Κυριακή 20 Φλεβάρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΑΓΡΟΤΙΚΑ
Κοινή Αγροτική Πολιτική
Από το κακό στο χειρότερο σε όλους τους τομείς

Οποιαδήποτε καλλιέργεια κι αν εξετάσει κανείς, με ευκολία διαπιστώνει τις τεράστιες συνέπειες, που είχαν για την αγροτική οικονομία και τους αγρότες η ακολουθούμενη αντιαγροτική πολιτική και οι επιμέρους αποφάσεις για βασικά αγροτικά προϊόντα, όπως το βαμβάκι, τα οπωροκηπευτικά, το ρύζι, τα σιτηρά, τα καπνά, το λάδι, η σταφίδα

Στη «μέγκενη» των καταστροφικών αντιαγροτικών κανονισμών της ΕΕ, που ψήφισε τα προηγούμενα χρόνια στις Βρυξέλλες η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, είχαν την αποδοχή της ΝΔ, αλλά και του ΣΥΝ και του ΔΗΚΚΙ, βρίσκονται οι αγρότες και ειδικότερα οι μικρομεσαίοι.

Ολα τα προηγούμενα χρόνια, οι αγρότες ήρθαν αντιμέτωποι με τις δραματικές επιπτώσεις μιας σειράς αντιαγροτικών αποφάσεων που πάρθηκαν στο πλαίσιο της ΚΑΠ από τα επιτελεία των Βρυξελλών, πριν και μετά από τις εκλογές του Σεπτέμβρη του 1996. Αποφάσεις, που αφορούν βασικά αγροτικά προϊόντα, όπως το βαμβάκι, τα οπωροκηπευτικά, το ρύζι, τα σιτηρά, τα καπνά, το λάδι, τη σταφίδα. Σε αυτά ήρθε να προστεθεί πέρσι η ολέθρια αναθεώρηση της ΚΑΠ, στα πλαίσια της «Ατζέντας 2000» για τα σιτηρά, το βόειο κρέας και το γάλα. Το κακό, βέβαια, δεν πρόκειται να σταματήσει εδώ, αφού στα αμέσως επόμενα χρόνια θα αναθεωρηθούν προς το χειρότερο οι κανονισμοί για μια σειρά βασικά αγροτικά προϊόντα της χώρας (π.χ. βαμβάκι, λάδι).

Το αποτέλεσμα των αντιαγροτικών μέτρων που αποφάσισαν οι Βρυξέλλες τα τελευταία χρόνια ήταν να ενταθούν οι αρνητικές επιπτώσεις που είχε η αναθεώρηση της ΚΑΠ το 1992. Επιβλήθηκαν πρόσθετοι περιορισμοί στις καλλιέργειες και οι ποσοστώσεις προκάλεσαν εκρηκτικά προβλήματα στην αγροτική οικονομία. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης ήταν οι αγρότες να τιμωρούνται με βαρύτατα πρόστιμα συνυπευθυνότητας, οι τιμές των προϊόντων να πέφτουν συνεχώς και το αγροτικό εισόδημα να μειώνεται απελπιστικά. Από την άλλη, δε συνέβη το ίδιο για τους εμποροβιομηχάνους, οι οποίοι συνέχισαν, με την εύνοια των κανονισμών της ΕΕ και της πολιτικής της κυβέρνησης, να αυξάνουν τα κέρδη τους σε βάρος των αγροτών, αλλά και των καταναλωτών.


Κι ενώ η μέχρι τώρα εφαρμογή αυτών των καταστροφικών κανονισμών της ΕΕ «γονατίζει» την ελληνική αγροτική οικονομία και ξεκληρίζει χιλιάδες μικρομεσαίους αγρότες, έρχονται και τα χειρότερα, μέσω της ΟΝΕ, των επιταγών της «Ατζέντας 2000» και του μηχανισμού επιβολής της παγκοσμιοποίησης της αγοράς, δηλαδή του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ).Το αν θα συνεχίσει ή όχι να παράγει αγροτικά προϊόντα η Ελλάδα, αν θα υπάρχει ή όχι μικρομεσαία αγροτιά στη χώρα μας, εξαρτάται από τους ίδιους τους Ελληνες αγρότες και τον αγώνα τους, ενάντια στην ακολουθούμενη αντιαγροτική πολιτική. Εξαρτάται από την υπερψήφιση και το δυνάμωμα του ΚΚΕ και όχι από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, ή της ΝΔ, ή όποιο κεντροαριστερό ή κεντροδεξιό κυβερνητικό σχήμα προκύψει, με τη συμβολή του ΣΥΝ ή του ΔΗΚΚΙ και που θα συνεχίσει να ακολουθεί την ίδια αντιαγροτική πολιτική, η οποία θα είναι πλήρως εναρμονισμένη με τις καταστροφικές επιλογές και αποφάσεις της ΕΕ και των πολυεθνικών.

Ο «Ρ» παρουσιάζει σήμερα τις δραματικές επιπτώσεις της ΚΑΠ και των αναθεωρήσεων των κοινοτικών κανονισμών, που έγιναν μέσα στην τελευταία πενταετία, στα βασικά αγροτικά προϊόντα της χώρας.

Βαμβάκι

Οδυνηρή ήταν η τελευταία πενταετία για τους βαμβακοπαραγωγούς, μετά την ψήφιση στις Βρυξέλλες, το καλοκαίρι του 1995, του υπάρχοντος κανονισμού για το βαμβάκι και τον οποίο η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ εμφάνισε ως τεράστια επιτυχία... Η τιμή στο βαμβάκι κατρακύλησε στο διάστημα που ακολούθησε κατά 60 δραχμές το κιλό και οι βαμβακοπαραγωγοί πλήρωσαν εκατοντάδες δισ. δραχμές για ευρωπρόστιμα στις Βρυξέλλες, λόγω υπέρβασης του πενιχρού πλαφόν παραγωγής (782.000 τόνοι). Το αποτέλεσμα ήταν δραματική μείωση του εισοδήματος των βαμβακοπαραγωγών και ειδικά των μικρομεσαίων.


Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η τελευταία χρονιά, όπου η παραγωγή του 1999, με το κλείσιμο της εκκοκκιστικής στις 31/12, έφτασε τους 1.320.000 τόνους και η τιμή στο βαμβάκι μένει στις 240 δραχμές που δόθηκαν ως προκαταβολή, μαζί με το προεκλογικό 40άρι της κυβέρνησης. Το τραγελαφικό της υπόθεσης είναι ότι η επιστροφή συνυπευθυνότητας, έναντι της οποίας δόθηκε το 40άρι, θα είναι 16 δραχμές, ενώ η κυβέρνηση με την ΑΤΕ μεθοδεύουν «πατέντες» για να πάρουν πίσω τη διαφορά των 24 δραχμών. Οσο για το πρόστιμο συνυπευθυνότητας που θα κληθούν να πληρώσουν οι βαμβακοπαραγωγοί στην ΕΕ, αυτή τη φορά θα είναι μεγαλύτερο και θα φτάσει τα 173 δισ. δραχμές!

Εκτός αυτών, πρέπει να σημειωθεί ότι η ΕΕ προτείνει νέα καταστροφικά μέτρα για το βαμβάκι, που είναι η αύξηση της συνυπευθυνότητας κατά 20% και η μείωση της χρηματοδότησης. Και η κυβέρνηση, αντί να παλέψει με νύχια και με δόντια στις Βρυξέλλες την αύξηση του πλαφόν και της χρηματοδότησης, συμφωνεί με τις καταστροφικές αυτές προτάσεις και επαυξάνει, με την ανακοίνωση απόφασης για μείωση της βαμβακοκαλλιέργειας κατά 700.000 στρέμματα.

Οπωροκηπευτικά

Η ψήφιση του καταστροφικού κανονισμού για τα οπωροκηπευτικά, τον Οκτώβρη 1995, τον οποίο η κυβέρνηση παρουσίασε επίσης ως επιτυχία, σε συνδυασμό με τις επιταγές της ΓΚΑΤΤ που άρχισαν να εφαρμόζονται από τον Ιούλη της ίδιας χρονιάς, είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός εφιαλτικού σκηνικού για τους παραγωγούς οπωροκηπευτικών. Τα πιο ολέθρια αποτέλεσμα υπέστησαν οι παραγωγοί εσπεριδοειδών και ροδακίνων.

Στα εξαγώγιμα πορτοκάλια οι εμπορικές τιμές άρχισαν να κατρακυλούν, φτάνοντας σε τέτοια εξευτελιστικά επίπεδα, που έγιναν μικρότερες κι από το κόστος παραγωγής. Από την άλλη, οι έμποροι - εξαγωγείς προχώρησαν σε ασύστολους εκβιασμούς, εκμεταλλευόμενοι την κατάσταση, ώστε να αγοράσουν κοψοχρονιάς την παραγωγή. Στο αδιέξοδο των παραγωγών επιτραπέζιων πορτοκαλιών συνέβαλαν και οι αποφάσεις των Βρυξελλών να μειώσουν την τιμή απόσυρσης και τις ποσότητες προς απόσυρση. Η ίδια περίπου κατάσταση διαμορφώθηκε και για τα λεμόνια και τα μανταρίνια.

Ακόμα χειρότερα έγιναν τα πράγματα για τα χυμοποιήσιμα πορτοκάλια. Ο σχετικός κανονισμός της ΕΕ έδωσε τη δυνατότητα στους βιομηχάνους - χυμοποιούς, να εκβιάζουν ασύστολα τους παραγωγούς, για να αγοράσουν τζάμπα την παραγωγή. Η επιλογή των παραγωγών ήταν ή να πουλήσουν με ένα δίφραγκο το κιλό τα χυμοποιήσιμα πορτοκάλια, ή να χάσουν την επιδότηση. Ομως, και η επιδότηση λόγω υπέρβασης του κοινοτικού πλαφόν ήταν μειωμένη κατά το 1/3 περίπου. Πέρσι το Γενάρη, η ΕΕ προχώρησε στην επιμέρους τροποποίηση του κανονισμού, η οποία παρουσιάστηκε ξανά ως επιτυχία από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και τα κυβερνητικά αγροτικά στελέχη. Το αποτέλεσμα όμως ήταν οι παραγωγοί χυμοποιήσιμων πορτοκαλιών να πληρώσουν, για την παραγωγή του 1999, προκαταβολικό πρόστιμο συνυπευθυνότητας, χάνοντας πάλι το 1/3 της επιδότησης.

Η ίδια απελπιστική κατάσταση διαμορφώθηκε και στα ροδάκινα, επιτραπέζια και συμπήρυνα. Με «σύμμαχο» τον κανονισμό της ΕΕ για τα οπωροκηπευτικά και τις επιταγές της ΓΚΑΤΤ, οι εμποροβιομήχανοι έδωσαν το 1999 στους παραγωγούς τις πλέον εξευτελιστικές τιμές των τελευταίων χρόνων. Μάλιστα, στα εξαγώγιμα ροδάκινα, η πτώση των τιμών για την περσινή παραγωγή, έφτασε και ξεπέρασε το 60%, σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια.

