Κυριακή 12 Αυγούστου 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Μικρές ιδέες
Θησαυροί

Associated Press

Ο εικαστικο-θρησκευτικός πόλεμος στο Πακιστάν συνεχίζεται. Στο παζάρι δε βρίσκει κανείς εύκολα κάτι αξιόλογο εκ πρώτης όψεως. Αν, όμως, επιμείνεις και κερδίσεις την εμπιστοσύνη του εμπόρου, μπορείς να βρεις πραγματικούς «ειδωλολατρικούς» θησαυρούς. Μερικά από αυτά τα αντικείμενα τέχνης είχαν κλαπεί από το μουσείο Kabul και τότε οι άνθρωποι αυτοί είχαν χαρακτηριστεί ως συνεργοί της καταστροφής της πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας, ενώ τώρα θεωρούνται σωτήρες. Οι «Ταλιμπάν» συνεχίζουν να καταστρέφουν τις ειδωλολατρικές εικόνες, οι οποίες πρέπει να αφανιστούν για πάντα, όπως ισχυρίζεται ο υπουργός Εξωτερικών, ο οποίος διατείνεται πως ό,τι δεν είναι ισλαμικό, είναι επικίνδυνο... Τώρα, πού είναι η αλήθεια, πού είναι η υπερβολή, πού είναι το ψέμα, κανείς πιστεύουμε ότι δεν είναι σε θέση να ξέρει. Θα τα καταστρέψουν, άραγε, όλα ή θα τα πουλήσουν με πολύ μεγάλη μυστικότητα σε ξένα μουσεία; Κάντε υπομονή και σε είκοσι χρόνια θα μάθουμε... Μέχρι τότε, τα αρχαία αυτά αριστουργήματα θα πωλούνται στα «κρυφά» σε αμέτρητους συλλέκτες ξένους, αλλά κυρίως Πακιστανούς και σ' έναν μυστηριώδη Ιάπωνα. Τι λέτε, «πεταγόμαστε» μέχρι εκεί;

Των φρονίμων τα παιδιά...

Μοιάζει ατέλειωτο το καλοκαίρι, μοιάζει, αλλά δεν είναι. Ο χειμώνας δεν απέχει πολύ, αυτό το ξέρουμε από την πείρα τόσων και τόσων χρόνων. Γι' αυτό ας φτιάξουμε ένα μικρό θερμοκήπιο, ένα μικρό παράδεισο για τις κρύες μέρες και ατέλειωτες παγερές νύχτες του χειμώνα. Ενα περιβάλλον τέλειο για να διατηρηθούν ζωντανά τα όμορφα φυτά σας. Επίσης σ' αυτόν το χώρο μπορείτε να φυλάτε τα εργαλεία και τα διάφορα σύνεργα του κήπου. Το θέμα είναι αν διαθέτετε κήπο. Ας πούμε πως έχετε ένα χώρο, που θα τον βαφτίζατε κηπάκι και εκεί μέσα στο μικρό θερμοκήπιο μπορείτε να φυτέψετε και να προστατέψετε φυτά, που, αν μείνουν έξω, μπορεί και να μη βγάλουν το χειμώνα, να μη δουν την επόμενη άνοιξη. Καθώς γράφουμε αυτές τις γραμμές, έτσι ξαφνικά μας ήρθε στο νου το παλιό τραγουδάκι: «Θα σ' αγαπώ, θα σ' αγαπώ για πάντα, θα σ' αγαπώ μέχρι την επόμενη άνοιξη, μέχρι τον επόμενο έρωτα».

Τα βότσαλα του Αιγαίου

Τίποτε δεν πάει χαμένο τελικά. Ακόμη και οι πέτρες. Οι πέτρες, για τις οποίες παντελώς αδιαφορούμε, όταν τις συναντούμε στην παραλία. Και ενίοτε δυσφορούμε, αγανακτούμε και έπειτα τις λησμονούμε. Μια ερασιτέχνης φωτογράφος, η Νίκη Μιχαλοπούλου, «όργωσε» την Ελλάδα με όλη της την καρδιά. Αγάπησε τη φύση της πατρίδας, θαύμασε τη θάλασσα και λούστηκε μέσα στα γαλαζοπράσινα νερά της, μα, τελικά, έμεινε έκθαμβη από τις πέτρες. Με ευλάβεια μάζεψε μια μια πετρούλα, ένα βοτσαλάκι και τις απαθανάτισε. Τις αιχμαλώτισε. Μετά από χρόνια. Φέτος το καλοκαίρι, η δουλιά της μεταμορφώθηκε σε ένα κομψό, με πλούσιο φωτογραφικό υλικό, λεύκωμα. Πήρε μορφή βιβλίου με ένα σύντομο και σεμνό πρόλογο, το οποίο κυκλοφόρησε από τις νεοσύστατες εκδόσεις «Γκέμα» με τον τίτλο: «Τα βότσαλα του Αιγαίου». Είχαμε δει την έκθεση των φωτογραφιών της Νίκης Μιχαλοπούλου, πήραμε το λεύκωμα, το ξεφυλλίσαμε και πρέπει να ομολογήσουμε ότι μας άρεσε πολύ. Εκτος, λοιπόν, από ένα «μπράβο», που της το οφείλουμε άλλωστε, αρχίσαμε να σκεφτόμαστε σοβαρά πως πρέπει να γίνουμε πιο παρατηρητικοί, λιγότερο γκρινιάρηδες και πιο ευαίσθητοι, όταν βρισκόμαστε στη φύση. Πού ξέρεις; Ενα κλαδάκι, ένας θάμνος, ένα σύννεφο, ένα θαλάσσιο κύμα μπορεί να μείνει για πάντα σε ένα ράφι...

