Ετσι, η «Connect Europe», την οποία αποτελούν τα μεγαλύτερα μονοπώλια του κλάδου, όπως η «Deutsche Telekom», η γαλλική «Orange», η ισπανική «Telefοnica», η «United Group», η «Telekom Austria Group», η ΤΙΜ, η «Nokia» κ.α., που δραστηριοποιούνται και στην Ελλάδα μέσω των θυγατρικών τους, καθόρισε τις απαιτήσεις της με φόντο τη στροφή στην πολεμική οικονομία.
«Η ευαισθητοποίηση σχετικά με τον κρίσιμο ρόλο των δικτύων συνδεσιμότητας και των υπηρεσιών είναι απαραίτητη όχι μόνο για να διασφαλιστεί ότι η ΕΕ βελτιώνει την ανθεκτικότητα και την ασφάλειά της, αλλά και για να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητά της σε κρίσιμες τεχνολογίες», τόνισε σε πρόσφατες δηλώσεις του ο Αλεσάντρο Γκροπέλι, γενικός διευθυντής της «Connect Europe», με τους επιχειρηματικούς ομίλους να επισημαίνουν με νόημα τη στρατηγική σημασία που έχει ο κλάδος συνολικά για τις ευρωπαϊκές οικονομίες, όπως και τη λειτουργία κρίσιμων κρατικών υποδομών.
Αλλωστε, σε κοινή επιστολή τους τον Νοέμβρη προς την πρόεδρο της Κομισιόν, 20 CEOs (των «Deutsche Telekom», «Vodafone», «Orange», «Swisscom», «Ericsson», «British Telecom» κ.ά.) απαίτησαν περισσότερα και πιο αποφασιστικά μέτρα ώστε να αποκατασταθεί η ψηφιακή ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών μονοπωλίων. «Η συνδεσιμότητα είναι το θεμέλιο κάθε σύγχρονης οικονομίας. Χωρίς αυτήν, ακόμα και οι ισχυρότερες βιομηχανίες θα μοιάζουν με σπίτια από τραπουλόχαρτα», τόνιζαν, ζητώντας, για να μπορούν να θωρακίσουν την ανταγωνιστικότητά τους απέναντι στα αμερικανικά και κινεζικά μονοπώλια, εκτός από αύξηση της χρηματοδότησης να δημιουργηθεί νομοθετικό και ρυθμιστικό πλαίσιο που θα ενισχύσει τις συγχωνεύσεις, τη συγκέντρωση επενδύσεων και την ενιαία αγορά τηλεπικοινωνιών.
Αναλαμβάνοντας δε να κάνει πιο συγκεκριμένες τις απαιτήσεις των μονοπωλίων του χώρου, πρόσφατη «έρευνα» που χρηματοδοτήθηκε από την «Connect Europe» επισημαίνει ως «Πιθανές πολιτικές δράσεις για την περαιτέρω ενίσχυση της ασφάλειας και της ανθεκτικότητας» στον τομέα των τηλεπικοινωνιών τις εξής:
Δεν είναι εξάλλου τυχαίο ότι στο ίδιο τραπέζι με τους CEO και λοιπούς έκατσαν και οι «πατερίτσες» τους στο συνδικαλιστικό κίνημα, οι αμαρτωλοί σοσιαλδημοκράτες της UNI EUROPA ICTS (η κλαδική οργάνωση στην Ευρώπη στις Τηλεπικοινωνίες και την Πληροφορική - «περήφανο» μέλος της οποίας είναι και η Ομοσπονδία Εργαζόμενων ΟΤΕ).
Τι γυρεύει η αλεπού στο παζάρι, θα σκεφτεί κανείς. Ακριβώς γιατί αυτή η στροφή στην πολεμική οικονομία συνοδεύεται με ακόμα μεγαλύτερη ένταση της εκμετάλλευσης για τη θωράκιση της ανθεκτικότητας των ομίλων, την άνοδο της παραγωγικότητας. Γι' αυτό και ο ρόλος των εργατοπατέρων είναι πολύτιμος για το κεφάλαιο, καθώς αναλαμβάνουν να στοιχίσουν την εργατική τάξη πίσω από τις αξιώσεις των ομίλων.