Ρύζι

Προς το τέλος του 1995, ψηφίστηκε από την κυβέρνηση και ο καταστροφικός κανονισμός της ΕΕ για το ρύζι, ο οποίος άρχισε να εφαρμόζεται από την επόμενη χρονιά. Ετσι, ενώ η παραγωγή ρυζιού ήταν 300.000 στρέμματα, επιβλήθηκε πλαφόν 249.000 στρέμματα, με αποτέλεσμα την επιβολή βαρύτατων προστίμων συνυπευθυνότητας στους ρυζοπαραγωγούς, λόγω υπέρβασης του πλαφόν. Παράλληλα, ο ίδιος κανονισμός προέβλεπε τη μείωση των τιμών παρέμβασης και τη σμίκρυνση της περιόδου παρέμβασης, με αποτέλεσμα οι εμποροβιομήχανοι να ρίξουν τις τιμές στα πλέον χαμηλά επίπεδα. Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση πήρε το 1997 απόφαση για ζωνοποίηση της παραγωγής στο ρύζι, με τραγικό αποτέλεσμα το 1998 χιλιάδες ρυζοπαραγωγοί να χάσουν ολόκληρη την επιδότηση. Και η κατάληξη αυτής της πολιτικής ήταν και η καλλιέργεια ρυζιού να συρρικνωθεί και το εισόδημα των παραγωγών να μειωθεί.

Σιτηρά

Το καλοκαίρι του 1997 με τη συμφωνία της κυβέρνησης η ΕΕ επέβαλε δραματική μείωση των στρεμμάτων για το σκληρό σιτάρι από 9.000.000 στρέμματα στα 6.170.000. Το αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής ήταν χιλιάδες σιτοπαραγωγοί να πληρώσουν στη συνέχεια βαριά πρόστιμα συνυπευθυνότητας. Μάλιστα, εξαιτίας της ζωνοποίησης ανά νομό που επέβαλε η κυβέρνηση από το 1999, χιλιάδες σιτοπαραγωγοί κλήθηκαν να πληρώσουν για την υπέρβαση των καλλιεργηθέντων στρεμμάτων βαρύτατα ευρωπρόστιμα, που ξεπέρασαν τα 5 δισ. δραχμές. Το ίδιο ίσχυσε για τους παραγωγούς καλαμποκιού, όπου το πλαφόν ορίστηκε στα 2.220.000 στρέμματα, με αποτέλεσμα να τους επιβληθεί, το 1998, βαρύ πρόστιμο συνυπευθυνότητας.

Ταυτόχρονα, οι τιμές σε σιτάρι και καλαμπόκι, τα τελευταία χρόνια, πήραν την κατιούσα και έπεσαν στα πλέον εξευτελιστικά επίπεδα. Και η κατάσταση αυτή θα συνεχιστεί, αφού οι αποφάσεις της «Ατζέντας 2000» επιβάλλουν πρόσθετη μείωση των τιμών κατά 20% - τη στιγμή που οι όποιες αντισταθμίσεις καλύπτουν, στην καλύτερη περίπτωση, το μισό της απώλειας - ενώ παράλληλα καταργείται κάθε έννοια προστασίας των παραγωγών.

Λάδι

Στη «μέγκενη» των αντιαγροτικών αποφάσεων της ΕΕ και της πολιτικής της κυβέρνησης βρέθηκαν τα προηγούμενα χρόνια οι ελαιοπαραγωγοί, που είδαν το εισόδημά να μειώνεται κατακόρυφα. Από το 1997, οι τιμές παραγωγού στο λάδι άρχισαν να κατρακυλούν και να πέφτουν στο μισό, ενώ οι μόνοι ωφελημένοι ήταν οι εμποροβιομήχανοι. Παράλληλα, οι ελαιοπαραγωγοί όλα τα προηγούμενα χρόνια «φορτώθηκαν» με βαρύτατα πρόστιμα συνυπευθυνότητας, χάνοντας μέχρι και τη μισή επιδότηση.

Η κυβέρνηση το μόνο που έκανε, στο διάστημα αυτό, ήταν να ψηφίσει τον Ιούλη του 1997 στις Βρυξέλλες το νέο καταστροφικό κανονισμό για το λάδι και, κατά την προσφιλή της τακτική, τον παρουσίασε ως επιτυχία. Η κυβέρνηση δέχτηκε την επιβολή εθνικού πλαφόν στο λάδι (419.000 τόνους) και την κατάργηση των ελάχιστων τιμών ασφαλείας για τους ελαιοπαραγωγούς, καθώς και την κατάργηση της παρέμβασης και την αντικατάστασή της από την ιδιωτική αποθεματοποίηση.

Το αποτέλεσμα ήταν οι ελαιοπαραγωγοί να πληρώσουν από την πρώτη χρονιά εφαρμογής του νέου κοινοτικού κανονισμού βαρύ πρόστιμο συνυπευθυνότητας (έχασαν το 1/3 της επιδότησης για την παραγωγή της εμπορικής περιόδου 1998/99) και η τιμή στο έξτρα παρθένο ελαιόλαδο δεν ξεπέρασε τις 700 δραχμές, ενώ το Νοέμβρη του 1997 ήταν 1.250 δραχμές. Η «λυπητερή», με βάση το νέο κανονισμό της ΕΕ, ήρθε τον Οκτώβρη του 1999, όπου οι ελαιοπαραγωγοί, μικροί και μεγάλοι, πληροφορήθηκαν πως η παραγωγή της περιόδου 1998/99 έφτασε τους 580.000 τόνους, από 419.000 που ορίστηκε το πλαφόν και ότι από τις 450 δραχμές της επιδότησης ανά κιλό, θα έπαιρναν μόλις 285 δραχμές. Η κυβέρνηση το μόνο που έκανε για να συγκαλύψει τις ευθύνες της ήταν να ανακοινώσει για προεκλογικούς λόγους ότι οι ελαιοπαραγωγοί θα πάρουν άλλες 30 δραχμές επιπλέον, οι οποίες θα παρακρατηθούν το καλοκαίρι από την εξόφληση της επιδότησης.

