασφάλεια στην Μπουμπουλίνας και στη συνέχεια στις φυλακές Αβέρωφ. Το 1968, χάρη σε διεθνείς πιέσεις, ο Μίκης αποφυλακίζεται και τίθεται σε κατ' οίκον περιορισμό στο Βραχάτι. Η περίοδος αυτή αποδεικνύεται πολύ δημιουργική για τον ίδιο, καθώς συνθέτει αρκετά σπουδαία έργα, όπως τα «Τραγούδια του Ανδρέα», τα «Επιφάνεια - Αβέρωφ» σε ποίηση Γιώργου Σεφέρη, τη «Νύχτα Θανάτου» σε στίχους Μάνου Ελευθερίου. Παράλληλα, ολοκληρώνει τον κύκλο τραγουδιών «Λαϊκά», πάλι σε στίχους Μάνου Ελευθερίου, και, τέλος, συνθέτει το πολύ σπουδαίο έργο «Κατάσταση Πολιορκίας», σε ποίηση Ρένας Χατζηδάκη.
Το καθεστώς φοβάται πιθανή απόδραση του Θεοδωράκη στο εξωτερικό και έτσι αποφασίζει τον Αύγουστο του 1968 να τον εξορίσει μαζί με την οικογένειά του σε ένα μικρό χωριό της ορεινής Αρκαδίας, τη Ζάτουνα, όπου κατοικούσαν 20 οικογένειες. Τη φύλαξή του είχε αναλάβει ολόκληρη διμοιρία χωροφυλάκων. Του επιτρέπουν να βγει μόνο για 4 ώρες τη μέρα, πάντα βέβαια με τη συνοδεία της αστυνομίας. Δεν επιτρέπεται να επικοινωνεί με τον κόσμο, να διατηρεί αλληλογραφία, να διαβάζει βιβλία και περιοδικά.
Κι όμως, και σ' αυτές τις συνθήκες δεν σταματά να δημιουργεί. Εκεί, σ' αυτό το χωριό, έως τον Οκτώβρη του 1969, οπότε μεταφέρθηκε στις φυλακές του Ωρωπού, συνέθεσε 11 κύκλους τραγουδιών με τίτλο «Αρκαδίες», σε ποίηση δική του, Μάνου Ελευθερίου, Ανδρέα Κάλβου, Αγγελου Σικελιανού, Τάκη Σινόπουλου, Μανόλη Αναγνωστάκη, Νότη Περγιάλη και Κώστα Καλατζή, και τη μουσική της ταινίας «Ζ» του Κώστα Γαβρά. Σε μήνυμά του εκείνα τα δύσκολα χρόνια αναφέρει: «Σαν πνευματικός δημιουργός, επιτελώντας το λαϊκό λειτούργημά μου, συνέθεσα και εδώ στη Ζάτουνα έξι κύκλους τραγουδιών, που τους ονομάζω "Αρκαδίες". Αυτά τα τραγούδια που γράφω τώρα, όπως εκείνα που θα γράψω και αύριο, είναι αφιερωμένα σε σας, δηλαδή σε όλους τους ανθρώπους που πιστεύουν στον άνθρωπο, που πιστεύουν στη ζωή, στο δίκιο, στη δημοκρατία και την ελευθερία και που έχουν τάξει σκοπό της ζωής τους τον αγώνα για την υπεράσπισή τους. Αφιερώνονται ιδιαίτερα στους Ελληνες αγωνιστές της ελευθερίας και στους ξένους φίλους του λαού μας, που μας συμπαραστέκονται στον δύσκολο αγώνα μας».
Οι αστυνομικοί γίνονται το ...κοινό που ακούει για πρώτη φορά αυτές τις μελωδίες του Μίκη. Και, βέβαια, παρά τις απαγορεύσεις, καταφέρνει με διάφορους τρόπους να στέλνει μαγνητοταινίες με τα καινούργια έργα στο εξωτερικό, τα οποία μεταδίδονται από ξένους σταθμούς και ακούγονται στην Ελλάδα.
