ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 2 Δεκέμβρη 1999
Σελ. /36
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΡΙΝΟΣ
Τα κέρδη των εφοπλιστών και η εξαθλίωση των ναυτεργατών

Οι εξελίξεις στο χώρο της ναυτιλίας. Το ελληνικό εφοπλιστικό κεφάλαιο. Οι τάσεις συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης. Οι στόχοι των κυβερνώντων

Πρώτος ομιλητής στην ημερίδα ήταν ο Γιώργος Μαρίνος, από την Κομματική Οργάνωση Πειραιά του ΚΚΕ, ο οποίος σημείωσε:

«Αγαπητοί φίλοι και σύντροφοι,

Η βιομηχανία των μεταφορών, ως συνέχεια της παραγωγικής διαδικασίας, κατέχει σημαντική θέση στην αναπαραγωγή του κοινωνικού προϊόντος.

Στις αερομεταφορές, στις οδικές, σιδηροδρομικές και θαλάσσιες μεταφορές συντελούνται μεγάλες αλλαγές, στα πλαίσια των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Αφετηρία τους η εξυπηρέτηση των αναγκών του μεγάλου κεφαλαίου και του συστήματος, σε βάρος των εργασιακών, ασφαλιστικών και άλλων θεμελιακών δικαιωμάτων των εργαζομένων.

Πραγματοποιούνται μεγάλης έκτασης εξαγορές και συγχωνεύσεις εταιριών. Διαμορφώνονται στρατηγικές μονοπωλιακές συμμαχίες, στη βάση της υψηλού επιπέδου συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου. Προωθείται η διαδικασία των ιδιωτικοποιήσεων στα πλαίσια της νεοφιλελεύθερης οικονομικής στρατηγικής. Εντείνεται η φιλελευθεροποίηση που οδηγεί στην πλήρη απελευθέρωση του κλάδου.

Η ναυτιλία

Ο ταξικός χαρακτήρας της καπιταλιστικής ανάπτυξης και τα συμφέροντα που υπηρετεί διαπιστώνονται χαρακτηριστικά μέσα από το παράδειγμα της ναυτιλιακής βιομηχανίας.

  • Η ελληνόκτητη ναυτιλία αναπτύσσεται με ραγδαίους ρυθμούς. Το Μάρτη του 1999 έφτασε στα 3.424 πλοία, ξεπερνώντας σε χωρητικότητα τα 139 εκατομμύρια τόνους.
  • Από το 1988 έως το 1999 αυξήθηκε κατά 937 πλοία. Είναι ο μεγαλύτερος στόλος στον κόσμο.
  • Το 1997 οι Ελληνες εφοπλιστές πραγματοποίησαν το 38% των αγορών σε μεταχειρισμένα πλοία.
  • Το 1993 οι νέες παραγγελίες αντιπροσώπευαν το 3% του παγκόσμιου υπό ναυπήγηση (Τονάζ) και το 1997 το ποσοστό έφτασε στο 11,5%.
  • Οι Ελληνες εφοπλιστές κρατούν στα χέρια τους 13 τρισεκατομμύρια δραχμές σε μετρητά, σύμφωνα με στοιχεία του ABM «ABROBANK».

Παρά τα προκλητικά προνόμια που έδωσαν στο εφοπλιστικό κεφάλαιο οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας, κυρίαρχη είναι η τάση της επιλογής των σημαιών ευκαιρίας. Πρόκειται για χαρακτηριστική περίπτωση κυνηγητού του υπερκέρδους μέσω της αξιοποίησης του νομοθετικού καθεστώτος, της ασυδοσίας των ναυτιλιακών επιχειρήσεων, που τους επιτρέπει να λειτουργούν ως «κράτος εν κράτει». Το εφοπλιστικό κεφάλαιο - εννοώ το ελληνικό εφοπλιστικό κεφάλαιο - αναφέρεται στην «ανταγωνιστικότητα» σε σχέση με τις σημαίες ευκαιρίας, τις οποίες σε μεγάλο βαθμό τις ελέγχει το ίδιο.

