Ο Δήμος Νικαίας και οι Τοπικές Αντιστασιακές Οργανώσεις, διοργανώνουν στις 17 και 19-8-01, διήμερο εορταστικών εκδηλώσεων μνήμης, για να τιμήσουν τους εκτελεσμένους πατριώτες αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης στο Μπλόκο της Κοκκινιάς τον Αύγουστο του 1944.
- Το Πρόγραμμα των εκδηλώσεων έχει ως εξής: Παρασκευή 17-8-01 στις 6 μμ θα γίνει κατάθεση στεφανιών σε διάφορα σημεία της πόλης. Κυριακή 10 πμ συγκέντρωση στο χώρο του Ηρώου για να τελεστεί η επετειακή εκδήλωση. Το βράδυ στις 9.00 στο χώρο της Μάντρας θα πραγματοποιηθεί μουσική και ποιητική βραδιά αφιερωμένη στην Εθνική Αντίσταση.
Η Νομαρχιακή Επιτροπή Αρκαδίας του ΚΚΕ και το Παράρτημα Τρίπολης της ΠΕΑΕΑ οργανώνουν την Κυριακή, 19/8, στις 11.30 το πρωί, εκδήλωση προς τιμήν του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, στον Αγιο Βασίλη Κυνουρίας και καλούν όλους τους μαχητές και τις μαχήτριες του ΔΣΕ, τους αγωνιστές της ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης, τους νέους και όλο το δημοκρατικό λαό της περιοχής, να πάρουν μέρος στην εκδήλωση, εκφράζοντας το σεβασμό και το θαυμασμό σ' αυτούς που έδωσαν τη ζωή τους για τη λευτεριά και την εθνική ανεξαρτησία, στον αγώνα του ΔΣΕ, που ήταν δίκαιος αγώνας για την απαλλαγή της χώρας από τα ξένα δεσμά, την ειρήνη, τη δημοκρατία, την κοινωνική δικαιοσύνη, ιδανικά που και σήμερα εξακολουθούν να εμπνέουν.
- Πούλμαν για την εκδήλωση δρομολογούν τα κεντρικά γραφεία της ΠΕΑΕΑ, που ξεκινούν από την πλατεία Κάνιγγος στις 6.30 π.μ. Δηλώσεις συμμετοχής στο τηλ.:82.34.296.
Ξεπέρασε κάθε προηγούμενη συμμετοχή η φετινή, καθιερωμένη εδώ και 20 χρόνια, εκδήλωση τιμής και μνήμης των ηρωικών νεκρών της Εαμικής Εθνικής Αντίστασης στην οροσειρά Τσαλ Νταγκ για να τιμηθεί η νικηφόρα μάχη του 26ου συντάγματος του ΕΛΑΣ στον Πλαταμώνα (Ολατζάκ) ενάντια στις βουλγαρικές κατοχικές δυνάμεις στις 29 Ιούλη 1944.
Ανταποκρινόμενοι στο κάλεσμα του Παραρτήματος ΠΕΑΕΑ Καβάλας, εκατοντάδες αντιστασιακοί και φίλοι της Εθνικής Αντίστασης από τις Σέρρες, το Ροδολοίβος, την Κομοτηνή, την Ξάνθη, την Καβάλα, το Ποδοχώρι και τη Γεωργιανή με πούλμαν και Ι.Χ. ανηφόρισαν τις δασωμένες πλαγιές της οροσειράς που δεσπόζει τους νομούς Καβάλας-Δράμας-Ξάνθης για να φτάσουν στον τόπο της ιστορικής μάχης στον Πλαταμώνα (Ολατζάκ).