Κλείνουμε το μικρό τούτο αφιέρωμα στις «Αρκαδίες» με το μήνυμα που έστειλε ο Μίκης το 1972 από την Ιταλία στην ελληνική νεολαία, με αφορμή τον «Χάρη 1944» του Μ. Αναγνωστάκη, που αναφέρεται σε έναν νεαρό ΕΠΟΝίτη από τη Θεσσαλονίκη ο οποίος σκοτώθηκε το 1944: «Ακολουθήστε τον δρόμο του Χάρη. Για να ξεχυθεί και πάλι το πλήθος αβάσταχτο στους δρόμους. Για να ανεμίσουν και πάλι οι σημαίες. Για να μαστιγώσει ξανά ο αέρας τα λάβαρα. Για να κυματίσουν ξανά μέσα στο χάος τραγούδια. Ο Χάρης ζει. Ο Χάρης ζει και τραγουδά. Φωνάζει άφοβα μπροστά στα μούτρα των τυράννων... Ο Χάρης παλεύει - ο Χάρης οργανώνεται και οργανώνει. Ο Χάρης χτυπά αδιάκοπα, ξέφρενα, αλύπητα. Ο Χάρης γνωρίζει ότι θα κατακτήσει τη λευτεριά του με το όπλο στο χέρι...».
Κυκλοφορεί νέος δίσκος σε μουσική και στίχους Βαγγέλη Κορακάκη και στο τραγούδι την Βερόνικα Δαβάκη
Afroditi_Zaggana |
Λίγα λόγια για το άλμπουμ
Οταν τέλειωσε ο κύκλος των ηχογραφήσεων και των μίξεων αυτών των τραγουδιών σκεφτήκαμε στο «Ελληνικό Σχέδιο» ότι έχουμε ένα αληθινό και σπουδαίο λαϊκό έργο του 2024. Εναν ολοκληρωμένο κύκλο ελληνικού τραγουδιού με ενότητα, άποψη και κυρίως πρόταση...
Ο Βαγγέλης Κορακάκης είναι αληθινός ποιητής του τραγουδιού. Οπως γινόταν στον τόπο αυτό από πάντα, γράφει μαζί μουσική και στίχο. Πουθενά στο έργο του δεν θα βρεις εκζήτηση, έπαρση, εκβίαση του αισθήματος. Θα βρεις ένα σπάνιο αίσθημα, ένα κρυμμένο ύψος, μια ανθρώπινη αγκαλιά.
Το μεγαλείο και η αξία έρχονται στο μυαλό σου αναπόφευκτα μετά, όταν συνειδητοποιείς τι άκουσες.
Στοιχεία που αυτόματα, ως εκ της φύσεώς της, περιέχει και η Βερόνικα Δαβάκη. Ο Βαγγέλης Κορακάκης, με το αδιάψευστο κριτήριο του λαϊκού συνθέτη και ποιητή, επέλεξε την τραγουδίστρια που έχει με αυτόν τις ίδιες αναλογίες παράδοσης και λογιότητας, αθωότητας και τεχνικής, για να της αναθέσει έναν κύκλο τραγουδιών του με μεγάλη πυκνότητα αλήθειας, σεμνότητας και πρωτοτυπίας.
Ο Δημήτρης Παπαδημητρίου, εδώ ως ενορχηστρωτής, υπηρέτησε το όραμα του Βαγγέλη Κορακάκη και ως συνθέτη και ως ποιητή. Αλλο τόσο επιχείρησε να περιβάλει την ερμηνευτική και ηχοχρωματική προσωπικότητα της Βερόνικας Δαβάκη με μια ενορχήστρωση που ήδη θα την υπαινίσσεται και θα την περιβάλλει στις αρμονικές της.
Ετσι οραματίστηκε τον μουσικό χώρο όπου θα άνθιζαν οι δύο μοναδικότητες των δημιουργών του, παντρεμένες με την προοπτική μιας σπάνιας παράδοσης: Του ρεμπέτικου, του λαϊκού και του έντεχνου.