Οσον αφορά τη μείωση του Ελληνικού Νηολογίου, που χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για τη λήψη νέων αντιναυτεργατικών μέτρων, όπως έδειξαν πρόσφατες ομιλίες του προέδρου της ΝΔ και του υπουργού Εμπορικής Ναυτιλίας, πρέπει να σημειώσουμε το εξής: Οι εφοπλιστές, κατά κανόνα, πουλούν παρήλικα πλοία σε όπως λέγεται αλλοδαπά συμφέροντα. Εχουν ανοίξει ακόμη μια κερδοφόρα επιχείρηση. Την περίοδο Γενάρη -Μάη 1999 γράφτηκαν στο Ελληνικό Νηολόγιο 23 πλοία ηλικίας κατά μέσο όρο 8 χρόνων και διαγράφηκαν 42 πλοία ηλικίας 22,5 χρόνων. Τα 39 πουλήθηκαν σε...«αλλοδαπά συμφέροντα» και μόνο τα 3 άλλαξαν σημαία.

Στις συνθήκες αυτές, το Ελληνικό Νηολόγιο είναι στην κορυφή του στόλου της Ευρωπαϊκής Ενωσης, με το 44% της χωρητικότητας και τέταρτο στη διεθνή κατάταξη.

Οι ναυτεργάτες

Είδαμε δηλαδή με δυο λόγια τη μια πλευρά της αντίθεσης που χαρακτηρίζεται από τα πρωτοφανή κέρδη των εφοπλιστών και την ενίσχυση της θέσης τους. Τι γίνεται με τους ναυτεργάτες;

  • Εχουμε συρρίκνωση των θέσεων εργασίας. Από 52.500 το 1980, μόλις 22.500 το 1996. Μετά τα αντιναυτεργατικά μέτρα της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ το 1997, παρατηρείται ακόμα μεγαλύτερη μείωση. Η ανεργία φούντωσε και επανήλθαν τα συσσίτια των ανέργων.
  • Το οργανικό έλλειμμα του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου για το 1999 είναι 144 δισεκατομμύρια και την ίδια ώρα η εισφοροδιαφυγή των εφοπλιστών ανέρχεται στα 12 δισεκατομμύρια δραχμές, με στοιχεία του '99.
  • Οι μισθοί έχουν καθηλωθεί και οι συνταξιούχοι ζουν με συντάξεις πείνας.
  • Η ταύτιση της «ανταγωνιστικότητας» με τη μείωση του «κόστους εργασίας», που καταγράφεται στα παραπάνω, βάζει τη σφραγίδα της και στα παρήλικα πλοία. Ο μέσος όρος ηλικίας στην ελληνική σημαία ξεπερνά τα 24 χρόνια, έναντι 17 χρόνων του παγκόσμιου στόλου.

Επί της ουσίας, η ναυτιλιακή πολιτική των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας κινείται στην κατεύθυνση της μετατροπής του Ελληνικού Νηολογίου σε νηολόγιο ευκαιρίας.

Ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας στην ομιλία του στο 2ο Ναυτιλιακό Συνέδριο, πρόσφατα, κάλεσε την κυβέρνηση να ξεπεράσει το φόβο του «πολιτικού κόστους». Να ικανοποιήσει τις εφοπλιστικές αξιώσεις και να προσαρμόσει την πολιτική της στη νέα ναυτιλιακή στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Αυτό ακριβώς κάνει η κυβέρνηση. Και γι' αυτό ανταπάντησε ο υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας με προτροπή στους εφοπλιστές «να κάνουν ό,τι έκαναν οι Ολλανδοί», που μπορούν να χρησιμοποιούν «μαύρη» - ανασφάλιστη εργασία, χωρίς περιορισμούς.

Η νέα ναυτιλιακή στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ενωσης στηρίζεται σε ένα πλαίσιο μέτρων που εξασφαλίζουν στους εφοπλιστές μεγαλύτερη ασυδοσία και προϋποθέσεις για ένταση του βαθμού εκμετάλλευσης των ναυτεργατών.

Τα μέτρα αυτά εφαρμόζονται από καιρό πριν. Το αποτέλεσμα είναι να μειωθούν οι θέσεις εργασίας των Κοινοτικών ναυτεργατών από 206.000 το 1985 στις 129.000 το 1995, με τάση παραπέρα συρρίκνωσης.

Ο ισχυρισμός ότι τα προνόμια στους εφοπλιστές οδηγούν στην αύξηση των πλοίων του Ελληνικού Νηολογίου και των θέσεων απασχόλησης έχει χρεοκοπήσει. Μετά από κάθε πακέτο αντιναυτεργατικών μέτρων, μειώνονται οι θέσεις εργασίας και αυξάνεται η ανεργία.

