Α, εκείνη η χαρά σαν κυκλοφόρησε στα περίπτερα το πρώτο νόμιμο φύλλο! Ανείπωτη. Κι ύστερα οι νεολαίοι της ΚΝΕ - ανάμεσά τους κι εγώ - να τον διαλαλούν στο υπόγειο της Ομόνοιας με όση δύναμη δίνουν τα νεανικά πνευμόνια. Και στα εργοστάσια, στα γιαπιά, στα μαγαζιά, στα σπίτια. Σε πόλεις και χωριά. Παντού.
Στα γραφεία της εφημερίδας και στο τυπογραφείο οργασμός δουλειάς. Δεκάδες νέοι σύντροφοι - μαζί κι εγώ, από το 1977 σε ηλικία μόλις 18 ετών - δίπλα σε μπαρουτοκαπνισμένους κομμουνιστές. Εχουν διαβάσει τον Ρίτσο που έγραφε: «Ομορφος που είναι ο κόσμος σύντροφοι όταν έχουμε κάνει το καθήκον μας»!
Ε, δεν είναι και μικρό πράγμα να γράφεις σε μια εφημερίδα που έγραψαν ο Αρης Βελουχιώτης και ο Κώστας Βιδάλης, να βρίσκεσαι στο ίδιο δημοσιογραφικό γραφείο με κομμουνιστές δημοσιογράφους - πρότυπα, όπως ο Γιώργης Μωραΐτης και ο Νίκος Καραντηνός.
Ο «Ριζοσπάστης» γράφει για τον λαό.
Για τους εργάτες με τους ρόζους στα δουλεμένα χέρια τους και το ρυτιδωμένο χαμόγελο στα χείλη, τους σκαπανείς μιας νέας ανθρώπινης κοινωνίας. Εδώ θα διαβάσεις τα κρυφά λόγια που ανταλλάσσουν οι ανθρακωρύχοι στις στοές πριν από την απεργία.
Για τους αγρότες με τα κουρασμένα κορμιά και τα λασπωμένα πόδια που ταΐζουν του λαού τα στόματα. Εδώ θα δεις φωτογραφίες των ξωμάχων που χαράματα και με την ανάσα να βγαίνει υγρή ανεβαίνουν στα τρακτέρ και ξεκινούν για τα μπλόκα.
Για τις μανάδες και τους μπαμπάδες με την αγωνία των παιδιών τους ζωγραφισμένη στα μάτια που αγωνίζονται να σπάσουν τα κάγκελα φραγής στο μέλλον. Εδώ θα ενημερωθείς για τον καθημερινό αγώνα της λαϊκής οικογένειας να εξασφαλίσει το ψωμί, τη γνώση και την αξιοπρέπεια των παιδιών.
Για τις γιαγιάδες και τους παππούδες με το μυαλό σε εγρήγορση μην και λησμονήσουν το τσουκάλι στη φωτιά και μείνουν νηστικά τα εγγόνια που θέλουν να δουν ξανά τις σημαίες στα μπαλκόνια. Εδώ θ' αντιληφθείς την γλυκιά ομορφιά των ζαρωμένων προσώπων που δεν επιτρέπουν στον εαυτό τους ν' αφήσουν στη μέση την ελπίδα του κόσμου.
Για τα μωρά με το ανυποψίαστο χαμόγελο και για τα αγέννητα με την ανυπομονησία να βγουν στο φως του ήλιου που δεν θέλουν να έρθουν στη ζωή μόνο για να πεθάνουν. Εδώ θα μάθεις πως για να ζεις δεν αρκεί να αναπνέεις, ούτε μόνο να απολαμβάνεις και να χαίρεσαι. Χρειάζεται να μπορείς να ονειρεύεσαι και να συμπορεύεσαι, να δημιουργείς και να προσφέρεις.