Και στην κοινή διακήρυξη της Κομισιόν με τη ύπατη εκπρόσωπο για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας τίθεται επί τάπητος ο στόχος, δηλαδή το στρατηγικό πλεονέκτημα και η θωράκισή της ΕΕ, ενώ επισημαίνεται ότι «η τεχνολογική καινοτομία και η επανάληψη - που αναπτύσσονται με ταχύτητα και κλίμακα και βασίζονται σε λύσεις διπλής χρήσης - θα υπαγορεύσουν τη δύναμη στο πεδίο της μάχης. Οσοι αναπτύξουν τις δικές τους τεχνολογίες θα είναι οι ισχυρότεροι και οι λιγότερο εξαρτημένοι, ιδίως από τα κρίσιμα συστήματα του σύγχρονου πολέμου, όπως τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη, οι δορυφόροι ή τα αυτόνομα οχήματα».
Αξίζει εδώ να θυμηθούμε τη δήλωση του Ελληνα υπουργού Αμυνας στο πρόσφατο ετήσιο συνέδριο της SAP, όπου μετά την προτροπή για απόκτηση «κουλτούρας πολέμου» αναφέρθηκε στον οπλίτη του «σήμερα», που δεν ανοίγει πυρ αλλά θα χειρίζεται drones.
Σε ό,τι δηλαδή επικεντρώνει και η εργοδοτική ένωση, η οποία, έτοιμη από καιρό να διαλαλήσει την «πραμάτεια» της, σημειώνει πως «σήμερα οι ευρωπαϊκοί τηλεπικοινωνιακοί πάροχοι παρέχουν τεχνολογίες που επιτρέπουν τη χρήση drones και την προστασία από drones μέσω τουλάχιστον 5 τύπων χαρακτηριστικών», και συγκεκριμένα:
- Ανίχνευση με drones. Αυτά θα αναλάβουν να βρίσκουν και να παρακολουθούν μη εξουσιοδοτημένα drones, χρησιμοποιώντας υπάρχοντες πύργους κινητής, ραντάρ και παρακολούθηση ραδιοσυχνοτήτων.
- Υπηρεσίες κατά των drones, με τεχνολογίες αναχαίτισης (π.χ. παρεμβολές, πλαστογράφηση) σχεδιασμένες για την εξουδετέρωση μη εξουσιοδοτημένων drones σε περιοχές περιορισμένης πρόσβασης.
- Δυνατότητες συνδεσιμότητας και δικτύου, ώστε να διασφαλίζεται ότι τα drones θα μπορούν να πετούν με ασφάλεια, μέσω δικτύων 5G/LTE, ειδικών καρτών SIM για drones, χαρτών κάλυψης πτήσεων και τεχνολογιών edge computing για άμεσο έλεγχο.
- Εφαρμογές διαχείρισης κυκλοφορίας, για παρακολούθηση drones σε πραγματικό χρόνο μέσω δικτύων κινητής τηλεφωνίας και εργαλείων για ασφαλή χρήση του εναέριου χώρου.
- Drone-as-a-Service (Daas), δηλαδή αυτοματοποιημένα drones (drone-in-a-box) για έκτακτες ανάγκες, χωρίς να χρειαστεί να αγοραστούν.
Οσο λοιπόν οι ανταγωνισμοί οξύνονται και όσο η διπλωματία εναλλάσσεται με τα όπλα και τούμπαλιν, ο λαός μπαίνει ακόμα περισσότερο στο στόχαστρο. Μια σειρά μονοπώλια σε κλάδους όπως οι Τηλεπικοινωνίες και η Πληροφορική, το Μέταλλο, η Ενέργεια κ.ο.κ. βλέπουν τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο ως «ευκαιρία» για παραπέρα κέρδη, από τα οποία δήθεν θα ευνοηθούν όλοι. Με θράσος αλωνίζουν στελέχη των εταιρειών και διαφημίζουν τις δουλειές που ανοίγουν σε μια σειρά ειδικότητες που έχουν ζήτηση, με αντίτιμο υψηλούς μισθούς και παροχές, για να εξασφαλίσουν τη συναίνεση, απαιτώντας οι εργαζόμενοι να «λιώσουν» για να αναπτύξουν νέες τεχνολογίες και προηγμένα συστήματα.