Οι εφοπλιστικές αξιώσεις προβάλλονται πάντα σε ένα ανώτερο επίπεδο. Στα πλαίσια της κοινής ναυτιλιακής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ενωσης δρομολογήθηκε με τον κανονισμό 3577/92 η κατάργηση του καμποτάζ, η απελευθέρωση δηλαδή των εσωτερικών θαλάσσιων συγκοινωνιών. Η εξέλιξη αυτή εκφράζει την ελευθερία κίνησης του πολυεθνικού κεφαλαίου για την άλωση νέων αγορών και έχει άμεση σχέση με την όξυνση του μονοπωλιακού ανταγωνισμού στις θαλάσσιες μεταφορές, τη διείσδυση της ξένης ολιγαρχίας στην οικονομική εκμετάλλευση του Αιγαίου, τη ΝΑΤΟποίηση του Αιγαίου, σύμφωνα με τα γενικότερα ιμπεριαλιστικά σχέδια.

Η εξέλιξη αυτή χτυπάει παραπέρα την εθνική κυριαρχία. Και είναι παράγοντας όξυνσης των προβλημάτων και επιδείνωσης της θέσης των ναυτεργατών. Κινδυνεύουν άμεσα 20.000 θέσεις εργασίας.

Τρία μονοπώλια

Χαρακτηριστικό στοιχείο των εξελίξεων στην ακτοπλοΐα το τελευταίο ιδιαίτερα διάστημα είναι η συγκέντρωση -συγκεντροποίηση κεφαλαίου, οι εξαγορές και οι συγχωνεύσεις.

Τρεις ναυτιλιακές εταιρίες, ισχυρά μονοπώλια, οι «Μινωικές Γραμμές», οι «Επιχειρήσεις Αττικής» και η «ΑΝΕΚ» σαρώνουν τους πάντες και ελέγχουν στο σύνολο σχεδόν των ακτοπλοϊκών γραμμών. Τα κέρδη που καρπώνονται είναι πρωτοφανή.

Πίσω από αυτές τις εξελίξεις προβάλλει η ένταση του βαθμού εκμετάλλευσης των ναυτεργατών, η εντατικοποίηση της εργασίας, η αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων, η όξυνση της αντίθεσης κεφαλαίου - εργασίας.

Αγαπητοί σύντροφοι και φίλοι,

Το ΚΚΕ πρωτοστατεί στον αγώνα για την ικανοποίηση των ναυτεργατικών αιτημάτων, που αφορούν το δικαίωμα στη δουλιά, τους όρους αμοιβής, τα ασφαλιστικά δικαιώματα, τη διατήρηση του καμποτάζ, την προστασία της ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα.

Προωθεί στόχους πάλης σε σύγκρουση με την πολιτική που εκφράζει τα συμφέροντα των εφοπλιστών και γενικότερα των μονοπωλίων. Οι βασικοί άξονες αφορούν: Την κατάργηση της εφοπλιστικής ασυδοσίας με βασικό κρίκο την κατοχύρωση του δικαιώματος δουλιάς και το ανέβασμα του βιοτικού επιπέδου της ναυτεργατικής οικογένειας, δημιουργία δημόσιας επιχείρησης στην ποντοπόρο ναυτιλία. Συγκρότηση εθνικού οργανισμού ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών.

Η πρόταση των κομμουνιστών συγκρούεται με την πολιτική ιδιωτικοποίησης των λιμανιών, ιδιωτικοποίηση και συρρίκνωση της ναυπηγοεπισκευαστικής βιομηχανίας και της χαλυβουργίας. Στηρίζεται στην εφαρμογή κλαδικών πολιτικών, που θ' αξιοποιήσουν τα σοβαρά συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας μας.

Μέσα από τον αγώνα ενάντια στην αντεργατική πολιτική, στα μέτωπα πάλης και τις λαϊκές συσπειρώσεις προβάλλει η αναγκαιότητα και η δυνατότητα της πολιτικής εξουσίας, που θα εκφράζει τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, των ναυτεργατών και των άλλων λαϊκών στρωμάτων, ως προϋπόθεση για τον άλλο δρόμο εξέλιξης της ελληνικής κοινωνίας και της ναυτιλίας.