Καπνά

Με τους χειρότερους οιωνούς, ξεκίνησε η νέα εμπορική περίοδος για τους καπνοπαραγωγούς, που βλέπουν το εισόδημά να μειώνεται ακόμα περισσότερο, σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια. Οι καπνέμποροι, εκμεταλλευόμενοι το νέο κοινοτικό κανονισμό για τα καπνά, που ψηφίστηκε το καλοκαίρι του 1998 στις Βρυξέλλες, δίνουν εκβιαστικά ακόμα πιο εξευτελιστικές τιμές, σε σύγκριση με πέρυσι και πρόπερσι, οι οποίες φτάνουν να είναι μέχρι και 70% χαμηλότερες.

Οι καπνοπαραγωγοί έχουν την επιλογή, ή να υποκύψουν στους εκβιασμούς των καπνεμπόρων και να πουλήσουν τζάμπα τη σοδειά τους ή να χάσουν την επιδότηση (σταθερό και μεταβλητό πριμ). Το τραγικό της υπόθεσης, όμως, είναι ότι χιλιάδες καπνοπαραγωγοί θα χάσουν τελικά το μεταβλητό πριμ, εξαιτίας των εξευτελιστικών τιμών που δίνουν οι καπνέμποροι, παρά το γεγονός ότι η περσινή παραγωγή καπνών είναι πολύ καλή ποιοτικώς. Αυτό σημαίνει ότι χιλιάδες καπνοπαραγωγοί, όχι μόνο θα πάρουν εξευτελιστικές εμπορικές τιμές, αλλά θα χάσουν, λόγω της καθιέρωσης του μεταβλητού πριμ, μέχρι και το 30% της επιδότησης, ενώ του χρόνου θα φτάσουν να χάνουν μέχρι και το 45% της επιδότησης. Φαίνεται, λοιπόν, ξεκάθαρα ότι για τους καπνοπαραγωγούς, κυβέρνηση, ΕΕ και καπνέμποροι επιφυλάσσουν τη δραστική μείωση των τιμών και των επιδοτήσεων, δηλαδή την εξαφάνιση του εισοδήματός τους και της ίδιας της ύπαρξής τους.

Κρασί

Στο «πατητήρι» της ΚΑΠ βρέθηκε όλα τα προηγούμενα χρόνια η αμπελοκαλλιέργεια και το εισόδημα των αμπελουργών. Μέσα στα τελευταία 10 χρόνια, ξεριζώθηκαν πάνω από 250.000 στρέμματα αμπελιών, ενώ, εξαιτίας του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (πρώην ΓΚΑΤΤ) και των αθρόων εισαγωγών, οι τιμές παραγωγού στο κρασί έπεσαν κατακόρυφα.

Η πορεία συρρίκνωσης στην παραγωγή κρασιού θα συνεχιστεί και με το νέο κανονισμό που ψηφίστηκε στην ΕΕ τον περασμένο Μάη στις Βρυξέλλες, στο πλαίσιο της «Ατζέντας 2000». Στο νέο κανονισμό προβλέπεται η συνέχιση των κινήτρων ξεριζώματος της αμπελοκαλλιέργειας και η απαγόρευση νέων φυτεύσεων μέχρι το 2010. Επίσης νομιμοποιείται «εντέχνως» η χρήση ζάχαρης για την παραγωγή κρασιού σε ορισμένες βόρειες χώρες της ΕΕ, στο όνομα του παραδοσιακού τρόπου παραγωγής, πράγμα που με προκλητικό τρόπο αποβαίνει σε βάρος των μεσογειακών κρασιών.

Σταφίδα

Νέες δυσμενέστερες ρυθμίσεις, για τους σταφιδοπαραγωγούς αποφάσισε τον Ιούλη του 1999 η ΕΕ, στο πλαίσιο της ΚΑΠ. Τα επιτελεία των Βρυξελλών τροποποίησαν το σχετικό κανονισμό, επιβάλλοντας σκανδαλωδώς την εξυπηρέτηση των κερδοσκοπικών συμφερόντων των εμπόρων - μεταποιητών, ενώ παράλληλα «εφηύραν» πατέντες για τη μείωση της στρεμματικής επιδότησης και εξοικονόμησης κονδυλίων για τα ταμεία της ΕΕ.

Ειδικότερα, για τη σταφίδα, επιβλήθηκε η υποχρεωτική υπογραφή συμβολαίων, όπου τίθεται και προθεσμία μέχρι την 1η Αυγούστου, δηλαδή πριν ακόμα μαζευτεί η παραγωγή, με μοναδικό σκοπό να δεθούν χειροπόδαρα οι παραγωγοί από τους εμπόρους. Ετσι, οι σταφιδοπαραγωγοί έχουν την επιλογή ή να υπογράψουν συμβόλαια με τις εξευτελιστικές τιμές που θα απαιτούν εκβιαστικά οι έμποροι - μεταποιητές, ή να χάσουν την επιδότηση. Ανάλογα τραγικά παραδείγματα υπάρχουν και σε μια σειρά άλλες καλλιέργειες, όπου οι έμποροι - βιομήχανοι, εκβιάζοντας με τις επιδοτήσεις, αγοράζουν, μέσω συμβολαίων, με τις πλέον εξευτελιστικές εμπορικές τιμές (π.χ. καπνά, χυμοποιήσιμα πορτοκάλια).

Και μπορεί για την περσινή παραγωγή οι επιπτώσεις αυτές να μη φάνηκαν σε μεγάλη έκταση και ένταση, επειδή η παραγωγή σταφίδας καταστράφηκε λόγω δυσμενών καιρικών συνθηκών, αλλά από τη φετινή χρονιά οι σταφιδοπαραγωγοί θα βρεθούν αντιμέτωποι με ένα πρωτόγνωρο εφιαλτικό σκηνικό.


Κ. Δ.

