Η δημόσια Υγεία «νοσεί και πάσχει» και οι μεγαλοϊδιοκτήτες του επιχειρηματικού τομέα, που «φυτρώνουν» σαν τα μανιτάρια στον κάμπο, κερδοσκοπούν ασυστόλως
Γνωρίζουμε ότι «κομίζομεν γλαύκαν ες Αθήνας», υποστηρίζοντας πως στη Θεσσαλία -όπως, άλλωστε, σ' όλη την Ελλάδα- ο δημόσιος τομέας Υγείας «νοσεί και πάσχει». Γνωστό είναι, επίσης, ότι την «αρρώστια» αυτή εκμεταλλεύονται οι μεγαλοϊδιοκτήτες του επιχειρηματικού τομέα Υγείας, που «πλάκωσαν» σαν τα όρνια στην περιοχή και κερδοσκοπούν ασυστόλως, χώνοντας βαθιά το χέρι τους στην τσέπη των ασθενών και στ' αποθέματα των ασφαλιστικών ταμείων.
Ο δημόσιος τομέας βοηθάει τον επιχειρηματικό να ενισχυθεί και ν' αναπτυχθεί σε βάρος του. Για του λόγου το αληθές δεν έχει κανείς παρά να παρατηρήσει τα ασθενοφόρα που «τρέχουν», σχεδόν καθημερινά, στο δρόμο που οδηγεί από τα νοσοκομεία προς τα ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα.
Και μπορεί, μεν, αυτό το «φαινόμενο» να οφείλεται, εν πολλοίς, στη «διαπλοκή» συμφερόντων - υπάρχουν κάποιοι που τα κονομάνε χοντρά από τη «συνεργασία» δημόσιου και επιχειρηματικού τομέα της Υγείας- αλλά κυρίως οφείλεται στην πολιτική της κυβέρνησης. Για παράδειγμα, υπάρχουν μεγάλες ελλείψεις σε ανθρώπινο δυναμικό και σε τεχνολογικό εξοπλισμό στα νοσοκομεία που τα καθιστούν ανίκανα ν' ανταποκριθούν στις αυξημένες ανάγκες των ασθενών. Αλλά δεν αντιμετωπίζεται το πρόβλημα των ελλείψεων, γεγονός που αποδεικνύει ότι η κυβέρνηση, όχι μόνο δε βοηθάει -ως όφειλε- το δημόσιο τομέα της Υγείας, αλλά κάνει ό,τι μπορεί για να ενισχύσει τους επιχειρηματίες κερδοσκόπους.
Μάλιστα, επιχειρεί να μετατρέψει και το δημόσιο τομέα σε κερδοσκοπικό, ώστε να μη «γλιτώνει» πουθενά ο ασθενής - πελάτης όπως τον θέλουν. Εκεί στοχεύουν, εκτός των άλλων, και τα λεγόμενα απογευματινά ιατρεία, που λειτουργούν εδώ και ένα χρόνο σε πολλά νοσοκομεία, μέσω των οποίων συγκεντρώθηκαν 8. 219.086 ευρώ, (περί τα 2,7 δισ. δρχ.). Στη Θεσσαλία συγκεντρώθηκαν, από ιδιώτες και από Ταμεία, 752.743,60 ευρώ, (256.483.000 δρχ. περίπου), από τα οποία τα 480.356,09 πήγαν στις τσέπες γιατρών κι άλλου προσωπικού και τα 204.263,68 στα Ταμεία των 5 νοσοκομείων της περιοχής, (κυρίως του Πανεπιστημιακού, διότι στα τέσσερα νομαρχιακά και η πελατεία ήταν λίγη και οι αμοιβές μικρότερες).
Η κατάσταση που, με την πολιτική της κυβέρνησης, διαμορφώνεται στο δημόσιο τομέα της Υγείας, θέτει τους ασθενείς της Θεσσαλίας ενώπιον του εκβιαστικού διλήμματος: Αν θέλεις να γιατρευτείς στην ώρα σου, πλήρωσε πολλά, είτε στις ιδιωτικές επιχειρηματικές υγειονομικές υπηρεσίες, είτε στα απογευματινά ιατρεία των νοσοκομείων, αλλιώς περίμενε πότε κι αν βρεθεί μια ευκαιρία να εξυπηρετηθείς σε νοσοκομείο της περιοχής, ή της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. `Η αλλιώς: Αν έχεις παράδες μπορείς να γιατρευτείς, αν δεν έχεις «καλό χαντάκι»...