Επαιξαν οι μουσικοί: Μαριλένα Δωρή (φλάουτο). Τίνα Δεσύλλα (όμποε - αγγλικό κόρνο). Νικόλ Πέππα (κλαρινέτο). Αντώνης Λαγός (γαλλικό κόρνο). Σπύρος Αρκούδης (τρομπέτα). Αχιλλέας Λιαρμακόπουλος (τρομπόνι). Δημήτρης Κοντός (κρουστά). Θάνος Μιχαηλίδης (ντραμς). Βασίλης Κορακάκης (μπουζούκι - τζουράς - μπαγλαμάς). Ευριπίδης Ζεμενίδης (ακουστική κιθάρα - μπάντζο). Χρυσόστομος Καραντωνίου (κλασική κιθάρα). Γιώργος Γουμενάκης (μαντολίνο). Ντίνος Χατζηιορδάνου (ακορντεόν). Αχιλλέας Γουάστωρ (πιάνο). Σέρτζιου Ναστάζα (βιολί). Ρενάτο Ρίπ (τσέλο). Παρασκευάς Κίτσος (μπάσο ηλεκτρικό - κόντρα μπάσο).
-- Με το επίκαιρο θέμα της απονομής δικαιοσύνης, που πραγματεύεται η πολυεπίπεδη ιστορία της «Ετυμηγορίας», επιστρέφεις στη σκηνή τον Οκτώβρη. Επιλέγεις να ανεβάζεις έργα με κριτήριο το πόσο χρήσιμα και ωφέλιμα θα είναι για το κοινό και το τι έχουν να πουν στη σημερινή εποχή. Το προηγούμενο και πολύ επιτυχημένο «Da» π.χ., μίλησε για την αγκαλιά, την αγάπη και την καλοσύνη. Η «Ετυμηγορία» τι θα επισημάνει;
-- Η «Ετυμηγορία» είναι ένα σπουδαίο έργο. Ενα έργο εξαιρετικά χρήσιμο για τη σημερινή εποχή, όπου οι περισσότεροι θεσμοί, οι περισσότερες σχέσεις των ανθρώπων, η πολιτική, η επικοινωνία, οι στόχοι του κάθε ανθρώπου, της κάθε κοινωνίας, και πολλών πολιτικών έχουν λοξοδρομήσει, έχουν εκφυλιστεί. Κάποια στιγμή, ο ήρωας του έργου, ο Φρανκ Γκάλβιν, λέει: «Ο κόσμος πρέπει να μαθαίνει και να παίρνει θέση. Ενα άδικο που συμβαίνει σήμερα σε κάποιον, αύριο μπορεί να συμβεί σε όλους. Δεν πρέπει να αφήσουμε αυτόν τον βούρκο να βαθαίνει. Πρέπει να παίρνουμε θέση, να καταδεικνύουμε και να καταδικάζουμε, να καταγγέλλουμε». Στο έργο, ένας φτωχός άνθρωπος είναι σχεδόν νεκρός σε ένα κρεβάτι από ιατρική αμέλεια και έχει ορμήσει εναντίον του όλη η εξουσία και το χρήμα, να τον σκοτώσει άλλη μια φορά. Και αυτός βέβαια δεν μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Μπορεί όμως να τον υπερασπιστεί ένας υγιής και αρτιμελής... Αυτόν τον ρόλο τον αναλαμβάνει ο Φρανκ Γκάλβιν. «Ας νικήσει», λέει, «μια φορά ο φτωχός κι ο ανήμπορος, δεν θα χαλάσει ο κόσμος. Δεν θέλω μόνο να τιμωρηθούν δύο γιατροί που έκαναν ένα λάθος. Εξάλλου λάθη κάνουμε όλοι μας. Θέλω όμως να καταδικάσω την αντίδραση των ισχυρών στο λάθος». Νομίζω αυτά τα αποσπάσματα από το έργο μάς κάνουν να καταλάβουμε γιατί το επέλεξα. Ητανε και μια μεγάλη επιθυμία του συνεργάτη μου στο «Ιλίσια», του Γιάννη Κανελλόπουλου.
