Πολλαπλές επιστημονικές μελέτες δείχνουν ότι ο αριθμός των πασχόντων από μακροχρόνια COVID θα ήταν ακόμη μεγαλύτερος αν δεν είχαν υπάρξει τα εμβόλια για τον κορονοϊό. Αν και οι μελέτες δεν συμφωνούν για το ακριβές ποσοστό της προστασίας που προσφέρουν τα εμβόλια, υπάρχει μια ξεκάθαρη τάση: Οσο περισσότερα έχει κάνει κανείς πριν από την πρώτη νόσηση με COVID, τόσο λιγότερο πιθανό είναι μετά την οξεία φάση της νόσου να αναπτύξει μακροχρόνια COVID. Μετα-ανάλυση 24 μελετών που δημοσιεύτηκε πριν από τρεις μήνες συμπέρανε ότι οι άνθρωποι που έχουν κάνει τρεις εμβολιασμούς είναι 68,7% λιγότερο πιθανό να αναπτύξουν μακροχρόνια COVID, συγκριτικά με εκείνους που δεν έχουν εμβολιαστεί. Παλαιότερη μετα-ανάλυση, βασισμένη σε 6 μελέτες, είχε δείξει μείωση εμφάνισης μακροχρόνιας COVID κατά 30%, αλλά τώρα με βάση τέσσερις φορές περισσότερα δεδομένα, η παρεχόμενη προστασία φαίνεται να είναι πολύ μεγαλύτερη.
Αυτές οι μελέτες πραγματοποιήθηκαν σε διάφορες χώρες, με διαφορετικά συστήματα Υγείας, δημογραφία, ποσοστά εμβολιασμού του πληθυσμού και ποσοστά νόσησης με COVID. Με αυτήν την έννοια, τα αποτελέσματά τους δεν είναι απολύτως συγκρίσιμα. Ομως, ανεξάρτητα από το συγκεκριμένο πλαίσιο που έγιναν, οι μελέτες αυτές δείχνουν ότι τα εμβόλια για τον κορονοϊό προσφέρουν ισχυρή προστασία από τη μακροχρόνια COVID. Αν και στην αρχή της πανδημίας, πριν από την έναρξη των εμβολιασμών, η εμφάνιση μακροχρόνιας COVID ήταν πάνω από 20%, τώρα λόγω της αυξημένης ανοσίας στον πληθυσμό, των ηπιότερων παραλλαγών του ιού και της βελτίωσης των παρεχόμενων θεραπειών, το ποσοστό έχει πέσει στο 11% μεταξύ των ανεμβολίαστων και μόλις στο 5% μεταξύ εκείνων που έχουν κάνει δύο ή περισσότερους εμβολιασμούς.
Αν και θα απαιτηθεί χρόνος μέχρι να εντοπιστεί ο ακριβής μηχανισμός προστασίας από τη μακροχρόνια COVID μέσω του εμβολιασμού, πολλοί γιατροί θεωρούν ότι οι νέες μελέτες θα βοηθήσουν να καταπολεμηθούν η κακή πληροφόρηση και η παραπληροφόρηση για τους εμβολιασμούς, που έχουν οδηγήσει μέρος του πληθυσμού σε μια ορισμένη διστακτικότητα για λήψη αναμνηστικών δόσεων.
Ο Λαντάπο διορίστηκε το 2021, από τον διεκδικητή του χρίσματος των Ρεπουμπλικάνων στις φετινές προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ κυβερνήτη της Φλόριντα, Ρον ντε Σάντις, ο οποίος είχε καταφερθεί κατά της μάσκας στην πανδημία και είχε προσπαθήσει να σταματήσει το λοκντάουν ακολουθώντας τις συμβουλές του τότε Προέδρου, Ντ. Τραμπ. Ο Λαντάπο διατύπωσε επίσης ανησυχίες ότι η μόλυνση του ανθρώπινου DNA μπορεί να προέλθει και από τον ιό των πιθήκων SV40, προκαλώντας την ενεργοποίηση γονιδίων, που προξενούν καρκίνο και χρωμοσωματική αστάθεια. Η FDA, απαντώντας στους ισχυρισμούς του Λαντάπο, ανακοίνωσε επίσημα ότι «με βάση μια ενδελεχή εξέταση ολόκληρης της διαδικασίας παρασκευής, η FDA είναι σίγουρη για την ποιότητα, ασφάλεια και αποτελεσματικότητα των εμβολίων COVID-19».
Μεταξύ των επιστημόνων που απέρριψαν τους κινδύνους που επικαλείται ο Λαντάπο είναι και ο Πολ Οφιτ, διευθυντής του Κέντρου Ενημέρωσης για τους Εμβολιασμούς του Παιδιατρικού Νοσοκομείου της Φιλαδέλφειας και μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής της FDA για τα εμβόλια COVID. Ο Οφιτ λέει ότι ο τρόπος που παρασκευάζονται τα εμβόλια mRNA έχει πράγματι ως αποτέλεσμα την ύπαρξη πολύ μικρών ποσοτήτων DNA στο τελικό προϊόν (δισεκατομμυριοστά ή τρισεκατομμυριοστά του γραμμαρίου σε κάθε δόση), αλλά αυτό συμβαίνει και με κάθε εμβόλιο που αναπτύσσεται μέσα σε κύτταρα (συνήθως σε αυγά κότας), όπως τα εμβόλια για την ιλαρά και την ανεμοβλογιά. Οι ποσότητες αυτές είναι εντελώς αβλαβείς για πολλούς λόγους, τονίζει.
Για να παρασκευαστεί ένα εμβόλιο mRNA ενάντια στον κορονοϊό, αρχικά οι επιστήμονες χρησιμοποιούν κυκλικά κομμάτια DNA, που ονομάζονται πλασμίδια και περιέχουν το γονίδιο για την πρωτεΐνη της ακίδας του SARS-CoV-2. Τα πλασμίδια αντιγράφονται σε δισεκατομμύρια αντίγραφα μέσα σε βακτήρια και στη συνέχεια αφαιρούνται απ' αυτά με χρήση κατάλληλων χημικών ουσιών. Ενζυμα κόβουν τα πλασμίδια σε γραμμικά τμήματα DNA, που κωδικοποιούν την πρωτεΐνη ακίδας του κορονοϊού και τελικά ένα διαφορετικό ένζυμο μετατρέπει το DNA σε mRNA. Ενα ακόμη ένζυμο προστίθεται για να τεμαχίσει το DNA που απομένει σε μικροσκοπικά ακίνδυνα τμήματα.
Για να μπει μέσα στον πυρήνα ενός ανθρώπινου κυττάρου οποιοδήποτε τέτοιο υπολειπόμενο ιικό DNA, θα πρέπει πρώτα να μπει μέσα στο κυτταρόπλασμα, που συνήθως κρατάει το ξένο DNA έξω από το κύτταρο. Μετά θα πρέπει να διαπεράσει τη μεμβράνη του πυρήνα του κυττάρου, πράγμα αδύνατο χωρίς ένα ειδικό χημικό σήμα, που αυτά τα πολύ μικρά κομμάτια δεν διαθέτουν, όπως σημειώνει ο Οφιτ. Επιπλέον, το υπολειπόμενο DNA θα πρέπει να ενσωματωθεί μέσα στο DNA του πυρήνα, πράγμα που απαιτεί ένζυμα κοπής της αλυσίδας του DNA, που δεν είναι παρόντα στα εμβόλια mRNA. Κατά τον Οφιτ, οι πιθανότητες ο εμβολιασμός με εμβόλιο mRNA να έχει οποιαδήποτε επίδραση στο DNA ενός ανθρώπου είναι μηδενικές.
Ο Οφιτ επισημαίνει ότι τα κύτταρά μας συνεχώς συναντούν πολύ μεγαλύτερες ποσότητες ξένου DNA από τα βακτήρια στα οποία είμαστε εκτεθειμένοι, αλλά και από τα φυτά και τα ζώα που τρώμε. Ο Λαντάπο αντιπρότεινε οι άνθρωποι να προτιμήσουν εμβόλια που δεν χρησιμοποιούν την τεχνική του mRNA. Στις ΗΠΑ υπάρχει σήμερα μόνο ένα τέτοιο εμβόλιο, το εμβόλιο της «Novavax», που αναπτύσσεται μέσα σε κύτταρα σκόρου και το οποίο επίσης περιέχει DNA. «Από τη στιγμή που λες τη λέξη DNA, οι άνθρωποι σκέφτονται, ποπο, υπάρχει DNA μέσα σ' αυτό; Πρόκειται να επηρεάσει το DNA μου;», λέει ο Οφιτ και συμπληρώνει: «Υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα να γίνετε Σπάιντερμαν» αν σας τσιμπήσει μια αράχνη, παρά να σας βλάψει το DNA των εμβολίων COVID.
Οσον αφορά τον ιό SV40 των πιθήκων, τα εμβόλια COVID δεν περιέχουν ούτε πρωτεΐνες ούτε γενετικό υλικό του ιού αυτού. Ο SV40 ήταν μολυσματικό στοιχείο σε κάποια πρώιμα εμβόλια για την πολιομυελίτιδα, αλλά δεν έχει αποδειχτεί ότι προκαλεί καρκίνο στον άνθρωπο.
Ο Οφιτ παραδέχεται αυτό που είναι γνωστό σε όλους, ότι τα εμβόλια και γενικά τα φάρμακα εμπεριέχουν και κινδύνους πέρα από την ωφελιμότητα που έχουν. Το εμβόλιο της «Τζόνσον & Τζόνσον» διαπιστώθηκε ότι σπάνια προκαλεί θανατηφόρα θρόμβωση σε ορισμένους ανθρώπους και γι' αυτό έπαψε να χρησιμοποιείται. Τα εμβόλια mRNA εμπεριέχουν έναν μικρό, αλλά όχι μηδενικό κίνδυνο εμφάνισης μυοκαρδίτιδας, κυρίως στους εφήβους και τους νεαρούς άντρες. Ομως, ο κίνδυνος μυοκαρδίτιδας από την COVID είναι πολύ μεγαλύτερος και η βαρύτητά της μεγαλύτερη. Tα πλεονεκτήματα του εμβολιασμού ξεκάθαρα βαρύνουν πολύ περισσότερο από τους κινδύνους. Δεν υπάρχει δυνατότητα να αποφύγει κανείς οποιονδήποτε κίνδυνο. Οποιος δεν θέλει να ρισκάρει με τον εμβολιασμό, ρισκάρει με την αρρώστια. Η λήψη αναμνηστικών δόσεων είναι λιγότερο σημαντική για τους νέους υγιείς ανθρώπους, αλλά δεν πρέπει να παραλείπεται από τους ανθρώπους ηλικίας μεγαλύτερης των 65 ετών, αλλά και τους ανθρώπους οποιασδήποτε ηλικίας με υποκείμενα νοσήματα, που κάνουν επικίνδυνη τυχόν νόσηση από κορονοϊό. Επιπρόσθετα, οι αναμνηστικές δόσεις προφυλάσσουν σημαντικά από την εμφάνιση μακροχρόνιας COVID.