Κυριακή 3 Απρίλη 2016
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΓΥΝΑΙΚΑ
Διευρύνεται η ανισοτιμία των γυναικών εργατριών στη Γερμανία

Από απεργία στη «Λουφτχάνσα»

Associated Press

Από απεργία στη «Λουφτχάνσα»
Στο ηλεκτρονικό «ΒΗΜΑ», 18/03/2016 δημοσιεύτηκε ρεπορτάζ με τίτλο: «Οι μέσες αποδοχές των γυναικών στη Γερμανία είναι κατά 21% χαμηλότερες από τις μέσες αποδοχές των ανδρών.

«"Αν οι μισθοί ανδρών και γυναικών ήταν ίσοι στη Γερμανία, οι γυναίκες θα έπρεπε να αρχίσουν να πληρώνονται από το Σάββατο, 19 Μαρτίου" σημειώνει το "Bloomberg". Εξαιτίας της διαφοράς 21% που χωρίζει τις μέσες αποδοχές ανδρών και γυναικών στη μεγαλύτερη και ισχυρότερη οικονομία της Ευρώπης. Τους πρώτους δυόμισι και πλέον μήνες του έτους μπορεί να θεωρηθεί ότι εργάστηκαν δωρεάν!

Ο μέσος όρος της μισθολογικής διαφοράς ανδρών και γυναικών στις 19 χώρες της Ευρωζώνης είναι 16,5%, ενώ στην Ευρώπη των "28" είναι ακόμη χαμηλότερος (16%).

"Οι γυναίκες έχουν σήμερα την υψηλότερη μόρφωση και εξειδίκευση σε σύγκριση με κάθε εποχή κατά το παρελθόν. Παρά ταύτα, οι μισθολογικές διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών παραμένουν σταθερές" εξηγεί η κοινοβουλευτική εκπρόσωπος των Σοσιαλδημοκρατών και γραμματέας του γερμανικού υπουργείου για την Οικογένεια Ελκε Φέρνερ».

Η ίδια εκτιμά ότι η μεγάλη μισθολογική διαφορά ανδρών και γυναικών οφείλεται σε λόγους όπως «η επιλογή μερικής απασχόλησης από πολλές γυναίκες που χρειάζονται χρόνο για τη φροντίδα των παιδιών τους».

Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, οι μισθολογικές διαφορές ανδρών και γυναικών τα χρόνια της κρίσης διευρύνθηκαν. «Αυτό ίσως είναι συνέπεια του ότι πολλές γυναίκες δέχονται μειώσεις στους μισθούς ή στις ώρες που εργάζονται, προκειμένου να μην απολυθούν», σύμφωνα με το «Bloomberg».

Στις ΗΠΑ, η ανισότητα στους μισθούς σε βάρος των γυναικών ανέρχεται κατά μέσον όρο στο 24%.

Ορισμένες επισημάνσεις


Η τεράστια διαφορά μισθών ανδρών - γυναικών στη Γερμανία δείχνει ότι η ανισοτιμία των δύο φύλων σε βάρος των εργαζομένων γυναικών ζει και βασιλεύει και ταυτόχρονα διευρύνεται. Αυτό φαίνεται και από τους μέσους όρους σε Ευρωζώνη και ΕΕ, έστω και αν είναι μικρότεροι από αυτόν της Γερμανίας και των ΗΠΑ. Εχουν, επίσης, σημασία οι αιτίες στις οποίες αποδίδουν αυτήν την ανισότητα, δηλαδή στο χρόνο που χρειάζονται για τη φροντίδα των παιδιών, αυτό τις ωθεί να δουλεύουν λιγότερες ώρες, να έχουν μικρότερο μισθό, ή στις πιέσεις που δέχονται από τους καπιταλιστές να μειώσουν το μισθό τους ή τις ώρες εργασίας (ευέλικτες εργασιακές σχέσεις), προκειμένου να μην απολυθούν.

Απ' αυτό βγαίνουν αβίαστα δύο συμπεράσματα: Η εκμετάλλευση των εργαζόμενων γυναικών στη Γερμανία αυξάνεται, είτε μέσω μείωσης των μισθών τους είτε μέσω μείωσης των ωρών εργασίας είτε και με συνδυασμό των δύο. Το δεύτερο είναι ότι μέσα από τις αιτίες στις οποίες αποδίδουν τη μισθολογική ανισότητα σε βάρος των εργαζομένων γυναικών γίνεται ολοφάνερη η τεράστια έλλειψη παροχής από το κράτος των αναγκαίων υπηρεσιών για τη φροντίδα των παιδιών, την οποία αναγκάζονται να φορτώνονται οι εργαζόμενες μητέρες.