Στον τόπο της ιστορικής μάχης τελέστηκε τρισάγιο από τον ιερέα του χωριού και την τιμητική εκδήλωση άνοιξε με σύντομο χαιρετισμό ο πρόεδρος του Παραρτήματος ΠΕΑΕΑ Σερρών και μέλος του ΓΣ Στέφανος Μπράχος. Η κεντρική ομιλία έγινε από το μέλος του ΓΣ της ΠΕΑΕΑ και πρόεδρο του Παραρτήματος Καβάλας Γρηγόρη Μπαχάρη που παραλλήλισε τον αγώνα κατά της Νέας Τάξης του Χίτλερ με τη σημερινή πάλη κατά της ΝΕΑΣ ΤΑΞΗΣ των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ. Ακολούθησαν χαιρετισμοί από τους Θανάση Θεοδοσιάδη και Δημ. Φωτιάδη, έγινε κατάθεση στεφανιών στο μνημείο και τηρήθηκε ενός λεπτού σιγή στη μνήμη των νεκρών του απελευθερωτικού αγώνα. Η εκδήλωση έκλεισε με τραγούδια της Εθνικής Αντίστασης που αντιλάλησαν τις βουνοκορφές της ματωμένης οροσειράς.
Μέσα από χαρακτηριστικά ρεπορτάζ του Τύπου της εποχής
Δευτερόλεπτα μετά την εκτέλεσή του |
Στις 24 Ιούλη 1953, ημέρα Παρασκευή, άρχισε η δίκη του. Μαζί μ' αυτόν, το αμερικανόδουλο μετεμφυλιακό καθεστώς δίκασε ερήμην και την ηγεσία του ΚΚΕ, τον Ν. Ζαχαριάδη, τον Γ. Ιωαννίδη, τον Β. Μπαρτζιώτα, τον Μ. Πορφυρογένη, τον Π. Ρούσο, τον Λ. Στρίγγο, τον Μ. Βλαντά, τον Γ. Βοντίτσιο - Γούσια κ.ά. Βασική κατηγορία εναντίον των κατηγορουμένων ήταν η «παραβίαση» του ΑΝ 375 της μεταξικής δικτατορίας περί κατασκοπίας. Ως μάρτυρες κατηγορίας παρέλασαν πρωτοκλασάτα στελέχη των διωκτικών αρχών και «αστέρες» της αντικομουνιστικής πάλης: ο διευθυντής της Γενικής Ασφάλειας Αθηνών Θ. Ρακιτζής, ο γνωστός Ι. Πανόπουλος, ο μέχρι το καλοκαίρι του '52 διευθυντής της Υπηρεσίας Πληροφοριών του ΓΕΣ υποστράτηγος Π. Νικολόπουλος, ο συνταγματάρχης διαβιβάσεων Θ. Καφίρης, ο αστυνομικός διευθυντής Ι. Κροντήρης, οι αστυνομικοί Ταβουλάρης, Ζαγγλής, Παρίσης, Λιαρομάτης, Αγγελόπουλος κ.ά.
Η δίκη ολοκληρώθηκε τη Δευτέρα 3 Αυγούστου του 1953 με την έκδοση της απόφασης. Ο Πλουμπίδης και η ηγεσία του ΚΚΕ καταδικάστηκαν δυο φορές σε θάνατο.
Ο Πλουμπίδης στάθηκε όρθιος ως την τελευταία στιγμή προκαλώντας το σεβασμό ακόμη και των αντιπάλων του, αφήνοντας ένα ξεχωριστό παράδειγμα αγωνιστή για τις νεότερες γενιές κομμουνιστών. Θα παρακολουθήσουμε, λοιπόν, τις τελευταίες στιγμές της ζωής του κορυφαίου αυτού κομμουνιστή ηγέτη, όπως καταγράφηκαν τότε στα φύλλα ορισμένων από τις σημαντικότερες αστικές εφημερίδες της εποχής.
Η δολοφονία του Ν. Πλουμπίδη φιλοξενήθηκε στις πρώτες σελίδες των εφημερίδων της 14ης Αυγούστου του 1954, που φρόντισαν να καλύψουν το θέμα με αναλυτικά ρεπορτάζ.