Σπύρος Στριφτάρης
Μονόδρομος η υπερψήφιση του ΚΚΕ

Από τώρα μέχρι και τις 9 του Απρίλη οι κομμουνιστές θα δώσουν τη μάχη για να φτάσει η φωνή και το ψηφοδέλτιο του ΚΚΕ  στην πιο απομακρυσμένη καλύβα

Οι θέσεις του Κόμαμτος πρέπει να φτάσουν μέχρι και το τελευταίο χωριό, τονίζει ο Σπύρος Στριφτάρης μιλώντας στο «Ρ»
Οι θέσεις του Κόμαμτος πρέπει να φτάσουν μέχρι και το τελευταίο χωριό, τονίζει ο Σπύρος Στριφτάρης μιλώντας στο «Ρ»
Για τους αγρότες η υπερψήφιση του ΚΚΕ σημαίνει ενίσχυση της δύναμης εκείνης που μπορεί να ανοίξει το δρόμο της σύγκρουσης με τα συμφέροντα των μονοπωλίων, που υπηρετεί η πολιτική της κυβέρνησης και για να υπάρξει πολιτική προς όφελος της φτωχής και μεσαίας αγροτιάς. Αυτό τονίζει σε συνέντευξη που παραχώρησε στο «Ρ» ο Σπύρος Στριφτάρης, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, ο οποίος εξηγεί, αναλύει και ταυτόχρονα ξεκαθαρίζει γιατί οι αγρότες δεν πρέπει να ψηφίσουν τα υπόλοιπα μεγάλα και μικρά κόμματα και δεν πρέπει να «τσιμπήσουν» στα διάφορα κεντροαριστερά ή κεντροδεξιά σενάρια, αφού όλα αυτά υπηρετούν και δέχονται την ίδια αντιαγροτική πολιτική. Ακόμα ο Σπύρος Στριφτάρης επισημαίνει την αναγκαιότητα να φτάσει η φωνή και το ψηφοδέλτιο του ΚΚΕ μέχρι την τελευταία καλύβα.

Συγκεκριμένα η συνέντευξη με τον Σπύρο Στριφτάρη έχει ως εξής:

- Μπορούν οι αγρότες να περιμένουν κάτι καλύτερο από τις εκλογές της 9ης Απρίλη και το αποτέλεσμά τους;

- Σίγουρα οι εκλογές από μόνες τους είναι μια μεγάλη πολιτική μάχη και μια πρόκληση για τους μικρομεσαίους αγρότες. Και λέω για τους μικρομεσαίους, γιατί αυτοί έδωσαν μια μεγάλη μάχη για ν' αποκρούσουν την πολιτική της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, που το 1996 μείωσε το εισόδημά τους κατά 2,5%, το 1997 κατά 4,4%, το 1998 κατά 3,9% και το 1999 κατά 2%, σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία που ανακοινώθηκαν από τη στατιστική υπηρεσία της ΕΕ. Οι μικρομεσαίοι αγρότες είναι αυτοί που γνώρισαν μια πρωτόγνωρη για την τελευταία εικοσιπενταετία τρομοκρατική επίθεση από την κυβέρνηση, που ξεκίνησε με την ποινικοποίηση των αγώνων από το 1996 και έφθασε μέχρι και τη δολιοφθορά στα τρακτέρ των ανθρώπων που πάλεψαν να μην κλείσουν τα σπίτια τους.


Αν λοιπόν συνδυάσουν τους αγώνες τους, τα αιτήματά τους και την ψήφο τους σίγουρα μπορούν να περιμένουν αν όχι πολλά, κάτι καλύτερο. Και συνδυασμός των παραπάνω σημαίνει ψήφο στο ΚΚΕ και μόνο και όχι σε κανένα άλλο κόμμα. Ούτε μικρό, ούτε μεγάλο.

- Γιατί ένας αγρότης σήμερα πρέπει να ψηφίσει το ΚΚΕ;

- Αυτά τα χρόνια οι μικρομεσαίοι αγρότες έδωσαν μια σκληρή και άνιση μάχη. Και αντίπαλός τους δεν ήταν μόνο η κυβέρνηση με όλους τους κατασταλτικούς μηχανισμούς της. Ηταν και η αξιωματική αντιπολίτευση, αλλά και εκείνες οι πολιτικές δυνάμεις, που προσπάθησαν και προσπαθούν να τους πείσουν ότι αυτή η πολιτική είναι μονόδρομος, αφού είναι η Κοινή Αγροτική Πολιτική της ΕΕ, και ότι με τους αγώνες δε γίνεται τίποτα.

Γνώρισαν τη ΝΔ και το ΣΥΝ να συμπαραστέκονται στην κυβέρνηση και να καλούν τους αγρότες να μη βγαίνουν στους δρόμους, αλλά να βρουν «κόσμιες μορφές πάλης». Αλλά και το ΔΗΚΚΙ, παρά την κριτική του στην κυβερνητική πολιτική, με το να κηρύσσει τους μονόδρομους της ΕΕ δεν κάνει τίποτε άλλο από το να καλλιεργεί τη μοιρολατρία και την αναποτελεσματικότητα των αγώνων.

Και οι μικρομεσαίοι αγρότες, επειδή ακριβώς ανέπτυξαν πραγματικά πρωτόγνωρους αγώνες, με μεγάλη διάρκεια, ποικιλία στις μορφές πάλης, ένταση και δυναμικότητα, ενότητα και αποφασιστικότητα, τους δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσουν ποιους πρέπει ν' αφήσουν και με ποιους πρέπει να πάνε.


Και σ' αυτή την τετραετία γνώρισαν σαν μόνιμο συνεπή, ανιδιοτελή και αταλάντευτο υπερασπιστή, το ΚΚΕ. Που μαζί με τους αγωνιζόμενους μικρομεσαίους αγρότες δέχτηκε τη λάσπη και τη συκοφαντία των κομματικών και κυβερνητικών μηχανισμών του ΠΑΣΟΚ, όχι μόνο κατά τη διάρκεια των αγώνων, αλλά και μετά.

