Κυριακή 29 Αυγούστου 2010
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΙΣΤΟΡΙΑ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Το σταχανοφικό κίνημα

Ο Αλεξέι Γκριγκόριεβιτς Σταχάνοφ κατά τη διάρκεια εργασίας στο ορυχείο
Ο Αλεξέι Γκριγκόριεβιτς Σταχάνοφ κατά τη διάρκεια εργασίας στο ορυχείο
Η εμφάνιση και οικοδόμηση του σοσιαλισμού στις αρχές του 20ού αιώνα άνοιξε το δρόμο για την οριστική λύση λαϊκών προβλημάτων, όπως της ανεργίας, της δωρεάν ιατρικής περίθαλψης και Παιδείας, της παροχής δωρεάν κοινωνικών υπηρεσιών από το κράτος, της κατοικίας, της πρόσβασης στις πνευματικές και πολιτιστικές αξίες, σε όφελος του συνόλου των προλεταρίων και των άλλων λαϊκών στρωμάτων στη Σοβιετική Ενωση, που στον καπιταλισμό δεν μπορούν να λυθούν πλήρως. Και όλα αυτά χάρη στις ενδογενείς δυνατότητες ανάπτυξης της σοσιαλιστικής οικονομίας. Ορισμένοι συγκριτικοί στατιστικοί δείκτες, αν και δεν αποτυπώνουν πλήρως την πραγματικότητα, αφού το περιεχόμενό τους είναι διαφορετικό στον καπιταλισμό από το σοσιαλισμό, μπορούν να αποτυπώσουν την ανωτερότητα του σοσιαλισμού.

Πριν την Οχτωβριανή Επανάσταση, η Ρωσία κατείχε την πέμπτη θέση στον κόσμο στην παραγωγή βιομηχανικών προϊόντων και την τέταρτη στην Ευρώπη. Λίγο πριν τον πόλεμο κατακτά τη δεύτερη θέση στον κόσμο και την πρώτη στην Ευρώπη. Αν και ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος κατέστρεψε το 30% του εθνικού πλούτου της ΕΣΣΔ, το 1950, το εθνικό εισόδημα έφτασε στα 164% του επιπέδου του 1940, η βιομηχανική παραγωγή στα 172% και η αγροτική στα 99%. Η ΕΣΣΔ, ακόμη και στην εικοσιτετράχρονη, πριν από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, πορεία της, πραγματοποίησε άλματα αιώνων στη βιομηχανική και οικονομική της ανάπτυξη. Αν στα 1913 το εθνικό εισόδημα της Ρωσίας ήταν 1 (μια μονάδα), στα 1940 έγινε 5,1, ενώ στα 1950 έγινε 8,2, στα 1965 έγινε 29 και στα 1975 έγινε 56.

Οι μέσοι ετήσιοι ρυθμοί ανόδου σε ποσοστά, σε βασικούς δείκτες ανάπτυξης της οικονομίας, είναι χαρακτηριστικοί για την περίοδο 1951 - 1975. Ετσι το εθνικό εισόδημα της ΕΣΣΔ αυξανόταν κατά 8,1%, ενώ των ΗΠΑ κατά 3,2%. Η βιομηχανική παραγωγή αυξανόταν στην ΕΣΣΔ κατά 9,6%, ενώ στις ΗΠΑ κατά 3,8%. Αντίστοιχα, η αγροτική παραγωγή στην ΕΣΣΔ αυξανόταν κατά 3,4%, ενώ στις ΗΠΑ είχε αύξηση κατά 1,7%. Ακόμη και στην περίοδο 1981 - 1985, κατά την οποία υπήρχαν εκτιμήσεις από την ίδια την ΕΣΣΔ για προβλήματα και καθυστερήσεις στην οικονομική ανάπτυξη, η μέση ετήσια αύξηση του εθνικού της εισοδήματος ήταν 3,1%, ενώ στις ΗΠΑ ήταν 2,5%. Στην ΕΣΣΔ υπήρξε ισχυρή τάση προσέγγισης του κατά κεφαλήν ΑΕΠ των ΗΠΑ (55% το 1985, ενώ το 1913 ήταν 11,5%).

Η απελευθέρωση της δουλειάς από τα καπιταλιστικά δεσμά

Και μόνο αυτοί οι δείκτες είναι ικανοί να αποδείξουν την ανωτερότητα των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής. Είναι γεγονός ότι αυτές οι ενδογενείς δυνατότητες που οφείλονται στις σοσιαλιστικές σχέσεις παραγωγής, δηλαδή στην αντικατάσταση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής με την κοινωνική, άρα και στην κατάργηση της εκμετάλλευσης, απελευθερώνουν την εργασία από τα καταναγκαστικά δεσμά, δίνοντάς της καινούριο ποιοτικά περιεχόμενο. Τώρα οι εργάτες δουλεύουν για το όφελος της κοινωνίας και μέσα απ' αυτό για το δικό τους συμφέρον. Τώρα στηρίζονται στην ίδια την εργατική τους δύναμη και την παραγωγικότητά της, που γίνεται θεμελιακή πηγή συνεχούς ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, άρα και της ίδιας της εργατικής δύναμης, χωρίς την παρεμβολή των περιόδων κρίσης και καταστροφής. Και βεβαίως ως φαινόμενο αποκτά μαζικό, παγκοινωνικό χαρακτήρα.

Ενα τέτοιο φαινόμενο ήταν το σταχανοφικό κίνημα. Πήρε το όνομά του από έναν πρωτοπόρο εργάτη των ανθρακωρυχείων Ντονμπάς, τον Αλεξέι Γκριγκόριεβιτς Σταχάνοφ. Τη νύχτα από τις 30 στις 31 Αυγούστου 1935, ο Σταχάνοφ κατέρριψε το ρεκόρ εξόρυξης κάρβουνου, βγάζοντας στη βάρδιά του που ήταν 5 ώρες και 45 λεπτά, 102 τόνους, με νόρμα 7 τόνων, που αντιστοιχούσε με 14 νόρμες. Το πώς ο Σταχάνοφ πέτυχε αυτό το ρεκόρ ήταν φαινόμενο για τη συγκεκριμένη εποχή.

Πώς επιτεύχθηκε αυτό το εργατικό κατόρθωμα; Ηταν ζήτημα ανάπτυξης της παραγωγικότητας της εργασίας σε συνθήκες που η ίδια η εργασία είχε απελευθερωθεί από την εκμετάλλευση και το πέτυχε με την τεχνική του κατάρτιση. Ηταν προσωπικό κατόρθωμα του Σταχάνοφ και της πρωτοβουλίας του να κάνει πιο ξεκούραστη και ταυτόχρονα αποδοτική τη δουλειά του προς όφελος της σοβιετικής κοινωνίας.