Για τους στρατιώτες με το σήμα του Ράσελ στο στήθος και το γαρίφαλο στην κάνη του όπλου που αρνούνται να πάνε στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, ν' αναποδογυρίσουν σκοτωμένα κορμιά, ψάχνοντας μπακιρένια ρολόγια. Εδώ θα καταλάβεις ότι υπάρχει τρόπος τα αεροπλάνα που βομβαρδίζουν με θάνατο τις λαϊκές γειτονιές της Γάζας και της Βηρυτού, αντί για βόμβες να πετούν ροδοπέταλα στις παγκόσμιες γιορτές της Πρωτομαγιάς.
Γράφει ο «Ριζοσπάστης» και για κείνους που «έφυγαν», αλλά ποτέ δεν χάθηκαν από τη μνήμη, ώστε να μην ξεχαστεί και να γίνει πράξη το παγκόσμιο όραμα.
Για τους φυλακισμένους, τους εξόριστους και τους εκτελεσμένους που αν και κοιμόντουσαν κατάχαμα σε υγρές φυλακές και σε ξερονήσια, με τα κόκαλα σπασμένα από τα ρόπαλα των βασανιστών τους, δεν κρύωναν ούτε πονούσαν, δεν λύγισαν μπροστά στα εκτελεστικά αποσπάσματα, γιατί είχαν θέρμη στην καρδιά και πίστη στο όνειρο, καρτερώντας ν' ανθίσουν ξανά τα σφυροδρέπανα στο καμένο Στάλινγκραντ.
Ο «Ριζοσπάστης» γράφει αληθινά, ταξικά και υπεύθυνα. Και ξέρει πώς να βρει την αλήθεια. Ελεγε ο Βάρναλης: «Δεν έχεις παρά να ξεστρέψεις το μέσα έξω, καθώς ξεστρέβουν οι κοκορετσάδες τ' άντερα των αρνιών. Ετούτη η βρώμα των αντεριών είναι η αλήθεια». Κι είναι τόση η βρώμα που αναδίδει η αστική τάξη και οι πολιτικοί εκπρόσωποί της! Μόνο που στον καπιταλισμό η δημοσιογραφική γραφή χρησιμοποιείται ως μέσο διαστρέβλωσης της πραγματικότητας και χειραγώγησης της συνείδησης. Αντίθετα, στόχος του «Ριζοσπάστη» είναι η αποκάλυψη και η διάδοση της αλήθειας, ώστε ακόμα κι οι χριστιανοί να λένε «τα λέει πιο σωστά κι απ' το βαγγέλιο».
Η επιλογή των λέξεων καθορίζεται από τον επιδιωκόμενο σκοπό που είναι η εξυπηρέτηση των συμφερόντων της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, η προώθηση της ταξικής πάλης για «να ξαναφτιάξουμε τον κόσμο απ' την αρχή». Είναι λέξεις λεπίδες για την αστική τάξη και κεντριά αφύπνισης για την εργατική τάξη και τους συμμάχους της, αφού «αν ξυπνήσεις, μονομιάς θα 'ρτει ανάποδα ο ντουνιάς».
Ο «Ριζοσπάστης» γράφει ουσιωδώς, απλά και κατανοητά. Η γραφή του είναι αρματωμένη, αδρή, αλλά και όμορφη μαζί. Με ουσία, αλλά όταν χρειάζεται και με λυρισμό. Ρωμαλεότητα, αλλά και ρομαντισμό. Με καλολογικά στοιχεία, αλλά χωρίς περικοκλάδες. Δίχως ψύχωση και μονομανία, αλλά ούτε ελιγμούς και τεχνάσματα. Δεν σε δυσκολεύει να καταλάβεις, αλλά ούτε σε τεμπελιάζει. Ο κομμουνιστής είναι άνθρωπος απλός, χωρίς άχρηστους εγωισμούς, αλλά και με «άκακα πάθη», γιατί - όπως έγραφε ο Μαρξ - «τίποτα το ανθρώπινο δεν του είναι ξένο».