Οταν δε όλ' αυτά εμφανίζονται στη Γερμανία, την πρώτη σε δύναμη καπιταλιστική οικονομία της Ευρωζώνης και της ΕΕ, καταλαβαίνει κανείς ότι η ανάπτυξη του καπιταλισμού όχι μόνο δεν οδηγεί σε άμβλυνση (εξάλειψη είναι αδύνατον) της ανισοτιμίας των εργαζόμενων γυναικών σε σχέση με τους άνδρες εργαζόμενους, αλλά την διευρύνει. Και αυτό, ανεξάρτητα αν υπάρχει νομική εξίσωση δικαιωμάτων ανδρών - γυναικών, και μισθολογική, ή σε ποιο βαθμό θεσμικά - νομικά έχουν καταργηθεί μια σειρά παράγοντες που στο παρελθόν συνέθεταν το πλαίσιο της ανισοτιμίας εργαζομένων ανδρών - γυναικών σε βάρος των γυναικών.

Ακόμη και αν υπάρχει νομική εξίσωση δικαιωμάτων, υπάρχουν παράγοντες που στην πράξη επιβάλλουν το δίκιο των καπιταλιστών άρα αναπαράγουν και την ανισοτιμία πιο διευρυμένα. Οπως για παράδειγμα η πίεση για αποδοχή μείωσης των μισθών με την απειλή της απόλυσης ή ο εξαναγκασμός λόγω έλλειψης δομών και υπηρεσιών φροντίδας για παιδιά και ηλικιωμένους από το κράτος, που ωθούν σε αναζήτηση ή αποδοχή από τις εργαζόμενες ελαστικών εργασιακών σχέσεων, για να αναλάβουν τη φροντίδα τους προσφέροντάς τους ταυτόχρονα τέτοιες θέσεις. Αρα, η αιτία για την ανισότητα μισθών, όπως συνολικά για την ανισοτιμία, βρίσκεται στην καπιταλιστική ιδιοκτησία.

Στην πορεία εξέλιξης του καπιταλισμού, η ίδια η αναγκαιότητα αξιοποίησης του γυναικείου φύλου των εργατικών οικογενειών στην καπιταλιστική παραγωγή συνέβαλε στην ανάπτυξη της γυναικείας εργασίας σε μαζική κλίμακα, εξέλιξη που συνέβαλε στην αφύπνιση των γυναικών και στη διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους και από κοινού βεβαίως με τους άνδρες εργαζόμενους, αφού και τα δύο φύλα αποτελούν την εργατική τάξη που βρίσκεται σε ανειρήνευτη αντίθεση με την αστική τάξη. Πέτυχαν να κατακτήσουν κάποιες παραχωρήσεις από τους καπιταλιστές, σε άλλες συνθήκες, με μεγάλους ρυθμούς ανάπτυξης του καπιταλισμού και άλλο, ευνοϊκό, συσχετισμό δύναμης διεθνώς (ύπαρξη σοσιαλιστικού συστήματος). Τώρα αφαιρούνται.

Ετσι, η ανισοτιμία υπάρχει και σε συνθήκες κρίσης διευρύνεται.

Υπηρεσίες και εργασία των γυναικών

Υπάρχει ένα ακόμη ζήτημα με αναφορά στη Γερμανία. Σύμφωνα με άρθρο του Ηolger Schaefer, ανώτατου οικονομολόγου του Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών Κολονίας (ΙW), που αναπαρήγαγαν αστικά ΜΜΕ στην Ελλάδα (19/2/2016), στη Γερμανία «πολλές γυναίκες απασχολούνται στον κλάδο παροχής υπηρεσιών, όπως είναι η περίθαλψη ή η εκπαίδευση (...)

Ακόμα κι αν ο κλάδος της βαριάς βιομηχανίας στη Γερμανία εξακολουθεί να δείχνει εύρωστος, η χώρα δεν έχει την πολυτέλεια να αγνοήσει πως υπάρχει ζωηρή τάση της οικονομίας να στραφεί προς τον τομέα της παροχής υπηρεσιών.