Ο Αλεξέι Γκριγκόριεβιτς Σταχάνοφ έμεινε στην ιστορία της οικοδόμησης του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ ως ανακαινιστής της βιομηχανίας γαιανθράκων, ενώ τιμήθηκε σαν «Ηρωας της Σοσιαλιστικής Εργασίας». Εγινε μέλος του «Πανενωσιακού Κομμουνιστικού Κόμματος Μπολσεβίκων» (ΚΚΣΕ) το 1936. Πέθανε το 1970, αλλά το σταχανοφικό κίνημα έμεινε στην ιστορία ως ένα φαινόμενο της δράσης των λαϊκών μαζών που αξιοποιούν τις ενδογενείς δυνατότητες του σοσιαλισμού, προκειμένου να τραβήξουν την κοινωνία και την εξέλιξή της προς τα μπρος, προς την κομμουνιστική κοινωνία.

Ο Ι.Β. Στάλιν, σχετικά με τη σημασία του σταχανοφικού κινήματος για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού - κομμουνισμού έλεγε στο λόγο του προς τους σταχανοφικούς: «Ο κομμουνισμός αποτελεί μια ανώτερη βαθμίδα εξέλιξης. Η αρχή του κομμουνισμού είναι ότι στην κομμουνιστική κοινωνία ο καθένας δουλεύει σύμφωνα με τις ικανότητές του και παίρνει αντικείμενα κατανάλωσης, όχι ανάλογα με τη δουλιά που πρόσφερε, αλλά σύμφωνα με τις ανάγκες που έχει σαν εκπολιτιστικά αναπτυγμένος άνθρωπος. Αυτό σημαίνει, ότι το εκπολιτιστικό και τεχνικό επίπεδο της εργατικής τάξης έγινε αρκετά ψηλό για να μπορεί να υποσκάψει τις βάσεις της αντίθεσης ανάμεσα στην πνευματική και τη σωματική δουλιά, ότι η αντίθεση ανάμεσα στην πνευματική και στη σωματική δουλιά έχει πια εκλείψει και η παραγωγικότητα της δουλιάς ανέβηκε σε τέτοια ψηλή βαθμίδα, που μπορεί να εξασφαλίσει απόλυτη αφθονία σε προϊόντα κατανάλωσης, πράγμα που δίνει στην κοινωνία τη δυνατότητα να διανέμει αυτά τα αντικείμενα, σύμφωνα με τις ανάγκες των μελών της(...)

Στην πραγματικότητα, η εξάλειψη της αντίθεσης ανάμεσα στην πνευματική και στη σωματική εργασία μπορεί να επιτευχθεί μόνο πάνω στη βάση της ανόδου του εκπολιτιστικού και τεχνικού επιπέδου της εργατικής τάξης, ως το επίπεδο των μηχανικών και των τεχνικών. Θα ήταν αστείο να νομίζει κανείς, ότι μια τέτοια άνοδος είναι απραγματοποίητη. Είναι πέρα για πέρα πραγματοποιήσιμη μέσα στις συνθήκες του σοβιετικού καθεστώτος, όπου οι παραγωγικές δυνάμεις της χώρας είναι απελευθερωμένες από τα δεσμά του καπιταλισμού, όπου η δουλιά είναι απελευθερωμένη από το ζυγό της εκμετάλλευσης, όπου στην εξουσία βρίσκεται η εργατική τάξη και όπου η νέα γενιά της εργατικής τάξης έχει όλες τις δυνατότητες να εξασφαλιστεί με αρκετή τεχνική μόρφωση. Δεν υπάρχει κανείς λόγος για να αμφιβάλλει κανείς ότι μονάχα μια τέτοια εκπολιτιστική και τεχνική άνοδος της εργατικής τάξης μπορεί να υποσκάψει τις βάσεις της αντίθεσης ανάμεσα στην πνευματική και στη σωματική δουλιά, ότι μονάχα αυτή μπορεί να εξασφαλίσει εκείνην την ψηλή παραγωγικότατα της δουλιάς και κείνη την αφθονία σε προϊόντα κατανάλωσης, που είναι απαραίτητα για να αρχίσει το πέρασμα από το σοσιαλισμό στον κομμουνισμό.(...)

Δεν είναι μήπως ξεκάθαρο ότι οι σταχανοφικοί είναι νεοτεριστές στη βιομηχανία μας, ότι το σταχανοφικό κίνημα αντιπροσωπεύει το μέλλον της βιομηχανίας μας, ότι περιέχει το σπέρμα της μελλοντικής εκπολιτιστικής και τεχνικής ανόδου της εργατικής τάξης, ότι μας ανοίγει το δρόμο που αυτός μονάχα μπορεί να μας επιτρέψει να πραγματοποιήσουμε τους ανώτερους εκείνους δείχτες της παραγωγικότητας της δουλιάς, που είναι απαραίτητοι για το πέρασμα από το σοσιαλισμό στον κομμουνισμό και για την εξάλειψη της αντίθεσης ανάμεσα στην πνευματική και τη σωματική εργασία».


Σ.

Ενα βαθιά επαναστατικό και πρωτοπόρο κίνημα για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού - κομμουνισμού

«Η γνώση δείχνει το δρόμο προς τον κομμουνισμό».Αφίσα του 1920
«Η γνώση δείχνει το δρόμο προς τον κομμουνισμό».Αφίσα του 1920
Το σταχανοφικό κίνημα ήταν ένα μαζικό κίνημα καινοτόμων εργατών της σοσιαλιστικής παραγωγής, που στηριζόμενο στην εφαρμογή της νέας, για την εποχή εκείνη, τεχνικής - αυτή ήταν η καινοτομία - αύξησε πολλαπλάσια την παραγωγικότητα της εργασίας, επομένως και την παραγωγή. Η άνοδος στην παραγωγικότητα της εργασίας που πέτυχε ήταν ακόμα και δέκα φορές περισσότερο απ' ό,τι πιο πριν. Ετσι, αυξήθηκε η παραγωγικότητα της εργασίας στη μεγάλης κλίμακας βιομηχανία κατά την περίοδο του δεύτερου πεντάχρονου σχεδίου (1933 - 1936) και έφτασε το 82%, αντί 63% που προέβλεπε το σχέδιο.

Πρόκειται για ένα βαθιά επαναστατικό κίνημα, διότι γεννήθηκε από «τα κάτω», από τους ίδιους τους εργάτες της σοσιαλιστικής παραγωγής, με μοναδικό κίνητρο την κάλυψη των αναγκών του σοβιετικού λαού, τη βελτίωση της ποιότητας ζωής του. Αντικειμενικά οδηγούσε στο στέριωμα της επαναστατικής εργατικής εξουσίας και συνέβαλε αποφασιστικά στη συντριβή των όποιων υπολειμμάτων του καπιταλισμού. Ανέδειξε τα αποτελέσματα που φέρνει στην παραγωγή η νέα τεχνική, όταν είναι κτήμα όλων των εργατών. Κι αυτό, το να γίνεται η τεχνική κτήμα όλων των εργατών, ήταν ένα πρωταρχικό μέλημα της σοβιετικής εξουσίας και μέσω της εκπαίδευσης. Σε αντίθεση με τον καπιταλισμό που όχι μόνο δεν το φροντίζει, αλλά αντίθετα ορθώνει ταξικούς φραγμούς στη μόρφωση και την κατάκτηση της επιστήμης και της τεχνικής από τα παιδιά του λαού. Ηταν ένα μαζικό κίνημα, που συνέβαλε στη δημιουργία συνθηκών για το πέρασμα από τον σοσιαλισμό στον κομμουνισμό.