Στα 50 χρόνια νόμιμης έκδοσης του «Ριζοσπάστη» η ευχή για ακόμα καλύτερη συνέχεια δεν έχει νόημα αν δεν συνοδεύεται με την υπόσχεση πως θα κάνουμε όλοι ό,τι μπορούμε γι' αυτό...
Γεια σας!
Πάλι συγχαρητήρια για την επέτειο των 50 χρόνων της νόμιμης επανέκδοσης του «Ριζοσπάστη», για το αφιέρωμα στο φύλλο του Σαββατοκύριακου και για το πρωτοσέλιδο και το αφιέρωμα στις εσωτερικές σελίδες!
Δεν ήμουν εκεί όταν ξαναβγήκε νόμιμος ο «Ρίζος» το 1974, αλλά ήμουν εκεί τρία χρόνια και οκτώ μήνες μετά, τον Μάη του 1978, στα 19 μου, κάνοντας την πρώτη μου απόπειρα να ζήσω ως δημοσιογράφος.
Τον υπηρέτησα δημοσιογραφικά, για εννιά χρόνια και κάτι μήνες, στον τομέα της κάλυψης των απεργιών των βιομηχανικών εργατών κι εργατριών της Αθήνας και άλλων πόλεων, κοντινών και μακρινών, γράφοντας και για τα οικονομικά της βιομηχανίας. Για τον λόγο αυτό κάλυψα για τον «Ρίζο» ίσαμε τα μέσα του 1987 περισσότερες ίσως από 400 απεργίες και συναφείς κινητοποιήσεις κυρίως στη βιομηχανία, γνωρίζοντας την εργατική τάξη, τις αρετές και τη δύναμη και το δίκιο και το ανθρώπινο μεγαλείο της, για τα καλά.
Μέχρι τότε τη γνώριζα λίγο μόνο από τη φαμίλια μου κι από λίγα μέλη της ΚΝΕ και του ΚΚΕ ή από σελίδες της Ιστορίας του ΚΚΕ και δουλεύοντας κι ο ίδιος από δέκα χρονώ σε εργοστάσιο. Συνεχίζοντας από τα τέλη του 1987 στον αστικό Τύπο τη δημοσιογραφική μου πορεία, ως ρεπόρτερ και πάντα μόνο γύρω από θέματα οικονομικής ισχύος και ανταγωνισμών και δομών της βιομηχανίας, είχα την ευκαιρία να γνωρίσω για τα καλά μετά την εργατική τάξη και την αστική τάξη, τα βασικά πρόσωπα και τις οργανώσεις της, ιδίως ως προς το πώς λειτουργεί και επιβάλλει την αντιδημοκρατική και ανήθικη κυριαρχία της.
Δεν πρόκοψα, καθώς λέμε όταν μετράμε τα πράγματα με υλικά περιουσιακά στοιχεία. Αλλά νιώθω πολύ πλούσιος και τυχερός.
Γιατί τίποτε δεν μπορεί να συγκριθεί με τον πλούτο των όμορφων συναισθημάτων διαρκείας και την ανθρώπινη πληρότητα που ένιωσα υπηρετώντας για κάποια χρόνια τον «Ρίζο» στον δημοσιογραφικό τομέα της βιομηχανικής εργατικής τάξης, όσο μου έδινε αυτήν την ευκαιρία, υπηρετώντας τους αγώνες και τη χειραφέτηση της εργατικής τάξης μέσω της εφημερίδας του ΚΚΕ.
Ευχαριστώ, λοιπόν, από τα βάθη της καρδιάς μου τον «Ρίζο»!
Συνεχίζοντας το αφιέρωμα στα 50χρονα από τη νόμιμη επανέκδοση, ο «Ριζοσπάστης» δίνει σήμερα τον λόγο σε δύο παλιούς συντάκτες του. Δημοσιεύουμε παρακάτω ένα κείμενο του Παύλου Ριζαργιώτη, ανταποκριτή της εφημερίδας μας στη Θεσσαλία μέχρι και τη συνταξιοδότησή του, και μια επιστολή που πήραμε από τον Χρήστο Κορφιάτη, δημοσιογράφο του «Ριζοσπάστη» τη δεκαετία του '80. Στη διπλανή σελίδα, παρουσιάζονται ορισμένα ιστορικά δημοσιεύματα του «Ριζοσπάστη» για την Απελευθέρωση της Αθήνας.
