Οι απόφοιτοι των ιδιωτικών πανεπιστημίων ετοιμάζονται απλώς για φθηνό ευέλικτο δυναμικό, πληρώνοντας μάλιστα πανάκριβα την ψευτοκατάρτισή τους |
...που δείχνουν πού θα οδηγήσουν οι αναδιαρθρώσεις που προωθούνται και στη χώρα μας
Οι φοιτητές στα περισσότερα ευρωπαϊκά (ιδιωτικά ή ιδιωτικοποιημένα)ιδρύματα ακριβοπληρώνουν τις σπουδές τους |
Στα παραπάνω ερωτήματα κλήθηκε να δώσει απάντηση συνέδριο που διοργανώθηκε από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Δημοσίου Δικαίου (ΕΚΔΔ) υπό την αιγίδα του υπουργείου Παιδείας, με τίτλο «Τα ευρωπαϊκά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα στον 21ο αιώνα: ποιες προοπτικές;». Το συνέδριο ήταν μια συνάντηση μεταξύ «ειδικών» (καθηγητών πανεπιστημίου, στην πλειοψηφία τους νομικών) για να ανταλλάξουν εμπειρίες τις οποίες θα διαχύσουν στην κοινωνία προκειμένου να προσθέσουν πόντους στην επιχειρηματολογία ΕΕ - κυβερνήσεων.
Ούτε λίγο ούτε πολύ, η θεματική του συνεδρίου ήταν: Τι από όσα, με βάση τη διαδικασία της Μπολόνια και τη στρατηγική της Λισαβόνας, προωθεί η κυβέρνηση στην ανώτατη εκπαίδευση έχει ήδη εφαρμοστεί στις άλλες χώρες της ΕΕ και με ποιον τρόπο. Και για όσες δεν έχουν ακόμα προχωρήσει στη μεταρρύθμιση, πώς σκέφτονται να την εφαρμόσουν. Η συζήτηση ακούμπησε όλες τις πλευρές των αλλαγών που προωθούνται στην ανώτατη εκπαίδευση. Επόμενο ήταν, αφού η «αυτοτέλεια» των ιδρυμάτων ανακηρύχτηκε λίγο έως πολύ ο σωτήρας της ανώτατης εκπαίδευσης, να βρουν το ρόλο τους και οι μάνατζερ, η ανάγκη προσέλκυσης επενδύσεων από τον ιδιωτικό τομέα, η ανταγωνιστικότητα κλπ.
Η εμπειρία δεν είναι κοινή για όλες τις χώρες, καθώς υπάρχουν μεν οι χώρες - «πιλότοι», ωστόσο πολλές είναι εκείνες που τώρα κάνουν τα ...πρώτα βήματα «εναρμόνισης» με τη διαδικασία της Μπολόνια και αρκετές που δεν έχουν ακόμα ολοκληρώσει τη μεταρρύθμιση.
Εκείνο πάντως που είναι ξεκάθαρο, όπως το παρουσίασε και ο J. Torenbeek, από την Ευρωπαϊκή Ενωση για τη Διεθνή Εκπαίδευση, είναι ότι το μοντέλο για όλες τις χώρες (προσαρμοσμένο στις «παραδόσεις» της καθεμιάς) είναι το αγγλοσαξονικό. Δηλαδή, πτυχία bachelor (μπάτσελορ), συλλογή δεξιοτήτων αντί για επιστημονική γνώση και πλήρως ιδιωτικοποιημένη παιδεία. Πρόσθεσε δε ότι στόχος πρέπει να είναι να υπάρχουν στην Ευρώπη πολύ λίγα κορυφαία (διάβαζε πραγματικά) πανεπιστήμια!
Τα αποτελέσματα της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων, που και εδώ προωθεί το υπουργείο Παιδείας, επιβεβαιώνουν περίτρανα τη θέση του ΚΚΕ, που λέει ότι στη μεταρρύθμιση του άρθρου 16, στην ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα, κρύβεται η μεταρρύθμιση των δημόσιων και σε τελική ανάλυση η λειτουργία του δημόσιου πανεπιστημίου με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια.
