Σάββατο 19 Απρίλη 2014 - Κυριακή 20 Απρίλη 2014
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΠΑΙΔΕΙΑ
Ενα δείγμα των αντιδραστικών κατευθύνσεων που δίνουν τα Συμβούλια Διοίκησης των ΑΕΙ

Οι προτάσεις του Συμβουλίου του Γεωπονικού Πανεπιστημίου για τη στρατηγική ανάπτυξη του ιδρύματος

Τα δείγματα γραφής που έχουν δώσει μέχρι τώρα τα Συμβούλια Διοίκησης των Πανεπιστημίων και ΤΕΙ, που προέκυψαν από το νόμο - πλαίσιο παρά τις αντιδράσεις φοιτητών και πανεπιστημιακών, έχουν επιβεβαιώσει τον αντιδραστικό τους χαρακτήρα. Εως τώρα έχουμε δει Συμβούλια να τοποθετούνται ευθέως εναντίον απεργιών και συλλογικών διεκδικήσεων των εργαζομένων, να παρεμβαίνουν σε εκλογικές διαδικασίες ζητώντας «πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων», να πιέζουν για την επίσπευση εφαρμογής του αντιδραστικού νόμου - πλαισίου στα ιδρύματα.

Τώρα, έχουμε ένα Συμβούλιο, αυτό του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΓΠΑ), να παρουσιάζει το όραμά του για τη στρατηγική ανάπτυξη του ιδρύματος, μέσα από το οποίο φαίνεται ανάγλυφα η ρότα στην οποία τα Συμβούλια θέλουν να σπρώξουν τα ιδρύματά τους.

Το Συμβούλιο Διοίκησης του Γεωπονικού Πανεπιστημίου έδωσε για διαβούλευση στην πανεπιστημιακή κοινότητα ένα πλαίσιο για συζήτηση πάνω στη στρατηγική για την ανάπτυξη και τη σύνδεση του ιδρύματος με την κοινωνία, όπου αναφέρει ως στόχο - όραμα: «Να αναδειχθεί το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών σε Ιδρυμα υψηλού γοήτρου για το εκπαιδευτικό και ερευνητικό του έργο στους τομείς των γνωστικών του αντικειμένων, τόσο για τους επιστημονικούς και επαγγελματικούς κλάδους και τομείς, όσο και για την κοινωνία, στην Ελλάδα και διεθνώς».

Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, το Συμβούλιο προτείνει μια σειρά από δράσεις, άλλες βραχυπρόθεσμες (που μπορούν να υλοποιηθούν εντός τριμήνου), άλλες μεσοπρόθεσμες (σταδιακή δρομολόγηση πέραν του τριμήνου) που τις εντάσσει σε πέντε πυλώνες. Από αυτή την αναλυτική περιγραφή γίνεται φανερό ότι το Συμβούλιο είναι σταθερά προσανατολισμένο στην υποταγή του περιεχομένου σπουδών στις κατευθύνσεις της ΕΕ και τις απαιτήσεις των επιχειρήσεων, ενώ, παράλληλα, προβλέπει μια σειρά δράσεις για την άμεση διασύνδεση του ιδρύματος με επιχειρηματικούς ομίλους και για την ένταση της ιδιωτικοοικονομικής λειτουργίας του ίδιου του ιδρύματος.

Περιεχόμενο σπουδών προσανατολισμένο στην επιχειρηματική λογική

Αναλυτικά το Συμβούλιο προτείνει:

«Πλαστικότητα στην εκπαιδευτική διαδικασία με διαρκή εσωτερική & εξωτερική αξιολόγηση και αναπροσαρμογή με βάση τα αποτελέσματα». Δηλαδή, προγράμματα σπουδών «ευέλικτα», που θα αναπροσαρμόζονται διαρκώς με βάση τις εξελίξεις στην αγορά, περιεχόμενο σπουδών που θα δίνει μεγαλύτερη βάση στις λεγόμενες σύγχρονες τάσεις, παρά στη βάση της επιστήμης.