-- Η μεγαλύτερη αγωνία μου είναι να είναι ήρεμα τα πράγματα στην πατρίδα μας και σε όλο τον κόσμο, για να μπορέσει ο Ελληνας θεατής να πάει με όρεξη στο θέατρο και να παρακολουθήσει ένα έργο εξαιρετικά ωφέλιμο, που θα του διαμορφώσει την πολιτική και κοινωνική του θέση, θα τον κάνει να οργιστεί, θα τον κάνει να αντιδράσει, θα τον πολιτικοποιήσει. Τα πράγματα γύρω μας είναι πολύ επικίνδυνα πλέον. Αυτός είναι ο μεγαλύτερος φόβος μου. Αλλιώς ανησυχία για το αν θα αρέσει η παράσταση δεν έχω. Το καστ, η διανομή είναι εξαιρετική. Είναι σπουδαίοι ηθοποιοί. Ο καθένας μοναδικός στον ρόλο του. Δεν θα μπορούσα να φανταστώ άλλους ηθοποιούς για τους συγκεκριμένους ρόλους. Ημασταν πολύ τυχεροί. Κατά τ' άλλα, ο Πέτρος Ζούλιας είναι ο μάγος της σκηνοθεσίας, της ευαισθησίας, της σκηνικής και θεατρικής σοφίας, θα έλεγα. Και, όπως μας έχει συνηθίσει εδώ και πολλά χρόνια, χτίζει μια παράσταση που θα ξεχωρίσει.
-- Εναγόμενοι στην υπόθεση του έργου είναι οι μεγαλογιατροί του νοσοκομείου. Πόσο δύσκολο ήταν και τότε που γράφτηκε το έργο και σήμερα, να τα βάλει κάποιος με τη φαιδρότητα των θεσμών και την υποκρισία των ισχυρών;
-- Κάθε μέρα βλέπουμε να επιβιώνουν οι ισχυροί έναντι των αδυνάτων. Παρακολουθούμε τη νίκη των πλουσίων έναντι των φτωχών και ανήμπορων συμπολιτών μας. Ξέρουμε καλά ότι ο κόσμος που ζούμε είναι άδικος, ανήθικος και σκληρός. Γι' αυτό κάποιοι παραιτούνται από κάθε δικαίωμα και διεκδίκηση. Γίνονται αδιάφοροι, παθητικοί θεατές όλης αυτής της κατάστασης. Σε μια κοινωνία που βασιλεύει το ψέμα, φοβάσαι, τρέμεις να πεις την αλήθεια για να μην μπλέξεις, να μην τιμωρηθείς, μη γίνεις περισσότερο θύμα από ό,τι αισθάνεσαι ότι είσαι. Εμείς, όμως, σε αντίθεση με την ηρωίδα της «Ετυμηγορίας», η οποία έχει μείνει παράλυτη από ιατρικό λάθος, είμαστε ακόμη αρτιμελείς, έχουμε ελπίδα, μπορούμε να παλέψουμε, να φωνάξουμε, να καταγγείλουμε. Πρέπει να ανοίγουν τα στόματα και να μιλάνε. Η ηρωίδα του έργου είναι 27 χρόνων, παράλυτη από ιατρικό λάθος. Γι' αυτήν η ζωή τελείωσε τόσο πρόωρα, τόσο άδικα, αρνείται ωστόσο να πεθάνει μέχρι να δικαιωθεί. Ξέρεις, υπάρχουν άνθρωποι ετοιμοθάνατοι που κρατιούνται με νύχια και με δόντια στη ζωή μόνο και μόνο γιατί περιμένουν μια ετυμηγορία να τους δικαιώσει. Στην παράσταση, οι ίδιοι οι θεατές θα βγάλουν την ετυμηγορία. Οι ίδιοι οι θεατές είναι οι ένορκοι. Γι' αυτό κάποια στιγμή ο Γκάλβιν απευθύνεται στους θεατές και λέει: «Σήμερα εσείς θα απονείμετε δικαιοσύνη».
