Κυριακή 28 Μάρτη 2010
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 9
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
Η σχέση οικονομίας - αστικής εκπαιδευτικής πολιτικής

Εκτο μέρος

ΔΟΥΛΕΥΟΝΤΑΣ ΜΕ ΤΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΜΑΣ ΣΤΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

Υπό το φως όλων των παραπάνω σκέψεων πρέπει να απαντηθούν και ορισμένα ζητήματα που σχετίζονται με την ικανότητα των κομμουνιστών (και συνακόλουθα του εργατικού κινήματος) να απαντούν σε προβλήματα της εκπαίδευσης ως απορρέοντα από την ίδια τη φύση της καπιταλιστικής ανάπτυξης στο ιμπεριαλιστικό της στάδιο. Η ιδεολογική παρέμβαση αστικών και οπορτουνιστικών δυνάμεων στα ζητήματα της εκπαίδευσης σχετίζεται και με την εξήγησή τους ως προβλημάτων «υποβάθμισης» ή ακόμα και ταξικότητας (στις συνέπειές της και όχι στην πολιτική της κατεύθυνση)! Πραγματικά, οι πολιτικοί εκπρόσωποι της αστικής τάξης δεν έχουν κανένα πρόβλημα να περιγράφουν τα γεγονότα και τα προβλήματα (πόσο μάλλον όταν αυτή η περιγραφή δημιουργεί μια μοιρολατρική αίσθηση αποδοχής τους ως αναπόδραστης πραγματικότητας) και στη βάση αυτή να δημιουργούν τους όρους για την υλοποίηση της σύγχρονης στρατηγικής απάντησης από τη σκοπιά του κεφαλαίου. Αρα από τη δική μας στρατηγική σκοπιά, η ανάλυση των προβλημάτων της εκπαίδευσης προϋποθέτει την ξεκάθαρη θέση ότι αποτελούν εκδηλώσεις της καπιταλιστικής ανάπτυξης οι οποίες μπορούν να λυθούν όχι με μια άλλη μορφή διαχείρισης «πιο προοδευτικής ή φιλολαϊκής», αλλά με ανατροπές στις σχέσεις ιδιοκτησίας και γενικότερα στις σχέσεις παραγωγής - κατανομής και στο χαρακτήρα της εξουσίας, από τον οποίο καθορίζεται ο χαρακτήρας του εκπαιδευτικού συστήματος (Λαϊκή Εξουσία και Οικονομία ως προϋπόθεση για Λαϊκή Εκπαίδευση).

Ο πρωτοπόρος ρόλος του ΚΚ κρίνεται από το αν, πρωτοστατώντας σε αγώνες για τα προβλήματα που προκύπτουν από τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, συμβάλλει μέσα από στόχους πάλης που έρχονται σε αντίθεση με την ουσία της αστικής στρατηγικής, με την κερδοφορία του κεφαλαίου - στη συνειδητοποίηση της ανάγκης για αλλαγή στον ταξικό χαρακτήρα της εξουσίας. Με αυτή την έννοια η δράση των κομμουνιστών σχετίζεται και με την ιδεολογική αντεπίθεση, η οποία παίζει σήμερα ρόλο οργανωτικού παράγοντα και καθορίζει την αποτελεσματικότητα του κινήματος, το ρόλο του στη θετική προοπτική της κατάκτησης της εξουσίας από την εργατική τάξη.

Από αυτή την άποψη χρειάζεται να σκύψουμε και στην ιστορία των αγώνων για την Παιδεία και των εκπαιδευτικών πολιτικών που ασκήθηκαν από το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο κι ύστερα στην Ελλάδα. Με την εξαίρεση της ΠΕΕΑ, η οποία (ως «μεταβατική στιγμή» στον ιστορικό χρόνο) προχώρησε σε ορισμένες φιλολαϊκές εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις που ήταν επηρεασμένες από τη σοσιαλιστική εκπαιδευτική εμπειρία και έλυνε ζητήματα της εκπαίδευσης που προέκυπταν ως αποτέλεσμα της ανάπτυξης του καπιταλισμού στην Ελλάδα εκείνη την εποχή, παρατηρούμε ότι στην καλύτερη περίπτωση - και με ευνοϊκότερους κοινωνικοπολιτικούς συσχετισμούς (δεκαετίες 1970 και 1980) - το κίνημα κατάφερνε να μπλοκάρει νόμους, να αναγκάζει σε μερική αναδίπλωση τις αστικές κυβερνήσεις ή να αποσπά κάποιες ασταθείς παραχωρήσεις. Ακόμα παραπέρα, η περιορισμένη υλοποίηση λαϊκών αιτημάτων από τις αστικές κυβερνήσεις είναι ευάλωτη στο χρόνο αν δε συνδεθεί με τη δυναμική της ταξικής πάλης για ανατροπές στο χαρακτήρα της εξουσίας. Διαφορετικά θα απορροφηθούν από εκσυγχρονισμούς που υπηρετούν την καπιταλιστική κυριαρχία, γι' αυτό και είναι αντιδραστικοί. Κοντολογίς, για κάθε ζήτημα της εκπαίδευσης και σε κάθε φάση ή περίοδο συγκρούονται αντικειμενικά η στρατηγική της αστικής τάξης με τη στρατηγική του επαναστατικού εργατικού κινήματος. Για να κατανοηθεί αυτή η κομβική θέση, παραθέτουμε μια συνοπτική ιστορική αναφορά στις βασικές στιγμές της αστικής εκπαιδευτικής πολιτικής στην Ελλάδα μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