Ολη αυτή η συζήτηση παράλληλα αποκαλύπτει τις τεράστιες δυνατότητες της εποχής, που τις παράγει η ίδια η εργατική τάξη με την εργασία της. Κι όμως, επειδή το κριτήριο για το τι θα παραχθεί, πώς θα σχεδιαστεί και πώς και γιατί θα χρησιμοποιηθεί υπόκειται στην ακόρεστη δίψα του κεφαλαίου για κέρδη, «η ευλογία γίνεται κατάρα» και τα επιτεύγματα αυτά ετοιμάζονται για να μακελέψουν τους λαούς πιο «αποτελεσματικά». Γι' αυτό και χρειάζεται να δυναμώσει ακόμα περισσότερο ο αγώνας ενάντια στην καπιταλιστική κερδοφορία, που είναι η μήτρα της εκμετάλλευσης, που γεννά πολέμους. Καμία εμπιστοσύνη να μην έχουν οι εργαζόμενοι στο αστικό κράτος, στις κυβερνήσεις όλων των αποχρώσεων, ότι θα σταθούν «εγγυητές» τάχα της «ασφάλειας» που οι ίδιοι θυσιάζουν στον βωμό των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών. Οι επιστήμονες, οι εργαζόμενοι που φτιάχνουν, συντηρούν, πουλάνε τα σύγχρονα τεχνολογικά επιτεύγματα, να μη δεχτούν η επιστήμη τους, το μυαλό και τα χέρια τους να χρησιμοποιηθούν για τα βρώμικα σχέδια των ιμπεριαλιστών και των μηχανισμών τους.
Πηγές:
- «Η συμβολή του τομέα των τηλεπικοινωνιών στην ασφάλεια και στην ανθεκτικότητα της Ευρώπης», στο https://connecteurope.org/insights/reports/telecom-sectors-contribution-europes-security-and-resilience
Από μαζική διαδήλωση στα τέλη Νοέμβρη ενάντια στο κλείσιμο του εργοστασίου της «Bosch» στη γερμανική πόλη Waiblingen |
«Ο πόλεμος είναι εγγενής στον γεωπολιτικό χειμώνα στον οποίο μπαίνουμε», τόνιζε πρόσφατα ο Σάμι Σάαρ, επικεφαλής οικονομολόγος της Lombard Odier Bank, σχολιάζοντας την υποχώρηση της ανταγωνιστικότητας και την πτώση της βιομηχανικής παραγωγής της Ευρώπης σε σχέση με άλλες αγορές.
Η γερμανική βιομηχανία αντιμετωπίζει μια πιθανή μείωση της παραγωγής, για τέταρτη συνεχή χρονιά. «Η οικονομία είναι σε ελεύθερη πτώση και βρίσκεται στη βαθύτερη ιστορική της κρίση από την ίδρυση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας», προειδοποίησε πρόσφατα ο πρόεδρος των Γερμανών βιομηχάνων (BDI), Πίτερ Λάιμπινγκερ.
Μια νέα έκθεση προβλέπει μείωση της βιομηχανικής παραγωγής κατά 2% φέτος. Η αξιοποίηση της παραγωγικής ικανότητας στα εργοστάσια χημικής βιομηχανίας ήταν πρόσφατα μόνο στο 70%, αντίστοιχα και οι βιομηχανίες μηχανολογίας και χάλυβα βρίσκονται υπό την πίεση του παγκόσμιου ανταγωνισμού, κυρίως με την Κίνα και τις ΗΠΑ.
Η Γερμανία δεν είναι η μόνη καπιταλιστική οικονομία στην ΕΕ που υποχωρεί σε ανταγωνιστικότητα.
Μελέτη της ολλανδικής ING δείχνει ότι οι νέες βιομηχανικές επενδύσεις σε ευρωπαϊκό έδαφος παραμένουν αναιμικές.