-- Η δικαιοσύνη είναι το μεγάλο και μοναδικό καταφύγιο όλων μας. Εκεί καταφεύγουν όλοι οι άνθρωποι για να προστατευτούν. «Αν ένας χάσει ένα δικαίωμα, τότε είμαστε όλοι χαμένοι». Δεν πρέπει να χάσουμε την πίστη μας στη δικαιοσύνη, πρέπει να την προστατεύουμε. Μια κοινωνία άδικη για κάποιον, είναι για όλους άδικη. Κάποτε ο αείμνηστος Χαρίλαος Φλωράκης είχε πει μία παρόμοια φράση: «Αν πάρει φωτιά το σπίτι του διπλανού μας πρέπει να τον βοηθήσουμε να την σβήσει. Αλλιώς πολύ γρήγορα η φωτιά θα κάψει και το δικό μας σπίτι».
-- Ποια είναι η άποψή σου για την εχθρική, απρόσιτη και ακριβή - για τον λαό - Δικαιοσύνη, που όμως είναι αποτελεσματική και προστατευτική για τους λίγους και εκλεκτούς;
-- Μου αρέσει να μιλάω με τα λόγια του ήρωά μου, γιατί έτσι αναδεικνύονται και η αξία και η σοβαρότητα του έργου και οι πολιτικές του θέσεις. Κάποια στιγμή που ο Φρανκ Γκάλβιν μιλάει με τον Αιδεσιμότατο - την άλλη εξουσία, την εκκλησιαστική - ο οποίος προσπαθεί να τον πείσει και να του αλλάξει γνώμη, ώστε να είναι πιο ήπιος ως προς τις απαιτήσεις του, λέει λοιπόν ο Φρανκ προς αυτόν: «Αναρωτιέμαι τι είναι δίκαιο σε έναν τόσο άδικο κόσμο; Ας μην επιβεβαιώσουμε αυτό που λένε ότι τη Δικαιοσύνη μερικές φορές την φτιάχνουν όσοι αδικούν, για να μπορούν να αδικούν σύμφωνα με τον νόμο. Να παρανομούν δηλαδή νόμιμα». Νομίζω ότι με αυτήν τη φράση το έργο παίρνει καθαρή θέση απέναντι στο πώς λειτουργεί η Δικαιοσύνη σε κράτη που αδικούν τους πολίτες τους. Δεν θέλω να θίξω την ελληνική Δικαιοσύνη. Πιστεύω ότι στο μεγαλύτερο μέρος της είναι αξιόπιστη, σωστή και ειλικρινής. Αλλά εδώ το θέατρο μιλάει για μια γενικότερη ατμόσφαιρα, για μια σύγκριση του πλούσιου, του δυνατού με τον φτωχό, τον ανήμπορο. Τον άνθρωπο που δεν έχει τις γνωριμίες, που δεν κινεί τα νήματα, που δεν έχει τα χρήματα να προσλάβει κάποιον παμπόνηρο λαμόγιο δικηγόρο για να τον σώσει. Μιλάει για το ότι πολλές φορές ο λαός πάει μέσα στη δικαστική αίθουσα σαν πρόβατο στη σφαγή.
-- Το θέατρο είναι μια βραδυφλεγής βόμβα. Διαμορφώνει αισθητική, άποψη. Πιστεύω ότι αν ο θεατής παρακολουθεί σωστές παραστάσεις γίνεται σωστότερος πολίτης και καλύτερος άνθρωπος. Οπως, βέβαια, γίνεται καλύτερος άνθρωπος και ο ίδιος ο καλλιτέχνης. Εμένα προσωπικά το θέατρο με μόρφωσε, με διαμόρφωσε, με βοήθησε να έχω καλύτερη κριτική ικανότητα, να μπορώ να εντοπίζω πιο γρήγορα και πιο εύκολα την αδικία, το λάθος, την πονηριά, το κοινωνικό και πολιτικό ψέμα. Είναι ένα σπουδαίο εργαλείο... για τη ζωή.
-- Πες μου τρεις πολύτιμες στιγμές - ή κουβέντες - από τις συναντήσεις σου με τον Ρίτσο, τον Θεοδωράκη και τον Πωλ Νιούμαν.