Σας ευχαριστώ».

ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΦΥΡΗΣ
Οι στόχοι των αναδιαρθρώσεων στην αγροτική οικονομία

Η παγκοσμιοποίηση της ...ασιτίας και τα κέρδη των μονοπωλίων. Πολιτική ξεκληρίσματος και περιθωριοποίησης των αγροτών. «Παρούσα» η τάση συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης

Στις εξελίξεις στον τομέα της αγροτικής οικονομίας και τη σύγχρονη θέση της αγροτιάς στην οικονομία της χώρας, αναφέρθηκε ο Γιάννης Σφυρής, από το Αγροτικό Τμήμα της ΚΕ του Κόμματος, ο οποίος, στην ομιλία του, είπε:

«Αγαπητοί φίλοι και σύντροφοι,

Ολες οι διαρθρωτικές αλλαγές, που έγιναν στην ελληνική γεωργία στη δεκαετία του 1990, υπηρετούσαν τρεις βασικούς και αλληλένδετους στόχους:

Ο πρώτος ήταν η προσαρμογή της ελληνικής γεωργίας στα δεδομένα της λεγόμενης παγκοσμιοποιημένης αγοράς, μέσα από τον κοινοτικό καταμερισμό εργασίας. Ο δεύτερος, η αύξηση των κερδών των εμποροβιομηχάνων και των πολυεθνικών, που εμπορεύονται και μεταποιούν αγροτικά προϊόντα. Και ο τρίτος, η επιτάχυνση των ρυθμών συγκέντρωσης της γης και της αγροτικής παραγωγής σε λίγους μεγαλοαγρότες και το μαζικό ξεκλήρισμα των μικρομεσαίων αγροτών.

Βασικά εργαλεία προώθησης αυτών των στόχων και αναδιαρθρώσεων ήταν η αναθεώρηση της ΚΑΠ το 1992, που αποτέλεσε τομή στη συνέχεια της αντιαγροτικής ΚΑΠ και η Συμφωνία της GATT το 1995. Σύμφωνα με επίσημες εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η παραγωγή τροφίμων στην Ευρωπαϊκή Ενωση αυξανόταν με ρυθμούς διπλάσιους από τους ρυθμούς αύξησης των αναγκών της αγοράς σε τρόφιμα. Γι' αυτό ένας βασικός στόχος της αναθεώρησης της ΚΑΠ του 1992 ήταν η μείωση των ρυθμών αύξησης της αγροτικής παραγωγής, για να εξαλειφθούν τα λεγόμενα διαρθρωτικά πλεονάσματα και να περιοριστούν στα συγκυριακά.

Οι ανάγκες, όμως, της λεγόμενης παγκοσμιοποιημένης αγοράς διαφέρουν όσο η μέρα με τη νύχτα με τις ανάγκες της ανθρωπότητας σε τρόφιμα. Κι αυτό γιατί οι δυνάμεις που διαμορφώνουν τη λεγόμενη παγκοσμιοποιημένη αγορά, με την πολιτική τους που μοναδικό στόχο έχει το κέρδος, περιθωριοποιούν οικονομικά λαούς και κράτη και τα καταδικάζουν στο λιμό και τον υποσιτισμό.

Η διαφορά αυτή εξηγεί, γιατί την ίδια περίοδο που λιμοκτονούν και υποσιτίζεται 1,5 δισεκατομμύριο άνθρωποι, πολλοί από τους οποίους στις αναπτυγμένες χώρες, στις χώρες αυτές, καταστρέφονται στις χωματερές εκατομμύρια τόνοι τρόφιμα και εφαρμόζονται πολιτικές συρρίκνωσης της παραγωγής τροφίμων. Η υλοποίηση του στόχου μείωσης των ρυθμών παραγωγής τροφίμων, εξειδικεύτηκε με την επιβολή χαμηλών ποσοστώσεων και αυστηρών προστίμων συνυπευθυνότητας, σε όλα τα αγροτικά προϊόντα με τα κίνητρα εκτατικοποίησης που βαφτίστηκαν περιβαλλοντολογικά, με τις υποχρεωτικές και προαιρετικές αγραναπαύσεις και με τα κίνητρα ξεριζώματος βασικών αγροτικών καλλιεργειών.