Οι οικονομολόγοι της ING κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι από το 2019 η μετεγκατάσταση ευρωπαϊκών μονάδων παραγωγής στο εξωτερικό έχει ξεπεράσει κατά πολύ τις επενδύσεις στην ΕΕ.
Μόλις 38 νέες μεγάλες παραγωγικές μονάδες εγκαταστάθηκαν στην Ευρώπη από το 2019, σε σύγκριση με 172 μονάδες παραγωγής που έφυγαν από την Ευρώπη.
«Ακόμα πιο ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι υπήρξαν περισσότερες μετεγκαταστάσεις εργοστασίων στην Ευρώπη το 2016 ή το 2017, από ό,τι τα προηγούμενα έξι χρόνια μαζί», αναφέρει η έκθεση της ING.
Το κόστος της παραγωγής εντός της Ευρώπης θεωρείται βασικός παράγοντας στη μείωση των επενδύσεων που γίνονται με κριτήριο το μέγιστο δυνατό κέρδος.
Η αύξηση των τιμών της Ενέργειας μετά την πανδημία και ιδιαίτερα από τον πόλεμο στην Ουκρανία, η έλλειψη ειδικευμένου εργατικού δυναμικού σε ορισμένους τομείς και τα αυστηρά ρυθμιστικά πλαίσια σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, δρουν αποτρεπτικά για τους επενδυτές.
«Από το 2019, οι τιμές παραγωγού στον βιομηχανικό τομέα της Ευρωζώνης, εξαιρουμένης της Ενέργειας, έχουν αυξηθεί κατά 26%, ενώ στην Κίνα έχουν αυξηθεί μόνο κατά 1,4%», σημειώνει οικονομολόγος της Rexecode.
Η ανοδική πορεία της Κίνας ενθαρρύνει πλέον τα μονοπώλια να αναπτύξουν την έρευνα και την ανάπτυξή τους εκεί. Αυτό συμβαίνει, για παράδειγμα, στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας με τα ηλεκτρικά οχήματα.
Ενώ ο παραγόμενος πλούτος αυξάνεται, ο παγκόσμιος ανταγωνισμός και το αέναο κυνήγι του μέγιστου κέρδους που βρίσκεται στην «καρδιά» του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, κλείνουν επιχειρήσεις και συρρικνώνουν τη βιομηχανική παραγωγή στη Γερμανία.
Οι πτωχεύσεις μικρών, μεσαίων και μεγάλων επιχειρήσεων στην ισχυρότερη καπιταλιστική οικονομία της ΕΕ και οι απολύσεις που τις συνοδεύουν έχουν πάρει μορφή ντόμινο τα τελευταία χρόνια. Παράλληλα μεγάλες βιομηχανίες μειώνουν την παραγωγή ή αξιοποιούν την τεχνολογία για να κόψουν μαζικά θέσεις εργασίας.
Πρόσφατο παράδειγμα το λουκέτο στην «Werkzeugbau Laichingen», εταιρεία 130 χρόνων, που ήταν ειδικευμένη στην κατασκευή μηχανημάτων μεταλλουργίας για την αυτοκινητοβιομηχανία και απασχολούσε 100 εργαζόμενους. Η εταιρεία του Λάιχινγκεν έχει κηρυχθεί σε πτώχευση αδυνατώντας να αποπληρώσει τα χρέη της.
Σύμφωνα με το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο DIHK, το 2025 μπήκε λουκέτο σε τουλάχιστον 22.000 μικρές, μεσαίες και μεγάλες εταιρείες σε όλη τη Γερμανία και πάνω από 280.000 άνθρωποι έχασαν τις δουλειές τους. Ο παγκόσμιος ανταγωνισμός έκλεισε εταιρείες σε όλους τους κλάδους που ηγούνται της καπιταλιστικής ανάπτυξης στη Γερμανία, αυτοκινητοβιομηχανίες, μηχανολογικές και χαλυβουργικές βιομηχανίες.
Για παράδειγμα, η κατάσταση στη βιομηχανική περιοχή της Στουτγάρδης - άλλοτε μια από τις πλουσιότερες και πιο παραγωγικές περιοχές - είναι δραματική: Εκατοντάδες πτωχεύσεις, χιλιάδες άνεργοι.