«Ιδρυση Σχολής Μεταπτυχιακών Σπουδών». Πρόκειται για κατεύθυνση του νόμου - πλαισίου, προκειμένου τα μεταπτυχιακά προγράμματα των ιδρυμάτων να είναι συγκεντρωμένα, πιο κεντρικά ελεγχόμενα και να ακολουθούν τον παραπάνω κανόνα της διαρκούς αναπροσαρμογής με βάση τις απαιτήσεις της αγοράς.

«Εμπλουτισμός των προγραμμάτων σπουδών με σύγχρονα θέματα ανάπτυξης και προώθησης της πρωτογενούς παραγωγής, της επιστήμης τροφίμων και της διατροφής του ανθρώπου, της ΚΑΠ, του marketing, του διεθνούς εμπορίου...». Ακόμα πιο ξεκάθαρα φαίνεται εδώ το περιεχόμενο στο οποίο θέλουν να στρέψουν τις σπουδές: Επιχειρηματική λογική και διδασκαλία της πολιτικής της ΕΕ! Ας σκεφτούμε ποιους εξυπηρέτησε μέχρι τώρα η Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ). Μήπως εξυπηρέτησε τους μικρούς αγρότες ή μήπως συνέβαλε στην κάλυψη των διατροφικών και άλλων αναγκών του λαού;

«Σύνδεση των αρχών της Μεσογειακής διατροφής με την πρωτογενή παραγωγή και τον γαστρονομικό τουρισμό». Είναι χαρακτηριστικό ότι οι όποιες αναφορές γίνονται στα θέματα διατροφής έχουν και πάλι στόχο την ανάπτυξη και ενίσχυση επιχειρηματικών δράσεων και όχι την κάλυψη των διατροφικών αναγκών του λαού.

«Διαρκής συνεργασία με θεσμικούς παραγωγικούς φορείς και φορείς διαμόρφωσης πολιτικής (π.χ. Αγροτικές οργανώσεις, ΣΕΒΤ, ΣΕΒ, ΙΟΒΕ)». Δηλαδή, οι επιχειρηματικές οργανώσεις θα γίνουν συνεργάτες και εταίροι του ιδρύματος.

«Ιδρυση Σχολής Δια Βίου Μάθησης και e-learning που να καλύπτει ανάγκες της αγοράς και της κοινωνίας». Πρόκειται για άλλη μια κατεύθυνση του νόμου - πλαισίου που εισάγει την κατάρτιση μέσα στην Ανώτατη Εκπαίδευση. Αυτό γίνεται μοχλός για την ευελιξία και την υποβάθμιση των ίδιων των προγραμμάτων σπουδών των πανεπιστημίων, ενώ παράλληλα είναι και μια επικερδής δραστηριότητα για τα ιδρύματα, αφού τα προγράμματα κατάρτισης θα προσφέρονται με δίδακτρα.

Ιδιωτικοοικονομική λειτουργία του ιδρύματος

Αυτό τον στόχο εξοικονόμησης κερδών από την πώληση προγραμμάτων κατάρτισης τον ομολογεί εξάλλου και το ίδιο το Συμβούλιο προτείνοντας δράσεις για «Ενίσχυση / δημιουργία ιδίων πόρων του ΓΠΑ, π.χ. εξωτερικές χορηγίες, Εθνικά, Κοινοτικά & Διεθνή Προγράμματα, "επιχειρηματικές" δραστηριότητες, προγράμματα εκπαίδευσης αγροτών, μεταπτυχιακά προγράμματα με δίδακτρα, Σχολή Δια Βίου Μάθησης».

Η αγωνία του Συμβουλίου για εξοικονόμηση και απόκτηση πρόσθετων πόρων καταγράφεται σε πολλά σημεία του κειμένου. Ακόμα και στον πυλώνα «Επιστημονική Αριστεία» προτείνεται, μεταξύ άλλων, η «αναζήτηση χορηγιών & υποτροφιών από Κοινωφελή Ιδρύματα εντός και εκτός Ελλάδος» και μάλιστα ως βραχυπρόθεσμη δράση που πρέπει να επιτευχθεί εντός τριμήνου. Ενώ υπάρχει ένας ολόκληρος πυλώνας με τίτλο «Αυτοτελής ανάπτυξη του ΓΠΑ», όπου σημειώνεται ότι πρέπει «να εντοπιστούν και αξιοποιηθούν οι δυνατότητες συμπληρωματικής χρηματοδότησης». «Επιδίωξη είναι να γίνει το ΓΠΑ ο προτιμητέος συνεργάτης για μελέτες, έρευνες και καινοτομικές εφαρμογές τόσο ιδιωτικών όσο και δημοσίων φορέων ώστε να υπάρξει διαρκής αυτοτελής ανάπτυξη του ΓΠΑ», σημειώνει το Συμβούλιο, πράγμα που σημαίνει ότι επιδιώκει να πουλά την έρευνά του.

Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι το Γεωπονικό καθώς και άλλα πανεπιστήμια έχουν να επιδείξουν ήδη τέτοιες συνεργασίες. Εδώ και τρία χρόνια το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο συνεργάζεται με την «Αθηναϊκή Ζυθοποιία», κάνοντας αξιολόγηση των ποικιλιών κριθαριού που χρησιμοποιεί η εταιρεία ως προς την αποδοτικότητά τους και ως προς τα επιθυμητά τους (σ.σ. τα επιθυμητά για την εταιρεία) χαρακτηριστικά. Παράλληλα έχει και ένα πειραματικό εργαστήριο που δουλεύει πάνω σε ποικιλίες κριθαριού για λογαριασμό της εταιρείας και πανεπιστημιακοί του ιδρύματος διαφημίζουν ουσιαστικά την εταιρεία - εργοδότη λέγοντας ότι το ίδρυμα συμβάλλει στο να πιάσει η εταιρεία το στόχο της να μην έχει ανάγκη να εισάγει βύνη, αλλά να την παράγει μόνη της!

Το Συμβούλιο πρακτικά προτείνει ένταση αυτών των δράσεων, αλλά και ανάπτυξη άλλων κοινών εμπορικών δραστηριοτήτων, όπως: «Αναβάθμιση του υπάρχοντος Συνεδριακού Κέντρου και παραχώρηση προς χρήση σε τρίτους επ' αμοιβή (...) Ανάλογη αναβάθμιση και χρήση για παρόμοιους χώρους και αίθουσες του ΓΠΑ».

Και μέσα στην αγωνία του για εξεύρεση πόρων, το Συμβούλιο κάνει και προτάσεις για «μειώσεις δαπανών», που φτάνουν να ακούγονται αστείες, όπως «εξετάσεις Ιουνίου/Σεπτεμβρίου από τις 7 πρωί μέχρι τις 11 για οικονομία στο φως»(!), «σαφείς οδηγίες προς τα μέλη ΔΕΠ για τον χειρισμό του φωτισμού και του κλιματισμού στις αίθουσες και τα αμφιθέατρα διδασκαλίας»!

Επικίνδυνες προτάσεις για τους φοιτητές

Ανάμεσα στις προτάσεις του Συμβουλίου του ΓΠΑ υπάρχουν και κάποιες που αφορούν απευθείας τους φοιτητές.

Για παράδειγμα, το Συμβούλιο προτείνει «part-time jobs (σ.σ. δουλειές μερικής απασχόλησης) στους φοιτητές (π.χ. στη βιβλιοθήκη)», ενισχύοντας τη λογική ότι οι φοιτητές πρέπει να δουλεύουν για να τα βγάλουν πέρα παράλληλα με τις σπουδές τους. Μάλιστα, στη σημερινή συγκυρία που ο κόσμος στενάζει οικονομικά και το κόστος σπουδών παραμένει υψηλό, κάτι τέτοιες προτάσεις αν και βαθιά αντιδραστικές φαντάζουν ως... ευκαιρίες στους νέους. Ομως, η πρόταση του Συμβουλίου (και του νόμου που προβλέπει τέτοιου είδους απασχόληση των φοιτητών) δεν έχει ως αφετηρία το πώς θα διευκολύνει τους ασθενέστερους οικονομικά φοιτητές (γιατί τότε ο νόμος θα προέβλεπε υποτροφίες, ενίσχυση της φοιτητικής μέριμνας και άλλου είδους διευκολύνσεις), αλλά το πώς θα καλύπτονται οι ανάγκες των ιδρυμάτων σε προσωπικό με φθηνούς εργαζόμενους.