Η εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» είχε πρώτο θέμα, στην πρώτη σελίδα της, τη δολοφονία υπό τους παρακάτω τίτλους: «Ο ΠΛΟΥΜΠΙΔΗΣ ΕΞΕΤΕΛΕΣΘΗ ΤΗΝ ΑΥΓΗΝ ΖΗΤΩΚΡΑΥΓΑΖΩΝ ΥΠΕΡ ΤΟΥ ΚΚΕ. - Ωχρός και υποβασταζόμενος ωδηγήθη εις τόπον εκτελέσεως παρά το Δαφνί. - Αντιμετώπισε με απόλυτον ψυχραιμίαν τας σφαίρας του αποσπάσματος.- Δεν εδέχθη ούτε να κοινωνήση, ούτε να του δέσουν τους οφθαλμούς του. - Αι τελευταίαι του λέξεις: ''Αφήνω ένα τιμημένο όνομα στο παιδί μου ''. - Παρέδωσε μιαν επιστολήν προς την κατάδικον εις θάνατον σύζυγόν του».
Στις εσωτερικές της σελίδες η εφημερίδα τιτλοφορεί το θέμα ως εξής: «Ο Πλουμπίδης ωδηγήθη σιωπηλός και καπνίζων εις τον τόπον της εκτελέσεως. - Ετάφη ευθύς αμέσως εις το παρά το Δαφνί νεκροταφείον του Αγίου Γεωργίου».
Η κεντρώα «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», που είχε προμετωπίδα το σύνθημα «Η Ελλάς είναι δημοκρατική», φιλοξένησε το θέμα στην πρώτη της σελίδα γράφοντας στους τίτλους: «Απορριφθείσης της αιτήσεως χάριτος Ο ΝΙΚ. ΠΛΟΥΜΠΙΔΗΣ ΕΞΕΤΕΛΕΣΘΗ ΤΗΝ 5.40' Π.Μ.».
Η «ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ» φιλοξένησε την είδηση ως πρώτο θέμα της πρώτης σελίδας της, στη δεύτερη, όμως, έκδοσή της που φαίνεται πως πραγματοποιήθηκε ακριβώς γι' αυτό το σκοπό. Οι τίτλοι χαρακτηριστικοί και για τις πολιτικές σκοπιμότητες που ήθελε να εξυπηρετήσει η εφημερίδα: «ΕΤΥΦΕΚΙΣΘΗ ΤΗΝ ΑΥΓΗΝ Ο ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΛΟΥΜΠΙΔΗΣ - Η εκτέλεσίς του έγινε παρά τω Δαφνί. - Είχεν υποβάλει αιτήσεις αναιρέσεως και χάριτος, αλλ' απερρίφθησαν αμφότεραι. - Τελευταίως η υγεία του είχεν αποκατασταθή εις το σανατόριον. Ο ΖΑΧΑΡΙΑΔΗΣ ΠΟΥ ΤΟΝ ΕΙΧΕΝ ΑΠΟΚΗΡΥΞΕΙ ΩΣ ''ΠΡΑΚΤΟΡΑ ΤΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ'' ΜΕΝΕΙ ΕΚΤΕΘΕΙΜΕΝΟΣ ΩΣ ΚΟΙΝΟΣ ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ». Στις μέσα σελίδες της η ίδια εφημερίδα τιτλοφορεί το ρεπορτάζ της ως εξής: «Αι τελευταίαι λέξεις του Ν. Πλουμπίδη ενώ εδέχετο πελιδνός τα πυρά του εκτελεστικού αποσπάσματος: ''Αφήνω τώρα στο μικρό παιδί μου ένα καλό όνομα". - Εις την εκτέλεσιν παρίσταντο προσκληθέντες και δημοσιογράφοι».