-- Τώρα αυτό που θα πω για τον Γιάννη Ρίτσο θα φανεί υπερφίαλο. Αλλά το θεωρώ παράσημό μου και θα σας το αφηγηθώ με αρκετή ντροπή ομολογουμένως. Κάποια στιγμή κάναμε μια παρουσίαση του Ρίτσου. Οπως ξέρετε, ο Ρίτσος απήγγελλε καταπληκτικά. Στο τέλος της εκδήλωσης μου λέει: «Τι ωραία που απαγγέλλετε. Θα ήθελα να είστε σε όλες μου τις εκδηλώσεις και να απαγγέλλετε εσείς τα ποιήματά μου». Του λέω: «Εσείς το λέτε αυτό; Εσείς; Που σαν εσάς δεν μπορεί να απαγγείλει κανένας άλλος ποιητής;». Είναι κάτι που το πιστεύω. Ο Ρίτσος απήγγελλε καλύτερα από όλους τους ποιητές τα ποιήματά του. Μου απαντάει λοιπόν: «Εγώ δεν πιάνομαι, γιατί εγώ τα έγραψα. Εσείς όμως, έτσι όπως τα λέτε, καταλαβαίνετε τι ακριβώς έγραψα». Αυτό μάλλον δεν το έχω πει ποτέ άλλοτε μέχρι τώρα. Σε καμία συνέντευξη. Αλλά το θεωρώ μια μεγάλη στιγμή στη συνάντησή μου με έναν μεγάλο ποιητή.
Με τον Μίκη Θεοδωράκη κάναμε αρκετές συναντήσεις. Αλλωστε συνεργαστήκαμε και επαγγελματικά αρκετές φορές. Εδώ και πολλά χρόνια είμαι και στην Ορχήστρα «Μίκης Θεοδωράκης» σε πάρα πολλές συναυλίες. Είχαμε την ευκαιρία να μιλάμε ατέλειωτες ώρες. Κάποια στιγμή, μετά από μια μαραθώνια συνάντηση και λίγο πριν φύγω από το σπίτι, μου λέει: «Τι είναι μουσική;». Του λέω: «Τι είναι;». Απαντάει: «Ρυθμός». Του λέω: «Ενας συνθέτης σαν εσάς που έχει γράψει τέτοιες μελωδίες δικαιούται να πει ότι η μουσική είναι μόνο ρυθμός;». Αυτή η φράση του με βασανίζει πολλά χρόνια τώρα. Κατάλαβα ότι εννοούσε τον ρυθμό, τον κραδασμό, τις συναισθηματικές δονήσεις που σου δημιουργεί η μουσική ερμηνεία του στίχου ή η ίδια η μουσική από μόνη της. Αλλωστε, ο Θεοδωράκης έτσι κι αλλιώς πίστευε πολύ στον ρυθμό. Πολλά τραγούδια του έχουν ρυθμό, χωρίς όμως αυτό να τα κάνει χαρούμενα και ευχάριστα. Είναι ένας ρυθμός, ο οποίος είναι απόλυτα εναρμονισμένος με το περιεχόμενο του στίχου. Ακόμα ψάχνω αυτή την αινιγματική του φράση.