Αυτή η εξέλιξη είναι έντονα εμφανής στο ότι μία σειρά επιχειρήσεων στον κλάδο της βαριάς βιομηχανίας πλέον παρέχει στους καταναλωτές και τις αντίστοιχες υπηρεσίες, οι οποίες σχετίζονται με τα εκάστοτε προϊόντα τους. Επιπροσθέτως, η προσφυγική κρίση έχει δημιουργήσει νέα ζήτηση για επαγγέλματα, τα οποία χαρακτηρίζονται από τη δυναμική εκπροσώπηση των γυναικών, όπως είναι οι κοινωνικοί λειτουργοί και οι εκπαιδευτικοί της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης.

Το διάστημα μεταξύ του 2001 και του 2015 ένας σημαντικότατος αριθμός 600.000 θέσεων εργασίας είχε χαθεί για τους άνδρες στη Γερμανία και ένας ανάλογος αριθμός είχε χαθεί και για τις γυναίκες.

Την ίδια περίοδο είχαν δημιουργηθεί 1,6 εκατ. νέες θέσεις εργασίας στην εκπαίδευση, την περίθαλψη και τις κοινωνικές υπηρεσίες, εκ των οποίων τα 1,2 εκατ. και πλέον αφορούσαν τις γυναίκες. (...) Επί του συνόλου των θέσεων εργασίας, οι οποίες δημιουργήθηκαν το διάστημα 2001 - 2015 ποσοστό 64% διοχετεύθηκε στις γυναίκες».

Τι εμφανίζεται εδώ; Να αναπτύσσεται ο τομέας των υπηρεσιών και τις θέσεις εργασίας να καλύπτουν κυρίως γυναίκες.

Στον τομέα των υπηρεσιών μπορούν να εφαρμόζονται ευέλικτες εργασιακές σχέσεις όλων των μορφών. Ταυτόχρονα, είναι τομέας στον οποίο μπορούν να εργάζονται γυναίκες σε αντίθεση με τη βιομηχανία και ιδιαίτερα τη βαριά βιομηχανία, που επίσης απαιτεί σταθερό εργάσιμο χρόνο. Η τάση είναι η ολοένα και μεγαλύτερη συμμετοχή του τομέα των υπηρεσιών στο ΑΕΠ των καπιταλιστικών οικονομιών σε σχέση με τη βιομηχανία.

Οι καπιταλιστές στον τομέα των υπηρεσιών αξιοποιούν τις εργαζόμενες γυναίκες ως φτηνό ευέλικτο εργατικό δυναμικό, αυξάνοντας την εκμετάλλευση και τα κέρδη τους. Αλλά αυτή η τάση, δηλαδή η μεγαλύτερη ανάπτυξη του τομέα των υπηρεσιών συγκριτικά με τους άλλους τομείς της οικονομίας, άρα και η αύξηση των θέσεων εργασίας με γυναίκες, σε συνδυασμό με το ότι αποτελούν φτηνό ευέλικτο εργατικό δυναμικό, αυξάνει την ανισότητα των μισθών. Ενώ οι θέσεις εργασίας λίγων ωρών, μερικής απασχόλησης κ.λπ., συγκαλύπτουν την ανεργία των γυναικών αλλά και το σύνολό της. Το μοίρασμα π.χ. μιας θέσης εργασίας σε δύο εργαζόμενες αυτό κάνει.

Αυξάνονται συνολικά οι εισοδηματικές ανισότητες

Υπάρχει μία πρόσφατη μελέτη της Bundesbank, (Κεντρική Τράπεζα Γερμανίας), που δείχνει συνολικά επιδείνωση των λαϊκών εισοδημάτων στη Γερμανία. Σύμφωνα με τη μελέτη, το πιο πλούσιο 10% των Γερμανών κατέχει σχεδόν το 60% του πλούτου. Οσο και αν το στοιχείο από μόνο του δεν μπορεί να καταγράψει επακριβώς την ταξική θέση του υπόλοιπου 90% που κατέχει το άλλο 40% του πλούτου, είναι ενδεικτικές οι τεράστιες εισοδηματικές ανισότητες. Σύμφωνα με τη Bundesbank, ο μισός πληθυσμός έχει στην κατοχή του λίγο ή καθόλου πλούτο. Και αυτό το στοιχείο έχει σχετική ασάφεια, όπως και το στοιχείο ότι το πιο φτωχό 50% του πληθυσμού θα πρέπει να τα βγάλει πέρα με μόλις το 2,5% του συνολικού πλούτου της χώρας, σύμφωνα με έρευνα της Bundesbank, για την κατάσταση χιλιάδων νοικοκυριών το 2014 στο πλαίσιο της ίδιας μελέτης (ΑΠΕ). Αυτά τα στοιχεία δείχνουν επίσης ότι η διεύρυνση των μισθολογικών ανισοτήτων ανάμεσα σε άνδρες και γυναίκες της εργατικής τάξης συμβαδίζει με τη διεύρυνση συνολικά των εισοδηματικών ανισοτήτων, άρα και των ταξικών ανισοτήτων. Αυτή τη διεύρυνση την πληρώνουν σε μεγαλύτερο βαθμό οι εργαζόμενες γυναίκες, οι γυναίκες των λαϊκών στρωμάτων και το ίδιο ισχύει με τις συνέπειες της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης.