Στην «ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ» η εκτέλεση είναι πρώτο θέμα στην πρώτη σελίδα της υπό τον τίτλο «ΠΑΡΗΚΟΛΟΥΘΗΣΑ ΕΙΣ ΤΟ ΔΑΦΝΙ ΤΗΝ ΕΚΤΕΛΕΣΙΝ ΤΟΥ ΠΛΟΥΜΠΙΔΗ». Πλάγιοι τίτλοι: «Από τας φυλακάς της ''Σωτηρίας'' εις τον τόπον του τυφεκισμού. - Ο Πλουμπίδης ειδοποιείται τα μεσάνυκτα. - Συνομιλία του με τον ιερέα.- ''Παρακαλώ, έναν καφέ''.- Ο Πλουμπίδης αψόγως ενδεδυμένος εξέρχεται των φυλακών. - Εις το σιδηρόφρακτον αυτοκίνητον, προς ο Δαφνί. - Ο Πλουμπίδης προ του εκτελεστικού αποσπάσματος.- ''Απασφαλίσατε, σκοπεύσατε''. - Ο Πλουμπίδης δέχεται ψύχραιμος τον θάνατον.- Ηρνήθη να του δέσουν τους οφθαλμούς. - Αι τελευταίαι λέξεις του εκτελεσθέντος».
Τα ρεπορτάζ των εφημερίδων που προαναφέραμε δίνουν πολλές πληροφορίες για τις τελευταίες ώρες του μελλοθάνατου. «ΤΑ ΝΕΑ» περιγράφουν ως εξής τις στιγμές του κομμουνιστή ηγέτη, λίγες ώρες πριν συναντήσει το εκτελεστικό απόσπασμα. «Χτες περί την 2αν πρωινήν ο αρχιφύλαξ των φυλακών κ. Πέπας μετέβη εις το κελί του Πλουμπίδη και το εξύπνησεν. Εκείνος ηγέρθη ανήσυχος από την κλίνην του, μαντεύσας προφανώς ότι η μεταμεσονύκτιος αύτη επίσκεψις δεν προοιωνίζετο τίποτε το καλόν.
- Η αίτησις χάριτος που είχες υποβάλει, Νίκο, του είπεν, απερρίφθη.
Ο Πλουμπίδης έγινε κάπως περισσότερον ωχρός και δεν απήντησε. Τότε ο αρχιφύλαξ του ανεκοίνωσε ότι μετά την απόρριψιν της χάριτος έπρεπε να αναμένη την εκτέλεσιν.
- Για πότε λες; Ηρώτησε. Μήπως είναι να με εκτελέσουν σήμερα;
Ο αρχιφύλαξ τότε του είπε την αλήθειαν. Του ανεκοίνωσεν ότι η εκτέλεσίς του είχε αποφασισθή διά τας πρωινάς ώρας και έπρεπε να ετοιμασθή. Ο Πλουμπίδης εγκατέλειψε τότε την κλίνη του και ήρχισε να ενδύεται. Παρακάλεσε κατόπιν να του δώσουν μια κόλλα χαρτί, γιατί ήθελε όπως είπε, να γράψη μιαν επιστολήν εις την συζυγόν του η οποία ευρίσκεται εις τας φυλακάς και η οποία επίσης έχει καταδικασθή εις θάνατον διά κομμουνιστικήν δράσιν».
Η ίδια εφημερίδα προσθέτει επίσης ότι ο ιερέας των φυλακών του σανατορίου «Σωτηρία» Τιμόθεος ζήτησε να μεταλάβει τον Πλουμπίδη, αλλά εκείνος αρνήθηκε, όπως αρνήθηκε να εξομολογηθεί, λέγοντας ότι δεν έχει να πει τίποτα. Δεν αρνήθηκε όμως να συζητήσει με τον ιερέα διάφορα θρησκευτικά ζητήματα «υποστηρίζων την κομουνιστικήν άποψιν». Η συζήτηση κράτησε ως τις 3 το πρωί και σταμάτησε όταν ακούστηκαν έξω από τις φυλακές τα αυτοκίνητα που είχαν έρθει για να πάρουν τον μελλοθάνατο. «Ο μελλοθάνατος - γράφει η εφημερίδα - ήκουσε τον θόρυβον των φρένων και των μοτέρ και είπε εις τον ιερέα:
- Ερχονται να με πάρουν. Δε θα τελειώσουμε την κουβέντα μας»...