Το σταχανοφικό κίνημα πήρε το όνομά του από τον ανθρακωρύχο, Σταχάνοφ Αλεξέι Γκριγκόριεβιτς. Τη νύχτα από τις 30 προς τις 31 Αυγούστου του 1935 κατέρριψε κάθε ρεκόρ βγάζοντας στη βάρδιά του (σε 5 ώρες και 45 λεπτά) 102 τόνους κάρβουνο, με νόρμα 7 τόνων! Αυτή την υψηλότερη παραγωγικότητα της δουλειάς την πέτυχε με την τεχνική του κατάρτιση (το 1935 τέλειωσε στο ανθρακωρυχείο τη σχολή μιναδόρων) και τους νεωτερισμούς που ήταν σε θέση να εφαρμόσει πάνω στη δουλειά του. Στις 19 Σεπτέμβρη 1935 πέτυχε νέο ρεκόρ δίνοντας 227 τόνους κάρβουνο στη βάρδιά του.

Κίνημα «από τα κάτω»

Ο Αλ. Σταχάνωφ (δεξιά) με έναν εργάτη στο ορυχείο
Ο Αλ. Σταχάνωφ (δεξιά) με έναν εργάτη στο ορυχείο
Το κίνημα αυτό άρχισε αυθόρμητα, από μόνο του, κι αυτό είναι το πιο εντυπωσιακό. Μάλιστα, όπως τονίζει ο Στάλιν σε λόγο που έβγαλε στην πρώτη πανενωσιακή σύσκεψη των σταχανοφικών, «αν εξασκήθηκε κάποια επίδραση από την διοίκηση των επιχειρήσεών μας, η επίδραση αυτή δεν βοηθούσε το σταχανοφικό κίνημα, μα ήταν ενάντιά του. Συνεπώς, το σταχανοφικό κίνημα γεννήθηκε κι αναπτύχθηκε σαν κίνημα απ' τα κάτω. Κι ακριβώς γιατί γεννήθηκε από μόνο του, ακριβώς γιατί γεννήθηκε απ' τα κάτω, είναι το πιο ζωτικό και το πιο ακατανίκητο κίνημα της εποχής μας».

Μετά τον Σταχάνοφ, δύο ακόμη εργάτες, ο Μπουσίγκιν και ο Σμετάνιν, ο ένας στον τομέα της παραγωγής μηχανών κι ο άλλος στον τομέα της βιομηχανίας παπουτσιών, εφάρμοσαν αντίστοιχες καινοτόμες τεχνικές, «στέλνοντας την παραγωγή στον ουρανό». Τα δημοσιεύματα των εφημερίδων στάθηκαν αρκετά για να εξαπλωθεί η φλόγα του σταχανοφικού κινήματος σε όλη τη χώρα. Μονάχα ένα κίνημα που είναι απόλυτα ώριμο και που περιμένει μια ώθηση για να ξεσπάσει, μπορούσε να διαδοθεί τόσο γρήγορα.

Ο ίδιος ο Σταχάνωφ, στα μέσα του 1938 έγραφε: «Σε πολλές βιομηχανίες το 1/3 ως το μισό από τους εργάτες που απασχολούν, είναι σταχανωφικοί, άνθρωποι που κατέχουν ένα μεγάλο βαθμό αποδοτικότητας στην εργασία τους, που έχουν πετάξει τις παλιές, αναχρονιστικές πια ιδέες για το τι μπορεί να δώσει η μηχανή».

Προϋπόθεση η απουσία εκμετάλλευσης

Οπως ανέφερε ο Στάλιν μιλώντας στους σταχανοφικούς, «γιατί ο καπιταλισμός τσάκισε και κατανίκησε το φεουδαρχισμό; Επειδή δημιούργησε πιο ψηλές νόρμες παραγωγικότητας της δουλειάς κι έδωσε τη δυνατότητα στην κοινωνία να παίρνει ασύγκριτα περισσότερα προϊόντα, από όσα έπαιρνε στο φεουδαρχικό καθεστώς». Ακριβώς επειδή ο σοσιαλισμός μπορεί να δώσει υψηλότερα δείγματα δουλειάς, πιο υψηλή παραγωγικότητα, θα νικήσει υποχρεωτικά.

Το σταχανοφικό κίνημα αποτέλεσε και αποτελεί μέχρι τις μέρες μας μια τρανή απόδειξη: Τις τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων - και πρωτ' απ' όλα της κύριας παραγωγικής δύναμης, της εργατικής δύναμης - που δίνει ο σοσιαλιστικός τρόπος παραγωγής. Οι παραγωγικές δυνάμεις, άρα και η εργατική δύναμη, στριμώχνονται στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, είναι δέσμιες ενός πράγματος: Της ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής. Ο καπιταλισμός, μπορεί να αναπτύσσει σε ένα βαθμό τις παραγωγικές δυνάμεις, μα - για να υπάρχει κέρδος - έχει και την ανάγκη να τις καταστρέφει (ανεργία, πόλεμοι, έλλειψη δημόσιας, δωρεάν υγείας κ.ά.).

Οι εργάτες στο σοσιαλισμό, όπου τα μέσα παραγωγής είναι κοινωνικοποιημένα, απολαμβάνουν άμεσα, έμμεσα, με χίλιους δυο τρόπους, βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα τα αποτελέσματα της εργασίας τους. «Αυτός είναι ο λόγος που ο σοβιετικός λαός βάνει την καρδιά του και την ψυχή του στην εργασία του, που δίνει κάθε του προσπάθεια, που μεταχειρίζεται τις ικανότητές του στο ανώτατο σημείο: Για να μεγαλώσει την ευτυχία της χώρας του», είναι τα λόγια του Σταχάνωφ.

Στο καπιταλισμό, όπου τα μέσα παραγωγής ανήκουν σε μια χούφτα εκμεταλλευτές, τα αποτελέσματα της δουλιάς τα καρπώνονται οι εκμεταλλευτές. Οι εργάτες, από την μεριά τους, βλέπουν την τεχνολογία, την επιστήμη να εξελίσσεται και τη ζωή τους να χειροτερεύει. Βλέπουν να «χρειάζεται» να δουλεύουν πιο σκληρά, να αμείβονται πιο λίγο, να βρίσκονται συνεχώς «στην κόντρα» για να μη χάσουν κι αυτά τα λίγα που έχουν. Βλέπουν γύρω τους τεράστιο πλούτο, δημιούργημα της δικής τους εργασίας, και οι ίδιοι να μην έχουν καμία πρόσβαση σε αυτόν. Ακούν συνεχώς για μια «ανάπτυξη», την οποία οι ίδιοι ποτέ δεν καρπώνονται. Η ανάπτυξη της παραγωγικότητας της εργασίας δεν είναι δική τους υπόθεση, ακριβώς επειδή η εργασία στον καπιταλισμό δεν είναι μέσο προόδου και ευημερίας της κοινωνίας, αλλά μέσο πλουτισμού των κατόχων των μέσων παραγωγής. Ποιος μπορεί να φανταστεί σε αυτές τις συνθήκες, να γεννιέται αντίστοιχα ένα «σταχανοφικό κίνημα»;

Τεχνική και εκπαίδευση «υπηρέτες» των λαϊκών αναγκών

Σαν μια ακόμη «πηγή του σταχανοφικού κινήματος πρέπει να θεωρούμε την ύπαρξη της νέας τεχνικής στη χώρα μας», σημειώνει στο λόγο του ο Στάλιν. Για να συμπληρώσει αμέσως μετά πως «για να μπορέσει η νέα τεχνική να δώσει τα αποτελέσματά της, πρέπει να έχει και ανθρώπους, στελέχη από εργάτες και εργάτριες που να είναι ικανά να μπουν επικεφαλής της τεχνικής και να την κινήσουν μπροστά».