Το πρόσχημα που προβάλλεται, ότι δήθεν τα ιδιωτικά θα «ανταγωνιστούν» τα δημόσια και άρα θα σημειωθεί βελτίωση, καταρρίπτεται από την εμπειρία των ευρωπαϊκών χωρών που έχουν ιδιωτικά πανεπιστήμια. Παρά το ότι δεν εμποδίζεται η ίδρυσή τους, τα ιδιωτικά δεν καταφέρνουν να εδραιωθούν και «κυρίαρχα» παραμένουν τα δημόσια. Τα δημόσια πανεπιστήμια, όμως, σε αυτές τις χώρες λειτουργούν με καθαρά ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια: Επιβάλλουν δίδακτρα, δεν παρέχουν δωρεάν συγγράμματα, πουλάνε υπηρεσίες και έρευνα στους ιδιώτες, ενώ μεγάλο μέρος της χρηματοδότησης που προηγουμένως παρείχε το κράτος τώρα εξαρτάται από τις «επενδύσεις».
Σε συνθήκες απόλυτης ανταγωνιστικότητας, η «αξιολόγηση» βρίσκεται σε θέση - κλειδί: Ολα εξαρτώνται από τη θέση στην οποία βρίσκεται το ίδρυμα, από την κατάταξή του στον κατάλογο των «αξιολογημένων» ιδρυμάτων. Το ύψος της χρηματοδότησης από το κράτος, για παράδειγμα, στη Γερμανία (που σημειωτέον τώρα ξεκινάει τα βήματα εναρμόνισης με την Μπολόνια), είναι ευθέως ανάλογη του ύψους της χρηματοδότησης που προσελκύει ένα ίδρυμα από ιδιωτικούς φορείς, δηλαδή όσο μεγαλώνει η κρατική, τόσο μεγαλώνει και η ιδιωτική χρηματοδότησή του.
Επιπλέον, ακόμα και σε χώρες που δεν έχουν επιβληθεί δίδακτρα, οι δωρεάν παροχές της δημόσιας εκπαίδευσης είναι περιορισμένες. Για παράδειγμα, στη Σουηδία οι φοιτητές καταβάλλουν τέλος εγγραφής, αγοράζουν οι ίδιοι όλα τα συγγράμματα και πληρώνουν για τη σίτιση, τη στέγαση και γενικότερα τη συντήρησή τους.
Οι χώρες - «πιλότοι», βέβαια, προχωρούν ένα βήμα παραπέρα στις προτάσεις τους, «βάζοντας χέρι» στο περιεχόμενο και τις μεθόδους διδασκαλίας. Χαρακτηριστική είναι η πρόταση του Πανεπιστημίου Queens του Μπέλφαστ στην Ιρλανδία, όπου ως νέο και πρωτοπόρο σύστημα εκπαίδευσης στα ανώτατα ιδρύματα προβάλλεται η εκμάθηση δεξιοτήτων, με εμπειρική συλλογή διάσπαρτων γνώσεων.
Στο συνέδριο, καθηγητές ενός πανεπιστημίου του Βελγίου, φέρνοντας το παράδειγμα της Ολλανδίας σημείωσαν ότι η διαφορά μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού ιδρύματος είναι δυσδιάκριτη. Και διερωτήθηκαν: «Γιατί να μην ιδιωτικοποιήσουμε το σύνολο της ανώτατης εκπαίδευσης;»!
Η ουσία βρίσκεται στο γεγονός ότι με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, τελικά, το δημόσιο πανεπιστήμιο είναι εκείνο που βρίσκεται στο στόχαστρο. Τόσο από άποψη λειτουργίας με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, όσο και από την άποψη της παρεχόμενης γνώσης και της ανάπτυξης της επιστήμης. Και αν στα 10 «κορυφαία» πανεπιστήμια γίνεται πράγματι έρευνα και οι φοιτητές αποκτούν ολοκληρωμένη επιστημονική μόρφωση, οι απόφοιτοι όλων των υπολοίπων είναι ξεκάθαρο ότι ετοιμάζονται απλώς για φθηνό ευέλικτο δυναμικό, πληρώνοντας μάλιστα πανάκριβα την ψευτοκατάρτισή τους.