Πρόσω ολοταχώς για Τήνο

Τέτοιες μέρες που έρχονται, το πανέμορφο νησί της Τήνου στενάζει από τον κόσμο, που συρρέει για να προσκυνήσει την Παναγιά τη Μεγαλόχαρη. Εμείς, οι εραστές της απόλυτης ομορφιάς, και της απόλυτης ηρεμίας, εμείς, που, ενώ δεν έχουμε στον ήλιο μοίρα, δεν έχουμε ακόμα τόσο απελπιστεί, ώστε να «αναθέσουμε την πάσα ελπίδα μας» σε Εκείνη, εμείς που λατρεύουμε το κόσμημα των Κυκλάδων, το «νησί των θησαυρών» όλο το χρόνο, αυτή την εποχή το αποφεύγουμε. Να, όμως, που μακριά του δεν αντέχουμε να κάνουμε για πολύ.

Ετσι, θα βρεθούμε εκεί. Πάμε, λοιπόν, «Πρόσω ολοταχώς για Τήνο», με το ομώνυμο βιβλίο που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Εριννη» («Φιλιππότη»). Πρόκειται για ένα ανομοιογενές, αλλά ευγενές βιβλίο με πεζά κείμενα που έγραψαν οι: Βαϊμάκι Βάλυ, Κιοσσέ Χαρά. Ταρσούλη Γεωργία, Τραχάνη Βίκυ και με ποιήματα από τους: Κοκινάκη Κωστή, Παπαθανασόπουλου Θανάση, Παρθένη Αγγελο, Σιώτη Ντίνο, Σουρή Γεώργιο και Χατζηφώτη Ι. Μ.

Εις υγείαν

Μέρες καυτές, ατέλειωτες περνάμε, σέρνοντας από τη ζέστη το κορμί μας. Και συνεχώς διψάμε. Νερό άφθονο, τσάι παγωμένο, φραπέ με πολλά παγάκια συνεχώς πίνουμε. Μα να, που έρχονται τα δυσκίνητα, νωθρά και ράθυμα απογεύματα, που μας προκαλούν να κάνουμε κάτι διαφορετικό, πιο ελκυστικό, έτσι για να κόψουμε τη ζεστή μονοτονία που μας περιβάλλει. Ε, λοιπόν τι θα λέγατε για ένα Παντς «Punch»; Τι χρειαζόμαστε; Κέφι πάνω από όλα. Και φρούτα, χυμούς φρούτων, κρασί, λίγο λικέρ, σόδα, πάγο και μια μεγάλη κανάτα. Ενα μεγάλο μπολ και μια ωραία κουτάλα. Α, ξεχάσαμε και ποτήρια, ποτήρια χαμηλά με ανοιχτό στόμιο...

Ας αρχίσουμε με το Βουνίσιο Παντς και μετά βλέπουμε αν θα συνεχίσουμε. Ενα μπουκάλι κόκκινο κρασί, μια κουταλιά γαρίφαλα, ένα κλαράκι κανέλα, 4 κουταλιές μαύρη ζάχαρη, φλούδες από δυο λεμόνια, ένα ποτήρι μπράντι, σόδα γούτερ, και πολύ πάγο. Σε ένα μικρό μπρίκι, θα βράσουμε το κονιάκ με ίση ποσότητα νερού, θα ρίξουμε τα γαρίφαλα, την κανέλα και την καφέ ζάχαρη. Μόλις λιώσει η ζάχαρη, θα προσθέσουμε τις φλούδες λεμονιού. Θα ρίξουμε το μείγμα μέσα στο μπολ, θα προσθέσουμε αρκετό πάγο και θα αδειάσουμε όλο το κρασί. Στη συνέχεια ρίχνουμε τη σόδα. Και, φυσικά, εις υγείαν.