«Η περίοδος 1950-1967 χαρακτηρίζεται από μια σημαντική καπιταλιστική οικονομική ανάπτυξη και επιτάχυνση των ρυθμών της εκβιομηχάνισης, συγκριτικά βέβαια καθυστερημένης. Οι ανάγκες της οικονομίας για ειδικευμένο εργατικό δυναμικό και η σύνδεση με την ΕΟΚ θέτουν επιτακτικά το ζήτημα του εκσυγχρονισμού της εκπαίδευσης. Αποτέλεσμα αυτής της νέας κατάστασης ήταν να νομοθετηθεί, μετά από παλινωδίες και ημιτελείς προσπάθειες των κυβερνήσεων της ΕΡΕ, το 1964 από την κυβέρνηση της ΕΚ ένα σύστημα δημόσιας τεχνικοεπαγγελματικής εκπαίδευσης. Στην πράξη όμως έγινε μια ανέξοδη μετατροπή ενός αριθμού γυμνασίων σε τεχνικές σχολές, με το ίδιο προσωπικό και με την προσθήκη 4-5 τεχνικών μαθημάτων. Ετσι η τεχνικοεπαγγελματική εκπαίδευση παραμένει μια υποτιμημένη αδιέξοδη διέξοδος των κοινωνικά αδύναμων μαθητών, που αναγκάζονται να στραφούν σε ιδιωτικές τεχνικές σχολές ή σχολές μαθητείας και σε τμήματα ταχύρρυθμης εργοστασιακής ή εξωεργοστασιακής κατάρτισης. Παράλληλα ο ψευτοκλασικός και θεωρητίστικος χαρακτήρας του σχολείου, η στρέβλωση της σκέψης από τα απαράδεκτα βιβλία και το στρογγυλοκάθισμα της καθαρεύουσας οδηγούν στη διαιώνιση του επιλεκτικού χαρακτήρα της γενικής εκπαίδευσης [...]

Ο αναγκαίος για τις νέες συνθήκες καπιταλιστικής ανάπτυξης εκσυγχρονισμός της εκπαίδευσης, που στην εικοσαετία '50-70 δεν μπόρεσε τελικά να στερεωθεί, πραγματοποιείται αμέσως μετά τη μεταπολίτευση. Ενας νομοθετικός οργασμός - σαν προετοιμασία και για την επικείμενη ένταξη στην EΟΚ - αρχίζει από το 1976, που καθιέρωσε τη δημοτική σαν μοναδική γλώσσα διδασκαλίας, διεύρυνε την υποχρεωτική εκπαίδευση στα 9 χρόνια, χωρίς κατάργηση της βαθμίδας του δημοτικού και θεσμοθέτησε ένα πολυδαίδαλο δημόσιο σύστημα κατώτερων και μέσων τεχνικοεπαγγελματικών σχολών, χωρίς προγράμματα, μέθοδο, βιβλία και εργαστήρια, στο οποίο εντάσσεται και η ανώτερη τεχνική εκπαίδευση (KATE), που είχε ιδρυθεί από τη χούντα. Είναι η περίοδος που εμπεδώνεται πια στη χώρα μας ένα διπλό ανισότιμο κύκλωμα γενικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης, μέσα από το οποίο συντελείται η επιλογή και ο διαχωρισμός των ευνοημένων της ταξικής κοινωνίας μας. Ταυτόχρονα, μπαίνουν οι βάσεις για μια πιο αποδοτική λειτουργία της πανεπιστημιακής διδασκαλίας και έρευνας για λογαριασμό των μονοπωλίων [...]

Αλλωστε, ένα από τα βασικά συμπεράσματα αυτής της σύντομης ιστορικής αναδρομής είναι πως όποια κι αν είναι η διάρκεια της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, όποιος κι αν είναι ο αριθμός των εισακτέων στα πανεπιστήμια, με τον εθνικισμό ή με τον κοσμοπολιτισμό, με τον ψευτοκλασικισμό και τον μεγαλοϊδεατισμό ή με την επιχειρηματικότητα και την ευρωπαϊκή ιδέα, η εκπαίδευση δεν παύει να αποτελεί μηχανισμό οικονομικής και ιδεολογικοπολιτικής κυριαρχίας της αστικής τάξης και οι "μεταρρυθμίσεις" να αποτελούν αναγκαίες αναπροσαρμογές για την ισχυροποίηση αυτής της κυριαρχίας στις εκάστοτε συνθήκες. Το μαζικό - λαϊκό κίνημα μπορεί - όταν είναι σωστά προσανατολισμένο - να ανακόπτει, να καθυστερεί, ακόμη και να επιβάλλει ορισμένες παραχωρήσεις, που ωστόσο είναι προσωρινές και ασταθείς. Τα διαχρονικά μαρτύρια της Παιδείας από την εξουσία της αστικής τάξης δεν πρόκειται να πάψουν παρά μόνο με την ανατροπή αυτής της εξουσίας»24.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

24. Ελένης Μηλιαρονικολάκη, «Η 90χρονη προσφορά του ΚΚΕ στην Παιδεία», εφημερίδα «Ριζοσπάστης», 22 Ιούνη 2008.


Του
Κυριάκου ΙΩΑΝΝΙΔΗ*
* Ο Κυριάκος Ιωαννίδης είναι μέλος του Τμήματος Παιδείας της ΚΕ του ΚΚΕ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