Με τον Πωλ Νιούμαν η συνάντησή μας ήτανε λίγο... επεισοδιακή. Ηρθε μια βροχερή μέρα στην απογευματινή παράσταση που παίζαμε «Οιδίποδα Τύραννο» στη Ν. Υόρκη, στις 2 το μεσημέρι. Μου χτυπάνε την πόρτα στο καμαρίνι και μου λένε ότι απ' έξω είναι ο Πωλ Νιούμαν. Αρχισα να φωνάζω εγώ «αφήστε με ήσυχο, δεν έχω διάθεση για πλάκες, έχουμε και βραδινή παράσταση...». «Οχι, άνοιξε, είναι ο Πωλ Νιούμαν». «Οχι, δεν είναι!». Ωσπου κάποια στιγμή για να σταματήσει αυτό το αστείο ανοίγω την πόρτα και είναι μπροστά μου ο Πωλ Νιούμαν, με την υπέροχη γυναίκα του. Μένω άφωνος! Μιλήσαμε λίγο. Το σημαντικό είναι ότι του είπα πόσο υπέροχη ήταν η ερμηνεία του στην «Ετυμηγορία» και ότι έπρεπε να πάρει το Οσκαρ. Αλλά, όπως ξέρετε, εκείνη τη χρονιά για λόγους καθαρά... πολιτικής (;) άλλων υποχρεώσεων (;) το πήρε κάποιος άλλος. Πιστεύω όμως - και του το είπα - ότι ήταν η καλύτερη ερμηνεία του. Βεβαίως, με ευχαρίστησε γιατί ήταν εξαιρετικής ποιότητας και ευγένειας άνθρωπος και μου είπε ότι ο Φρανκ Γκάλβιν στην «Ετυμηγορία» είναι ένας ρόλος που κάποτε πρέπει να τον παίξω. Εκείνη τη βραδιά τού το υποσχέθηκα. Και φέτος εκπληρώνω αυτή μου την υπόσχεση απέναντι στον Πωλ Νιούμαν και νιώθω υπέροχα!
-- Από «Το γλυκό πουλί της νιότης» με Μελίνα, Ντασσέν, Φέρτη και το «Βιρτζίνια Γουλφ» με Καρέζη, υπήρξαν φορές που αναγκάστηκες να κάνεις παραχωρήσεις; Γίνεται 46 χρόνια στο θέατρο να κάνεις μόνο αυτά που ονειρεύεσαι;
-- Οποιος πει ότι δεν έχει κάνει καμία παραχώρηση, θα πει ψέματα. Τι εννοούμε όμως παραχώρηση; Εννοούμε, κάποιες φορές στην πορεία μας, μια παραχώρηση επιβίωσης. Κάποια πράγματα που μπορεί να κάναμε στο θέατρο ή στην τηλεόραση καθαρά για λόγους βιοποριστικούς. Ομως, από αυτές τις παραχωρήσεις δεν κινδυνεύεις, όταν έχεις βάλει από πριν τις κόκκινες γραμμές σου. Από τα πρώτα χρόνια των σπουδών μου στο θέατρο έβλεπα όλες τις παραστάσεις των Αθηνών. Αγαπούσα ιδιαίτερα τις άθλιες παραστάσεις, τις σαχλές, τις ανούσιες. Αυτό με βοήθησε αφάνταστα. Γιατί αυτές μου έβαλαν τις κόκκινες γραμμές μου. Ελεγα βλέποντας την παράσταση: «Εγώ αυτό δεν θα το κάνω ποτέ. Εάν αναγκαστώ να το κάνω, θα αποχωρήσω». Αυτό είναι μια κόκκινη γραμμή. Ετσι, λοιπόν, κάποιες επαγγελματικές παραχωρήσεις / υποχωρήσεις - δεν ξέρω πώς να τις πω - είχαν πάντα τις κόκκινες γραμμές τους. Ηταν από ένα επίπεδο και πάνω. Και αυτό μου έχει δώσει τεράστια ψυχική ηρεμία. Δεν νιώθω ενοχές για τίποτα.
-- Αναρωτιέμαι, ποιο είναι το καύσιμό σου σήμερα στη δουλειά σου;
-- Το καύσιμό μου σήμερα παραμένει το ίδιο. Υπηρετώ μία τέχνη, η οποία κάνει παρέμβαση μέσα στην κοινωνία και διαμορφώνει αισθητική, άποψη πολιτική, κοινωνική. Αυτό με κάνει να νιώθω πολύ όμορφα γιατί αυτή η διαδικασία ξεκινάει από μένα, από τις επιλογές μου, από την προετοιμασία μου, από το φιλότιμό μου, από την εντιμότητα που έχω απέναντι σε αυτήν την τέχνη. Το καύσιμό μου έχει ενισχυθεί τα τελευταία χρόνια, βαδίζοντας προς το τέλος, προς την αποχώρηση. Γιατί μεγαλώνουμε, κακά τα ψέματα. Εχει ενισχυθεί, λοιπόν, γιατί τώρα θέλω να κάνω όλο και πιο σημαντικά πράγματα. Πράγματα που έχουνε μεγάλη αξία και που θα μείνουν στη μνήμη των ανθρώπων και θα τους διαμορφώσουν τις επόμενες επιλογές τους. Μόνο έτσι τα πράγματα πάνε μπροστά.