Καθ' οδόν: Στην Ταϊλάνδη
«Η πόλη των αγγέλων»

Οταν σκέφτεσαι ένα ταξίδι στην Ταϊλάνδη, στο νου σου αμέσως έρχονται μέρη εξωτικά, νησιά με χρυσές παραλίες που οι φοίνικες ακουμπούν μέσα στα γαλαζοπράσινα νερά και καταπράσινες τροπικές ζούγκλες του βορρά.

Το δικό μας όμως ταξίδι ήταν μόνο μέχρι την πρωτεύουσα της ασιατικής αυτής χώρας, την Μπανγκόνγκ. Μια μεγαλούπολη, όπου ο σύγχρονος τρόπος ζωής συναντά τον παλιό, όπου το μέγαρο συνορεύει πολλές φορές με την τσίγκινη καλύβα και η πανάκριβη λιμουζίνα ταξιδεύει δίπλα δίπλα με το υπαίθριο τρίκυκλο ταξί, το «τουκ-τουκ», όπως χαρακτηριστικά αποκαλούν οι Ταϊλανδοί.

Μπανγκόνγκ σημαίνει στα ταϊλανδέζικα η πόλη των αγγέλων. Μπορεί, ίσως, σε μια... άλλη εποχή. Σήμερα, όμως, η πόλη αυτή κάθε άλλο παρά των αγγέλων είναι. Σήμερα, η πρωτεύουσα του πάλαι ποτέ βασιλείου του Σιάμ και του σημερινού βασιλείου της Ταϊλάνδης, που είναι κτισμένη στον ποταμό Τσάο-Πράγια, ο οποίος τη χωρίζει στα δύο, είναι η μεγαλούπολη των δέκα εκατομμυρίων κατοίκων, των τεσσάρων εκατομμυρίων αυτοκινήτων και άλλων τροχοφόρων, που κινούνται από πολύ νωρίς το πρωί καθημερινά στις οδικές αρτηρίες, μέσα σ' ένα ασφυχτικό κλοιό ενός αφάνταστου μποτιλιαρίσματος, όπου το ρυπογόνο νέφος ξεπερνά τα επιτρεπτά όρια.

Αντιθέσεις

Η πρώτη μας εντύπωση, μόλις φθάνουμε στην πρωτεύουσα, όπως είπαμε, είναι οι μεγάλες και κραυγαλέες αντιθέσεις της. Εικόνες πανύψηλων ουρανοξυστών, με μοντέρνα αρχιτεκτονική - που ανήκουν συνήθως στις μεγάλες πολυεθνικές εταιρίες, οι οποίες είναι και οι βασικοί οικονομικοί και πολιτικοί παράγοντες της χώρας - είναι πολύ συχνές. Οπως και εικόνες άθλιων παραγκών που υπάρχουν όχι μόνο μέσα στα κανάλια του ποταμού, όπου κατά την περίοδο των βροχών, όταν το ποτάμι υπερχειλίζει, οι άνθρωποι ζουν κυριολεκτικά μέσα στα νερά, αλλά και σε πολλές άλλες γειτονιές της Μπανγκόνγκ.


Το μεγάλο οικονομικό «κραχ» του 1997, με την καταστροφή πολλών επιχειρήσεων, προκάλεσε νέο κύμα ανεργίας στον ήδη στερημένο λαό. Εναν λαό που το κράτος δεν του παρέχει Κοινωνική Ασφάλιση, σύνταξη, ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψη. Πολλά κτίρια μένουν και σήμερα εγκαταλειμμένα, θύματα και αυτά της οικονομικής κρίσης.

Οι μεγάλες αντιθέσεις, του πλούτου και της φτώχειας, της πολυτέλειας και της στερημένης ζωής, είναι παντού ορατές. Δίπλα στο υπέρ-λουξ μοντέρνο ξενοδοχείο, υπάρχει ο μικροπωλητής που πουλάει αναψυκτικά ή ανανά με παγάκια, υπάρχει η παράγκα-υπαίθριο εστιατόριο, μιας άλλης εποχής, όπου μπορείς να «φας» πολύ φτηνά. Εξάλλου, όλη η πρωτεύουσα είναι γεμάτη με μικρά αυτοσχέδια υπαίθρια «μαγειρεία», όπου οι κάτοχοί τους ψήνουν, τηγανίζουν, βράζουν και ετοιμάζουν διάφορα ντόπια φαγητά, εκεί έξω στο πεζοδρόμιο, για τους κατοίκους της πρωτεύουσας. Οι εργαζόμενοι της Μπανγκόνγκ δεν πολυμαγειρεύουν στο σπίτι τους. Στοιχίζει, μας είπαν, σε χρόνο και χρήμα πιο φτηνά να αγοράσουν από τα καροτσάκια το λιτό φαγητό τους. Ετσι, η χαρακτηριστική μυρωδιά τηγανισμένου ψαριού, θαλασσινών και ρυζιού, ποτισμένων με καυτερό τσίλι και με άλλα μπαχαρικά της Ανατολής, σε τυλίγει αμέσως μόλις πατήσεις το πόδι σου στην Μπανγκόνγκ.