Και στο σοσιαλισμό και στον καπιταλισμό, η εκπαίδευση και η τεχνολογία είναι συνδεδεμένες με την παραγωγή. Η διαφορά έγκειται στο εξής: Ο σοσιαλιστικός τρόπος παραγωγής προϋποθέτει και συνεπάγεται ότι η τεχνολογία και η επιστήμη είναι στην υπηρεσία της κοινωνίας. Η μόρφωση και η τεχνική εκπαίδευση των εργαζομένων είναι «προίκα» όλης της κοινωνίας. Ο Σταχάνωφ εξηγεί: «Ο Σοβιετικός λαός έμαθε να προωθεί την τεχνική της παραγωγής, έτσι που να βγάζει δυο, τρεις και δέκα φορές περισσότερα με τη μηχανή του, απ' ό,τι πριν. Πολλοί σταχανωφικοί μπορούν δίκαια να ονομαστούν δάσκαλοι στην τεχνική τους - τόσο καλά ξέρουν τη δουλειά τους, τόσο τέλεια έχουν μυηθεί σε όλα τα μυστικά της εργασιακής αποτελεσματικότητας».

Και αλλού υπογραμμίζει: «Η σταχανωφική εργασία δε ζητάει μεγάλη σωματική προσπάθεια. Θέλει μόνο ομαδική αντίληψη της κάθε δουλειάς και επιμελημένη σπουδή της κάθε μηχανής και της τεχνικής της. Το σταχανωφικό σύστημα είναι ένας συνδυασμός σωματικής και διανοητικής εργασίας. Δίνει διέξοδο στις δημιουργικές ιδέες του ανθρώπου».

Στον καπιταλισμό, η εκπαίδευση και η τεχνολογία υποτάσσονται στο κέρδος των κατόχων των μέσων παραγωγής. Και κέρδος φέρνει μόνο η εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης. Γι' αυτό, στον καπιταλισμό οι εργαζόμενοι παίρνουν μόνο τόση γνώση και τόση κατάρτιση, όσο είναι απαραίτητη για την κερδοφορία των κεφαλαιοκρατών. Γι' αυτό τους παρέχεται ρηχή, ληξιπρόθεσμη κατάρτιση, χωρίς γενικές γνώσεις, χωρίς ουσιαστικές τεχνικές γνώσεις. Για να είναι περιορισμένα έως και ανύπαρκτα τα επαγγελματικά τους δικαιώματα, για να αγγίζουν πάτο οι μισθοί, να νιώθουν ότι οι ίδιοι - ημιμορφωμένοι, ημικαταρτισμένοι - ευθύνονται που δεν έχουν σταθερή δουλειά.


Ελένη ΜΑΪΛΗ

EKTIMHΣEIΣ ΓIA THN OIKONOMIA ΣTHN ΠOPEIA THΣ ΣOΣIAΛIΣTIKHΣ OIKOΔOMHΣHΣ ΣTHN EΣΣΔ

Αποσπάσματα από την απόφαση του 18ου Συνεδρίου του ΚΚΕ: Eκτιμήσεις και συμπεράσματα από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στον 20ό αιώνα με επίκεντρο την ΕΣΣΔ. Η αντίληψη του ΚΚΕ για το σοσιαλισμό

Mε την εσωκομματική διαπάλη στις αρχές της δεκαετίας του 1950 εκφράστηκε, σε ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο, η κοινωνική αντίσταση (κολχόζνικοι αγρότες, διευθυντικά στελέχη στην αγροτική παραγωγή και στη βιομηχανία) στην ανάγκη επέκτασης και εμβάθυνσης των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής
Mε την εσωκομματική διαπάλη στις αρχές της δεκαετίας του 1950 εκφράστηκε, σε ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο, η κοινωνική αντίσταση (κολχόζνικοι αγρότες, διευθυντικά στελέχη στην αγροτική παραγωγή και στη βιομηχανία) στην ανάγκη επέκτασης και εμβάθυνσης των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής
13. H πρώτη περίοδος της σοσιαλιστικής οικοδόμησης μέχρι το B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είχε ως βασικό, πρωταρχικό πρόβλημα την εξάλειψη της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, τη σχεδιασμένη αντιμετώπιση κοινωνικών και οικονομικών προβλημάτων που κληροδότησε ο καπιταλισμός και όξυνε η ιμπεριαλιστική περικύκλωση και επέμβαση. Εκείνη τη χρονική περίοδο η σοβιετική εξουσία θεαματικά μείωσε τη βαθιά ανισομετρία που κληρονόμησε η επανάσταση από την τσαρική αυτοκρατορία.

Στην περίοδο 1917 - 1940 η σοβιετική εξουσία γενικά σημείωσε επιτυχίες. Πραγματοποίησε τον εξηλεκτρισμό και την εκβιομηχάνιση της παραγωγής, την επέκταση των μεταφορών, την εκμηχάνιση μεγάλου μέρους της αγροτικής παραγωγής. Ξεκίνησε τη σχεδιοποιημένη παραγωγή και πέτυχε θεαματικούς ρυθμούς ανάπτυξης της σοσιαλιστικής βιομηχανικής παραγωγής. Kατέκτησε εγχώρια παραγωγική δυνατότητα για όλους τους βιομηχανικούς κλάδους. Δημιουργήθηκαν οι παραγωγικοί συνεταιρισμοί (κολχόζ) και κρατικά αγροκτήματα (σοβχόζ) κι έτσι μπήκαν οι βάσεις για την επέκταση και την κυριαρχία των σοσιαλιστικών σχέσεων στην αγροτική παραγωγή. Πραγματοποίησε την «πολιτιστική επανάσταση». Aρχισε η διαμόρφωση μιας νέας γενιάς κομμουνιστών ειδικών και επιστημόνων. Tο σημαντικότερο είναι ότι πραγματοποιήθηκε η ολοκληρωτική κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, με την κατάργηση της μίσθωσης ξένης εργατικής δύναμης, δηλαδή διαμορφώθηκαν οι βάσεις για το νέο κοινωνικο-οικονομικό σχηματισμό.

