Κυριακή 16 Γενάρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΓΥΝΑΙΚΑ
Το έργο της Ναταλίας Αποστολοπούλου
Στις αφανείς ηρωίδες της Αντίστασης

«Τούτες οι ιστορίες είναι από εκείνες που χτυπούν κατευθείαν τις πόρτες της καρδιάς», είχε πει η Ελλη Αλεξίου για τα κείμενα της Ναταλίας Αποστολοπούλου.

Τέσσερις εκδόσεις έκανε μέχρι και το 1985 το πρώτο της βιβλίο «Δε δουλώνω... δεν απογράφω!», που κυκλοφόρησε το 1979 για πρώτη φορά από τις εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή». Πρωταγωνίστριες των διηγημάτων της, οι μαρτυρικές ανταρτομάνες. Συγκλονιστική η μαρτυρία, που αναφέρεται στην Αγλαΐα Βενέτη που πέθανε εγχειρημένη και καταπονημένη από τις κακουχίες στη Μακρόνησο. Μόλις πέθανε, χίμηξαν και της άρπαξαν τα δαχτυλίδια... τα «ανθρώπινα» κοράκια!

Αλλά οι γυναίκες που έδωσαν την καθημερινή, βασανιστική μάχη για χρόνια, σε φυλακές και εξορίες, επανέρχονται σαν χορός αρχαίας τραγωδίας σ' όλα σχεδόν τα βιβλία της: «Στις μυλόπετρες της βίας», που ακολουθούν το 1980 και στη «Λεβεντογενιά», που εξαντλήθηκε στην Α` έκδοσή του και επανακυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις «Εντός». Ανάμεσα στα σπαρακτικότερα διηγήματά του, αυτό με τον τίτλο «Το παιδί με τη χρυσή κοτσίδα»: «Ενα δεκατριάχρονο παιδί, έναν ήλιο κουβάλησαν στη φυλακή κείνο τ' απόβραδο. Την Μπέμπα Θανούκου. Φορούσε ακόμη τη μαθητική ποδιά και τ' άσπρο γιακαδάκι της. Το προσωπάκι της - κρίνο της αυγής - πήρε να γλυκαίνει με μιας τους ξένους πόνους...

...«Το παιδί δυσκολευόταν να περπατήσει στο μισοσκότεινο πυκνοκατοικημένο χώρο. Σκοντάφτοντας στα καθιστά κορμιά, έμοιαζε ν' αναρωτιέται τι θέλει ο ήλιος του σε τούτο το σκοτάδι.

"Θέλω την αδερφή μου... Πού 'ναι η αδερφή μου", ρώτησε ανήσυχο.

"Μπέμπα μου!...", σπάραξε κείνη και σωριάστηκε λιπόθυμη. "Μπέμπα μας, Μπέμπα μας...", αντιβούισε το θλιμμένο πλήθος, αγκαλιάζοντας προστατευτικά το παιδί»... Οι φυλακισμένες δεν μπόρεσαν να το προστατεύσουν μέχρι το τέλος, που γράφτηκε στο «συνήθη τόπο των εκτελέσεων»... Σκότωσαν ένα παιδί - και δεν ήταν το μόνο!

Ενα «θαύμα»

«Γροθιά στο σκοτάδι», 1984 και πάλι, από τη «Σύγχρονη Εποχή», είναι ένα μικρό βιβλίο, που έχει ένα μεγάλο ενδιαφέρον. Γιατί δείχνει πως οι εξόριστες και οι φυλακισμένες, με τη δύναμη της πολιτιστικής έκφρασης (θέατρο, μουσική, χορό, ποίηση, ζωγραφική), κατόρθωσαν να αποκτήσουν απρόσμενα όπλα που τις χαλύβδωσαν στην πάλη τους με τη βαρβαρότητα των κολαστηρίων. Με τον πολιτισμό και την ψυχική έξαρση που τους χάριζε, μπόρεσαν να αντισταθούν στη φρίκη των στρατοπέδων, να νιώθουν ότι είναι ακόμα άνθρωποι, να ζουν με έξαρση την αντίσταση.

Η μαρτυρία της Αποστολοπούλου, πολύτιμη, γιατί απαθανάτισε τον τρόπο που οργανώθηκε το πολιτιστικό αυτό θαύμα μέσα στις χειρότερες συνθήκες.

«Προμηθέας Δεσμώτης»

Ακόμα και την τραγωδία του Αισχύλου «Προμηθέας Δεσμώτης», κατόρθωσαν να ανεβάσουν στο Τρίκκερι οι εξόριστες: Και να αντιλαλήσουν οι τρικκεριώτικες λοφοπλαγιές με τη συγκλονιστική απαγγελία του Προμηθέα: «Σέβου, προσκύνα, χάιδευε εσύ Ερμή, όσο θέλεις / εκείνον που κρατεί την Αρχή / Εγώ όμως, το Δία τύραννο / πιο λίγο τόνε λογαριάζω κι από το τίποτα! / Σαν πέσει κάποτε και θα πέσει, / τότε θα μάθει πως άλλο να 'σαι αφέντης / κι άλλο δούλος».