Στη χώρα μας εφαρμόστηκαν με ιδιαίτερο ζήλο όλα σχεδόν τα παραπάνω μέτρα και είχαν σαν αποτέλεσμα τη στασιμότητα του ακαθάριστου εγχώριου αγροτικού προϊόντος στη δεκαετία του 1990 και την κατακόρυφη αύξηση των ελλειμμάτων του αγροτικού εμπορικού ισοζυγίου με τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που το 1998 έφτασε στο αστρονομικό, για τα οικονομικά δεδομένα της χώρας μας, ύψος των 430,5 δισεκατομμυρίων δραχμών.

Η μεγαλύτερη συρρίκνωση, που προσλαμβάνει χαρακτηριστικά αποδιάρθρωσης, παρατηρείται στην κτηνοτροφία, με αποτέλεσμα να μειωθούν από 30% έως 50% τα ποσοστά αυτάρκειας της χώρας -τα διάφορα ζωοκομικά προϊόντα - και να κυμανθούν από 30% στο βοδινό κρέας, μέχρι 70% στο κοτόπουλο.

Η ιδιαίτερη συρρίκνωση της κτηνοτροφίας επιβεβαιώνει το συμπληρωματικό ρόλο που έχει η χώρα μας στον κοινοτικό καταμερισμό εργασίας, γιατί σχεδόν όλα τα ελλείμματα της χώρας μας σε ζωοκομικά προϊόντα καλύπτονται από τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης».

Τα πάντα για το κέρδος

«Ο δεύτερος στόχος αύξησης των κερδών των πολυεθνικών, που μεταποιούν και εμπορεύονται αγροτικά προϊόντα, υλοποιήθηκε με την αλλαγή του συστήματος των τιμών και επιδοτήσεων, που έγινε με τη νέα ΚΑΠ και την GATT.

Πρόφαση αυτής της αλλαγής ήταν η εξίσωση των κοινοτικών τιμών, με τις λεγόμενες διεθνείς τιμές και η μερική κάλυψη των απωλειών του αγροτικού εισοδήματος, που προκάλεσε η μείωση των τιμών, με επιδοτήσεις.

Πραγματικός, όμως, στόχος της αλλαγής των τιμών και επιδοτήσεων, ήταν η απαλλαγή των εμποροβιομηχάνων και των πολυεθνικών, που εμπορεύονται και μεταποιούν αγροτικά προϊόντα, από ένα σημαντικό κομμάτι του κόστους απόκτησης της πρώτης ύλης και η μετακύληση μέρους αυτού του κόστους στους λαούς, μέσα από τον κοινοτικό και τους εθνικούς προϋπολογισμούς, αλλά και τα αντιλαϊκά φορολογικά συστήματα.

Ο στόχος αυτός επιβεβαιώνεται από την κατακόρυφη αύξηση των κερδών των βιομηχανιών μεταποίησης αγροτικών προϊόντων στη δεκαετία του 1990 και από την αυθαίρετη μείωση των λεγόμενων διεθνών τιμών. Η μείωση, για παράδειγμα, κατά 50% της διεθνούς τιμής του βαμβακιού μέσα σε ένα χρόνο - το 1998 προς '99 - δεν οφείλεται σε αντίστοιχη μείωση του κόστους παραγωγής στις ΗΠΑ που παίζουν σημαντικό, αν όχι καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωσή της, αλλά στην αντικατάσταση μέρους της τιμής, με επιδότηση.

Το σύστημα τιμών και επιδοτήσεων, παράλληλα με την αύξηση των κερδών των εμποροβιομηχάνων και των πολυεθνικών τροφίμων, επιδείνωσε την άσχημη σχέση ανάμεσα στη φυτική και ζωική παραγωγή και προκάλεσε ορισμένες αλλαγές στη φυτική παραγωγή σε βάρος των καλλιεργειών που στηρίζουν την κτηνοτροφία».

Κίνητρα ...καταστροφής

«Η υλοποίηση του τρίτου στόχου - δηλαδή, της συγκέντρωσης της γης και της αγροτικής παραγωγής σε λίγους μεγαλοαγρότες - προωθήθηκε με τις πολιτικές που υλοποίησαν τους δυο προηγούμενους στόχους, αλλά και με επιμέρους συμπληρωματικές πολιτικές.

