Α. Θεωρώ απαραίτητο, προς αποφυγή ενδεχόμενης παρερμηνείας, να κατατοπίσω εξαρχής τον αναγνώστη του σημειώματός μου με τις ακόλουθες επισημάνσεις, οι οποίες αφενός δίνουν το στίγμα της συνολικής τοποθέτησής μου πάνω στο κείμενο των Θέσεων της ΚΕ και αφετέρου οριοθετούν το εύρος και τον χαρακτήρα της παρούσας παρέμβασής μου:
1. Οι αποφάσεις του προηγούμενου Συνεδρίου, καθώς και το νέο Πρόγραμμα και το νέο Καταστατικό με τα οποία εξοπλίστηκε το Κόμμα, δοκιμάστηκαν στην πράξη κατά τη διάρκεια της τετραετίας που διανύσαμε από τότε και, κατά τη γνώμη μου, επιβεβαιώθηκαν ως προς την ορθότητά τους και θωράκισαν ιδεολογικά το Κόμμα, ενώ γνώρισαν πλατιά αποδοχή από τους συντρόφους, οπαδούς και φίλους και αποτέλεσαν πολύτιμο οδηγό δράσης για όλους όσοι πορεύονται και αγωνίζονται μέσα ή κοντά στις γραμμές μας. Με βάση αυτή τη διαπίστωση και με δεδομένο ότι οι Θέσεις για το 20ό Συνέδριο αποτελούν φυσική συνέχεια και εξειδίκευση στις σημερινές συνθήκες των αρχών που διατυπώνονται στα ντοκουμέντα του 19ου Συνεδρίου, εκφράζω την ικανοποίησή μου και την επιδοκιμασία μου για τις Θέσεις της ΚΕ για το επερχόμενο Συνέδριο.
2. Χωρίς να αναιρείται ή να μετριάζεται ούτε κατ' ελάχιστο η παραπάνω θετική άποψή μου, θα επιθυμούσα σε κάποια σημεία των Θέσεων η διατύπωση (αυτή και μόνο δεν τίθεται θέμα ουσίας) να ήταν πιο αυστηρή και συνεκτική, και ταυτόχρονα πιο απλή και εύληπτη, στο μέτρο του δυνατού. (Παράδειγμα προς αποφυγή η διατύπωση στη θέση 59: «...ολοένα κι ενισχύεται η επιδείνωση στη στήριξη της μητρότητας...»). Δεν αξιολογώ ότι χρειάζεται να σταθούμε σ' αυτό, ωστόσο.
3. Θα εστιάσω στη συνέχεια σ' ένα σημείο των Θέσεων (ΘΕΣΗ 4, και ειδικότερα σε ό,τι αφορά τη συμφωνία ΤΤΙΡ), επειδή κατά τη γνώμη μου στη σχετική ανάπτυξη του θέματος υπάρχει κενό. Η αναφορά μου στο σημείο αυτό γίνεται γιατί θεωρώ πιο χρήσιμο να επισημάνω μια παράλειψη από το να διατυπώσω θετικές κρίσεις για σημεία που συμφωνώ. Ετσι, ας μη χαρακτηρίσει αυτή μου η επιλεκτική επισήμανση τη συνολική στάση μου απέναντι στις θέσεις. Αυτό θα αδικούσε και εμένα και, κυρίως, τις θέσεις.
Β. Διαβάζοντας τόσο το κείμενο των Θέσεων, στη Θ.4, όσο και τη σχετική «ΕΡΩΤΗΣΗ - ΑΠΑΝΤΗΣΗ» με τίτλο «Τι είναι η ΤΤΙΡ, ποια συμφέροντα εξυπηρετεί» αποκόμισα την εντύπωση, με βάση τα συγκεκριμένα κείμενα, ότι αυτή η ΤΤΙΡ δεν θα 'πρεπε να μας πολυαπασχολεί εμάς τους προλετάριους, μιας και, όπως παρουσιάζεται η όλη υπόθεση, αποτελεί μια διελκυστίνδα αποκλειστικά μεταξύ αντιτιθέμενων καπιταλιστικών ομίλων, εκπροσωπούμενων στο παιχνίδι (τρομάρα μας!) της διελκυστίνδας από τις αστικές κυβερνήσεις των κρατών τους ένθεν και ένθεν του Ατλαντικού, με τη θέση των εκπροσώπων κάθε κράτους (δηλαδή από ποια μεριά της διελκυστίνδας τραβάει ο καθένας) να καθορίζεται ανάλογα με τον συσχετισμό των αντιτιθέμενων καπιταλιστικών συμφερόντων μέσα στο συγκεκριμένο κράτος, αλλά και τις σχέσεις αλληλεξάρτησης του κράτους αυτού με τα υπόλοιπα, ενώ η εργατική τάξη απουσιάζει από την εικόνα, δεν αναφέρεται πουθενά, ούτε καν ως θεατής, ωσάν αυτή η διελκυστίνδα να είναι ολότελα αδιάφορη στους εργαζόμενους, ωσάν να μην έχει καμία επίπτωση η έκβασή της στη ζωή τους... Τώρα, το τι συγκεκριμένα θα κερδίσει όποιος κερδίσει, σκιαγραφείται στις θέσεις με έναν γενικόλογο