Ακολουθεί η αυτοβιογραφική νουβέλα «Ως μη νομιμόφρων» το 1985 και το 1991 το βιβλίο της «Μύρα και Χοές». Από τα πιο συγκλονιστικά της διηγήματα, αυτό με ήρωα τον ίδιο τον πατέρα της, που γέρος και άρρωστος πεζοπορεί τέσσερις ώρες για να πάει μια κατσαρόλα με ένα φρεσκομαγειρεμένο κόκορα στα παιδιά του, που είναι φυλακισμένα στην Καλαμάτα. Κατορθώνει να φτάσει στο σπίτι της κόρης του, της δασκάλας, που είναι έξι μηνών έγκυος, αλλά δε θα επιστρέψει το χωριό του παρά νεκρός (για να ταφεί βιαστικά και μέσα σε κλίμα τρόμου), ενώ η γυναίκα του, που είχε πάει αναζητώντας τον με τα πόδια κι αυτή στην πόλη, μόλις τον προλαβαίνει, τρέχοντας σ' όλο το δρόμο του γυρισμού. «Ακλαυτος και αμοιρολόγητος», είναι ο τίτλος του διηγήματος.

Αλλη τραγική μορφή, αυτή της προγραμμένης δασκάλας, που ωθείται στην αυτοκτονία για να μην αποκηρύξει τον εξόριστο άντρα της. Κι ακόμα, η μαρτυρία για την καπετάνισσα Βαγγέλα Κλάδου, που την αποκεφάλισαν και κλοτσούσαν το κεφάλι της στα χωριά μ' ένα τσιγάρο μπηγμένο στο στόμα... Ομως, δίπλα στις απίστευτες φρικαλεότητες, μέσα στο ίδιο βιβλίο, η γλύκα της ανθρωπιάς, το κάλεσμα της μάνας φύσης, ο ρομαντισμός των νέων ανθρώπων, που και στις χειρότερες συνθήκες ονειρεύονται τον έρωτα και την ποίηση... Οπως στο διήγημα με τίτλο «Η μαχήτρια - γίγαντας». Μια δεκαοκτάχρονη μαχήτρια οδεύει μαζί με τους συναγωνιστές της σε επικίνδυνη αποστολή. Ξαφνικά, αναπάντεχα νιώθει ότι το ολόγιομο φεγγάρι την έχει μαγέψει. Είναι η τελευταία φορά, που θα το θαυμάσει, γιατί σε λίγο μια χειροβομβίδα θα την τινάξει στον αέρα και θα την τυφλώσει. Και η συνέχεια απρόσμενη, όσο και αληθινή...

Η αντίσταση συνεχίζεται

Στο έργο της «Περήφανες κι αδούλωτες», που τύπωσε το 1997 (Εκδόσεις «Εντός»), συνταιριάζει με δικά της κείμενα μαρτυρίες συναγωνιστών συγγραφέων: Κι εδώ η γυναίκα στην Αντίσταση, στα χρόνια μετά την Απελευθέρωση, στο ΔΣΕ, στις φυλακές και εξορίες, στη χούντα...

Τώρα η συγγραφέας ολοκληρώνει ένα καινούριο έργο: Αναφέρεται στη σφαγή της Καλαμάτας από τους Μαγγανάδες, που ματοκύλησαν την πόλη - μια φρικτή εμπειρία που είχε την ατυχία να ζήσει και η ίδια. Ακούραστη, ορθή και αλύγιστη, όπως σ' όλη της τη ζωή, η αγωνίστρια δασκάλα εκπληρώνει το χρέος της απέναντι στις συντρόφισσες που έφυγαν, αλλά και σ' αυτές που έρχονται - γιατί η ιστορία της γυναίκας στην Αντίσταση μόλις τα τελευταία χρόνια άρχισε να αποκαλύπτεται. Και δεν είναι μια «περασμένη ιστορία», γιατί η εποποιία των λαών ενάντια στο σύγχρονο φασισμό συνεχίζεται: Η πρόσφατη έκδοση της «Λεβεντογενιάς» από τις Εκδόσεις «Εντός» αφιερώνεται από την ίδια «στην ηρωική Αντίσταση του γιουγκοσλαβικού λαού ενάντια στη διεθνή φασιστική επίθεση»...