Μπριγάδα του Σταχανοφικού κινήματος
Μπριγάδα του Σταχανοφικού κινήματος
14. H εφαρμογή ορισμένων «μεταβατικών μέτρων», στην προοπτική της πλήρους κατάργησης των καπιταλιστικών σχέσεων, ήταν αναπόφευκτη σε μια χώρα όπως η Ρωσία του 1917 - 1921.

Oι παράγοντες που υποχρέωσαν το KK μπολσεβίκων να εφαρμόσει μια προσωρινή πολιτική διατήρησης, σε ορισμένη έκταση, των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής ήταν: H ταξική σύνθεση όπου πλειοψηφούσε το μικροαστικό αγροτικό στοιχείο, η έλλειψη μηχανισμού κατανομής, εφοδιασμού και ελέγχου, η εκτεταμένη καθυστερημένη μικρή παραγωγή και κυρίως η δραματική επιδείνωση των συνθηκών διατροφής και διαβίωσης, λόγω των καταστροφών από τον εμφύλιο πόλεμο και την ιμπεριαλιστική επέμβαση. Oλα αυτά δυσκόλευαν τη διαμόρφωση Κεντρικού Σχεδιασμού με μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.

H Nέα Oικονομική Πολιτική (NEΠ), που εφαρμόστηκε μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου, συνιστούσε μια πολιτική προσωρινών εκχωρήσεων προς τον καπιταλισμό. Eίχε ως βασικό στόχο να ανορθώσει τη βιομηχανία από τις καταστροφές του πολέμου και σε αυτήν τη βάση να διαμορφώσει σχέσεις με την αγροτική παραγωγή «προσέλκυσης» των αγροτών στο συνεταιρισμό. Eνας αριθμός επιχειρήσεων παραχωρήθηκαν για χρήση σε καπιταλιστές (χωρίς να έχουν ιδιοκτησιακό δικαίωμα επί των επιχειρήσεων), αναπτύχθηκε το εμπόριο, ρυθμίστηκε η ανταλλαγή ανάμεσα στην αγροτική παραγωγή και την κοινωνικοποιημένη βιομηχανία με βάση το «φόρο σε είδος». Δόθηκε η δυνατότητα στους αγρότες να διαθέτουν στην αγορά το υπόλοιπο μέρος της παραγωγής τους.

H πραγματοποίηση ελιγμών και προσωρινών υποχωρήσεων απέναντι στις καπιταλιστικές σχέσεις, που επιβάλλονται σε ορισμένες περιπτώσεις υπό ειδικές συνθήκες, δεν αποτελούν νομοτελειακό χαρακτηριστικό της διαδικασίας της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Eίναι λαθροχειρία η αξιοποίηση της NEΠ από την ηγεσία του KKΣE με την περεστρόικα στη δεκαετία του 1980, για τη δικαιολόγηση της στροφής προς την ατομική ιδιοκτησία και τις καπιταλιστικές σχέσεις.

15. H νέα φάση ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων στα τέλη της δεκαετίας του 1920 επέτρεψε την αντικατάσταση της NEΠ από την πολιτική της «επίθεσης του σοσιαλισμού ενάντια στον καπιταλισμό» με στόχο την πλήρη κατάργηση των καπιταλιστικών σχέσεων. Aρθηκαν οι εκχωρήσεις προς τους καπιταλιστές και αναπτύχθηκε η πολιτική της κολεκτιβοποίησης, δηλαδή της ολοκληρωτικής συνεταιριστικής οργάνωσης της αγροτικής οικονομίας και κυρίως στην αναπτυγμένη μορφή της, στα κολχόζ. Ταυτόχρονα, αναπτύχθηκαν (αν και περιορισμένα) και τα σοβχόζ, οι κρατικοί - σοσιαλιστικοί οργανισμοί στην αγροτική παραγωγή που στηρίζονταν στην εκμηχάνιση της παραγωγής, ενώ το σύνολο του προϊόντος τους ήταν κοινωνική ιδιοκτησία.

Το πρώτο πεντάχρονο πλάνο ξεκίνησε το 1928, μετά από 7 χρόνια νίκης της Επανάστασης (ο εμφύλιος έληξε το 1921). Η σοβιετική εξουσία δυσκολεύτηκε να διαμορφώσει ένα κεντρικό σχέδιο της σοσιαλιστικής οικονομίας από την αρχή, κυρίως λόγω της ύπαρξης ακόμα καπιταλιστικών σχέσεων (NEΠ) και εξαιρετικά πολυάριθμων ατομικών εμπορευματοπαραγωγών, βασικά αγροτών. Aδυναμίες, όμως, είχε και ο υποκειμενικός παράγοντας, το Kόμμα, που δεν είχε στελέχη εξειδικευμένα για να καθοδηγήσουν την οργάνωση της παραγωγής και έτσι υποχρεώθηκε για ένα χρονικό διάστημα να στηριχτεί σχεδόν αποκλειστικά σε αστούς ειδικούς.

Οι συγκεκριμένες συνθήκες (ιμπεριαλιστική περικύκλωση, απειλή πολέμου σε συνδυασμό με τη μεγάλη καθυστέρηση) επέβαλαν ταχύτατους ρυθμούς στην προώθηση της κολεκτιβοποίησης, που όξυναν την ταξική πάλη, ιδιαίτερα στο χωριό. Bεβαίως υπήρξαν λάθη και ορισμένες γραφειοκρατικές υπερβολές στην ανάπτυξη του κινήματος κολεκτιβοποίησης της αγροτικής παραγωγής, που επισημάνθηκαν άλλωστε και από κομματικές αποφάσεις εκείνης της περιόδου. Ωστόσο, ο προσανατολισμός της σοβιετικής εξουσίας για ενίσχυση και γενίκευση αυτού του κινήματος ήταν στη σωστή κατεύθυνση. Στόχευε στη διαμόρφωση μιας μεταβατικής μορφής ιδιοκτησίας (συνεταιρισμός), που θα συνέβαλλε στη μετατροπή της μικρής ατομικής εμπορευματικής παραγωγής σε άμεσα κοινωνική παραγωγή.

16. H πολιτική «επίθεσης του σοσιαλισμού ενάντια στον καπιταλισμό» πραγματοποιήθηκε σε συνθήκες έντονης ταξικής πάλης. Oι κουλάκοι (αστική τάξη του χωριού), στρώματα που επωφελήθηκαν από τη NEΠ (NEΠμεν), τμήματα της διανόησης που προέρχονταν από τους παλιούς εκμεταλλευτές, αντέδρασαν με όλες τις μορφές και με ενέργειες σαμποτάζ της βιομηχανίας (π.χ. «υπόθεση Σάχτινσκ») και αντεπαναστατικής δράσης στα χωριά. Τα ταξικά αντισοσιαλιστικά συμφέροντα είχαν την αντανάκλασή τους μέσα στο KK, όπου και διαμορφώθηκαν οπορτουνιστικά ρεύματα.

Oι δύο βασικές «αντιπολιτευόμενες» τάσεις (Tρότσκι - Mπουχάριν), που έδρασαν εκείνη την περίοδο, είχαν ως κοινή βάση την απολυτοποίηση των στοιχείων καθυστέρησης της σοβιετικής κοινωνίας. Στη δεκαετία του 1930 συγκλίνανε στη θέση ότι ήταν ανώριμο το ξεπέρασμα των καπιταλιστικών σχέσεων στην EΣΣΔ. Οι θέσεις τους απορρίφθηκαν από το ΠKK (μπ.) και δεν επιβεβαιώθηκαν από την πραγματικότητα.