Επιπλέον, το Συμβούλιο προχωράει και σε μια παρέμβαση στα θέματα του φοιτητικού κινήματος, προτείνοντας να διαμορφωθούν ειδικοί χώροι για αφισοκόλληση των φοιτητικών παρατάξεων και: «Οι παρατάξεις που δεν αφισοκολλούν σε μη προσδιορισμένους χώρους ή γράφουν οπουδήποτε θα ενισχύονται οικονομικά με 500 ευρώ, αν το κάνουν δεν θα έχουν το bonus»! Δηλαδή, οι παρατάξεις να μη σχεδιάζουν τη δράση τους με γνώμονα την ενημέρωση των συμφοιτητών τους, αλλά με μια επιχειρηματική λογική για να επιδοτούνται με χρήματα από το ίδρυμα! Ο εκφυλισμός σε όλο του το μεγαλείο!

Ακόμα, το Συμβούλιο προτείνει ανάπλαση του εστιατορίου, συμπληρώνοντας ότι «μια μικρή αύξηση μπορεί να έχει μεγάλη απόδοση στην ποιότητα του φαγητού». Δηλαδή, οι φοιτητές θα νιώσουν αμέσως και στη δική τους τσέπη τη... στρατηγική ανάπτυξη του ιδρύματος.


Γ. Σ.

Μύθοι και πραγματικότητες για την Ερευνα στην Ελλάδα

Το τελευταίο διάστημα, ενόψει και της κατάθεσης στη Βουλή του νέου νόμου για την Ερευνα, τα σχετικά ζητήματα ανεβαίνουν σε ψηλή θέση στην ατζέντα των αστικών επιτελείων, που έχουν πολύ σοβαρούς λόγους να κάνουν κάτι τέτοιο. Οπως είπε στις πρώτες του δηλώσεις και ο νέος πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Ερευνας και Τεχνολογίας, «η αναμόρφωση της Ερευνας και της Τεχνολογίας είναι ένα μέρος του οράματος για την αναγέννηση της χώρας και αν δεν μπορέσουμε να το πετύχουμε, δε θα πετύχει το όραμα για την αναγέννηση της χώρας».

Ανάπτυξη και Ερευνα για ποιον;

Βέβαια, το δικό τους όραμα για «αναγέννηση» αντιστρατεύεται τα συμφέροντα της πλατιάς πλειοψηφίας του λαού και της νεολαίας, των νέων επιστημόνων. Γιατί το ερώτημα που ζητά επιτακτικά απάντηση είναι: Ανάπτυξη για τα μονοπώλια ή ανάπτυξη για το λαό και τις ανάγκες του;

Η διαμόρφωση του θεσμικού πλαισίου για την Ερευνα θεμελιώνεται πάνω σε αυτό το βάθρο. Η κόκκινη γραμμή που το διαπερνά είναι η ενίσχυση της εμπορευματοποίησης της Ερευνας, η ακόμα πιο στενή διασύνδεσή της με τις επιχειρήσεις, που αποτελεί και βασική κατεύθυνση της ευρωενωσιακής στρατηγικής. Σε αυτό, ως από κοινού θιασώτες του ευρωμονόδρομου, συγκυβέρνηση και ΣΥΡΙΖΑ συγκλίνουν, όπως προκύπτει και από τις τοποθετήσεις των καθ' ύλην αρμοδίων:


-- Σε δηλώσεις του1 ο υπουργός Παιδείας είπε χαρακτηριστικά: «Το σημαντικότερο είναι ότι θέλουμε να διαμορφώσουμε (...) ένα θεσμικό πλαίσιο ανάπτυξης διαδραστικών συνεργιών ανάμεσα στους ερευνητικούς οργανισμούς από τη μια πλευρά, στα Ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και στις παραγωγικές δυνάμεις της αγοράς από την άλλη. Ενα θεσμικό πλαίσιο απαλλαγμένο από κάθε είδους περιορισμούς και προσαρμοσμένο στους κανόνες του ελεύθερου ανταγωνισμού ώστε να εναρμονίζεται με το αντίστοιχο ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο».