Σε κατεύθυνση σύγκρουσης με το κεφάλαιο

Στο «διά ταύτα» τι μπορεί ή τι πρέπει να γίνει; Η πάλη για τα ιδιαίτερα ζητήματα των εργαζομένων γυναικών αποτελεί το περιεχόμενο του ριζοσπαστικού γυναικείου κινήματος κόντρα στα μονοπώλια, αλλά ταυτόχρονα αποτελεί περιεχόμενο της ταξικής πάλης της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, ανδρών και γυναικών. Στην πάλη αυτή εντάσσονται αιτήματα για τη συμμετοχή της γυναίκας στην κοινωνική εργασία και τους όρους της συμμετοχής αυτής, οι διεκδικήσεις για θετικά μέτρα που να παίρνουν υπόψη τους το ρόλο της γυναίκας στην αναπαραγωγική διαδικασία. Για παράδειγμα, η πάλη για δημόσια καθολική Κοινωνική Ασφάλιση, για χαμηλότερα ηλικιακά όρια συνταξιοδότησης για τις εργαζόμενες γυναίκες, για δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, τα αιτήματα για προστασία του γυναικείου οργανισμού με μέτρα όπως η απαγόρευση της νυχτερινής εργασίας στη βιομηχανία και τη βιοτεχνία, οι διεκδικήσεις για άδειες και επιδόματα μητρότητας καθώς και για ανάπτυξη δημόσιων και δωρεάν κοινωνικών υπηρεσιών και υποδομών για τη φροντίδα της οικογένειας (κρατικούς βρεφονηπιακούς και παιδικούς σταθμούς, υπηρεσίες φροντίδας ηλικιωμένων κ.ά.). Ομως, στον καπιταλισμό η εργασία και η μητρότητα δεν συνδυάζονται με βάση τις σύγχρονες ανάγκες και τη δυνατότητα να ικανοποιηθούν, αλλά με θυσίες και επίθεση στα δικαιώματα των γυναικών και των οικογενειών τους.

Επομένως, για να μπουν εμπόδια στην καπιταλιστική επίθεση, για να οργανωθεί η αντεπίθεση χρειάζεται το εργατικό κίνημα να αποκτήσει αντικαπιταλιστικό προσανατοισμό με προοπτική βεβαίως την πάλη για την εξουσία.

Αλλωστε, με αφετηρία το ζήτημα των μισθών που είναι και η αφορμή αυτού του άρθρου, ο Φρίντριχ Ενγκελς σε άρθρο του που έγραψε την Πρωτομαγιά και στις 2 Μάη του 1881, δέκα περίπου χρόνια μετά την Παρισινή Κομμούνα και 5 χρόνια πριν τα γεγονότα του Σικάγου, με τίτλο «Δίκαιος μισθός για δίκαιη εργάσιμη ημέρα», που ήταν το σύνθημα του αγγλικού εργατικού κινήματος τότε, έγραφε: «Γίνεται απολύτως ξεκάθαρο ότι το παλιό σύνθημα έφαγε τα ψωμιά του και είναι αμφίβολο αν μας κάνει για σήμερα. Η δικαιοσύνη της πολιτικής οικονομίας, όσο η τελευταία εκφράζει πιστά τους νόμους με τους οποίους διοικείται η σημερινή κοινωνία, είναι η δικαιοσύνη που τάσσεται εξ ολοκλήρου με τη μια πλευρά. Με την πλευρά του κεφαλαίου. Ας θάψουμε λοιπόν για πάντα το παλιό σύνθημα και ας το αντικαταστήσουμε με το εξής:

Τα μέσα εργασίας - πρώτες ύλες, φάμπρικες, μηχανές - στην ιδιοκτησία των ίδιων των εργατών».


Ι.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