-- Εχεις μιλήσει για εποχή αγριότητας στην Τέχνη, αποδόμησης και κατάργησης των κεκτημένων. Ομως αυτό δεν συμβαίνει γενικά σήμερα; Δεν διαλύονται όλα γύρω μας, η Παιδεία, η Υγεία, η Δικαιοσύνη, τα Εργασιακά; Πνιγόμαστε, καιγόμαστε, ξεσπιτωνόμαστε, σκοτωνόμαστε στη χώρα του «πάμε κι όπου βγει»; Πόσο ακόμα θα το ανεχτούμε;
-- Το θέμα είναι πια ότι το σύστημα, ο καπιταλισμός έχει κυριαρχήσει και έχει τις δαγκάνες του σε όλα τα πόστα, με αποτέλεσμα οι μικροί και οι αδύναμοι λαοί να μην μπορούν να αυτονομηθούν, να μην μπορούν να πάρουν αποφάσεις αν δεν ρωτήσουν, αν δεν δουν ότι έχουν τη δυνατότητα να τις πάρουν. Γι' αυτό χαλάνε όλα αυτά τα πράγματα που αναφέρεις. Δεν χαλάνε επειδή κάποια κυβέρνηση το αποφάσισε. Αλλά επειδή επηρεάζονται από άλλες πολύ δυνατότερες κυβερνήσεις, από άλλα κέντρα εξουσίας. Εχουν στερήσει το μέλλον από τους νέους και έτσι τώρα τα παιδιά μας ξεκινάνε από το μηδέν, χωρίς καμία οικονομική δύναμη, χωρίς παροχές, έρμαια του καταναλωτισμού, της τεχνολογίας και των διεθνών αποφάσεων. Πρέπει να τους αυξήσουμε την κριτική ικανότητα για να μπορούν να ερμηνεύουν καλύτερα τον κόσμο, την πολιτική, την αδικία και το δίκαιο. Να μπορούν να έχουν σωστές αναγωγές στα πράγματα, να εντοπίζουν την πηγή του κακού. Κι αυτό πρέπει να πολεμάμε καθημερινά. Και το πρώτο όπλο με το οποίο μπορούμε να πολεμήσουμε είναι η ΠΑΙΔΕΙΑ.
-- Αν μπορούσες να είσαι ένας διάσημος λογοτεχνικός ήρωας, ποιον θα επέλεγες και γιατί;
-- Συμπαθώ τον Γιάννη Αγιάννη από τους «Αθλιους». Και γενικότερα το έργο, γιατί ένας φτωχός, ένας ανυπεράσπιστος άνθρωπος κυνηγιέται ανελέητα επειδή πήρε ένα κομμάτι ψωμί για να ζήσει. Καταφέρνει με τη δύναμή του, με την ικανότητά του να ξεφύγει, να κρυφτεί ακόμη και πίσω από έναν κοινωνικό τίτλο. Και ένα πράγμα που μου αρέσει είναι ότι στο τέλος ο Ιαβέρης, η εξουσία, το άδικο, το «κακό» τιμωρείται και αυτό δίνει μια ελπίδα, στον φτωχό - ανήμπορο άνθρωπο, ότι με δύναμη και με υπομονή μπορεί το κακό να εκλείψει.
-- Ποιο τραγούδι είναι η Ελλάδα του σήμερα;
-- Από πείσμα και τρέλα θα ζω
Σε τούτη τη χώρα
Ωσπου να 'βρω νερό
Γιατί ανήκω εδώ.
Από «Τα καράβια μου καίω» του αγαπημένου Νίκου Πορτοκάλογλου.