Δεν είναι όμως αυτός ο μόνος λόγος που οι μικρομεσαίοι αγρότες έχουν συμφέρον να ψηφίσουν μαζικά το ΚΚΕ. Σίγουρα τους περιμένουν δύσκολες μέρες και θα πρέπει να έχουν ένα γερό συμπαραστάτη στους μελλοντικούς αγώνες.

Με την ψήφο στο ΚΚΕ δυναμώνει εκείνη η δύναμη που μπορεί να ανοίξει το δρόμο της σύγκρουσης με τα μονοπώλια, για να υπάρξει πολιτική προς όφελος της φτωχής και μεσαίας αγροτιάς. Ανοίγει, με την ενίσχυση του ΚΚΕ, ο δρόμος του απεγκλωβισμού από τη λογική που θέλει μονόδρομο το συμφέρον των λίγων σε βάρος των πολλών. Ανοίγει ο δρόμος για ισχυροποίηση της λογικής των μετώπων όλων των καταπιεσμένων ενάντια στους εκμεταλλευτές τους.

- Οι υποσχέσεις και η παροχολογία δίνουν και παίρνουν και τα φαινόμενα αυτά θα ενταθούν μέχρι τις εκλογές. Τι όμως περιμένει τους αγρότες μετά την 9η του Απρίλη;

- Ολοι το γνωρίζουν σήμερα, και περισσότερο οι αγρότες, ότι αν δεν αποδυναμωθούν πολύ, πάρα πολύ, το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ, θα βρεθούν μπροστά σε μια μεγαλύτερη επίθεση, από ό,τι μέχρι σήμερα γνώρισαν. Η προσαρμογή της Αγροτικής Πολιτικής της ΕΕ και κατά συνέπεια και της Ελλάδας, με κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ ή ΝΔ, αλλά και κεντροαριστεράς ή κεντροδεξιάς, στην «Ατζέντα 2000» σημαίνει συνέχιση της μείωσης του αγροτικού εισοδήματος. Ο,τι συνέβαινε τα προηγούμενα χρόνια, θα συνεχίσει με εντονότερους ρυθμούς αμέσως στη μετα-ΟΝΕ εποχή.

Αν όμως αποδυναμωθούν σημαντικά τα κόμματα του δικομματισμού και δεν περάσει η λογική «τώρα ψηφίζουμε μικρά κόμματα», αλλά «ενισχύουμε το ΚΚΕ, τον συνεπή αντίπαλο του δικομματισμού, και ας μη συμφωνούμε σ' όλα μαζί του», τότε μπορούν να περιμένουν οι αγρότες ότι οι πολυεθνικές, οι εμπορομεσάζοντες και τα μεγάλα αφεντικά θα βρουν το μάστορά τους. Από καλύτερες θέσεις και το αγροτικό κίνημα θα διεκδικήσει όσα του ανήκουν.

Αν παρασυρθούν και αυτή τη φορά από την ανέξοδη υποσχεσιολογία του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, πολύ φοβάμαι ότι η κατάσταση δε θα είναι εύκολα αντιστρέψιμη. Στην πράξη γνώρισαν τις πολιτικές αυτών των κομμάτων. Αν δε θέλουν την άλλη μέρα να μετανιώσουν για την ενέργειά τους να ψηφίσουν ένα από τα δύο κόμματα, να ψηφίσουν τώρα ΚΚΕ.

- Γιατί κατά τη γνώμη σας τ' άλλα κόμματα δε λένε καθαρά τι περιμένει τους αγρότες, αν συνεχιστεί αυτή η πολιτική μετά τις εκλογές;

- Γιατί στην ουσία ταυτίζονται μ' αυτή την πολιτική. Παρά τις επιμέρους διαφορές που μπορεί να βρει κανένας μεταξύ των όσων προτείνουν για τον αγροτικό τομέα, ο βασικός κορμός των προτάσεών τους διαπερνάται από μια λογική. Τη λογική ότι η ΚΑΠ είναι θέσφατο και δεν μπορούμε ούτε να την παραβιάζουμε (π.χ. με εθνικές επιδοτήσεις), ούτε ν' απειθαρχούμε στις βλαπτικές για τους Ελληνες αγρότες αποφάσεις. Και αυτή η λογική είναι που αναγκάζει τα κόμματα αυτά να λένε μισόλογα και πολλές φορές χοντρά ψέματα. Το χειρότερο είναι ότι τα κόμματα αυτά είναι αναγκασμένα να προσπαθούν να πείσουν ότι συμφέρον των μικρών και μεσαίων αγροτών είναι να γίνονται λιγότεροι και πιο φτωχοί για χάρη της ΚΑΠ.

Και αυτό είναι που πρέπει να καταλάβουν οι μικρομεσαίοι αγρότες. Και με την ψήφο τους να δώσουν ένα ηχηρό μήνυμα, ότι δεν είναι μονόδρομος η συνεχής μείωση του εισοδήματος, η υποβάθμιση της ζωής τους στο χωριό και ο εξαναγκασμός να εγκαταλείψουν την παραγωγή και ναβρουνδουλιά, πού άραγε;

Μονόδρομος για τους φτωχούς και μεσαίους αγρότες είναι ακριβώς το αντίθετο απ' αυτά που τους λένε οι απολογητές των πολιτικών της ΕΕ. Είναι η συσπείρωσή τους γύρω από τους άλλους εργαζόμενους, σ' ένα μέτωπο ενάντια στα μονοπώλια και γι' αυτό ακριβώς πρέπει να υπερψηφίσουν το ΚΚΕ, που δίνει όλες του τις δυνάμεις για την ανάπτυξη αυτών των μετώπων.