τρόπο, εμμένοντας πάντοτε με αυστηρή προσήλωση στη μονομερή εικόνα της διαπάλης αποκλειστικά μεταξύ αντιτιθέμενων τμημάτων της αστικής τάξης των κρατών της ΕΕ, των ΗΠΑ και του Καναδά: αν περάσει η αμερικανική πρόταση, θα αποτελέσει «τον δούρειο ίππο για τη διασφάλιση της αμερικανικής ηγεμονίας στην Ευρώπη», τμήματα της γερμανικής και της γαλλικής αστικής τάξης αντιδρούν στη συμφωνία, ενώ «μέσα στα κράτη της ΕΕ υπάρχει ένα τμήμα μονοπωλιακών ομίλων που βλέπουν θετικά την ΤΤΙΡ...» κ.λπ. (Να σημειώσω εντός παρενθέσεως, επειδή η παρατήρησή μου αυτή έχει δευτερεύουσα σημασία στο όλο ζήτημα ότι όλοι οι παίκτες της διελκυστίνδας θέλουνε το σκοινί της, για να δέσουνε τον γάιδαρό τους, να διασφαλίσουνε τα συμφέροντά τους, και να κρεμάσουνε τους λαούς. Ο καθένας το θέλει όμως για πάρτη του και κατά πως τον βολεύει. Θέλω να πω ότι όλοι οι συνομιλητές επιθυμούν μια ΤΤΙΡ, αλλά ο καθένας θέλει σ' αυτήν να επιβάλει τους όρους του. Δεν υπάρχουν συνομιλητές που θέλουν και συνομιλητές που δεν θέλουν μια συμφωνία ΤΤΙΡ!). Καμία αναφορά στις συνέπειες της συμφωνίας για την εργατική τάξη, καμία αναφορά στην πρεμούρα καπιταλιστικών ομίλων να προωθήσουν την επίτευξη συμφωνίας, όπως και καμία αναφορά στα πρωτοφανή και πρωτάκουστα μέτρα για διαφύλαξη του απορρήτου του περιεχομένου της συμφωνίας (άραγε γιατί;), καμία αναφορά στη στάση της εργατικής τάξης απέναντι στη συμφωνία, ποια πρέπει να είναι αυτή η στάση, αλλά και ποια στην πραγματικότητα είναι, καμία αποτίμηση του βαθμού ετοιμότητας του κινήματος να αντιδράσει, καμία αναφορά και κριτική για τις κινητοποιήσεις σε άλλες χώρες ενάντια στη συμφωνία, αλλά και για την απουσία τέτοιων κινητοποιήσεων στη χώρα μας, και πάνω απ' όλα απουσία διατύπωσης θέσης του Κόμματος σχετικά με τη συμφωνία.
Για κάποιον που διαβάζει το επίμαχο εδάφιο Θ.4 των Θέσεων χωρίς προηγουμένως να έχει ακούσει τίποτα περί ΤΤΙΡ κ.λπ., το πιο λογικό είναι να σκεφτεί: «Ουφ! καβγάδες των καπιταλιστών για το ποιος θα έχει το πάνω χέρι. Και τι με νοιάζει εμένα αν θα το έχει ο Αμερικανός ή ο Γερμανός καπιταλιστής; Μπορώ να το έχω εγώ; Αυτό με νοιάζει εμένα. Από κει και πέρα, αυτοί ας βγάλουν τα μάτια τους αναμεταξύ τους, μου είναι παντελώς αδιάφορο», και να πορευτεί έτσι «ανυποψίαστος κι ωραίος», ενώ η αντίπαλη τάξη ανενόχλητη θα υφαίνει εν κρυπτώ και παραβύστω έναν ακόμα ιστό για να μας δέσει χεροπόδαρα εμάς τους προλετάριους και να θωρακίσει παραπέρα την εξουσία της.
Αλλ' ίσως χειρότερη από τη μακαριότητα του αδαούς είναι η αμηχανία του πληροφορημένου. Κι αν επιπρόσθετα ο τελευταίος ανήκει στους συνειδητοποιημένους των μαζικών λαϊκών αγώνων, οποία η απογοήτευσή του από το γεγονός ότι το κόμμα της εργατικής τάξης δεν του δίνει κατεύθυνση, καθοδήγηση δράσης, και δεν τον εφοδιάζει με επεξεργασμένες θέσεις!
Ομως ένα κομμουνιστικό κόμμα ούτε χωρίς πληροφόρηση ούτε κυρίως χωρίς καθοδήγηση νοείται να αφήνει τον εργαζόμενο. Γι' αυτό είμαι σίγουρος ότι το ΚΚΕ θα καλύψει με τον καλύτερο τρόπο αυτό το κενό στην προκειμένη περίπτωση.
Είναι κρίσιμο ζήτημα που ακουμπάει όλα τα κομματικά μέλη που δουλεύουν στην ΚΝΕ η ανανέωση του Κόμματος με νέο αίμα, η βελτίωση της ηλικιακής και κοινωνικής σύνθεσης των γραμμών του, από τη στιγμή που η Νεολαία αποτελεί βασικό αιμοδότη του Κόμματος.