-- Στην... κριτική που άσκησε στο σχέδιο νόμου η υπεύθυνη του ΣΥΡΙΖΑ για την Ερευνα2, κινούμενη στην ίδια κατεύθυνση με τους παραπάνω, αναφέρει: «Η περιορισμένη έρευνα που διεξάγεται στον ιδιωτικό τομέα και τα χαμηλά επίπεδα καινοτομίας είναι στοιχεία που έχουν να κάνουν με το παραγωγικό μοντέλο της χώρας (...) Τα ερευνητικά κέντρα και ινστιτούτα, τα ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και ο καινοτόμος βιομηχανικός τομέας οφείλουν να έχουν ισόρροπο, διακριτό και συνεργατικό ρόλο». Η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ για την Ερευνα, στο πλαίσιο της «παραγωγικής ανασυγκρότησης», περιλαμβάνει «συνεταιριστικά σχήματα που να δίνουν διέξοδο στην επιχειρηματική δραστηριότητα νέων επιστημόνων» και στηρίζει τη «δημιουργία μικρών και μικρομεσαίων εταιρειών έντασης γνώσης σε τομείς ειδικά όπου η χώρα έχει συγκριτικό πλεονέκτημα».

Γύρω από τα ζητήματα της Ερευνας είναι ευρέως διαδεδομένοι μια σειρά «μύθοι», που συντελούν στο να εγκλωβίζεται η σκέψη στη θεώρηση ως μονόδρομου της χειραγώγησης της Ερευνας από τα στρατηγικά συμφέροντα του κεφαλαίου.

Σε κάποιους τέτοιους «μύθους» θέλουμε να απαντήσουμε, αξιοποιώντας στοιχεία3 του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης για τους «Δείκτες Ερευνας και Ανάπτυξης για δαπάνες και προσωπικό το 2011 στην Ελλάδα». Πρόκειται για τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία και σίγουρα δεν μπορεί να κατηγορηθούν για αλλοίωση από... κομμουνιστικό δάκτυλο!

Μύθοι γύρω από τη χρηματοδότηση

Σύμφωνα με τα στοιχεία, οι δραστηριότητες Ερευνας και Ανάπτυξης (Ε&Α) στην Ελλάδα χρηματοδοτούνται ως εξής:

  • Από το κράτος: 685 εκατ. ευρώ (εκ των οποίων 124,8 εκατ. ευρώ από το ΕΣΠΑ).
  • Από επιχειρήσεις: 455,5 εκατ. ευρώ.
  • Από άλλες εθνικές πηγές (κυρίως ίδιοι πόροι ΑΕΙ και ιδιωτικά μη κερδοσκοπικά ιδρύματα): 45,5 εκατ. ευρώ.
  • Από την ΕΕ: 165,3 εκατ. ευρώ.
  • Από εξωτερικό (πλην ΕΕ): 39,9 εκατ. ευρώ.

Προκύπτουν τα εξής συμπεράσματα:

Α) Είναι μύθος ότι η βασική πηγή χρηματοδότησης της Ερευνας στην Ελλάδα είναι η ΕΕ, αφού ακόμα κι αν συνυπολογίσουμε τα χρήματα από το ΕΣΠΑ, μόλις το 20,85% των συνολικών δαπανών είναι από ευρωπαϊκά κονδύλια. Ακόμα κι αυτά, όμως, προέρχονται κατά κύριο από τη φοροαφαίμαξη του ελληνικού λαού και τη συμμετοχή της Ελλάδας στον προϋπολογισμό της ΕΕ.

Β) Είναι μύθος ότι οι επιχειρήσεις είναι ο φτωχός συγγενής της Ερευνας: Το 33% της χρηματοδότησης προέρχεται από εκεί. Φυσικά, η εκμετάλλευση των αποτελεσμάτων της ερευνητικής δραστηριότητας από τις επιχειρήσεις αφορά πολύ μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας απ' ό,τι η συμμετοχή τους στη χρηματοδότηση της Ερευνας.

Γ) Ο στόχος του ΣΥΡΙΖΑ για «ισόρροπη συμμετοχή» κράτους, επιχειρήσεων και ΕΕ στις δαπάνες για Ε&Α έχει ήδη επιτευχθεί, από τις αστικές κυβερνήσεις από τις οποίες θέλει να παραλάβει τη σκυτάλη, με αποτέλεσμα την κατάσταση που επικρατεί σήμερα.