Στην πορεία, αρκετές οπορτουνιστικές δυνάμεις συνδέθηκαν με ανοιχτά αντεπαναστατικές δυνάμεις, που οργάνωσαν σχέδια ανατροπής της σοβιετικής εξουσίας σε συνεργασία με μυστικές υπηρεσίες του ιμπεριαλισμού (...)

17. Μετά το B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οξύνθηκε η συζήτηση για τις νομοτέλειες της σοσιαλιστικής οικονομίας, συζήτηση που είχε υποχωρήσει λόγω του πολέμου. Για την ερμηνεία συγκεκριμένων προβλημάτων αναπτύχθηκε διαπάλη, ανάμεσα σε δύο βασικά ρεύματα στη θεωρία και την πολιτική, που αγκάλιασε κομματικά στελέχη και οικονομολόγους, τους «αγοραίους» και τους «αντι-αγοραίους».

O I. B. Στάλιν, ως ΓΓ της KE του Κόμματος, ηγήθηκε της οργανωμένης εσωκομματικής συζήτησης και στήριξε την αντι-αγοραία κατεύθυνση. Συνέβαλε στη διαμόρφωση ανάλογων πολιτικών κατευθύνσεων, όπως, π.χ. της συνένωσης των κολχόζ, της διάλυσης «βοηθητικών επιχειρήσεων» (παραγωγής οικοδομικών υλικών) στα κολχόζ. Aντέκρουσε το ρεύμα που διεκδικούσε ενίσχυση των εμπορευματοχρηματικών σχέσεων απορρίπτοντας προτάσεις όπως να παραδοθούν μέσα μηχανοποιημένης παραγωγής στα κολχόζ, κ.ά. Aναγνώριζε ότι η σοσιαλιστική παραγωγή δεν είναι εμπορευματική και, επομένως, ο νόμος της αξίας δεν εναρμονιζόταν με τους θεμελιακούς νόμους της. Aναδείκνυε το ρόλο του Kεντρικού Σχεδιασμού στη σοσιαλιστική οικονομία. Yποστήριζε ότι τα μέσα παραγωγής δεν είναι εμπορεύματα, παρότι εμφανίζονται ως εμπορεύματα «στη μορφή και όχι στο περιεχόμενο», ενώ εμπορεύματα γίνονται μόνο στο εξωτερικό εμπόριο. Aναγνώριζε επίσης ότι η λειτουργία του νόμου της αξίας (οι εμπορευματοχρηματικές σχέσεις) στην EΣΣΔ είχε τη ρίζα της στη συνεταιριστική και ατομική αγροτική παραγωγή, ότι ο νόμος της αξίας δε ρυθμίζει τη σοσιαλιστική παραγωγή και συνολικά την κατανομή της.

Aσκησε πολεμική στους «αγοραίους» οικονομολόγους και πολιτικούς παράγοντες, που υποστήριζαν ότι ο νόμος της αξίας είναι γενικά και νόμος της σοσιαλιστικής οικονομίας. Eπίσης, έκανε σωστά κριτική στους οικονομολόγους που υποστήριζαν την πλήρη κατάργηση της κατανομής με χρηματική μορφή, χωρίς να υπολογίζουν τους αντικειμενικούς περιορισμούς που έθετε ακόμα η παραγωγική βάση της κοινωνίας.

Aδυναμία της προσέγγισης ήταν ότι υποστήριζε πως τα καταναλωτικά προϊόντα παράγονται και κατανέμονται ως εμπορεύματα. H θέση αυτή ήταν σωστή μόνον όσον αφορούσε τα προϊόντα της σοσιαλιστικής παραγωγής που προορίζονταν για το εξωτερικό εμπόριο, καθώς και την ανταλλαγή μεταξύ προϊόντων της σοσιαλιστικής βιομηχανίας και της κολχόζνικης και ατομικής παραγωγής. Δεν ήταν σωστή όσον αφορούσε τα άλλα καταναλωτικά προϊόντα της σοσιαλιστικής παραγωγής, που, αν και δεν κατανέμονται δωρεάν, δεν είναι εμπορεύματα.

Σωστά εκτιμούσε ότι στην EΣΣΔ η συνεταιριστική ιδιοκτησία (κολχόζ) και η κυκλοφορία προϊόντων ατομικής κατανάλωσης με τη μορφή εμπορευμάτων είχαν αρχίσει να γίνονται τροχοπέδη στην ισχυρή ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, γιατί παρεμπόδιζαν την πλήρη ανάπτυξη του Κεντρικού Σχεδιασμού σε όλη την έκταση της παραγωγής - κατανομής. Eδινε τις διαφορές μεταξύ των δύο συνεργαζόμενων τάξεων, της εργατικής και της κολχόζνικης αγροτικής, αλλά και την αναγκαιότητα εξάλειψής τους με τη σχεδιασμένη εξάλειψη της εμπορευματικότητας στην αγροτική παραγωγή και τη μετατροπή των κολχόζ σε κοινωνική ιδιοκτησία. H σοβιετική ηγεσία, στις αρχές της δεκαετίας του 1950, εκτιμούσε, σωστά, ότι τα προβλήματα στο πεδίο της οικονομίας ήταν εκδήλωση της όξυνσης της αντίθεσης ανάμεσα στις παραγωγικές δυνάμεις που αναπτύσσονταν και τις σχέσεις παραγωγής που καθυστερούσαν. H ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων είχε φτάσει σ' ένα νέο επίπεδο μετά και τη μεταπολεμική ανόρθωση της οικονομίας. Mια νέα δυναμική ώθηση στην περαιτέρω ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων απαιτούσε εμβάθυνση και επέκταση των σοσιαλιστικών (ανώριμων κομμουνιστικών) σχέσεων. H καθυστέρηση των δεύτερων αφορούσε: Tον Κεντρικό Σχεδιασμό, την εμβάθυνση του κομμουνιστικού χαρακτήρα των σχέσεων κατανομής, την πιο ενεργητική και συνειδητή εργατική συμμετοχή στην οργάνωση της εργασίας και τον έλεγχο της διεύθυνσής της από τα κάτω προς τα πάνω, την εξάλειψη κάθε μορφής ατομικής εμπορευματικής παραγωγής, την υπαγωγή των πιο αναπτυγμένων συνεταιρισμών στην άμεση κοινωνική παραγωγή.

Eίχε ωριμάσει η ανάγκη, συνειδητά, καλά σχεδιασμένα, δηλαδή θεωρητικά και πολιτικά προετοιμασμένα, να επεκταθούν και να κυριαρχήσουν οι κομμουνιστικές σχέσεις σ' εκείνα τα πεδία της κοινωνικής παραγωγής όπου στο προηγούμενο διάστημα δεν ήταν ακόμη δυνατή η επικράτησή τους (από την άποψη της υλικής τους ωριμότητας, της παραγωγικότητας της εργασίας).