Η παραπάνω διδακτική μέθοδος είναι γνωστή από τις αρχές του 20ού αιώνα. Στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη εφαρμόζεται εδώ και δεκαετίες, ενώ στην Ελλάδα έγινε αντικείμενο σταδιακής εφαρμογής μέσα στη δεκαετία του '90. Από εκεί και πέρα συνδέθηκε με την εφαρμογή της Ευέλικτης Ζώνης και των διαφόρων Προγραμμάτων, καθώς αποτελεί βασικό λειτουργικό στοιχείο των «σχεδίων εργασίας» (projects). Τελευταία αναδεικνύεται σε μια από τις βασικές μεθοδικές αρχές των νέων σχολικών βιβλίων.
Εδώ δημιουργείται το εξής ερώτημα: πώς ένα αστικό εκπαιδευτικό σύστημα, που στοχεύει στο άνοιγμα της μορφωτικής «ψαλίδας» σε βάρος των παιδιών των λαϊκών στρωμάτων και έχει σημαία του την «ανταγωνιστικότητα», πώς, λοιπόν, αυτό «προωθεί» προοδευτικές μεθόδους παιδαγωγικής, που χρησιμοποιήθηκαν κατ' εξοχήν στο σοσιαλιστικό σχολείο για να καλλιεργήσουν τις αξίες της ομαδικότητας, της συνεργασίας, της συλλογικότητας; Πρόκειται για μια «εκπαιδευτική επανάσταση»; Πρόκειται για μια προσπάθεια να «αλλάξει» η εκπαίδευση, ώστε οι απόφοιτοί της να «αλλάξουν» με τη σειρά τους την κοινωνία; Γιατί κανείς δεν αμφιβάλλει ότι η ομαδική δουλιά, η συλλογικότητα είναι βασικό στοιχείο κοινωνικοποίησης των μαθητών. Μπορεί όμως κανείς να την αποδεχτεί έτσι γενικά και άκριτα έξω από το περιεχόμενο των μαθημάτων και το σκοπό της αστικής εκπαίδευσης;
Αυτές οι «ομαδικές, συνεργατικές ή επικοινωνιακές δεξιότητες» έχουν γίνει περιζήτητες. Σε πολλές επιχειρήσεις ξοδεύονται σημαντικά ποσά για τη θεωρητική επιμόρφωση και την πρακτική άσκηση στον τομέα της επικοινωνίας και συνεργασίας.
Στις ομάδες παραγωγής έχει «εκσυγχρονιστεί» η πίεση προς κάθε ξεχωριστό εργάτη: πριν γινόταν στην «αλυσίδα παραγωγής», τώρα γίνεται στα πλαίσια της ομάδας, στη βάση του πλάνου της και με όργανο τη «δυναμική» της (αλληλοσυμπλήρωση, παράδειγμα, παρακίνηση, άσκηση πίεσης κλπ.). «Βραδυπορούντες» δεν έχουν θέση: σε κάθε ομάδα ξεχωρίζουν οι «αδύνατοι κρίκοι» (όπως στο γνωστό τηλεπαιχνίδι!), οι οποίοι πρέπει να διωχτούν με τη συναίνεση των συναδέλφων τους! Απώτερος σκοπός της επιχείρησης: η αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης με την «ενεργητική συναίνεση» των εκμεταλλευομένων!
Γι' αυτό το λόγο αναθέτουν οι καπιταλιστές στην εκπαίδευση την εκμάθηση της ομαδικής δουλιάς, της συνεργασίας και επικοινωνίας. Τις εντάσσουν, μάλιστα, σε «προνομιακές» δραστηριότητες για την υποβάθμιση της μόρφωσης των εργατών, για τον κατακερματισμό της συνείδησής τους, όπως είναι τα κάθε λογής «Προγράμματα» και οι «Ευέλικτες Ζώνες»!