Μερικοί ακόμα μύθοι για τις επιχειρήσεις

Οι επιχειρήσεις όχι μόνο δεν είναι ο φτωχός συγγενής, αλλά τα στοιχεία αποτυπώνουν βασικές πλευρές της υλοποίησης της αστικής στρατηγικής για την Ερευνα στην Ελλάδα.

Το 34,9% (485,9 εκατ. ευρώ) του συνόλου των δαπανών για Ε&Α πραγματοποιείται στις επιχειρήσεις, το 40,2% στη λεγόμενη «τριτοβάθμια και μεταδευτεροβάθμια εκπαίδευση», το 23,8% στους κρατικούς φορείς (ερευνητικά κέντρα και φορείς εποπτευόμενοι από υπουργεία και κυβερνητικές υπηρεσίες) και το 1% σε μη κερδοσκοπικά ιδρύματα. Είναι, λοιπόν, μύθος ότι η Ερευνα στην Ελλάδα δεν είναι «εξωστρεφής», είναι ξεκομμένη από την «αγορά και την κοινωνία».

Από τα συνολικά 485,9 εκατ. ευρώ που δαπανώνται για Ε&Α στις επιχειρήσεις, τα 382,8 προέρχονται από ίδια κεφάλαια, τα 39,1 από το κράτος και 63 από το εξωτερικό. Ακόμα, οι επιχειρήσεις δαπανούν 21,8 εκατ. ευρώ για δραστηριότητες Ε&Α στον κρατικό τομέα και 50,1 στα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Αυτό είναι το υπόβαθρο του σχεδιασμού για ενίσχυση της συνεργασίας επιχειρήσεων και εκπαιδευτικών ιδρυμάτων στον τομέα Ε&Α.

Τι επιχειρήσεις, όμως, δραστηριοποιούνται για την Ε&Α; Η μερίδα του λέοντος (247,5 εκατ. ευρώ) αφορά επιχειρήσεις με πάνω από 250 εργαζόμενους, 134,1 εκατ. ευρώ είναι σε επιχειρήσεις με έως 49 εργαζόμενους και 104,3 σε επιχειρήσεις με 50 - 249 εργαζόμενους.

Με δεδομένη τη διάρθρωση της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας, τα στοιχεία αυτά βοηθούν να κατανοηθεί καλύτερα ο στόχος για προώθηση της συμμετοχής των μικρομεσαίων επιχειρήσεων4 στην Ερευνα, που αποτελεί κοινό στόχο συγκυβέρνησης, ΣΥΡΙΖΑ και ΕΕ.

Μύθοι για τα επιστημονικά πεδία στα οποία διεξάγεται έρευνα

Τα στοιχεία για τους τομείς που δραστηριοποιούνται αυτές οι επιχειρήσεις απαντάνε και σε άλλους «μύθους» για το αν η Ερευνα είναι προσανατολισμένη στις ανάγκες της (καπιταλιστικής) ανάπτυξης ή σε άγονες και ήσσονος σημασίας θεματικές περιοχές. Στις υπηρεσίες5 είναι το 57,6% του συνόλου των δαπανών Ε&Α των επιχειρήσεων (ενδεικτικά: 102,5 εκατ. ευρώ στο χρηματοπιστωτικό και ασφαλιστικό κλάδο, 66,7 σε τηλεπικοινωνίες και ηλεκτρονικούς υπολογιστές), στη μεταποίηση το 39,2% (ενδεικτικά: 60,3 εκατ. ευρώ στο φάρμακο, 23,1 στην κατασκευή ηλεκτρονικών υπολογιστών και σχετικών εξαρτημάτων, 16,9 στα τρόφιμα - ποτά) και σε άλλους τομείς το 3,2%.

Η στενή αλληλοσύνδεση των ερευνητικών προτεραιοτήτων με την εξέλιξη του σχεδιασμού για την ανάπτυξη της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας είναι πρόδηλη.