Τις ίδιες πληροφορίες με «ΤΑ ΝΕΑ» δίνουν και οι υπόλοιπες εφημερίδες, πράγμα φυσικό άλλωστε, αφού όλοι οι δημοσιογράφοι είχαν τις ίδιες πηγές πληροφοριών, γύρω από το θέμα, δηλαδή τους ανθρώπους των φυλακών. Πάντως οφείλουμε να σημειώσουμε πως η «ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ» στο δικό της ρεπορτάζ ισχυρίζεται πώς ο ιερέας και ο Πλουμπίδης συζήτησαν για αρκετό χρονικό διάστημα - και κανείς δεν τους ενόχλησε μέχρι τη στιγμή που ο μελλοθάνατος ζήτησε καφέ - αλλά κανείς δε γνωρίζει το περιεχόμενο της συζήτησης, αφού ο ιερωμένος αρνήθηκε να πει οτιδήποτε στους δημοσιογράφους που τον συνάντησαν έξω από τη «Σωτηρία».
Στις 3 το πρωί τον Πλουμπίδη παρέλαβε απόσπασμα χωροφυλάκων - «σιδηροδέσμιο», σύμφωνα με τα ρεπορτάζ - και τον επιβίβασε στο αυτοκίνητο, το οποίο θα τον μετέφερε στον τόπο της εκτέλεσης. Ηταν - κατά την ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ - «άψογα ενδεδυμένος. Εφόρει φρεσκοσιδερωμένο σκούρο "αμπιγέ'' κοστούμι, με άσπρο μαντιλάκι στο τσεπάκι. Ηκολούθησε αμίλητος τον αξιωματικόν της Χωροφυλακής που ήτο επί κεφαλής των ανδρών τούτων, αφού προηγουμένως εις διαταγήν του επρότεινε τας χείρας και του επέρασε ο εκπρόσωπος του νόμου τας χειροπέδας. Εν συνεχεία επροχώρησε προς την έξοδον της φυλακής του και επέβη του σιδηρόφρακτου αυτοκινήτου του τμήματος μεταγωγών».
Ο Πλουμπίδης - σύμφωνα με το ρεπορτάζ των «ΝΕΩΝ» - κάθισε ανάμεσα στους χωροφύλακες, ενώ στο ίδιο αυτοκίνητο επιβιβάστηκε ο ιερέας και ένας αξιωματικός της Γενικής Ασφάλειας Αθηνών με πολιτική περιβολή. Κατά τη διαδρομή «εφαίνετο σκεπτικός και ήτο αμίλητος. Εκάπνιζε συνεχώς. Εις δύο - τρεις ερωτήσεις που του απηυθύνθησαν από τους συνοδούς του... δεν απήντησεν... Εις μίαν στιγμήν μόνον ενεθυμήθη το γράμμα που είχε διά τη συζυγόν του. Παρεκάλεσε κάποιον χωροφύλακα να το βγάλη από την τσέπη του, διότι αυτός έφερε χειροπέδας και το παρέδωσε εις τον εν πολιτική περιβολή αστυνόμον της Γενικής Ασφαλείας που τον συνόδευε.
- Σε παρακαλώ, του είπε, φρόντισε αυτή η επιστολή να φτάση στη γυναίκα μου. Είναι η τελευταία παράκλησις που κάνω σε ζωντανό άνθρωπο».
Το αυτοκίνητο με τον μελλοθάνατο κομμουνιστή ηγέτη έφτασε στον τόπο της εκτέλεσης μια ώρα περίπου πριν ηχήσουν τα όπλα. Στις 4.56' π.μ. έφτασαν εκεί τα αυτοκίνητα με τους εκπροσώπους των στρατιωτικών και αστυνομικών αρχών, καθώς και τα αυτοκίνητα των δημοσιογράφων που ακολουθούσαν. Σε λίγο το λόγο θα έπαιρνε το εκτελεστικό απόσπασμα...
Στις 17/8/2001 ημέρα Παρασκευή θα τελέσουμε ετήσιο μνημόσυνο του
ΚΡΟΙΣΟΥ ΠΕΡΣΗ
Στο Νεκροταφείο Ν. Σμύρνης και ώρα 10 π.μ. θα μαζευτούν η οικογένειά του και όσοι φίλοι του, στον τάφο του αξέχαστου και πολυαγαπημένου Κροίσου.