Οι συγκλονιστικές στιγμές και εικόνες της Απελευθέρωσης από τους ναζί κατακτητές, 80 χρόνια πριν, μέσα από τα ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη»
Παρακάτω γλαφυρά περιγράφει εικόνες σαν και αυτές που κατέκλυσαν την Αθήνα: «...ο λαός ξεχύθηκε με σημαίες και ζητωκραυγές στους δρόμους. Απ' το Πανεπιστήμιο, απ' τις Τράπεζες, απ' όλα τα κέντρα οι τηλεβόες του ΕΛΑΣ σαλπίζουν το χαρμόσυνο μήνυμα. Οι συνοικίες σε παραλήρημα ενθουσιασμού ετοιμάζονται για τον μεγάλο γιορτασμό. Στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη αντιπροσωπείες του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ κατέθεσαν στεφάνι. Εξαλλος από τον ενθουσιασμό ο συγκεντρωμένος κατά χιλιάδες λαός ζητωκραύγαζε. Δακρύζοντας οι πολίτες αγκάλιαζε ο ένας τον άλλο».
Αντίστοιχα στο φύλλο της επόμενης μέρας μεταφέρονται οι πανηγυρικές εκδηλώσεις του λαού.
«...Η μπαρουτοκαπνισμένη Αθήνα, που γνώρισε την πείνα και το βόλι του κατακτητή, το στιλέτο του προδότη... ξεχύθηκε ζωντανή ανθρωποθάλασσα να διαλαλήσει τη Νίκη της... Διαδηλώσεις που πρώτη φορά βλέπει η Αθήνα ξεχύνονται από παντού. Απ' το Σύνταγμα ως την Ομόνοια ένα ρεύμα είναι ο κόσμος. Γελούν, δακρύζουν, αγκαλιάζονται...
Λευτερωθήκαμε! Νικήσαμε! Και πάνω απ' όλα μια φωνή που αγκαλιάζει όλη την Αθήνα, που κλείνει όλους τους σκληρούς τρίχρονους αγώνες, όλη την πίστη στη λευτεριά, όλη τη χαρά της Νίκης: Ε-Α-Μ! Ε-Α-Μ! Σε κάθε γωνιά βουίζουν τα χωνιά. Κι η Αθήνα που έμαθε ν' ακούει στη φωνή τους το κάλεσμα στην αντίσταση και στον αγώνα τρέχει τώρα ν' ακούσει την πρόσκληση στο γιορτασμό και στη χαρά».
«Ο ΕΛΑΣ στον Περισσό
Στις 5 το απόγευμα της Κυριακής (8 του Οκτώβρη) αφού ξεκαθαρίσανε τους ταγματαλήτες από το οχυρό της δεξαμενής της Ούλεν, ύστερα από πεντάωρη σκληρή μάχη, τα ένδοξα παλληκάρια του ΕΛΑΣ μας, νικηφόρα, πάνοπλα με βαρύ και ελαφρύ οπλισμό, παρέλασαν στην κεντρική λεωφόρο και την Πλατεία της Εκκλησίας. Μέσα σε ζητωκραυγές του ενθουσιασμένου κόσμου που μαζεύτηκε απ' όλο τον Περισσό και από τους γύρω συνοικισμούς με σημαιούλες στο πέτο, για να παρακολουθήση με θαυμασμό και βαθειά συγκίνηση την παρέλαση. Γυναίκες και κορίτσια φορτωμένα με άνθη τραγουδώντας τον Εθνικό ύμνο έραναν τις πάνοπλες διμοιρίες του νικηφόρου Στρατού μας».