Ενα φαινόμενο ντόμινο έχει προκληθεί, ιδιαίτερα στους μεγάλους γίγαντες της αυτοκινητοβιομηχανίας, Volkswagen, Mercedes-Benz και Porsche, στη συνέχεια στους γίγαντες των εξαρτημάτων, Bosch και ZF, και τέλος σε όλους τους σχετικούς κλάδους. Μόνο στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας χάθηκαν σχεδόν 50.000 θέσεις εργασίας σε έναν χρόνο.
Η εταιρεία κατασκευής φορτηγών και λεωφορείων MAN ανακοίνωσε τελευταία μείωση του εργατικού δυναμικού κατά 2.300 άτομα.
Αλλά και οι κλινικές και τα νοσοκομεία έχουν επίσης αντιμετωπίσει λουκέτα και πτωχεύσεις. Οι τομείς της μεταποίησης και των τροφίμων εξακολουθούν να παραμένουν σταθεροί.
Οι πτωχεύσεις έχουν αυξηθεί κατά 23% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Οι ζημίες που προκύπτουν από τα επισφαλή χρέη των υπό πτώχευση εταιρειών υπερβαίνουν τα 57 δισ. ευρώ.
Αναλυτές και οικονομολόγοι κάνουν λόγο για την «τέλεια καταιγίδα»: Οπως λένε παράγοντες της αγοράς, «οι κύριες αιτίες της άνθησης των πτωχεύσεων είναι η εκτόξευση του ενεργειακού κόστους, η ασφυκτική γραφειοκρατία και η κατάρρευση της παγκόσμιας ζήτησης».
Σε αυτά προστίθεται ο ανταγωνισμός από την Απω Ανατολή, ιδίως την Κίνα, ο εμπορικός πόλεμος με τις ΗΠΑ και η «Πράσινη Συμφωνία», η οποία πλήττει την παραδοσιακή γερμανική βιομηχανία, ιδίως τους τομείς της αυτοκινητοβιομηχανίας, του χάλυβα και των ανταλλακτικών. Επιπλέον, υπάρχει έλλειψη εγχώριων και ξένων επενδύσεων.
«Σε σύγκριση με πριν από λίγα χρόνια, είναι πολύ πιο δύσκολο, αν όχι αδύνατο, να βρεθεί ένας Γερμανός ή ξένος επενδυτής πρόθυμος να διασώσει ή να βοηθήσει μια γερμανική εταιρεία που αντιμετωπίζει δυσκολίες», σημειώνουν οι οικονομικοί αναλυτές.
«Σε ορισμένους τομείς, βρισκόμαστε στο ένατο συνεχόμενο τρίμηνο χωρίς σημάδια ανάπτυξης. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να εφαρμόσουν επείγουσες μεταρρυθμίσεις, για παράδειγμα στην κοινωνική ασφάλιση. Διαφορετικά, το κόστος θα συνεχίσει να αυξάνεται, ειδικά για εταιρείες με μεγάλο εργατικό δυναμικό», τονίζει ο Ντινκ Φόκερ Τράιερ, επικεφαλής αναλυτής στο Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο, αποτυπώνοντας την απαίτηση του γερμανικού κεφαλαίου και των επιτελείων του για επιτάχυνση των αντεργατικών μέτρων.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες κρίσης υπερσυσσώρευσης κεφαλαίων, οι όροι διαβίωσης της εργατικής τάξης στη Γερμανία έχουν επιδεινωθεί ραγδαία και παράλληλα οι ανισότητες πλούτου - φτώχειας οξύνονται.
Η τάση αυτή καταγράφεται στην πρόσφατη έκθεση (9/12/2025) της Ομοσπονδιακής Στατιστικής Υπηρεσίας (Destatis) που βασίζεται στα αποτελέσματα της Ερευνας Εισοδήματος και Εξόδων (EVS): Τα νοικοκυριά με μηνιαίο καθαρό εισόδημα μικρότερο από 1.300 ευρώ δαπάνησαν κατά μέσο όρο το 64% (780 ευρώ) των καταναλωτικών τους δαπανών το 2023 για τροφή και στέγαση.