Η σύζυγος: Δέσποινα. Τα παιδιά: Σίσυ και Γιώργος. Τα εγγόνια: Κροίσος και Ορέστης.
Το 27ο Φεστιβάλ της ΚΝΕ θα υποδεχτούν στην Κάλυμνο στις 17 Αυγούστου με θέμα «ναρκωτικά, ανεργία, κοινωνική ασφάλιση».
Ακολουθεί η Λακωνία, όπου θα γίνουν μια σειρά εκδηλώσεων, με πρώτη στις 18 Αυγούστου στη Μονεμβασιά, στις 8.30 το βράδυ, με θέμα την «παγκοσμιοποίηση».
Στην Κέρκυρα, στις 18 Αυγούστου θα πραγματοποιηθεί η προφεστιβαλική εκδήλωση στο Βαλανιό, με θέμα τον «τρομονόμο» και την ίδια ημέρα εκδήλωση θα γίνει και στη Λήμνο, με θέμα την ειρήνη.
Μ' αυτά τα ταπεινά και μετρημένα λόγια περιέγραφε τον εαυτό του ο Κώστας Βιδάλης, τον Οκτώβρη του 1945, σε βιογραφικό ερωτηματολόγιο που του ζήτησε το Γραφείο Οργάνωσης του «Ριζοσπάστη». Λίγους μήνες αργότερα, τον Αύγουστο του 1946, πιστός στις αρχές που ο ίδιος είχε θέσει σ' αυτόν, άφηνε την τελευταία του πνοή στο θεσσαλικό κάμπο. Στον τόπο όπου το χρέος τον καλούσε. Στην πηγή της είδησης. Κι ας ήξερε, καλύτερα απ' όλους, πως αυτή η πηγή βρισκόταν πλάι στο θάνατο. Επρεπε να τη φτάσει, έπρεπε να δει, ν' ακούσει και να γευτεί, να πιει απ' το νερό της για να μπορέσει μετά να γράψει για την αλήθεια ενός λαού κι ενός τόπου. Ηθελε το μαχαίρι ν' ακουμπήσει κόκαλο. Αυτή ήταν η δημοσιογραφία που υπηρετούσε. Αυτή κι η ιδεολογία του: Πράξεις, όχι λόγια και θεωρίες. Μα πάνω απ' όλα άνθρωπος, απ' την κορυφή ως τα νύχια του, γιατί ήταν κομμουνιστής. «Φεύγω αύριο κι ό,τι θέλει ας γίνει!», είπε στον διευθυντή του «Ρ» Κ. Καραγιώργη. Είχε εισπράξει ήδη τρεις φορές την αρνητική του απάντηση. Αυτή τη φορά ο συνάδελφος, φίλος και σύντροφός του ήξερε πως δεν μπορούσε να τον σταματήσει. Τον άφησε να φύγει. Κι έμελλε αυτή του η αποστολή να 'ναι κι η τελευταία...
Οταν τόσα χρόνια μετά σου ζητούν να γράψεις για τέτοιους ανθρώπους, που τ' όνομά τους συνδέθηκε με την ελληνική δημοσιογραφία και η ζωή τους με την ελληνική ιστορία, γνωρίζεις εκ των προτέρων πως πολλά απ' όσα πρέπει δε θα ειπωθούν. Γιατί πολύ απλά είσαι μικρός - το ξέρεις - για να μπορέσεις να ακουμπήσεις, έστω με την άκρη των δακτύλων σου, τέτοια υπέρμετρα μεγέθη. Οφείλεις, ωστόσο, να σταθείς με προβληματισμό μπροστά στα ερωτήματα που αναπόφευκτα κι από χρέος - προς αυτόν, προς εσένα δεν ξέρεις - προκύπτουν. Είναι οι εποχές που δημιουργούν τους ήρωες; `Η μήπως ήρωες υπάρχουν σ' όλες τις εποχές, ακόμα και στις πιο ξερές και άνυδρες; Ο Βιδάλης ξεπέρασε τον εαυτό του; `Η απλώς τον ακολούθησε; Δημοσιογραφώ σημαίνει περιγράφω σωστά και κρίνω κοφτά, ή μήπως πολύ απλά «ταυτίζομαι» με όποιο τίμημα; Οπως και να 'χει, ξέρεις πως όσο κι αν οι καιροί αλλάζουν, μερικά πράγματα δεν μπορούν παρά να συνεχίζουν να είναι το ζητούμενο. Ετσι και η περίπτωση του Βιδάλη στέκει, μισό αιώνα και πλέον τώρα, μπροστά μας για να θυμίζει το πραγματικό περιεχόμενο δύο πολύ ακριβών λέξεων: Χρέος κι αλήθεια. Οχι μόνο στη δημοσιογραφία, αλλά πολύ περισσότερο στην ίδια τη ζωή μας...