Λύση υπάρχει; Ναι, αλλά απαιτεί άλλη πολιτική, φιλολαϊκή. Χρειάζεται, λοιπόν, ο λαός της Θεσσαλίας να οργανώσει το δικό του μέτωπο πάλης, μαζί με όσους από τους εργαζόμενους στο χώρο της Υγείας δεν έχουν υποστεί αλλοίωση της συνείδησης και διαθέτουν ακόμα τη θέληση και την αντοχή να παλέψουν ενάντια στη σημερινή πολιτική και σ' αυτό τον τομέα, διεκδικώντας πραγματικά δημόσιο δωρεάν για όλους σύστημα Υγείας.
Ο ΥΠΟΓΡΑΦΩΝ έστειλα, πριν λίγο καιρό, μια επιστολή -δημοσιεύτηκε σε τοπική εφημερίδα- στην οποία αναφέρονταν μεγάλα προβλήματα που, «ιδίοις όμμασι», αντιλήφθηκα ότι αντιμετωπίζει το νοσοκομείο Τρικάλων, εξαιτίας των ελλείψεων σε ανθρώπινο δυναμικό, τεχνολογικό εξοπλισμό και κτιριακή υποδομή. Παρεμπιπτόντως επισημαίνονταν και προβλήματα που δημιουργούνται λόγω της αγενούς συμπεριφοράς που επιδεικνύουν προς συνοδούς και επισκέπτες ασθενών κάποιοι του νοσοκομείου, ιδίως υπάλληλοι της εταιρίας «σεκιούριτι», που έχει αναλάβει τη φύλαξη και τον έλεγχο στην πύλη και σε εσωτερικούς χώρους.
ΚΙ ΕΝΩ θα περίμενε κανείς από τους αρμοδίους του νοσοκομείου να «εκμεταλλευτούν» τη δημόσια επιστολή σαν βοήθημα στην προσπάθεια να διορθωθούν τα «κακώς κείμενα», αυτοί αντέδρασαν σαν «θιγόμενες κορασίδες». Ο μάνατζερ, Σπ. Αποστολόπουλος -ο οποίος, ειρήσθω εν παρόδω, αποφάσισε να μην παρέχει το νοσοκομείο το φάρμακο για τη χημειοθεραπεία στους καρκινοπαθείς για να μειωθούν τα έξοδα! - και κάποια μέλη των ΔΣ των Συλλόγων γιατρών και εργαζομένων, όχι μόνο διαμαρτυρήθηκαν που βγήκαν στη φόρα μερικά από τα «κακώς κείμενα», θυμίζοντας τη συμπεριφορά της γάτας μετά την εκκένωση των εντέρων της, αλλά, εμμέσως πλην σαφώς, με απείλησαν κιόλας να μην τολμήσω να ξανασχοληθώ με το θέμα.
Η ΑΠΕΙΛΗ -άλλοτε εμμέσως κι αλλού αμέσως- έλεγε ότι, αν συνεχίσω, θα φτάσουν μέχρι τη Δικαιοσύνη και θα μου ζητήσουν να καταβάλω τεράστια οικονομική αποζημίωση, επειδή η... δυσφήμιση που δήθεν επιχειρώ μπορεί να προκαλέσει μείωση της ροής ασθενών προς το νοσοκομείο! Φαίνεται πως οι άνθρωποι φοβούνται ότι μπορεί να χάσουν πελατεία και σπεύδουν να με εγκαλέσουν, εκ των προτέρων, για «διαφυγόντα κέρδη». Κι ας μη φανεί αυτό περίεργο, καθώς οι μάνατζερ των νοσοκομείων, αλλά και όσοι από τους συνδικαλιστές στο χώρο της Υγείας έχουν ταχτεί να υπηρετούν, με πίστη και αφοσίωση, τη διαβόητη «μεταρρύθμιση», θεωρούν και μεταχειρίζονται τους ασθενείς σαν πελάτες...
Η «επιβαρυμένη» κατάσταση του δημόσιου τομέα της Υγείας, ως αποτέλεσμα της αντιλαϊκής πολιτικής της κυβέρνησης, «άνοιξε» για τα καλά την όρεξη των ιδιωτών που λυμαίνονται το χώρο και στη Θεσσαλία. Ετσι, το τελευταίο διάστημα πολλές είναι οι ιδιωτικές επιχειρήσεις «πώλησης» υπηρεσιών Υγείας, που «φυτρώνουν» στην περιοχή.
Συγκεκριμένα:
Να σημειωθεί ότι οι ιδιωτικοί μαγνητικοί τομογράφοι έχουν πολλή δουλιά, τη στιγμή που στο μαγνητικό του Νομαρχιακού Νοσοκομείου Λάρισας δεν υπάρχουν λίστες!