Στην Παιδαγωγική διεξάγεται μια αντιπαράθεση για το αν οι ομάδες πρέπει να αποτελούνται μόνο από «καλούς» - αντίστοιχα μόνο από «αδύνατους» εκπαιδευόμενους ή να είναι μεικτές ως προς τις ικανότητες των μελών τους. Στη δεύτερη εκδοχή προωθείται η αλληλοβοήθεια μεταξύ των μελών κάθε ομάδας, με στόχο να πετύχουν όλοι τους κοινούς μαθησιακούς στόχους. Ακόμη και σε αυτή, όμως, την περίπτωση πολλοί παράγοντες παρεμποδίζουν την «εξισορρόπηση» στις επιδόσεις. Η διαφορά στα «σημεία εκκίνησης» των εκπαιδευόμενων, το ίδιο το γνωστικό και ιδεολογικό περιεχόμενο των μαθημάτων, η πίεση του χρόνου, η ίδια η λειτουργία των ομάδων που «απομακρύνει» σχετικά το δάσκαλο από το συγκεκριμένο παιδί, η ψυχολογική πίεση των τεστ και εξετάσεων, η συνολική επαγγελματική - ιδεολογική συγκρότηση των εκπαιδευτικών, η κυρίαρχη ιδεολογία ασκούν ασφυκτική πίεση σε βάρος των «αδυνάτων».
Αν κοιτάξουμε τι γίνεται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπως στη Γερμανία, θα διαπιστώσουμε ότι ένας ανηλεής «βομβαρδισμός» με τεστ στην ηλικία των 10 ετών, διαχωρίζει σε σαφέστατη ταξική βάση τους μαθητές, στέλνοντας τους μελλοντικούς εργάτες σε κατώτερο σχολείο από εκείνο των μελλοντικών επιστημόνων! Παρόλο που μέχρι τότε έχουν συνεργαστεί σε ομάδες, τον ταξικό διαχωρισμό δεν τον αποφεύγουν! Αλλωστε και εδώ, στην Ελλάδα, το διπλό σχολικό δίκτυο και οι νέες επαγγελματικές σχολές (ΕΠΑΣ) θα υποδεχτούν ταξικά διαχωρισμένους τους μαθητές, που μέχρι πριν λίγο θα έχουν «βιώσει» τη «συλλογική δράση»! Σχετικό «κοσκίνισμα» με εξετάσεις στην Ε΄ και ΣΤ΄ τάξη του Δημοτικού και ποιος ξέρει ποιες άλλες επιλεκτικές διαδικασίες είναι ήδη «προ των πυλών»! Η «ομαδοσυνεργατική» έχει και τα όριά της!
Αυτό το εκπαιδευτικό σύστημα θα εφαρμόζει τη συνεργασία σε όλα τα επίπεδα της λειτουργίας του: στη διοίκηση, στο παιδαγωγικό έργο των εκπαιδευτικών με τη συνευθύνη των εκπαιδευόμενων, των γονιών και των μαζικών φορέων, στο μάθημα μέσα στην τάξη. Η συνεργασία δε θα περιορίζεται στη λειτουργία των μικρών ομάδων, αλλά θα κυριαρχεί σε κάθε μορφή κοινωνικής οργάνωσης της τάξης: στην «ολομέλειά» της, στο χωρισμό της σε μικρότερες ομάδες αλλά ακόμη και όταν ο καθένας ξεχωριστά, σε ατομική βάση, θα προσπαθεί να κατανοήσει κάτι, με στόχο να το μάθουν όλοι. Η ατομική δουλιά μπορεί κάλλιστα να αποτελεί συστατικό στοιχείο της συλλογικής, αφού ο καθένας συμβάλλει στην ομαδική προσπάθεια με ό,τι έχει ο ίδιος καταφέρει.
Η συλλογικότητα, ο αρμονικός συνδυασμός της ατομικής ευθύνης με τη συλλογική, η φροντίδα «για όλους μας» και όχι «για τον εαυτό μου» ανήκουν στις αξίες της εργατικής τάξης και θα αποτελέσουν κυρίαρχη ιδεολογία κάτω από τη δική της εξουσία. Στο αστικό εκπαιδευτικό σύστημα, οι ριζοσπάστες εκπαιδευτικοί αξιοποιούν και διευρύνουν όποιο «ρήγμα» πετυχαίνουν, με βασική, όμως, φροντίδα, να αναδεικνύουν την ανάγκη για τη μόρφωση του λαού κάτω από τη δική του εξουσία. Και να αγωνίζονται και για τα δυο, μέσα κι έξω από τις τάξεις, πρώτα και κύρια μαζί με τους εργάτες.