Οι ποσοστώσεις, τα πρόστιμα συνυπευθυνότητας και οι λεγόμενες διεθνοποιημένες τιμές, εξανέμισαν το εισόδημα των μικρομεσαίων αγροτών και επιτάχυναν το ξεκλήρισμά τους. Η γη τους, με τη μορφή του ενοικίου σε πρώτη φάση και της εξαγοράς σε δεύτερη φάση, συγκεντρώνεται, αργά, αλλά σταθερά, στους μεγαλοαγρότες.

Τη συγκέντρωση αυτή υποβοήθησαν τα κίνητρα πρόωρης σύνταξης, που προϋποθέτουν τη μεταβίβαση της γης και των δικαιωμάτων παραγωγής, τα κίνητρα διάλυσης των αλιευτικών σκαφών και ο τρόπος καταβολής των κοινοτικών επιδοτήσεων, που είχε σαν αποτέλεσμα το 20% των μεγάλων κοινοτικών αγροτικών εκμεταλλεύσεων, ν' απορροφήσουν το 80% των κοινοτικών επιδοτήσεων.

Με τις πολιτικές αυτές, η αγροτική απασχόληση στη δεκαετία του 1990 μειώθηκε με μέσο ετήσιο ρυθμό 2,1%, χωρίς να υπάρχει εναλλακτική λύση απασχόλησης ειδικά στην ύπαιθρο. Στη δεκαετία 1987 - 1997, ξεκληρίστηκαν 129 χιλιάδες μικρομεσαία αγροτικά νοικοκυριά και η γη τους συγκεντρώθηκε στις μεγάλες αγροτικές εκμεταλλεύσεις, με αποτέλεσμα ν' αυξηθεί ο αριθμός, αλλά και το μέγεθος των μεγάλων εκμεταλλεύσεων που κατέχουν είτε σαν σαν ιδιόκτητα είτε σαν ενοικιαζόμενα πάνω από 200 στρέμματα.

Ετσι, το 1997 οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις με κατοχή γης - όπως είπαμε είτε σαν ιδιόκτητη είτε σαν ενοικιαζόμενη - πάνω από 200 στρέμματα, αποτελούσαν το 3% του συνόλου των εκμεταλλεύσεων και κατείχαν το 24,7% της συνολικής χρησιμοποιούμενης γεωργικής γης, ενώ 10 χρόνια πριν, το 1987, αποτελούσαν το 2,3% του συνόλου των εκμεταλλεύσεων και κατείχαν το 17,4% της συνολικής χρησιμοποιούμενης γεωργικής γης.

Στις εκμεταλλεύσεις με κατοχή γης πάνω από 200 στρέμματα, το ποσοστό της ενοικιαζόμενης γης, σε σχέση με την ιδιόκτητη, είναι 2,7 φορές μεγαλύτερο από το αντίστοιχο ποσοστό των εκμεταλλεύσεων με λιγότερα από 200 στρέμματα.

Η ενοικίαση όμως της γης αποτελεί, όπως είπαμε, το πρώτο και σημαντικό βήμα στην κατεύθυνση απόκτησης της ιδιοκτησίας. Η συγκέντρωση της γης είχε σαν αποτέλεσμα και την αντίστοιχη συγκέντρωση της φυτικής παραγωγής, ενώ πολύ μεγαλύτερη είναι η συγκέντρωση και η συγκεντροποίηση στους κλάδους του πρωτογενή τομέα, που η εξάρτησή τους από την ιδιοκτησία της γης είναι μικρότερη, όπως είναι οι κλάδοι της κτηνοτροφίας και της αλιείας.

Στη δεκαετία του 1990, παρατηρήθηκε μια κατακόρυφη αύξηση των υδατοκαλλιεργειών, μέσα από 250 περίπου επιχειρηματικές μονάδες καπιταλιστικού χαρακτήρα, μεταξύ των οποίων έχουν ήδη γίνει εξαγορές και συγχωνεύσεις, με αποτέλεσμα δυο από αυτές να κυριαρχούν στον κλάδο. Την ίδια περίοδο, συρρικνώθηκε η θαλάσσια αλιεία, που στην πλειοψηφία της στηρίζεται σε μικρομεσαίες οικογενειακού χαρακτήρα εκμεταλλεύσεις και ειδικά η παράκτια αλιεία.