Ηταν καλοκαίρι του 1946, όταν ολόκληρη η Ελλάδα βογκούσε μέσα σ' ένα ανείπωτο όργιο τρομοκρατίας. Στα δημοσιογραφικά γραφεία έφταναν συνεχώς ειδήσεις, κυρίως απ' τη Θεσσαλία, για το δράμα που ζούσε εκεί ο λαός. Οι Σούρληδες οργίαζαν στο θεσσαλικό κάμπο, γη και άνθρωποι είχαν γίνει τσιφλίκι τους. Εκαιγαν χωριά, άρπαζαν τις σοδειές των χωρικών, την μπουκιά απ' το στόμα τους, έδερναν μέχρι θανάτου κι εκτελούσαν κομμουνιστές, βίαζαν γυναίκες, σκότωναν παιδιά. Ο Κ. Βιδάλης, πολιτικός συντάκτης του «Ριζοσπάστη» και της «Ελεύθερης Ελλάδας», παρακολουθούσε, ζούσε, έμενε άγρυπνος με τα συνταρακτικά γεγονότα. Το γραφείο, η Αθήνα δεν τον χωρούσε. «Η είδηση στην πηγή της, κύριε συνάδελφε!». Αυτή ήταν η πρώτη, η βασική του δημοσιογραφική αρχή. Από κει και πέρα ακολουθούσαν οι άλλες, οι σπάνιες αρχές ενός σωστού κομμουνιστή κι ενός ολοκληρωμένου ανθρώπου. Το υπέρτατο χρέος απέναντι σ' αυτούς που έχουν την ανάγκη σου, που χρειάζονται τη βοήθειά σου. Πώς να σταθεί στην καρέκλα του ένας Βιδάλης; Πώς να κοιμηθεί τα βράδια; Πώς να παραδώσει κείμενο; Απ' τις «μπούρδες» του τότε υπουργού Δημόσιας Τάξης Θεοτόκη; Χωρίς να 'χει δει τα μάτια των φτωχών χωρικών, χωρίς να 'χει ακούσει τις κουβέντες τους; «Δεν είναι τίμιο. Επιμένω να φύγω», είπε κι έφυγε. Ηταν 13 Αυγούστου.
Το τρένο που πήρε, τράβηξε για το Βόλο. Στον επόμενο σταθμό, στον Πλατύκαμπο, το τρένο κυκλώθηκε από 20 άνδρες της συμμορίας του Σούρλα. «Ενας άνδρας έως 40 χρόνων, που φορούσε λευκό κοστούμι» συλλαμβάνεται. Είναι ο Βιδάλης. Τον βάζουν σε αυτοκίνητο και κατευθύνονται στη Μελία. Κατεβαίνουν σ' ένα καφενείο. Ο Βιδάλης και κει κάνει την... υπέρβαση. Σα να μη συμβαίνει τίποτα - κι ας ξέρει πως οδηγείται στο θάνατο - πιάνει κουβέντα με τους χωρικούς. Τους ρωτά για τη σοδειά, για την εκεί ζωή τους. Κρατά σημειώσεις στο πακέτο των τσιγάρων του, μιας κι ο χαρτοφύλακάς του έχει ήδη κατασχεθεί. Η συμμορία του Σούρλα έχει αποτραβηχτεί και κάτι μουρμουρίζει. Μια κοπέλα περνά από δίπλα τους, ακούει, βάζει τα χέρια της στο πρόσωπο και φεύγει τρέχοντας. Τότε ο Βιδάλης επιβεβαιώθηκε. Ο θάνατος ήταν κοντά, πολύ κοντά. Ισα που δάγκωσε τα χείλη του...