Η Ναταλία Αποστολοπούλου γεννήθηκε στο Αβραμιού Μεσσήνης Μεσσηνίας από γονείς αγρότες. Ετσι, τα βιώματά της σφραγίστηκαν από την άμεση επαφή με τους ανθρώπους του μόχθου. Σπούδασε δασκάλα και στην Κατοχή πήρε ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση.

Μετά την Απελευθέρωση, κράτος και παρακράτος την καταδίωξαν. Η ζωή της απειλήθηκε, την απέλυσαν από τη θέση της σαν δασκάλας στο Δημόσιο, ενώ ήταν ήδη μητέρα δύο παιδιών και την εξόρισαν μαζί μ' αυτά για πέντε χρόνια στα στρατόπεδα της αμερικανοκρατίας: Χίο, Τρίκκερι, Μακρόνησο και πάλι Τρίκκερι (1948-1952). Η αγωνίστρια, φορτισμένη από τις εμπειρίες της πικρής εκείνης εποχής, απαθανάτισε πρόσωπα και κατέγραψε καταστάσεις σε βιβλία, που είναι πολύτιμα, τόσο σαν μαρτυρίες, όσο και σαν λογοτεχνήματα: Το συναίσθημα είναι αυτό που σφραγίζει τον αναγνώστη και η ιστορική μνήμη μένει ανεξίτηλη, ιδιαίτερα για τους νέους ανθρώπους που δεν έχουν ζήσει τα γεγονότα.

«Περήφανες κι αδούλωτες»

Πρωταγωνιστές οι αγωνιστές, αλλά κυρίως οι αγωνίστριες και τα παιδιά τους - μερικές είδαν να τους τ' αρπάζουν οι αλφαμίτες μέσα από την αγκαλιά, για να τις εκβιάσουν να κάνουν δήλωση. Ομως, οι ηρωίδες της μένουν ασυμβίβαστες, ακόμα κι όταν έχουν φτάσει στα έσχατα όρια της αντοχής τους - ψυχικής και σωματικής. Η αγράμματη ανταρτομάνα, η ογδοντάχρονη Κρητικιά Μπαλζάκαινα, όχι μόνο θα αρνηθεί τη δήλωση, αλλά και τη «δούλωση»: «Δε δουλώνω... δεν απογράφω... Ντα τσι Τούρκους δεν εδούλωσα, σε σας θα δουλώσω;».

Ανταρτομάνες, αλλά και νέες γυναίκες και παιδούλες, όπως η «Μπέμπα», η δεκατριάχρονη μικρή αγωνίστρια, που οδηγείται στην εκτέλεση...

Μαυρίζει η καρδιά σου, διαβάζοντας μερικά διηγήματα, που ξέρεις ότι βασίζονται σε αληθινές ιστορίες, αλλά και γεμίζει θάμπος με το μεγαλείο αυτού του λαού. Γιατί οι περισσότερες ηρωίδες της είναι αφανείς πρωταγωνίστριες ενός τιτάνιου αγώνα, που για να γίνει δε θα έφταναν κάποιοι χαρισματικοί, προικισμένοι «Μεσσίες». Χρειάστηκε η θυσία χιλιάδων απλών ανδρών και γυναικών. Πολλοί από αυτούς -ές έδωσαν τη ζωή τους, αλλά και όσοι επέζησαν δεν επαίρονται και δε βγάζουν στο παζάρι να διαφημίσουν την «πραμάτειά» τους: «Ξέρεις ποιος είμαι εγώ;», είναι φράσεις που κατά κανόνα ακούγονται από κάποιους ιδιοτελείς επώνυμους. Οι πολλοί - που πρόσφεραν και τα περισσότερα - χωρίς απαντοχές υστεροφημίας αρκούνται στην ικανοποίηση ότι έπραξαν το καθήκον τους σύμφωνα με τη συνείδησή τους...

Ποιοι φοβούνται τη μνήμη;

Αυτό, όμως, δε σημαίνει ότι πρέπει το έργο και το παράδειγμά τους να ξεχαστεί. Αυτό το γνωρίζει καλά η Ναταλία Αποστολοπούλου, που, χρόνια τώρα, μας θυμίζει ότι η θυσία έχει ένα πρόσωπο, ότι κάθε άνθρωπος, κάθε γυναίκα που αγωνίζεται έχει μια ιστορία και αφήνει μια πολύτιμη κληρονομιά στην επόμενη γενιά - αλλά και σ' αυτές που έρχονται.

Ετσι, το έργο της ζωντανεύει «τους πολύπλευρους αγώνες της γυναίκας και την πολύτιμη συμβολή της σ' αυτούς», είναι αφιερωμένο «στις αφανείς ηρωίδες του λαού, ελάχιστος φόρος τιμής».