- Μπρος σε αυτή την εκλογική μάχη, ποια είναι τα καθήκοντα των κομμουνιστών στο χωριό;

- Να μην αφήσουν καμιά οικογένεια που δε θα μιλήσουν για τη σημασία των εκλογών. Να θυμίσουν στους αγρότες και τις αγρότισσες τις συνέπειες της πολιτικής του ΠΑΣΟΚ στη ζωή τους. Να θυμίσουν πως αυτοί που σήμερα τους χτυπάνε στην πλάτη, τι τους έλεγαν και τι τους έκαναν, όταν αγωνίζονταν να κρατήσουν στη ζωή τα νοικοκυριά τους.

Να τους εξηγήσουν τι τους περιμένει, εάν ο δικομματισμός με τις παραφυάδες του πάρουν κεφάλι. Να τους μιλήσουν στο καφενείο, στο σπίτι, στο χωράφι για τις προτάσεις του ΚΚΕ και γιατί πρέπει να το ψηφίσουν. Από σήμερα μέχρι και τις 9 του Απρίλη να δώσουν τη μάχη για να φθάσει η φωνή και το ψηφοδέλτιο του ΚΚΕ στην πιο απομακρυσμένη καλύβα.


Κώστας ΔΕΤΣΙΚΑΣ

«Ατζέντα 2000» και Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου
Οι ... πυλώνες του ξεκληρίσματος

Οι αλλαγές της ΚΑΠ, που αποφασίστηκαν στα πλαίσια της «Ατζέντας 2000», στόχο έχουν να προσαρμόσουν την κοινοτική γεωργία στη Συμφωνία του Αμστερνταμ. Παρόμοιες αλλαγές έγιναν το 1992, για να προσαρμοστεί η ΚΑΠ στη Συνθήκη του Μάαστριχτ, αλλά και προηγουμένως, το 1988, για να προσαρμοστεί η ΚΑΠ στην Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη.

Ολες αυτές οι αλλαγές που η μία είναι χειρότερη από την άλλη υπηρετούσαν τρεις στόχους.

Να μειώσουν τις γεωργικές κοινοτικές δαπάνες, για να εξοικονομηθούν πόροι να διατεθούν στις νέες κοινοτικές πολιτικές όπως ΟΝΕ, ΚΕΠΤΑ και Διεύρυνση, μιας και οι ισχυρές χώρες της ΕΕ δεν ήθελαν να αυξήσουν τις εισφορές τους στον κοινοτικό προϋπολογισμό.

Να προετοιμάσουν την κοινοτική γεωργία για τις συμφωνίες της ΓΚΑΤΤ και του ΠΟΕ. Δηλαδή, να μειώσουν τη στήριξή της και να επιταχύνουν τη συγκέντρωση της γης και τους παραγωγούς σε λίγους μεγαλοαγρότες.

Να αυξήσουν τα κέρδη των πολυεθνικών τροφίμων με τις δραστικές μειώσεις των τιμών των αγροτικών προϊόντων και τη μερική αναπλήρωση του αγροτικού εισοδήματος με επιδοτήσεις.

Με την «Ατζέντα 2000» συρρικνώνεται δραστικά η στήριξη της κοινοτικής γνωριμίας, για να προσαρμοστεί στη λεγόμενη παγκοσμιοποιημένη αγορά των 1,2 δισ. πεινασμένων ανθρώπων, η οποία σύμφωνα με την ΕΕ και τις ΗΠΑ δεν μπορεί να απορροφήσει όλα τα αγροτικά προϊόντα και γι' αυτό θα πρέπει να μειωθούν οι ρυθμοί παραγωγής τους.

Στα πλαίσια αυτά ψηφίστηκαν οι νέοι κανονισμοί για τα σιτηρά, το γάλα και το βοδινό κρέας, που μειώνουν σημαντικά τις τιμές, περιορίζουν την ποσόστωση στο αγελαδινό γάλα στο 60% των αναγκών της χώρας και καταργούν την παρέμβαση στο βοδινό κρέας.

Την «Ατζέντα 2000» υλοποιεί ο προτεινόμενος από την ΕΕ κανονισμός για το βαμβάκι που αυξάνει κατά 20% το πρόστιμο συνυπευθυνότητας και η απόφαση της κυβέρνησης, που μειώνει με περιβαλλοντικά προσχήματα κατά 700.000 στρέμματα τη βαμβακοκαλλιέργεια.

Στα πλαίσια της «Ατζέντας 2000» θα ετοιμαστούν και θα ψηφιστούν σύντομα νέοι κανονισμοί και για τα υπόλοιπα μεσογειακά προϊόντα (λάδι, κρασί, οπωροκηπευτικά κ.ά.) παρόμοιοι με αυτόν του βαμβακιού.

Οι αλλαγές αυτές θα επιταχύνουν τη συγκέντρωση της γης και της παραγωγής σε λίγους μεγαλοαγρότες, θα μειώσουν την αγροτική απασχόληση θα εξανεμίσουν το αγροτικό εισόδημα και θα επιταχύνουν το ξεκλήρισμα των μικρομεσαίων νοικοκυριών.

Για να συγκαλύψει τις συνέπειες η ΕΕ και για να αποπροσανατολίσει τους αγρότες τους προτρέπει να βρουν συμπληρωματικό εισόδημα σε άλλες δραστηριότητες παρεμφερείς με τη γεωργία, για να μπορέσουν να μείνουν στην ύπαιθρο.

Τέτοιες δραστηριότητες είναι ο αγροτουρισμός σήμερα, με τον οποίο ο τουρίστας στη διάρκεια των διακοπών του θα συμμετέχει στις δουλιές του νοικοκυριού που τον φιλοξενεί, η παραγωγή παραδοσιακών και χειροτεχνικών προϊόντων (από φλοκάτες μέχρι γλυκά κουταλιού) η βιοκαλλιέργεια, ορισμένα προγράμματα κατάρτισης κ.ά. Αυτές τις δραστηριότητες τις ονομάζει «Δεύτερο Πυλώνα» ανάπτυξης της υπαίθρου, τις χρηματοδοτεί με κονδύλια που περικόπτει από τον πρώτο πυλώνα που είναι η γεωργία και τις προβάλλει, εκτός των άλλων, και σαν αναγκαίες για την προστασία του περιβάλλοντος.