Παίρνοντας ως παράδειγμα τα πανεπιστήμια, αποτελεί ζήτημα πρώτης γραμμής το ανέβασμα του ιδεολογικού - πολιτικού επιπέδου των Οργάνων και των ΟΒ, η βελτίωση της ικανότητας διεξαγωγής της πάλης με τον αντίπαλο σε αυτό το μέτωπο ως όρος για την ισχυροποίηση Κόμματος - ΚΝΕ.
Στην πρόσφατη εκλογοαπολογιστική διαδικασία αλλά και μπροστά στη συζήτηση των Θέσεων της Κεντρικής Επιτροπής για το 20ό Συνέδριο, επανέρχεται το ζήτημα ότι η ιδεολογική - πολιτική πάλη στους χώρους μας γίνεται συχνά αντιληπτή ως καθήκον απάντησης είτε σε έναν καθηγητή που διδάσκει υποταγή και αντικομμουνισμό, όταν η Νομική κάνει εκδήλωση για τις Δίκες της Μόσχας, όταν στο Ιστορικό μιλάνε για «τυχοδιωκτισμό και εμμονή της ηγεσίας του ΚΚΕ να καταλάβει την εξουσία το 1946-1949». Αντίστοιχα, όταν στο Οικονομικό του ΠΑΜΑΚ ο καθηγητής λέει «η κρίση ήρθε επειδή δεν πονάμε το χρήμα, τζογάρετε όλοι στα πλαίσια του μαθήματος 20 ευρώ στο Χρηματιστήριο για να το πονέσετε». Στο Χημικό μας πιάνει το άγχος να αποδομήσουμε τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης και την επιχειρηματική δράση στο χώρο μόνο όταν έρχεται ένα μονοπώλιο της Χημικής Βιομηχανίας, κάνει εκδήλωση και μοιράζει πιστοποιητικά στους φοιτητές.
Φαίνεται ότι ένας τέτοιος τρόπος δουλειάς δεν βοηθάει γιατί είναι αποσπασματικός. Παρότι έχει διαμορφωθεί στις γραμμές της ΚΝΕ ένα κρίσιμο δυναμικό που με τη βοήθεια των Κομματικών Οργανώσεων μπορεί να βγει μπροστά και να απαντήσει, να υπερασπιστεί το Πρόγραμμα, τις επεξεργασίες και τις θέσεις του Κόμματος για τον αντίστοιχο κλάδο που θα πάνε να δουλέψουν οι απόφοιτοι των ΑΕΙ, χρειάζεται να χτίσουμε ένα μόνιμο κανάλι για να διοχετεύουμε σταθερά τις ιδέες και την πολιτική μας με τις αντίστοιχες μορφές. Να μην είμαστε συνέχεια σε άμυνα, να αποκρούουμε τον αντίπαλο και να βγαίνουμε στην αντεπίθεση. Η στρατηγική και οι επεξεργασίες μας είναι όπλα που μας το επιτρέπουν.
Δεν είναι λίγο πράγμα ότι τα τελευταία χρόνια υπερασπιστήκαμε σθεναρά τη θέση μας για μη συμμετοχή σε αστικές κυβερνήσεις, σε ένα χώρο που αναπαράγεται και παράγεται αυτή η αντίληψη, ακόμα και με τροφοδότηση της τωρινής συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ με στελεχικό δυναμικό (Μάρδας, Παρασκευόπουλος κ.ά.). Η προσπάθειά μας να ανοίξουμε μέτωπα της ιδεολογικής και πολιτικής πάλης για τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις, τα αίτια και τον χαρακτήρα του πολέμου, όπως και η πολύμορφη δραστηριότητα που αναπτύξαμε στο πλευρό της Κομματικής Οργάνωσης για τα 70 χρόνια από την ίδρυση του Δημοκρατικού Στρατού, άφησαν γερό αποτύπωμα και στις δυνάμεις μας αλλά και προς τα έξω, έφεραν μετρήσιμα αποτελέσματα στη στρατολογία.
Χρειάζεται η προσπάθεια να ανεβάσουμε τη στάθμη αυτής της δουλειάς να μη μας δημιουργεί ανυπομονησία, ούτε πανικό, αλλά μεγάλη απαίτηση από τους εαυτούς μας. Σε άλλες περιπτώσεις να μη δημιουργεί αντιλήψεις ότι η ιδεολογική - πολιτική διαπάλη, το σχέδιο διεξαγωγής της, είναι «ένα μεγάλο βουνό που δεν μπορούμε να ανέβουμε». Πρέπει να απαντήσουμε αν μπορούμε να μιλάμε για ολόπλευρη ισχυροποίηση Κόμματος - ΚΝΕ σε αυτό το χώρο χωρίς να φτάνουν οι επαναστατικές ιδέες μας σε περισσότερους φοιτητές. Είναι ζήτημα πολιτικών δεσμών, επαφής και κοινής δράσης με νέους εργατικών - λαϊκών οικογενειών. Για να γίνουμε πιο αποτελεσματικοί σε αυτό χρειάζεται και η κατάκτηση ενός σχετικού επιπέδου εσωκομματικής λειτουργίας.
Ενώ πολλές τοποθετήσεις μας ασχολούνται με αυτό το ζήτημα, είναι θέμα επαναστατικής συνέπειας το αν για παράδειγμα οργανώνουμε την επαφή με τον Κομματικό Τύπο και την αξιοποίησή του για να προχωράει η προσπάθεια να επιδρούμε σε περισσότερες συνειδήσεις. Δεν μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι από το διάβασμα του πολιτικού βιβλίου, των εκδόσεών μας από τα μέλη της ΚΝΕ και τον περίγυρο της Οργάνωσης. Ολα τα παραπάνω είναι απλά και συνάμα δύσκολα, απαντούν όμως σε μία γκρίνια και απαρίθμηση προβλημάτων στα Οργανα, που καταλήγει συχνά στο ερώτημα, τι φταίει που δεν στρατολογούμε, τι φταίει που έχουμε μικρό περίγυρο;
Ταυτόχρονα, πέρα από το ζήτημα της αφομοίωσης ζητημάτων που αφορούν την παρέμβασή μας στο κίνημα, καθοριστικό για τη δράση μας σε αυτό το πεδίο είναι το πώς κάθε Οργανο διαμορφώνει επιχείρημα και αξιοποιεί μορφές ώστε να υπηρετεί η ΚΝΕ τη γραμμή της στο φοιτητικό κίνημα, τον τελικό σκοπό, λαμβάνοντας όμως υπόψη ότι απευθύνεται σε ένα ανώριμο πολιτικά και κοινωνικά ακροατήριο, ανομοιογενές, μεγαλωμένο στην αντεπανάσταση και την υποχώρηση του κινήματος. Η αδυναμία μας να δράσουμε έτσι πώς θέλουμε στο κίνημα, παρά τα σημαντικά βήματα που μετρήθηκαν, οφείλεται πρώτα και κύρια στο παραπάνω.
Τέλος, για να ξέρουμε πού πάμε και πώς βαδίζουμε, το κλειδί είναι η σιγουριά ότι κάθε μας απόφαση, ενέργεια, δραστηριότητα δεν πάει στο βρόντο, έχει νόημα και αποτέλεσμα τις περισσότερες φορές όχι άμεσο, αλλά σίγουρα αφήνει αποτύπωμα. Υπάρχει τέτοια πείρα στη δική μας Οργάνωση από αυτό. Με μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στους νέους της εργατικής τάξης, ότι κάτω από τη δική μας παρέμβαση μέσα στις εξελίξεις που βάζουν οι Θέσεις μπορούμε να μετρήσουμε περισσότερους αγωνιστές στις γραμμές του κινήματος και της Συμμαχίας, περισσότερους επαναστάτες στις γραμμές της ΚΝΕ και του Κόμματος, ειδικά σε στρατηγικά σημεία.
Ζήτω το 20ό Συνέδριο του ΚΚΕ!
Οι Θέσεις της ΚΕ για το 20ό Συνέδριο του Κόμματος θεωρώ ότι κινούνται στη σωστή κατεύθυνση, πατάνε πάνω στο Πρόγραμμα του Κόμματος. Ζητούμενο να μπουν στη ζωή ώστε να γίνουμε ένα προλεταριακό Κόμμα Νέου Τύπου που θα επηρεάζει και θα κινητοποιεί πλατιές εργατικές - λαϊκές μάζες ενάντια στα μονοπώλια και τον καπιταλισμό, που θα καθοδηγήσει την εργατική τάξη και τους συμμάχους της στην επανάσταση τη στιγμή που θα διαμορφωθεί επαναστατική κατάσταση.
Από μεριάς μου θέλω να σταθώ σε κάποια σημεία των Θέσεων σε μια προσπάθεια να συμβάλω στον προσυνεδριακό διάλογο.
1. Για τη Θέση 13 που αφορά το Κυπριακό.
Νομίζω ότι θα έπρεπε στις Θέσεις να υπάρχει αναφορά στους λόγους που δεν είχαμε εγκαταλείψει τον όρο «διζωνική - δικοινοτική ομοσπονδία» ήδη από το 2004. Οταν τότε το σχέδιο Ανάν, ουσιαστικά πατώντας πάνω σε αυτήν τη θέση, θα διχοτομούσε το νησί. Τότε το κόμμα μας πρώτο και μόνο τοποθετήθηκε και έδρασε με τον Ελληνικό και Κυπριακό λαό ενάντια σε αυτήν τη μεθόδευση. Αρα θεωρώ ότι από τότε φάνηκε πως αξιοποιείται από τον ιμπεριαλισμό αυτή η διατύπωση και πως έρχεται σε αντίθεση με την πάγια και διαχρονική επιδίωξη του Κόμματός μας για την αυτοδιάθεση της Κύπρου και τη συγκρότησή της σε ένα κράτος.
2. Για τη θέση της Ελλάδας, το ζήτημα της αποδέσμευσης και του πολέμου.
Υπάρχει μια συστηματική προσπάθεια από το σύστημα και τους κολαούζους του να παρουσιαστούν μια σειρά από επεξεργασίες και θέσεις του κόμματος διαστρεβλωμένες. Ωστε να κάνουν αντιπαράθεση όχι πάνω στις θέσεις μας αλλά πάνω σε καρικατούρες που παρουσιάζουν ως θέσεις μας. Κυρίαρχο στόχο σε αυτό έχουν οι θέσεις μας για τον ιμπεριαλισμό, τη θέση της Ελλάδας, τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο κ.ά. Υπάρχει κομμάτι του δυναμικού μας και του περίγυρου που δεν έχει αφομοιώσει ολοκληρωμένα το Πρόγραμμα και τις θέσεις μας και κάτω από την πίεση πέφτει στην παγίδα από κομματικό πατριωτισμό να υπερασπίζεται όχι τη θέση μας αλλά την καρικατούρα που παρουσιάζει ο αντίπαλος ως θέση μας. Οταν μας έρχεται από τον κόσμο που επηρεάζεται από γνωστά δεξιά και «αριστερά» τσιράκια των αφεντικών, ότι είμαστε αποικία ή υπό κατοχή και άρα χρειάζεται να ενωθούμε όλοι οι Ελληνες. Πρέπει να επιμείνουμε ότι οι εξαρτήσεις της χώρας από μεγάλα ιμπεριαλιστικά κέντρα είναι αποτέλεσμα της ανισόμετρης ανάπτυξης, αποτέλεσμα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, είναι συνειδητή επιλογή της ελληνικής αστικής τάξης για τη θωράκιση της εξουσίας και της κερδοφορίας της. O καπιταλιστικός δρόμος ανάπτυξης και η ανισομετρία που τον διέπει είναι η αιτία των εξαρτήσεων και άρα το πρόβλημα που πρέπει να επιλύσει επαναστατικά η εργατική τάξη.
Για το ζήτημα της αποδέσμευσης. Υπάρχει κόσμος που μας λέει για το ευρώ, την ΕΕ , τη δραχμή, αν μπορούμε να φύγουμε, πώς θα επιβιώσουμε, έρχεται από τη μια η προπαγάνδα ότι εκτός ΕΕ θα καταστραφούμε και από την άλλη η προπαγάνδα ότι το ΚΚΕ δε θέλει αποδέσμευση, ότι την παραπέμπει στις ελληνικές καλένδες επειδή τη συνδέει με την εργατική εξουσία. Πολλές φορές σε τέτοιες περιπτώσεις αναλωνόμαστε στο ότι με καπιταλισμό και έξω από την ΕΕ μια από τα ίδια θα είναι, που σωστό είναι αλλά προέχει να προπαγανδίσουμε ότι το ΚΚΕ είναι η μόνη πολιτική δύναμη που σταθερά και με συνέπεια είναι υπέρ της αποδέσμευσης από την ΕΕ από πάντα, όταν όλοι μάς λοιδορούσαν γι' αυτήν τη θέση μας, και όχι τώρα που η πραγματικότητα έχει ξεγυμνώσει αυτό το μόρφωμα του ευρωπαϊκού κεφαλαίου. Υπέρ της αποδέσμευσης που θα είναι πραγματική, αποτέλεσμα της επαναστατικής πάλης του λαού μας και όχι διαδικασία καθοδηγούμενη από τα αφεντικά με τη λογική «βγαίνουμε από εδώ για να μπούμε αλλού», γιατί στην εποχή του ιμπεριαλισμού η συγκρότηση διακρατικών ιμπεριαλιστικών ενώσεων είναι νομοτέλεια, άρα ναι, με καπιταλισμό αν βγεις από την ΕΕ θα μπεις σε ένα άλλο αντίστοιχο μαντρί, γιατί έτσι βολεύει τους Ελληνες καπιταλιστές. Είμαστε το μόνο κόμμα που έχει πρόγραμμα για το πώς ο λαός και η χώρα όχι απλά θα σταθούν έξω από αυτό το μαντρί, αλλά θα ευημερήσουν οικοδομώντας τη σοσιαλιστική Ελλάδα.
Σχετικά με τη θέση μας για τον πόλεμο. Παρόλο που έγινε σοβαρή προσπάθεια από το Κόμμα να αφομοιωθεί η θέση μας για τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, ένα κομμάτι συντρόφων και φίλων αυτά τα χρόνια δεν έσκυψαν πάνω από τις επεξεργασίες του Κόμματος όπως έπρεπε, αλλά επιφανειακά. Το επιφανειακό όμως κάνει ζημιά εξίσου με το να μη βγάλεις συμπέρασμα. Είναι ανάγκη να εξηγούμε επαρκώς ότι η μετατροπή του πολέμου από ιμπεριαλιστικό σε ταξικό δεν περνάει μέσα από την παθητική ουδετερότητα, ούτε φυσικά μέσα από την αδιαφορία της εργατικής τάξης και του Κόμματός της σε ενδεχόμενο εισβολής - κατοχής της χώρας . Υπάρχει σύγχυση σε αυτό το ζήτημα. Αυτή η σύγχυση φαίνεται και σε συσκέψεις και συζητήσεις και για τους σημερινούς περιφερειακούς πολέμους, όπως στη Συρία, και πώς πρακτικά θα ήταν μια συνεπής γραμμή για τον πόλεμο εκεί ή στην Ουκρανία κ.λπ.
Θεωρώ ότι πρέπει να επιμείνουμε ακόμα περισσότερο στην εκλαΐκευση και της θέσης μας για τον πόλεμο και για τα εθνικά ζητήματα που απασχολούν από την Καταλονία και τη Σκοτία μέχρι την Κύπρο, την Παλαιστίνη, την Κριμαία και το Κουρδικό.
3. Για τον «Ριζοσπάστη».
Ο «Ριζοσπάστης» τα τελευταία 2 χρόνια έχει βελτιωθεί σε σχέση με τη διετία 2013-14. Πρέπει να επιμείνουμε στο να υπάρχουν περισσότερα άρθρα γραμμής με τη θέση μας για όλα τα ζητήματα της επικαιρότητας και περισσότερα εκλαϊκευτικά άρθρα για ζητήματα πολιτικής οικονομίας, στρατηγικής κ.λπ.
Επίσης στα διεθνή πρέπει να υπάρχει ενημέρωση και για τα ΚΚ άλλων χωρών. Π.χ. έγινε δημοψήφισμα σε Μ. Βρετανία και Ιταλία, πρέπει να λέμε τι θέση έχουν τα ΚΚ εκεί, πως την εκτιμάμε, επηρεάζουν μάζες , μετράνε βήματα ή όχι;
Συμφωνώ με τις Θέσεις για το 20ό Συνέδριο του Κόμματός μας.
Θέλω να αναφερθώ στο ζήτημα της γραφειοκρατίας, ένα από τα σοβαρά προβλήματα που απασχολούν το διεθνές κομμουνιστικό και εργατικό κίνημα σ' όλη την ιστορική του διαδρομή (βλέπε και τις σχετικές αναφορές του Λένιν και του Στάλιν).
Κατά τη γνώμη μου, η γραφειοκρατία είναι η αδελφή του οπορτουνισμού.
Στο καπιταλιστικό σύστημα η γραφειοκρατία «νομιμοποιεί» την κυριαρχία της αστικής τάξης, με το κυνήγι της θέσης, της καριέρας κ.λπ. Αλλωστε, «δε βόσκει κανείς ατιμώρητος στα λιβάδια της άρχουσας τάξης».
Συνεπώς και τα κόμματα που έχουν διαβρωθεί από τον οπορτουνισμό, δηλαδή από τη διείσδυση της αστικής ιδεολογίας σ' αυτά, αναπαράγουν και τις ίδιες γραφειοκρατικές αντιλήψεις στο εσωτερικό τους. Και έχουμε πάρα πολλά παραδείγματα, όπως τη γραφειοκρατία που δημιουργήθηκε μετά την οπορτουνιστική στροφή που συντελέστηκε στο KKΣE το 1956 και τη μετέπειτα σταδιακή απώλεια των επαναστατικών του χαρακτηριστικών, που είχε και ως αποτέλεσμα την αντεπανάσταση στα χρόνια 1989 - 1991 στην ΕΣΣΔ.
Ανέκαθεν οι οπορτουνιστές απαιτούσαν την κατάργηση του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, που χαρακτηρίζει τα επαναστατικά κόμματα, ο οποίος, σύμφωνα με το Καταστατικό μας, σημαίνει εσωκομματική δημοκρατία, συγκεντρωτική καθοδήγηση, ενιαία δράση στην εφαρμογή των αποφάσεων με συνειδητή πειθαρχία και προβλέπει την αιρετότητα και ανακλητότητα όλων των καθοδηγητικών οργάνων και των μελών τους, τη λογοδοσία τους στις Οργανώσεις που τους εκλέγουν και τέλος η συλλογικότητα είναι η ανώτατη αρχή της κομματικής καθοδήγησης. Οι οπορτουνιστές λατρεύουν τις «αυλές». Θεωρούν εσωκομματική δημοκρατία τη λειτουργία στα κόμματα ομάδων/φράξιες, οι οποίες είναι στην ουσία γραφειοκρατικοί μηχανισμοί που σφάζονται μεταξύ τους. Στα συνέδρια των κάθε λογής οπορτουνιστών, υπάρχει μια επίφαση δημοκρατικότητας και οι δημοκρατικές διαδικασίες τους είναι τα «συντροφικά μαχαιρώματα».
Στο Κόμμα μας, σ' όλη του την Ιστορία υπήρχε διαπάλη με τις οπορτουνιστικές θέσεις. Συγκρούστηκε με τα φαινόμενα της γραφειοκρατίας. Γι' αυτό και άντεξε στις θύελλες της ταξικής πάλης και σήμερα βαδίζει αταλάντευτο μπροστά. Σ' αντίθεση με άλλα Κομμουνιστικά Κόμματα που στο παρελθόν είχαν ισχυρή παρουσία και σήμερα έχουν μεταλλαχθεί σε σοσιαλδημοκρατικά σχήματα, οδηγώντας έτσι σε πλήρη ανυποληψία το κίνημα των χωρών τους και συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες, που θεώρησαν παρωχημένη την ταξική πάλη και έκατσαν στα τραπέζια των κοινωνικών διαλόγων, που έκαναν περιουσίες, εξασφαλίζοντας σκανδαλώδη προνόμια για τον εαυτό τους.
Ομως επειδή πρέπει να έχουμε ανοιχτό το μέτωπο στον οπορτουνισμό, πρέπει και να επαγρυπνούμε σε γραφειοκρατικές αντιλήψεις που ενδεχόμενα να εμφανιστούν στο κίνημά μας.
Η ευθυνοφοβία, η έλλειψη πρωτοβουλίας, η αντίληψη να γίνουμε αρεστοί στους «πάνω», ο αυστηρότητα προς τους «κάτω», η λατρεία της εξουσίας, είναι μερικές πλευρές που χαρακτηρίζουν το γραφειοκράτη και που δεν έχουν καμιά σχέση με τη δράση του λαϊκού αγωνιστή. Μαζί μ' αυτές και ο τύπος του «ξερόλα» στελέχους ή απλού μέλους που είναι ο πιο επικίνδυνος τύπος γραφειοκράτη.
Στη διάρκεια της κομματικής μου ζωής, γνώρισα κάποιους που ήταν «βασιλικότερος του βασιλέως», αλλά στις κρίσιμες καμπές του κινήματος έγιναν λιποτάκτες της ταξικής πάλης. Γιατί ήθελαν πάντα να 'χουν έναν τίτλο. Γιατί ήταν και είναι ένα τίποτα μεταμφιεσμένο σε κάτι.
Συνεπώς η διαρκής διαπάλη ενάντια στην επίδραση των οπορτουνιστικών θέσεων συνδέεται αναπόφευκτα και με την καταπολέμηση των γραφειοκρατικών αντιλήψεων.
Η αντιμετώπιση της γραφειοκρατίας δεν είναι ένα ζήτημα τεχνικό. Υπάρχει, άλλωστε, η αρνητική πείρα από το διεθνές κίνημα. Είναι ζήτημα πολιτικό, δηλαδή συνδέεται με την πάλη μας με βάση τη στρατηγική του Κόμματος, όπως καθορίστηκε με το Πρόγραμμά του στο 19ο Συνέδριο. Είναι ακόμα ζήτημα ιδεολογικό, με την έννοια του ανεβάσματος του μορφωτικού επιπέδου των μελών του Κόμματος. Είναι τέλος και ζήτημα οργανωτικό, που σημαίνει τη βελτίωση της λειτουργίας των Οργανώσεων του Κόμματός μας και τη θαρραλέα πολιτική ανάδειξη στελεχών.
Σε τελευταία ανάλυση, για τον κάθε λαϊκό αγωνιστή τίτλος δεν είναι το όποιο αξίωμα. Τίτλος τιμής για τον λαϊκό αγωνιστή είναι μόνο η ιδιότητα του μέλους του ΚΚΕ. Μια ιδιότητα που γι' αυτήν έδωσαν τη ζωή τους οι «αλύγιστοι της ταξικής πάλης» και οι οποίοι μας εμπνέουν στους αγώνες που δίνουμε.
«Ολόπλευρη ισχυροποίηση του ΚΚΕ μπροστά στο καθήκον της ανασύνταξης του εργατικού κινήματος και της ανάπτυξης της κοινωνικής συμμαχίας σε αντικαπιταλιστική - αντιμονοπωλιακή κατεύθυνση, στην πάλη κατά του ιμπεριαλιστικού πολέμου, για την εργατική εξουσία». Είναι πράγματι η ουσία του συμπυκνωμένου μηνύματος του 20ου Συνεδρίου.
Ομως η δομή και παρουσίαση των Θέσεων δεν είναι συμπυκνωμένη. Από την ενότητα 49 έως 55 για την ανασύνταξη, αλλά και από 56 έως και 67 για την Κοινωνική Συμμαχία, εκτός των εξαιρετικά σημαντικής σημασίας 64 και 65, πάρα πολλά σημεία είναι επαναλήψεις σωστών και καλογραμμένων κατά τα άλλα διαπιστώσεων και κατευθύνσεων που ήδη έχουν επαναληφθεί και σε πολλά σημεία και στην 43 μέχρι 49. Δίνουν την εντύπωση ανάλυσης ενός «ιδεολογικού μαθήματος» με τις απαραίτητες για αφομοίωση πάρα πολλές επαναλήψεις. Και ενώ υπάρχουν επαναλήψεις δεν γίνεται λόγος για τα καθήκοντα των κομμουνιστών στην ΤΑ, ιδιαίτερα μετά τα δείγματα γραφής των κομμουνιστών δημάρχων, στην 35 αναφέρει μόνο για «καλύτερη παρακολούθηση» αλλά ούτε και των μεταναστών εκτός Ελλάδας ιδιαίτερα μετά και το πρόσφατο κύμα κοντά 500 χιλιάδων νέας μετανάστευσης, π.χ. για το δικαίωμα ή μη της ψήφου τους, τη σύνδεση με το τοπικό λαϊκό κίνημα ή όχι και άλλα. Το Προσφυγικό στην 16 θέλει μεγαλύτερη ανάλυση. Παίρνεται σαν δεδομένο η μετεγκατάσταση των προσφύγων σε άλλες χώρες. Πρέπει να αναλυθεί η περίπτωση να παραμείνουν για πάντα και τις σοβαρές επιπτώσεις που θα έχει αυτό στο εργατικό κίνημα. Θα πρέπει κατά τη γνώμη μου να προστεθεί στα της εκπαίδευσης ο σημαντικός ρόλος των γονιών κομμουνιστών στους συλλόγους Γ- Κ, μαζί με τους εκπαιδευτικούς αλλά και το εργατικό κίνημα. Το περιεχόμενο και οι μορφές δουλειάς των λαϊκών επιτροπών στην 63 θέλει περισσότερη σαφήνεια.