Ενας άλλος «μύθος» εμφανίζει ως παθογένεια του ελληνικού ερευνητικού συστήματος την έμφαση στη λεγόμενη βασική έρευνα. Ομως, μόλις το 29,7% των δαπανών συνολικά από το κράτος, τα εκπαιδευτικά ιδρύματα και τις επιχειρήσεις αφορά τη βασική έρευνα, ενώ το υπόλοιπο 70,3% αφορά την εφαρμοσμένη έρευνα (41%) και την πειραματική ανάπτυξη (29,3%). Το βάρος για τη βασική έρευνα, που αποτελεί και υπόβαθρο για μελλοντικές εφαρμογές, σηκώνουν κατά κύριο λόγο (92,5%) ο κρατικός τομέας και τα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Στην εφαρμοσμένη έρευνα, οι ίδιοι τομείς συνεισφέρουν κατά 65,4%, ενώ στην πειραματική ανάπτυξη τα ηνία παίρνουν απευθείας οι επιχειρήσεις (65,7%).

Από τους μύθους στην πραγματικότητα

Τα στοιχεία αποδεικνύουν ότι ο σχεδιασμός για ακόμα βαθύτερη διασύνδεση των επιχειρηματικών ομίλων με την ερευνητική παραγωγή δεν ξεκινά από το μηδέν. Οι στόχοι που υπηρετεί και ο νέος νόμος αποτελούν κρίκο σε μια αλυσίδα πλήρως εναρμονισμένη με τη στρατηγική του κεφαλαίου. Στο χώρο της Ερευνας προωθούνται η παραπέρα συγκέντρωση και ο έλεγχος στο επίπεδο των ερευνητικών φορέων, αλλά και του ερευνητικού δυναμικού, με ταυτόχρονη αναδιάρθρωση του ερευνητικού ιστού για την αποτελεσματικότερη προς τους σκοπούς τους συνεργασία πανεπιστημίων, ερευνητικών κέντρων και επιχειρήσεων.

Για το ΚΚΕ είναι επιβεβλημένη η απόρριψη συνολικά της αστικής στρατηγικής και του προσανατολισμού της ΕΕ για την Ερευνα. Χρειάζεται να μπει άλλη πυξίδα στην ανάπτυξη της Ερευνας, που να δένεται με τον άλλο δρόμο ανάπτυξης που έχει ανάγκη ο λαός μας.

Είναι απαίτηση των καιρών όσοι εγκλωβίζονται στα δεσμά της επιχειρηματικής λειτουργίας και θέλουν να απελευθερώσουν τις δυνατότητες της ερευνητικής δουλειάς, ιδιαίτερα οι νέοι ερευνητές και ερευνήτριες, να συναντηθούν με το ταξικό εργατικό κίνημα, να συνδράμουν την αναγκαιότητα της Λαϊκής Συμμαχίας, να συμπορευτούν με το ΚΚΕ, να το ενισχύσουν παντού, με ενιαίο κριτήριο τοποθέτησης και ψήφου.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

1. Στην παρουσίαση της νέας σύνθεσης του ΕΣΕΤ στις 5/3/2014.

2. «Αυγή», 19/1/2014.

3. Τα στοιχεία παρατίθενται με δεδομένες τις ενστάσεις μας για ζητήματα που αφορούν ορισμούς και κατηγοριοποιήσεις της αστικής στατιστικής (π.χ. βασική και μη έρευνα, κατάταξη κλάδων οικονομικής δραστηριότητας κ.ά.).

4. Η ΕΕ ορίζει ως μεσαία την επιχείρηση που απασχολεί μέχρι 250 εργαζόμενους, με κύκλο εργασιών μέχρι 50 εκατ. ευρώ ή συνολικό ετήσιο ισολογισμό μέχρι 43 εκατ. ευρώ και ως μικρή την επιχείρηση μέχρι 50 εργαζομένους και κύκλο εργασιών ή συνολικό ετήσιο ισολογισμό μέχρι 10 εκατ. ευρώ.

5. Η αστική στατιστική κατατάσσει εσφαλμένα στις υπηρεσίες τους βιομηχανικούς κλάδους της τηλεπικοινωνίας και των μεταφορών.


Του
Δημήτρη ΚΟΙΛΑΚΟΥ*
*Ο Δημήτρης Κοιλάκος είναι μέλος του Τμήματος Παιδείας και Ερευνας της ΚΕ του ΚΚΕ



Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ για τη συμπλήρωση 80 χρόνων από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και την Αντιφασιστική Νίκη των Λαών
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