Σαν γνήσια ασιατική πόλη που είναι, η «πόλη των αγγέλων» δεν μπορεί παρά να είναι ένα ατέλειωτο παζάρι, όπου το «δούναι και λαβείν» βασιλεύει. Παντού κυριαρχεί το εμπόριο. Στα τεράστια μοντέρνα υπερσύγχρονα εμπορικά κέντρα, στα υπαίθρια καροτσάκια, στις παραδοσιακές σκεπαστές αγορές με τους δαιδαλώδεις διαδρόμους της, ακόμα και στις βάρκες-καταστήματα του ποταμού. Οι Κινέζοι που ζουν και συνυπάρχουν ειρηνικά με τους Ταϊλανδούς εδώ και πολλά χρόνια, έχουν τη δική τους «γωνιά». Μια ακόμη Τσάινατάουν με όλα της τα χαρακτηριστικά απλώνεται από τη δυτική πλευρά του ποταμού καταλαμβάνοντας μεγάλη έκταση. Εμποροι με αιώνων παράδοση οι Κινέζοι, είναι σοβαροί οικονομικοί παράγοντες της χώρας.


Στην Ταϊλάνδη, που είναι το βασίλειο της απομίμησης, μπορείς να βρεις τις καλύτερες αντιγραφές πολλών επώνυμων προϊόντων, όπως ρολογιών Rolex, πειρατικών CD, «σινιέ» ρούχων κλπ. σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές. Πολλές αγορές γίνονται μόνο τα Σαββατοκύριακα και είναι απέραντες. Μια άλλη αγορά στήνεται κάθε βράδυ κατά μήκος των οδών, της συνοικίας Πατπόνγκ, μιας γειτονιάς που μετατρέπεται σε ένα τρελό εμπορικό πανηγύρι, και όχι μόνο! Τα εμπορεύματά της ποικίλλουν και είναι για όλα τα γούστα... Από το πιο φτηνό μπλουζάκι, τα τουριστικά σουβενίρ, τα τρόφιμα, τα παπούτσια και ό,τι άλλο μπορεί κανείς να φανταστεί, έως και τα... κορίτσια που γεμίζουν τα μπαρ και τους γύρω χώρους, τη νύχτα. Εδώ, αλλά και σε πολλά άλλα σημεία της πόλης, όπως και σε ολόκληρη τη χώρα, η πορνεία και τα ναρκωτικά παίρνουν τη μορφή της επιδημίας. Ενα παραισθησιογόνο δηλητήριο, το «γιαμπά», κάνει θραύση τελευταία στα εξαθλιωμένα στρώματα του λαού. Ο χρήστης τρελαίνεται σε τέτοιο βαθμό, ώστε να μην καταλαβαίνει τι κάνει. Τότε πηδάει από πανύψηλα κτίρια στο κενό ή πέφτει στα κανάλια του ποταμού...

Παραδόσεις

Οι Ταϊλανδοί είναι συντηρητικοί, παραδοσιακοί, πιστοί στις παραδόσεις, στα ήθη και έθιμά τους. Ευγενικοί, χαμογελαστοί και πρόθυμοι πάντα να σε εξυπηρετήσουν, χωρίς όμως ίχνος δουλικότητας, είναι περήφανοι και αξιοπρεπείς. Δεν εξωτερικεύουν εύκολα τα συναισθήματά τους, αναδεικνύοντας σε μεγάλο βαθμό την ανατολίτικη εσωστρέφειά τους. Βουδιστές, στην πλειονότητά τους στο θρήσκευμα, σύμφωνα με τη γέννηση του προφήτη τους Βούδα πριν 2.544 χρόνια, βρίσκονται σ' αυτή τη χρονολογία ημερολογιακά. Οι ναοί τους είναι φτιαγμένοι με εξαιρετική τέχνη και με έντονα χρώματα. Το κόκκινο, το μοβ, το πράσινο σε συνδυασμό πάντα με το χρυσό, δίνουν ένα ξεχωριστό και μυστηριακό τόνο, ιδίως το βράδυ που φωτίζονται με προβολείς. Τα τεράστια χρυσά αγάλματα του Βούδα, τα βασιλικά παλάτια με τις μυτερές στέγες και τα χρυσά αετώματα σε μαγεύουν και σε μεταφέρουν για λίγο έξω από την πραγματικότητα, στο όνειρο, στο εξωτικό, στην Ανατολή...



Σόνια ΣΙΔΗΡΟΠΟΥΛΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