Δεν γίνεται μνεία για την διεθνιστική αλληλεγγύη, ενώ πολύ σωστά αναφέρονται διεξοδικά οι σοβαρές προσπάθειες του ΚΚΕ για ανασύνταξη του υποχωρημένου διεθνούς κινήματος.
Η ενότητα 36 αναλύεται σωστά με την έννοια των τεχνασμάτων και των επιδιώξεων του καπιταλισμού. Παρ' όλα αυτά, υπάρχουν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν ΚΟΙΝ.Σ.ΕΠ με εργαζόμενους είτε απολυμένους άνεργους είτε εργαζόμενους που έχουν προσληφθεί σ' αυτές. Τι στάση πρέπει να κρατήσει το Κόμμα όταν απολυμένοι, κάτω από τις καθημερινές πιεστικές ανάγκες, καταφεύγουν σε παρόμοιες λύσεις; Φτάνει μόνο η καταγγελία για τους λόγους ίδρυσής τους και των σκοπών που εξυπηρετούν; Πώς θα εξακολουθήσουν να συμμετέχουν οι εργαζόμενοι σ' αυτές στην κοινή δράση και στους στόχους που βάζουν οι Θέσεις;
Αλλά, πέρα από την καταγγελία τους, στις περιπτώσεις που αναλαμβάνει ένας κομμουνιστής δήμαρχος και τις βρίσκει «κληρονομιά» δεν θα ασχοληθεί με την ποιοτική τους αναβάθμιση και αποτελεσματικότητα για το κοινό κάλο αν δεν υπάρχουν οι δυνατότητες άμεσης απορρόφησης των εργαζόμενων σ' αυτές στη μόνιμη δράση του Δήμου;
Τελευταία ζητήματα είναι α. ότι υπάρχουν φίλοι ή και ενδεχόμενα μέλη μετά από χρόνια θητείας σε κρατικές ή ιδιωτικές θέσεις, καθηγητές ή γιατροί και άλλοι που είναι σε σχέση υψηλόμισθη, ενδεχόμενα διευθυντική, αλλά εξαρτημένης εργασίας. Ποια καθήκοντα απορρέουν από τις Θέσεις για το στρώμα αυτό, μικρό μεν αλλά ιδιαίτερης σημαντικής ευθύνης και ιδεολογικής ευαισθησίας; και β. Συμφωνώ με την διαπίστωση στην 81 ότι «η παρέμβαση στο διαδίκτυο υστερεί» και στην 82 ότι θέλει αναβάθμιση αυτή η παρέμβαση. Το γεγονός ότι αρκετοί φίλοι του Κόμματος διατηρούν σελίδες στο fase book και συνήθως αναπαράγουν τις ειδήσεις του 902.gr δεν φτάνει. Ζούμε σε μια εποχή βομβαρδισμού χιλιάδων ειδήσεων (αναφέρεται και στην 48) που αποπροσανατολίζουν και επηρεάζουν σημαντικά ανθρώπους σκεπτόμενους κατά τα άλλα. Το facebook δεν μπορεί να παλευτεί από μόνο του ούτε να αφεθεί στα χέρια φίλων ή «φίλων» που ασχολούνται με τον κοσμοπολιτισμό, το κουτσομπολιό και προβάλλουν και προσωπικές προτιμήσεις για τα στελέχη του κόμματος. Φεύγει το κιτρινισμένο και αντικαθίσταται με το παρακάτω σε κόκκινο. Εχει γεμίσει το fase book, «ερμηνείες» για την πολιτική του Κόμματος. Υπάρχουν πολλές σελίδες, που ναι μεν ενισχύουν και υπερασπίζονται το ΚΚΕ, με τον δικό τους τρόπο, ή έτσι νομίζουμε τουλάχιστον, αλλά δεν είναι το ΚΚΕ. H νέα γενιά είναι κρεμασμένη στο facebook και όσο και να το δαιμονοποιούμε είναι για πολλούς, όχι μόνο νέους, η μόνη ενημέρωση - ασχολία του ελάχιστου ελεύθερου χρόνου που διαθέτουν. Το facebook είναι αυτή τη στιγμή εργαλείο προπαγάνδισης για καλό και για κακό. Γνώμη μου ότι κάποιο κομματικό όργανο πρέπει να αποκτήσει σελίδα. Θέλει μελέτη που εγώ δεν διαθέτω τις απαραίτητες γνώσεις. Καταγράφω μια ανάγκη, κατά την γνώμη μου. Υπάρχουν τεχνολογίες καλής εφαρμογής και φυσικά και περιορισμοί. Το περιεχόμενο δεν είναι δική μου δουλειά, αλλά πρέπει να απαντάει κυρίως στο «γιατί» πίσω από την είδηση, αλλά και να παραπέμπει την συνέχεια και στα άλλα όργανα του Κόμματος!
Ελπίζω να έχω συμβάλει στον προβληματισμό, ευχόμενος ολόψυχα, επιτυχία στο 20όΣυνέδριο για το ιδεολογικό ατσάλωμα του Κόμματος παντός καιρού που έχει ανάγκη η εργατική τάξη και η υπόλοιπη ελληνική εργαζόμενη κοινωνία που δεν δημιουργεί αποθέματα, προϊόντα εκμετάλλευσης.