«Μοναδικός ήταν ο ενθουσιασμός του λαού στη μεγάλη συγκέντρωση που έγινε την Κυριακή το απόγευμα στη Σχολή Ευελπίδων, ύστερ' απ' το διώξιμο των προδοτών και την κατάληψή της από τον ΕΛΑΣ. Υψώθηκε η σημαία στη Σχολή ενώ τα πλήθη χειροκροτούσαν. Ακολούθησε παρέλαση των τμημάτων ΕΛΑΣ, ΕΑΜ, ΕΠΟΝ και χιλιάδων διαδηλωτών. Στην πλατεία μίλησαν ομιλητές αντιπρόσωποι του ΕΛΑΣ, ΕΑΜ, Ε.Α., ΕΠΟΝ. Ολα τα σπίτια των γύρω συνοικιών σημαιοστολίστηκαν».
«Τη Δευτέρα στις 9.30, πάνω από 300 φοιτητές και σπουδαστές μαζεύτηκαν στην αίθουσα της Φιλοσοφικής Σχολής για να γιορτάσουν μια μεγάλη νίκη τους: Το άνοιγμα του Πανεπιστημίου μας. Στον τοίχο τα συνθήματα "Ανοιχτά Σχολειά", "Ζωή, χαρά και μόρφωση" κλείνουν τους αδιάκοπους αγώνες της φοιτητικής μας νειότης στα 3 χρόνια της σκλαβιάς. Μέσα σε θερμές εκδηλώσεις, οι πρώτοι ομιλητές ανοίγουν τη Συνέλευση της Κεντρικής Πανσπουδαστικής Επιτροπής Ανωτάτων Σχολών, βροντοφωνούν τη θέληση όλου του σπουδαστικού κόσμου να γιορτάσει τη λευτεριά της Αθήνας μέσα στ' ανοιχτά ιδρύματά του. Απ' το ίδιο βήμα μίλησε ο κ. Χόνδρος, ο κ. Μελάς και η Συνέλευση έκλεισε με τη θερμή ομιλία του Πρύτανη του Πολυτεχνείου κ. Κιτσίκη, που τόνισε πως η Ελληνική Νεολαία βρήκε για πρώτη φορά την ψυχή της και το δρόμο της μέσα στους ηρωικούς της αγώνες».
«Το φώναζε ο τηλεβόας. "Να καθαρίσουμε τις γειτονιές, να ετοιμάσουμε το στόλισμά τους για τη μεγάλη μέρα της απελευθέρωσης". Χαρούμενο μελίσσι ευτυχίας ξεχύθηκε αμέσως ο κόσμος στη δουλιά. Απ' την Καισαριανή και τη Νέα Ελβετία ως τα Λιόσια και το Περιστέρι βγήκαν οι νοικοκυράδες ν' ασπρίσουν τα σπίτια τους, τ' αητόπουλα ρίχτηκαν να καθαρίσουν τους δρόμους απ' τις πέτρες, χαρούμενες φωνές και γέλια ακούγονται από παντού. Ο λαός της Αθήνας ετοιμάζεται να γιορτάσει όπως της αξίζει τη μέρα της λευτεριάς, να κάνει την πιο λαμπρή υποδοχή στους ελευθερωτές του, τον αδάμαστο ΕΛΑΣ και τους Συμμάχους».
Η νίκη του λαού και η απελευθέρωση από τους ναζί κατακτητές συνοδεύτηκαν από την ελεύθερη κυκλοφορία του «Ριζοσπάστη». Στις 12 Οκτώβρη του 1944 η εφημερίδα έγραφε: «Ανάρπαστος έγινε ο καθημερνός "Ρίζος" στο κέντρο της Αθήνας χτες που πρωτοφανερώθηκε. Ξεσήκωσε παντού λαϊκό ενθουσιασμό. Η φωνή του πουλητή "Ριζοσπάστης" οχτώ χρόνια είχε να ακουστεί στην κεντρική πόλη... Σε πολλές γωνιές σπρωχνότανε ποιος να πρωτοπάρη. Είχαν δίκηο. Ηταν το πρώτο μήνυμα της αληθινής λευτεριάς».