H ωριμότητα επέκτασης των κομμουνιστικών σχέσεων στην αγροτική παραγωγή αφορά σε μεγάλο βαθμό τις δυνατότητες της βιομηχανίας να διοχετεύει ανάλογες μηχανές, τη δυνατότητα του Κεντρικού Σχεδιασμού να πραγματοποιεί έργα βελτίωσης της αγροτικής παραγωγικότητας, προστασίας από καιρικές καταστροφές κ.ά. Παρά το γεγονός ότι στις αρχές της δεκαετίας του 1950 στην EΣΣΔ υπήρχε ακόμα ανισομετρία, είχαν διαμορφωθεί σημαντικές προϋποθέσεις μηχανοποίησης και υποδομών που έδιναν τη δυνατότητα για να προχωρήσει αυτή η κατεύθυνση. Στην Eκθεση Δράσης της KE του KK (μπ.) στο 19ο Συνέδριο αναφέρονται μια σειρά στοιχεία που αποδεικνύουν το παραπάνω συμπέρασμα. H ύπαρξη 8.939 μηχανοτρακτερικών σταθμών, η αύξηση της δύναμης των τρακτέρ κατά 59% σε σχέση με το προπολεμικό επίπεδο, η πραγματοποίηση αρδευτικών και εγγειοβελτιωτικών έργων κατά τη διάρκεια της μεταπολεμικής ανασυγκρότησης, το προχώρημα της συνένωσης των κολχόζ σε μεγαλύτερα μέσα στο δίχρονο 1950 - 1952 (97.000 κολχόζ το 1952 από 254.000 το 1950) κλπ.

Oμως, παρέμεναν ακόμη μικρά κολχόζτα οποία έπρεπε να συνενωθούν σε μεγαλύτερα στην κατεύθυνση της κοινωνικοποίησης της αγροτικής παραγωγής, όπως υποστήριζε η ηγεσία του KK μπολσεβίκων. Tέθηκε ως στόχος ο αποκλεισμός του περισσεύματος της κολχόζνικης παραγωγής από την εμπορευματική κυκλοφορία και το πέρασμά της στο σύστημα ανταλλαγής ανάμεσα στην κρατική βιομηχανία και τα κολχόζ. Eπίσης, άνοιξε η συζήτηση για την προοπτική διαμόρφωσης ενός ενιαίου οικονομικού οργάνου, που θα συνέβαλλε στην κατεύθυνση ενός «καθολικού παραγωγικού τομέα» που θα είχε την ευθύνη διάθεσης ολόκληρης της παραγωγής καταναλωτικών προϊόντων.

Kαθαρό ήταν το μέτωπο της κομματικής και κρατικής ηγεσίας στο ζήτημα της διαπάλης σχετικά με τις αναλογίες μεταξύ της Yποδιαίρεσης I της κοινωνικής παραγωγής (παραγωγή μέσων παραγωγής) και της Yποδιαίρεσης II (παραγωγή προϊόντων κατανάλωσης). Σωστά υποστήριζε το αναγκαίο προβάδισμα της Yποδιαίρεσης I στη σχεδιασμένη αναλογική κατανομή της εργασίας και της παραγωγής ανάμεσα στους διάφορους κλάδους της σοσιαλιστικής βιομηχανίας. Aπό αυτήν την κατηγορία της παραγωγής (Yποδιαίρεση I), εξαρτάται η διευρυμένη αναπαραγωγή, η σοσιαλιστική συσσώρευση (κοινωνικός πλούτος), απαραίτητη για τη μελλοντική διεύρυνση της κοινωνικής ευημερίας.

Oι σωστές θέσεις και κατευθύνσεις του Στάλιν και των «αντι-αγοραίων» οικονομολόγων και στελεχών του KK δεν μπόρεσαν να οδηγήσουν στη διαμόρφωση μιας ολοκληρωμένης θεωρητικής επεξεργασίας και αντίστοιχης πολιτικής γραμμής, ικανής να αντιμετωπίσει τις αγοραίες θεωρητικές θέσεις και πολιτικές επιλογές που ενισχύονταν. Σε αυτό συνέβαλαν οι ισχυρές κοινωνικές πιέσεις, αλλά και οι αντινομίες, ανεπάρκειες, ταλαντεύσεις που υπήρχαν στο αντι-αγοραίο ρεύμα.

18. Mε την εσωκομματική διαπάλη στις αρχές της δεκαετίας του 1950 εκφράστηκε, σε ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο, η κοινωνική αντίσταση (κολχόζνικοι αγρότες, διευθυντικά στελέχη στην αγροτική παραγωγή και στη βιομηχανία) στην ανάγκη επέκτασης και εμβάθυνσης των σοσιαλιστικών σχέσεων παραγωγής. H οξυμένη διαπάλη, που κατέληξε με τη θεωρητική αποδοχή του νόμου της αξίας ως νόμου του σοσιαλισμού, σήμαινε πολιτικές επιλογές με πιο άμεσες και ισχυρότερες επιπτώσεις στην πορεία της σοσιαλιστικής ανάπτυξης, συγκριτικά με το προπολεμικό διάστημα, όπου η υλική καθυστέρηση έκανε την επίδραση αυτών των θεωρητικών θέσεων πιο ανώδυνη.

Oι δυνάμεις αυτές εκφράστηκαν πολιτικά μέσα από τις θέσεις που υιοθετήθηκαν στις αποφάσεις του 20ού Συνεδρίου του KKΣE, που τελικά αποτέλεσε συνέδριο κυριαρχίας της δεξιάς οπορτουνιστικής παρέκκλισης. Σταδιακά υιοθετήθηκαν πολιτικές επιλογές που διεύρυναν τις εμπορευματοχρηματικές (δυνάμει καπιταλιστικές) σχέσεις, στο όνομα της διόρθωσης των αδυναμιών του Κεντρικού Σχεδιασμού και της διεύθυνσης των σοσιαλιστικών παραγωγικών μονάδων.

Για τα προβλήματα που ανέκυπταν στην οικονομία, χρησιμοποιήθηκαν ως λύσεις τρόποι και μέσα που ανήκαν στο παρελθόν. Mε την προώθηση της «αγοραίας» πολιτικής, αντί να ενισχύονται η κοινωνική ιδιοκτησία και ο Κεντρικός Σχεδιασμός, η ομογενοποίηση της εργατικής τάξης (με διεύρυνση της ικανότητας και δυνατότητας για πολυειδίκευση, για εναλλαγές στον τεχνικό καταμερισμό εργασίας), η εργατική συμμετοχή στην οργάνωση της εργασίας, ο εργατικός έλεγχος από κάτω προς τα πάνω, άρχισε να δυναμώνει η αντίστροφη τάση. Σε αυτό το υπόβαθρο σταδιακά υποχώρησε το επίπεδο της κοινωνικής συνείδησης. Xάθηκε η προηγούμενη εμπειρία και αποτελεσματικότητα που είχε το εργοστασιακό σοβιέτ, το Σταχανοφικό κίνημα στον έλεγχο της ποιότητας, στην αποτελεσματικότερη οργάνωση και διεύθυνση, στις ευρεσιτεχνίες για εξοικονόμηση υλών και χρόνου εργασίας κ.λπ.(...)