Κατά μέσο όρο, σε όλα τα νοικοκυριά, τα τρόφιμα και η στέγαση αντιπροσώπευαν λίγο περισσότερο από το ήμισυ (52%) των ιδιωτικών καταναλωτικών δαπανών. Για τα νοικοκυριά με εισόδημα 5.000 ευρώ ή περισσότερο, το ποσοστό αυτό αυξήθηκε στο 47%.
Οι ιδιωτικές καταναλωτικές δαπάνες περιλαμβάνουν τις δαπάνες για τρόφιμα, ένδυση, στέγαση, μεταφορές, επικοινωνίες, αναψυχή, εστιατόρια και καταλύματα, εσωτερική επίπλωση, Υγεία, Εκπαίδευση και χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες.
Παρά τις αιματηρές οικονομίες η ακρίβεια «τρώει» το εργατικό εισόδημα: Το 2023, η μέση μηνιαία καταναλωτική δαπάνη ενός νοικοκυριού ήταν 3.030 ευρώ. Στην προηγούμενη έρευνα EVS το 2018, είχε φτάσει τα 2.700 ευρώ.
Κατά μέσο όρο, το 2023, μετά τις δαπάνες για στέγαση (38%) και τρόφιμα (14%), η τρίτη μεγαλύτερη μηνιαία δαπάνη για τις εργατικές οικογένειες είναι οι μεταφορές, που αντιπροσώπευαν το 12% των εξόδων. Ακολουθούν οι δαπάνες για αναψυχή, αθλητισμό και πολιτισμό (9%), υπηρεσίες εστίασης και διαμονής (7%), πληροφορίες και επικοινωνία (5%) και εσωτερική επίπλωση (5%).
Σε αυτά έρχεται να προστεθεί η ...«αύξηση» κατά 0,4% που θα δουν στον μισθό τους οι εργαζόμενοι στη Γερμανία!
Μετά από ονομαστικές αυξήσεις 5,5% και 5,4% το 2023 και το 2024, που στην πράξη ήταν κατά μέσο όρο αύξηση κατά μόλις 2,6%, αντιστοιχώντας ακριβώς στον ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης της δεκαετίας του 2010, φέτος οι πραγματικές αυξήσεις των μισθών θα είναι μηδενικές.
Οπως εξηγεί περαιτέρω στην ετήσια έκθεσή του το Ινστιτούτο WSI του Ιδρύματος Hans Bockler, το οποίο συνδέεται με τα συνδικάτα, περίπου 20 εκατ. εργαζόμενοι καλύφθηκαν από συλλογικά συμφωνημένες αυξήσεις μισθών, μέσω ΣΣΕ. Δεδομένου ότι ο πληθωρισμός αναμένεται να είναι 2,2% το 2025, η πραγματική αύξηση των μισθών ανέρχεται σε 0,4%!
Παρά τη μικρή αύξηση, οι συμβατικοί μισθοί, προσαρμοσμένοι στον πληθωρισμό, εξακολουθούν να είναι κάτω από το επίπεδο του 2020, του πρώτου έτους της πανδημίας. «Αυτό οφείλεται επίσης στο γεγονός ότι τα μπόνους προσαρμογής στον πληθωρισμό διακόπηκαν και πάλι φέτος», εξηγεί το WSI.
Οι διαπραγματεύσεις για τους κρατικούς υπαλλήλους έχουν προγραμματιστεί για τον Γενάρη και τον Φλεβάρη του 2026.
Τον Φλεβάρη λήγει η συμφωνία μη απεργίας για το συνδικάτο μηχανοδηγών (GdL) στην επερχόμενη μισθολογική διαμάχη με τη σιδηροδρομική εταιρεία. Στις συνεχιζόμενες διαπραγματεύσεις για τους μισθούς με άλλους σιδηροδρομικούς φορείς, η GdL απαιτεί αύξηση μισθών κατά 8% για τα μέλη της.
Το επόμενο έτος συνολικά, περίπου 10 εκατ. εργαζόμενοι θα διαπραγματευτούν νέες Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας.