Κυριακή 5 Ιούνη 2011
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΓΥΝΑΙΚΑ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ - ΟΞΥΝΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΘΕΣΗΣ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ
Βαριές επιπτώσεις στην υγεία των εργαζόμενων γυναικών

Εξοντωτικές συνθήκες εργασίας για τις εργαζόμενες στο χώρο της Υγείας
Εξοντωτικές συνθήκες εργασίας για τις εργαζόμενες στο χώρο της Υγείας
Το βάθεμα της καπιταλιστικής κρίσης και η όξυνση της επίθεσης του κεφαλαίου εντείνουν την ταξική εκμετάλλευση και μαζί με αυτήν την ανισοτιμία των εργαζόμενων γυναικών. Οι γυναίκες βιώνουν μεγαλύτερα ποσοστά ανεργίας και εργασιακής ανασφάλειας, την εντατικοποίηση της εργασίας. Απασχολούνται συχνότερα με ευέλικτες σχέσεις εργασίας που συνδυάζονται με ανάποδα ωράρια, δουλειά τα Σαββατοκύριακα, απογευματινές ή νυχτερινές βάρδιες, αλλεπάλληλες εφημερίες. Βιώνουν διπλή και τριπλή επιβάρυνση με τις επαγγελματικές και οικογενειακές υποχρεώσεις, που στα πλαίσια της κρίσης φορτώνονται όλο και περισσότερο στις γυναικείες πλάτες.

Οι γυναίκες καταδικάζονται πλέον σε περισσότερα χρόνια έκθεσης σε επαγγελματικούς κινδύνους λόγω της γενικής αύξησης του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης και της κατάργησης της διαφοράς 5ετίας μεταξύ ανδρών - γυναικών. Επίσης υποχρεούνται συχνότερα σε ανασφάλιστη εργασία που μαζί με την πολιτική ψαλιδίσματος των δημόσιων παροχών Υγείας, τις περικοπές, από τα ασφαλιστικά ταμεία (εξετάσεις θυρεοειδούς, μαστογραφία, Τεστ ΠΑΠ, έλεγχος οστεοπόρωσης κ.ά.) και την εμπορευματοποίηση της Υγείας γενικότερα, οδηγούν σε ακόμα μεγαλύτερη δυσκολία στον τομέα της πρόληψης, αλλά και της διάγνωσης και θεραπείας προβλημάτων υγείας.

Το μπαράζ αντιλαϊκών μέτρων που εξαγγέλλονται και εφαρμόζονται έχουν πολλαπλές δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία όλων των εργαζομένων, πολύ δε περισσότερο των γυναικών. Και όταν λέμε υγεία δεν εννοούμε μόνο τη σωματική, αλλά και την ψυχική, πνευματική υγεία και τη συνολικότερη ευεξία του ατόμου. Υπό αυτό το πρίσμα αυξάνονται σε όλες τις γυναίκες, άνεργες ή εργαζόμενες, το άγχος, το στρες, οι ψυχοσωματικές διαταραχές, ακόμα και η επίπτωση σοβαρότερων ψυχιατρικών διαταραχών.

Συχνότατα τα μυοσκελετικά προβλήματα και οι λοιμώδεις ασθένειες

Σύμφωνα με ευρωπαϊκές μελέτες, οι μυοσκελετικές διαταραχές εκτιμάται ότι κατέχουν μέχρι σήμερα σημαντικό ποσοστό ανάμεσα στα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες. Οφείλονται στην άρση σημαντικών φορτίων (πόσες άραγε από εμάς που έχουμε εργαστεί σε νοσοκομείο δεν έχουμε σηκώσει ασθενείς, ακόμα και υπέρβαρους, λόγω έλλειψης νοσοκόμων και τραυματιοφορέων;), στη συνεχή ορθοστασία (όπως 24ωρη εφημερία). Τέτοια παραδείγματα με οσφυαλγία, αυχεναλγία, τενοντίτιδες εκ κοπώσεως, ακόμα και κιρσούς και φλεβική ανεπάρκεια σε μικρές και σχετικά μικρές ηλικίες έχουμε άφθονα σε νοσηλεύτριες και γυναίκες γιατρούς. Και αναμένεται να πολλαπλασιαστούν λόγω διαρκούς μείωσης προσωπικού.

Σχετικά συχνές, για τις εργαζόμενες στο χώρο της Υγείας, είναι οι λοιμώδεις ασθένειες, όπως η ηπατίτιδα και η φυματίωση, η μετάδοση των οποίων επίσης σχετίζεται με την αυξανόμενη εντατικοποίηση και την αύξηση της φτώχειας του νοσηλευόμενου πληθυσμού. Μάλιστα, ακόμα και σε ειδικές περιόδους έξαρσης λοιμωδών νοσημάτων, όπως η πρόσφατη επιδημία γρίπης H1N1, πόσες έγκυες γιατροί ή νοσηλεύτριες έλαβαν τα απαραίτητα μέτρα προφύλαξης; Πόσες έμειναν για προληπτικούς λόγους στο σπίτι; Μάλλον ελάχιστες, αν όχι καμία λόγω έλλειψης προσωπικού, που εν μέσω κρίσης παίρνει επικίνδυνες διαστάσεις.

Η σωματική και ψυχολογική βία είναι συχνό πρόβλημα και στους χώρους της υγείας, καθώς λόγω της κρίσης η αύξηση της φτώχειας, της ανεργίας, του αδιέξοδου που βιώνει ο άνθρωπος σε συνδυασμό με την εκρηκτική κατάσταση που επικρατεί τελευταία στα νοσοκομεία (ελλείψεις υλικών και προσωπικού) οδηγούν συχνά τον ασθενή σε ξεσπάσματα και απρεπή συμπεριφορά που στόχο έχουν συνήθως τη γυναίκα εργαζόμενη, γιατρό και νοσηλεύτρια. Επίσης, η εργοδοτική τρομοκρατία με όλες τις μορφές της είναι παρούσα και εντείνεται σε όλους τους χώρους εργασίας, ιδιωτικές κλινικές και «τσεκαπάδικα».

Στο στόχαστρο μητρότητα και αναπαραγωγική υγεία

Ειδικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν με αυξανόμενη συχνότητα οι γυναίκες είναι αυτά της αναπαραγωγικής υγείας.

Με τα εξαντλητικά ωράρια εργασίας και τον ασφυκτικά περιορισμένο ελεύθερο χρόνο ή στον αντίποδα με την ανεργία και το επισφαλές μειούμενο εισόδημα, τα νέα ζευγάρια δυσκολεύονται να δημιουργήσουν οικογένεια. Παρατηρείται έτσι μεγάλη καθυστέρηση και αναβολή της τεκνοποίησης, που λόγω αυξημένης ηλικίας της εγκύου συνεπάγεται αυξημένο κίνδυνο για εμβρυϊκές ανωμαλίες και επιπλοκές της κύησης.

Πολλαπλασιάζονται δε οι γυναίκες που αποφασίζουν να μην τεκνοποιήσουν για καθαρά οικονομικούς, κοινωνικούς και επαγγελματικούς λόγους. Πολλώ δε μάλλον που τομείς όπως της μαιευτικής και της υπογονιμότητας έχουν παραχωρηθεί σχεδόν εξ ολοκλήρου στους επιχειρηματίες της Υγείας.

Εδώ να πούμε ότι οι άτοκες γυναίκες και οι γυναίκες που ολοκληρώνουν την πρώτη εγκυμοσύνη μετά τα 35 έτη έχουν 1,5 φορά μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού συγκριτικά με τις πολύτοκες.

Επίσης η ατοκία κατατάσσεται ανάμεσα στους παράγοντες κινδύνου για καρκίνο του ενδομητρίου, ενώ και η επίπτωση της υπογονιμότητας αυξάνει με την ηλικία.

Ειδικά για τις εργαζόμενες γυναίκες, υπάρχει αυξημένος κίνδυνος πρόωρου τοκετού όταν η εργασία εμπεριέχει ορθοστασία και σοβαρός κίνδυνος προωρότητας και γέννησης παιδιού χαμηλού σωματικού βάρους όταν οι γυναίκες εργάζονται βραδινή βάρδια κατά το δεύτερο τρίμηνο της κύησης, όπως η πλειοψηφία γιατρών και νοσηλευτριών.

Ακόμα, υπάρχει αυξημένος κίνδυνος αποβολής όταν η έκθεση σε σωματική πίεση συμβαίνει νωρίς στην εγκυμοσύνη και τριπλάσιος κίνδυνος σε γυναίκες που εργάζονται περισσότερες από 45 ώρες την εβδομάδα.

Βεβαίως, η εντατικοποίηση της εργασίας στους χώρους της Υγείας δεν είναι σημερινό φαινόμενο, αλλά λόγω της κρίσης αυξάνει, όπως και η προσέλευση των ασθενών, οπότε η χαρά της εγκυμοσύνης μετατρέπεται σε άγχος και βάσανο για τη γιατρίνα και τη νοσηλεύτρια που υποχρεούται ακόμα και στη διάλυση φαρμάκων, όπως κυτταροστατικών, με τερατογόνο δράση και αμφίβολες επιδράσεις στην εμβρυογένεση. Και ο θηλασμός, σημαντικός για την υγεία μητέρας - παιδιού, μετατρέπεται σε πολυτέλεια και βάσανο εν μέσω καπιταλιστικής κρίσης.

Και οι αυτοαπασχολούμενες γυναίκες αναπτύσσουν σημαντικά προβλήματα υγείας, δεν έχουν θεσμοθετημένες άδειες μητρότητας, ενώ λόγω παρατεταμένου και ασταθούς ωραρίου εκδηλώνουν έντονη κόπωση και στρες.

Οξυμένα προβλήματα αντιμετωπίζουν και οι μετανάστριες που δουλεύουν όλο και πιο συχνά στους χώρους της Υγείας σε υπεργολάβους, όπως τα συνεργεία καθαριότητας. Εργάζονται ανασφάλιστες, χαμηλόμισθες, πολλές ώρες, χωρίς δικαιώματα. Μάλιστα δυσκολεύονται στην κατανόηση κανόνων ασφάλειας και μαζί με την ελλιπή και μη οργανωμένη εκπαίδευση σε θέματα Υγείας και Ασφάλειας της Εργασίας εκθέτουν τον εαυτό τους, αλλά και άλλους εργαζόμενους στο νοσοκομείο σε κίνδυνο (π.χ. πιάνουν ακατάλληλα απορρίμματα με τα χέρια).

Μονόδρομος η πάλη ενάντια στο σύνολο της αντιλαϊκής πολιτικής

Τα προβλήματα υγείας, που σχετίζονται με την εντατικοποίηση και ελαστικοποίηση της εργασίας και όχι μόνο, πολλαπλασιάζονται λόγω της καπιταλιστικής κρίσης σε όλους τους εργαζόμενους, περισσότερο ακόμα στις γυναίκες.

Εμείς λέμε ότι η ανύπαρκτη πρόληψη, οι αιτίες που γεννούν και επιδεινώνουν την ασθένεια δεν είναι καθαρά επιστημονικό - τεχνοκρατικό ζήτημα, είναι ζήτημα πολιτικό, συνυφασμένο με τον καπιταλιστικό τρόπο ανάπτυξης.

Η γυναίκα και η γυναικεία εργατική δύναμη αντιμετωπίζονται από το κεφάλαιο με τον ίδιο τρόπο, τόσο στην περίοδο της κρίσης, όσο και στην περίοδο της καπιταλιστικής ανάπτυξης.

Τα αστικά κόμματα της χώρας μας και οι υπέρμαχοι της ΕΕ, με πρόσχημα την κρίση και στο όνομα της κατ' επίφαση ισότητας, επιδιώκουν την ενσωμάτωση των γυναικών στον ευρωμονόδρομο.

Για εμάς μονόδρομος και ευθύνη είναι η πάλη ενάντια στο σύνολο της αντιλαϊκής πολιτικής, η πάλη με στόχο μιαν άλλη κοινωνία όπου δεν θα υπάρχει η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, στην οποία θα βιώσει η γυναίκα την πραγματική ισότητα.

Εμείς, οι εργαζόμενες γυναίκες, οι επιστήμονες, οι γιατροί, οι νοσηλεύτριες, οι άνεργες πρέπει να ξεπεράσουμε τα πολλαπλά εμπόδια που συναντά η συμμετοχή μας στο κίνημα, που τα ίδια αποτελούν το λόγο για τον οποίο πρέπει να βρεθούμε στην πρώτη γραμμή.

Με οδηγό την επιστήμη που σημαίνει αλήθεια και όπλα τη γνώση, την αισιοδοξία και τη συλλογικότητα!


Μαρία ΜΑΝΙΑΤΑΚΟΥ
Ανεργη, γιατρός, μέλος της ΟΓΕ

Διαχείριση της ανεργίας μέσα από την «κοινωφελή εργασία»

Ανακυκλώνουν την ανεργία και την απασχόληση και υποβαθμίζουν τις κοινωνικές υπηρεσίες, με πρώτα θύματα τις γυναίκες

Σε εφαρμογή θέτει η κυβέρνηση το πρόγραμμα της «κοινωφελούς εργασίας» με πανηγυρισμούς και μεγαλοστομίες για τη «δημιουργία θέσεων εργασίας σε τοπικό επίπεδο», στην οποία υποτίθεται ότι στοχεύει. Οι δράσεις «κοινωφελούς εργασίας», μαζί με τη θεσμοθέτηση των «κοινωνικών επιχειρήσεων» και τη διατήρηση θέσεων εργασίας μέσω της επιδότησης των ασφαλιστικών εισφορών, παρουσιάζονται ως μια δέσμη μέτρων και πολιτικών που αποσκοπούν στην «ανάσχεση» της ανεργίας.

Τι προβλέπει το πρόγραμμα

Μέσα από το συγκεκριμένο πρόγραμμα η κυβέρνηση σχεδιάζει την αξιοποίηση ανέργων σε εργασίες «κοινωφελούς χαρακτήρα» και δράσεις «συλλογικού σκοπού». Οι ωφελούμενοι από το πρόγραμμα άνεργοι θα λαμβάνουν μηνιαία αμοιβή που θα συνίσταται σε ένα επίδομα κοινωνικής εργασίας ύψους 625 ευρώ, οι ασφαλιστικές εισφορές τους θα καλύπτονται από ειδικό Πρόγραμμα Απασχόλησης του ΟΑΕΔ και η απασχόλησή τους θα διαρκεί έως 5 μήνες. Κάθε άνεργος θα συμμετέχει σε μία μόνο θέση εργασίας σε διάστημα 12 μηνών.

Ως στόχοι του προγράμματος αναφέρονται η ενίσχυση της απασχόλησης των νέων και των γυναικών μέσα από ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης και η ενεργοποίηση των μακροχρόνια ανέργων και των κοινωνικών ομάδων που αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κίνδυνο αποκλεισμού από την αγορά εργασίας. Τα κριτήρια επιλογής αφορούν στην κοινωνική, οικονομική, οικογενειακή κατάσταση των υποψήφιων ωφελούμενων και δίνουν προτεραιότητα σε μακροχρόνια ανέργους, σε βραχυχρόνια και μακροχρόνια ανέργους που δε λαμβάνουν επίδομα ανεργίας, σε άνεργους νέους έως 30 ετών που αναζητούν εργασία. Αυξημένη μοριοδότηση λαμβάνουν επίσης οι άνεργοι που ανήκουν σε μονογονεϊκή οικογένεια καθώς και όσοι έχουν χαμηλό οικογενειακό εισόδημα.

Σχετικά με το περιεχόμενο των εργασιών στις οποίες θα απασχοληθούν οι άνεργοι, το υπουργείο Εργασίας παραθέτει ενδεικτικά παραδείγματα. Σύμφωνα με αυτά η «κοινωφελής εργασία» μπορεί να αφορά υπηρεσίες φροντίδας χώρων πρασίνου, δασοπροστασίας και καθαριότητας, έργα συντήρησης ή μικρά κατασκευαστικά έργα δημόσιων υποδομών, υπηρεσίες φροντίδας και μέριμνας ηλικιωμένων, ΑμΕΑ και παιδιών, κοινωνικές δράσεις όπως κοινωνικά παντοπωλεία, συλλογή και διάθεση ρουχισμού, εξωσχολικά προγράμματα για μαθητές, σίτιση σε ολοήμερα σχολεία, οδική ασφάλεια μαθητών, δράσεις που σχετίζονται με τη φυσική και πολιτιστική κληρονομιά και την ανάδειξή της.

Το πρόγραμμα θα υλοποιηθεί τοπικά, μέσω επιχειρησιακών σχεδίων που θα εκπονηθούν από τους δήμους και άλλους φορείς. Ως δικαιούχοι ορίζονται οι Φορείς Μη Κερδοσκοπικού Χαρακτήρα, που θα υποβάλουν προτάσεις δράσεων προκειμένου να επιλεχθούν και να λάβουν χρηματοδότηση για να υλοποιήσουν το πρόγραμμα. Δικαιούχοι, λοιπόν, μπορούν να είναι Σωματεία, Ιδρύματα, Εταιρείες Αστικού Δικαίου, Συνδικαλιστικές Οργανώσεις και Επαγγελματικές Ενώσεις, με την προϋπόθεση ότι ο χαρακτήρας τους δεν είναι κερδοσκοπικός και στο καταστατικό τους προβλέπεται η υλοποίηση δραστηριοτήτων κοινωφελούς - κοινωνικού χαρακτήρα. Οι δικαιούχοι θα συνάπτουν μνημόνιο συνεργασίας με τους συμπράττοντες φορείς. Συμπράττοντες φορείς μπορεί να είναι οι Δήμοι, οι Περιφέρειες και τα νομικά τους πρόσωπα αλλά και κάθε είδους νομικό πρόσωπο δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που αναπτύσσει νομίμως δραστηριότητες με σκοπό την υλοποίηση δράσεων κοινωφελούς χαρακτήρα, όπως περιγράφεται στο καταστατικό τους ή σε άλλο διοικητικό έγγραφο.

Για την εκκίνηση του προγράμματος επιλέχθηκε η Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας - Θράκης και ακολούθησαν η Κρήτη, τα Ιόνια νησιά και το Αιγαίο. Η επιλογή δεν είναι τυχαία καθώς οι συγκεκριμένες Περιφέρειες σημειώνουν ιδιαίτερα υψηλή ανεργία. Για παράδειγμα, το Φλεβάρη, τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ κατέγραφαν ανεργία 16,2% σε Ανατολική Μακεδονία - Θράκη, 22,4% στα νησιά του Ιονίου και 32,7% σε Νότιο Αιγαίο, σε γενικό ποσοστό 15,9%. Σειρά θα έχουν οι Περιφέρειες της Αττικής, της Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας.

Προσπάθειες διαχείρισης της ανεργίας

Με την «κοινωφελή εργασία» επιδιώκουν να διαχειριστούν το πρόβλημα της ανεργίας, που παίρνει σήμερα τεράστιες διαστάσεις και αγγίζει μεγάλα ποσοστά του πληθυσμού. Η ανεργία είναι σύμφυτη με τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και η διόγκωσή της στις συνθήκες της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης είναι αναπόφευκτη αφού η καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων, και πρώτ' απ' όλα της ίδιας της εργατικής δύναμης, είναι ο μόνος τρόπος που διαθέτει το κεφάλαιο για να βγει από την κρίση. Πολύ περισσότερο, στις παρούσες συνθήκες το ξεπέρασμα της κρίσης απαιτεί την καταστροφή, την απαξίωση και ενός μέρους του κεφαλαίου, προκειμένου να αρχίσει ξανά ο κύκλος της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Με τα σενάρια αναδιαπραγμάτευσης, αναδιάρθρωσης, «κουρέματος» του χρέους, προσπαθούν να δώσουν λύση στην απαίτηση αυτή για καταστροφή κεφαλαίου. Οποιο δρόμο κι αν επιλέξουν, το αποτέλεσμα θα πλήττει σφοδρά τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα: Θα πολλαπλασιάσει τα λουκέτα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, τις απολύσεις, τα ποσοστά της ανεργίας.

Η κυβέρνηση προσπαθεί να κρατήσει, όσο είναι αυτό δυνατό, υπό κάποιο έλεγχο την ανεργία και κυρίως να χειραγωγήσει την αγανάκτηση και τη δυσαρέσκεια που γεννά. Ηδη ο αριθμός των καταγεγραμμένων ανέργων, όπως αποτυπώνεται στα στοιχεία του ΟΑΕΔ, έφτασε τους 815.927 τον Απρίλη ενώ οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για 1 εκατομμύριο ανέργους μέσα στο έτος. Στο φόντο αυτό, αξιοποιούν το πρόγραμμα της «κοινωφελούς εργασίας» ως μια βαλβίδα αποσυμπίεσης της δυσαρέσκειας που μεγαλώνει. Γνωρίζουν και οι ίδιοι ότι τέτοια μέτρα σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να δώσουν λύση στο πρόβλημα. Το υπουργείο Εργασίας κάνει λόγο άλλοτε για 55.000 και άλλοτε για 37.000 ωφελούμενους, αριθμοί που είναι πολύ μικροί σε σχέση με το σύνολο των ανέργων, προβάλλει όμως παράλληλα το επιχείρημα ότι αν δεν υλοποιούσε αυτά τα προγράμματα θα μετρούσαμε επιπλέον 150.000 ανέργους, δηλαδή 3% μεγαλύτερη ανεργία.

Με τον τρόπο αυτό η κυβέρνηση μοιράζει την ανεργία, τη διακόπτει με σύντομα διαστήματα «κοινωφελούς εργασίας» και στη συνέχεια παραπέμπει τους ανέργους σε τυχόν επανάληψη του προγράμματος μετά από 12 μήνες. Ετσι μειώνονται πλασματικά και οι δείκτες ανεργίας. Δημιουργεί παράλληλα μια ακόμα κατηγορία εργαζομένων, που θα δουλεύουν χωρίς να λαμβάνουν τον κατώτατο μισθό. Οι άνεργοι - απασχολούμενοι σε «κοινωφελείς εργασίες» με 625 ευρώ προστίθενται στους νεοπροσλαμβανόμενους μέχρι 25 ετών, που αμείβονται με το 84% της ΕΓΣΣΕ, δηλαδή 592 ευρώ μεικτά, στους νέους από 15 έως 18 ετών που υπό το καθεστώς της μαθητείας αμείβονται με το 70% της ΕΓΣΣΕ, στους σπουδαστές των ΤΕΙ που με το πρόσχημα της πρακτικής άσκησης αξιοποιούνται ως πάμφθηνο εργατικό δυναμικό αφού «κοστίζουν» στον εργοδότη ποσά της τάξης των 180 ευρώ το μήνα και, βέβαια, σε όσους έχουν δει τους μισθούς και τα μεροκάματά τους να πέφτουν κάτω από τα κατώτατα όρια μέσα από την υπογραφή επιχειρησιακών και ατομικών συμβάσεων.

Πάγωμα των προσλήψεων και υποκατάσταση των κοινωνικών υπηρεσιών

Με την «κοινωφελή εργασία» χρησιμοποιούν τους ανέργους για να κλείσουν τρύπες σε τομείς κυρίως της κοινωνικής πολιτικής, για να διατηρήσουν σε μια υποτυπώδη λειτουργία υποδομές και υπηρεσίες μειώνοντας παράλληλα τους εργαζόμενους σε αυτές. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο υπουργός Εσωτερικών ανακοίνωσε, μετά την τελευταία συνάντησή του με την τρόικα, τη μείωση των προσλήψεων συμβασιούχων στο δημόσιο τομέα στο μισό και συγκεκριμένα τον περιορισμό τους σε 25.000 από 50.000 το χρόνο. Μειώνουν με τον τρόπο αυτό το κόστος της κοινωνικής πολιτικής για το κράτος, εξοικονομούν χρήματα τα οποία διοχετεύουν με διάφορους τρόπους στο κεφάλαιο, τα μετατρέπουν σε επιδοτήσεις και φοροαπαλλαγές για την εργοδοσία.

Η απόσυρση του κράτους από την ευθύνη της χρηματοδότησης και της λειτουργίας υπηρεσιών Υγείας, Πρόνοιας, Παιδείας οδηγεί σε δραστικές περικοπές και ποιοτική υποβάθμιση των υπηρεσιών αυτών. Με την «κοινωφελή εργασία» μεταφέρονται αρμοδιότητες άσκησης κοινωνικής πολιτικής σε διαφόρους Μη Κερδοσκοπικούς Φορείς, σε συνδικαλιστικές και επαγγελματικές ενώσεις και γενικά σε όποια εταιρεία με το καταστατικό της χαρακτηρίζεται μη κερδοσκοπική και προβλέπεται η δραστηριοποίησή της στους τομείς αυτούς. Δε στοχεύουν στην ικανοποίηση των αναγκών της κοινωνίας για υπηρεσίες υψηλού επιπέδου αλλά επιδιώκουν να καλύψουν όπως όπως τα τεράστια κενά και τις δραματικές ελλείψεις, που έχει προκαλέσει η πολιτική υπέρ των μονοπωλίων όσον αφορά στις κοινωνικές υποδομές και υπηρεσίες.

Οι γυναίκες «εύκολος στόχος»

Το κεφάλαιο και το πολιτικό του προσωπικό αντιμετωπίζουν τις γυναίκες της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων ως «εύκολο στόχο» μπροστά στην υλοποίηση του προγράμματος της «κοινωφελούς εργασίας», δεδομένου ότι είναι οι πρώτες που πλήττονται τόσο από τα υψηλά ποσοστά ανεργίας, όσο και από την περικοπή και την κατάργηση κοινωνικών υπηρεσιών. Εκμεταλλεύονται την ανάγκη τους να εργαστούν, γνωρίζουν καλά πόσο απαραίτητες τους είναι οι υποδομές και υπηρεσίες Πρόνοιας, ξέρουν πόσο βαρύ είναι το φορτίο που πέφτει στους ώμους τους όταν αυτές δεν υπάρχουν ή δεν επαρκούν. Στο έδαφος αυτό, πιέζουν για την αποδοχή της «κοινωφελούς εργασίας» ως μιας «λύσης» προκειμένου να συνεχίσουν να λειτουργούν παιδικοί σταθμοί, γηροκομεία, υπηρεσίες κατ' οίκον νοσηλείας, κέντρα φροντίδας αρρώστων και ΑμΕΑ, ειδικά τώρα που οι υπηρεσίες αυτές αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα έλλειψης προσωπικού, στερούνται τους αναγκαίους πόρους για να εξασφαλίσουν τη λειτουργία τους, οδηγούνται στην υπολειτουργία και το κλείσιμο.

Ολα αυτά που η κυβέρνηση διαφημίζει σαν μέτρα «ανάσχεσης» της ανεργίας είναι στην ουσία μέτρα διαχείρισης της πολιτικής που γεννά τα οξυμένα προβλήματα. Τα διλήμματα που θέλουν να θέσουν στις άνεργες ισοδυναμούν με τον πιο κυνικό εκβιασμό: Καλούνται να επιλέξουν ανάμεσα στην «κοινωφελή εργασία» με αμοιβή - ψίχουλα και ημερομηνία λήξης και στην παρατεταμένη ανεργία με όλο και μεγαλύτερους περιορισμούς να επιβάλλονται στους δικαιούχους του επιδόματος. Απειλούν με το κλείσιμο βρεφονηπιακών σταθμών, κέντρων φροντίδας ΑμΕΑ, με την παύση παροχής υπηρεσιών, όπως αυτές του προγράμματος «Βοήθεια στο Σπίτι» σε ηλικιωμένους, προκειμένου να πιέσουν τις γυναίκες να συμβιβαστούν με υποτυπώδεις υπηρεσίες, στη λογική του «μικρότερου κακού». Ομως, ο δρόμος αυτός οδηγεί σε ένα και μόνο αποτέλεσμα: Κάνει τη γυναικεία εργασία ακόμα πιο φθηνή, ευέλικτη και εφεδρική και παράλληλα συρρικνώνει τα δικαιώματα της λαϊκής οικογένειας στην Παιδεία, στην Υγεία, στην Πρόνοια, στον Αθλητισμό και τον Πολιτισμό.

Πίσω από τους εκβιασμούς και τα ψευτοδιλήμματα κρύβεται το πραγματικό δίλημμα για τις γυναίκες της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων: Αν η δουλειά τους και ο πλούτος που παράγουν θα υπηρετούν τις σύγχρονες ανάγκες του λαού ή θα αυξάνουν τα κέρδη των μονοπωλίων ενώ η ζωή των εργαζομένων και των οικογενειών τους διαρκώς θα χειροτερεύει. Σε αυτό είναι που πρέπει να δώσουν απάντηση με την οργάνωσή τους στο ΠΑΜΕ, στην ΠΑΣΕΒΕ, στην ΠΑΣΥ, στο ΜΑΣ και την ΟΓΕ. Σε αυτή την αντίφαση πρέπει να δώσουν λύση, να συστρατευθούν με το ΚΚΕ και να αντεπιτεθούν ώστε να πάρει ο λαός την εξουσία στα χέρια του και να οργανώσει την παραγωγή με κριτήριο τις ανάγκες του.


Ε. Χαϊντ.



Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τη συμπλήρωση 80 χρόνων από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