Οι άνθρωποι του Σούρλα παίρνουν τον δημοσιογράφο και τον κατευθύνουν στο νεκροταφείο. Ηταν περίπου 10 το βράδυ. Του παίρνουν τη βαλίτσα και τις σημειώσεις που είχε μαζί του. Του κάνουν ερωτήσεις και τον χτυπούν με ρόπαλα. Αρχηγός ένας ξανθός Κύπριος, ο Τζορτζ. Τον βασανίζουν μέχρι το πρωί. Τον παραμορφώνουν κυριολεκτικά. Ατάραχος τα υπομένει όλα και φωνάζει διαρκώς: «Το ΕΑΜ θα νικήσει!». Ο άνθρωπος που θα αναλάμβανε να του ρίξει τις σφαίρες της λύτρωσης, θρασύτατα τον ρωτά: «Τι θα μου δώσεις, ρε, για τον κόπο μου;». Κι ο Βιδάλης απλώνει ως απάντηση το χέρι του και του δίνει το τελευταίο τάλιρο που είχε στην τσέπη του! Τα ξημερώματα τον γδύνουν. Τον μαστιγώνουν άγρια, ενώ ο Τζορτζ σαν μανιασμένος ταύρος τον μαχαιρώνει σε όλο το κορμί του. Ο Βιδάλης ζει ακόμα! «Ζήτω το ΕΑΜ, ζήτω οι αγωνιστές!», συνεχίζει να φωνάζει με όλη του τη δύναμη. Στο τέλος τον πυροβολούν και τον αφήνουν εκεί άθαφτο για μέρες. Το μεγαλύτερο μέρος του σώματός του το έφαγαν τα όρνια και τα σκυλιά. Ο,τι απέμεινε θάφτηκε, μετά από 10 μέρες.
Κάποιοι τον χαρακτήρισαν «Ιησού της δημοσιογραφίας». Κάποιοι άλλοι απλώς κομμουνιστή. Οπως και να 'χει, όμως, η σκυτάλη που έφυγε απ' τα χέρια αυτού του ξεχωριστού ανθρώπου συνεχίζει ακόμα και σήμερα - σ' αυτό το γενικότερα ξερό κι άνυδρο δημοσιογραφικό τοπίο - να βρίσκει χέρια να την κρατήσουν. Απόγονοι του Βιδάλη είναι οι δημοσιογράφοι που συλλαμβάνονται σήμερα - υπό τις ευλογίες της Ευρώπης - στην Τουρκία και το Κουρδιστάν, γιατί επιμένουν να ερευνούν και να γράφουν για όλα όσα συμβαίνουν μέσα κι έξω απ' τις φυλακές της γειτονικής χώρας. Απόγονοι του Βιδάλη είναι όσοι εξακολουθούν να φυλακίζονται, να τιμωρούνται, να βασανίζονται και να εξευτελίζονται λόγω των πολιτικών τους πεποιθήσεων. Απόγονοι του Βιδάλη είναι οι ετοιμοθάνατοι απεργοί πείνας στην Τουρκία. Απόγονοί του οι άνθρωποι που εξακολουθούν να απλώνουν το χέρι στον συνάνθρωπο, αρνούμενοι να το βάλουν στην τσέπη τους. Απόγονοι κι αυτοί που δεν ησυχάζουν στον ύπνο τους, που δεν τους χωρά η καρέκλα τους, που δεν κλείνουν τα μάτια τους σε όσα γύρω τους συμβαίνουν. Αυτή είναι η ελπίδα, αυτό το χρέος, αυτή κι η αλήθεια. Οφείλουμε στη μνήμη του προσπάθεια κι αισιοδοξία...