Η προβληματική λειτουργία του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Λάρισας, έχει, εκτός των άλλων, σοβαρές συνέπειες εις βάρος του επιπέδου σπουδών στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Γιατί, χωρίς να λειτουργούν, ή με το να υπολειτουργούν, οι κλινικές δεν μπορεί, αντικειμενικά, να γίνει σωστά η εκπαίδευση και το ερευνητικό έργο των φοιτητών της Ιατρικής Σχολής.
Μιλώντας στο «Ρ» ο Πασχάλης Μολυβδάς, πρόεδρος της Ιατρικής Σχολής, τονίζει ότι το πρώτο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Σχολή -και το οποίο σχετίζεται και με τη λειτουργία του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου- είναι το θέμα του κτιρίου της, το οποίο έχει «στριμωχτεί» στις «συμπληγάδες πέτρες» των υποψηφίων εργολάβων, που έχουν εμπλακεί σε δικαστική διαμάχη. Αναφέρεται, δε στις επιπτώσεις αυτής της καθυστέρησης στη λειτουργία ορισμένων εργαστηρίων, που έχουν κλινικές διαστάσεις και προσθέτει ότι δεν υπάρχει κτιριακή υποδομή στα εργαστήρια. «Οι χώροι -υπογραμμίζει- είναι περιορισμένοι, με αποτέλεσμα να στριμώχνονται οι φοιτητές. Νοικιάζουμε χώρους, πληρώνουμε, κάνουμε επενδύσεις, οι οποίες πρέπει να γίνουν για το ερευνητικό μας έργο».
Και επισημαίνει ότι με τις καθυστερήσεις αυτές «υπάρχει κίνδυνος να χαθούν τα 11 δισ δρχ. από το Γ΄ ΚΠΣ για το κτίριο της Ιατρικής Σχολής».
Οσον αφορά στις ελλείψεις προσωπικού στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο τονίζει: «Δεν είμαστε παράλογοι να ζητάμε να γίνουν εδώ και τώρα όλες οι προσλήψεις. Αν μας πουν ότι θα σας δίνουμε κάθε χρόνο τόσες θέσεις μπορούμε και εμείς να κάνουμε τον προγραμματισμό μας. Ζητάμε να γίνει ένας ορθολογικός προγραμματισμός, γιατί ό,τι γίνεται είναι τυχαίο και δεν μπορείς να κάνεις ορθολογικά τη δουλιά σου».
Μέχρι σήμερα, όμως, το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Λάρισας εξακολουθεί να υπολειτουργεί, καθώς έχει αναπτύξει μόνο το 50% των δυνατοτήτων του κι αυτό με πολλά προβλήματα, λόγω έλλειψης νοσηλευτικού και διοικητικού προσωπικού, αλλά και μελών ΔΕΠ.
Συγκεκριμένα από τα 1.800 άτομα που χρειάζονται για την πλήρη λειτουργία του, δουλεύουν μόνο 600. Δε λειτουργούν, δε, κλινικές όπως Νευρολογική - Ψυχιατρική, Θωρακοκαρδιολογική - Καρδιολογική, Οφθαλμολογική, ΩΡΛ, καθώς και Πανεπιστημιακές κλινικές όπως Ενδοκρινολογική, ρευματολογική και γαστρεντερολογική.
Είναι χαρακτηριστικά ορισμένα παραδείγματα που καταδεικνύουν την προβληματική λειτουργία του Πανεπιστημιακού με ό,τι αυτό συνεπάγεται εις βάρος της υγείας των Θεσσαλών:
Μεγάλο πρόβλημα αποτελούν οι τεράστιες «ουρές» στη λίστα των λειτουργούντων χειρουργείων, κυρίως, λόγω έλλειψης αναισθησιολόγων και βοηθητικών κλινικών, όπως και στις λίστες των εξωτερικών ιατρείων.
Κι ενώ τα προβλήματα του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου πολλαπλασιάζονται κι οξύνονται, η κυβέρνηση δεν τα λύνει, εκτός των άλλων και για να εξυπηρετούνται τα συμφέροντα των ιδιωτών επιχειρηματιών, που λυμαίνονται το χώρο της Υγείας.
Ταυτόχρονα, εκμεταλλεύεται το πρόβλημα των ναρκωτικών για την εξασφάλιση εκλογικής πελατείας μέσω του νοσοκομείου. Αυτό το στόχο έχει και η λειτουργία προγράμματος χορήγησης υποκατάστατων ναρκωτικών ουσιών (μεθαδόνη, βουλεπροφίνη) στο νοσοκομείο, από τις αρχές του 2003, μέθοδος που δεν αντιμετωπίζει το πρόβλημα.