Παρόμοια με τις υδατοκαλλιέργειες ανάπτυξη, είχαν, κύρια στη δεκαετία του 1970, βασικοί κλάδοι της κτηνοτροφίας, όπως η πτηνοτροφία, η χοιροτροφία και, δευτερευόντως, η βοοτροφία, οι οποίοι από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, για πολλούς και διάφορους λόγους, αντιμετώπισαν μια παρατεταμένη περίοδο κρίσης, που είχε σαν αποτέλεσμα τη χρεοκοπία και το κλείσιμο ορισμένων επιχειρήσεων, αλλά και την εξαγορά άλλων από παρεμφερείς επιχειρήσεις.

Παρά τα προβλήματα στην παραγωγή, οι βαθμοί συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης στους κλάδους αυτούς είναι πολύ μεγάλοι. Στη χοιροτροφία, οι επιχειρηματικές εκμεταλλεύσεις το 1997 αποτελούσαν το 18% του συνόλου των εκμεταλλεύσεων και είχαν το 89% της παραγωγής. Ενώ οι οικογενειακού χαρακτήρα εκμεταλλεύσεις αποτελούσαν το 82% του συνόλου των χοιροτροφικών εκμεταλλεύσεων και είχαν μόνο το 11% της παραγωγής.

Μεγαλύτερος είναι ο βαθμός συγκέντρωσης στην πτηνοτροφία και μικρότερος στη βοοτροφία. Σε αυτές τις αναδιαρθρώσεις και στους στόχους που υπηρετούν, αντιστέκονται οι μικρομεσαίοι αγρότες και η αντίστασή τους δεν απορρέει μόνο από τη σημερινή δύσκολη κατάσταση, αλλά και από τη βάσιμη ανησυχία τους για το μέλλον.

Και αυτό, γιατί διακηρυγμένος στόχος της AGENTA 2000 και του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, που από αύριο ξεκινάει η συνεδρίασή του, είναι η επιτάχυνση των ρυθμών υλοποίησης αυτών των στόχων και των αναδιαρθρώσεων.

Οι πρώτοι κανονισμοί, που ψηφίστηκαν στα πλαίσια της AGENTA 2000 για τα δημητριακά, το βοδινό κρέας και το αγελαδινό γάλα, η πρόταση κανονισμού για το βαμβάκι και οι συζητήσεις για τους νέους κανονισμούς στον καπνό και το λάδι, επιβεβαιώνουν, με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο, τις ανησυχίες των αγροτών.

Ευχαριστώ».

Οιδιαίτερα γόνιμος προβληματισμός και η προσπάθεια ολόπλευρης και επιστημονικής προσέγγισης των ζητημάτων, που αφορούν τις σύγχρονες τάσεις της ελληνικής οικονομίας, ήταν στοιχεία που κυριάρχησαν στην ημερίδα της ΚΕ του ΚΚΕ, που έγινε τη Δευτέρα, με θέμα «Εξελίξεις, τάσεις, προοπτικές της ελληνικής οικονομίας».

Ο «Ρ», στο φύλλο της Τρίτης, δημοσίευσε το άνοιγμα που έκανε στην ημερίδα η ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, την εισηγητική παρέμβαση του Οικονομικού Τμήματος της ΚΕ του ΚΚΕ, τις ομιλίες των εκπροσώπων των κομμάτων.

Από το χτεσινό φύλλο, άρχισε η δημοσίευση του συνόλου του υλικού της ημερίδας. Χάρη στο ξεχωριστό ενδιαφέρον που παρουσιάζουν οι παρεμβάσεις, ο «Ρ» συνεχίζει σήμερα και θα ολοκληρώσει μέσα στην επόμενη βδομάδα τη δημοσίευση ολόκληρων των ομιλιών που εκφωνήθηκαν στην ημερίδα. Οι ομιλίες θα παρουσιαστούν, βάσει της σειράς που εκφωνήθηκαν, εκτός από τις περιπτώσεις που υπάρχει ανάγκη ομαδοποίησής τους.

Σήμερα παρουσιάζονται οι παρεμβάσεις του Γιώργου Μαρίνου, ο οποίος αναφέρθηκε σε θέματα που έχουν σχέση με τις εξελίξεις στο χώρο της ναυτιλίας και των ναυτεργατών και του Γιάννη Σφυρή, ο οποίος αναφέρθηκε στα σύγχρονα προβλήματα της αγροτικής οικονομίας και της αγροτιάς της χώρας.



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