Ο «Δεύτερος Πυλώνας» όμως δεν μπορεί να αντιμετωπίσει, αλλά ούτε και να αμβλύνει ουσιαστικά τις συνέπειες από τη συρρίκνωση του πρώτου πυλώνα.

Και αυτό γιατί τέτοιες δραστηριότητες που χρηματοδοτούνταν ίσως με λιγότερα χρήματα από την ΕΕ υπήρχαν και πριν την «Ατζέντα 2000» και δεν έλυσαν κανένα πρόβλημα, με αποτέλεσμα η αγροτική απασχόληση στη χώρα μας, σε περίοδο ανεργίας να μειώνεται με 2,5% το χρόνο, το καθαρό αγροτικό εισόδημα με 3% και 102.600 μικρομεσαία αγροτικά νοικοκυριά να ξεκληριστούν στην περίοδο 1992-1997.

Τα κόμματα του ευρωπαϊκού προσανατολισμού, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, συμφωνούν απόλυτα με την «Ατζέντα 2000» και τους δύο πυλώνες, ενώ ο ΣΥΝ διεκδικεί την πατρότητα του δεύτερου πυλώνα.

Με τη θέση τους αυτή εκτός από την ευθυγράμμισή τους με την αντιαγροτική πολιτική της ΕΕ συνεχίζουν με συνέπεια και επιμονή την προσπάθεια εξωραϊσμού της ΚΑΠ και αποπροσανατολισμού των αγροτών.

Στη διάρκεια ένταξης της χώρας μας στην ΕΟΚ προσπάθησαν να εξαπατήσουν τους αγρότες με την πλούσια αγορά των 300 εκατομμυρίων Ευρωπαίων, που θα αγόραζε σε καλές τιμές τα αγροτικά προϊόντα της χώρας μας.

Αφού η κοινοτική αγορά αποδείχτηκε μεγάλη απάτη προσπάθησαν να εξαπατήσουν τους αγρότες με τις χωματερές, που εξασφάλισαν τάχα το αγροτικό εισόδημα και κατηγορούσαν το ΚΚΕ που υποστήριζε ότι οι χωματερές θα θάψουν τις ίδιες τις καλλιέργειες και δυστυχώς επιβεβαιώθηκε.

Στη συνέχεια προσπάθησαν να αποπροσανατολίσουν τους αγρότες με τα κοινοτικά πακέτα, που θα βελτίωναν τάχα την υποδομή και την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής γεωργίας και διαψεύστηκαν παταγωδώς.

Τώρα, προσπαθούν να εξαπατήσουν τους αγρότες με τον Δεύτερο Πυλώνα, για να δεχτούν αδιαμαρτύρητα το ξεκλήρισμά τους.

Οι συνέπειες όμως της «Ατζέντας 2000» είναι δύσκολο να συγκαλυφτούν, επειδή υπάρχει σχετική εμπειρία των αγροτών, επειδή πριν καν αρχίσει η εφαρμογή της ήρθαν τα πρώτα κακά μαντάτα με το βαμβάκι και επειδή θα ενταθούν με τη συμφωνία του ΠΟΕ (πρώην ΓΚΑΤΤ).

Με τις μειώσεις των τιμών και επιδοτήσεων που θα εφαρμοστούν στα πλαίσια της «Ατζέντας 2000», όπως δήλωσε και ο επίτροπος Γεωργίας Φίσλερ, ίσως υλοποιηθεί το πρώτο μέρος του ΠΟΕ για τα αγροτικά προϊόντα, επειδή θα μειώσουν δραστικά τη στήριξη της κοινοτικής γεωργίας. Απόμενε, όμως, το δεύτερο που είναι η μείωση ή η κατάργηση των εξαγωγικών επιδοτήσεων και των δασμών εισαγωγής, δηλαδή η μείωση ή η κατάργηση της προστασίας της κοινοτικής γεωργίας.

Με τις μειώσεις αυτές θα δυσκολευτούν αφάνταστα οι εξαγωγές των αγροτικών προϊόντων και θα διευκολυνθούν οι εισαγωγές από τρίτες χώρες, με αποτέλεσμα να κατακλυστεί η χώρα μας από αγροτικά προϊόντα τρίτων χωρών και τα δικά μας να μένουν απούλητα ή να πωλούνται σε εξευτελιστικές τιμές.

Από τα πράγματα, λοιπόν, οι αγρότες στις εκλογές με την ψήφο τους θα κληθούν να πάρουν θέση σε ένα πραγματικό δίλημμα. Θα επιτρέψουν να εφαρμοστεί η «Ατζέντα 2000» και η συμφωνία του ΠΟΕ ή θα αντισταθούν και θα δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις εφαρμογής μιας φιλοαγροτικής πολιτικής.

Ψήφος στο ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ, αλλά και στα κόμματα που θεωρούν μονόδρομο την ΟΝΕ και την ΕΕ και υιοθετούν κεντροδεξιά ή κεντροαριστερά σενάρια, σημαίνει αποδοχή και συναίνεση στο ξεκλήρισμά τους.

Αντίθετα, ψήφος στο ΚΚΕ σημαίνει ένα σημαντικό βήμα στη συσπείρωση όλων των λαϊκών δυνάμεων όχι μόνο, για να αντισταθούν στις αντιλαϊκές πολιτικές, αλλά και για να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις εφαρμογής μιας φιλολαϊκής - φιλοαγροτικής πολιτικής. Οι κινητοποιήσεις των Ελλήνων αγροτών, οι διαδηλώσεις του Σιάτλ και του Νταβός έδειξαν ότι ο δρόμος της αντίστασης είναι ρεαλιστικός και επιτακτικός.


Του
Γιάννη Σφυρή



Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τη συμπλήρωση 80 χρόνων από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