Με την εγκατάσταση 150 κρεβατιών, επιπλέον, στη συνδετήρια πτέρυγα δε θα βλέπαμε την τραγική εικόνα των ράντζων στους διαδρόμους, ιδιαίτερα στην παθολογική, καρδιολογική και ορθοπεδική κλινική. Είναι, δε, χαρακτηριστικό ότι στην παθολογική κλινική, πολλές φορές, τα ράντζα είναι περισσότερα και από τα κρεβάτια!
Οι υπηρεσίες παροχής περίθαλψης υποβαθμίζονται εξαιτίας και της περικοπής των εφημεριών των γιατρών, ενώ υπάρχουν εκτός των άλλων και ελλείψεις σε επιστημονικά όργανα και τεχνολογική υποδομή. Ακόμα και ο αξονικός τομογράφος - χρειάστηκε να χαθούν ανθρώπινες ζωές για να λειτουργήσει - δεν καλύπτει όλο το φάσμα των διαδικασιών που πρέπει ν' ακολουθηθούν.
Οσον αφορά στο νέο κτίριο του νοσοκομείου, που εδώ και χρόνια γίνεται αντικείμενο προεκλογικής υποσχεσιολογίας, θα χρειαστούν πολλά χρόνια για να λειτουργήσει.
Το υπάρχον νοσηλευτικό και διοικητικό προσωπικό δουλεύει τρεις έως τέσσερις συνεχόμενες εβδομάδες χωρίς ρεπό. Για παράδειγμα σε εργαζόμενους στην κουζίνα χρωστούν έως και 60 ρεπό.
Δεν υπάρχει Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών. Τα επείγοντα περιστατικά καλύπτουν γιατροί που εφημερεύουν, πολλές φορές, δύο συνεχόμενα 24ωρα, ενώ χρειάζονται εκπαιδευμένο προσωπικό καθώς και γιατροί ειδικοτήτων χειρούργου, ορθοπεδικού, αναισθησιολόγου, παθολόγου οι οποίοι πρέπει να είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης στο τμήμα.
Στη Μονάδα Αυξημένης Φροντίδας υπάρχει μόνο ένας γιατρός, ενώ χρειάζεται ένας για κάθε 8ωρο, με αποτέλεσμα πολλά περιστατικά να διακομίζονται σε άλλα νοσοκομεία, της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας.
Η Μονάδα Τεχνητού Νεφρού, όπου διπλασιάστηκε τα τελευταία χρόνια ο αριθμός των ασθενών, λειτουργεί χάρη στις προσπάθειες των γιατρών. Ομως, οι ασθενείς είναι στοιβαγμένοι στο υπόγειο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την υγεία τους.
Η Μονάδα Βραχείας Νοσηλείας έχει ενσωματωθεί στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών και δουλεύει με το ίδιο προσωπικό. Το νοσηλευτικό προσωπικό είναι 22 άτομα, σε κάθε βάρδια απαιτούνται 10, δουλεύουν μόνο 6.
Δεν υπάρχει αξονικός τομογράφος.
Στο τμήμα «Ωρυλά» - καλύπτει και ασθενείς της Καρδίτσας, όπου δεν υπάρχει ανάλογο τμήμα - υπάρχει μόνο ένας γιατρός.
Ουσιαστικά δεν υπάρχει τμήμα χημιοθεραπείας, αλλά μόνο το μηχάνημα που γίνονται οι διαλύσεις των φαρμάκων. Δεν υπάρχουν ειδικοί γιατροί, ενώ οι καρκινοπαθείς βρίσκονται σε διάφορες άλλες κλινικές, δίπλα σε αρρώστους που πάσχουν από άλλες ασθένειες.
Στο τμήμα «Ψυχαργώς» - τμήμα ένταξης των ψυχικά αρρώστων - που είναι σχεδόν 10 χιλιόμετρα μακριά από το νοσοκομείο, υπάρχουν μόνο ένας γιατρός και 8 συμβασιούχες νοσοκόμες, ενώ χρειάζεται εξειδικευμένο προσωπικό.
Δεν υπάρχει μαγνητικός τομογράφος.
Οι εργαζόμενοι στα πλυντήρια δουλεύουν σε απαράδεκτες συνθήκες, (π.χ. υψηλές θερμοκρασίες χωρίς κλιματισμό).
Λόγω έλλειψης προσωπικού στην κουζίνα, η μία βάρδια παραδόθηκε σε ιδιώτες.
Μεγάλο πρόβλημα αποτελεί και η έλλειψη φωτεινών σηματοδοτών έξω από το κτίριο του νοσοκομείου, εξαιτίας της οποίας την τελευταία τριετία έχασαν τη ζωή τους τρία άτομα.