19. H πολιτική αποδυνάμωσης του Κεντρικού Σχεδιασμού και της κοινωνικής ιδιοκτησίας κλιμακώθηκε μετά το 20ό Συνέδριο. Tο 1957 καταργήθηκαν τα κλαδικά υπουργεία που διεύθυναν τη βιομηχανική παραγωγή σε όλη την EΣΣΔ και κατά Δημοκρατία και διαμορφώθηκαν τα Oργανα Περιφερειακής Διοίκησης «Σοβναρχόζ». Eτσι αδυνάτισε η κεντρική διεύθυνση του σχεδιασμού.Aντί να σχεδιαστεί η μετατροπή των κολχόζ σε σοβχόζ, και κυρίως να αρχίσει το σχεδιασμένο πέρασμα όλης της κολχόζνικης παραγωγής στον κρατικό έλεγχο, το 1958 τα τρακτέρ και άλλα μηχανήματα πέρασαν στην ιδιοκτησία των κολχόζ,θέση που είχε απορριφθεί παλιότερα. Aυτές οι αλλαγές όχι μόνο δεν έλυσαν τα προβλήματα, αλλά αντίθετα έφεραν στην επιφάνεια ή δημιούργησαν νέα προβλήματα, όπως την έλλειψη ζωοτροφών, την υποχώρηση της τεχνολογικής ανανέωσης των κολχόζ.

Στα μέσα της δεκαετίας του 1960 ως αιτίες των προβλημάτων προσδιορίστηκαν τα λάθη υποκειμενικού χαρακτήρα της καθοδήγησης του αγροτικού τομέα της οικονομίας. Στις μεταρρυθμίσεις περιλήφθηκαν: H μείωση της ποσότητας παράδοσης προϊόντων από τα κολχόζ στο κράτος,η δυνατότητα πώλησης της περίσσιας ποσότητας σε υψηλότερες τιμές, η κατάργηση των περιορισμών στις συναλλαγές των ατομικών αγροτικών νοικοκυριών και του φόρου για ατομική κατοχή ζώων. Διαγράφηκαν χρέη κολχόζ από δάνεια της Kρατικής Tράπεζας, παρατάθηκαν οι προθεσμίες εξόφλησης οφειλών από χρηματικές προκαταβολές, επιτράπηκε η πώληση ζωοτροφών απευθείας σε ιδιοκτήτες ζώων. Eτσι διατηρήθηκε και ενισχύθηκε το μέρος της αγροτικής παραγωγής, που, προερχόμενο από τα ατομικά αγροτικά νοικοκυριά και τα κολχόζ, πουλιόταν ελεύθερα στην αγορά,αλλά βάθυνε η υστέρηση της κτηνοτροφικής παραγωγής, μεγάλωσε η διαφοροποίηση στην κάλυψη των αναγκών σε αγροτικά προϊόντα μεταξύ των περιφερειών και των Δημοκρατιών της EΣΣΔ.

Aνάλογη πολιτική ενίσχυσης του εμπορευματικού σε βάρος του άμεσα κοινωνικού χαρακτήρα, γνωστή ως «μεταρρύθμιση Kοσίγκιν», ακολουθήθηκε και στη βιομηχανία («σύστημα ιδιοσυντήρησης των επιχειρήσεων» με ουσιαστικό και όχι τυπικό χαρακτήρα). Iσχυρίστηκαν ότι έτσι θα αντιμετωπιζόταν η μείωση των ρυθμών αύξησης της ετήσιας παραγωγικότητας της εργασίας και της ετήσιας παραγωγής στη βιομηχανία, που σημειώθηκε κατά τα πρώτα έτη της δεκαετίας του 1960, ως αποτέλεσμα των μέτρων υπονόμευσης του Κεντρικού Σχεδιασμού στην καθοδήγηση των κλάδων της βιομηχανίας (Σοβναρχόζ - 1957).

Tο πρώτο κύμα των μεταρρυθμίσεων προωθήθηκε στο χρονικό διάστημα μεταξύ 23ου (1966) και 24ου (1971) Συνεδρίου. Σύμφωνα με το Nέο Σύστημα, οι πρόσθετες αμοιβές των διευθυντών (πριμ) θα υπολογίζονταν όχι με βάση την υπερκάλυψη του πλάνου σε όγκο παραγωγής, αλλά με βάση την υπερκάλυψη του πλάνου των πωλήσεων και θα ήταν συνάρτηση του ποσοστού του κέρδους της επιχείρησης. Eνα μέρος από τις πρόσθετες αμοιβές των εργατών θα προερχόταν επίσης από το κέρδος, όπως και η διεύρυνση της ικανοποίησης αναγκών στέγασης κ.ά. Eτσι, το κέρδος υιοθετήθηκε ως κίνητρο για την παραγωγή. Bάθυνε η διαφοροποίηση στο εργασιακό εισόδημα. Δόθηκε η δυνατότητα οριζόντιων εμπορευματοχρηματικών συναλλαγών μεταξύ των επιχειρήσεων, άμεσων συμφωνιών με «καταναλωτικές μονάδες και εμπορικές οργανώσεις», καθορισμού τιμών, διαμόρφωσης κέρδους στη βάση αυτών των συναλλαγών κλπ. Tο Kεντρικό Σχέδιο θα καθόριζε το συνολικό ύψος της παραγωγής και τις επενδύσεις μόνο για νέες επιχειρήσεις. O εκσυγχρονισμός των παλιών έπρεπε να γίνεται με επενδύσεις από τα κέρδη των επιχειρήσεων (...).

Oι αγοραίες μεταρρυθμίσεις που επιλέχθηκαν δεν ήταν μονόδρομος (...).

Mε τις αγοραίες μεταρρυθμίσεις, με την απόσπαση της σοσιαλιστικής παραγωγικής μονάδας από τον Κεντρικό Σχεδιασμό, αποδυναμώθηκε ο σοσιαλιστικός χαρακτήρας της ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής. Παραβιάστηκε η κατανομή «ανάλογα με την εργασία» (...).

Στη δεκαετία του 1980, σε πολιτικό επίπεδο, νέα οπορτουνιστική επιλογή αποτέλεσαν οι αποφάσεις του 27ου Συνεδρίου (1986). Στη συνέχεια, αναπτύχθηκε η αντεπανάσταση και με την ψήφιση του νόμου (1987) που κατοχύρωνε και θεσμικά τις καπιταλιστικές σχέσεις, κάτω από την αποδοχή της πολυμορφίας των σχέσεων ιδιοκτησίας.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, εγκαταλείφθηκε ταχύτατα η σοσιαλδημοκρατική προσέγγιση περί «οικονομίας της σχεδιοποιημένης αγοράς» (πλατφόρμα της KE του KKΣE για το 28ο Συνέδριο) υπέρ της θέσης για «οικονομία της ρυθμιζόμενης αγοράς» και στη συνέχεια αντικαταστάθηκε από την «οικονομία της ελεύθερης αγοράς».



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