«Δε μ' ενδιαφέρει το παρελθόν, εμείς οι νέοι πρέπει να οικοδομήσουμε το δικό μας μέλλον, μακριά από μισαλλοδοξίες και έμμονες ιδέες. Αυτά είναι περασμένες ιστορίες», μας έλεγε κάποτε ένας νέος άνθρωπος, υπερβολικά σίγουρος για την ορθότητα των απόψεών του, που έβαζαν ...γενικά την ιστορία στον κάλαθο των αχρήστων. Ομως, αυτή η «εκσυγχρονισμένη» άποψη μυρίζει ναφθαλίνη: Προπαγανδίζεται στους νέους από κάποιους που δεν επιθυμούν αναδρομές στο παρελθόν για λόγους σκοπιμότητας: Οπως επισημαίνει ο λογοτέχνης Γιάννης Καραβίδας: «Είναι μεγάλο λάθος να πιστεύουμε ότι σε κρίσιμες ή ομαλές στιγμές για τον τόπο πρέπει να κοιτάζουμε μόνο μπροστά, αν θέλουμε να διατηρήσουμε την ομοψυχία και την ενότητά μας σαν λαός, πράγμα που δε συμβαίνει με τη δήθεν αναμόχλευση των παθών, όπως υποκριτικά ονομάζουν την αληθινή ιστορία. Είναι λάθος να πιστεύουμε κάτι τέτοιο, γιατί έτσι υπηρετούμε τα συμφέροντα των λίγων, που καλλιεργούν επίτηδες αυτή την άποψη, για τους πολλούς, ακριβώς για να μπορούν να τους εκμεταλλεύονται στο παρόν και στο μέλλον, όπως και στο παρελθόν, εφόσον αυτό το τελευταίο θα πάψουμε να το θυμόμαστε... Οι αιτίες του όποιου διχασμού στο παρελθόν πρέπει να 'ναι πάντα ορατές, ώστε οι επερχόμενες γενιές, με πάντα ανοιχτά, πάντα άγρυπνα τα μάτια της ψυχής τους, να τις διακρίνουν και να τις εξαλείφουν "εν τη γενέσει" τους, για να μην αναπαράγεται επ' άπειρον το ίδιο αποτέλεσμα» (Γιάννης Καραβίδας «Η Ναταλία Αποστολοπούλου και η γυναίκα της Αντίστασης», Εκδόσεις «Εντός»).

Για ένα ιδανικό...

Η λησμονιά έχει και μια άλλη διάσταση: Αγνοώντας η νέα γενιά από πού έρχεται, δεν ξέρει και πού πάει κι αφήνεται πολλές φορές να ποδηγετείται από δημαγωγούς με ιδιοτελή κίνητρα, που θέλουν να παραχαράξουν την ιστορία προς όφελός τους. Πραγματικά, περίσσεψαν τα τελευταία χρόνια οι «επώνυμοι», που με ζηλευτό ταλέντο δημόσιων σχέσεων (αλλά και τη δύναμη που τους δίνει η όποια πολιτική ή πνευματική εξουσία έχουν αποκτήσει) εμφανίζονται σαν οι μοναδικοί κληρονόμοι και ιδιοκτήτες της Αντίστασης. Συνεπικουρούμενοι από το κρατικό κατεστημένο και τα ΜΜΕ, «πατάνε» στη διαδεδομένη πια νοοτροπία «να προβάλλουμε ό,τι έχει πέραση, ότι είναι εμπορικό και θα ελκύσει τους πολλούς». Ομως, το λαϊκό κίνημα, που είναι πραγματικά πρωτοπόρο, δεν ξεχνά την πραγματική του ιστορία και δεν ενδιαφέρεται να κερδίσει περιστασιακούς, αλλά μόνιμους και συνειδητοποιημένους αγωνιστές.

«Ο μόνος τρόπος για να ζήσει και να πεθάνει κανείς σαν ΑΝΘΡΩΠΟΣ είναι να ζήσει και να πεθάνει για ένα ιδανικό», είχε πει κάποτε ο μεγάλος δάσκαλος Δημήτρης Γληνός.

Το έργο της Ναταλίας Αποστολοπούλου μιλάει για τέτοιους ανθρώπους, για τέτοιες γυναίκες: «Επώνυμες» ή αφανείς, οι ηρωίδες της είχαν το «χάρισμα» να εμπνέονται και να εμπνέουν, γιατί ακολουθούσαν τη συνείδησή τους κι είχαν ένα στόχο, ένα όνειρο στη ζωή τους. Ηταν οι άνθρωποι, που «δεν αδιαφόρησαν» και οι πράξεις τους είχαν αφετηρία τον εκμεταλλευόμενο λαό και γίνονταν για το λαό. Γι' αυτό το έργο τους και το παράδειγμά τους δεν πρέπει να ξεχαστεί...


Επιμέλεια:
Αλίκη ΞΕΝΟΥ - ΒΕΝΑΡΔΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